Φώτιος Α΄ ο Μέγας

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Φώτιος Κωνσταντινουπόλεως
Photios the Great.jpg
Ο Μέγας Φώτιος
Γέννηση περ. 820, Κωνσταντινούπολη
Κοίμηση 891-893, Κωνσταντινούπολη
Εορτασμός 6 Φεβρουαρίου
Σημαντικές ημερομηνίες 858:Πρώτη ενθρόνιση
878:Δεύτερη ενθρόνιση
Τίτλος Πατέρας της Εκκλησίας, Πατριάρχης, Άγιος


O Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος (πρώτη πατριαρχία: 858-867, δεύτερη πατριαρχία: 878-886[1]), ο επονομαζόμενος και Μέγας, ήταν η σημαντικότερη εκκλησιαστική και πνευματική προσωπικότητα των μεσο-βυζαντινών χρόνων[2] (γέν. Κωνσταντινούπολη 820; – κοίμ. Μονή Αρμ(ε)ινιανών[3] 6η Φεβρουαρίου 891/2/3[4]), αλλά και μεγάλη ιστορική μορφή της Πολιτείας και των Γραμμάτων, και άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας[5]. Ο Μέγας Φώτιος, εξέχων λόγιος, διδάσκαλος, κρατικός λειτουργός, Ιεράρχης, πρεσβευτής, διπλωμάτης, ιεραπόστολος, συγγραφέας εκκλησιαστικός αλλά και της "θύραθεν" γραμματείας του 9ου αιώνα[6], συνέδεσε το όνομά του με το πρώτο ρήγμα μεταξύ των Εκκλησιών Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως[7] (Φώτειο σχίσμα, 863-867), αλλά και με την "αξιοποίηση του ανεξάντλητου πλούτου της κλασικής ελληνικής σοφίας"[8] που οδήγησε σε άνθηση των ελληνικών γραμμάτων[9].

Βίος

Ο Μέγας Φώτιος γεννήθηκε περί το 820 στην Κωνσταντινούπολη, από πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια η οποία διατηρούσε δεσμούς τόσο με το παλάτι όσο και με τον πατριαρχικό θρόνο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Σέργιος, άνδρας γνήσια Ορθόδοξος όπως λέει ο ίδιος ο Φώτιος και η μητέρα του Ειρήνη, μια γυναίκα "φιλόθεος τε και φιλάρετος"[10]. Ο αδελφός της μητέρας του είχε παντρευτεί την αδελφή της εικονόφιλης αυτοκράτειρας Θεοδώρας († 867), ενώ ο πατέρας του, ήταν αδελφός του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Ταρασίου († 806)[11]. Ο ίδιος ο Φώτιος έλαβε αξιόλογη μόρφωση και αφιερώθηκε στην μελέτη της κλασικής ελληνικής και της πατερικής γραμματείας των οκτώ πρώτων αιώνων. Υπερείχε όλων των συγχρόνων του σε ευρύτητα παιδείας και ήταν γενικός ο θαυμασμός προς το πρόσωπο του. Είναι πολύ χαρακτηριστικοί οι λόγοι του σφοδρού πολεμίου του Φωτίου, Νικήτα Παφλαγόνα, ο οποίος ήταν και βιογράφος του Πατριάρχη Ιγνατίου[12]:

"Ην δε ούτος ο Φώτιος ου των αγενών τε και ανωνύμων, αλλά και των ευγενών κατά σάρκα και περιφανών σοφία τε κοσμική, συνέσει των εν τη Πολιτεία στρεφομένων ευδοκιμώτατος πάντων ενομίζετο. Γραμματικής γε μεν γαρ και ποιήσεως, ρητορικής τε και φιλοσοφίας και δη ιατρικής και πάσης ολίγου δειν επιστήμης των θύραθεν τοιούτον εαυτώ το περιόν [= η υπεροχή], ως μη μόνον σχεδόν φάναι των κατά την αυτού γενεάν διενεγκείν, ήδη δε και προς τους παλαιούς αυτόν διαμιλλάσθαι. Πάντα γαρ συνέτρεχεν επ αυτώ, η επιτηδειότης της φύσεως, η σπουδή, ο πλούτος, δι' ον και βίβλος επ' αυτόν έρρει πάσα"[13].

Κατά την δεύτερη περίοδο της Εικονομαχίας (815-843), η οικογένεια του Φωτίου υπέστη διώξεις για τα εικονοφιλικά της φρονήματα, ενώ ο ίδιος ο Φώτιος αφορίστηκε για την προσήλωσή του στην τιμή των εικόνων. Μετά όμως τον θρίαμβο τής Ορθοδοξίας (843) και την οριστική αναστήλωση των εικόνων, αποκαταστάθηκε στην εκκλησιαστική κοινωνία και στα χρόνια του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (842-867) πήρε διάφορα αυλικά αξιώματα, φέροντας εις πέρας δύσκολες και υπεύθυνες αποστολές[14].

