Άγγελοι

Από OrthodoxWiki
(Ανακατεύθυνση από Άγγελος)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Οι Άγγελοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αόρατα, ασώματα, νοερά, αυτεξούσια, κτιστά όντα, που αποτελούν λειτουργικά πνεύματα και εκτελεστές του Θείου θελήματος. Ο λόγος δημιουργίας τους είναι εκστατική αγάπη και αγαθότητα του Θεού, με σκοπό να συμμερισθούν ως λογικά όντα τη μακαριότητά Του. Δημιουργήθηκαν εξ αρχής αγαθοί με δυνατότητα περεταίρω πνευματικής προκοπής, αλλά και δυνατότητα τροπής προς το κακό, με αποτέλεσμα άλλοι άγγελοι με τη συνεργία του Αγίου Πνεύματος να παγιωθούν στο καλό και άλλοι να εκπέσουν της χάριτος ένεκα της υπερηφανείας τους, δημιουργώντας το εκπεσών τάγμα αγγέλων, που πλέον αποκλήθηκαν Δαίμονες. Η αυτεξούσια βουλή τους παρότι ήταν δυσκίνητη προς το κακό παρέμενε δεκτική αυτού, αφού ως δημιουργήματα που προήλθαν από τροπή, δύνατο να αλλοιώσουν την δεκτική μακαριότητα που απολάμβαναν κινούμενα προς το "μη ον" (έλλειψη του αγαθού), με αποτέλεσμα ένα μέρος των δημιουργημάτων αυτών να εκπέσει οριστικώς.

Η Σύναξη των Αγίων Ασωμάτων Δυνάμεων

Ετυμολογία

Η έννοια άγγελος σήμερα λαμβάνει διάφορες σημασίες. Κατά γενική ομολογία όμως σημαίνει:

  • Γενικά, αυτόν που φέρνει ειδήσεις
  • Τα αόρατα όντα που διαβιβάζουν ειδήσεις ή λειτουργικά πνεύματα

Στην Αρχαία Ελλάδα η έννοια άγγελος χαρακτήριζε κάποιον ο οποίος μετέδιδε ειδήσεις, πληροφορίες ή αγγελίες. Ο Όμηρος στα έργα του ήδη εμφανίζει τη λέξη με αυτή την έννοια, ενώ και οι Ηρόδοτος[1], Ξενοφώντας[2] τη χρησιμοποιούν για να περιγράψουν ειδικούς απεσταλμένους μεταφοράς μηνυμάτων ή πληροφοριών. Επίσης οι άγγελοι χρησιμοποιούνται και σε άλλα καθήκοντα, όπως σύναψη συνθηκών ή είσπραξη χρημάτων. Ως θεϊκή ή υπερβατική παρουσία η έννοια άγγελος εμφανίζεται για πρώτη φορά στο πρόσωπο του Ερμή, ο οποίος προσφωνείται ως άγγελος της Περσεφόνης από τον Όμηρο[3]. Επίσης κατά τον Πλάτωνα[4] ο Κάτω Κόσμος έχει τους αγγέλους του, οι οποίοι καλούνται "άγγελοι καταχθόνιοι". Στα Εβραϊκά η αντίστοιχη λέξη mal'akh χρησιμοποιείται για να δηλώσει είτε θείο είτε ανθρώπινο αγγελιαφόρο. Η λατινική εκδοχή, εντούτοις, διακρίνει τον θείο ή πνευματικό αγγελιαφόρο από τον άνθρωπο με τις έννοιες angelus (δάνειο από την Ελληνική γλώσσα) και legatus "απεσταλμένος".

Ο Εωσφόρος πριν από την πτώση του ήταν ο σπουδαιότερος, ο πρώτος στην ιεραρχία των αγγέλων. Το όνομά του σήμαινε "αυτός που μεταφέρει το φως". Η μετέπειτα ονομασία του ως "Σατανάς" προέρχεται από την εβραϊκή λέξη σατάν, η οποία χρησιμοποιήθηκε στην ελληνική Μετάφραση των Εβδομήκοντα με τις λέξεις "Σατανάς" ή "Διάβολος" και δηλώνει τον επίβουλο, τον εχθρό.

