Τατιανός ο Σύρος

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Απεικόνιση του Τατιανού του Σύρου

Ο Τατιανός ο Σύρος (περ. 120-;) είναι γνωστή απολογητική φυσιογνωμία του χριστιανισμού κατά το β΄ αιώνα. Προερχόταν από τη Συρία, υπήρξε μαθητής του σπουδαίου απολογητή Ιουστίνου και είναι γνωστός από την απολογία του "Προς Έλληνας". Ο ίδιος μεταστράφηκε στο χριστιανισμό από την ειδωλολατρεία, αλλά τελικά μετά το θάνατο του Ιουστίνου προσχώρησε στη γνωστική χριστιανική αίρεση των εγκρατιτών, όπου έγινε και ηγέτης της. Το έργο του αξιολογείται ως επιθετικό έναντι των φιλοσόφων και απηχεί μία ακραία απολογητική τάση. Θα λέγαμε πως συγκαταλέγεται στους σκληρούς κατηγόρους των Ελλήνων[1], ενώ ως θεολόγος κατατάσσεται μονομερής και άκαμπτος[2] και ως χαρακτήρας επαρμένος, σκληρός και ασυμβίβαστος[3][4]. Το τέλος του παραμένει άγνωστο.

Ο βίος του

Ο Τατιανός γεννήθηκε στη περιοχή της Συρίας[5][6] το β΄ αιώνα και περί τον 120[7]. Προερχόταν συγκεκριμένα από την περιοχή της Ασσυρίας, δηλαδή την περιοχή που την εποχή εκείνη περικλείετο μεταξύ των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη. Η οικογένειά του ήταν εθνικοί και ο ίδιος αρχικά ακολούθησε τον εθνισμό και μετείχε των ελληνικών γραμμάτων και παιδείας. Ο ίδιος επίσης μας αναφέρει πως προ της μεταστροφής του στο χριστιανισμό, διήγαγε ταξίδια ώστε να δει ειδωλολατρικά αναθήματα, να μελετήσει θρησκευτικές εκδηλώσεις και να μυηθεί στα μυστήρια των ανατολικών θρησκειών[8]. Έτσι περιήλθε από πολλές περιοχές και τελικά εγκαταστάθηκε στη Ρώμη[9], έχοντας φήμη φιλοσόφου και συγγραφέως[10]. Στη Ρώμη μεταστράφηκε στο χριστιανισμό αφού οι θρησκευτικές ανησυχίες του δεν είχαν ικανοποιηθεί, ενώ η γνωριμία του με τα ευαγγέλια ήταν ιδιαίτερα σημαντική αφού εκεί βρήκε "γραφάς τινάς βαρβαρικάς" οι οποίες ήταν συντεταγμένες κατά τρόπο ανεπιτήδευτον και περιείχαν εξαίσια ηθικά παραγγέλματα και θαυμάσιες προφητικές επαγγελίες[11]. Στη Ρώμη άλλωστε μαθήτευσε και στη σχολή του Ιουστίνου[12][13], που όμως μετά το διωγμό του και το θάνατό του από τη σκευωρία του φιλοσόφου Κρήσκεντα, περί το 165, φέρεται υπό του Ειρηναίου να άνοιξε και αυτός δική του σχολή. Σε αυτό το διάστημα διαφοροποιήθηκε και από το δάσκαλό του σε θέματα θεολογίας, όπως μας λέγει επίσης ο Ειρηναίος[14]. Από μερικούς θεολόγους εγείρονται και κάποιες αντιρρήσεις[15] περί δικού του διδασκαλείου, υπό την έννοια ότι η έννοια διδασκαλείο που αναφέρει ο Ειρηναίος, μπορεί να σημαίνει και ιδιαίτερο θεολογικό σύστημα. Εν πάση περιπτώσει, η συμφωνία επ αυτού είναι η διαφοροποίηση του Τατιανού σε σχέση με τη διδαχή του Ιουστίνου. Την ίδια εποχή φαίνεται πως ο Κρήσκεντας απείλησε και τον ίδιο με διωγμό και μετ' ολίγου αναχώρησε από τη Ρώμη[16].

