Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Θεία Ευχαριστία"
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
Η '''Θεία Ευχαριστία''', '''Θεία Κοινωνία''', '''Αγία Κοινωνία''' ή '''Θεία Μετάληψη''' αποτελεί μυστήριο πολλών Χριστιανικών εκκλησιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας [[Χριστός]], στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο<ref>Ματθαίον ΚΣΤ΄ 26-28</ref>. Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετα άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την ορθοδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας. | Η '''Θεία Ευχαριστία''', '''Θεία Κοινωνία''', '''Αγία Κοινωνία''' ή '''Θεία Μετάληψη''' αποτελεί μυστήριο πολλών Χριστιανικών εκκλησιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας [[Χριστός]], στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο<ref>Ματθαίον ΚΣΤ΄ 26-28</ref>. Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετα άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την ορθοδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας. | ||
− | [[Image:Covered Vessels 2.jpg|right|thumb| | + | [[Image:Covered Vessels 2.jpg|right|thumb|250px]] |
==Ιστορική Αναδρομή== | ==Ιστορική Αναδρομή== |
Αναθεώρηση της 19:47, 18 Φεβρουαρίου 2008
Η Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία, Αγία Κοινωνία ή Θεία Μετάληψη αποτελεί μυστήριο πολλών Χριστιανικών εκκλησιών. Κατά την παράδοση αποτελεί μυστήριο διότι ο ιδρυτής της εκκλησίας Χριστός, στο μυστικό δείπνο προεικόνισε το μυστήριο[1]. Η Θεία Κοινωνία μεταλαμβάνεται συνήθως μετα άρτου και οίνου, τα οποία μεταβάλλονται κατά την ορθοδοξία ή μετουσιώνονται κατά τον Δυτικό τρόπο σκέψης σε σώμα και αίμα Κυρίου. Ο μεταλαμβάνων τη Θεία Ευχαριστία συμμετέχοντας στο μυστήριο, συμμετέχει στο κοινό σώμα της εκάστοτε εκκλησίας.
Περιεχόμενα
Ιστορική Αναδρομή
Εμφάνιση και ρόλος στη Χριστιανική κοινότητα
Στη χριστιανική εκκλησία του 1ου αιώνα ο όρος εὐχαριστία δεν είχε την ειδική έννοια που του αποδόθηκε αργότερα αλλά σήμαινε «απόδοση ευχαριστιών, ευγνωμοσύνη» αλλά και ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό. [2] Στην Καινή Διαθήκη χρησιμοποιούνται οι όροι «κυριακόν δείπνον» και «κλάση του άρτου» για να περιγράψουν το τελετουργικό γεύμα που ο Ιησούς Χριστός έδωσε εντολή στους μαθητές του να τηρούν λέγοντας: «Τούτο ποιείτε είς τήνν εμήν ανάμνησιν». [3] Από τα τέλη του 1ου αιώνα, σύμφωνα με τη Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων, φαίνεται ότι άρχισε να καθιερώνεται η ονομασία «ευχαριστία» με την τεχνική αυτή σημασία. [4] Προφανώς αυτό συνέβη καθώς οι προσευχές πριν από το αναμνηστικό δείπνο άρχιζαν συνήθως με τα λόγια: «Ευχαριστούμέν σοι, πάτερ ημών». [5].
Κατά τα πρώτα αποστολικά χρόνια η Θεία Ευχαριστία αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Με αυτή συνδέονταν όλες οι άλλες λατρευτικές και πνευματικές εκδηλώσεις της εκκλησίας. Στη Θεία Ευχαριστία συμμετείχαν όσοι ήσαν βαπτισμένοι, ενώ συνδυαζόταν με κοινή εστίαση των πιστών, τις λεγόμενες «αγάπες». Με βάση την Καινή Διαθήκη[6] η Θεία Ευχαριστία τελείτο συνήθως σε ιδιωτικές κατοικίες. Το εκκλησιαστικό γεγονός τελούνταν με συμμετοχή όλων των πιστών της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας, με εξαίρεση ορισμένων ιουδιαοχριστιανικών ομάδων τις Μικράς Ασίας. Η Θεία Ευχαριστία περιείχε «κλάση» του άρτου, την «ευλογία» του ποτηρίου αλλά και κατήχηση με ανάγνωση γραφών, προφητείες, προσευχές και ύμνους. Οι αγάπες κατά το β΄ αιώνα διαχωρίστηκαν απο την Θεία Ευχαριστία λόγω καταχρήσεων που παρουσιάστηκαν.