Ιεραρχία και αριθμός

Η σύναξη των αρχαγγέλων

Ο αριθμός των αγγελικών όντων φαίνεται να είναι ανυπολόγιστος και απροσμέτρητος. Ο ίδιος ο Ιησούς ομιλεί στη Γεθσημανή για περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων, ενώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μαρτυρεί ότι είδε και άκουσε σε όραμα που του δόθηκε από τον Θεό γύρω από το Θεϊκό θρόνο χορωδία από μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων αγγέλων. Ο Μ. Βασίλειος επίσης φαίνεται πως γενικά αποφεύγει να μιλήσει για αριθμό και τάγματα αγγέλων, διότι όπως αναφέρει, είναι αδύνατο να βρεθούν οι ονομασίες των αόρατων φύσεων. Γι αυτό και όποτε το πράττει, αναφέρει πως υπάρχουν και άλλες φύσεις αγγέλων ακατονόμαστες. Έτσι δε συναντάμε τις διακρίσεις που αργότερα εισήγαγε ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης[5]. Ο Μέγας Βασίλειος λοιπόν αναφέρει πως υπάρχουν:

  • Αρχαί, εξουσίες, δυνάμεις, θρόνοι, κυριότητες[6]
  • Θρόνοι, Κυριότητες, Αρχαί, Εξουσίαι, Δυνάμεις, Αγγέλων στρατιαί, αρχαγγέλλων επιστασίαι[7]
  • Αγγέλων χαροστασίαι, αρχαγγέλων επιστασίαι, Δόξαι κυριοτήτων, προεδρίαι θρόνων, Δυνάμεις, Αρχαί, Εξουσίαι[8]

Σύμφωνα με τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη[9], οι άγγελοι διαχωρίζονται σε τάγματα, ενώ έχουν και ιεραρχία. Με βάση την ιεραρχία τους, διαχωρίζονται σε 3 τάξεις που έκαστος φέρει "Τριχώρους" ή αλλιώς "Ταξιαρχίες":

Η πραγματικότητα είναι πως στους πατέρες της εκκλησίας, δεν υπάρχει κάποια ομοφωνία σχετικά με τον αριθμό και την ονομασία των αγγελικών ταγμάτων[12].

Ο ψευδο-Διονύσιος πάντως προχωράει και στις ιδιότητες των αγγελικών τριχώρων. Έτσι ιδίωμα της πρώτης ιεραρχίας είναι η πύρινη σοφία και η γνώση των ουρανίων, ενώ έργο τους ο θεοπρεπής Ύμνος του Γελ. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι πως Χερουβείμ σημαίνει φωτιά, ενώ Σεραφείμ, έκχυση γνώσεων[13]. Η δεύτερη ιεραρχία έχει ως ιδίωμα τη διευθέτηση των μεγάλων πραγμάτων και την διενέργεια των θαυμάτων, ενώ έργο τους είναι ο Τρισάγιος Ύμνος «Άγιος, Άγιος, Άγιος». Τέλος ιδίωμα της τρίτης ιεραρχίας είναι να εκτελούν θείες υπηρεσίες και έργο τους αποτελεί ο ύμνος "Αλληλούια". Από την Αγία Γραφή γνωρίζουμε και μερικούς αγγέλους ονοματικά. Τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, που σημαίνει "ήρωας του Θεού", από την εμφάνισή του στον Προφήτη Δανιήλ, στον Προφήτη Ζαχαρία και στη Θεοτόκο. Γνωρίζουμε το Αρχάγγελο Μιχαήλ, που σημαίνει "τις ως ο Θεός ημών", ενώ εμφανίζεται πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη. Ο "Ραφαήλ" είναι ο τρίτος άγγελος που γνωρίζουμε, το όνομά του σημαίνει "ο Κύριος θεραπεύει" και εμφανίζεται στον Τωβίτ μεταφέροντας τις ανθρώπινες προσευχές στο θρόνο του Θεού.