Μετά τη φυγή του από τη Ρώμη έκανε περιοδεία σε διάφορες περιοχές της Ανατολής όπως τη Συρία, τη Μεσοποταμία, την Κιλικία, την Πισιδία εγκατοικούμενος τελικά σε πόλη της Μεσοποταμίας, άγνωστη προς εμάς. Κατά τον Επιφάνιο εγκαταστάθηκε εκεί κατά το 12ο έτος της βασιλείας του Αντωνίνου του Ευσεβούς[17], αλλά αυτό πρόκειται για παρανόηση, καθώς τα χρονολογικά δεδομένα δε μπορούν να επαληθευτούν. Προφανώς το λάθος προήλθε από το ότι και ο Μάρκος Αυρήλιος είχε εκ των ονομάτων του και το Αντωνίνος. Έτσι αν τοποθετήσουμε την ημερομηνία αυτή, περί της βασιλείας του Μάρκου Αυρηλίου, ήτοι το 173, τότε έχουμε συμφωνία με την μαρτυρία του Ευσεβίου. Στην περιοχή αυτή ο Τατιανός ασπάστηκε τον εγκρατιτισμό, μία μορφή χριστιανικού γνωστικισμού της οποίας διετέλεσε ηγέτης. Ως εγκρατίτης απέρριπτε το γάμο, κάθε κοσμική απόλαυση, τη βρώση κρέατος και την πόση οίνου ακόμα και στη Θεία Ευχαριστία[18]. Το τέλος του παραμένει άγνωστό[19].

Συγγραφικό έργο

Γενικά

Ο Τατιανός υπήρξε συγγραφέας διαφόρων συγγραμμάτων. Ο ίδιος μέσα από το μοναδικό σωζόμενο έργο του την απολογία "Πρός Έλληνας", μας αναφέρει έργα του όπως το "Περί Ζώων", που πραγματεύεται τις διαφορές μεταξύ ανθρώπων και ζώων, το "Περί δαιμόνων", το "Προς αποφηναμένους τα περί Θεού", που αποτελούσε εκτενή σύγκριση μεταξύ ελληνικής και χριστιανικής θεολογίας και ηθικής, χωρίς να είναι βέβαιο όμως ότι τελικά συνετάχθη. Από τον Ευσέβιο μαθαίνουμε επίσης πως σκοπό είχε να συντάξει σύγγραμμα "Περί προβλημάτων", ενώ το "Περί κατά Σωτήρα καταρτισμού", το οποίο μας το γνωστοποιεί ο Κλήμεντας Αλεξανδρείας, προέρχεται από την γνωστική περίοδο της ζωής του. Τέλος συνέταξε δικό του ευαγγέλιο το λεγόμενο "Διατεσσάρων ευαγγέλιον", δηλαδή μία σύνθεση των τεσσάρων ευαγγελίων. Από τα πολύ βασικά χαρακτηριστικά τού έργου του, είναι η παντελής απουσία αναφοράς στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού[20], δείχνοντας με αυτό τον τρόπο πόσο ξένος ήταν προς την εκκλησία[21] και πως μάλλον "ο τιμητής Τατιανός είναι ολιγώτερον χριστιανός από όσον θα ηδύνατο να φανταστή κανείς"[22]. Το έργο του κρίνεται πως λειτούργησε για το χώρο της εκκλησίας διασπαστικά, υποτιμώντας και αγνοώντας την Παράδοση σε κρίσιμες στιγμές γι αυτήν[23]. Τοποθετώντας δε το έργο του στα πλαίσια της εποχής του, παρατηρούμε ότι τελικά αποτελεί "αντίρροπη δύναμη και προσπάθεια στο πολυσήμαντο έργο του Ειρηναίου Λουγδούνου (Λυών) και του Διονυσίου Κορίνθου"[24] και πως "η εκκλησία δεν ακολούθησε τις ανθελληνικές τοποθετήσεις του Τατιανού"[25].

