Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ιερά Παράδοση"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
μ (Στην Καινή Διαθήκη)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
 
{{ΟρθόδοξοςΧριστιανισμός}}
 
{{ΟρθόδοξοςΧριστιανισμός}}
'''Ιερά Παράδοσις''', ''Αποστολική Παράδοσις'' ή και απλώς ''Παράδοσις'', στην ορθόδοξη [[θεολογία]] αποκαλείται «''ο ενιαίος της διδαχής τύπος εκ του προφορικού κηρύγματος του Χριστού και των Αποστόλων, αποτελεσθείς ως βίωμα ζων υπό του θείου Πνεύματος, εν ταις καρδίαις των γνησίων μελών της Εκκλησίας''»<ref>Π.Ν.Τρεμπέλα «''Δογματική''», Τόμος Α΄, σελίς 121</ref> και ο οποίος διεχωρήσθη σε γραπτή και προφορική παράδοση, ενώ βρίσκονταν οι Απόστολοι εν ζωή<ref>Β΄ Θεσσαλονικείς 2,15</ref><ref>Β΄ Τιμόθεον, 2, 1-2</ref>. H ''Ιερά Παράδοση'', σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, αποτελεί πηγή των αληθειών της χριστιανικής θρησκείας ισότιμη ''"τω θείω γραπτώ λόγω"''<ref>Αγίου Νεκταρίου, ''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.</ref>.
+
'''Ιερά Παράδοση''', ''Αποστολική Παράδοση'' ή και απλώς ''Παράδοση'', στην ορθόδοξη [[θεολογία]] αποκαλείται ο ενιαίος τύπος διδασκαλίας που προέρχεται από το προφορικό κήρυγμα του [[Χριστός|Χριστού]] και των [[Απόστολοι|Αποστόλων]]<ref>Π.Ν.Τρεμπέλα «''Δογματική''», Τόμος Α΄, σελίς 121.</ref>, διδασκαλία που φυλάχθηκε στη ζωή και τη συνείδηση της Εκκλησίας<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, ''Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά'', έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 18.</ref>, υπό την επιστασία του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]]<ref>Τρεμπέλας, ό.π..</ref>.  
  
Το κέντρο της Ιεράς Παραδόσεως είναι ο [[Ιησούς Χριστός|Χριστός]] και η μετ'αυτού κοινωνία και η περί Αυτού μαρτυρία των φίλων Αυτού [[Προφήτες|προφητών]], [[Απόστολοι|αποστόλων]] και [[Άγιος|αγίων]]. Έτσι γίνεται αντιληπτό πως η ''Ιερά Παράδοσις'' αποδίδεται μέσω των θεουμένων ανθρώπων της εκκλησίας δηλαδή των αποστόλων, προφητών και Αγίων της εκκλησίας, εν [[Άγιο Πνεύμα|Πνεύματι Αγίω]], είτε μέσα από προφορικό και γραπτό λόγο, είτε μέσω απεικονίσεων.
+
Τα κριτήρια<ref>Βλ. για τα κριτήρια: Θεοδώρου, ό.π., σελ. 18-19.</ref> που διακρίνουν τη γνήσια Παράδοση από κάθε άλλη ψευδή και κίβδηλη είναι:
  
 +
:*Η 'αποστολικότητα'': η Παράδοση για να είναι γνήσια και αληθινή πρέπει ν' ανάγεται στην αποστολική εποχή, σε χρόνους δηλαδή που φανερώθηκε αγνή και ανόθευτη η λυτρωτική αλήθεια του [[Ευαγγέλιο|ευαγγελίου]].
 +
 +
:*Η ''Ομοφωνία'': δηλ. γνήσια Παράδοση αποτελεί ό,τι δηλαδή πιστεύει και παραδέχεται ομόφωνα το πλήρωμα της Εκκλησίας και διδάσκουν οι ιεροί Πατέρες και οι ποιμένες της.
 +
 +
Το κέντρο της Ιεράς Παραδόσεως είναι ο [[Ιησούς Χριστός|Χριστός]] και η μετ' Αυτού κοινωνία και η περί Αυτού μαρτυρία των [[Προφήτες|προφητών]], [[Απόστολοι|αποστόλων]] και [[Άγιος|αγίων]]. Έτσι γίνεται αντιληπτό πως η ''Ιερά Παράδοση'' παραδίδεται μέσω των θεουμένων ανθρώπων της εκκλησίας είτε μέσα από προφορικό και γραπτό λόγο, είτε μέσω απεικονίσεων. H ''Ιερά Παράδοση'', σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, αποτελεί πηγή των αληθειών της χριστιανικής θρησκείας ισότιμη ''"τω θείω γραπτώ λόγω"''<ref>Αγίου Νεκταρίου, ''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.</ref>, δηλ. την [[Αγία Γραφή]].
 +
 +
===Η Παράδοση στην Ορθοδοξία και τον Ρωμαιοκαθολικισμό===
 