Αρχικά τελείτο καθημερινώς τις απογευματινές ώρες. Ήδη όμως κατά τον 1ο αιώνα ξεχώριζε η τελούμενη Θεία Ευχαριστία της Κυριακής. Μάλιστα κατα την Κυριακή τελούνταν δύο συνάξεις μια «εωθινή» και μια «εσπερινή» κατά την οποία και τελείτο η Θεία Ευχαριστία. Ο λόγος για τον οποίο όμως μεταφέρθηκε πρωί η σύναξη, σήμερα δε βρίσκει πειστικές εξηγήσεις. Επικράτησε η άποψη πως η κατηγορία του Πλινίου κατά των Χριστιανών ως «μυστική εταιρία» και ο διωγμός που εξαπέλυσε οδήγησε την εκκλησία να μεταθέσει στην «εωθινή» σύναξη της Κυριακής τη Θεία Ευχαριστία και εν συνεχεία να καθιερωθεί. Αυτό όμως τελικά δε φαίνεται αρκετά πειστικό, αφού αυτή η μεταφορά τελικά δεν απάλλασε απο τις όποιες υποψίες τους χριστιανούς, που συνέχισαν την τέλεσή της.
Το λειτουργικό πλαίσιο της Θείας Ευχαριστίας
Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας κατά τον πρώτο αιώνα παραμένει σήμερα σχεδόν άγνωστος λόγω κυρίως «απόρρητης πειθαρχίας» (disciplina arcani) που επικρατούσε στους εκκλησιαστικούς κύκλους της εποχής, που είχαν μάλιστα οδηγήσει τους αντιπάλους και πολέμιους του χριστιανισμού σε δαιμονοποίηση του Ευχαριστιακού γεγονότος. Οι μόνες πληροφορίες που διαθέτουμε έχουν έμμεσο χαρακτήρα αναφορών, όπως οτι η λειτουργία που τελείτο είχε μέρη διδακτικό και μυστηριακό, εξού και οι κατηχούμενοι απαγορευόταν να παρακολουθήσουν. Σε μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση μάλιστα ο H.Lietzmann[7] θεωρεί πως πρέπει να γίνει μια διάκριση του Κυριακού δείπνου σε δύο τύπους, εκ των οποίων ο ένας ήταν δείπνος συναδελφώσεως και ενότητας των χριστιανών μεταξύ τους και προς τον Κύριο, ο δε άλλος ήταν μυστηριακός δείπνος σε ανάμνηση της θυσίας του Κυρίου. Έτσι ο πρωτος ταυτιζόταν προς τη συνεστίαση του Χριστού με του μαθητές του, που τελείτο απο την πρώτη χριστιανική κοινότητα της Παλαιστίνης, ενώ ο δεύτερος με το μυστικό δείπνο και τελείτο απο τις Ελληνικές κοινότητες των χριστιανών.