Προς Έλληνας

Ο Λόγος προς Έλληνας είναι το μοναδικό διασωθέν έργο του Τατιανού, που μάλιστα χαρακτηρίζεται από τον ιστορικό Ευσέβιο ως διαβόητο[26]. Το έργο αυτό προέρχεται από την γνωστική περίοδο της ζωής του[27] και διασώζεται στον κώδικα του Αρέθα[28]. Το έργο αποτελεί πολεμική κατά των θεσμών του ελληνορωμαϊκού κόσμου διεπόμενη από μίσος, παρά απολογία[29], που δεν απευθύνεται στον αυτοκράτορα, όπως προηγούμενοι από αυτόν απολογητές, αλλά και μεταγενέστεροι, αλλά στο Ελληνιστικό κοινό[30], γι αυτό και χαρακτηρίζεται και ως επίσημη αναφορά[31]. Το ύφος του είναι έντονο και στρυφνό, με έντονη ρητορικότητα και ελαφρά ποιητικότητα, χρησιμοποιώντας ειρωνικά στοιχεία με τάση γελοιοποιήσεως των θεσμών της φιλοσοφίας[32]. Η τάση αυτή δικαιολογείται πιθανώς από το ότι οι Έλληνες με το Μέγα Αλέξανδρο είχαν κατακτήσει την πατρίδα του[33].

Στον πρόλογο του έργου παραθέτει τα επιτεύγματα του ελληνικού και βαρβαρικού κόσμου, αναφέροντας την περιφρόνηση των πρώτων έναντι των δευτέρων και ανταποδίδοντας με ανάλογη επιθετική διάθεση[34], "ειρωνευόμενος βάναυσα και υποτιμώντας τελείως τους Πλάτωνα, Αριστοτέλη και λοιπούς Έλληνες φιλοσόφους, ποιητές, ρήτορες και καλλιτέχνες"[35]. Εν συνεχεία παραθέτει στοιχεία της χριστιανικής πίστεως, όπως την δημιουργία του κόσμου από τον Θεό, την εμφάνιση του Λόγου, τη δημιουργία των αγγέλων και την πτώση των δαιμόνων, τη σύνθεση της ψυχής για να αποδείξει την αλήθειά τους. Σε αυτό το σημείο επιτίθεται στους θεσμούς της ειδωλολατρίας και τους συγκρίνει με την ηθική του χριστιανικών θεσμών. Τέλος ισχυρίζεται ότι η πίστη των Ιουδαίων, που απέρρευσε ο Χριστιανισμός, είναι αρχαιότερη από την πίστη των εθνικών[36] και πως αυτοί έλαβαν στοιχεία από την Παλαιά Διαθήκη, τα οποία εν συνεχεία διαστρέβλωσαν.

Το "Διατεσσάρων ευαγγέλιον"

Πολλά γνωστικά συστήματα είχαν συντάξει δικά τους ευαγγέλια. Ο ασπασμός των γνωστικών αντιλήψεων του Τατιανού τον οδήγησε και αυτόν στη δημιουργία ενός ευαγγελίου το οποίο αποκλήθηκε "Διατεσσάρων Ευαγγέλιον". Η χρήση του όρου "διατεσσάρων" είναι μουσικολογική και δείχνει τα διαστήματα μεταξύ των φθόγγων, αφού όπως μαθαίνουμε από τον Βίκτορα Καπούης, χρησιμοποιήθηκαν 5 ευαγγέλια, με το πέμπτο πιθανώς να εννοείται η "Προς Εβραίους Επιστολή"[37]. Ο Τατιανός όμως δε συνέταξε όπως είδαμε ένα εντελώς νέο ευαγγέλιο όπως οι γνωστικοί, αφού πότε δεν έγινε καθολοκληρίαν γνωστικός, αλλά μία σύνθεση των τεσσάρων. Η ταυτόχρονη έλλειψη μεταφρασμένου ευαγγελίου στα Συριακά, οπωσδήποτε θα ήταν μία δύσκολη και χρονοβόρα περίπτωση με αποτέλεσμα η προσπάθειά του αυτή να μειώνει σημαντικά τον όγκο εργασίας ενός τέτοιου εγχειρήματος[38]. Το "διατεσσάρων ευαγγέλιον" χρησιμοποιείτο ακόμα και μέχρι την εποχή του Ευσεβίου (4ος αιώνας)[39] και μεταγενέστερα μέχρι τουλάχιστον τον 5ο αιώνα, οπότε και μεταφράστηκαν τα Ευαγγέλια στη Συριακή γλώσσα. Βάση φέρεται να ήταν το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, απορρίπτοντας υλικό και τροποποιώντας άλλο "για να προβάλλη καταλλήλως τας γνωστικάς πλέον δοξασίας του"[40].