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] οι φύλακες και μεταδότες της ''Ιεράς Παραδόσεως'' διαχωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στους αμέσως γνώστες της δόξας της «''βασιλείας των ουρανών''» και γνωστικούς αυτόπτες μάρτυρες και τους «''εν Πνεύματι Αγίω''» αποδεχόμενους, φυλάσσοντας και μεταδίδοντας την προφορικήν αγάπη του Θεού, περί την μαρτυρία των θεουμένων. Ο θεούμενος δέχεται, φυλάττει και μεταδίδει δια της θεώσεως ή θεοπτίας ή ενώσεως με τον Χριστό το μυστήριο του [[Σταυρός|Σταυρού]] και της [[Ανάσταση|Αναστάσεως]] και εν αυτώ τον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]], δια του ενσαρκωθέντος Λόγου, εν Πνεύματι Αγίω. Είναι χαρακτηριστικό, πως το μυστήριο του [[Σταυρός|Σταυρού]] και της Αναστάσεως είναι η κατεξοχήν δύναμη και χάρη, η οποία διαμόρφωσε και διαμορφώνει την ''Ιερά Παράδοση'', μέσω της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως πιστών και θεουμένων.
 
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] οι φύλακες και μεταδότες της ''Ιεράς Παραδόσεως'' διαχωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στους αμέσως γνώστες της δόξας της «''βασιλείας των ουρανών''» και γνωστικούς αυτόπτες μάρτυρες και τους «''εν Πνεύματι Αγίω''» αποδεχόμενους, φυλάσσοντας και μεταδίδοντας την προφορικήν αγάπη του Θεού, περί την μαρτυρία των θεουμένων. Ο θεούμενος δέχεται, φυλάττει και μεταδίδει δια της θεώσεως ή θεοπτίας ή ενώσεως με τον Χριστό το μυστήριο του [[Σταυρός|Σταυρού]] και της [[Ανάσταση|Αναστάσεως]] και εν αυτώ τον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]], δια του ενσαρκωθέντος Λόγου, εν Πνεύματι Αγίω. Είναι χαρακτηριστικό, πως το μυστήριο του [[Σταυρός|Σταυρού]] και της Αναστάσεως είναι η κατεξοχήν δύναμη και χάρη, η οποία διαμόρφωσε και διαμορφώνει την ''Ιερά Παράδοση'', μέσω της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως πιστών και θεουμένων.
  
Πρέπει να τονιστεί πως η ''Ιερά Παράδοση'' της εκκλησίας αποτελεί αλάθητη έκφραση των ενεργειών του [[Θεός|Θεού]], και δεν είναι διάφορη και ανεξάρτητη από την [[Αγία Γραφή]], η οποία αποτελεί μέρος αυτής και καμμία αντίθεση δεν ενυπάρχει στη διδασκαλία τους. Στην πραγματικότητα μάλιστα, η ''"διάκριση Αγίας Γραφής και Παράδοσης ως δύο πηγών...του περιεχομένου της πίστης"'' είναι ''"συμβατική"'' καθώς ''"η Εκκλησία ποτέ δεν ξεχώρισε με τέτοια έμφαση αυτές τις δύο πηγές"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 151.</ref>. Ορθότερα θα λέγαμε ότι ''"η Εκκλησία γνωρίζει μία παράδοση, που νοείται μονάχα σε ιστορική συνέχεια, οπότε και τα βιβλία της Αγίας Γραφής αποτελούν το πιο εκλεκτό, θα έλεγε κανείς, κομμάτι αυτής της παράδοσης"''<ref>ό.π..</ref>.  
+
Για τους Ορθοδόξους, η πράξη και η διδασκαλία [[Καθολικισμός|Ρωμαιοκαθολικών]] και [[Προτεσταντισμός|Προτεσταντών]] δεν έχει διαφυλάξει την αυθεντική Παράδοση αφού ''"κατά τήν ορθόδοξη πίστη η Εκκλησία είναι ο πιστός τηρητής και φύλακας της παραδόσεως, ενώ κατά τη ρωμαιοκαθολική αυτή παρουσιάζεται μάλλον ως κυρίαρχος, μεταποιώντας αυτή κατά βούληση και προσπαθώντας να συμβιβάσει τα παλαιά με τα εκάστοτε νέα. Παράλληλα, οι Διαμαρτυρόμενοι δεν αναγνωρίζουν την παράδοση ως πηγή της θείας αποκαλύψεως. Οί λόγοι είναι προφανείς<ref>Θεοδώρου, ό.π., σελ. 20.</ref>. Μάλιστα οι Ρωμαιοκαθολικοί διακήρυξαν «''οτι όπως πασα ζωή υπόκειται εις αύξησιν και ανάπτυξιν, ούτω ο χριστιανισμός θεωρούμενος ως ζωή θεία δεν δύναται να παραμένει εις κατάστασιν στατικήν, αλλά ... να ωθή προς ανάπτυξιν''»<ref>Π.Ν.Τρεμπέλα, «Δογματική''», Τόμος Α΄, σελίς 28</ref> κάτι που απορρίπτει η ορθόδοξος θεολογία, καθώς η «''Παράδοσις...δεν επιδέχεται αυξομοίωσιν οιανδήποτε. Δυνάμεθα να ερμηνεύομεν ταύτην, ως και την Γραφήν, να διατυπώνομεν αυτή το σαφέστερον, ουδέποτε όμως και κατ'ουδένα λόγον επιτρέπεται να προσθέσομεν ή αφαιρέσομεν τι εξ αυτής, ως και επί της Γραφής''»<ref>ενθ. αν.</ref>, όπως δια των πατέρων της εκκλησίας εσημειώθη<ref>Πολυκράτης Εφέσου Epist.CXXIV m.54, 1063</ref><ref>Ειρηναίος, Έλεγχος III, XXIV, 1. M 7, 966</ref>. Όπως γράφει και ο Μ. Βασίλειος, η διδασκαλία της Εκκλησίας, ''"...ουχί μεταβολή εστίν εκ του χείρονος προς το βέλτιον, αλλά συμπλήρωσις του λείποντος κατά την προσθήκην της γνώσεως"''<ref>Μ. Βασιλείου, ''Προς Ευστάθιον'', PG 32, 829Β.</ref>.
  
