Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ψυχή"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Παρανοήσεις της λέξης: "ψυχή")
μ (μ. αλλαγή)
 
(60 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Η λέξη ψυχή, είναι πολυσήμαντη. Η βασική της έννοια, είναι το πνευματικό συστατικό του ανθρώπου που επιβιώνει κατά χάριν Θεού, μετά τον θάνατο, και ως προς αυτή την έννοια, σχεδόν ταυτίζεται με τον όρο "υπόστασις". Αλλά η ίδια αυτή λέξη, χρησιμοποιείται ευρέως τόσο για τη φύση κάποιου όντος, όσο και για τη ζωή του.
+
Η λέξη «'''ψυχή'''»<ref>σανσκρ. ''atma''· λατ. ''anima''· αγγλ. ''soul''.</ref>  (από το ρήμα «ψύχω», δηλ. «πνέω») κυριολεκτικά σημαίνει «''πνοή''». Εντούτοις, από αρχαιοτάτων χρόνων ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει πολύ περισσότερα, ιδίως όσον αφορά τις νοητικές λειτουργίες του ανθρώπου και τη μετά [[θάνατος|θάνατον]] ζωή. Λόγω των πολλών απόψεων για τη θρησκευτικο-φιλοσοφική σημασία της «ψυχής», οι ορισμοί που υπάρχουν είναι πολλοί, αλλά σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία η ψυχή είναι η ασώματη [[ουσία]] του [[άνθρωπος|ανθρώπου]] η οποία αποτελεί την έδρα της προσωπικότητάς του, επιζεί μετά τον θάνατο του σώματος, όντας η ίδια κατά χάρη [[αθανασία|αθάνατη]] (λαμβάνει δηλαδή την αθανασία από το Θεό). Η έννοια της λέξης «''ψυχή''», εξ αιτίας του ερμηνευτικού προσδιορισμού του, αποτέλεσε την αφορμή για τη δημιουργία πολλών θεωριών και κακοδοξιών μέσα στο χώρο της Χριστιανοσύνης έως και σήμερα.
  
Η λέξη ψυχή, εξ αιτίας αυτής της ερμηνευτικής της δυσκολίας, απετέλεσε την αφορμή για τη δημιουργία πολλών εσφαλμένων θεωριών και κακοδοξιών μέσα στο χώρο της Χριστιανοσύνης, από πολύ παλιά, έως και σήμερα.
+
== Ετυμολογία ==
  
Στη συνέρχεια θα εξετάσουμε αυτή τη λέξη κατ' αρχήν γραμματολογικά, και έπειτα, κυρίως εννοιολογικά. Δηλαδή με πόσες και ποιες διαφορετικές σημασίες απαντάται στα θεόπνευστα κείμενα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, αλλά και στα υπόλοιπα Εκκλησιαστικά κείμενα. Έτσι θα μας δοθεί η δυνατότης, να διακρίνουμε την ορθή ερμηνεία της λέξης "ψυχή", μέσα στα θεόπνευστα κείμενα, από τις εσφαλμένες παρερμηνείες των διαφόρων χριστιανικών ομολογιών, αλλά και ταυτόχρονα να διακρίνουμε το ορθό δόγμα περί ψυχής της Εκκλησίας, από ορισμένα άλλα άστοχα, παράλογα δογματικά κατασκευάσματα που κυκλοφορούν και στις μέρες μας περί ψυχής, όπως για παράδειγμα ότι δήθεν η ψυχή είναι θνητή, και εκμηδενίζεται με τον θάνατο.
+
Η λέξη ψυχή, ετυμολογικά, προέρχεται από το ρήμα «''ψύχω''» που σημαίνει ''αναπνέω''. Έτσι παρατηρούμε πωε κατ' αρχήν, η λέξη «''ψυχή''», ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την αναπνοή, εξού και άμεσα συνδέθηκε με την έννοια της ''ζωής''.
  
Αναπόφευκτα βέβαια, και προκειμένου να έχουμε μια ολοκληρωμένη, και εις βάθος εικόνα του ανθρωπολογικού περιεχομένου της λέξης "ψυχή", θα πρέπει να την εξετάσουμε και σε σχέση με άλλες συναφείς, ή σχετικές έννοιες, που εκφράζονται από τις λέξεις: "πνεύμα", "σαρξ", "σώμα", "καρδία", αλλά πιθανόν και "άδης", "απόλυμαι", κλπ.
+
Στην Εβραϊκή γλώσσα η αντίστοιχη λέξη προφέρεται ''νέφες'', όπως μαθαίνουμε από την Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄). Και στην περίπτωση αυτή, όπως ακριβώς και με την Ελληνική λέξη «''ψυχή''», η λέξη «''νέφες''», προέρχεται ετυμολογικά από το ρήμα «''ναφάς''», που σημαίνει «''αναπνέω''».  
  
 +
Μία από τις πρωταρχικές της σημασίες στην Εβραϊκή γλώσσα, είναι η έννοια του ''λάρυγγος'', δηλαδή ενός εξωτερικά εμφανούς οργάνου της αναπνοής. Τέτοια έννοια έχει στο βιβλίο του Ησαΐα<ref>5/ε: 14</ref> ''Και επλάτυνεν ο Άδης την ψυχήν αυτού, (Εβραίκά "νέφες"), και διήνοιξε το στόμα αυτού, του μη διαλειπείν, και καταβήσονται οι ένδοξοι και οι μεγάλοι, και οι πλούσιοι, και οι λοιμοί αυτής''»' Επίσης με αντίστοιχη σημασία εμφανίζεται στα βιβλία Aβακκούμ<ref>2/β: 5</ref> και τον [[Εκκλησιαστής|Εκκλησιαστή]]<ref>6/στ: 7</ref>.
  
 +
Κατ' επέκτασιν της εννοίας τη λάρυγγος, η Εβραϊκή λέξη «''νέφες''» έχει και τη σημασία του ''αυχένος'' ή του ''τραχήλου'', με την οποία θα μπορούσαν να ερμηνευθούν χωρία των [[Ψαλμοί|Ψαλμών]]<ref>105/ρε: 18</ref><ref>44/μδ: 25</ref>. Το μεν πρώτο χωρίο, αναφερόμενο στον [[Ιωσήφ]] τον υιό του [[Ιακώβ]], που επωλήθη ως δούλος από τους αδελφούς του, αναφέρει «''εταπείνωσαν εν παίδες, (με δεσμά) τους πόδας αυτού, σίδηρον διήλθεν την ψυχήν αυτού'''» , εννοώντας ότι του πέρασαν σιδερένιο περιλαίμιο, ενώ το δεύτερο αναφέρει «''διότι εταπεινώθη έως χώματος η ψυχή ημών, εκωλήθει εις την γην η κοιλία ημών''». Λέγει δηλαδή ο ψαλμωδός, ότι ο αυχένας τους κάμφθηκε τόσο, ώστε ακούμπησε στο χώμα.
  
== Η ψυχή ("νέφες") ως αναπνοή και λάρυγγας ==
+
== H ψυχή στην [[Αγία Γραφή]] ==
 +
=== Η ψυχή ως ''ζωή'' ===
  
Ας εξετάσουμε λοιπόν τον όρο ψυχή κατ' αρχήν από γραμματολογικής απόψεως.
+
Επειδή η λέξη "ψυχή" και η αντίστοιχή της Εβραϊκή λέξη: "νέφες", προσδιορίζουν την αναπνοή, που είναι μια από τις βασικές λειτουργίες των ζωντανών οργανισμών, μια και όταν πεθάνουν παύει και η λειτουργία της αναπνοής, γι' αυτό και δεν είναι καθόλου παράδοξο το ότι χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει αυτήν καθεαυτήν την ζωή. Έτσι παρατηρείται στην [[Αγία Γραφή]], η λέξη «''νέφες''» ή «''ψυχή''», να  χρησιμοποιείται αντί της λέξης «''ζωή''» για ζώα. Επί παεραδείγματι, στη [[Γένεση]]<ref>1/α: 20, 21 και 24</ref>, «''Και είπεν ο Θεός: Ας γεμίσωσι τα ύδατα εν αφθονία, νηκτά έμψυχα, και πετεινά πετώμενα επάνωθεν της γης κατά το στερέωμα του ουρανού. Και εποίησεν ο Θεός παν έμψυχον κινούμενον, και είπεν ο Θεός: Ας γεμίσει η γη ζώα έμψυχα, κατά το είδος αυτών, κτήνη και ερπετά και ζώα της γης, κατά το είδος αυτών. Και έγινεν ούτω''».
  
Η λέξη ψυχή, ετυμολογικά, προέρχεται από το ρήμα: "ψύχω" που σημαίνει: "αναπνέω". Δηλαδή κατ' αρχήν, η λέξη "ψυχή", ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την αναπνοή. Και όπως είναι φυσικό, επειδή η αναπνοή είναι μια φυσική λειτουργία των ζωντανών οργανισμών, γι' αυτό και αρχικά η λέξη "ψυχή", συνδέθηκε με την έννοια της "ζωής". Γενικά και απρόσωπα.
+
Τα ζώα δηλαδή που εκδηλώνουν τη βιολογική τους ζωή, ονομάζονται «''έμψυχα''» σε αρκετά σημεία της Αγίας Γραφής. Επειδή όμως η βιολογική ζωή έχει σαν κύριο συστατικό το αίμα και χαρακτηρίζεται από αυτό, γι' αυτό και η λέξη «''ψυχή''», συνδέθηκε με τη λέξη: ''αίμα'', όπως για παράδειγμα στο ''Γένεσις 9/θ: 3,4'', όπου ομιλεί ο Θεός προς τον Νώε «''Και παν ερπετόν, ο εστί ζων, (το οποίο είναι ζωντανό), υμίν έσται εις βρώσιν (είναι δικό σας για τροφή). Ως λάχανα χόρτου δέδωκα υμίν τα πάντα. Πλην κρέας εν αίματι ψυχής, ου φάγεστε. (Όμως κρέας, με το αίμα που είναι το κύριο συστατικό της βιολογικής ζωής, να μη φάτε)''».
  
Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για την αντίστοιχη Εβραϊκή λέξη, η οποία κατά κύριο λόγο αποδόθηκε στα Ελληνικά ως "ψυχή" στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄), αλλά και από τους Θεοπνεύστους συγγραφείς της Καινής Διαθήκης. Ο αντίστοιχος λοιπόν εβραϊκός όρος για τη λέξη: "ψυχή", είναι η λέξη: "νέφες". Και στην περίπτωση αυτή, όπως ακριβώς και με την Ελληνική λέξη "ψυχή", η λέξη: "νέφες", προέρχεται ετυμολογικά από το ρήμα: "ναφάς", που σημαίνει: "αναπνέω". Μάλιστα, μία από τις πρωταρχικές της σημασίες, είναι η έννοια του "λάρυγγος", δηλαδή ενός εξωτερικά εμφανούς οργάνου της αναπνοής.
+
Όμοια διαβάζουμε στο Λευιτικό<ref>17/ιζ: 11</ref> «''Η γαρ ψυχή πάσης σαρκός, αίμα αυτού εστί. Και εγώ δέδωκα αυτό υμίν επί του θυσιαστηρίου εξιλάσκεσθαι περί των ψυχών υμών. Το γαρ αίμα αυτού, αντί ψυχής εξιλάσσεται''». Εδώ μάλιστα ταυτίζεται η ψυχή με το αίμα, όπως αλλού με την αναπνοή, διότι λέγει πως «''η γαρ ψυχή πάσης σαρκός, αίμα αυτού εστί''».
  
Τέτοια έννοια έχει στο Ησαϊας 5/ε: 14: "Και επλάτυνεν ο Άδης την ψυχήν αυτού, (Εβραίκά "νέφες"), και διήνοιξε το στόμα αυτού, του μη διαλειπείν, και καταβήσονται οι ένδοξοι και οι μεγάλοι, και οι πλούσιοι, και οι λοιμοί αυτής". Στο χωρίο αυτό, οι Εβδομήκοντα, μετέφρασαν την Εβραϊκή λέξη: "νέφες", με την πιο διαδεδομένη της σημασία, δηλαδή με τη λέξη: "ψυχή". Ενώ είναι φανερό, πως στο Εβραϊκό κείμενο, έχει την έννοια του "λάρυγγος", ότι δηλαδή ο άδης, άνοιξε διάπλατα τον λάρυγγά του και το στόμα του, για να καταπιεί τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ.
+
=== Η ψυχή ως ''ανθρώπινη βιολογική ζωή'' ===
  
Παρόμοιο χωρίο, είναι και το Αβακκούμ 2/β: 5, όπου ο άπληστος και αλαζών άνθρωπος "πλατύνει τον λάρυγγά του (στα Εβραϊκά "νέφες"), ως ο Άδης, και δεν χορταίνει".
+
Η λέξη «''ψυχή''» όμως, δεν δηλώνει μόνο τη βιολογική ζωή των ζώων, αλλά και αυτού του ανθρώπου. Έτσι στο βιβλίο της [[Έξοδος|Εξόδου]]<ref>21/κα: 23</ref>, διαβάζουμε ''Ει δε, εξεικονισμένο ει, (δηλαδή, αν το έμβρυο που φονευθεί είναι σχηματισμένο), δώσει ψυχήν αντί ψυχής''. Όταν πέθανε ο Ηρώδης, άγγελος Κυρίου είπε στον [[Ιωσήφ]], ότι πέθαναν αυτοί που επιβουλεύονταν τη ζωή του Ιησού. «''Εγερθείς, παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και ύπαγε εις την γην Ισραήλ, διότι απέθανον οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου''»<ref>Ματθαίος 2/β: 20</ref>. Ο Ηρώδης, ζητούσε να τερματίσει την βιολογική ζωή του Χριστού, σκοτώνοντάς τον. Δηλαδή και εδώ έχουμε την ''ψυχή'', αντί της εννοίας ''βιολογική ζωή'' του ανθρώπου.
  