Η περί των Αγγέλων θεολογία

Περί Αγγέλων

Δημιουργία και τελείωση

Τοιχογραφία του Αρχαγγέλου Γαβριήλ

Δημιουργός και ποιητής των αγγέλων είναι ο Θεός, ο Οποίος τους δημιούργησε κατ' εικόνα του[14]. Το πως η δημιουργία αυτή διενεργήθηκε παραμένει άγνωστο σε εμάς[15]. Γνωστό όμως είναι πως αποτελούν δημιουργήματα και ως τέτοια είναι "ομόδουλοι" των ανθρώπων[16], αν και η φύση τους είναι ασώματη σε σχέση με αυτούς. Δημιουργήθηκαν πριν την ανθρωπότητα[17] και ως οντότητα κατέχουν φύση νοερή, αεικίνητη, αυτεξούσια, ασώματη και λογική, που έχει λάβει αθανασία κατά χάρη (διότι μόνος φύσει αθάνατος είναι ο Θεός), της δε ουσίας της γνώστης, είναι μόνο ο κτίτωράς της, Θεός[18]. Ως ασώματοι και άυλοι βέβαια μπορεί να χαρακτηρισθούν μόνο σε σχέση με την ανθρώπινη φύση (διότι μόνος πραγματικά ασώματος και άυλος είναι ο Θεός[19]), καθώς σε σχέση με το Θεό έχουν φύση παχιά και υλική. Η παχύτητα όμως αυτή δεν έχει ανάλογες επιπτώσεις με την ανθρώπινη ύλη, γι αυτό και η φύση τους και η σύστασή τους διατηρείται αμετάβλητη[20].

Ο Άγγελος όμως έχει τρεπτή γνώμη, δηλαδή τρεπτή ηθική κατάσταση. Έτσι η τελείωσή τους νοείται ως κίνηση ή στάση προς το Άγιο Πνεύμα[21]. Οι Άγγελοι λοιπόν δε δημιουργήθηκαν σε νηπιώδη κατάσταση, ούτε τελειοποιήθηκαν προοδευτικά με την εκγύμναση, αν και δε γνωρίζουμε αν δημιουργήθηκαν άπαξ ή σταδιακά[22]. Όπως όμως ο άνθρωπος, εξ αρχής τους αποδόθηκε σα συστατικό τη φύσης τους κατά κάποιο τρόπο η Αγιότητα, δίχως όμως να είναι πραγματικό συστατικό της φύσεως τους[23]. Γι αυτό και δύσκολα μεταπίπτουν στο κακό, από τη στιγμή μάλιστα που πηγή της πνευματικής τους τροφής είναι το φως του Θεού. Η τελειότητα των Αγγέλων, καθώς είναι δημιουργήματα, παραμένει σχετική. Σε σχέση με τους ανθρώπους όμως, πάντοτε τονίζεται η υπεροχή της, αν και η ανθρώπινη φύση κατά την τελείωση μπορεί να τους φτάσει, ακόμα και να τους ξεπεράσει, όπως στην περίπτωση της Θεοτόκου[24]. Γι αυτό και δεν είναι, όπως ειπώθηκε, εκ φύσεως Άγιοι. Προϋπόθεση της μετοχής τους στην Αγιότητα, όπως και στους ανθρώπους, είναι το Άγιο Πνεύμα. Έτσι και άγγελοι κτίσθηκαν και τελειώθηκαν από το Άγιο Πνεύμα, μετέχοντας στον φωτισμό και τη χάρη, ανάλογα με την αξία τους και την προκοπή την οποία επέδειξαν. Εξου και η αγιοσύνη τους δε νοείται σα μία μηχανική διεργασία, αλλά σαν ελεύθερη πρόοδος, που επιτυγχάνεται με τη συνεργία της προσωπικής προσπάθειας[25]. Η συνεργία είναι απαραίτητη, όπως απαραίτητη είναι και η βοήθεια τους Αγίου Πνεύματος, διότι βρίσκονται σε ισόρροπη θέση ανάμεσα στο καλό και το κακό[26]. Η βοήθεια αυτή έγκειται στη στερέωσή τους στο καλό[27].

Το έργο λοιπόν των αγγέλων είναι κατεξοχήν φωτοδοτικό[28] και συνάγεται από την θεία πραγματικότητα. Οι άγγελοι ως κτιστοί δεν είναι αυτόφωτοι, αλλά παίρνουν το φως τους και τη δύναμή τους μένοντας μέσα στις σωστικές ενέργειες του τριαδικού Θεού. Βρίσκονται πλέον μάλιστα σε μία διαρκή φάση τελείωσης, σε διαρκή αεικινησία. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού είναι η αγγελοφάνεια, να θεωρείται θεοφάνεια. Το χαρακτηριστικότερο όμως σημείο στην κοινωνία των αγγέλων και της κτίσης είναι ότι ανάμεσα στους αγγέλους έχει ήδη διαδραματιστεί η τελειωτική πορεία[29] για την οποία μοχθεί ο άνθρωπος. Γνωρίζουμε πως στο νοητό κόσμο των αγγέλων, που αποτελεί ένα οργανικό κομμάτι στη συνολική ζωή της συμπαντικής πραγματικότητας, η κατάσταση της τελειωτικής καταστάσεως είναι παρόν[30]. Οι άγγελοι πλέον που έμειναν στο αγαθό, εδραιώθηκαν μόνιμα σε αυτή την κατάσταση, ενώ όσοι με το αυτεξούσιό τους απομακρύνθηκαν από τη θεία ενέργεια μη επιλέγοντας το δρόμο της μετάνοιας, εξέπεσαν δια παντός.