Παρά όμως τα αυξημένα του καθήκοντα ως ανώτερος δημόσιος λειτουργός, αγαπούσε ιδιαίτερα τη μελέτη και τις πνευματικές αναζητήσεις. Η φήμη της λογιότητάς του φαίνεται ότι προσέλκυε πολλούς φιλομαθείς νέους και ο Φώτιος διατηρούσε εκλεκτό κύκλο μαθητών τους οποίους δίδασκε κατ' οίκον[15]. Θεωρείται μάλιστα πιθανό να δίδαξε και στο "πανεπιστήμιον της Βασιλευούσης"[16] αν και ο Paul Lemerle πιστεύει, ότι δεν είναι καθόλου βέβαιο κάτι τέτοιο: "όσα κι αν λέγονται και επαναλαμβάνονται για το αντίθετο δεν στηρίζονται πουθενά, και μου φαίνεται ότι αν ο Φώτιος είχε, έστω και για ένα διάστημα, διδάξει επαγγελματικά, θα σωζόταν τουλάχιστον κάποια μαρτυρία"[17]. Εκτός από τη διδασκαλία και την απασχόλησή του στο παλάτι, ο Φώτιος εύρισκε πάντα χρόνο για έρευνα και συγγραφή. Η Λέξεων Συναγωγή είναι ένα από τα πρώτα του έργα με το οποίο απέβλεπε στην αναπλήρωση δυσεύρετων ή απολεσθέντων λεξικών. "Η δε Βιβλιοθήκη του, η "Μυριόβιβλος", είναι καθρέπτης των αναλυομένων μετά των μαθητών του και αξιολογουμένων συγγραμμάτων της κλασσικής και μεσαιωνικής περιόδου"[18]. Η Μυριόβιβλος ή αλλιώς Βιβλιοθήκη, παρέχει πληροφορίες για 280 συγγράμματα της χριστιανικής και της θύραθεν λογοτεχνίας, στα οποία πολύ συχνά παραθέτει σύντομες ή εκτεταμένες περιλήψεις, κριτικές παρατηρήσεις και βιογραφικές σημειώσεις για τους συγγραφείς[19]. Καθώς μάλιστα πολλά των μνημονευομένων συγγραμμάτων χάθηκαν, η αξία του έργου του αναδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντική και είναι ο λόγος για τον οποίο το όνομα του Φωτίου έγινε γνωστό στον διεθνή φιλολογικό κόσμο[20]. Την συνέχεια, πάντως, της Βιβλιοθήκης, ανέκοψε η άνοδος του Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο.

Η Εκλογή του Φωτίου στον Πατριαρχικό θρόνο

Από το έτος 847, στον πατριαρχικό θρόνο είχε αναβιβασθεί ο Ιγνάτιος (γιος του Μιχαήλ Ραγκαβέ, πρώην αυτοκράτορα στο διάστημα 811-813), ο οποίος μετά την ανατροπή του πατέρα του είχε ευνουχιστεί και στη συνέχεια υποχρεώθηκε να δεχθεί το μοναχικό σχήμα σε μικρή ηλικία[21]. Η εκλογή του Ιγνατίου η οποία έγινε επί αυτοκράτειρας Θεοδώρας († 867), ικανοποίησε τους ισχυρούς Στουδίτες μοναχούς, γιατί ο Ιγνάτιος, ως μοναχός κι εκείνος, είχε παρόμοιες απόψεις[22]. Όταν όμως αργότερα άλλαξε το πολιτικό καθεστώς με την προώθηση του στρατηγού Βάρδα (αδελφός της Θεοδώρας) στο αξίωμα του καίσαρα και την ανάληψη πρωτοβουλιών από τον Μιχαήλ Γ΄ που είχε ενηλικιωθεί (γιος της Θεοδώρας και ανεψιός του Βάρδα), τότε η συνεργασία της πολιτικής ηγεσίας με τον πατριάρχη έγινε δύσκολη, ιδιαίτερα επειδή ο Βάρδας υποστήριζε την αντίπαλη του Ιγνατίου παράταξη, η οποία θεωρούσε ότι η εκλογή του, αν και αποδεκτή, έγινε με την ισχυρή επιρροή της Θεοδώρας[23]. Η οριστική ρίξη ήλθε όταν ο πατριάρχης Ιγνάτιος κινήθηκε βεβιασμένα και δέχθηκε τις συκοφαντίες εναντίον του Βάρδα (για ανήθικες σχέσεις με τη χήρα του γιου του), με συνέπεια να του απαγορεύσει τη Θεία Κοινωνία[24]. Η ανοιχτή αυτή σύγκρουση ήρθε σε μια στιγμή που η ενηλικίωση του νεαρού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ είχε ισχυροποιήσει τον Βάρδα ο οποίος σε μια κατάλληλη ευκαιρία, κατηγόρησε τον Ιγνάτιο για οργάνωση συνωμοσίας αναγκάζοντάς τον να παραιτηθεί από τον πατριαρχικό θρόνο[25].

Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, αναζητήθηκε ο νέος πατριάρχης και ως καταλληλότερος θεωρήθηκε ο Φώτιος, ο δυνατότερος νους της εποχής εκείνης, έξοχος πολιτικός και ικανότατος διπλωμάτης[26], ο οποίος ύστερα από πολλούς δισταγμούς δέχθηκε, και από λαϊκός σε πέντε μέρες πέρασε απ' όλους τους ιερατικούς βαθμούς και αναγορεύθηκε πατριάρχης στις 25 Δεκεμβρίου του 858[27]. Στην πραγματικότητα, τέτοιες "αθρόον", όπως λέγονται, χειροτονίες "είχαν γίνει πολλές φορές στην Ανατολή, αφού ο αντίθετος κανόνας 10 της συνόδου της Σαρδικής (343), όπως και οι άλλοι κανόνες της δυτικής αυτής συνόδου, μολονότι επικυρώθηκαν από την Πενθέκτη σύνοδο του Τρούλλου (691), δεν εφαρμόσθηκαν στην Ανατολή, ως αναφερόμενοι σαφώς μόνο στις ιδιόμορφες συνθήκες των αρειανικών ερίδων του Δ΄ αι."[28].

Πάντως, οι διαμαρτυρίες των οπαδών του Ιγνατίου ήταν έντονες και συνολικά, οι πολιτικές και εκκλησιαστικές διαστάσεις της εκθρόνισης του Ιγνατίου ήταν μεγάλες. Όσο ο φανατισμός των Ιγνατιανών αύξανε, τόσο αύξανε και η σκληρότητα των εναντίον τους διωγμών, παρά τις επίμονες παραινέσεις του Φωτίου προς τον Βάρδα για φιλάνθρωπη μετριοπάθεια. Η κατάσταση ήταν εύθραυστη εξαιτίας των συνεχών προκλήσεων προς το πρόσωπο του Φωτίου από την πλευρά των Ιγνατιανών. Μέσα στη γενικότερη διαμάχη, κατέστη επίκεντρο η κανονικότητα της εκλογής του Φωτίου[29]. Τότε, οι οπαδοί του πρώην πατριάρχη, με επικεφαλής τους μοναχούς της μονής Στουδίου, ζήτησαν την παρέμβαση του πάπα Νικολάου, ο οποίος με τη σειρά του εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία αυτή για να λύσει οριστικά υπέρ της Δυτικής Εκκλησίας ζητήματα εκκλησιαστικής επιρροής[30].

Σύγκρουση Ρώμης-Κων/πόλεως και Φώτειο σχίσμα

Όταν στο θρόνο της Κων/πόλεως ανερχόταν ο Φώτιος, στον παπικό θρόνο είχε μόλις ανέλθει ο πάπας Νικόλαος Α΄ (858-867) άνθρωπος φιλόδοξος[31] ο οποίος φρόντιζε να προβάλλει το Παπικό πρωτείο ακόμη και με χρήση χαλκευμένων κειμένων (βλ. άρθρο Παπικό πρωτείο). Καθώς η άνοδος του Φωτίου πραγματοποιήθηκε, όταν ο προηγούμενος Πατριάρχης, Ιγνάτιος, είχε εξοριστεί από τον αυτοκράτορα και οντάς στην εξορία αναγκάστηκε να παραιτηθεί υπό πίεση, οι υποστηρικτές του Ιγνατίου, αρνούμενοι να δεχτούν ως νόμιμη αυτή την παραίτηση, θεωρούσαν τον Φώτιο ως σφετεριστή. Ο Νικόλαος θεώρησε την ευκαιρία μοναδική για να καταστεί ρυθμιστής των εσωτερικών αντιθέσεων της Ανατολής, και να επιβάλει τα απορρέοντα από το διεκδικούμενο παπικό πρωτείο δικαιώματα στους πατριάρχες της Ανατολής[32]. Επιπλέον, θα μπορούσε να λύσει το ζήτημα της εκκλησιαστικής (και έμμεσα της πολιτικής) εξάρτησης της Καλαβρίας, της Σικελίας και του Ιλλυρικού (δυτικής Βαλκανικής), που πριν ενάμιση σχεδόν αιώνα είχαν αποσπαστεί από τη σφαίρα επιρροής της Ρώμης[33].

Όταν ο Φώτιος έστειλε μια επιστολή στον Πάπα για να του γνωστοποιήσει την ανάρρηση του, ο Νικόλαος αποφάσισε πως πριν αναγνωρίσει τον Φώτιο θα ήθελε να παρακολουθήσει καλύτερα τη διαμάχη μεταξύ του νέου Πατριάρχη και του κύκλου του Ιγνατίου[34]. Γι' αυτό το 861 έστειλε αντιπροσώπους του στην Κωνσταντινούπολη. Ο Φώτιος που δεν ήθελε νέες διαμάχες, υποδέχτηκε με σεβασμό τους αντιπροσώπους (λεγάτους), προσκαλώντας τους μάλιστα να προεδρεύσουν στη Σύνοδο που συνεκλήθη στην Κωνσταντινούπολη για να ρυθμίσει το θέμα που ανέκυψε μεταξύ αυτού και του Ιγνατίου. Οι λεγάτοι συμφώνησαν και τελικά, μαζί με την υπόλοιπη Σύνοδο αποφάσισαν πως ο Φώτιος ήταν ο νόμιμος Πατριάρχης. Οταν όμως οι λεγάτοι επέστρεψαν στη Ρώμη, ο Νικόλαος διακήρυξε πως είχαν υπερβεί την εξουσία που διέθεταν και γι' αυτό αποκήρυξε την απόφαση τους.

