Αριστείδης Αθηναίος
Ο Αριστείδης ο Αθηναίος, ήταν Έλληνας απολογητής και φιλόσοφος του δευτέρου αιώνα. Οι πληροφορίες σχετικά με τη ζωή του είναι πενιχρές με αποτέλεσμα το μόνο που γνωρίζουμε γι αυτόν είναι ότι κατήγετο από την Αθήνα και πως διατήρησε το φιλοσοφικό του ένδυμα ακόμα και όταν μετεστράφη στο Χριστιανισμό[1]. Ο ίδιος είναι γνωστός στην εκκλησιαστική ιστορική πραγματικότητα από την απολογία την οποία παρέδωσε, είτε στον Αυτοκράτορα Αδριανό[2], είτε στον Αντωνίνο Πίο[3] το αργότερο μέχρι το 140, με αποτέλεσμα να αποτελεί την αρχαιότερη σωζόμενη απολογία[4]. Η επιστολή αυτή είχε απολεσθεί, αλλά στα τέλη του 19ου αιώνα βρέθηκε σε Συριακή μετάφραση στον Κώδικα 16 της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά. Η ύπαρξη μεταφράσεων, αλλά και η ενσωμάτωσή της στο βίο Βαρλαάμ και Ιωάσαφ, δεικνύει πως προφανώς ήταν αρκετά διαδεδομένη για την εποχή, παρά τη μη διευρυμένη αναφορά της σε πρωτογενείς πηγές[5]. Ο Αριστείδης είναι Άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και η μνήμη του τιμάται στις 13 Σεπτεμβρίου.
Περιεχόμενα
Η απολογία του Αριστείδη
Περιεχόμενο
Η επιστολή χωρίζεται σε δύο άνισα μέρη. Το πρώτο που αναφέρεται στα κεφάλαια 1-14 και το δεύτερο μεταξύ 15-17. Ο Αριστείδης τη σύντομη απολογία του αρχίζει με βάση την απόδειξη του προβλήματος της μονοθεΐας, την οποία προσδιορίζει μέσα από την αρμονία του κόσμου και διαχωρίζει τη θρησκευτική συμπεριφορά των ανθρώπων με βάση την πίστη τους σε χριστιανούς, Ιουδαίους και ειδωλολάτρες. Έτσι βρίσκει ευκαιρία να επικρίνει τους ειδωλολάτρες οι οποίοι χωρίζονται σε τρία γένη, τους Χαλδαίους, τους Έλληνες και τους Αιγύπτιους, με χειρότερους όλων τους Αιγυπτίους, λόγω της προσκύνησης ακόμα και ζώων. Τα γένη αυτά αστόχησαν διότι λάτρευαν κτίσματα, ενώ οι Ιουδαίοι παρότι έφτασαν κοντά αφού "υπέρ πάντων λατρεύουν θεόν και όχι τα έργα του"[6] και αυτοί τελικά παραπλανήθηκαν σε σημείο μάλιστα να τιμούν αγγέλους, ενώ όρισαν να τηρούν και τυπικές διατάξεις[7]. Έτσι προτάσσει την ανωτερότητα της Χριστιανικής πίστεως που κατέχει την καθαρή περί Θεού ιδέα, την καθαρότητα του βίου, τα φιλάνθρωπα αισθήματα των χριστιανών και επιτίθεται κατά των διωγμών, που τους θεωρεί αδικαιολόγητους. Προβάλλεται η ανώτερη ηθική του Θεού των χριστιανών, ο οποίος δε ζητεί αιματηρές θυσίες, δεν πράττει βαρέα αμαρτήματα (όπως μοιχεία), ούτε επιθυμεί τον πόλεμο. Έτσι επιδιώκει την "την απόδειξη του σαθρού ηθικού υποβάθρου μιας θρησκείας"[8], με σταθερό μέτρο σύγκρισης την επί του Όρους Ομιλία. Τελικά οι Θεοί αποτελούν κατασκευάσματα και γι αυτό οι άνθρωποι καλούνται να βρουν το δημιουργό τού κατασκευαστή, δηλαδή τον αληθινό Θεό. Στον επίλογο του, θεωρεί πως τελικά πηγή της επιθετικότητας των Εθνικών είναι η προσπάθεια συγκάλυψης της ανηθικότητάς τους[9].