Κατά το 2ο αιώνα υπάρχει σχετική γραμματεία η οποία συνδυασμένα μας δίνει κάποιες πληροφορίες. Κατά το πρώτο μέρος απαγέλλονταν αναγνώσματα απο προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης ή τους ψαλμούς, πραγμοτοποιείτο κύρηγμα του προεστώτος αλλά και η ανάγνωση ευχών. Ο Τερτυλλιανός[8] υπαινίσσεται και απαγγελία ψαλμών και ύμνων. Στο μυστηριακό μέρος κατά τον Ιουστίνο, έχουμε ασπασμό ειρήνης, προσφορά τιμίων δώρων και ολοκληρονώταν με την Θεία Ευχαριστία. Το «σώμα» το προσέφερε ο επίσκοπος, ενώ το «αίμα» με το Άγιο ποτήριο ο διάκονος. Το «σώμα» Κυρίου δύνατο να ληφθεί και μετά το πέρας της συνάξεως, όπως δύνατο να το λάβουν και όσοι δεν παρεβρίσκονταν στην ευχαριστιακή σύναξη. Επίσης ο Ιουστίνος αναφέρει «κράση» δηλαδή ανάμιξη ύδατος και οίνου. Οι πιστοί όταν λάμβαναν τον άρτο ήσαν ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε να μην πέσουν ψυχία, ενώ τηρείτο συγκεκριμένη στάση των χειρών κατά τη παράδοση, ήτοις το αριστερό χέρι σφιχτά κάτω απο το δεξί.
Η Θεολογία της Θείας Ευχαριστίας
Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί το σπουδαιότερο μυστήριο της Εκκλησίας. Θεωρείται ότι αποτελεί πρόγευση των εσχάτων, της Βασιλείας του Θεού. Στο παρελθόν όλα τα υπόλοιπα μυστήρια τελούνταν μέσα στη Θεία Ευχαριστία, από τον 12ο αιώνα και μετά όμως άρχισαν να τελούνται χωριστά[9].
Στη Θεία Ευχαριστία ο άρτος και ο οίνος, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μετατρέπονται-μεταβάλλονται σε «σώμα» και «αίμα» Κυρίου. Κατά τον Ιγνάτιο Φιλαδελεφείας αποτελεί «φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του μη αποθανείν αλλά ζην εν Χριστώ Ιησού δια παντός». Επίσης αναφέρει «την ευχαριστίαν σάρκα είναι του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την υπερ ημών των αμαρτιών παθούσαν, εν τη χρηστότητι ο Πατήρ έγειρε». Ο μεταλαμβάνων την θεία Ευχαριστία ενώνεται μυστικώς με τον ίδιο τον Ιησού Χριστό[10]. Ο λόγος που καλείται Θεία Ευχαριστία προκύπτει απο δύο λόγους, αφενώς διότι ο Ιησούς Χριστός πρωτού τα παραδόσει Ευχαρίστησε τον Πατέρα και αφετέρου διότι είναι Ευχαριστία και εκ μέρους των πιστών [11]. Η Θεία Ευχαριστία κατά το ρηθέν του Ευαγγελιστή Ιωάννη αποτελεί για ένα ορθόδοξο το κέντρον της ζωής του[12]. Αυτή η λεγόμενη και «αναίμακτη» θυσία, προσφέρεται ως ιλαστήριος, ικετήριος, ευχαρίστήριος θυσία προς την πραγματική αναίμακτον σταυρική θυσία του Χριστού, υπέρ πάντων των Αγίων, εξαιρέτως υπέρ της Υπεραγίας Θεοτόκου, των κεκοιμημένων και ζώντων και εν ασθενείες, των οδοιπορούντων, υπέρ πάντων και πασών. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός δε, χαρακτηρίζει τη μεταβολή ως ανερμήνευτον και ανεξερεύνητον[13]. Ο κάθε ορθόδοξος δε δύναται να μετέχει κατά βούληση αν δεν έχει προηγηθεί κάθαρση. Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει «...ο μεν γαρ εναγείς και ακάθαρτος ουδέ εν εορτή δίκαιος...ο δε καθαρός και δια μετανοίας ακριβούς αποσμηξάμενος και πλημελλήματα και εν εορτή και αεί δίκαιος...». Έτσι προ του «φοβερού βήματος του Χριστού» απαιτείται εξομολόγηση, μετάνοια και νηστεία.
Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας
Η συχνότητα της Θείας Ευχαριστίας στη χριστιανική πίστη αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό αίτιο θεολογικής διαμάχης κατά το 17ο αιώνα. Μέχρι τότε η ολοένα αυξανόμενη επιρροή των Προτεσταντικών και δυτικών χριστιανικών θεολογικών τάσεων, είχε σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική θεολογική προσέγγιση στο θέμα της συχνότητας της Θείας Ευχαριστίας. Σε αυτή τη δύσκολη και ταραγμένη περίοδο οπού η ελλαδική εκκλησία και έθνος βρισκόταν σε υποδούλωση και οι προσυλητιστικές τάσεις και προσμίξεις διαφόρων αιρετικών αποχρώσεων εισέρχονταν και επηρέαζαν ολοένα και περισσότερο την ορθόδοξη θεολογική παράδοση, η μορφή των κολυβάδων πατέρων, προσηλωμένη στην πατερική φιλοκαλική παράδοση της ανατολής και τη θεολογία των μεγάλων πατέρων της, έδωσε μεγάλη μάχη στον επίμαχο τομέα. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης, μέσα από την απόδειξη της αδιάκοπης και αυθεντικής έκφρασης της αποστολικής παραδόσεως της ορθοδόξου πίστεως, τελικά επικράτησε μέσα από την τεκμηρίωση τόσο των ευαγγελικών και αποστολικών λόγων, όσο και των πατερικών κειμένων, παρά τις διώξεις, τις στερήσεις και τη διαρκή διαπόμπευση των υποστηρικτών της. Οι Κολυβάδες πατέρες προέταξαν την αναγκαιότητα της διαρκούς πνευματικής ετοιμασίας και της ανάγκης συχνής μεταλήψεως του σωτήριου μυστηρίου που παρέδωσε ο Ιησούς Χριστός εις ανάμνησην της θυσίας Του και τελικά επικράτησε στον ορθόδοξο βίο και πράξη, ως το απαραίτητο σωτηριώδες βήμα.
Η Αγιογραφική ορολογία της Θείας Ευχαριστίας ως «Κλάση του Άρτου»
Κάποιες αιρετικές δοξασίες, με αιχμή τις δοξασίες που προσκείνται στην προτεσταντική εκκλησιαστική προσέγγιση, διαρκώς αμφισβητούν το κύρος του θεσμού της Θείας Ευχαριστίας, πως αυτό δεν αποτελεί μυστήριο, αλλά απλά μια αναμνηστική πράξη αγάπης, η οποία μάλιστα δε δύναται να αποχωρισθεί από τις αγάπες, δηλαδή ένα ευλογημένο καθιερωμένο γεύμα, μεταξύ των πιστών, σε αντιστοιχία με το μυστικό δείπνο. Η ορθόδοξη παράδοση βεβαίως, όπως και η καθολική απορρίπτει μια τέτοια ερμηνεία, ενώ στηρίζει μέσα από τος γραφές αλλά και την ιστορική και θεολογική παράδοση τον αρχαιότατο θεσμό αυτό. Χαρακτηριστική είναι η πραγματεία του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα «Η ενότης της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και τω Επισκόπω κατά τους τρεις πρώτους αιώνας» η οποία καταδεικνύει με σαφή τρόπο, τις απόψεις που η ορθόδοξη εκκλησία ισχυρίζεται, πως ο όρος «κλάση του άρτου», σαφώς υπαινείσσεται την τέλεση Θείας Ευχαριστίας, ως κάτι το διάφορο από τις αγάπες, οι οποίες μάλιστα από τον 2ο αιώνα ήδη είχαν διαχωρισθεί από το λατρευτικό γεγονός της Θείας Λειτουργίας, που αποτελούσε το αυτό μυστήριο της Θείας Μεταλήψεως, ενεδυμένο με αινετικό χαρακτήρα.
Η «κλάση τού άρτου» από τον Χριστό
Σε τέσερα χωρία της Καινής Διαθήκης, έχουμε αναφορά, για την «κλάση του άρτου», αυτά είναι:
- «Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς άρτον και ευλογήσας έκλασε και δους τοις μαθηταίς είπε: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων: «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο γαρ εστι το αίμα μου της διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Λέγω δε υμίν, ου μη πίω απ’ άρτι εκ τούτου του γενήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν τη βασιλεία του Πατρός μου»[14].