Ήταν προφανές πως ο Νικόλαος υπολόγιζε ότι το καθεστώς του Ιγνατίου θα ήταν ευνοϊκότερο και ασθενέστερο σε σχέση με του Φωτίου και θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα σχέδιά του. Έτσι, δύο χρόνια μετά (863) μία σύνοδος που συνήλθε στη Ρώμη αθώωσε τον Ιγνάτιο και κατεδίκασε τον Φώτιο, σε μία ανήκουστη επέμβαση της Δυτικής στα διοικητικά της Ανατολικής Εκκλησίας[35]. Το πλήγμα αυτό, μαζί με την όξυνση των διεκδικήσεων του Πάπα στη Βουλγαρία, ανάγκασε τον Φώτιο ν' ανταποδώσει: δεν μπορούσε βεβαίως να αμφισβήτηση την εκλογή του Νικολάου ως μή αρμόδιος, οπότε έπρεπε να μετακίνησει το όλο θέμα στον δογματικό τομέα, και κυρίως, στο μέγα ζήτημα του Filioque (Φιλιόκβε)[36].

Το έτος 867 ο Φώτιος ανέλαβε δράση. Έγραψε μια Εγκύκλιο Επιστολή στους άλλους Πατριάρχες της Ανατολής, καταγγέλλοντας το Filioque και αυτούς που το χρησιμοποιούν. Αν και κάποιοι ιστορικοί θεωρούν ατυχή την επίθεση προς τον Πάπα, στην πραγματικότητα, ο Φώτιος εξωτερίκευε τις σκέψεις του επάνω σε ένα ζήτημα που ο Καρλομάγνος και οι σύμβουλοι του πριν από εβδομήντα χρόνια είχαν αναδείξει σε αντικείμενο διαμάχης, και τώρα ερχόταν στο προσκήνιο με την επικείμενη εισαγωγή του Filioque στη Βουλγαρία μαζί με άλλες λατινικές καινοτομίες που κατήγγειλαν οι βυζαντινοί ιεραπόστολοι[37]. Μετά την αποστολή της επιστολής, ο Φώτιος συνεκάλεσε Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία αφόρισε τον Πάπα Νικόλαο, χαρακτηρίζοντας τον ως αιρετικό.

Η εκθρόνιση του Φωτίου επί Βασιλείου Α΄

Στο κρίσιμο αυτό σημείο, ανέβηκε στο βυζαντινό θρόνο ο Βασίλειος Α΄ (867-886). Άνθρωπος χωρίς ηθικούς φραγμούς και υπέρμετρα φιλόδοξος, δολοφόνησε τον Βάρδα και τον ίδιο τον πατριό του, τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ για να πετύχει το στόχο του[38]. Η άνοδος του Βασιλείου Α΄ στο θρόνο έφερε σοβαρές μεταβολές. Αν και ο Μιχαήλ Γ΄ είχε κρατήσει έναντι του πάπα μια διαλλακτική πολιτική, που ευνοούσε όμως τις απόψεις της Ανατολής, ο Βασίλειος Α΄, προσανατολισμένος στην ανάγκη συνεργασίας με τη Δύση ώστε να σταματήσει η προέλαση των Αράβων, ακολούθησε διαφορετική πολιτική. Θέλοντας να εξευμενίσει τον πάπα και να αποκτήσει στήριγμα στους οπαδούς του Ιγνάτιου που είχαν ερείσματα στην Ανατολή, εκθρόνισε τον Φώτιο ο οποίος περιορίστηκε στη μονή της Σκέπης του Βοσπόρου, ενώ ο Ιγνάτιος επανεγκαταστάθηκε στον θρόνο (23 Νοεμβ. 867). Οι αποφάσεις και οι μεταβολές αυτές έγιναν δεκτές με ιδιαίτερη ικανοποίηση από τον πάπα, που τότε τύχαινε να είναι ο Αδριανός Β΄ ο οποίος είχε διαδεχτεί το 867 τον αποθανόντα Νικόλαο[39]. Παρ' όλ αυτά, ο Αδριανός ζήτησε την πραγματοποίηση νέας συνόδου στην Κων/πολη η οποία θα επικύρωνε την καταδίκη του Φωτίου. Όντως, η σύνοδος αυτή πραγματοποιήθηκε το 869-870 (η γνωστή ως "αντι-Φωτιανή" σύνοδος, η οποία θεωρήθηκε ως 8η Οικουμενική για τους δυτικούς) και αντέστρεψε τις αποφάσεις του 867: αναθεμάτισε τον Φώτιο και όσοι επίσκοποι χειροτονήθηκαν από αυτόν ή παρέμειναν πιστοί σε αυτόν καθαιρέθηκαν και όσοι από τους μοναχούς ή λαϊκούς παρέμειναν πιστοί οπαδοί του αφορίσθηκαν.[40].