Φύση και ιδιότητες

Ήδη αναφέρθηκε πως οι άγγελοι κατέχουν ως όντα φύση νοερή, αεικίνητη, αυτεξούσια, ασώματη και λογική, που έχει λάβει αθανασία κατά χάρη, ενώ έχουν και τρεπτή γνώμη. Ταυτόχρονα χαρακτηρίζονται ως δεύτερα φώτα νοερά, που το φωτισμό τους το λαμβάνουν από το πρώτο και άναρχο φως. Βλέπουν το Θεό, αλλά δε γνωρίζουν και δε μετέχουν της Ουσίας Του, συνάμα δε, δε χρειάζονται γλώσσα και ακοή, αλλά χωρίς προφορικό λόγο μπορούν να μεταδώσουν μεταξύ τους τις σκέψεις και τις θελήσεις τους. Είναι περιγραπτοί και δε δύναται να βρίσκονται σε δύο σημεία ταυτόχρονα, αλλά μπορούν ταχύτατα να κινούνται από μία περιοχή στην άλλη. Δεν έχουν σωματικά πάθη, αλλά δεν είναι και απαθείς, διότι μόνο το θείο είναι απαθές, ενώ έχουν τη δυνατότητα να μετασχηματίζονται και να παίρνουν τη μορφή που τους επιβάλλει ο Κύριος, με αποτέλεσμα πολλές φορές να φανερώνονται στους ανθρώπους. Δεν περιορίζονται από υλικά πράγματα, αφού τα όρια τους δε λογίζονται με βάση την υλική πραγματικότητα. Οι δυνάμεις τους είναι ειρηνικές και συνδυάζουν την ανδρεία με την φιλανθρωπία, κατά τα πρότυπο του Κυρίου[31].

Εδώ πρέπει να τονιστεί πως η άποψη του Θωμά Ακινάτη η οποία επικράτησε γενικώς στη Δύση, πως οι Άγγελοι είναι πλήρως άυλα όντα, απορρίπτεται από την Ορθόδοξη θεολογία και δογματική[32]. Επ αυτού τονίζει ο Μέγας Βασίλειος, πως υπάρχει πλήρης διάκριση μεταξύ της φύσης του Αγίου Πνεύματος και των αγγέλων, που είναι μεν αόρατοι αλλά όχι απόλυτα ασώματοι[33]. Επίσης πρέπει να τονιστεί πως αυτή η "σωματικότητα" τρόπον τινά, προκύπτει ακριβώς επειδή αγιάζονται από το Άγιο Πνεύμα. Έτσι προφητεύουν με τη χάρη και την Αποκάλυψη που τους δίνει ο Θεός και όχι φυσικώς, δεν είναι θνητοί, δεν έχουν φύλλο και δε χρειάζονται το γάμο. Αν μεταξύ τους είναι ίσοι κατά την ουσία ή όχι, δεν το γνωρίζουμε, αλλά σίγουρα μεταξύ τους διαφέρουν κατά το φωτισμό και τη στάση, έχοντας είτε στάση προς το φωτισμό, είτε μετέχοντας στον φωτισμό, ενώ φωτίζουν ο ένας τον άλλο κατά την υπεροχή της τάξεως ή της φύσεως, μεταδίδοντας παράλληλα και γνώση.

