Θεός Πατήρ
Θεός-Πατήρ ως προς τη μοναδική και καθαρά μεταφυσική σχέση πατρότητας προς τον Μονογενή του Υιό, ονομάζεται το πρώτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας[1], Αυτός ο οποίος γεννά από την ουσία του τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα[2], ως μοναδικό Αίτιο του τρόπου ύπαρξης της Αγίας Τριάδας.
Στην Παλαιά Διαθήκη[3]
Αρχικά, η θεία πατρότητα έγινε κατανοητή προπάντων σε μια συλλογική και ιστορική προοπτική, καθώς ο Θεός αποκαλύφθηκε ως πατέρας του Ισραήλ την ώρα της Εξόδου, δείχνοντας ότι είναι ο προστάτης[4], ο τροφός του[5] και ο κύριος του[6]. Οι προφήτες Ωσηέ και Ιερεμίας διατηρούν την ιδέα αυτή και συγχρόνως την πλουτίζουν, υπογραμμίζοντας την απέραντη στοργή του Πατέρα-Γιαχβέ[7]. Από την περίοδο της εξορίας, συνεχίζεται η επεξεργασία του ίδιου θέματος της πατρότητας του Θεού, μιας πατρότητας που στηρίζεται στην εκλογή[8].
Στην Καινή Διαθήκη
Ο Πατήρ στην Κ.Δ., είναι το πρόσωπο του οποίου η φωνή ακούγεται στον Ιορδάνη και στο Όρος Θαβώρ: "Ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα"[9] και είναι Εκείνος που αποκαλύπτει στον Απόστολο Πέτρο την υπερφυσική αλήθεια, ώστε να αναφωνήσει "συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος"[10]. Τον Θεό-Πατέρα γνωρίζει τελείως μόνον ο Υιός[11]. Ο Θεός ως Πατέρας, αποκαλύπτεται στην Καινή Διαθήκη κάτω από νέο φως και παρουσιάζεται όχι μόνο ως δημιουργός ή ως Πατέρας ενός ορισμένου λαού, αλλά ως Πατέρας χωρίς διακρίσεις Ιουδαίων και εθνικών, και με έννοια ηθική, ως Πατέρας εκείνων που αγαπούν την αλήθεια, εκείνων που έχουν αναγεννηθεί υπό του Αγίου Πνεύματος, αλλά και των μετανοούντων που επιστρέφουν, καθώς πάλι "καθίσταται Πατήρ...εν ταις καρδίαις αυτών"[12].
Εικονογραφία
Η Αγία Γραφή διδάσκει ότι "θεόν ουδείς εώρακε πώποτε" (Ιω. α' 18)" και για το λόγο αυτό[13], "ο ορθός τρόπος απεικόνισης της Αγίας Τριάδας, κατά την ορθόδοξη εικονογραφία, είναι η αναφορά στη θεοφάνεια με τη Φιλοξενία του Αβραάμ. Ο τύπος, που απεικονίζει τον Πατέρα σαν γέροντα, τον Υιό σαν ώριμο άνδρα και δίπλα το Άγιο Πνεύμα, υιοθετήθηκε μετά την Άλωση από επίδραση της δυτικής τεχνοτροπίας"[14]. Αυτό προκύπτει και από τα πρακτικά της 'Εβδομης Οικουμενικής Συνόδου: "η φύσις της Αγίας Τριάδος ως ανείδεος και αόρατος, ουκ εικονίζεται"[15].
Δογματική
Σύμφωνα με το Ορθόδοξο δόγμα, o Πατήρ στην Αγία Τριάδα είναι η πηγαία θεότητα, η αρχή της θεότητας. Από την άποψη αυτή είναι άναρχος, δεν έχει αρχή, προέλευση. Είναι επίσης άναρχος, με έννοια χρονική, ή αλλιώς αΐδιος[16]. Το γεγονός ότι είναι αγένητος και άναρχος, χωρίς πηγή προελεύσεως, ότι είναι αυθύπαρκτος χωρίς να γεννάται από κανέναν και παρέχοντας τη δική του θεότητα στα δύο άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας (με τη γέννηση του Υιού και την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος), αποτελεί το Υποστατικό Ιδίωμα του Πατέρα[17]. Τα Υποστατικά Ιδιώματα που είναι αυστηρώς προσωπικά, για κάθε πρόσωπο της Τριάδας και δεν μπορούν να μεταδοθούν από το ένα πρόσωπο στα άλλα[18], είναι τα μόνα τα οποία δεν είναι κοινά στις τρεις υποστάσεις[19].