Κατά συνέπεια, η ''Ιερά παράδοση'' περιέχεται στην [[Αγία Γραφή]] και στις άλλες πηγές της Ιεράς Παραδόσεως. Τέτοιες είναι πρωτίστως οι δογματικές αποφάνσεις των [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικών Συνόδων]] (συμπεριλαμβανομένου του [[Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)|Συμβόλου της πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως]] και των αποφάσεων της [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος|Πενθέκτης]] εν Τρούλλω Οικουμενικής Συνόδου (691/2) ως συμπληρωματικής των Ε' και ΣΤ'). Δευτερευόντως, σημαντικές πηγές αποτελούν τα Σύμβολα [[Σύμβολο των Αποστόλων|Αποστολικό]] και [[Σύμβολο του αγίου Αθανασίου|Αθανασιανό]], τα συγγράμματα των αρχαίων μεγάλων Πατέρων και ιδιαιτέρως εκείνα τα σημεία όπου ''"διακριβούται συμφωνία των Πατέρων"''<ref>Νικ. Μητσόπουλος, "Παράδοσις Ιερά", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 26.</ref> και η [[Θεία Λειτουργία]] ''"ως εκφράζουσα την πίστιν της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας"''<ref>Θ.Η.Ε., ό.π..</ref>. Επίσης, φορείς της Ιεράς Παραδόσεως είναι και τα μεταγενέστερα δογματικοσυμβολικά μνημεία και η υμνολογία της Εκκλησίας θα πρέπει όμως να χρησιμοποιούνται βοηθητικά και ''"μετά μεγίστης προσοχής"''<ref>στο ίδιο.</ref> καθώς στα μεν πρώτα υπάρχουν ετερόδοξες επιδράσεις (αν και εξωτερικές και όχι ουσιαστικές), ενώ στην υμνογραφία υπάρχουν συχνά ποιητικές και εικονικές εκφράσεις ''"μη διακρινομένας επί δογματική ακριβεία"''<ref>ό.π..</ref>.
+
===Αγία Γραφή και Ιερά Παράδοση===
 
+
Πρέπει να τονιστεί πως η ''Ιερά Παράδοση'' της εκκλησίας αποτελεί αλάθητη έκφραση των ενεργειών του [[Θεός|Θεού]], και δεν είναι διάφορη και ανεξάρτητη από την [[Αγία Γραφή]], η οποία αποτελεί μέρος αυτής και καμμία αντίθεση δεν ενυπάρχει στη διδασκαλία τους. Στην πραγματικότητα μάλιστα, η ''"διάκριση Αγίας Γραφής και Παράδοσης ως δύο πηγών...του περιεχομένου της πίστης"'' είναι ''"συμβατική"'' καθώς ''"η Εκκλησία ποτέ δεν ξεχώρισε με τέτοια έμφαση αυτές τις δύο πηγές"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 151.</ref>. Ορθότερα θα λέγαμε ότι ''"η Εκκλησία γνωρίζει μία παράδοση, που νοείται μονάχα σε ιστορική συνέχεια, οπότε και τα βιβλία της Αγίας Γραφής αποτελούν το πιο εκλεκτό, θα έλεγε κανείς, κομμάτι αυτής της παράδοσης"''<ref>ό.π..</ref>.
Για τους Ορθοδόξους, η πράξη και η διδασκαλία [[Καθολικισμός|Ρωμαιοκαθολικών]] και [[Προτεσταντισμός|Προτεσταντών]] επειδή δεν βασίζονται στην επί της παραδόσεως της θεώσεως πράξη, βρίσκονται εκτός ''Ιεράς Παραδόσεως'', αφού «''η θέωσις των θεομένων είναι η μόνη απλανής και αλάθητος γέφυρα των πιστών προς τον Χριστόν και προς συμμετοχήν εις την δόξαν και βασιλείαν Αυτού''»<ref>Ιωάννιυ Ρωμανίδου, «''Δογματική και Συμβολική θεολογία''», σελίς 135</ref>. Μάλιστα οι Ρωμαιοκαθολικοί διακήρυξαν «''οτι όπως πασα ζωή υπόκειται εις αύξησιν και ανάπτυξιν, ούτω ο χριστιανισμός θεωρούμενος ως ζωή θεία δεν δύναται να παραμένει εις κατάστασιν στατικήν, αλλά ... να ωθή προς ανάπτυξιν''»<ref>Π.Ν.Τρεμπέλα, «Δογματική''», Τόμος Α΄, σελίς 28</ref> κάτι που απορρίπτει η ορθόδοξος θεολογία, καθώς η «''Παράδοσις...δεν επιδέχεται αυξομοίωσιν οιανδήποτε. Δυνάμεθα να ερμηνεύομεν ταύτην, ως και την Γραφήν, να διατυπώνομεν αυτή το σαφέστερον, ουδέποτε όμως και κατ'ουδένα λόγον επιτρέπεται να προσθέσομεν ή αφαιρέσομεν τι εξ αυτής, ως και επί της Γραφής''»<ref>ενθ. αν.</ref>, όπως δια των πατέρων της εκκλησίας εσημειώθη<ref>Πολυκράτης Εφέσου Epist.CXXIV m.54, 1063</ref><ref>Ειρηναίος, Έλεγχος III, XXIV, 1. M 7, 966</ref>.
 