Σαν τελευταίο παράδειγμα αυτής της κατηγορίας όπου η λέξη "νέφες" έχει την έννοια του "λάρυγγος", και όχι της απρόσωπης ζωής, που είχε αρχικά η αντίστοιχη Ελληνική λέξη: "ψυχή", θα μπορούσε να αναφερθεί το χωρίο στον Εκκλησιαστή 6/στ: 7.
+
Όμοια διαβάζουμε στο [[Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον]]<ref>14/ιδ: 26</ref> «''ει τις έρχεται προς με και ου μισεί τον πατέρα εαυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ψυχήν, ου δύναταί μου μαθητής είναι''».
  
Κατ' επέκτασιν της εννοίας τη λάρυγγος, η Εβραϊκή λέξη "νέφες", έχει και τη σημασία του "αυχένος", του "τραχήλου", με την οποία θα μπορούσαν να ερμηνευθούν τα χωρία Ψαλμός 105/ρε: 18 και 44/μδ: 25. Το μεν πρώτο, αναφερόμενο στον Ιωσήφ τον υιό του Ιακώβ, που επωλήθη ως δούλος από τους αδελφούς του, λέει: "εταπείνωσαν εν παίδες, (με δεσμά) τους πόδας αυτού, σίδηρον διήλθεν την ψυχήν αυτού" (Εβραϊκά "νέφες"), εννοώντας ότι του πέρασαν σιδερένιο περιλαίμιο. Ο δεύτερος στίχος λέει: "διότι εταπεινώθη έως χώματος η ψυχή ημών (Εβραϊκά "νέφες"), εκωλήθει εις την γην η κοιλία ημών". Λέγει ο ψαλμωδός, ότι ο αυχένας τους κάμφθηκε τόσο, ώστε ακούμπησε στο χώμα.
+
=== Η ψυχή ως ''άτομο'' και ''σώμα'' ===
  
Παρατηρούμε λοιπόν κατ' αρχή, ότι ο αντίστοιχος Εβραϊκός όρος της Ελληνικής λέξης "ψυχή", δηλαδή η λέξη: "νέφες", είχε την έννοια της "αναπνοής", που είναι βασική εκδήλωση των ζωντανών οργανισμών, αλλά επίσης και του "λάρυγγος", δηλαδή του βασικού τμήματος της αναπνευστικής οδού.
+
Σε μια σειρά από χωρία παρατηρήται η χρήση της λέξεως «''χυχή''» με την έννοια του σώματος ως αντικείμενο αλλά και του προσώπου, ως προσωπικότητα. Έτσι ως σώμα:
  
 +
: [[Λευϊτικό]]<ref>24/κδ: 17,18</ref> «''και άνθρωπος ος αν πατάξη ψυχήν ανθρώπου και αποθάνη, θανάτω θανατούσθω (Δηλαδή, όποιος κατά τον Μωσαϊκό Νόμο σκοτώνει άνθρωπο, να θανατώνεται). Και ος αν πατάξει κτήνος και αποθάνει, αποτισάσθω ψυχήν αντί ψυχής''». Δηλαδή, όποιος σκοτώσει ζώο, να αντιαποδώσει ψυχήν αντί ψυχής. Τουτέστιν, ζώον, αντί του ζώου που σκότωσε.
  
 +
: [[Αποκάλυψη]] <ref>16/ιστ: 3</ref> «''Και ο δεύτερος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού εις την θάλασσαν· και εγένετο αίμα ως νεκρού, και πάσα ψυχή ζώσα απέθανεν εν τη θαλάσση''».
  
== Η ψυχή ως "ζωή" και "ζωντανό ον" ==
+
Ενώ σαν ''άτομα'', σαν ''προσωπικότητες'':
  
Επειδή η λέξη "ψυχή" και η αντίστοιχή της Εβραϊκή λέξη: "νέφες", προσδιορίζουν την αναπνοή, που είναι μια από τις βασικές λειτουργίες των ζωντανών οργανισμών, μια και όταν πεθάνουν παύει και η λειτουργία της αναπνοής, γι' αυτό και δεν είναι καθόλου παράδοξο το ότι χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει αυτήν καθεαυτήν την ζωή. Είναι άλλωστε κάτι το συνηθισμένο, από ένα συγκεκριμένο και εξέχον χαρακτηριστικό ενός ατόμου ή αντικειμένου, να ονομάζουμε και να προσδιορίζουμε το σύνολο. Επί παραδείγματι, από το χρώμα της στρατιωτικής στολής, προσδιορίζουμε ολόκληρη τη στρατιωτική ζωή, λέγοντας ότι "ο τάδε, έβαλε το χακί". Από την επί μέρους λειτουργία της αναπνοής που εκφράζεται με τη λέξη: "ψυχή", προσδιορίζεται ολόκληρο το φαινόμενο της ζωής. Έτσι λοιπόν δεν είναι καθόλου παράδοξο, αλλά αντίθετα επόμενο, το ότι η Εβραϊκή λέξη: "νέφες", και κατ' ακολουθίαν η αντίστοιχη Ελληνική λέξη: "ψυχή", να προσδιορίζουν και το φαινόμενο της ζωής στο σύνολό της, και ακριβέστερα της βιολογικής ζωής, όπως εκδηλώνεται μέσα από τη διαδικασία της αναπνοής στα κτίσματα, και ιδιαίτερα στα ζώα συμπεριλαμβανομένου βεβαίως και του ανθρώπου.
+
: «''Και πάσαι οι ψυχαί, αι εξελθούσαι εκ του μηρού Ιακώβ, ήσαν ψυχαί εβδομήκοντα''».<ref>[[Έξοδος]] 1/α: 5</ref>.
  
Ας δούμε μερικά παραδείγματα από την Αγία Γραφή, όπου η λέξη: "νέφες" ή "ψυχή", χρησιμοποιείται αντί της λέξης: "ζωή", και όπου τα ζώα, χαρακτηρίζονται ως "έμψυχα", δηλαδή ως "όντα με ζωή". Διότι η Ελληνική λέξη: "ζώον", αυτό ακριβώς σημαίνει. Ον με ζωή. Έτσι λοιπόν, στο Γένεσις 1/α: 20, 21 και 24, όλα τα ζώα, δηλαδή όσα όντα χαρακτηρίζονται από βιολογική ζωή, ονομάζονται "έμψυχα": "Και είπεν ο Θεός: Ας γεμίσωσι τα ύδατα εν αφθονία, νηκτά έμψυχα, και πετεινά πετώμενα επάνωθεν της γης κατά το στερέωμα του ουρανού. Και εποίησεν ο Θεός παν έμψυχον κινούμενον, και είπεν ο Θεός: Ας γεμίσει η γη ζώα έμψυχα, κατά το είδος αυτών, κτήνη και ερπετά και ζώα της γης, κατά το είδος αυτών. Και έγινεν ούτω".
+
: «''Η δε ψυχή ήτις πράξει αμάρτημα με χείρα υπερήφανον, είτε αυτόχθων, είτε ξένος, ούτος καταφρονεί τον Κύριον. Και θέλει εξολοθρευθεί η ψυχή εκείνη εκ μέσου του λαού αυτής''» <ref>[[Αριθμοί]] 15/ιε: 30,31</ref>.
  
Τα ζώα λοιπόν που εκδηλώνουν τη βιολογική τους ζωή και δια της αναπνοής, ονομάζονται "έμψυχα" σε αρκετά σημεία της Αγίας Γραφής. Επειδή όμως η βιολογική ζωή έχει σαν κύριο συστατικό το αίμα, και χαρακτηρίζεται από αυτό, γι' αυτό και η λέξη: "ψυχή", συνδέθηκε με τη λέξη: "αίμα", όπως για παράδειγμα στο Γένεσις 9/θ: 3,4, όπου λέει ο Θεός στον Νώε: "Και παν ερπετόν, ο εστί ζων, (το οποίο είναι ζωντανό), υμίν έσται εις βρώσιν (είναι δικό σας για τροφή). Ως λάχανα χόρτου δέδωκα υμίν τα πάντα. Πλην κρέας εν αίματι ψυχής, ου φάγεστε. (Όμως κρέας, με το αίμα που είναι το κύριο συστατικό της βιολογικής ζωής, να μη φάτε).
+
: «''Και ψυχαί ανθρώπων, (δηλαδή άνθρωποι), ήσαν 16.000 και το απόδωμα του Κυριου 32.000 ψυχαί''»<ref>Αριθμοί 31/λα: 40. Όμοια, και Αριθμοί 18/ιη: 20, 22</ref>.
  
Όμοια διαβάζουμε στο Λευιτικό 17/ιζ: 11: "Η γαρ ψυχή πάσης σαρκός, αίμα αυτού εστί. Και εγώ δέδωκα αυτό υμίν επί του θυσιαστηρίου εξιλάσκεσθαι περί των ψυχών υμών. Το γαρ αίμα αυτού, αντί ψυχής εξιλάσσεται". Εδώ μάλιστα ταυτίζεται η ψυχή με το αίμα, όπως αλλού με την αναπνοή, διότι λέγει: "η γαρ ψυχή πάσης σαρκός, αίμα αυτού εστί". Και αν κανείς κοντόφθαλμα προσκολληθεί σε αυτόν τον ορισμό, ότι δηλαδή η ψυχή κάθε ζωντανού οργανισμού είναι το αίμα του, και όπου υπάρχει η λέξη ψυχή στην Αγία Γραφή την αντικαταστήσει με τη λέξη: "αίμα", τότε θα καταλήξει σε ένα αλλοπρόσαλλο κείμενο, από το οποίο δεν θα μπορεί να βγει κανένα νόημα. Κάτι τέτοιο όμως δεν το κάνουν ούτε οι ακραίοι αιρετικοί. Και μια και αναφέραμε αυτό το εδάφιο, επισημαίνουμε προκαταβολικά κάτι που στη συνέχεια θα αναπτύξουμε εκτενέστερα, ότι δηλαδή ενώ από τη μια μεριά μας λέει ότι η ψυχή πάσης σαρκός (συμπεριλαμβανομένου βεβαίως και του ανθρώπου) είναι το αίμα του, στη συνέχεια μας λέει ότι με την ψυχή, (το αίμα των ζώων), γίνεται εξιλασμός της ψυχής του ανθρώπου. Αν η λέξη "ψυχή" έχει την ίδια έννοια και στα δύο σημεία του χωρίου, ή αν η ψυχή των ζώων δεν διαφέρει από των ανθρώπων, τότε γιατί να απαιτείται εξιλασμός; Τι νόημα έχει; και τι αποτέλεσμα φέρνει; (Παρόμοιο χωρίο είναι και το Λευιτικό 17/ιζ: 14).
+
: ''[[Αριθμοί]] <ref>6/στ: 6</ref><ref>19/ιθ: 11</ref>, που μιλούν για ''ψυχή τετελευτικυία'' και περί του ''τεθνηκότως πάσης ψυχής ανθρώπου''.
 
  
 +
Από την [[Καινή Διαθήκη]] χωρία όπου η λέξη «''ψυχή''» δηλώνει τον άνθρωπο ως ''άτομο'', δηλαδή ως ''φορέα της ζωής'':
  
== Η ψυχή ως ανθρώπινη βιολογική ζωή ==
+
: «''Εκείνοι λοιπόν, μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού, εβαπτίσθησαν. Και προσετέθησαν εν εκείνη την ημέρα, έως 3.000 ψυχαί''»<ref>Πράξεις 2/β: 41</ref>.
  
Η λέξη "ψυχή" όμως, δεν δηλώνει μόνο τη βιολογική ζωή των ζώων, αλλά και αυτού του ανθρώπου. Έτσι στο Έξοδος 21/κα: 23, διαβάζουμε: "Ει δε, εξεικονισμένο ει, (δηλαδή, αν το έμβρυο που φονευθεί είναι σχηματισμένο), δώσει ψυχήν αντί ψυχής". Φανερά εδώ, στην περίπτωση φόνου, κατά τον Μωσαϊκό Νόμο, η απόφαση είναι να δώσει κανείς "ζωή αντί ζωής".  
+
: «''Ήμεθα δεν εν τω πλοίω, ψυχαί όλαι 276''»<ref>Πράξεις 27/κζ: 37</ref>.
  
Όταν πέθανε ο Ηρώδης, άγγελος Κυρίου είπε στον Ιωσήφ, ότι πέθαναν αυτοί που επιβουλεύονταν τη ζωή του Ιησού. "Εγερθείς, παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και ύπαγε εις την γην Ισραήλ, διότι απέθανον οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου" (Ματθαίος 2/β: 20). Ο Ηρώδης, ζητούσε να τερματίσει την βιολογική ζωή του Χριστού, σκοτώνοντάς τον. Δηλαδή και εδώ έχουμε την "ψυχή", αντί της εννοίας: "βιολογική ζωή" του ανθρώπου.
+
: «''Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τα ανωτέρας εξουσίας'»<ref>Ρωμαίους 13/ιγ: 1</ref>.
  
Όμοια διαβάζουμε στο Λουκάς 14/ιδ: 26: "ει τις έρχεται προς με και ου μισεί τον πατέρα εαυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ψυχήν, ου δύναταί μου μαθητής είναι". Εδώ πάλι, η λέξη ψυχή, μόνο σαν την προσωρινή βιολογική ζωή του ανθρώπου μπορεί να ερμηνευθεί.
+
=== Οι διαφορές της ψυχής στον άνθρωπο και στα ζώα ===
 
  
 +
Ο όρος «''ψυχή''» αρχικά, χαρακτήρισε από το ειδικό το γενικό, δηλαδή από την αναπνοή, την ζωή και τον φορέα της. Στη συνέχεια να εφαρμόστηκε από το γενικό (δηλαδή την ζωή), στα επί μέρους, όπως για παράδειγμα το «''αίμα''». Κατωτέρω θα αναδειχθούν και άλλες τέτοιες εξειδικεύσεις του όρου «''ψυχή''», και μέσω αυτών, θα διακρίνουμε και τις ειδοποιούς διαφορές της ψυχής των ζώων και των ανθρώπων.
  