Υπήρξαν όμως και άλλες αλλαγές. Η ίδια Σύνοδος του 869-70 ζήτησε από τον Αυτοκράτορα να αποφασίσει για την κατάσταση της Βουλγαρικής Εκκλησίας, και αυτός φυσικά αποφάσισε πως αυτή θα πρέπει να προσκολληθεί στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως επιφέροντας πλήγμα στην επιβολή του Παπικού πρωτείου. Ο Βούλγαρος ηγεμόνας, διαβλέποντας πως η Ρώμη θα του παρείχε ακόμη λιγότερη ανεξαρτησία απ' ο,τι το Βυζάντιο, δέχτηκε την απόφαση, οι Γερμανοί ιεραπόστολοι απελάθηκαν και "δεν ξανακούστηκε πλέον στα ορια της Βουλγαρίας το Filioque"[41].

Ο Φώτιος πάντως πήρε το δρόμο της εξορίας και της απομόνωσης, στερούμενος και τα βιβλία του ακόμη ενώ οι ομόφρονές του αρχιερείς επίσης εξορίστηκαν ή παραγκωνίστηκαν, χωρίς όμως η εκκλησιαστική ένταση να καταλαγιάσει. Γρήγορα ο αυτοκράτορας συνειδητοποίησε το λάθος του, και αναγνωρίζοντας ότι τα προσκείμενα στον Φώτιο στελέχη ήταν περισσότερα και ικανότερα να βοηθήσουν την αυτοκρατορία[42], τον ανακάλεσε από την εξορία και του ανέθεσε και την εκπαίδευση των παιδιών του[43]. Μετά την επιστροφή στην Κων/πολη, οι Φώτιος και Ιγνάτιος συμφιλιώθηκαν, και πλέον, όταν ο Ιγνάτιος πέθανε το 877, η άνοδος και πάλι του Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο ήταν δεδομένη.

Η αποκατάσταση του Φωτίου και η σύνοδος της Κων/πόλεως του 879-880

Ο Φώτιος ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο τρεις μόλις ημέρες μετά το θάνατο του Ιγνατίου, χωρίς άλλη κανονική διαδικασία[44]. Επιθυμία του ήταν φυσικά να αποκαταστήσει το πρόσωπό του από τις εναντίον του διατυπωθείσες συκοφαντίες κατά τη σύνοδο του 869-870[45]. Για το λόγο αυτό, συγκάλεσε μεγάλη σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη και προσκάλεσε τους άλλους πατριαρχικούς θρόνους να στείλουν αντιπροσώπους. Στο μεταξύ, ο πάπας της διαιρέσεως Αδριανός Β΄ είχε πεθάνει (872) και διάδοχός του ήταν ο Ιωάννης Η΄ (872-882) ο οποίος δέχθηκε την ακύρωση των εναντίον του Φωτίου αποφάσεων της παπόφιλης συνόδου και απέστειλε αντιπροσώπους[46]. Πράγματι, η καλούμενη και ως όγδοη Οικουμενική Σύνοδος[47] του 879-880 που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη (υπό την προεδρία του Φωτίου και όχι των παρισταμένων τριών παπικών αντιπροσώπων) "ανεγνώρισεν ως κανονική την πρώτη εκλογήν του Φωτίου"[48].

Αν και η Ορθόδοξη Εκκλησία, θεωρώντας ότι θεμέλιο της πίστεώς της αποτελούν οι επτά Οικουμενικές Σύνοδοι, δεν αναγνώρισε επίσημα ως όγδοη τη σύνοδο του 879, εν τούτοις αυτή φέρει όλα τα γνωρίσματα μίας Οικ. Συνόδου[49]. Η Σύνοδος αυτή, ασχολήθηκε με την έκδοση δογματικής αποφάσεως, Όρου Πίστεως, με τον οποίο καθόρισε ότι το Σύμβολο της Πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως πρέπει να μείνει αμετάβλητο εναντίον κάθε αλλοιώσεως και παραχαράξεως και ειδικά εναντίον της λατινικής προσθήκης της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού, γνωστής πλέον ως Φιλιόκβε. Ο Όρος Πίστεως "συνετάχθη και ανεγνώσθη εις την στ΄ συνεδρίαν της Συνόδου, η οποία έγινεν εις το αυτοκρατορικόν ανάκτορον...υπεγράφη από όλους τους συμμετασχόντας Πατέρας αυτής, σύνολον 383, από τον αυτοκράτορα και από τους αντιπροσώπους του Πάπα"[50].