- «Και εσθιόντων αυτών λαβών άρτον ευλογήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς και είπε: «Λάβετε, τούτο εστι το σώμα μου». Και λαβών ποτήριον ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς και έπιον εξ αυτού πάντες. Και είπεν αυτοίς, «τούτο εστι το αίμα μου της διαθήκης, το εκχυνόμενον υπέρ πολλών. Αμήν λέγω υμίν: ουκέτι ου μη πίω εκ του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω καινόν εν τη βασιλεία του Θεού»[15].
- «Και δεξάμενος ποτήριο ευχαριστήσας είπε: «Λάβετε τούτο και διαμερίσατε εις εαυτούς. Λέγω γαρ υμίν, ου μη πίω από του γεννήματος της αμπέλου έως ου η βασιλεία του Θεού έλθη». Και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασεν και έδωκεν αυτοίς λέγων: «Τούτο εστι το σώμα μου [το υπέρ υμών διδόμενον. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Και το ποτήριον ωσαύτως μετά το δειπνήσαι λέγων: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου το υπέρ υμών εκχυνόμενον»].[16].
- «Εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ό και παρέδωκα υμίν. Ότι ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί ή παρεδίδετο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε: «Τούτο μου εστι το σώμα το υπέρ υμών. Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Ωσαύτως και το ποτήριον μετά το διεπνήσαι λέγον: «Τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εστίν εν τω εμώ αίματι. Τούτο ποιείτε, οσάκις εάν πίνητε εις την εμήν ανάμνησιν»[17].
Μέσα από τα κείμενα αυτά, παρατηρούμε πως το μυστήριο το παραδόθηκε από τον Κύριο, κατά τη διάρκεια του «μυστικού» δείπνου, ζητώντας από τους μαθητές του να συνεχίσουν να το επαναλαμβάνουν στην ανάμνησή Του. Σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου Παύλου, ήταν κάτι που «παρέλαβε», και που το «παρέδωσε» και στους Κορινθίους να το τελούν. Πρόκειται λοιπόν για υποχρέωση των Χριστιανών, που συμπεριλαμβάνεται στις παραδόσεις των αποστόλων[18]. Τέλος ο άρτος αυτός, ο οποίος τεμαχίστηκε και διαμοιράσθηκε στους μαθητές, διαβεβαιούτε πως είναι το σώμα του Κυρίου.
Η «κλάση τού άρτου» από τους Αποστόλους
Από τις Πράξεις των αποστόλων, γίνεται σαφές, ότι η πρώτη Χριστιανική κοινότητα, ακολούθησε την εντολή του Κυρίου κατά παράδοσιν των αποστόλων, για την τήρηση του μυστηρίου αυτού:
Στις Πράξεις[19], μαθαίνουμε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί, «ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς». Και λίγο πιο κάτω, στο εδάφιο 46 προσθέτει ότι «καθ’ ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ, κλώντες τε κατ’ οίκον άρτον μετελέμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας».
Είναι αναμφισβήτητο ότι οι αναφορές για «κλάση του άρτου» στα παραπάνω χωρία, αναφέρεται όχι σε κοινή τροφή, αλλά σε ζητήματα πίστης, δηλαδή στο μυστήριο που παρέδωσε ο Χριστός δια των αποστόλων στην Εκκλησία. Αυτό φαίνεται από το ότι η σχετική αναφορά, γίνεται εν μέσω άλλων λατρευτικών ενεργειών, όπως η διδαχή των αποστόλων, η κοινωνία μεταξύ τους και οι προσευχές. Αν μιλούσε για απλή διατροφική διαδικασία, δεν θα είχε καμία θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες αναφορές.
Επίσης, είναι σημαντικό ότι υπάρχει εκεί και το οριστικό άρθρο, κάτι που σημαίνει ότι μιλάει για κάτι συγκεκριμένο, για έναν όρο που δηλώνει κάτι λατρευτικό.