== Η ψυχή ως "άτομο" και... "σώμα" ==
+
Πέραν όμως των βιολογικών ιδιοτήτων, στη λέξη «''ψυχή''», αποδίδονται και ψυχολογικές ιδιότητες των εμβίων όντων. Και αυτές τις ψυχολογικές ιδιότητες, τις χωρίζουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
  
Διαβάζουμε στο Λευιτικό 24/κδ: 17,18: "και άνθρωπος ος αν πατάξη ψυχήν ανθρώπου και αποθάνη, θανάτω θανατούσθω (Δηλαδή, όποιος κατά τον Μωσαϊκό Νόμο σκοτώνει άνθρωπο, να θανατώνεται). Και ος αν πατάξει κτήνος και αποθάνει, αποτισάσθω ψυχήν αντί ψυχής". Δηλαδή, όποιος σκοτώσει ζώο, να αντιαποδώσει ψυχήν αντί ψυχής. Τουτέστιν, ζώον, αντί του ζώου που σκότωσε.
+
* Στα σωματικά αισθήματα, όπως είναι η πείνα, η δίψα και
  
Στην Αποκάλυψη 16/ιστ: 3 διαβάζουμε: "Και ο δεύτερος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού εις την θάλασσαν· και εγένετο αίμα ως νεκρού, και πάσα ψυχή ζώσα απέθανεν εν τη θαλάσση".
+
* Στα συναισθήματα, όπως είναι η φιλία, η στοργή, η λύπη.
  
Ας δούμε όμως και μερικές αναφορές της Αγίας Γραφής, όπου οι άνθρωποι σαν "άτομα", σαν "προσωπικότητες" αναφέρονται ως ψυχές:
+
==== Σωματικά αισθήματα ====
  
"Και πάσαι οι ψυχαί, αι εξελθούσαι εκ του μηρού Ιακώβ, ήσαν ψυχαί εβδομήκοντα". Δηλαδή, οι απόγονοι του Ιακώβ ήταν 70 άνθρωποι. (Έξοδος 1/α: 5).
+
:[[Βιβλίο Ησαΐα|Ησαϊας]] <ref>32/λβ: 6</ref> «''Ο γαρ μωρός, μωρά λαλήσει. Και η καρδία αυτού, μάταια νοήσει. Του συντελείν άνομα, και λαλείν προς Κύριον πλάνησιν. Του διασπείραι ψυχάς πεινώσας και τας ψυχάς τας διψώσας κενάς ποιήσαι". Εδώ μιλεί για ψυχές που πεινούν και που διψούν, ως προς το αίσθημα ικανοποίησης.
  
"Η δε ψυχή ήτις πράξει αμάρτημα με χείρα υπερήφανον, είτε αυτόχθων, είτε ξένος, ούτος καταφρονεί τον Κύριον. Και θέλει εξολοθρευθεί η ψυχή εκείνη εκ μέσου του λαού αυτής" (Αριθμοί 15/ιε: 30,31).
+
: [[Παροιμίες]] <ref>19/ιθ: 15</ref> «''Η άεργος ψυχή θέλει πεινά''».
  
"Και ψυχαί ανθρώπων, (δηλαδή άνθρωποι), ήσαν 16.000 και το απόδωμα του Κυριου 32.000 ψυχαί" (Αριθμοί 31/λα: 40. Όμοια, και Αριθμοί 18/ιη: 20, 22).
+
: [[Έξοδος]] <ref>15/ιε: 9</ref> «''Ο εχθρός είπεν: Θέλω καταδιώξει, θέλω καταφθάσει, θέλω διαμοιρασθεί τα λάφυρα. Η ψυχή μου θέλει χορτασθεί επ' αυτούς''».
  
Χαρακτηριστικά είναι επίσης τα χωρία Αριθμοί 6/στ: 6, και 19/ιθ: 11, που μιλούν για "ψυχή τετελευτικυία", δηλαδή "άνθρωπο πεθαμένο", και περί του "τεθνηκότως πάσης ψυχής ανθρώπου". Δηλαδή για "νεκρό σώμα ανθρώπου". Μάλιστα θυμίζουν οξύμωρο σχήμα, όπως άλλωστε και η έκφραση: "νεκρό ζώον", δηλαδή: "ζώο (=ζωντανό) χωρίς ζωή".
+
: [[Δευτερονόμιο]] <ref>23/κγ: 26 (Ο΄)</ref> «''Εάν δε εισέλθεις εις τον αμπελώνα του πλησίον σου, φαγείς σταφυλήν όσον ψυχή σου εμπλησθήναι, εις δεν άγγος (αγγείο), ουκ εμβαλείς''».
  
Από την Καινή Διαθήκη, δειγματολειπτικά αναφέρουμε τα εξής χωρία όπου η λέξη "ψυχή" δηλώνει τον άνθρωπο ως "άτομο", δηλαδή ως "φορέα της ζωής":
+
: [[Ψαλμοί]] <ref>107/ρζ: 9</ref> «''Εχόρτασεν ψυχήν πεινώσα, και ψυχήν διψώσα ενέπλησεν αγαθών''».
  
"Εκείνοι λοιπόν, μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού, εβαπτίσθησαν. Και προσετέθησαν εν εκείνη την ημέρα, έως 3.000 ψυχαί" (Πράξεις 2/β: 41).
+
: [[Βιβλίο Ησαΐα|Ησαϊας]]<ref>53/νγ: 10 (Ο΄)</ref> «''Εάν δώτε περί αμαρτίας, η ψυχή υμών όψεται σπέρμα μακρόβιον''».  
  
"Ήμεθα δεν εν τω πλοίω, ψυχαί όλαι 276" (Πράξεις 27/κζ: 37).
+
: [[Εκκλησιαστής]] <ref>2/β: 24 (Ο΄)</ref> «''Ουκ έσται αγαθόν ανθρώπω ο (εκείνο το οποίο) φάγετε, και ο πίετε και ο δείξει τη ψυχή αυτού αγαθόν εν τω μόχθω αυτού''».
  
"Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τα ανωτέρας εξουσίας" (Ρωμαίους 13/ιγ: 1).
+
: [[Βιβλίο Ιερεμία|Ιερεμίας]] <ref>4/δ: 19</ref> «''Διότι ήκουσας ψυχή μου ήχον σάλπιγγος, αλαλαγμόν πολέμου''».
  
Ύστερα από αυτά, στις σημασίες του όρου: "ψυχή" που έχουμε δει, προστέθηκε μία ακόμη. Αυτή του "ατόμου". Ανθρώπου ή ζώου, δηλαδή του φορέα της βιολογικής ζωής.
+
: [[Λευιτικό]]<ref>5/ε: 2,3</ref> «''Η ψυχή εκείνη ήτις εάν άψηται παντός πράγματος ακαθάρτου...''»
 
  
 +
: [[Αριθμοί]]<ref>19/ιθ: 22</ref> «''Και παντός ου (του οποίου) εάν άψηται αυτού ακάθαρτος, ακάθαρτον έσται, και ψυχή η απτομένη ακάθαρτος έσται έως εσπέρας''».
  
== Οι διαφορές της ψυχής στον άνθρωπο και στα ζώα ==
+
==== Συναισθήματα ====
  
Μέχρι τώρα, όλες οι έννοιες της λέξης: "ψυχή" που έχουμε δει, έχουν κοινή και ισοδύναμη εφαρμογή, και στους ανθρώπους και στα ζώα. Πολλοί παρεξηγώντας τις ομοιότητες και μένοντας ως εδώ, δεν προχώρησαν στις διαφορές, και έπεσαν στην πλάνη να θεωρούν ότι η λέξη: "ψυχή" εφαρμόζεται παντού εξ ίσου, στους ανθρώπους και τα ζώα και επομένως η ψυχή του ανθρώπου σαν έννοια και σαν όρος, όπου απαντάται στην Αγία Γραφή δεν έχει καμία απολύτως διαφορά από την ψυχή του ζώου. Έτσι, συγχέοντας τις σημασίες, καταλήγουν στην κακοδοξία ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι ταυτόσημη με την ψυχή των ζώων και επομένως εξαφανίζεται και εκμηδενίζεται στον θάνατο, όπως και το σώμα του. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν, να διακρίνουμε τη διαφορά που έχει η λέξη: "ψυχή" όταν εφαρμόζεται σε ανθρώπους, απ' ότι όταν εφαρμόζεται σε ζώα:
+
Παρόμοια όμως παρουσιάζεται η ψυχή πάλι ως ο φορέας της ζωής, να εκδηλώνει και το δεύτερο κομμάτι των ψυχολογικών ιδιοτήτων. Δηλαδή, συναισθήματα.
 
 
Και θα αρχίσουμε με μια παρατήρηση. Διαπιστώσαμε, ότι ενώ στην αρχή ο όρος ψυχή χαρακτήρισε από το ειδικό το γενικό, δηλαδή από την αναπνοή την ζωή και τον φορέα της, στη συνέχεια άρχισε να εφαρμόζεται από το γενικό (δηλαδή την ζωή), στα επί μέρους, όπως για παράδειγμα το "αίμα". Θα δούμε λοιπόν στη συνέχεια και άλλες τέτοιες εξειδικεύσεις του όρου "ψυχή", και μέσω αυτών, θα διακρίνουμε και τις ειδοποιούς διαφορές και θα διαπιστώσουμε τελικά ότι η ψυχή των ζώων δεν είναι καθόλου ίδια με την ψυχή των ανθρώπων, ούτε σημαίνει βεβαίως μονοσήμαντα και αποκλειστικά κάθε ζωντανή ύπαρξη ανεξαιρέτως.
 
 
 
Με την λέξη "ψυχή" όπως είπαμε, αποδίδονται οι κατώτερες, οι βιολογικές ιδιότητες των ζωντανών οργανισμών, όπως είναι η αναπνοή και το αίμα. Και αυτές οι ιδιότητες είναι βεβαίως κοινές ανάμεσα στον άνθρωπο και τα ζώα.
 
 
 
Πέραν όμως των βιολογικών ιδιοτήτων, στη λέξη: "ψυχή", αποδίδονται και ψυχολογικές ιδιότητες των εμβίων όντων. Και αυτές τις ψυχολογικές ιδιότητες, τις χωρίζομε σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
 
 
 
1ον Στα σωματικά αισθήματα, όπως είναι η πείνα, η δίψα, κ.λ.π., και
 
 
 
2ον Στα συναισθήματα, όπως είναι η φιλία, η στοργή, η λύπη, κ.ο.κ.
 
  
 +
Έτσι παρατηρούμε την ψυχή να εκφράζει το συναίσθημα της αγάπης στο [[Άσμα Ασμάτων]]<ref>1/α: 7</ref>, στο [[Α΄ Σαμουήλ]]<ref>18/ιη: 1</ref>, το συναίσθημα του μίσους, στον [[Βιβλίο Ησαΐα|Ησαΐα]]<ref>1/α: 14</ref>, [[Β΄ Σαμουήλ]]<ref>5/ε: 8</ref>, το συναίσθημα της βδελυγμίας, στο [[Λευιτικό]]<ref>26/κστ: 11</ref>, στο [[Βιβλίο Ιερεμία|Ιερεμία]]<ref>14/ιδ: 19</ref>.
  
 +
Η ψυχή επίσης εκφράζει το συναίσθημα της ευφροσύνης, όπως στον [[Ψαλμοί|Ψαλμό]] 86/πστ: 4, στις [[Παροιμίες]]<ref>23/κγ: 24 (Ο΄)</ref>, το συναίσθημα της γλυκύτητος, επίσης στις Παροιμίες<ref>27/κζ΄ 7</ref>, το συναίσθημα της πικρίας στον [[Ιώβ]]<ref>7/ζ: 11</ref>, στο [[Β΄ Σαμουήλ]]<ref>17/ιζ: 8</ref>, το συναίσθημα της θλίψης, στον Ιώβ<ref>19/ιθ: 2</ref>, το συναίσθημα της παραμυθίας στον Ψαλμό 77/οζ: 2, το συναίσθημα του πένθους στον Ιώβ<ref>14/ιδ: 22</ref>, το συναίσθημα της ακηδίας, στον Ψαλμό 119/ριθ: 28 (ριη΄ Ο΄), το συναίσθημα της αποστροφής στον Ιώβ<ref>6/στ: 7</ref>.
  