  
 
Ιστορικά, ο διαχωρισμός της Ιεράς Παραδόσεως σε δύο κομμάτια, ''Γραφή'' και ''Παράδοση'', πηγάζει από την ''"Μεταρρύθμιση του Προτεσταντισμού, από το 16° αιώνα και εφεξής"'' που ''"εξαίροντας σχεδόν τη μοναδικότητα της Αγίας Γραφής (sola scriptura), ως πηγής του λόγου του Θεού, ανάγκασε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη σύνοδο του Τριδέντου (1545-1563) να ανακηρύξει με έμφαση Αγία Γραφή και Παράδοση ως δύο Ισότιμες και Ισόκυρες πηγές του περιεχομένου της πίστης"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Γ', ό.π..</ref>. Ο ίδιος ο [[Απόστολος Παύλος]] θεωρεί τη διδασκαλία ως καρπό της παράδοσης, πράγμα που σημαίνει ότι ''"η παράδοση κάνει τις Επιστολές του, και όχι αυτές την παράδοση"''<ref>στο ίδιο.</ref>.  
 
Ιστορικά, ο διαχωρισμός της Ιεράς Παραδόσεως σε δύο κομμάτια, ''Γραφή'' και ''Παράδοση'', πηγάζει από την ''"Μεταρρύθμιση του Προτεσταντισμού, από το 16° αιώνα και εφεξής"'' που ''"εξαίροντας σχεδόν τη μοναδικότητα της Αγίας Γραφής (sola scriptura), ως πηγής του λόγου του Θεού, ανάγκασε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη σύνοδο του Τριδέντου (1545-1563) να ανακηρύξει με έμφαση Αγία Γραφή και Παράδοση ως δύο Ισότιμες και Ισόκυρες πηγές του περιεχομένου της πίστης"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Γ', ό.π..</ref>. Ο ίδιος ο [[Απόστολος Παύλος]] θεωρεί τη διδασκαλία ως καρπό της παράδοσης, πράγμα που σημαίνει ότι ''"η παράδοση κάνει τις Επιστολές του, και όχι αυτές την παράδοση"''<ref>στο ίδιο.</ref>.  
Γραμμή 16: Γραμμή 22:
 
''"Συνεπώς η αγ. Γραφή και η Παράδοση συμπίπτουν ως προς την προέλευση και διαμόρφωση τους και περιέχονται η μία στην άλλη, είναι δηλ. ταυτόσημα μεγέθη"''<ref>Παναγόπουλος Ιωάννης, ''Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη'', Ακρίτας, Αθήνα 1994, σελ. 21.</ref>. Όπως σημειώνει και ο καθηγ. Παν. Μπρατσιώτης: ''"Η Εκκλησία, η Βίβλος και η Παράδοσις είναι και μένουν εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν εις μίαν αδιαίρετον ενότητα"''<ref>Παρατίθεται στο: Μπούμης Ι. Παναγιώτης, ''Οι Kανόνες της Eκκλησίας περί του Kανόνος της Αγ. Γραφής'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1991, σελ. 202.</ref>. Αυτή την ενότητα Γραφής και Παραδόσεως ομολογεί και διατηρεί η μία Εκκλησία: «Οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφώνηκεν, η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται...» (Συνοδικόν Ζ' Οικουμ. Συνόδου)"''<ref>Παναγόπουλος, ό.π..</ref>.
 
''"Συνεπώς η αγ. Γραφή και η Παράδοση συμπίπτουν ως προς την προέλευση και διαμόρφωση τους και περιέχονται η μία στην άλλη, είναι δηλ. ταυτόσημα μεγέθη"''<ref>Παναγόπουλος Ιωάννης, ''Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη'', Ακρίτας, Αθήνα 1994, σελ. 21.</ref>. Όπως σημειώνει και ο καθηγ. Παν. Μπρατσιώτης: ''"Η Εκκλησία, η Βίβλος και η Παράδοσις είναι και μένουν εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν εις μίαν αδιαίρετον ενότητα"''<ref>Παρατίθεται στο: Μπούμης Ι. Παναγιώτης, ''Οι Kανόνες της Eκκλησίας περί του Kανόνος της Αγ. Γραφής'', 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1991, σελ. 202.</ref>. Αυτή την ενότητα Γραφής και Παραδόσεως ομολογεί και διατηρεί η μία Εκκλησία: «Οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφώνηκεν, η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται...» (Συνοδικόν Ζ' Οικουμ. Συνόδου)"''<ref>Παναγόπουλος, ό.π..</ref>.
  