Ο σκοπός τους και το έργο τους

Κατά τον Απόστολο Παύλο, σκοπός των αγγέλων είναι η εκπλήρωση του θείου θελήματος και η διακονία του έργου της σωτηρίας (Προς Εβραίους 1, 14). Το έργο αυτό το εκτελούν πάντα άμεσα, κινούμενοι με την ταχύτητα της φύσεώς τους. Καθήκοντά τους είναι να φυλάσσουν τόπους, να ηγούνται ανθρώπων και εθνών (Πράξεις 12, 1-15), να βοηθούν τους ανθρώπους όπως το θείο θέλημα προστάζει, να φροντίζουν τις ανθρώπινες ψυχές[34]. Όταν βρίσκονται στον ουρανό, δουλειά τους είναι να υμνούν το Θεό. Σύμφωνα με απόψεις κάποιων θεολόγων, όπως του Ωριγένη, του Κλήμεντας Αλεξανδρείας και του Τερτυλλιανού, οι άγγελοι υπήρξαν συνδημιουργοί του ανθρώπου. Κάτι τέτοιο όμως από την εκκλησία αποκλείστηκε, καθώς αποτελούν απλώς δημιουργήματα. Αυτό σημαίνει πως η απόσταση μεταξύ ανθρώπων και αγγέλων δεν είναι αγεφύρωτη, με αποτέλεσμα ένας άνθρωπος με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος να μπορεί να γίνει ομότιμος με τους αγγέλους[35].

Ο Θεός κατά την πτώση του ανθρώπου αποστέλλει αγγέλους στους ανθρώπους για να επανορθώσουν τη σαθρή κοινωνία, να ενισχύσουν, να παρηγορήσουν και να αποκαλύψουν τα μέλλοντα. Έτσι ο άνθρωπος ικανώνεται να επικοινωνεί με τους αγγέλους, κάτι που εξαρτάται από τη διαγωγή του. Έτσι και κάθε άνθρωπος έχει ένα φύλακα άγγελο για να τον ενισχύει στον αγώνα κατά τις αμαρτίας[36]. Οι άγγελοι επίσης παρακολουθούν τους αγώνες των πιστών, συμπάσχουν μαζί τους, τους επαινούν όταν επιτελούν το καλό, προστατεύουν την εκκλησία[37]. Είναι δηλαδή οι συμπαραστάτες των ανθρώπων προς την προσπάθεια τελείωσής τους. Κατά το θάνατο των ανθρώπου, τη στιγμή που η ψυχή αποχωρίζεται το σώμα, οι πονηρές δυνάμεις επιβουλεύονται την ψυχή του ανθρώπου. Οι αγαθοί όμως ανέρχονται προς τον Θεό, με τη συνοδεία του προσωπικού τους αγγέλου[38].

Περί Δαιμόνων

Ετυμολογία και δαιμονολογία

Το όνομα δαίμων αποτελεί λέξη αμφιβόλου παραγωγής, με πιθανότερη εκδοχή να προέρχεται εκ του "δαίω", "δαίνυμι", που σημαίνει ο διαμοιράζων, αυτός που δίδει[39]. Στη χριστιανική γραμματεία, εν αντιθέτως με την ελληνική που σημαίνει τη μικρότερη θεότητα, λαμβάνει αρνητική σημασία. Λαμβάνει την έννοια του επιβουλεύοντος τους ανθρωπους και ταυτίζεται με τα πονηρά πνεύματα. Ηδη η εμφάνιση τους παρατηρείται εξ αρχής στην Εδέμ, με τη μορφή φιδιού. Η έννοια του δαίμονος μάλιστα ως μορφή φιδιού, ιστορικά, απαντάται για πρώτη φορά στην Παλαιοδιαθικική γρμματεία. Γενικά θα λέγαμε πως προ της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας, η δαιμονολογία δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη όμως παρουσιάζεται σε διάφορα βιβλία όπως του Ιωβ, που είναι ξεκάθαρο πως το έργο του είναι να διαβάλλει τον άνθρωπο, να του δυσκολέψει τη ζωή, να τον φέρει σε περιπέτειες ώστε να κλονιστεί η πίστη του στο Θεό. Στη βαβυλωνιακή και μεταβαβυλωνιακή περίοδο υπάρχει πλέον μία σχετική ανάπτυξη της δαιμονολογίας. Παρόλα αυτά κατά τον Smit δεν υπήρξε δανεισμός ή έστω σοβαρή επιρροή, πέρα εξωτερικών μορφολογικών στοιχείων[40]. Στα απόκρυφα κείμενα της Ιουδαϊκής γραμματείας επίσης μπορούμε να βρούμε εκτενέστερα στοιχεία δαιμονολογίας.