=== Σωματικά αισθήματα: ===
+
== Η Ορθόδοξη θεολογία «''περί ψυχής''» ==
  
Ας δούμε μερικά παραδείγματα από την καθεμιά, ξεκινώντας από την πρώτη, δηλαδή τα σωματικά αισθήματα, ή αλλιώς φυσικές ορμές ή έστικτα:
+
Η ψυχή σύμφωνα με τον [[Ιωάννης Δαμασκηνός|Ιωάννη το Δαμασκηνό]] είναι «''ουσία ζώσα, απλή, ασώματη, αόρατη κατά τη φύση της στα σωματικά μάτια, λογική και νοερή, ασχημάτιστη, ενώ χρησιμοποιεί ως όργανο το σώμα και παρέχει σε αυτό ζωή και αύξηση και αίσθηση και γέννηση, χωρίς να έχει άλλο νου στην περιοχή της, αλλά δικό της ως πιο καθαρό μέρος (γιατί όπως είναι το μάτι στο σώμα, έτσι και ο νους στην ψυχή), αυτεξούσια, θελητική και ενεργητική, τρεπτή δηλαδή εθελότρεπτη, γιατί είναι κτιστή, αφού όλα αυτά τα έχει πάρει κατά φύση από τη χάρη του δημιουργού της, από την οποία πήρε το είναι και το κατά τη φύση της έτσι είναι''»<ref>«''ουσία ζώσα, απλή, ασώματος, σωματικοις οφθαλμοίς κατ'οικείαν φύσην αόρατος, λογική τε και νοερά, ασχημάτιστη, οργανικώ κεχρημένη σώματι και τούτω ζωής αυξήσεώς τε και αισθήσεως και γεννήσεως παρεκτική, ουχ έτερον έχουσα εαυτόν νουν, αλλά μέρος αυτής το καθαρότατον (ώσπερ γαρ οφθαλμοίς εν σώματι, ούτως εν ψυχή νους), αυτεξούσιος, θελητική τε και εκεργητική, τρεπτη ήτοι εθελότρεπτος, οτι και κτιστή, πάντα ταύτα κατά φύσιν εκ της του δημιουργήσαντος αυτήν χάριτος ειληφυία, εξ ης και το είναι και το φύση ούτως είναι ειληφέν''» - Ιωάννη Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, σελίς 152</ref>. Η ψυχή είναι αθάνατη κατά χάρη<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική Θεολογία, Τόμος Γ΄, σελίς 225</ref> λόγω της σταυρικής θυσίας και της [[Ανάσταση|ανάστασης]] του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]], ενώ κατά τον Νύσσης, οι πλατωνικές αναζητήσεις για το που εδρεύει η ψυχή (στην καρδιά ή στον εγκέφαλο ή κάπου άλλου<ref>Ματσούκας, ό.π..</ref>), αποτελούν ''"στοχαστική ματαιολογία"''<ref>''Περί κατασκευής Ανθρώπου'', PG 44,156C.</ref> αφού, «''εξαιτίας της ανακράσεώς της με το σώμα πρέπει να εντοπίζεται ομοτίμως σε όλα τα μόρια του σώματος''»<ref>Ματσούκας, στο ίδιο. Βλ. PG 44,160D.</ref>. Αυτό λέει και ο Μ. Βασίλειος<ref>''"Θαύμαζε τον τεχνίτην, πως της ψυχής σου την δύναμιν προς το σώμα συνέδησεν, ως, μέχρι των περάτων αυτού διικνουμένην"'' (''Εις το πρόσεχε σεαυτώ'', PG 31,216B).</ref> αλλά και ο [[Ιωάννης Δαμασκηνός]]: ''"Η δε ψυχή συνδέδεται τω σώματι όλη όλω και ου μέρος μέρει"''<ref>''Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως'', PG 94, 853Α.</ref>, ενώ υποστηρίζει κατηγορηματικά την άποψη ότι η ψυχή δεν περιέχεται από το σώμα, αλλά αυτή το περιέχει<ref>Ό.π..</ref>, λέγοντας ότι το εμψυχωμένο σώμα μοιάζει να 'ναι σαν το πυρακτωμένο σίδερο που το περιβάλλει η φωτιά<ref>Ματσούκας, ό.π., σελ. 225.361.</ref>. Αυτό συμβαίνει επειδή η ασώματη φύση ''"ουκ έχει σχήμα, ίνα σωματικώς περισχεθή και ου σωματικώς περιέχεται, αλλά νοητώς"''<ref>''Έκδοσις ακριβής...'', PG 94,852Α.</ref>. Παρ' όλ' αυτά, μπορούμε να λέμε ότι βρίσκεται σε κάποιον τόπο (π.χ. στο σώμα), επειδή νοητά, περιγράφεται πως βρίσκεται εκεί ''"όπου και ενεργεί"'' και όχι σε άλλο μέρος<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Γ', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 384.</ref>.
  
Ησαϊας 32/λβ: 6: "Ο γαρ μωρός, μωρά λαλήσει. Και η καρδία αυτού, μάταια νοήσει. Του συντελείν άνομα, και λαλείν προς Κύριον πλάνησιν. Του διασπείραι ψυχάς πεινώσας και τας ψυχάς τας διψώσας κενάς ποιήσαι". Εδώ μιλεί για ψυχές που πεινούν και που διψούν.
+
Σύμφωνα με τον [[Γρηγόριος Νύσσης|Άγιο Γρηγόριο Νύσσης]], η ψυχή αντιμετωπίζεται ως ενιαία δημιουργία, η οποία με την ελεύθερη βούληση μπορεί να καταστεί όργανο της αρετής ή της κακίας. Ανατρέπει έτσι τον διαχωρισμό του Πλάτωνα σε ανώτερη και κατώτερη ψυχή, διότι τότε θα ήταν σαν να λέγαμε πως ο Δημιουργός είναι αίτιος της κακίας, μια και εκείνος τοποθέτησε τα εμπαθή μέρη της ψυχής<ref>Γρηγορίου Νύσσης, ''Περί ψυχής και Αναστάσεως'', PG 46,61A: ''"Ταύτα δε εστιν όσα εν ημίν γινόμενα πάθη λέγεται, α ουχί πάντως επί κακώ τινι τη ανθρωπίνη συνεκληρώθη ζωή· ή γάρ αν ο Δημιουργός των κακών την αιτίαν έχη, ει εκείθεν αι των πλημμελημάτων ήσαν ανάγκαι συγκαταβεβλημέναι τη φύσει· αλλά τη ποιά χρήσει της προαιρέσεως, ή αρετής, ή κακίας όργανα τα τοιαύτα της ψυχής κίνηματα γίνεται"''.</ref>. Διδάσκει ότι τρία είναι τα θεωρούμενα, περί ψυχής του ανθρώπου<ref>''Επιστολή Κανονική προς Λητόϊον Επίσκοπον Μελιτίνης'', Κανών Α' (Νικοδήμου Αγιορείτου, ''Πηδάλιον'' (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 651-652).</ref> (το ''λογικόν'', το ''επιθυμητικόν'' και το ''θυμοειδές'') και ''"με ταύτα τα τρία και οι αρεταίς ενεργούνται και οι κακίαις"''<ref>''Πηδάλιον, σελ. 653.</ref>. Του ''λογικού'' μέρους αρετές είναι η προς τον Θεόν ευσέβεια και η πίστις, η διάκριση του καλού του κακού και ασύγχητος γνώση της δόξας των όντων, δηλαδή να αναγνωρίζει από ποιόν μπορεί να αγαπάται και ποιόν πρέπει να αγαπά, ενώ διαστροφή είναι  ασέβεια, η απιστία, η αδιακρισία, η μη αναγνώριση του καλού και ωφέλιμου, από το κακό και βλαβερό. Του ''επιθυμητού'' μέρους αρετές είναι το να προσπαθεί ο άνθρωπος διαρκώς να πράττει το καλό και να επιδιώκεται διαρκώς η πνευματική βελτίωση του ανθρώπου, ενώ κακία του είναι η άμετρος φιλοδοξία, ο καλλωπισμός, η φιλαργυρία, η φιληδονία. Τέλος οι του ''θυμικού μέρους'' αρετές είναι η αποφυγή της αμαρτίας, ο πόλεμος των παθών, ανδρεία του ανθρώπου να παραδίδει ακόμα και το αίμα του για την πίστη. Κακία του θυμικού μέρους είναι ο φθόνος, το μίσος προς το πλησίον, οι φιλονικίες, οι ύβρεις, η μνησικακία, η εκδικητική διάθεση, αντιστροφή του θυμού, η χρήση του θυμού αντί να είναι ενάντια στο κακό και την αμαρτία, να αποβαίνει ενάντια στον συνάνθρωπο. Ο Μάξιμος ο Ομολογητής προσθέτει πως  ψυχή συγκροτείται από ζωτική και νοερή δύναμη, όπου η δεύτερη εξουσιάζεται και κινείται με τη βούληση του ανθρώπου, ενώ η πρώτη είναι απροαίρετη και μένει ως έχει. Ο νους, επισημαίνει, κατευθύνει τη νοερή δύναμη και ο λόγος (ως λειτουργία του νοός, που συνάγει συμπερασματικούς λογισμούς) προνοεί για την κίνηση της ζωτικής περιοχής<ref>Ν. Ματσούκας, Κόσμος, Άνθρωπος, Κοινωνία κατά το Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 227</ref>
  
Παροιμίες 19/ιθ: 15: "Η άεργος ψυχή θέλει πεινά". Και πάλι ψυχή που πεινά.
+
Ένα από τα σημαντικά θεολογούμενα στη διδασκαλία περί ψυχής είναι το πως η ψυχή μεταδίδεται στον άνθρωπο. Οι προτάσεις οι οποίες εκφράστηκαν είναι τρεις:
  
Έξοδος 15/ιε: 9: "Ο εχθρός είπεν: Θέλω καταδιώξει, θέλω καταφθάσει, θέλω διαμοιρασθεί τα λάφυρα. Η ψυχή μου θέλει χορτασθεί επ' αυτούς". Εδώ η ψυχή χορταίνει. Εκδηλώνει αίσθημα κορεσμού.
+
*''Θεωρία της προϋπάρξεως'': Η θεωρία αυτή προβλήθηκε από τον [[Ωριγένης|Ωριγένη]], αλλά απορρίφθηκε και καταδικάστηκε από την εκκλησία<ref>''"H διδασκαλία αύτη...κατεκρίθη υπό της εν έτει 543 συνελθούσης εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου"'' (Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 483) / ''"H Ε' Οικουμενική Σύνοδος εδέχθη την καταδίκην των ετεροδοξιών του Ωριγένους, την οποία προ 10 ετών είχεν απαγγείλει η ενδημούσα Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως το 543"'' (Κοντοστεργίου Δέσποινα, ''Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 118).</ref>. Κατά την άποψη αυτή οι ψυχές προϋπήρχαν των σωμάτων σε άλλο κόσμο, στο οποίο αμάρτησαν και ο Θεός για να τις τιμωρήσει τις έστειλε στη γη και τις ένδυσε με υλικά σώματα. Αυτή η άποψη απορρίφθηκε όπως προαναφέρθηκε, αφού μέσω των βιβλικών περιγραφών της [[Γένεσις|Γενέσεως]] φαίνεται πως η αμαρτία έλαβε χώρα αφότου ο άνθρωπος είχε αποκτήσει ψυχοσωματική οντότητα.
  
Δευτερονόμιο 23/κγ: 26 (Ο΄): "Εάν δε εισέλθεις εις τον αμπελώνα του πλησίον σου, φαγείς σταφυλήν όσον ψυχή σου εμπλησθήναι, εις δεν άγγος (αγγείο), ουκ εμβαλείς". Πάλι η ψυχή χορταίνει.
+
*''Θεωρία της μεταφυτεύσεως'': Η θεωρία αυτή έγινε αποδεκτή από αρκετούς πατέρες της εκκλησίας ([[Τερτυλλιανός]], [[Μέγας Αθανάσιος]], [[Γρηγόριος Νύσσης]]). Καθαυτή τη θεωρία η καταβολή της ψυχής στο σώμα γίνεται άμεσα με τη σύλληψη, από τους φυσικούς γονείς. Αυτή η θεωρία «''είναι σύμφωνη με τους νόμους της γεννήσεως των άλλων όντων, εξηγεί κάπως τη μετάδοση του προπατορικού αμαρτήματος και εξαίρει την πανσοφία του Θεού...αντίκειται όμως προς την περιωπή της πνευματικής ψυχής, την οποία καταβιβάζει στη στάθμη της φυσικής συλλήψεως''»<ref>Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, σελίς 52</ref>.
 +
*''Θεωρία της Δημιουργίας'': Η θεωρία της δημιουργίας (''creatiniasmus'') είναι θεωρία που κατά βάση αναπτύχθηκε από λατίνους πατέρες, η οποία προτείνει πως η ψυχή κάθε φορά αποστέλλεται από το Θεό, για να ενωθεί με το έμβρυο που συλλαμβάνεται στην κοιλία της μητέρας. Με βάση αυτή τη θεωρία «''φαίνεται να συμφωνούν αρκετά χωρία της Γραφής. Εξαίρει μεν το μεγαλείο της πνευματικής ψυχής...την παρουσιάζει όμως να μολύνεται από το προπατορικό αμάρτημα με την ένωσή της με το υλικό σώμα, πράγμα που θυμίζει μανιχαϊστικές διαρχικές αντιλήψεις''»<ref>ενθ.αν.</ref>.
  
Όπως και στον Ψαλμό 107/ρζ: 9: "Εχόρτασεν ψυχήν πεινώσα, και ψυχήν διψώσα ενέπλησεν αγαθών".
+
===Σύνοψη διαφορών στη διδασκαλία περί ψυχής ανάμεσα στην αρχαιοελληνική Φιλοσοφία και την Ορθόδοξη Θεολογία===
  
Παράλληλα όμως, η ψυχή εκδηλώνει και το αίσθημα της αφής, όπως στο Λευιτικό 5/ε: 2,3: "Η ψυχή εκείνη ήτις εάν άψηται παντός πράγματος ακαθάρτου..."
+
Θεμέλιο της Ορθόδοξης θεολογίας είναι η βασική διάκριση μεταξύ ''κτιστού'' και ''ακτίστου'', η οποία βεβαίως, αν και έχει την προέλευση της από τη φιλοσοφική γλώσσα του ''γενητού'' και του ''αγενήτου'', εντούτοις, σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό. Το κτιστό της Ορθόδοξης Θεολογίας ονομάζεται και ''κτίση'', ''δημιουργία'' ή ''μή ον''. Το ''άκτιστο'', είναι ο ίδιος ο Θεός, ο ''δημιουργός'',  ''το ον''.
  