Σήμερα από το κείμενο αυτό διασώζονται 14 στίχοι, σε Ελληνική απόδοση, που βρέθηκαν στα ερείπια του Ευρώπου στη Συρία, χρονολογούμενα προ του 254[41]. Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η ονομασία "Διατεσσάρων" είναι αδύνατον να δόθηκε στη Συριακή, καθώς απουσίαζαν αυτού του είδους οι μουσικοί όροι σε αυτή τη διάλεκτο[42], με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν βέβαιο, συνάμα με τα ευρήματα, ότι πρώτα εγράφη στα Ελληνικά[43]. Αποτελείτο από 55 κεφάλαια[44] και η διάδοσή του ήταν ευρεία, λόγω της χρησιμότητάς του στη γλώσσα που εγράφη, ενώ ο Θεοδώρητος Κύρου μας αναφέρει την εύρεση του στην περιοχή εκείνη καθώς και αποκλίσεις από τα τέσσερα κανονικά ευαγγέλια. Τέτοιες διαφορές τις εντόπισε στην περί της ανθρωπίνης φύσεως του Χριστού διδασκαλία και την αποκοπή της γενεαλογίας Του[45]. Το Ευαγγέλιο αυτό τελικά κατείχε τη θέση των ευαγγελίων μέχρι την αντικατάστασή του από μετάφραση των κανονικών βιβλίων στα συριακά. Σήμερα διασώζεται σε αρκετές μεταφράσεις, ενώ διαθέτουμε και υπόμνημα του Εφραίμ του Σύρου[46].

Η θεολογία του

Οι πηγές γνώσης των θεολογικών αντιλήψεων του Τατιανού, είναι περιορισμένες. Από τη μία το σύγγραμα "Προς Έλληνας" και από την άλλη από πενιχρές ειδήσεις ετέρων συγγραφέων. Όπως είναι γνωστό υπήρξε μαθητής του Ιουστίνου, αλλά διάλεξε κατά τις πληροφορίες ένα διαφορετικό δρόμο, τόσο σε ότι αφορά τη θεολογία, όσο και σε ότι αφορά την έκθεση διδασκαλίας, αφού απέρριψε τη νηφάλια προσέγγιση του Ιουστίνου. Διάφοροι λόγοι φαίνεται πως οδήγησαν τον Τατιανό σε μία τέτοια κατεύθυνση. Η επιθετική συμπεριφορά των εθνικών κατά των χριστιανών, η αυστηρότητα και ασκητικότητα του βίου του, η καταγωγή αυτού, το μαρτύριο του δασκάλου του Ιουστίνου, αφού μέσω αυτού διείδε πως κανένας συμβιβασμός δεν μπορεί να υπάρξει πλέον μεταξύ των δύο τρόπων σκέψης. Τον τρόπο έκθεσης της διδασκαλίας του, ακολούθησε αργότερα και ο Τερτυλλιανός. Παρόλη την επιθετική του σε βάρος του Ελληνικού κόσμου όμως, ο ίδιος δεν έμεινε ανεπηρέαστος από αυτόν[47], εξού και ουσιαστικά συγκρότησε δικό του σύστημα θεολογικής διδασκαλίας[48]. Ο ίδιος ως θεολόγος δεν χαρακτηρίζεται γόνιμος, ανάγεται στην αλήθεια μόνος και έχει ως βάση την Παλαιά Διαθήκη, χωρίς όμως να ανάγει την εκπλήρωσή της στην Καινή[49]

Κατά τον Τατιανό μία αλήθεια υπάρχει και αυτή βρίσκεται στην Παλαιά Διαθήκη. Αν δε υπάρχει κάτι αληθές εκτός αυτής, αυτό βρίσκεται σε ανατολικά θρησκευτικά συστήματα και επ ουδενί στην Ελληνική φιλοσοφία[50]. Χαρακτηριστικό της θεολογίας του είναι η μη αναφορά του στον Ιησού Χριστό. Κάτι τέτοιο όμως φαίνεται λογικό για το σύστημα του Τατιανού καθώς "ο επίγειος Χριστός δεν έχει αξία για τας γνωστικάς του δοξασίας"[51]. Σκοπός του είναι να καταδείξει την ανωτερότητα της "βαρβάρου" θεολογίας, από την Ελληνική, τονίζοντας πως οι Έλληνες πήραν διδάγματα από τη Βίβλο, τα οποία τελικά διέστρεψαν, στα πλήρη αντιφάσεων συστήματά τους[52].