Ο δαίμων στην Ορθόδοξη Εκκλησία ταυτίζεται με τον πειραστή, αυτόν ο οποίος οδηγεί τον άνθρωπο στο κακό, τον εφευρέτη της αμαρτίας, τον ψεύτη (Ιω. 8, 44). Οι δαίμονες εργάζονται για τον αποκλεισμό της σωτηρία ω ανθρώπων (Β΄ Κορινθίους 2, 10). Είναι επίσης απόλυτα ελεύθεροι να επιλέγουν αυτό που είναι. Οι πατέρες εδώ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στον αντιδιαρχικό χαρακτήρα τη χριστιανικής δαιμονολογίας. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία δε μιλάμε ποτέ για δύο πόλους καλού ή κακού, αλλά μόνο για καλό, καθώς το κακό όπως κι οι δαίμονες αλλοιώνουν το καλό, αστοχούν στο καλό.

Φύση και ιδιότητες

Ο πρώτιστος άγγελος μεταξύ των ασωμάτων αυτών δυνάμεων, που του αποδόθηκαν οι μεγαλύτερες εξουσίες, με αποτέλεσμα να βρίσκεται κοντά στη γη, να τη φρουρεί και να φέρει το ζωηφόρον φως, ήταν ο Εωσφόρος. Δε δημιουργήθηκε κακός, αλλά αντιθέτως αγαθός, για να πράττει και να οδηγεί στο αγαθό, δίχως να έχει πάρει μέσα του ίχνος κακίας. Ο Εωσφόρος όμως με αυτεξούσια προαίρεση, αλλοίωσε την αγαθότητα στην οποία και για την οποία δημιουργήθηκε, μη αντέχοντας την τιμή και την αποστολή που ο Θεός του ανέθεσε, με αποτέλεσμα να τραπεί προς το κακό, το "μη ον". Αλλοιώθηκε κατά τη φύση μάλιστα και από την "κατά φύση" κατάσταση, οδηγήθηκε στην "παρά φύση", θέλοντας να επαναστατήσει και να γίνει πρώτος. Η ενέργειά του αυτή τον οδήγησε στην απομάκρυνση από την πηγή της αγαθότητας και έτσι βρέθηκε στο κακό, που δεν είναι τίποτα άλλο από την έλλειψη του αγαθού Θεού. Το αγαθό ως φως νοητό, εξαλήφθηκε στην περίπτωση του και εισήλθε στο κακό, που είναι η νοητή έλλειψη του καλού και του αγαθού. Τελικά αυτός που άλλοτε "έφερε το φως" μετατράπηκε στον κατ’ εξοχήν εχθρό του ανθρώπου. Επειδή είχε μεγάλη δόξα, η σοφία του διεφθάρη και η υπερηφάνειά του μετατράπηκε σε αλαζονεία, με αποτέλεσμα να απαιτεί να είναι ίσος με το Θεό. Η αλαζονεία λοιπόν ήταν ένα από τα βασικά αίτια που οδήγησαν τον Εωσφόρο στην πτώση, όπου μαζί του, αποσπάσθηκε και τον ακολούθησε απροσμέτρητο πλήθος αγγέλων, οι οποίοι ήσαν ταγμένοι στην εξουσία του, μετατρεπόμενοι σε δαίμονες, αφού η προαίρεσή τους, από την εκούσια αγαθή θέληση, μετατράπηκε σε κακή.