Ένα ακόμα σημείο, είναι η φράση: «μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει…». Εδώ φαίνεται ότι πρόκειται περί κλάσεως του άρτου που είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, και που τελείτο κάθε μέρα, σε συνδυασμό με κάποιο δείπνο, στον οποίο συμμετείχαν οι Χριστιανοί με πνευματική αγαλλίαση και ειρήνη.
Ένα τελευταίο χωρίο που θα παρουσιάσουμε από την Αγία Γραφή, όσον αφορά τη φράση αυτή, βρίσκεται στις Πράξεις 20/κ΄ 7-11:
«Εν δε τη μια των Σαββάτων συνηγμένων ημών κλάσαι άρτον, ο Παύλος διελέγετο αυτοίς, μέλλων εξιέναι τη επαύριον, παρέτεινέν τε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου. Ήσαν δε λαμπάδες ικαναί εν τω υπερώω ου ήμεν συνηγμένοι… αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος, εφ’ ικανόν τε ομιλήσας άχρι αυγής ούτως εξήλθεν».
Το σημαντικότατο αυτό χωρίο, δείχνει ότι οι Χριστιανοί την Κυριακή εκείνη (την μίαν, δηλαδή την πρώτη των Σαββάτων), είχαν μαζευτεί ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΤΟΥ. Το ότι ο σκοπός της σύναξης ήταν η «κλάση του άρτου», φανερώνει ότι δεν είναι δυνατόν να μαζεύτηκαν για να φάνε απλώς ψωμί, αλλά ότι η συνάντησή τους αυτή είχε λατρευτική χροιά. Πολύ περισσότερο, επειδή επρόκειτο να φύγει ο Παύλος, και θα τον αποχαιρετούσαν. Αν λοιπόν υπήρχε κάποιο τόσο σημαντικό γεγονός, δεν θα έλεγε ότι μαζεύτηκαν για να φάνε ψωμί, αλλά για να αποχαιρετήσουν τον Παύλο, που ήταν σπουδαιότερο από το φαγοπότι. Εκτός και αν η «κλάση του άρτου», ήταν κάτι πολύ σπουδαιότερο από το να φάνε απλώς, ακόμα και από το να αποχαιρετήσουν τον Παύλο!
Μάλιστα, στο εδάφιο 11, φαίνεται ότι δεν πήγαν για να φάνε εκεί, επειδή λέει για τον Παύλο: «αναβάς δε και κλάσας τον άρτον και γευσάμενος…» Αν είχαν πάει να φάνε, δεν θα έλεγε: «γευσάμενος», αλλά κάτι άλλο. Γιατί «γευσάμενος», σημαίνει ότι απλώς έβαλε λίγο ψωμί στο στόμα του ο Παύλος, και δεν έφαγε. Άρα, δεν πήγαν για να φάνε, αλλά για να τελέσουν το μυστήριο της κλάσης του άρτου.
Η «κλάση τού άρτου» στην μετα-Αποστολική εποχή
Από την πρώιμη αυτή εποχή στα τέλη του 1ου και τις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ., υπάρχουν δύο σημαντικές αρχαίες μαρτυρίες, για το πώς τελούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί την «κλάση του άρτου», και πώς χρησιμοποιούσαν τον όρο αυτό.Αυτές είναι οι επιστολές του αγίου Ιγνατίου, που μαρτύρησε επί Τραϊανού (100 – 117 μ.Χ.), και η ιδαχή των Δώδεκα Αποστόλων που συνεγράφη μεταξύ 70 και 100 μ.Χ.