Και στους Αριθμούς 19/ιθ: 22: "Και παντός ου (του οποίου) εάν άψηται αυτού ακάθαρτος, ακάθαρτον έσται, και ψυχή η απτομένη ακάθαρτος έσται έως εσπέρας".
+
{| {{Prettytable}}
 +
|-
 +
!'''Αρχαιοελληνική Φιλοσοφία'''
 +
!'''Ορθόδοξη Θεολογία'''
 +
|-
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την φιλοσοφία, καταρχάς, η διάκριση ''γενητού''-''αγένητου'', δεν εισάγει καμμία έννοια δημιουργίας<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 197.</ref>, κι αυτό γιατί ''"το γενητό και το αγένητο...είναι αδημιούργητα, δηλαδή άκτιστα"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Α', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 146.</ref>. Η μεταξύ τους διαφορά έγκειται στο ότι το ''γενητό'', που είναι αισθητό, υλικό και ορατό, είναι μεταβαλλόμενο και θνητό ενώ, το αγένητο, που είναι νοητό, ιδεατό και αόρατο είναι ''"άφθαρτο, αμετάβλητο...και αθάνατο"''<ref>Ματσούκας, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', ό.π..</ref>. Αυτή η ''"διάκριση μεταξύ υλικού και ιδεατού, αισθητού και νοητού"'' είναι που ''"θεμελιώνει...διαρχία"'' στο φιλοσοφικό σύστημα<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Α', στο ίδιο.</ref>.
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία, το αγένητο ή ''άκτιστο'', δηλ. ο Θεός, είναι ο μόνος αδημιούργητος, ενώ το γενητό ή κτιστό (η κτίση) είναι δημιούργημα. Η ''κτίση'', σε καμμία περίπτωση δεν προϋπάρχει, όπως ο Θεός, αλλά δημιουργείται ''εκ του μη όντος'' (δηλ. όχι από την ίδια ουσία με το Θεό) από την θέληση του άκτιστου Θεού<ref>''"Η γαρ κτίσις...ουκ εκ της του Θεού ουσίας, εκ δε του μη όντος εις το είναι βουλήσει και δυνάμει αυτού παρήχθη"'' (Ιωάννου Δαμασκηνού, ''Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως'', PG 94,812C).</ref><ref>''"Το μη ον της πατερικής θεολογίας δεν είναι η αυθύπαρκτη άμορφη υλική πραγματικότητα...Όλη η κτίση είναι μη ον...ετερούσιο προς το ον...τον Θεό, τον μόνο άυλο και άκτιστο...και συνεχώς έχει ανάγκη να παίρνει από το ον το είναι, τη ζωή, το λόγο, τη θέωση"'' (Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Β', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 215).</ref>.
 +
|-
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την φιλοσοφία, η ψυχή ως νοητή και αθάνατη, είναι ομοούσια με το ''αγένητο''<ref>Ματσούκας, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', ό.π..</ref> και άρα άκτιστη.
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία ολόκληρη η ''κτίση'' είναι ''ετερούσια'' του ''άκτιστου'' Θεού και σε αυτήν περιλαμβάνεται κάθε κτιστή πραγματικότητα: ''"ύλη, σώματα"'' αλλά και ''"ψυχές, άγγελοι, λογική, λόγος, νους"''<ref>Ματσούκας, ''Δογματική...'', Β', ό.π..</ref>.
 +
|-
 +
|align="left"|Σύμφωνα με τον Πλατωνικό και αρχαιοελληνικό δυαλισμό ψυχής-σώματος<ref>Μπέγζος Μάριος, ''Φαινομενολογία της Θρησκείας'', Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 319.</ref>, το σώμα υποτιμάται μεταφυσικά, ενώ η ψυχή είναι αυτή που συνιστά την ουσία του ανθρώπου<ref>''"H ψυχή έστιν άνθρωπος"'' (''Αλκιβιάδης'', 130C).</ref> και μένει μόνη της αθάνατη<ref>Μπέγζος, στο ίδιο, σελ. 320.</ref>.
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία ''"ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική ενότητα"''<ref>Μπέγζος, ό.π., σελ. 319.</ref>, ''"είναι σώμα και ψυχή"''<ref>''"Mη αν ψυχήν μόνην, μήτε σώμα μόνον λέγεσθαι άνθρωπον, αλλά το συναμφότερον"'' (Γρηγ. Παλαμάς, PG 150, 1361C).</ref><ref>''"Ο γαρ άνθρωπος ουκ έστι ψυχή μόνον, αλλά ψυχή και σώμα"'' (Ιω. Χρυσόστομος PG 50,430).</ref> και έτσι θα παραμείνει μετά την ανάστασή του στην αιωνιότητα, υπερβαίνοντας με τον τρόπο αυτό την φιλοσοφική θεωρία που θέλει μόνη αθάνατη την ψυχή<ref>Μπέγζος, στο ίδιο, σελ. 320.</ref>.
 +
|-
 +
|align="left"|Σύμφωνα με τον Πλάτωνα (και αργότερα τον [[Ωριγένης|Ωριγένη]]), η ψυχή είναι αιώνια, υπήρχε πριν γεννηθούμε<ref>Τατάκης Βασίλειος, ''Η Βυζαντινή Φιλοσοφία'', Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 1977, σελ. 87.</ref>.
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία η ψυχή είναι δημιούργημα, κτίσμα, χωρίς προΰπαρξη<ref>Τατάκης, ό.π..</ref>.
 +
|-
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την φιλοσοφία, η ψυχή οφείλει την αθανασία της στο γεγονός ότι είναι αγένητη και ομοούσια του όντος<ref>Ματσούκας, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', ό.π..</ref>.
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία η ψυχή ως κτίσμα, θα εξακολουθήσει να υπάρχει και μετά το θάνατο μας επειδή το θέλει ο Θεός, κατά χάρη<ref>''"Σώμα και ψυχή, ως κτίσματα εκ του μη όντος, δεν είναι φύσει αθάνατα, αλλά γίνονται κατά χάρη μόνο με τη θεία ζωοποιητική ενέργεια του Θεού"'' (Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 228).</ref>.
 +
|-
 +
|align="left"|Σύμφωνα με τους Ορφικούς<ref>''"Η άποψη...για το σώμα ως φυλακή της ψυχής προέρχεται από τους Ορφικούς, για τους οποίους το σώμα είναι το ακάθαρτο περίβλημα, στο οποίο φυλακίζεται η ψυχή για να τιμωρηθεί για τα παραπτώματα της"'' (Φιλόστρατος, ''Άπαντα'', τόμ. 3, Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 288, σημ. #49).</ref>, αρχικά, και τον Πλάτωνα<ref>Πλάτων, ''Φαίδων'', 62b.</ref>, κατόπιν, το σώμα αποτελεί την φυλακή και τον τάφο της ψυχής.
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία καταξιώνεται η σωματική οντότητα της ανθρώπινης υπόστασης<ref>''"Τo σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν"'' (''Α' Κορ. 6:19'').</ref> ενώ ''"η αγιότητα του ανθρώπου είναι σωματική υπόθεση"'' και η ίδια ''"η σωτηρία εξαρτάται και από το σώμα"''<ref>Μπέγζος, ό.π., σελ. 320.</ref>.
 +
|-
 +
|align="left"|Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η ψυχή του ανθρώπου διακρίνεται σε δύο μέρη, στο ανώτερο που είναι η έλλογη ψυχή, και στο κατώτερο που είναι η άλογη ψυχή<ref>Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), ''Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον'', Αθήνα 2002, σελ. 34.</ref>. Το ανώτερο είναι το θείο και αθάνατο<ref>Τσάκωνας Γ. Βασίλειος, ''Η περί Συνειδήσεως Διδασκαλία του Απ. Παύλου', Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας #51, Αθήνα 1968, σελ. 28.</ref> ενώ το κατώτερο είναι το θνητό και περιλαμβάνει άλλα δύο μέρη, τα οποία, όπως και το σώμα, αποτελούν κατώτερα δημιουργήματα<ref>Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Γ2', 'Κλασσικός ελληνισμός 479-336 π.Χ.', Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1972, σελ. 480Β</ref> από τα οποία προέρχονται τα ανθρώπινα πάθη<ref>Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, ''Ιστορία Δογμάτων'', τόμ. Α', Αθήνα 1998, σελ. 296.</ref>.
 +
|align="left"|Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία η ψυχή είναι ενιαία, και ως σύνολο θεωρείται ''"φύσει καλή"'' ενώ ''"οι κακοί λογισμοί δεν γεννώνται από την φύσιν της ψυχής...αλλά από την αμαρτητικήν ροπήν της, εκ του προπατορικού αμαρτήματος"''<ref>Αγ. Διάδοχος Φωτικής, ''Τα εκατόν Γνωστικά Κεφάλαια'', 2η έκδ., Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 189.</ref>.
 +
|}
  
Εκδηλώνει επίσης και το αίσθημα της οράσεως, όπως φαίνεται και στο Ησαϊας 53/νγ: 10 (Ο΄): "Εάν δώτε περί αμαρτίας, η ψυχή υμών όψεται σπέρμα μακρόβιον".
+
== Υποσημειώσεις ==
  
Το ίδιο φαίνεται και στο Εκκλησιαστής 2/β: 24 (Ο΄): "Ουκ έσται αγαθόν ανθρώπω ο (εκείνο το οποίο) φάγετε, και ο πίετε και ο δείξει τη ψυχή αυτού αγαθόν εν τω μόχθω αυτού.
+
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
  
Δεν λείπουν όμως παραδείγματα και για το αίσθημα της ακοής, όπως το Ιερεμίας 4/δ: 19: "Διότι ήκουσας ψυχή μου ήχον σάλπιγγος, αλαλαγμόν πολέμου".
+
== Βιβλιογραφία ==
  
Διαπιστώσαμε λοιπόν μέχρι στιγμής, ότι η ψυχή, ως ο φορέας της ζωής, εκδηλώνει το τμήμα εκείνο των ψυχολογικών ιδιοτήτων, που σχετίζονται με τα σωματικά αισθήματα.
+
* Νικοδήμου Αγιορείτου, «''[[Πηδάλιον]]''», Εκδόσεις Αστέρος, Αθήνα 1993.
 +
* Ιωάννου Δαμασκηνού, «''Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως''» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.
 +
* Νικολάου Ματσούκα, «''Δογματική και Συμβολική Θεολογία''», Τόμος Γ΄, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.
 +
* Ανδρέας Θεοδώρου, «''Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά''», Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006.
  
 
   
 
   
 
+
[[Κατηγορία:Ορθόδοξη ποιμαντική διδασκαλία]]
=== Συναισθήματα ===
+
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ψ]]
 
 
Παρόμοια όμως παρουσιάζεται η ψυχή πάλι ως ο φορέας της ζωής, να εκδηλώνει και το δεύτερο κομμάτι των ψυχολογικών ιδιοτήτων. Δηλαδή, συναισθήματα.
 
 
 
Έτσι παρατηρούμε την ψυχή να εκφράζει το συναίσθημα της αγάπης στο Άσμα Ασμάτων 1/α: 7, στο Α΄ Σαμουήλ 18/ιη: 1, κλπ, το συναίσθημα του μίσους, στον Ησαϊα 1/α: 14, Β΄ Σαμουήλ 5/ε: 8, κ.ο.κ., το συναίσθημα της βδελυγμίας, στο Λευιτικό 26/κστ: 11, στον Ιερεμία 14/ιδ: 19 κλπ.
 
 
 
Η ψυχή επίσης εκφράζει το συναίσθημα της ευφροσύνης, όπως στον Ψαλμό 86/πστ: 4, στις Παροιμίες 23/κγ: 24 (Ο΄) κλπ, το συναίσθημα της γλυκύτητος, στις Παροιμίες 27/κζ΄ 7, το συναίσθημα της πικρίας στον Ιώβ 7/ζ: 11, στο Β΄ Σαμουήλ 17/ιζ: 8, το συναίσθημα της θλίψης, στον Ιώβ 19/ιθ: 2, το συναίσθημα της παραμυθίας στον Ψαλμό 77/οζ: 2, το συναίσθημα του πένθους στον Ιώβ 14/ιδ: 22, το συναίσθημα της ακηδίας, στον Ψαλμό 119/ριθ: 28 (ριη΄ Ο΄) κλπ, το συναίσθημα της αηδίας και αποστροφής στον Ιώβ 6/στ: 7, κ.ο.κ.
 
 
 
 
 
 
 
=== Βουλητικές ιδιότητες και επιθυμίες ===
 
 
 
Η ψυχή όμως, ως ο φορέας της ζωής, εκδηλώνει και βουλητικές ιδιότητες και επιθυμίες. Σαν παραδείγματα μπορούμε να αναφέρουμε το Δευτερονόμιο 12/ιβ: 15 και το Μιχαίας 7/ζ: 3.
 
 
 
 
 
 
 
=== Θρησκευτικό συναίσθημα ===
 
 
 
Εκτός όμως από αυτές τις ψυχολογικές ιδιότητες, στην ψυχή ως τον φορέα της ζωής, αποδίδονται και ανώτερες πνευματικές ιδιότητες, που μάλιστα άπτονται του θρησκευτικού συναισθήματος, και της σχέσης του ανθρώπου με τον Θεό. Φυσικά, αυτού του είδους οι ιδιότητες, εφαρμόζονται κατ' αποκλειστικότητα στον άνθρωπο. Ας δούμε και από αυτήν την κατηγορία μερικά παραδείγματα, χωρίς όμως να διαβάζουμε τα χωρία, λόγω ελλείψεως χρόνου (και χώρου ως προς το κείμενο).
 
 
 
Έτσι βλέπουμε την ψυχή να μπορεί να εκφράζει αγάπη προς τον Θεό (Δευτερονόμιο στ: 5 και 13/ιγ: 3), η ψυχή να προσκολλάται στον Θεό, (Ψαλμό 63/ξγ: 8, ή 62/ξβ: 9 κατά τους Ο΄), η ψυχή να δοξολογεί τον Θεό, (Ψαλμό 103/ργ: 1, 2, 22, 104/ρδ: 1, 35 κλπ), να εκζητεί τον Θεό, (Δευτερονόμιο 4/δ: 29, Α΄ Χρονικών 22/κβ: 19 κλπ, να αμαρτάνει προς τον Θεό, (Λευιτικό 4/δ: 2, κλπ).
 
 
 
 
 
 
 
== Παρανοήσεις της λέξης: "ψυχή" ==
 
 
 
Μέχρι τώρα, διαπιστώσαμε ότι η ψυχή έχει πάμπολλες σημασίες, μεταξύ των οποίων είναι και αυτή του φορέα της ζωής. Ειδικότερα, και εξαιρουμένων των ζώων, η ψυχή έχει την έννοια του φορέα, όχι απλώς της βιολογικής ζωής, αλλά της προσωπικής ύπαρξης, δηλαδή του ζωντανού προσώπου με όλες τις ιδιότητες που το διακρίνουν. Από τις χαμηλότερες και βιολογικές που είναι κοινές και στα ζώα, μέχρι τις ανώτερες και πνευματικές που αποτελούν και μοναδικό προνόμιο του ανθρώπου. Κατ' ακολουθίαν, πολλές φορές, η λέξη ψυχή, νοείται και ως η έδρα του "εγώ" για τον άνθρωπο, και ως τέτοια πολλές φορές επέχει θέσιν αντωνυμίας προσωπικής ή αυτοπαθούς. Δηλαδή η λέξη ψυχή μπορεί να χρησιμοποιείται και αντί του "αυτός", ή του "εαυτός".
 