Πως ενεργούν

Οι δαίμονες πράττουν το ακριβώς αντίρροπο έργο από τους αγγέλους[41]. Αν λοιπόν για τους αγγέλους έργο είναι η σωτηρία του ανθρώπου και η δημιουργικότητα, για τους δαίμονες είναι η απώλεια και καταστροφικότητα[42]. Δεν έχουν καμία εξουσία και καμία δύναμη εναντίον κανενός, εκτός αν αυτή τους επιτραπεί από το Θεό, κατά την οικονομία του. Τότε έχουν ακόμα και δύναμη να μεταβάλλονται σε όποιο σχήμα κατά φαντασία του ανθρώπου[43] επιθυμούν. Οι δαίμονες λοιπόν αδυνατούν να παράγουν οτιδήποτε από το μηδέν, ενώ τα μέλλοντα δε δύναται να προφητεύσουν, παρά μόνο να προγνώσουν στοχαζόμενοι με βάση τις γνώσεις τους για τα γεγονότα, πολλές φορές μάλιστα ψευδόμενοι. Επίσης για να πλανήσουν τον άνθρωπο γνωρίζουν άριστα τις Γραφές. Κάθε κακία λοιπόν επινοήθηκε από αυτούς, όπως και τα ακάθαρτα πάθη και τους δίνεται πολλές φορές η δυνατότητα να προσβάλλουν κατά παραχώρηση τον άνθρωπο, χωρίς όμως να μπορούν να μας εξαναγκάσουν, αφού έχουμε το χάρισμα της αυτεξούσιας βουλήσεως. Για όλο αυτό το ακάθαρτο έργο και την κακία οι δαίμονες θα γευθούν την Κόλαση αιωνίως. Έτσι για να γίνει πιο αντιληπτό θα πρέπει να πούμε πως ότι για τον άνθρωπο είναι ο θάνατος, είναι η πτώση για τους δαίμονες, αφού και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει επιστροφή και μετάνοια, όχι όμως διότι ο Θεός δεν δέχεται τη μετάνοια, αλλά διότι τελικά τα κτίσματα παγιώνουν το θέλημά τους στο κακό.

Σύμφωνα με το Μέγα Αντώνιο οι δαίμονες είναι ιδιαίτερα επενεργητικοί όποτε παρουσιάζει ο άνθρωπος συμπτώματα φοβίας. Τότε αυξάνουν τα απατηλά τους τεχνάσματα ώστε να τους φοβίζουν περισσότερο, με αποτέλεσμα στο τέλος να τους οδηγούν στην ειδωλολατρεία[44], δηλαδή να υποκύψουν στη φοβία που τους οδηγούν[45]. Ο Θεός όμως σύντομα τους επιπλήττει για το τέχνασμά τους και αυτό συμβαίνει όταν πλέον από αυτό έχουν αδραχτεί οι πνευματικοί καρποί για τον πιστό. Δηλαδή ακόμα και τότε η πλάνη του διαβόλου γίνεται όχημα για την σωτηρία του ανθρώπου. Ο Μέγας Αντώνιος όμως συνεχίζει λέγοντάς μας πως οι δαίμονες έχουν ταραγμένη φαντασία και πως βρίσκονται σε σύγχυση και ταραχή εξ αιτίας της κατάστασης την οποία έχουν περιέλθει[46]. Έτσι και ζουν μέσα στο φόβο, την ταραχή και το μίσος ακόμα και τη θλίψη και ιδίως όταν βλέπουν κάποιον να προκόβει στο πνευματικό καλό. Η επιβουλή των δαιμόνων είναι πράγματι πολύ ισχυρή, αλλά στην πραγματικότητα έχουν ελάχιστη δύναμη[47].

Εδώ όμως πρέπει να γίνει και μία σημαντική διευκρίνηση. Η σατανοφάνεια αποτελεί ερεθισμό και προσβολή της φαντασίας του ανθρώπου, με παθολογική αλλοίωση της λειτουργίας του ορθού λόγου (νου)[48]. Η κατάσταση αυτή βεβαίως είναι μια πραγματική κατάσταση και προσβολή. Διαφέρει όμως από την αγγελοφάνεια, η οποία ουσιαστικά αποτελεί αληθινή παρουσία του Θεού δια μέσω των θείων ενεργειών[49]. Στην αγγελοφάνεια μάλιστα απαιτείται δύναμη και ικανότητα για την όραση της θείας δόξας[50].