==Στην Καινή Διαθήκη==
+
===Η Ιερά Παράδοση στην Καινή Διαθήκη===
 
Σύμφωνα με την ερμηνεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, υπάρχουν στην Κ.Δ. αρκετά, σαφή χωρία<ref>Τα εδάφια που ακολουθούν προέρχονται από το: Αγίου Νεκταρίου, ''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.</ref>, που καθιστούν ισότιμη την Ιερά Παράδοση και την Αγία Γραφή:
 
Σύμφωνα με την ερμηνεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, υπάρχουν στην Κ.Δ. αρκετά, σαφή χωρία<ref>Τα εδάφια που ακολουθούν προέρχονται από το: Αγίου Νεκταρίου, ''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.</ref>, που καθιστούν ισότιμη την Ιερά Παράδοση και την Αγία Γραφή:
  
Γραμμή 28: Γραμμή 34:
 
Όπως γράφει ο Άγ. Νεκτάριος: ''"διά των ειρημένων ο Απόστ. Παύλος συνιστά ισότιμον προς τον γραπτόν λόγον την ιεράν παράδοσιν"''<ref>Αγίου Νεκταρίου, ό.π..</ref>.
 
Όπως γράφει ο Άγ. Νεκτάριος: ''"διά των ειρημένων ο Απόστ. Παύλος συνιστά ισότιμον προς τον γραπτόν λόγον την ιεράν παράδοσιν"''<ref>Αγίου Νεκταρίου, ό.π..</ref>.
  
==Πατέρες και Ιερά Παράδοση==
+
===Πατέρες και Παράδοση===
Την Ιερά Παράδοση οι [[Πατρολογία|Πατέρες]] της Εκκλησίας θεωρούσαν ως τον ασφαλή οδηγό για την ερμηνεία των [[Αγία Γραφή|Ιερών Γραφών]], και απόλυτα αναγκαία για την κατανόηση των αληθειών που περιέχονται σ' αυτές<ref>Αγίου Νεκταρίου, ό.π., σελ. 260-261.</ref>. Όπως αναφέρεται στα πρακτικά της Ζ' Οικουμ. Συνόδου: ''"Ει τις πάσαν παράδοσιν εκκλησιαστικήν έγγραφον ή άγραφον αθετεί, ανάθεμα έστω"''<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 242.</ref>.
+
Την Ιερά Παράδοση οι [[Πατρολογία|Πατέρες]] της Εκκλησίας θεωρούν ως τον ασφαλή οδηγό για την ερμηνεία των [[Αγία Γραφή|Ιερών Γραφών]], και απόλυτα αναγκαία για την κατανόηση των αληθειών που περιέχονται σ' αυτές<ref>Αγίου Νεκταρίου, ό.π., σελ. 260-261.</ref>. Όπως αναφέρεται στα πρακτικά της Ζ' Οικουμ. Συνόδου: ''"Ει τις πάσαν παράδοσιν εκκλησιαστικήν έγγραφον ή άγραφον αθετεί, ανάθεμα έστω"''<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 242.</ref>.
 +
 
 +
===Πηγές της Ιεράς παραδόσεως===
 +
Η ''Ιερά παράδοση'' περιέχεται πρωτίστως στην [[Αγία Γραφή]] αλλά και σε άλλες πηγές όπως:
 +
 
 +
:*Οι δογματικές αποφάνσεις των [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενικών Συνόδων]] (συμπεριλαμβανομένου του [[Σύμβολο της Πίστης (Νίκαια-Κωνσταντινούπολη)|Συμβόλου της πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως]] και των αποφάσεων της [[Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος|Πενθέκτης]] εν Τρούλλω Οικουμενικής Συνόδου (691/2) ως συμπληρωματικής των Ε' και ΣΤ').
 +
 
 +
:*Τα Σύμβολα [[Σύμβολο των Αποστόλων|Αποστολικό]] και [[Σύμβολο του αγίου Αθανασίου|Αθανασιανό]], τα συγγράμματα των αρχαίων μεγάλων Πατέρων και ιδιαιτέρως εκείνα τα σημεία όπου ''"διακριβούται συμφωνία των Πατέρων"''<ref>Νικ. Μητσόπουλος, "Παράδοσις Ιερά", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 26.</ref>.
 +
 
 +
:*Η [[Θεία Λειτουργία]] ''"ως εκφράζουσα την πίστιν της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας"''<ref>Θ.Η.Ε., ό.π..</ref>.
 +
 
 +
:*Επίσης, φορείς της Ιεράς Παραδόσεως είναι και τα μεταγενέστερα δογματικοσυμβολικά μνημεία και η υμνολογία της Εκκλησίας θα πρέπει όμως να χρησιμοποιούνται βοηθητικά και ''"μετά μεγίστης προσοχής"''<ref>στο ίδιο.</ref> καθώς στα μεν πρώτα υπάρχουν ετερόδοξες επιδράσεις (αν και εξωτερικές και όχι ουσιαστικές), ενώ στην υμνογραφία υπάρχουν συχνά ποιητικές και εικονικές εκφράσεις ''"μη διακρινομένας επί δογματική ακριβεία"''<ref>ό.π..</ref>.  
  