Οι σχέσεις του Πατέρα προς τα άλλα δύο πρόσωπα της Τριάδας, δεν εμπεριέχουν έννοια ανωτερότητας ή υποταγής[20], ούτε και την έννοια του χρόνου[21]. "Δεν υπήρχε διάστημα, κατά το οποίο υπήρχε ο Πατέρας, χωρίς να υπάρχει ο Υιός...δεν θα μπορούσε άλλωστε να ονομαστεί Πατέρας χωρίς τον Υιό"[22]. Εξάλλου αν θεωρήσουμε ότι υπήρχε διάστημα κατά το οποίο δεν είχε Υιό, αυτό θα σήμαινε ότι έγινε Πατέρας μετά, και κατά συνέπεια "αλλοιώθηκε από το να μη είναι Πατέρας στο να γίνει Πατέρας, πράγμα που ξεπερνά τα όρια κάθε βλασφημίας"[23], καθώς "η τροπή και η αλλοίωση" υπάρχει μόνο στα κτίσματα (τα δημιουργήματα του Θεού), εξαιτίας της κίνησης τους μέσα στο χρόνο. Κατά συνέπεια, η Πατρότητα, όπως και κάθε άλλη σχέση μέσα στην Αγία Τριάδα, είναι αΐδιος, αιώνια, και άχρονη, δηλ. έξω από τον χρόνο όπως τον γνωρίζουμε εμείς. Ο χρόνος είναι συμφυής μόνο με την κτιστή πραγματικότητα[24]. Στη σχέση του με αυτή την πραγματικότητα και μέσα στην "ετερότητα των διαφορετικών έργων των τριών προσώπων, ο Πατέρας είναι προκαταρκτική αιτία κάθε σχέσης προς την κτίση" (ενώ ο Υιός αποκαλύπτει την Τριάδα, πραγματώνοντας το δημιουργικό και απολυτρωτικό έργο, το οποίο τελειώνει το Άγιο Πνεύμα)[25].
Υποσημειώσεις
- ↑ Τρεμπέλας Ν. Παν., Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 247.
- ↑ Ματσούκας Α. Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία, τόμ. Β', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 91.
- ↑ Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας, (μτφρ. από τα Γαλλικά με εποπτεία Σάββα Αγουρίδη, Σταύρου Βαρτανιάν), Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, στ. 788.
- ↑ Έξοδ. 4:22.
- ↑ Αριθμ. 11:12-18.
- ↑ Δευτ. 14:1-2.
- ↑ Ωσ. 11:3 κ.ε., Ιερ. 3:19.
- ↑ Ησ. 45:10 κ.ε., 63:16, Τωβ. 13:4, Μαλ 1:6. 3:17.
- ↑ Μάρκ. 1:11, Ματθ. 3:17, 17:5, Λουκ. 3:22.
- ↑ Ματθ. 16:16-17.
- ↑ Ματθ. 11:27, Λουκ. 10:22.
- ↑ Τρεμπέλας Ν. Παν., Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 246-247.
- ↑ "Εικονογραφία Βυζαντινή", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 5, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1964, στ. 375.
- ↑ Ματσούκας, Δογματική..., Β', ό.π., σελ. 60, υποσημ. #18.
- ↑ Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 321.
- ↑ Θεοδώρου Ανδρέας, Βασική Δογματική Διδασκαλία - Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, 2η έκδ., Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 31.
- ↑ Ό.π., σελ. 32.
- ↑ Ό.π..
- ↑ Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1999 (c1973), σελ. 239.
- ↑ Θεοδώρου, στο ίδιο, σελ. 32.
- ↑ Ό.π., σελ. 31.
- ↑ Δαμασκηνός Ιωάννης, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως (μτφρ. Ν. Ματσούκα), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 51.
- ↑ Ό.π..
- ↑ Ματσούκας Α. Νίκος, Επιστήμη, φιλοσοφία και θεολογία στην Εξαήμερο του Μ. Βασιλείου, (Φιλοσοφική και Θεολογική Βιβλιοθήκη #10), 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 154.
- ↑ Ματσούκας, Δογματική..., Β', ό.π., σελ 112.