Υποσημειώσεις

  1. Ηρόδ. 1, 36
  2. Ελληνικά 1,4,2
  3. Ομήρου Ιλιάδα Β, 786/7 και Γ 121
  4. Πολιτεία, 10, 619β
  5. Δ. Τσάμης, Αγιολογία..., σελ. 97
  6. Περί Αγίου Πνεύματος 16, 38
  7. Εις εξαήμερον 1, 5
  8. Περί Πίστεως 1
  9. Περί της Ουρανίας Ιεραρχίας 6, 1PG 3, 200D-201A και 7, 1 PG 3, 205C
  10. Η λέξη πιθανώς προέρχεται από την εβραϊκή λέξη "σαράφι" που σημαίνει καίω. Κατά άλλες προτάσεις προέρχεται από την αιγυπτιακή λέξη "σερεφ", που ήταν οι πτερωτοί σκύλοι που φύλασσαν τάφους για του Αιγύπτιους, ενώ κατά την αραβική και λιγότερη πιθανή εκδοχή που σημαίνει ο ευγενής (ΘΗΕ, τ. 1, σελ. 177)
  11. Το όνομα Χερουβίμ, είναι πιθανώς ενικός της εβραϊκής λέξης "χερούβ", με πιθανή ακκαδική καταγωγή της λέξης "χαρίβου" που σημαίνει το λατρεύοντα τον Θεό ή τη Θεά. Δεν είναι λοιπόν αβάσιμο να ισχυριστούμε ότι είναι βαβυλωνιακό δάνειο, του οποίου άλλαξε η έννοια (ΘΗΕ, τ. 1, σελ. 176-177)
  12. Δ. Τσάμης, ενθ.αν., σελ. 97
  13. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 186
  14. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, κεφ. 17
  15. ΘΗΕ, τ.1, σελ. 181
  16. Μ. Βασιλείου, Εις εξαήμερον 9, 6
  17. Γρηγόριος Θεολόγου, Ομιλία εις τα Θεοφάνεια, PG 36, 320C
  18. Ιω. Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Β, 3, 17. Περί Αγγέλων
  19. Ιω. Δαμασκηνός, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Β, 3, 17. Περί Αγγέλων
  20. Μ. Βασιλείου, Εις 32 Ψαλμόν 4.
  21. Μ. Βασίλειος, Περί Αγίου Πνεύματος 16, 38
  22. ΘΗΕ, τ.1, σελ. 183
  23. Μ. Βασιλείου, Περί του Αγίου Πνεύματος 16, 38
  24. ΘΗΕ, τ.1, σελ. 186
  25. Μ. Βασίλειος, Κατά Ευνομίου 3, 2
  26. Δ. Τσάμης, Αγιολογία..., σελ. 95
  27. Μ. Βασίλειος, ο.π., 13, 38
  28. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 188
  29. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 188
  30. Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 188
  31. Μ. Βασίλειος, Εις 45 Ψαλμόν, 7
  32. Δ. Τσάμης, Αγιολογία..., σελ. 97
  33. ο.π.
  34. Μ. Βασιλείου, Εις 1 Ψαλμόν, 2
  35. Γρηγόριος Νύσσης, Περί κατασκευής ανθρώπου 18
  36. Μ. Βασίλειος, Εις 33 Ψαλμόν, 5. Επίσης: Ωριγένης, Κατά Κέλσου 6, 41. Χρυσόστομος Εις Ματθαίον ομιλία 4
  37. Μ. Βασίλειος, Εις Ησαΐαν 260
  38. Μ. Βασίλειος, Εις το άγιον Βάπτισμα 8
  39. ΘΗΕ, τ. 5, σελ. 883
  40. ΘΗΕ, τ. 5, σελ. 884
  41. Ιωάννης Ρωμανίδης, Το προπατορικόν Αμάρτημα, σελ. 60-75
  42. Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 189
  43. Οι δαιμονοφάνειες ποτέ δεν μπορούν να συμβούν κατά τον τύπο των αγγελοφανειών. Ο σατανάς και οι δαίμονες δεν είναι δημιουργοί. Έτσι οι άνθρωποι δεχόμενοι τις ισχυρές σατανικές προσβολές κυριαρχούνται από αυτές λίγο ή πολύ, αρκετές φορές, μόνο στη διάσταση της φαντασίας τους. Οι προσβολές βέβαια και η κυριαρχία είναι πραγματικές
  44. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και Πνευματικοί Πατέρες
  45. Η φοβία για παράδειγμα της έλλειψης χρήματος οδηγεί στην απληστία ή την κλοπή, σε παλιότερες εποχές τη λατρεία της φύσης κ.α.
  46. Γ. Φλορόφκσι, ο.π., σελ. 182
  47. ο.π., σελ. 186
  48. Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 189
  49. Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 191
  50. Μέγας Αθανάσιος, Βίος και Πολιτεία του οσίου πατρός ημών Αντωνίου PG 26, 888A

Πηγές

  • Εγκυκλοπαίδεια, «Πάπυρος, Larousse, Britannica», Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα, 1976/2006
  • Ιωάννου Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Νίκος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
  • Δημήτριος Τσάμης, "Αγιολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2008.
  • Γεώργιος Φλορόφσκι, "Οι Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί πατέρες", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2006.