Στη διδασκαλία περί Θεού και Λόγου, ο Τατιανός κάνει χρήση πολλών θεολογικών εννοιών, τις οποίες όμως δεν ξεκαθαρίζει με αποτέλεσμα σε μερικά σημεία της θεολογίας του να πλανάται μία ασάφεια[53]. Έτσι σε ότι αφορά τις απόψεις του περί Θεού, Ο Θεός κατά τον Τατιανό είναι απόλυτα υπερβατικός[54], αόρατος, αναφής, άναρχος και μοναδική υπόσταση του παντός προ της δημιουργίας, έχοντας πάντοτε το Λόγον πλησίον Αυτού. Οι απόψεις περί Λόγου, προκύπτουν από τις γνωστικές του αντιλήψεις[55] και τη διδασκαλία του Ιουστίνου[56], με αποτέλεσμα ο Λόγος να προπηδά κατά τη δημιουργία κατά μερισμό και όχι κατά αποκοπή[57] γεννάμενος θελήματι του Πατρός[58] ταυτίζοντάς τον με το Πνεύμα[59]. Εδώ να πρέπει να τονιστεί, πως ο Τατιανός προσδιορίζει τη σχέση Πατρός-Υιού, με την εικόνα τη δάδας, προσπαθώντας έτσι να εξηγήσει πως ο μερισμός αυτός δεν επιφέρει μείωση στην ουσία του Πατρός και πως ο Υιός δε χάνεται στο κενό, ενώ είναι εμφανής και η στωική διάκριση μεταξύ προφορικού και ενδιαθέτου Λόγου[60]. Προ της δημιουργίας ο Λόγος είναι ανυπόστατος και βρίσκεται ιδιωματικώς εν τω Πατρί[61]. Η δημιουργία προκύπτει εκ του "μή όντως" από το Λόγο, ο οποίος έπλασε αρχικά τους αγγέλους και εν συνεχεία τους ανθρώπους, με αυτεξούσια δύναμη, με αποτέλεσμα την κακή χρήση αυτής και την έκπτωση πολυαρίθμων αγγέλων, αλλά και του ανθρώπου[62]. Ο άνθρωπος πλάστηκε αθάνατος και Κατ' εικόνα Θεού, αλλά εξαιτίας της πτώσης κατέστη θνητός. Η σύστασή του συνίσταται σε σώμα, ψυχή και πνεύμα[63]. Το σώμα είναι θνητό, το πνεύμα αθάνατο και η ψυχή αναλόγως με το αν γνωρίζει την αλήθεια. Κατά τη Δευτέρα Παρουσία ο άνθρωπος θα αναστηθεί δια της συζεύξεως ψυχής και πνεύματος, κατόπιν της νίκης τής ψυχής κατά της ύλης[64]. Σε αυτό το σημείο είναι εμφανής ο γνωστικίζων χαρακτήρας της θεολογίας του Τατιανού[65].

Πέραν των προλεγομένων που προκύπτουν από το έργο του "Προς Έλληνας", σύμφωνα με τον Ειρηναίο, ασπάστηκε τον Εγκρατιτισμό λόγω της διδασκαλίας των Μαρκίωνα και Σατορνίλου, καθώς και τη διάκριση των αιώνων υπό του Βαλεντίνου[66]. Επίσης είναι δεδομένο πως ο ίδιος ήταν διαρχικός, όπως από τη διδασκαλία του περί ανθρώπου διαφάνηκε. Τέλος ήταν αρνητής των εγκοσμίων αγαθών[67], αρνείτο τη σωτηρία του Αδάμ ως πλάσματος του κακού δημιουργού και εκλάμβανε το γάμο ως πορνεία[68].