 
 
Οι σημασίες όμως της λέξης "ψυχή", δεν σταματούν εδώ, όμως για τον πιστό και φιλόθεο, θα λέγαμε ότι από εδώ ξεκινούν! Διότι μέχρι τώρα, διαπιστώσαμε ποια ήταν η εξέλιξη της λέξεως ψυχή ως προς τις σημασίες της, και φθάσαμε να αντιληφθούμε ότι η λέξη αυτή προσδιορίζει τις ζωντανές υπάρξεις, τους φορείς της ζωής. Ακολουθώντας μερικά παραδείγματα κυρίως από την Παλαιά Διαθήκη, οδηγηθήκαμε ήδη σε μια βασική διάκριση της ψυχής των ζώων από την ψυχή των ανθρώπων. Διότι η ψυχή των πρώτων, δεν διαθέτει τις ανώτερες πνευματικές ιδιότητες που διαθέτει η ψυχή των ανθρώπων, και που αυτές την φέρνουν κοντά στον Θεό. Παράλληλα, επειδή το περιεχόμενο και ο σκοπός της Θείας Αποκαλύψεως είναι ακριβώς η επίγνωση του Θεού μέσω της εικόνας Του που είναι ο άνθρωπος, ή ισοδύναμα "η ψυχή" όπως είδαμε, θα ήταν αδιανόητο και παράλογο η Αγία Γραφή αλλά και η διδασκαλία της Εκκλησίας να μην περιείχαν καμία επιπλέον διευκρίνηση ή πληροφορία περί της ψυχής απ' όσα μέχρι τώρα αναφέραμε. Διότι, όσα μέχρι τώρα είπαμε, είναι αποτέλεσμα λεξικογραφικής και εννοιολογικής ανάλυσης με καθαρά ανθρώπινα μέσα και μεθόδους, και δεν περιέχουν καμία ιδιαίτερη πληροφορία Θείας προέλευσης. Άλλωστε, ακόμα και λαοί που δεν είχαν την Θεία αποκάλυψη αλλά προσπάθησαν να προσεγγίσουν τον Θεό και την φύση του ανθρώπου μέσα από το βιβλίο που λέγεται "δημιουργία", και δια του οποίου γίνονται φανερές και κατανοούνται οι ενέργειες του Θεού, όπως αναφέρει ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους Επιστολή 1/α: 19, 20, προχώρησαν πέρα από την βιολογική θεώρηση για το "είναι" του ανθρώπου, και αντιλήφθηκαν τις βασικές διαφορές του από τα ζώα.
 
 
 
Εάν λοιπόν ταυτίσουμε οντολογικά, ουσιαστικά, αλλά ακόμα και ως έννοιες την ψυχή του ανθρώπου με την ψυχή των ζώων και τις βάλουμε στο ίδιο επίπεδο, διαφοροποιώντας τον άνθρωπο μόνο κατά ένα "νομικό δικαίωμα", αυτό της αναστάσεως, όπως δυστυχώς κάνουν πολλοί στις μέρες μας, διαπράττουμε μεγάλης κλίμακας βλασφημία, διότι στην ουσία, θεωρούμε αυτομάτως και τα ζώα σαν εικόνες του Θεού, ενώ ο χαρακτηρισμός αυτός δεν αναφέρεται ούτε για τους αγγέλους!
 
 
 
Επαναλαμβάνουμε πάλι για να το τονίσουμε, ότι όσοι παρεξηγώντας και παρερμηνεύοντας τη λέξη "ψυχή", ότι δήθεν σημαίνει αποκλειστικά και μόνο τη βιολογική ζωή στους ανθρώπους και στα ζώα, διαπράττουν θεολογικό σφάλμα και θεωρούν ότι ο άνθρωπος, η εικόνα του Θεού, εξαφανίζεται και εκμηδενίζεται μετά το θάνατο, και κατ' ουσίαν δεν υπάρχει πουθενά η προσωπικότητά του, παρά μόνο είναι (όπως λένε), μια καταχώρηση στη μνήμη του Θεού, και αυτό μόνο αν πρόκειται να αναστηθεί. Γι' αυτούς "ψυχή" σημαίνει ένα και μόνο πράγμα! Είναι σαν να λέμε ότι επειδή ο άνθρωπος και οι άγγελοι χαρακτηρίζονται ως "κτίσματα", αλλά ως κτίσματα θεωρούνται και τα σπίτια και οι τοίχοι, να συμπεράνουμε ότι οι άνθρωποι, οι άγγελοι και οι τοίχοι έχουν την ίδια φύση και την ίδια αξία. Μπορεί η λέξη "κτίσμα" να χαρακτηρίζει κάποιο στοιχείο της φύσης τους, ότι δηλαδή όλα κάποτε δημιουργήθηκαν από κάποιον, αλλά σίγουρα είναι μεγάλος παραλογισμός να τα ταυτίζουμε ως προς την φύση και τις υπόλοιπες ιδιότητες.
 
 
 
Συμπερασματικά λοιπόν επαναλαμβάνουμε ότι η λέξη "ψυχή" όπως και η αντίστοιχή της Εβραϊκή "νέφες", έχουν πάρα πολλές σημασίες που σχετίζονται με τη ζωή, (αρχικά με την αναπνοή), και χρησιμοποιήθηκαν για να περιγράψουν και να δηλώσουν τις ζωντανές υπάρξεις, την καθεμιά όμως με διαφορετικό τρόπο.
 

Τελευταία αναθεώρηση της 17:30, 27 Δεκεμβρίου 2011

Η λέξη «ψυχή»[1] (από το ρήμα «ψύχω», δηλ. «πνέω») κυριολεκτικά σημαίνει «πνοή». Εντούτοις, από αρχαιοτάτων χρόνων ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει πολύ περισσότερα, ιδίως όσον αφορά τις νοητικές λειτουργίες του ανθρώπου και τη μετά θάνατον ζωή. Λόγω των πολλών απόψεων για τη θρησκευτικο-φιλοσοφική σημασία της «ψυχής», οι ορισμοί που υπάρχουν είναι πολλοί, αλλά σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία η ψυχή είναι η ασώματη ουσία του ανθρώπου η οποία αποτελεί την έδρα της προσωπικότητάς του, επιζεί μετά τον θάνατο του σώματος, όντας η ίδια κατά χάρη αθάνατη (λαμβάνει δηλαδή την αθανασία από το Θεό). Η έννοια της λέξης «ψυχή», εξ αιτίας του ερμηνευτικού προσδιορισμού του, αποτέλεσε την αφορμή για τη δημιουργία πολλών θεωριών και κακοδοξιών μέσα στο χώρο της Χριστιανοσύνης έως και σήμερα.

Ετυμολογία

Η λέξη ψυχή, ετυμολογικά, προέρχεται από το ρήμα «ψύχω» που σημαίνει αναπνέω. Έτσι παρατηρούμε πωε κατ' αρχήν, η λέξη «ψυχή», ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την αναπνοή, εξού και άμεσα συνδέθηκε με την έννοια της ζωής.

Στην Εβραϊκή γλώσσα η αντίστοιχη λέξη προφέρεται νέφες, όπως μαθαίνουμε από την Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄). Και στην περίπτωση αυτή, όπως ακριβώς και με την Ελληνική λέξη «ψυχή», η λέξη «νέφες», προέρχεται ετυμολογικά από το ρήμα «ναφάς», που σημαίνει «αναπνέω».

Μία από τις πρωταρχικές της σημασίες στην Εβραϊκή γλώσσα, είναι η έννοια του λάρυγγος, δηλαδή ενός εξωτερικά εμφανούς οργάνου της αναπνοής. Τέτοια έννοια έχει στο βιβλίο του Ησαΐα[2] Και επλάτυνεν ο Άδης την ψυχήν αυτού, (Εβραίκά "νέφες"), και διήνοιξε το στόμα αυτού, του μη διαλειπείν, και καταβήσονται οι ένδοξοι και οι μεγάλοι, και οι πλούσιοι, και οι λοιμοί αυτής»' Επίσης με αντίστοιχη σημασία εμφανίζεται στα βιβλία Aβακκούμ[3] και τον Εκκλησιαστή[4].

Κατ' επέκτασιν της εννοίας τη λάρυγγος, η Εβραϊκή λέξη «νέφες» έχει και τη σημασία του αυχένος ή του τραχήλου, με την οποία θα μπορούσαν να ερμηνευθούν χωρία των Ψαλμών[5][6]. Το μεν πρώτο χωρίο, αναφερόμενο στον Ιωσήφ τον υιό του Ιακώβ, που επωλήθη ως δούλος από τους αδελφούς του, αναφέρει «εταπείνωσαν εν παίδες, (με δεσμά) τους πόδας αυτού, σίδηρον διήλθεν την ψυχήν αυτού'» , εννοώντας ότι του πέρασαν σιδερένιο περιλαίμιο, ενώ το δεύτερο αναφέρει «διότι εταπεινώθη έως χώματος η ψυχή ημών, εκωλήθει εις την γην η κοιλία ημών». Λέγει δηλαδή ο ψαλμωδός, ότι ο αυχένας τους κάμφθηκε τόσο, ώστε ακούμπησε στο χώμα.

H ψυχή στην Αγία Γραφή

Η ψυχή ως ζωή

Επειδή η λέξη "ψυχή" και η αντίστοιχή της Εβραϊκή λέξη: "νέφες", προσδιορίζουν την αναπνοή, που είναι μια από τις βασικές λειτουργίες των ζωντανών οργανισμών, μια και όταν πεθάνουν παύει και η λειτουργία της αναπνοής, γι' αυτό και δεν είναι καθόλου παράδοξο το ότι χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει αυτήν καθεαυτήν την ζωή. Έτσι παρατηρείται στην Αγία Γραφή, η λέξη «νέφες» ή «ψυχή», να χρησιμοποιείται αντί της λέξης «ζωή» για ζώα. Επί παεραδείγματι, στη Γένεση[7], «Και είπεν ο Θεός: Ας γεμίσωσι τα ύδατα εν αφθονία, νηκτά έμψυχα, και πετεινά πετώμενα επάνωθεν της γης κατά το στερέωμα του ουρανού. Και εποίησεν ο Θεός παν έμψυχον κινούμενον, και είπεν ο Θεός: Ας γεμίσει η γη ζώα έμψυχα, κατά το είδος αυτών, κτήνη και ερπετά και ζώα της γης, κατά το είδος αυτών. Και έγινεν ούτω».

Τα ζώα δηλαδή που εκδηλώνουν τη βιολογική τους ζωή, ονομάζονται «έμψυχα» σε αρκετά σημεία της Αγίας Γραφής. Επειδή όμως η βιολογική ζωή έχει σαν κύριο συστατικό το αίμα και χαρακτηρίζεται από αυτό, γι' αυτό και η λέξη «ψυχή», συνδέθηκε με τη λέξη: αίμα, όπως για παράδειγμα στο Γένεσις 9/θ: 3,4, όπου ομιλεί ο Θεός προς τον Νώε «Και παν ερπετόν, ο εστί ζων, (το οποίο είναι ζωντανό), υμίν έσται εις βρώσιν (είναι δικό σας για τροφή). Ως λάχανα χόρτου δέδωκα υμίν τα πάντα. Πλην κρέας εν αίματι ψυχής, ου φάγεστε. (Όμως κρέας, με το αίμα που είναι το κύριο συστατικό της βιολογικής ζωής, να μη φάτε)».

Όμοια διαβάζουμε στο Λευιτικό[8] «Η γαρ ψυχή πάσης σαρκός, αίμα αυτού εστί. Και εγώ δέδωκα αυτό υμίν επί του θυσιαστηρίου εξιλάσκεσθαι περί των ψυχών υμών. Το γαρ αίμα αυτού, αντί ψυχής εξιλάσσεται». Εδώ μάλιστα ταυτίζεται η ψυχή με το αίμα, όπως αλλού με την αναπνοή, διότι λέγει πως «η γαρ ψυχή πάσης σαρκός, αίμα αυτού εστί».

Η ψυχή ως ανθρώπινη βιολογική ζωή

Η λέξη «ψυχή» όμως, δεν δηλώνει μόνο τη βιολογική ζωή των ζώων, αλλά και αυτού του ανθρώπου. Έτσι στο βιβλίο της Εξόδου[9], διαβάζουμε Ει δε, εξεικονισμένο ει, (δηλαδή, αν το έμβρυο που φονευθεί είναι σχηματισμένο), δώσει ψυχήν αντί ψυχής. Όταν πέθανε ο Ηρώδης, άγγελος Κυρίου είπε στον Ιωσήφ, ότι πέθαναν αυτοί που επιβουλεύονταν τη ζωή του Ιησού. «Εγερθείς, παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και ύπαγε εις την γην Ισραήλ, διότι απέθανον οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου»[10]. Ο Ηρώδης, ζητούσε να τερματίσει την βιολογική ζωή του Χριστού, σκοτώνοντάς τον. Δηλαδή και εδώ έχουμε την ψυχή, αντί της εννοίας βιολογική ζωή του ανθρώπου.

Όμοια διαβάζουμε στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον[11] «ει τις έρχεται προς με και ου μισεί τον πατέρα εαυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ψυχήν, ου δύναταί μου μαθητής είναι».

Η ψυχή ως άτομο και σώμα

Σε μια σειρά από χωρία παρατηρήται η χρήση της λέξεως «χυχή» με την έννοια του σώματος ως αντικείμενο αλλά και του προσώπου, ως προσωπικότητα. Έτσι ως σώμα:

Λευϊτικό[12] «και άνθρωπος ος αν πατάξη ψυχήν ανθρώπου και αποθάνη, θανάτω θανατούσθω (Δηλαδή, όποιος κατά τον Μωσαϊκό Νόμο σκοτώνει άνθρωπο, να θανατώνεται). Και ος αν πατάξει κτήνος και αποθάνει, αποτισάσθω ψυχήν αντί ψυχής». Δηλαδή, όποιος σκοτώσει ζώο, να αντιαποδώσει ψυχήν αντί ψυχής. Τουτέστιν, ζώον, αντί του ζώου που σκότωσε.
Αποκάλυψη [13] «Και ο δεύτερος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού εις την θάλασσαν· και εγένετο αίμα ως νεκρού, και πάσα ψυχή ζώσα απέθανεν εν τη θαλάσση».