 
==Υποσημειώσεις==
 
==Υποσημειώσεις==

Αναθεώρηση της 20:34, 6 Ιουλίου 2008

Το παρόν είναι τμήμα σειράς άρθρων
Εισαγωγή
στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό
Ιερά Παράδοση
Αγία Γραφή
Το σύμβολο της Πίστης
Οικουμενικές Σύνοδοι
Πατέρες της Εκκλησίας
Θεία Λειτουργία
Κανόνες
Εικόνες
Η Αγία Τριάδα
Θεός Πατήρ
Ιησούς Χριστός
Το Άγιο Πνεύμα
Η Εκκλησία
Θεία Αποκάλυψη
Εκκλησιολογία
Ιστορία
Ιερά Μυστήρια
Η Ζωή στην Εκκλησία
Σημαντικές μορφές
Θεοτόκος
Απόστολοι
Τάξη των Προφητών
Αποστολικοί Πατέρες
Απολογητές
Εκκλησιαστικοί Πατέρες
'Αγιοι

Ιερά Παράδοση, Αποστολική Παράδοση ή και απλώς Παράδοση, στην ορθόδοξη θεολογία αποκαλείται ο ενιαίος τύπος διδασκαλίας που προέρχεται από το προφορικό κήρυγμα του Χριστού και των Αποστόλων[1], διδασκαλία που φυλάχθηκε στη ζωή και τη συνείδηση της Εκκλησίας[2], υπό την επιστασία του Αγίου Πνεύματος[3].

Τα κριτήρια[4] που διακρίνουν τη γνήσια Παράδοση από κάθε άλλη ψευδή και κίβδηλη είναι:

  • Η 'αποστολικότητα: η Παράδοση για να είναι γνήσια και αληθινή πρέπει ν' ανάγεται στην αποστολική εποχή, σε χρόνους δηλαδή που φανερώθηκε αγνή και ανόθευτη η λυτρωτική αλήθεια του ευαγγελίου.
  • Η Ομοφωνία: δηλ. γνήσια Παράδοση αποτελεί ό,τι δηλαδή πιστεύει και παραδέχεται ομόφωνα το πλήρωμα της Εκκλησίας και διδάσκουν οι ιεροί Πατέρες και οι ποιμένες της.

Το κέντρο της Ιεράς Παραδόσεως είναι ο Χριστός και η μετ' Αυτού κοινωνία και η περί Αυτού μαρτυρία των προφητών, αποστόλων και αγίων. Έτσι γίνεται αντιληπτό πως η Ιερά Παράδοση παραδίδεται μέσω των θεουμένων ανθρώπων της εκκλησίας είτε μέσα από προφορικό και γραπτό λόγο, είτε μέσω απεικονίσεων. H Ιερά Παράδοση, σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, αποτελεί πηγή των αληθειών της χριστιανικής θρησκείας ισότιμη "τω θείω γραπτώ λόγω"[5], δηλ. την Αγία Γραφή.

Η Παράδοση στην Ορθοδοξία και τον Ρωμαιοκαθολικισμό

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία οι φύλακες και μεταδότες της Ιεράς Παραδόσεως διαχωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στους αμέσως γνώστες της δόξας της «βασιλείας των ουρανών» και γνωστικούς αυτόπτες μάρτυρες και τους «εν Πνεύματι Αγίω» αποδεχόμενους, φυλάσσοντας και μεταδίδοντας την προφορικήν αγάπη του Θεού, περί την μαρτυρία των θεουμένων. Ο θεούμενος δέχεται, φυλάττει και μεταδίδει δια της θεώσεως ή θεοπτίας ή ενώσεως με τον Χριστό το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως και εν αυτώ τον Πατέρα, δια του ενσαρκωθέντος Λόγου, εν Πνεύματι Αγίω. Είναι χαρακτηριστικό, πως το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως είναι η κατεξοχήν δύναμη και χάρη, η οποία διαμόρφωσε και διαμορφώνει την Ιερά Παράδοση, μέσω της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως πιστών και θεουμένων.