Όμως, παρά την λαμπρή, πορεία του Φωτίου, κατά τη διάρκεια της οποίας συνεχίστηκε το ιεραποστολικό έργο του Οικουμενικού Πατριαρχείου σε ολόκληρη σχεδόν την Ανατολική Ευρώπη, ενώ αποκαταστάθηκε η κανονική τάξη τόσο στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως όσο και στις σχέσεις της με τον παπικό θρόνο[51], το τέλος της δεύτερης πατριαρχίας του έμελε να είναι άδοξο.

Η δεύτερη εκθρόνιση (παραίτηση) του Φωτίου

Το έτος 886 ο ο Βασίλειος Α΄ πέθανε σε ηλικία 74 ετών και ως διάδοχος ανήλθε στο θρόνο ο Λέων ΣΤ΄ ο Σοφός, μαθητής του Φωτίου. Με τρόπο πράγματι ανάρμοστο για ένα τόσο αξιόλογο πατριάρχη, επαναλήφθηκε η εκθρόνιση του Φωτίου η οποία ήταν πλέον οριστική. Παρουσιάστηκαν στην Αγία Σοφία, κατά τη θεία λειτουργία, δυο ανώτατοι υπάλληλοι, οι οποίοι ενώπιον του λαού ανέγνωσαν το κείμενο της παραίτησης, στην οποία είχε εξαναγκαστεί ο Φώτιος για λόγους που δεν είναι ακόμη εξακριβωμένοι[52].

Είναι ασφαλώς άξιο απορίας πώς ο μαθητής του Φώτιου, Λέων, διαφύλαξε μια τέτοια μοίρα στον δάσκαλο του. Κάποιοι μιλούν για απωθημένα της μαθητείας του Λέοντα, άλλοι για καθαρά πολιτικά αίτια και άλλοι για το γεγονός ότι ο Φώτιος είχε ταχθεί με το μέρος του πατέρα του Λέοντα, Βασίλειου Α΄, προς τον οποίο ο Λέων βρισκόταν σε σοβαρή αντίθεση. "Ασφαλώς και το γεγονός ότι ο Λέων ήθελε να προωθήσει τον αδελφό του, Στέφανο, που είχε χειροτονηθεί διάκονος από τον Φώτιο στον πατριαρχικό θρόνο, έπαιξε οπωσδήποτε κάποιο ρόλο. Ακόμη σημαντικότερος λόγος πρέπει να θεωρηθεί ότι ο Λέων ΣΤ΄, έχοντας θέσει ως σκοπό του να επιβληθεί απόλυτα στην Εκκλησία, έπρεπε να τηρήσει ανοιχτό τον δρόμο του, αποπέμποντας τον ισχυρό και λόγιο ιεράρχη, Φώτιο"[53].

Τελικά, ο Φώτιος αποσύρθηκε στην μονή των Αρμενιανών της Κωνσταντινουπόλεως και συνέχισε την προσφιλή του συγγραφική δραστηριότητα μέχρι τον θάνατο του[54] στις 6 Φεβρουαρίου του 891 ή 893. Η μνήμη του εορτάζεται στις 6 Φεβρουαρίου καθώς η Εκκλησία τον κατέταξε μεταξύ των Αγίων για τις υπηρεσίες του στην ανατολική Εκκλησία, τη διάδοση της Ορθοδοξίας και την υπεράσπιση της υγιούς δογματικής και εθιμικής παραδόσεως[55].

Η προσωπικότητα και το έργο του Φωτίου

Ο Φώτιος θα ήταν εξέχουσα προσωπικότητα και μόνο ως εκκλησιαστικός άνδρας, εάν δεν ήταν συγγραφέας, αλλά και μόνο ως συγγραφέας, εάν δεν ήταν εκκλησιαστική προσωπικότητα. Αναδείχθηκε σημαντικός λόγιος και δάσκαλος, συντελεστής της αναβίωσης των ελληνικών γραμμάτων κατά τον 9ο αιώνα. Άνθρωπος που συνδύαζε την ελληνική παιδεία και τη χριστιανική ευσέβεια και γνώση, μαχητικός και διορατικός, αντάξιος των αναγκών και των κινδύνων της εποχής του. Ο σημαντικός Ρωμαιοκαθολικός ιστορικός Francis Dvornik, παραδέχεται: "Αν τα συμπεράσματα μου είναι σωστά, είμαστε έτοιμοι ακόμη μια φορά να αναγνωρίσουμε στο πρόσωπο του Φωτίου ένα μεγάλο εκκλησιαστικό άνδρα, ένα μορφωμένο ανθρωπιστή και ένα γνήσιο χριστιανό, που με πολλή γενναιοδωρία συγχωρεί τους εχθρούς του και κάνει πάντοτε το πρώτο βήμα στη συμφιλίωση"[56].