Ενώ σαν άτομα, σαν προσωπικότητες:

«Και πάσαι οι ψυχαί, αι εξελθούσαι εκ του μηρού Ιακώβ, ήσαν ψυχαί εβδομήκοντα».[14].
«Η δε ψυχή ήτις πράξει αμάρτημα με χείρα υπερήφανον, είτε αυτόχθων, είτε ξένος, ούτος καταφρονεί τον Κύριον. Και θέλει εξολοθρευθεί η ψυχή εκείνη εκ μέσου του λαού αυτής» [15].
«Και ψυχαί ανθρώπων, (δηλαδή άνθρωποι), ήσαν 16.000 και το απόδωμα του Κυριου 32.000 ψυχαί»[16].
Αριθμοί [17][18], που μιλούν για ψυχή τετελευτικυία και περί του τεθνηκότως πάσης ψυχής ανθρώπου.

Από την Καινή Διαθήκη χωρία όπου η λέξη «ψυχή» δηλώνει τον άνθρωπο ως άτομο, δηλαδή ως φορέα της ζωής:

«Εκείνοι λοιπόν, μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού, εβαπτίσθησαν. Και προσετέθησαν εν εκείνη την ημέρα, έως 3.000 ψυχαί»[19].
«Ήμεθα δεν εν τω πλοίω, ψυχαί όλαι 276»[20].
«Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τα ανωτέρας εξουσίας'»[21].

Οι διαφορές της ψυχής στον άνθρωπο και στα ζώα

Ο όρος «ψυχή» αρχικά, χαρακτήρισε από το ειδικό το γενικό, δηλαδή από την αναπνοή, την ζωή και τον φορέα της. Στη συνέχεια να εφαρμόστηκε από το γενικό (δηλαδή την ζωή), στα επί μέρους, όπως για παράδειγμα το «αίμα». Κατωτέρω θα αναδειχθούν και άλλες τέτοιες εξειδικεύσεις του όρου «ψυχή», και μέσω αυτών, θα διακρίνουμε και τις ειδοποιούς διαφορές της ψυχής των ζώων και των ανθρώπων.

Πέραν όμως των βιολογικών ιδιοτήτων, στη λέξη «ψυχή», αποδίδονται και ψυχολογικές ιδιότητες των εμβίων όντων. Και αυτές τις ψυχολογικές ιδιότητες, τις χωρίζουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες:

  • Στα σωματικά αισθήματα, όπως είναι η πείνα, η δίψα και
  • Στα συναισθήματα, όπως είναι η φιλία, η στοργή, η λύπη.

Σωματικά αισθήματα

Ησαϊας [22] «Ο γαρ μωρός, μωρά λαλήσει. Και η καρδία αυτού, μάταια νοήσει. Του συντελείν άνομα, και λαλείν προς Κύριον πλάνησιν. Του διασπείραι ψυχάς πεινώσας και τας ψυχάς τας διψώσας κενάς ποιήσαι". Εδώ μιλεί για ψυχές που πεινούν και που διψούν, ως προς το αίσθημα ικανοποίησης.
Παροιμίες [23] «Η άεργος ψυχή θέλει πεινά».
Έξοδος [24] «Ο εχθρός είπεν: Θέλω καταδιώξει, θέλω καταφθάσει, θέλω διαμοιρασθεί τα λάφυρα. Η ψυχή μου θέλει χορτασθεί επ' αυτούς».
Δευτερονόμιο [25] «Εάν δε εισέλθεις εις τον αμπελώνα του πλησίον σου, φαγείς σταφυλήν όσον ψυχή σου εμπλησθήναι, εις δεν άγγος (αγγείο), ουκ εμβαλείς».
Ψαλμοί [26] «Εχόρτασεν ψυχήν πεινώσα, και ψυχήν διψώσα ενέπλησεν αγαθών».
Ησαϊας[27] «Εάν δώτε περί αμαρτίας, η ψυχή υμών όψεται σπέρμα μακρόβιον».
Εκκλησιαστής [28] «Ουκ έσται αγαθόν ανθρώπω ο (εκείνο το οποίο) φάγετε, και ο πίετε και ο δείξει τη ψυχή αυτού αγαθόν εν τω μόχθω αυτού».
Ιερεμίας [29] «Διότι ήκουσας ψυχή μου ήχον σάλπιγγος, αλαλαγμόν πολέμου».
Λευιτικό[30] «Η ψυχή εκείνη ήτις εάν άψηται παντός πράγματος ακαθάρτου...»
Αριθμοί[31] «Και παντός ου (του οποίου) εάν άψηται αυτού ακάθαρτος, ακάθαρτον έσται, και ψυχή η απτομένη ακάθαρτος έσται έως εσπέρας».

Συναισθήματα

Παρόμοια όμως παρουσιάζεται η ψυχή πάλι ως ο φορέας της ζωής, να εκδηλώνει και το δεύτερο κομμάτι των ψυχολογικών ιδιοτήτων. Δηλαδή, συναισθήματα.

Έτσι παρατηρούμε την ψυχή να εκφράζει το συναίσθημα της αγάπης στο Άσμα Ασμάτων[32], στο Α΄ Σαμουήλ[33], το συναίσθημα του μίσους, στον Ησαΐα[34], Β΄ Σαμουήλ[35], το συναίσθημα της βδελυγμίας, στο Λευιτικό[36], στο Ιερεμία[37].

Η ψυχή επίσης εκφράζει το συναίσθημα της ευφροσύνης, όπως στον Ψαλμό 86/πστ: 4, στις Παροιμίες[38], το συναίσθημα της γλυκύτητος, επίσης στις Παροιμίες[39], το συναίσθημα της πικρίας στον Ιώβ[40], στο Β΄ Σαμουήλ[41], το συναίσθημα της θλίψης, στον Ιώβ[42], το συναίσθημα της παραμυθίας στον Ψαλμό 77/οζ: 2, το συναίσθημα του πένθους στον Ιώβ[43], το συναίσθημα της ακηδίας, στον Ψαλμό 119/ριθ: 28 (ριη΄ Ο΄), το συναίσθημα της αποστροφής στον Ιώβ[44].

Η Ορθόδοξη θεολογία «περί ψυχής»

Η ψυχή σύμφωνα με τον Ιωάννη το Δαμασκηνό είναι «ουσία ζώσα, απλή, ασώματη, αόρατη κατά τη φύση της στα σωματικά μάτια, λογική και νοερή, ασχημάτιστη, ενώ χρησιμοποιεί ως όργανο το σώμα και παρέχει σε αυτό ζωή και αύξηση και αίσθηση και γέννηση, χωρίς να έχει άλλο νου στην περιοχή της, αλλά δικό της ως πιο καθαρό μέρος (γιατί όπως είναι το μάτι στο σώμα, έτσι και ο νους στην ψυχή), αυτεξούσια, θελητική και ενεργητική, τρεπτή δηλαδή εθελότρεπτη, γιατί είναι κτιστή, αφού όλα αυτά τα έχει πάρει κατά φύση από τη χάρη του δημιουργού της, από την οποία πήρε το είναι και το κατά τη φύση της έτσι είναι»[45]. Η ψυχή είναι αθάνατη κατά χάρη[46] λόγω της σταυρικής θυσίας και της ανάστασης του Ιησού Χριστού, ενώ κατά τον Νύσσης, οι πλατωνικές αναζητήσεις για το που εδρεύει η ψυχή (στην καρδιά ή στον εγκέφαλο ή κάπου άλλου[47]), αποτελούν "στοχαστική ματαιολογία"[48] αφού, «εξαιτίας της ανακράσεώς της με το σώμα πρέπει να εντοπίζεται ομοτίμως σε όλα τα μόρια του σώματος»[49]. Αυτό λέει και ο Μ. Βασίλειος[50] αλλά και ο Ιωάννης Δαμασκηνός: "Η δε ψυχή συνδέδεται τω σώματι όλη όλω και ου μέρος μέρει"[51], ενώ υποστηρίζει κατηγορηματικά την άποψη ότι η ψυχή δεν περιέχεται από το σώμα, αλλά αυτή το περιέχει[52], λέγοντας ότι το εμψυχωμένο σώμα μοιάζει να 'ναι σαν το πυρακτωμένο σίδερο που το περιβάλλει η φωτιά[53]. Αυτό συμβαίνει επειδή η ασώματη φύση "ουκ έχει σχήμα, ίνα σωματικώς περισχεθή και ου σωματικώς περιέχεται, αλλά νοητώς"[54]. Παρ' όλ' αυτά, μπορούμε να λέμε ότι βρίσκεται σε κάποιον τόπο (π.χ. στο σώμα), επειδή νοητά, περιγράφεται πως βρίσκεται εκεί "όπου και ενεργεί" και όχι σε άλλο μέρος[55].

Σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, η ψυχή αντιμετωπίζεται ως ενιαία δημιουργία, η οποία με την ελεύθερη βούληση μπορεί να καταστεί όργανο της αρετής ή της κακίας. Ανατρέπει έτσι τον διαχωρισμό του Πλάτωνα σε ανώτερη και κατώτερη ψυχή, διότι τότε θα ήταν σαν να λέγαμε πως ο Δημιουργός είναι αίτιος της κακίας, μια και εκείνος τοποθέτησε τα εμπαθή μέρη της ψυχής[56]. Διδάσκει ότι τρία είναι τα θεωρούμενα, περί ψυχής του ανθρώπου[57] (το λογικόν, το επιθυμητικόν και το θυμοειδές) και "με ταύτα τα τρία και οι αρεταίς ενεργούνται και οι κακίαις"[58]. Του λογικού μέρους αρετές είναι η προς τον Θεόν ευσέβεια και η πίστις, η διάκριση του καλού του κακού και ασύγχητος γνώση της δόξας των όντων, δηλαδή να αναγνωρίζει από ποιόν μπορεί να αγαπάται και ποιόν πρέπει να αγαπά, ενώ διαστροφή είναι ασέβεια, η απιστία, η αδιακρισία, η μη αναγνώριση του καλού και ωφέλιμου, από το κακό και βλαβερό. Του επιθυμητού μέρους αρετές είναι το να προσπαθεί ο άνθρωπος διαρκώς να πράττει το καλό και να επιδιώκεται διαρκώς η πνευματική βελτίωση του ανθρώπου, ενώ κακία του είναι η άμετρος φιλοδοξία, ο καλλωπισμός, η φιλαργυρία, η φιληδονία. Τέλος οι του θυμικού μέρους αρετές είναι η αποφυγή της αμαρτίας, ο πόλεμος των παθών, ανδρεία του ανθρώπου να παραδίδει ακόμα και το αίμα του για την πίστη. Κακία του θυμικού μέρους είναι ο φθόνος, το μίσος προς το πλησίον, οι φιλονικίες, οι ύβρεις, η μνησικακία, η εκδικητική διάθεση, αντιστροφή του θυμού, η χρήση του θυμού αντί να είναι ενάντια στο κακό και την αμαρτία, να αποβαίνει ενάντια στον συνάνθρωπο. Ο Μάξιμος ο Ομολογητής προσθέτει πως ψυχή συγκροτείται από ζωτική και νοερή δύναμη, όπου η δεύτερη εξουσιάζεται και κινείται με τη βούληση του ανθρώπου, ενώ η πρώτη είναι απροαίρετη και μένει ως έχει. Ο νους, επισημαίνει, κατευθύνει τη νοερή δύναμη και ο λόγος (ως λειτουργία του νοός, που συνάγει συμπερασματικούς λογισμούς) προνοεί για την κίνηση της ζωτικής περιοχής[59]

Ένα από τα σημαντικά θεολογούμενα στη διδασκαλία περί ψυχής είναι το πως η ψυχή μεταδίδεται στον άνθρωπο. Οι προτάσεις οι οποίες εκφράστηκαν είναι τρεις:

  • Θεωρία της προϋπάρξεως: Η θεωρία αυτή προβλήθηκε από τον Ωριγένη, αλλά απορρίφθηκε και καταδικάστηκε από την εκκλησία[60]. Κατά την άποψη αυτή οι ψυχές προϋπήρχαν των σωμάτων σε άλλο κόσμο, στο οποίο αμάρτησαν και ο Θεός για να τις τιμωρήσει τις έστειλε στη γη και τις ένδυσε με υλικά σώματα. Αυτή η άποψη απορρίφθηκε όπως προαναφέρθηκε, αφού μέσω των βιβλικών περιγραφών της Γενέσεως φαίνεται πως η αμαρτία έλαβε χώρα αφότου ο άνθρωπος είχε αποκτήσει ψυχοσωματική οντότητα.
  • Θεωρία της μεταφυτεύσεως: Η θεωρία αυτή έγινε αποδεκτή από αρκετούς πατέρες της εκκλησίας (Τερτυλλιανός, Μέγας Αθανάσιος, Γρηγόριος Νύσσης). Καθαυτή τη θεωρία η καταβολή της ψυχής στο σώμα γίνεται άμεσα με τη σύλληψη, από τους φυσικούς γονείς. Αυτή η θεωρία «είναι σύμφωνη με τους νόμους της γεννήσεως των άλλων όντων, εξηγεί κάπως τη μετάδοση του προπατορικού αμαρτήματος και εξαίρει την πανσοφία του Θεού...αντίκειται όμως προς την περιωπή της πνευματικής ψυχής, την οποία καταβιβάζει στη στάθμη της φυσικής συλλήψεως»[61].
  • Θεωρία της Δημιουργίας: Η θεωρία της δημιουργίας (creatiniasmus) είναι θεωρία που κατά βάση αναπτύχθηκε από λατίνους πατέρες, η οποία προτείνει πως η ψυχή κάθε φορά αποστέλλεται από το Θεό, για να ενωθεί με το έμβρυο που συλλαμβάνεται στην κοιλία της μητέρας. Με βάση αυτή τη θεωρία «φαίνεται να συμφωνούν αρκετά χωρία της Γραφής. Εξαίρει μεν το μεγαλείο της πνευματικής ψυχής...την παρουσιάζει όμως να μολύνεται από το προπατορικό αμάρτημα με την ένωσή της με το υλικό σώμα, πράγμα που θυμίζει μανιχαϊστικές διαρχικές αντιλήψεις»[62].