Για τους Ορθοδόξους, η πράξη και η διδασκαλία Ρωμαιοκαθολικών και Προτεσταντών δεν έχει διαφυλάξει την αυθεντική Παράδοση αφού "κατά τήν ορθόδοξη πίστη η Εκκλησία είναι ο πιστός τηρητής και φύλακας της παραδόσεως, ενώ κατά τη ρωμαιοκαθολική αυτή παρουσιάζεται μάλλον ως κυρίαρχος, μεταποιώντας αυτή κατά βούληση και προσπαθώντας να συμβιβάσει τα παλαιά με τα εκάστοτε νέα. Παράλληλα, οι Διαμαρτυρόμενοι δεν αναγνωρίζουν την παράδοση ως πηγή της θείας αποκαλύψεως. Οί λόγοι είναι προφανείς[6]. Μάλιστα οι Ρωμαιοκαθολικοί διακήρυξαν «οτι όπως πασα ζωή υπόκειται εις αύξησιν και ανάπτυξιν, ούτω ο χριστιανισμός θεωρούμενος ως ζωή θεία δεν δύναται να παραμένει εις κατάστασιν στατικήν, αλλά ... να ωθή προς ανάπτυξιν»[7] κάτι που απορρίπτει η ορθόδοξος θεολογία, καθώς η «Παράδοσις...δεν επιδέχεται αυξομοίωσιν οιανδήποτε. Δυνάμεθα να ερμηνεύομεν ταύτην, ως και την Γραφήν, να διατυπώνομεν αυτή το σαφέστερον, ουδέποτε όμως και κατ'ουδένα λόγον επιτρέπεται να προσθέσομεν ή αφαιρέσομεν τι εξ αυτής, ως και επί της Γραφής»[8], όπως δια των πατέρων της εκκλησίας εσημειώθη[9][10]. Όπως γράφει και ο Μ. Βασίλειος, η διδασκαλία της Εκκλησίας, "...ουχί μεταβολή εστίν εκ του χείρονος προς το βέλτιον, αλλά συμπλήρωσις του λείποντος κατά την προσθήκην της γνώσεως"[11].

Αγία Γραφή και Ιερά Παράδοση

Πρέπει να τονιστεί πως η Ιερά Παράδοση της εκκλησίας αποτελεί αλάθητη έκφραση των ενεργειών του Θεού, και δεν είναι διάφορη και ανεξάρτητη από την Αγία Γραφή, η οποία αποτελεί μέρος αυτής και καμμία αντίθεση δεν ενυπάρχει στη διδασκαλία τους. Στην πραγματικότητα μάλιστα, η "διάκριση Αγίας Γραφής και Παράδοσης ως δύο πηγών...του περιεχομένου της πίστης" είναι "συμβατική" καθώς "η Εκκλησία ποτέ δεν ξεχώρισε με τέτοια έμφαση αυτές τις δύο πηγές"[12]. Ορθότερα θα λέγαμε ότι "η Εκκλησία γνωρίζει μία παράδοση, που νοείται μονάχα σε ιστορική συνέχεια, οπότε και τα βιβλία της Αγίας Γραφής αποτελούν το πιο εκλεκτό, θα έλεγε κανείς, κομμάτι αυτής της παράδοσης"[13].

Ιστορικά, ο διαχωρισμός της Ιεράς Παραδόσεως σε δύο κομμάτια, Γραφή και Παράδοση, πηγάζει από την "Μεταρρύθμιση του Προτεσταντισμού, από το 16° αιώνα και εφεξής" που "εξαίροντας σχεδόν τη μοναδικότητα της Αγίας Γραφής (sola scriptura), ως πηγής του λόγου του Θεού, ανάγκασε τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη σύνοδο του Τριδέντου (1545-1563) να ανακηρύξει με έμφαση Αγία Γραφή και Παράδοση ως δύο Ισότιμες και Ισόκυρες πηγές του περιεχομένου της πίστης"[14]. Ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος θεωρεί τη διδασκαλία ως καρπό της παράδοσης, πράγμα που σημαίνει ότι "η παράδοση κάνει τις Επιστολές του, και όχι αυτές την παράδοση"[15].

"Συνεπώς η αγ. Γραφή και η Παράδοση συμπίπτουν ως προς την προέλευση και διαμόρφωση τους και περιέχονται η μία στην άλλη, είναι δηλ. ταυτόσημα μεγέθη"[16]. Όπως σημειώνει και ο καθηγ. Παν. Μπρατσιώτης: "Η Εκκλησία, η Βίβλος και η Παράδοσις είναι και μένουν εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν εις μίαν αδιαίρετον ενότητα"[17]. Αυτή την ενότητα Γραφής και Παραδόσεως ομολογεί και διατηρεί η μία Εκκλησία: «Οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφώνηκεν, η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται...» (Συνοδικόν Ζ' Οικουμ. Συνόδου)"[18].

Η Ιερά Παράδοση στην Καινή Διαθήκη

Σύμφωνα με την ερμηνεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, υπάρχουν στην Κ.Δ. αρκετά, σαφή χωρία[19], που καθιστούν ισότιμη την Ιερά Παράδοση και την Αγία Γραφή:

  • "Αδελφοί στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις, ας εδιδάχθητε, είτε διά λόγου, είτε δι' επιστολής ημών" (Β' Θεσ. 2:15)
  • "Επαινώ δε υμάς αδελφοί, ότι πάντα μου μέμνησθε, καθώς παρέδωκα υμίν, τας παραδόσεις κατέχετε" (Α' Κορ. 11:2)
  • "Εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ό και παρέδωκα υμίν" (Α' Κορ. 11:23)
  • "Παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις, ό και παρέλαβον" (Α' Κορ. 15:3)
  • "Ω Τιμόθεε την παρακαταθήκην φύλαξον" (Α' Τιμ. 6:20)
  • "Το λοιπόν ουν αδελφοί, ρωτώμεν υμάς και παρακαλούμεν εν Κυρίω Ιησού, καθώς και παρελάβετε παρ' ημών το πως δει υμάς περιπατείν και αρέσκειν Θεώ ίνα περισσεύητε μάλλον οίδατε γαρ τίνας παραγγελίας εδώκαμεν υμίν, δια του Κυρίου Ιησού" (Α' Θεσ. 4:1.2)