Οποιαδήποτε θέση και αν λάβει η πολιτική ιστορία απέναντι στον Φώτιο για τα όσα ορθά ή εσφαλμένα έπραξε, στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας από καιρό απαλείφθηκαν οι μεταξύ αυτού και του Ιγνατίου διαφορές: "Ιγνατίου και Φωτίου των ορθοδόξων και αοιδίμων πατριαρχών αιωνία η μνήμη. Άπαντα τα κατά των αγίων πατριαρχών (από Γερμανού μέχρι Νικολάου του Μυστικού) γραφέντα ή λαληθέντα (και επομένως τα κατά Φωτίου) ανάθεμα, ανάθεμα, ανάθεμα". Η Εκκλησία "έστησεν μπροστά του Θεού (και της Ιστορίας) αδιακρίτως ίσα τα πρόσωπα του δράματος της ταραχώδους εκείνης περιώδου"[57].

Ο Μέγας Φώτιος άφησε ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Τά σπουδαιότερα έργα του[58] είναι τα εξής:

  • Α΄ Ποιητικά έργα
I. Λειτουργική ποίηση
  1. Οκτώ ιαμβικοί ειρμοί κανόνα, ήχος πλάγιος Β΄
  2. Δέκα τουλάχιστον κανόνες στη Θεοτόκο.
  3. Κοντάκιο στην αγία Ειρήνη την παρθένο.
  4. Πιθανότατα όλη η ακολουθία του αγίου πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μεθοδίου.
  5. Στιχηρά στον άγιο Μάρκελλο (Απαμείας;).
ΙΙ. "Θύραθεν" ποίηση
  1. Διάφοροι ύμνοι.
  2. Επιγράμματα.
  • Β΄ Πεζογραφία
  1. Δεκαεννέα ομιλίες αναφερόμενες σε εορτές, κατηχήσεις κ.λπ.
  2. Επιστολές, περίπου 260.
  • Γ΄ Φιλολογικά έργα
  1. "Λέξεων Συναγωγή", έργο με το οποίο απέβλεπε στην αναπλήρωση δυσεύρετων ή απολεσθέντων λεξικών.
  2. Βιβλιοθήκη ή Μυριόβιβλος, συλλογή έργων χριστιανικής και θύραθεν λογοτεχνίας με δικά του σχόλια, το οποίο μάλλον οργανώθηκε πριν το 858, με πλήρη τίτλο: "Απογραφή και συναρίθμηση των ανεγνωσμένων ημίν βιβλίων, ων εις κεφαλαιώδη διάγνωσιν ο ηγαπημένος ημών αδελφός Ταράσιος εζητήσατο· είναι δε αυτά είκοσι δεόντων εφ΄ ενί τριακόσια (281)".
  3. Επιτομή εκ των εκκλησιαστικών Ιστοριών του Φιλοστοργίου.
  • Δ΄ Θεολογικά έργα
I. Δογματικά
  1. Γύρω από της των Μανιχαίων αναβλαστήσεως (PG 102, 15-264).
  2. Γύρω από της του Αγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας (PG 102, 263-391).
II. Ερμηνευτικά
  1. Περί των συγγραμμάτων του αγίου Αθανασίου.
  2. Υπομνήματα στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου.
  3. Σχόλια στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον.
IΙI. Παραινετικά
  1. Εις το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου.
  2. Εις Συμεώνα (Υπαπαντή).
  3. Έκφρασις της νέας Εκκλησίας της Υπεραγίας Θεοτόκου.
  4. Αγίου Αθανασίου εγκώμιον.
  5. Αμφιλόχια ή λόγων ιερών συλλογή (επίλυση διαφόρων αποριών, θεολογικών και φιλολογικών).
  • Ε΄ Νομοκανονικά έργα
  1. Αμφιβαλόμενα έργα ο Νομοκάνονας και το Σύνταγμα Κανόνων που δημοσιεύτηκαν με το όνομα του Φωτίου.
  2. Ερωτήματα δέκα συν ίσαις ταις αποκρίσεσιν.
  3. Κρίσεις και επιλύσεις πέντε κεφαλαίων.

Τα έργα του Φωτίου έχουν εκδοθεί στην Patrologia Graeca του Migne, τόμοι 101-104.