Υποσημειώσεις

  1. Νικ. Τζιράκης, Απολογητές, σελίδα219
  2. Νικ. Τζιράκης, Απολογητές, σελίδα 224
  3. Ευσέβιος, Εκκλ. Ιστορία, 4, 28
  4. Ειρηναίος, Έλεγχος 1, 281
  5. Προς Έλληνας, 42
  6. Κλήμη Αλεξανδρείας, Στρωματείς 3, 12, 81
  7. Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίδα σελίδα 600
  8. Προς Έλληνας, 29
  9. ο.π. 1 και 35
  10. Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 4, 16
  11. Προς Έλληνες 29 και 35
  12. Ειρηναίου, Έλεγχος 1, 28, 1
  13. Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, 4, 29
  14. Έλεγχος 1, 28, 1
  15. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογια, σελίδα 601
  16. Τατιανός, Προς Έλληνας 19
  17. Επιφάνιος, Πάναριον, 46
  18. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίδα 288
  19. Παν. Χρήστου, Ελληνικη Πατρολογία, σελίδα 602
  20. Νικ. Τζιράκης, Απολογητές, 220
  21. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 288
  22. Παν. Χρήστου, Πατρολογία, σελίδα 609
  23. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίδα 288
  24. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίδα 289
  25. Ν. Τζιράκης, Απολογητές, σελίδα 237
  26. Εκκλ. Ιστορία 4, 29, 7
  27. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίδα 603
  28. ο.π. 602
  29. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίδα 288
  30. Νικ. Τζιράκης, Απολογητές, σελίδα 221
  31. Martin Elze, Tatian und seine theologie, σελίδα 41
  32. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίδα 602
  33. Ν. Τζιράκης, Απολογητές, σελίδα 231
  34. Προς Έλληνας 1
  35. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίδα 288
  36. Προς Έλληνας 31
  37. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελίδα 605
  38. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελίδα 605
  39. Εκκλ. ιστορία, 4, 29, 6
  40. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελίδα 605
  41. ο.π.
  42. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελίδα 606
  43. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 289
  44. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 289
  45. Θεοδώρητος Κύρου, Αιρετικής κακομυθίας, 1, 20
  46. Στυλ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 289
  47. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελίδα 608
  48. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 286
  49. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 286-7
  50. Προς Έλληνας 22
  51. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελίδα 609
  52. Προς Έλληνας 40
  53. Κωνσταντίνος Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, Τόμος Α΄, σελίδα 241
  54. Κωνσταντίνος Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, Τόμος Α΄, σελίδα 240
  55. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 287
  56. Κωνσταντίνος Σκουτέρης, Ιστορία των Δογμάτων, Τόμος Α΄, σελίδα 241
  57. Προς Έλληνας 7
  58. ο.π.
  59. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελίδα 287
  60. Κωνσταντίνος Σκουτέρης, ιστορία των Δογμάτων, σελίδα 241
  61. Ανδρέας Θεοδώρου, Ιστορία των Δογμάτων, σελίδα 76
  62. Προς Έλληνας 8
  63. προς Έλληνας 12
  64. Προς Έλληνας 13-15
  65. Παν. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, σελίδα 611
  66. Ειρηναίος, Έλεγχος 1, 28
  67. ο.π. 11
  68. Ειρηναίου, Έλεγχος 1, 28. Ιππόλυτου, Κατά Αιρέσεων 10, 18. Ευσεβίου, Εκκλ. Ιστορία 4, 28-29. Κλήμεντος Αλεξανδρείας, Στρωματείς 3, 12, 81. Επιφανίου, Πανάριον 46. 47

Βιβλιογραφία

  • Παναγιώτης Χρήστου, "Ελληνική Πατρολογία", Τόμος Β΄, Κυρομάνος, θεσσαλονίκη 2005
  • Στυλιανός Παπαδόπουλος, "Πατρολογία", Τόμος Α΄, Έκδοση Ιδιωτική, Αθήνα 2000.
  • Νικόλαος Τζιράκης, "Απολογητές", Αρμός, Αθήνα 2003.
  • Κωνσταντίνος Σκουτέρης, "Ιστορία των Δογμάτων", Τόμος Α΄, Έκδοση Ιδιωτική, Αθήνα 1998.
  • Θεοδώρου Ανδρέας, "Ιστορία των Δογμάτων", Τόμος Α΄- μέρος β΄, Γρηγόρης, Αθήνα 1977.