Σύνοψη διαφορών στη διδασκαλία περί ψυχής ανάμεσα στην αρχαιοελληνική Φιλοσοφία και την Ορθόδοξη Θεολογία

Θεμέλιο της Ορθόδοξης θεολογίας είναι η βασική διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου, η οποία βεβαίως, αν και έχει την προέλευση της από τη φιλοσοφική γλώσσα του γενητού και του αγενήτου, εντούτοις, σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό. Το κτιστό της Ορθόδοξης Θεολογίας ονομάζεται και κτίση, δημιουργία ή μή ον. Το άκτιστο, είναι ο ίδιος ο Θεός, ο δημιουργός, το ον.

Αρχαιοελληνική Φιλοσοφία Ορθόδοξη Θεολογία
Σύμφωνα με την φιλοσοφία, καταρχάς, η διάκριση γενητού-αγένητου, δεν εισάγει καμμία έννοια δημιουργίας[63], κι αυτό γιατί "το γενητό και το αγένητο...είναι αδημιούργητα, δηλαδή άκτιστα"[64]. Η μεταξύ τους διαφορά έγκειται στο ότι το γενητό, που είναι αισθητό, υλικό και ορατό, είναι μεταβαλλόμενο και θνητό ενώ, το αγένητο, που είναι νοητό, ιδεατό και αόρατο είναι "άφθαρτο, αμετάβλητο...και αθάνατο"[65]. Αυτή η "διάκριση μεταξύ υλικού και ιδεατού, αισθητού και νοητού" είναι που "θεμελιώνει...διαρχία" στο φιλοσοφικό σύστημα[66]. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία, το αγένητο ή άκτιστο, δηλ. ο Θεός, είναι ο μόνος αδημιούργητος, ενώ το γενητό ή κτιστό (η κτίση) είναι δημιούργημα. Η κτίση, σε καμμία περίπτωση δεν προϋπάρχει, όπως ο Θεός, αλλά δημιουργείται εκ του μη όντος (δηλ. όχι από την ίδια ουσία με το Θεό) από την θέληση του άκτιστου Θεού[67][68].
Σύμφωνα με την φιλοσοφία, η ψυχή ως νοητή και αθάνατη, είναι ομοούσια με το αγένητο[69] και άρα άκτιστη. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία ολόκληρη η κτίση είναι ετερούσια του άκτιστου Θεού και σε αυτήν περιλαμβάνεται κάθε κτιστή πραγματικότητα: "ύλη, σώματα" αλλά και "ψυχές, άγγελοι, λογική, λόγος, νους"[70].
Σύμφωνα με τον Πλατωνικό και αρχαιοελληνικό δυαλισμό ψυχής-σώματος[71], το σώμα υποτιμάται μεταφυσικά, ενώ η ψυχή είναι αυτή που συνιστά την ουσία του ανθρώπου[72] και μένει μόνη της αθάνατη[73]. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία "ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική ενότητα"[74], "είναι σώμα και ψυχή"[75][76] και έτσι θα παραμείνει μετά την ανάστασή του στην αιωνιότητα, υπερβαίνοντας με τον τρόπο αυτό την φιλοσοφική θεωρία που θέλει μόνη αθάνατη την ψυχή[77].
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα (και αργότερα τον Ωριγένη), η ψυχή είναι αιώνια, υπήρχε πριν γεννηθούμε[78]. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία η ψυχή είναι δημιούργημα, κτίσμα, χωρίς προΰπαρξη[79].
Σύμφωνα με την φιλοσοφία, η ψυχή οφείλει την αθανασία της στο γεγονός ότι είναι αγένητη και ομοούσια του όντος[80]. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία η ψυχή ως κτίσμα, θα εξακολουθήσει να υπάρχει και μετά το θάνατο μας επειδή το θέλει ο Θεός, κατά χάρη[81].
Σύμφωνα με τους Ορφικούς[82], αρχικά, και τον Πλάτωνα[83], κατόπιν, το σώμα αποτελεί την φυλακή και τον τάφο της ψυχής. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία καταξιώνεται η σωματική οντότητα της ανθρώπινης υπόστασης[84] ενώ "η αγιότητα του ανθρώπου είναι σωματική υπόθεση" και η ίδια "η σωτηρία εξαρτάται και από το σώμα"[85].
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η ψυχή του ανθρώπου διακρίνεται σε δύο μέρη, στο ανώτερο που είναι η έλλογη ψυχή, και στο κατώτερο που είναι η άλογη ψυχή[86]. Το ανώτερο είναι το θείο και αθάνατο[87] ενώ το κατώτερο είναι το θνητό και περιλαμβάνει άλλα δύο μέρη, τα οποία, όπως και το σώμα, αποτελούν κατώτερα δημιουργήματα[88] από τα οποία προέρχονται τα ανθρώπινα πάθη[89]. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία η ψυχή είναι ενιαία, και ως σύνολο θεωρείται "φύσει καλή" ενώ "οι κακοί λογισμοί δεν γεννώνται από την φύσιν της ψυχής...αλλά από την αμαρτητικήν ροπήν της, εκ του προπατορικού αμαρτήματος"[90].

Υποσημειώσεις

  1. σανσκρ. atma· λατ. anima· αγγλ. soul.
  2. 5/ε: 14
  3. 2/β: 5
  4. 6/στ: 7
  5. 105/ρε: 18
  6. 44/μδ: 25
  7. 1/α: 20, 21 και 24
  8. 17/ιζ: 11
  9. 21/κα: 23
  10. Ματθαίος 2/β: 20
  11. 14/ιδ: 26
  12. 24/κδ: 17,18
  13. 16/ιστ: 3
  14. Έξοδος 1/α: 5
  15. Αριθμοί 15/ιε: 30,31
  16. Αριθμοί 31/λα: 40. Όμοια, και Αριθμοί 18/ιη: 20, 22
  17. 6/στ: 6
  18. 19/ιθ: 11
  19. Πράξεις 2/β: 41
  20. Πράξεις 27/κζ: 37
  21. Ρωμαίους 13/ιγ: 1
  22. 32/λβ: 6
  23. 19/ιθ: 15
  24. 15/ιε: 9
  25. 23/κγ: 26 (Ο΄)
  26. 107/ρζ: 9
  27. 53/νγ: 10 (Ο΄)
  28. 2/β: 24 (Ο΄)
  29. 4/δ: 19
  30. 5/ε: 2,3
  31. 19/ιθ: 22
  32. 1/α: 7
  33. 18/ιη: 1
  34. 1/α: 14
  35. 5/ε: 8
  36. 26/κστ: 11
  37. 14/ιδ: 19
  38. 23/κγ: 24 (Ο΄)
  39. 27/κζ΄ 7
  40. 7/ζ: 11
  41. 17/ιζ: 8
  42. 19/ιθ: 2
  43. 14/ιδ: 22
  44. 6/στ: 7
  45. «ουσία ζώσα, απλή, ασώματος, σωματικοις οφθαλμοίς κατ'οικείαν φύσην αόρατος, λογική τε και νοερά, ασχημάτιστη, οργανικώ κεχρημένη σώματι και τούτω ζωής αυξήσεώς τε και αισθήσεως και γεννήσεως παρεκτική, ουχ έτερον έχουσα εαυτόν νουν, αλλά μέρος αυτής το καθαρότατον (ώσπερ γαρ οφθαλμοίς εν σώματι, ούτως εν ψυχή νους), αυτεξούσιος, θελητική τε και εκεργητική, τρεπτη ήτοι εθελότρεπτος, οτι και κτιστή, πάντα ταύτα κατά φύσιν εκ της του δημιουργήσαντος αυτήν χάριτος ειληφυία, εξ ης και το είναι και το φύση ούτως είναι ειληφέν» - Ιωάννη Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, σελίς 152
  46. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική Θεολογία, Τόμος Γ΄, σελίς 225
  47. Ματσούκας, ό.π..
  48. Περί κατασκευής Ανθρώπου, PG 44,156C.
  49. Ματσούκας, στο ίδιο. Βλ. PG 44,160D.
  50. "Θαύμαζε τον τεχνίτην, πως της ψυχής σου την δύναμιν προς το σώμα συνέδησεν, ως, μέχρι των περάτων αυτού διικνουμένην" (Εις το πρόσεχε σεαυτώ, PG 31,216B).
  51. Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, PG 94, 853Α.
  52. Ό.π..
  53. Ματσούκας, ό.π., σελ. 225.361.
  54. Έκδοσις ακριβής..., PG 94,852Α.
  55. Τρεμπέλας Ν. Παν., Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Γ', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 384.
  56. Γρηγορίου Νύσσης, Περί ψυχής και Αναστάσεως, PG 46,61A: "Ταύτα δε εστιν όσα εν ημίν γινόμενα πάθη λέγεται, α ουχί πάντως επί κακώ τινι τη ανθρωπίνη συνεκληρώθη ζωή· ή γάρ αν ο Δημιουργός των κακών την αιτίαν έχη, ει εκείθεν αι των πλημμελημάτων ήσαν ανάγκαι συγκαταβεβλημέναι τη φύσει· αλλά τη ποιά χρήσει της προαιρέσεως, ή αρετής, ή κακίας όργανα τα τοιαύτα της ψυχής κίνηματα γίνεται".
  57. Επιστολή Κανονική προς Λητόϊον Επίσκοπον Μελιτίνης, Κανών Α' (Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 651-652).
  58. Πηδάλιον, σελ. 653.
  59. Ν. Ματσούκας, Κόσμος, Άνθρωπος, Κοινωνία κατά το Μάξιμο Ομολογητή, σελ. 227
  60. "H διδασκαλία αύτη...κατεκρίθη υπό της εν έτει 543 συνελθούσης εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου" (Τρεμπέλας Ν. Παν., Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 483) / "H Ε' Οικουμενική Σύνοδος εδέχθη την καταδίκην των ετεροδοξιών του Ωριγένους, την οποία προ 10 ετών είχεν απαγγείλει η ενδημούσα Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως το 543" (Κοντοστεργίου Δέσποινα, Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 118).
  61. Ανδρέας Θεοδώρου, Απαντήσεις σε ερωτήματα Συμβολικά, σελίς 52
  62. ενθ.αν.
  63. Ματσούκας Α. Νίκος, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 197.
  64. Ματσούκας Α. Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία, τόμ. Α', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 146.
  65. Ματσούκας, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, ό.π..
  66. Ματσούκας, Δογματική..., Α', στο ίδιο.
  67. "Η γαρ κτίσις...ουκ εκ της του Θεού ουσίας, εκ δε του μη όντος εις το είναι βουλήσει και δυνάμει αυτού παρήχθη" (Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, PG 94,812C).
  68. "Το μη ον της πατερικής θεολογίας δεν είναι η αυθύπαρκτη άμορφη υλική πραγματικότητα...Όλη η κτίση είναι μη ον...ετερούσιο προς το ον...τον Θεό, τον μόνο άυλο και άκτιστο...και συνεχώς έχει ανάγκη να παίρνει από το ον το είναι, τη ζωή, το λόγο, τη θέωση" (Ματσούκας Α. Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία, τόμ. Β', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 215).
  69. Ματσούκας, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, ό.π..
  70. Ματσούκας, Δογματική..., Β', ό.π..
  71. Μπέγζος Μάριος, Φαινομενολογία της Θρησκείας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 319.
  72. "H ψυχή έστιν άνθρωπος" (Αλκιβιάδης, 130C).
  73. Μπέγζος, στο ίδιο, σελ. 320.
  74. Μπέγζος, ό.π., σελ. 319.
  75. "Mη αν ψυχήν μόνην, μήτε σώμα μόνον λέγεσθαι άνθρωπον, αλλά το συναμφότερον" (Γρηγ. Παλαμάς, PG 150, 1361C).
  76. "Ο γαρ άνθρωπος ουκ έστι ψυχή μόνον, αλλά ψυχή και σώμα" (Ιω. Χρυσόστομος PG 50,430).
  77. Μπέγζος, στο ίδιο, σελ. 320.
  78. Τατάκης Βασίλειος, Η Βυζαντινή Φιλοσοφία, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 1977, σελ. 87.
  79. Τατάκης, ό.π..
  80. Ματσούκας, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, ό.π..
  81. "Σώμα και ψυχή, ως κτίσματα εκ του μη όντος, δεν είναι φύσει αθάνατα, αλλά γίνονται κατά χάρη μόνο με τη θεία ζωοποιητική ενέργεια του Θεού" (Ματσούκας Α. Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία, τόμ. Γ', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 228).
  82. "Η άποψη...για το σώμα ως φυλακή της ψυχής προέρχεται από τους Ορφικούς, για τους οποίους το σώμα είναι το ακάθαρτο περίβλημα, στο οποίο φυλακίζεται η ψυχή για να τιμωρηθεί για τα παραπτώματα της" (Φιλόστρατος, Άπαντα, τόμ. 3, Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 288, σημ. #49).
  83. Πλάτων, Φαίδων, 62b.
  84. "Τo σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν" (Α' Κορ. 6:19).
  85. Μπέγζος, ό.π., σελ. 320.
  86. Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον, Αθήνα 2002, σελ. 34.
  87. Τσάκωνας Γ. Βασίλειος, Η περί Συνειδήσεως Διδασκαλία του Απ. Παύλου', Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας #51, Αθήνα 1968, σελ. 28.
  88. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Γ2', 'Κλασσικός ελληνισμός 479-336 π.Χ.', Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1972, σελ. 480Β
  89. Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, Ιστορία Δογμάτων, τόμ. Α', Αθήνα 1998, σελ. 296.
  90. Αγ. Διάδοχος Φωτικής, Τα εκατόν Γνωστικά Κεφάλαια, 2η έκδ., Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 189.

Βιβλιογραφία

  • Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», Εκδόσεις Αστέρος, Αθήνα 1993.
  • Ιωάννου Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Νικολάου Ματσούκα, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία», Τόμος Γ΄, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Ανδρέας Θεοδώρου, «Απαντήσεις σε Ερωτήματα Συμβολικά», Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006.