Υποσημειώσεις

  1. Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι σήμερον, 6η έκδ. (ανατύπωση της β' έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 797.
  2. Φειδάς Βλ., «Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  3. "Άγνωστον που κειμένην" αναφέρεται στη ΘΗΕ, τ. 12, στ. 27. Προσπάθεια προσδιορισμού της περιοχής όπου βρισκόταν η Μονή κάνει ο Πέτρος Ζάνος, στο Φώτιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης, εν Κωνσταντινουπόλει 1864, σελ. 55-58 και γράφει ότι δεν βρισκόταν στην Αρμενία, ούτε "εν ταις εσχατιαίς του Κράτους, αλλ'...εγγυτάτω της Κωνσταντινουπόλεως".
  4. Για το έτος θανάτου του Φωτίου δεν υπάρχει ομοφωνία.
    Το 891 αναφέρουν: 1. «Φώτιος Α΄», e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM], 2. Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 12, στ. 27., 3. Τρεμπέλας Ν. Παν., Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 23, 4. Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, Πατρολογία, τόμ. Α', έκδ. 4η, Αθήνα 2000, σελ. 45 κ.ά.
    Το 892 αναφέρει κυρίως ο Φειδάς Βλάσιος στο Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 138.
    Το 893 αναφέρουν: 1. Lemerle Paul, Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός, εκπαίδευση και παιδεία στο Βυζάντιο από τις αρχές ως τον 10ο αιώνα, 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001, σελ. 392, 2. Κοντοστεργίου Δέσποινα, Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 281, 3. Nicol M. Donald, Βιογραφικό Λεξικό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1993, σελ. 310, 4. Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 212 κ.ά.
  5. Τωμαδάκης Ν.Β., «Φώτιος ο Α΄», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 21.
  6. ΘΗΕ, ό.π., στ. 21.
  7. Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 93.
  8. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 272.
  9. ΘΗΕ, ό.π.
  10. ΘΗΕ, ό.π., στ. 22.
  11. ΘΗΕ, ό.π.
  12. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  13. PG 105,509ΑΒ.
  14. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  15. e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  16. ΘΗΕ, ό.π., στ. 23
  17. Lemerle Paul, Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός, εκπαίδευση και παιδεία στο Βυζάντιο από τις αρχές ως τον 10ο αιώνα, 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001, σελ. 160.
  18. ΘΗΕ, ό.π.
  19. Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι σήμερον, 6η έκδ. (ανατύπωση της β' έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 468.
  20. Στεφανίδης, ό.π.
  21. Ζαχαρόπουλος Νίκος, Επίτομο Ιστορικό-Θεολογικό Λεξικό, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 448.
  22. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο...Λεξικό, ό.π.
  23. "Ιγνάτιος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 29, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  24. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  25. εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  26. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο...Λεξικό, ό.π.
  27. Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, (ανατύπωση Α' έκδ. 1983), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 211.
  28. Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 101.
  29. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π., σελ. 102.
  30. "Φώτιος Α΄", e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].
  31. Θεοδώρου Ανδρέας, Η Ουσία της Ορθοδοξίας, 2η έκδ. βελτιωμένη, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 1998, σελ. 298.
  32. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π., σελ. 103.104.
  33. e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  34. Εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά, για όλα τα επόμενα γεγονότα που οδήγησαν στο πρώτο Φώτειο Σχίσμα βλ. Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 92-98.
  35. ΘΗΕ, ό.π., στ. 24.
  36. ΘΗΕ, στο ίδιο.
  37. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π., σελ. 111.
  38. "Βασίλειος Α’ ο Μακεδών", e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), ό.π.
  39. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο...Λεξικό, ό.π., σελ. 447.
  40. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π., σελ. 115.117.120.122.
  41. Ware Κάλλιστος, Ορθόδοξη Εκκλησία, ό.π., σελ. 96-97.
  42. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π., σελ. 124.
  43. ΘΗΕ, ό.π., στ. 26.
  44. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', ό.π.
  45. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', σελ. 125.
  46. "Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  47. Bλ. και σχετικές πληροφορίες για τον αριθμό των Οικ. Συνόδων στην Ορθόδoξη Εκκλησία.
  48. ΘΗΕ, ό.π., στ. 26.
  49. Κοντοστεργίου Δέσποινα, Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 279.
  50. Κοντοστεργίου, ό.π.
  51. "Φώτιος...", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  52. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Β', σελ. 125.
  53. Ζαχαρόπουλος, Επίτομο...Λεξικό, ό.π., σελ. 447.
  54. "Φώτιος...", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, ό.π.
  55. ΘΗΕ, ό.π., στ. 30.
  56. Από το κλασικό έργο του Francis Dvornik, The Photian Schism: History and Legend (Cambridge 1948), παρατίθεται στο Κάλλιστος Ware (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 98.
  57. ΘΗΕ, ό.π.
  58. ΘΗΕ, ό.π., στ. 27-30.

Βιβλιογραφία

  • Ζαχαρόπουλος Νίκος, Επίτομο Ιστορικό-Θεολογικό Λεξικό, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 446-448.
  • Τσάμης Γ. Δημητρίος, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, (ανατύπωση Α' έκδ. 1983), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 211-212.
  • Τωμαδάκης Ν.Β., «Φώτιος ο Α΄», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 12, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1968, στ. 21-31.
  • Φειδάς Βλ., «Φώτιος ο Α΄ ο Μέγας», εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 60, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  • Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002.
  • «Φώτιος Α΄», e-δομή (ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ), εκδόσεις Δομή Α.Ε., Αθήνα 2003-2004 [DVD-ROM].
  • Lemerle Paul, Ο πρώτος Bυζαντινός Oυμανισμός, 3η έκδ., ΜΙΕΤ, Αθήνα 2001.
  • Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), Η Ορθόδοξη Εκκλησία (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 91-98.