Αξιολόγηση
Η απολογία του Αριστείδη εντυπωσιάζει τον αναγνώστη διότι πλέον εισέρχεται σε ένα τελείως διαφορετικό συγγραφικό κλίμα, ιδίως σε σχέση με τις επιστολές του Ιγνατίου, του Παπία ή της Επιστολής Βαρνάβα. Η απλοϊκή επιχειρηματολογία είναι χαρακτηριστικό του έργου του, το οποίο όμως δεν είναι ξένο προς τη στωική ηθική και την πλατωνική-αριστοτελική σκέψη, θέλοντας έτσι να δείξει στο βασιλέα ότι τα επιχειρήματά του τα αντλεί από τον οικείο σε αυτόν φιλοσοφικό χώρο[10]. Για αυτό και εξ αρχής προσπαθεί να δημιουργήσει κλίμα ευμενούς επικοινωνίας με τον Αυτοκράτορα, χρησιμοποιώντας στοιχεία της εγγενούς φιλοσοφίας, όπως τα φυσικά στοιχεία της φιλοσοφίας των προσωκρατικών[11], τη στιγμή που στα κεφάλαια 8, 11 και 13 ερευνητές διαβλέπουν στενή σχέση με τον Όμηρο[12]. Ο Αριστείδης με βάση την επιστολή αυτή δε μπορεί να χαρακτηριστεί ως μεγάλος συγγραφέας, παρόλα αυτά είναι ειλικρινής και δίκαιος στις κρίσεις του[13]. Αποφεύγει γενικώς να επικρίνει τη φιλοσοφία, αναφέρει ελάχιστα αρνητικά σημεία του εθνικού και ειδωλολατρικού βίου, αν και ίδιος εξαρχής λαμβάνει αρνητική και απορριπτική θέση απέναντί τους[14], προτιμά μία ήπια στάση απέναντί στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο χριστιανισμός, προβάλλοντας κύρια την καθαρότητα των ηθών των χριστιανών. Η αξία της επιστολής φαίνεται από τη χρήση επιχειρημάτων κατά των Ιουδαίων που χρησιμοποίησε ο Κέλσος, ενώ για την απολογητική γραμματεία εμφαίνει σπουδαιότατη αφού "αποτέλεσε στέρεα βάση επί της οποίας ωκοδομήθη η μετέπειτα απολογητική με πρωταγωνιστή τον Ιουστίνο"[15]. Το ενδιαφέρον του φαίνεται να περιορίζεται στις θρησκευτικές αντιλήψεις των Εθνικών, γενικεύοντας σε μερικά σημεία με υπερβολικό τρόπο την πίστης τους, ώστε να την απορρίψει χωρίς επιφύλαξη. Στηρίζεται σε πολλά σημεία στην απολογητική του Αποστόλου Παύλου, όπως μέσα από τις Πράξεις των Αποστόλων διαφαίνεται, ενώ η τριμερής διαίρεση απαντάται τόσο στο "Κήρυγμα του Πέτρου" όσο και αργότερα στον Κλήμη Αλεξανδρέα[16]. Ο ίδιος επίσης φαίνεται να αγνοεί το σύνδεσμο μεταξύ Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού, κάτι που δεν επαναλαμβάνεται σε μεταγενέστερους απολογητές, ενώ η θεολογία του διαμορφώνεται από την επίδραση της φιλοσοφικής του παιδείας και της χριστιανικής του πίστεως[17]. Η θεολογία του όμως είναι πολύ περιορισμένη και το θεολογικό επίπεδο σε σχέση με προγενέστερα χριστιανικά συγγράμματα θεωρείται υποδεέστερο[18]. Έτσι αναφέρεται στο Θεό, ο οποίος είναι αιτία του παντός και κάθε κίνησης και ο οποίος περιγράφεται ως άναρχος, αΐδιος, άφθαρτος, αναλλοίωτος[19] σε αντίθεση με τον κόσμο που είναι κτιστός και φθαρτός.
Υποσημειώσεις
- ↑ Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 533
- ↑ Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία, 4, 3, 3
- ↑ Συριακή Μετάφραση
- ↑ Στυλιανός Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίς 193
- ↑ Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 533
- ↑ Απολογία 14, 1-2
- ↑ Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 535
- ↑ Ν. Τζιράκης, Απολογητές, σελίς 69
- ↑ Απολογία 9, 8
- ↑ Στυλιανός Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίς 193-194
- ↑ ΒΕΠ 3, 41-43
- ↑ Gunter Glockmann, Homer in der fruhchristlichen Literatur bis Justinus, Berlin 1968
- ↑ Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 535
- ↑ Ν. Τζιράκης, Απολογητές, σελίς 60
- ↑ Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 535
- ↑ Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 535
- ↑ Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 536
- ↑ Στυλιανός Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Α΄, σελίς 193
- ↑ Απολογία Αριστείδου 4, 1. 1,1. 1,4
Βιβλιογραφία
- Παναγιώτης Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Β΄, Εκδόσεις Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005.
- Στυλιανός Παπαδόπουλος, «Πατρολογία», Τόμος Α΄, Έκδοση Ιδιωτική, Αθήνα 2000.
- Νικόλαος Τζιράκης, «Απολογητές», Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2003.