Όπως γράφει ο Άγ. Νεκτάριος: "διά των ειρημένων ο Απόστ. Παύλος συνιστά ισότιμον προς τον γραπτόν λόγον την ιεράν παράδοσιν"[20].

Πατέρες και Παράδοση

Την Ιερά Παράδοση οι Πατέρες της Εκκλησίας θεωρούν ως τον ασφαλή οδηγό για την ερμηνεία των Ιερών Γραφών, και απόλυτα αναγκαία για την κατανόηση των αληθειών που περιέχονται σ' αυτές[21]. Όπως αναφέρεται στα πρακτικά της Ζ' Οικουμ. Συνόδου: "Ει τις πάσαν παράδοσιν εκκλησιαστικήν έγγραφον ή άγραφον αθετεί, ανάθεμα έστω"[22].

Πηγές της Ιεράς παραδόσεως

Η Ιερά παράδοση περιέχεται πρωτίστως στην Αγία Γραφή αλλά και σε άλλες πηγές όπως:

  • Τα Σύμβολα Αποστολικό και Αθανασιανό, τα συγγράμματα των αρχαίων μεγάλων Πατέρων και ιδιαιτέρως εκείνα τα σημεία όπου "διακριβούται συμφωνία των Πατέρων"[23].
  • Επίσης, φορείς της Ιεράς Παραδόσεως είναι και τα μεταγενέστερα δογματικοσυμβολικά μνημεία και η υμνολογία της Εκκλησίας θα πρέπει όμως να χρησιμοποιούνται βοηθητικά και "μετά μεγίστης προσοχής"[25] καθώς στα μεν πρώτα υπάρχουν ετερόδοξες επιδράσεις (αν και εξωτερικές και όχι ουσιαστικές), ενώ στην υμνογραφία υπάρχουν συχνά ποιητικές και εικονικές εκφράσεις "μη διακρινομένας επί δογματική ακριβεία"[26].

Υποσημειώσεις

  1. Π.Ν.Τρεμπέλα «Δογματική», Τόμος Α΄, σελίς 121.
  2. Θεοδώρου Ανδρέας, Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 18.
  3. Τρεμπέλας, ό.π..
  4. Βλ. για τα κριτήρια: Θεοδώρου, ό.π., σελ. 18-19.
  5. Αγίου Νεκταρίου, Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις, 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.
  6. Θεοδώρου, ό.π., σελ. 20.
  7. Π.Ν.Τρεμπέλα, «Δογματική», Τόμος Α΄, σελίς 28
  8. ενθ. αν.
  9. Πολυκράτης Εφέσου Epist.CXXIV m.54, 1063
  10. Ειρηναίος, Έλεγχος III, XXIV, 1. M 7, 966
  11. Μ. Βασιλείου, Προς Ευστάθιον, PG 32, 829Β.
  12. Ματσούκας Α. Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία, τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 151.
  13. ό.π..
  14. Ματσούκας, Δογματική..., Γ', ό.π..
  15. στο ίδιο.
  16. Παναγόπουλος Ιωάννης, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, Ακρίτας, Αθήνα 1994, σελ. 21.
  17. Παρατίθεται στο: Μπούμης Ι. Παναγιώτης, Οι Kανόνες της Eκκλησίας περί του Kανόνος της Αγ. Γραφής, 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1991, σελ. 202.
  18. Παναγόπουλος, ό.π..
  19. Τα εδάφια που ακολουθούν προέρχονται από το: Αγίου Νεκταρίου, Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις, 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 177.
  20. Αγίου Νεκταρίου, ό.π..
  21. Αγίου Νεκταρίου, ό.π., σελ. 260-261.
  22. Καρμίρης Ιωάννης, Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 242.
  23. Νικ. Μητσόπουλος, "Παράδοσις Ιερά", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 26.
  24. Θ.Η.Ε., ό.π..
  25. στο ίδιο.
  26. ό.π..

Βιβλιογραφία

  • Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα, «Δογματική», Τόμος Α΄, Εκδόσεις Σωτήρ, Αθήνα 1997
  • Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία», Τόμος Α΄ (Η Αποκάλυψις, η Ιερά Παράδοσις, η Αγία Γραφή, και το Αλάθητον), Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονική 1999.
  • Νικ. Μητσόπουλος, «Παράδοσις Ιερά», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (Θ.Η.Ε.), τόμ. 10, Εκδόσεις Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 24-27
  • Αγίου Νεκταρίου, «Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις», 4η έκδ., Εκδόσεις Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899)
  • Ματσούκας Α. Νίκος, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», Τόμος Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Εκδόσεις Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997