Στις επιστολές Ιγνατίου αναφέρετα,
- «οι κατ’ άνδρα κοινή πάντες εν χάριτι εξ ονόματος συνέρχεσθε… ένα άρτον κλώντες, ός εστι φάρμακον αθανασίας αντίδοτος του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Χριστώ διαπαντό»[20]
Η αραδο΄χη αυτή δύο σημαντικά σκέλη. Αφενώς τα λεγόμενα, τα οποία φυσικώς δε σύναται λεχούν για ένα απλό γεύμα ενότητας, αλλά και από ποιόν αναφέρονται. Αναφέρονται από ένα εξέχοντα επίσκοπο της εποχής, ο οποίος μάλιστα είχε γνωρίσει και Αποστόλους και τους Προφήτες, από την Τάξη των Προφητών, καθώς και την αποστολική διδασκαλία και παράδοση αυτών. Έτσι ο Ιγνάτιος ο οποίος ήταν άνδρας με μεγάλο εκκλησιαστικό κύρος στην εποχή του, επιβεβαιώνει με σαφή μαρτυρία, πως αυτός ο άρτος και ο οίνος αποτελεί φάρμακο αθανασίας και εν Χριστώ ζωής.
Η Διδαχή των Αποστόλων επίσης (70-100 μ.Χ.) αναφέρει,
- «Κατά Κυριακήν δε Κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα υμών, όπως καθαρά η θυσία υμών»[21].
- «Περί δε τής ευχαριστίας, ούτως ευχαριστήσατε. Πρώτον περί του ποτηρίου: Ευχαριστούμεν σοι, Πάτερ ημών, υπέρ της αγίας αμπέλου Δαβίδ του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας».
- «Ευχαριστούμεν σοι Πάτερ ημών, υπέρ της ζωής και γνώσεως ης εγνώρισας ημίν δια Ιησού του παιδός σου. Σοι η δόξα εις τους αιώνας».
- «Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο έν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλησία από των περάτων της γης εις την βασιλείαν, ότι σου εστίν η δόξα και η δύναμις δια Ιησού Χριστού εις αιώνας…»[22]
Υποσημειώσεις
- ↑ Ματθαίον ΚΣΤ΄ 26-28
- ↑ Ματθ. 15:36· Πράξ. 24:3
- ↑ 1 Κορ. 11:20· Λουκ. 22:19· 24:35· Πράξ. 2:46
- ↑ Διδαχή 9:1, 5
- ↑ Διδαχή 9:2, 3
- ↑ Πράξεις 12,12,17-21,18-Προς Ρωμαίους 16,5,23-Α΄Κορινθίους 16,19 κ.α.
- ↑ Messe und Herrenmahl,Bohn
- ↑ De anima 9
- ↑ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιω. Ζηζιούλα, Εκκλησιολογία
- ↑ Κύριλλος Ιεροσολύμων, Κατήχησις Δ, 3
- ↑ Ιωάννης Χρυσόστομος. Ευχή αναφοράς της Θείας Λειτουργίας
- ↑ Iωάννου ΣΤ΄, 53
- ↑ Έκδοσις Ορθοδόξου Πίστεως Δ΄,13
- ↑ Ματθαίος 26/κς΄ 26-29
- ↑ Μάρκος 14/ιδ΄ 21-25
- ↑ Λουκάς 21/κα΄ 17-20
- ↑ Α΄ Κορινθίους 11/ια΄ 23-25
- ↑ Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 15
- ↑ 2/β΄ 42
- ↑ Ιγνατίου επιστολή προς Εφεσίους κεφ. 20.
- ↑ Διδαχή κεφ. 14
- ↑ Διδαχή κεφ. 9
Bιβλιογραφία
- Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002.
- Ηλία Μηνιάτη, Οι Τρεις περι Πίστεως Λόγοι (Δογματική Ορθοδόξου Εκκλησίας), Εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα.
- The Anchor Bible Dictionary, Τόμος 4, 1992, Doubleday.
- Γ. Κωνσταντίνου, Λεξικόν των Αγίων Γραφών, Εν Αθήναις, 1973/1999.
- Β. Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, 6η έκδ., 1959/1998, Εκδ. Παπαδημητρίου.
- E.W. Bullinger, A Critical Lexicon and Concordance to the English and Greek New Testament, 1999, Kregel Publications.
- Η συχνότητα τής "κλάσεως τού άρτου" στην Καινή Διαθήκη