Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Πέτρος Άργους"

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
(Επιπρόσθετη βιβλιογραφία)
μ (Επιπρόσθετη βιβλιογραφία)
Γραμμή 55: Γραμμή 55:
 
*Κωνσταντίνος Κυριακόπουλος, «''Αγίου Πέτρου Επισκόπου Άργους, Βίος Και Λόγοι''», Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Αργολίδος 1976.
 
*Κωνσταντίνος Κυριακόπουλος, «''Αγίου Πέτρου Επισκόπου Άργους, Βίος Και Λόγοι''», Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Αργολίδος 1976.
 
*Αναστάσιος Τσακόπουλος, «''Συμβολαι Εις Την Ιστοριαν Της Εκκλησίας Αργολίδος''», Έκδοσις «''Χρονικών Του Μοριά''», Αθήναι 1953.
 
*Αναστάσιος Τσακόπουλος, «''Συμβολαι Εις Την Ιστοριαν Της Εκκλησίας Αργολίδος''», Έκδοσις «''Χρονικών Του Μοριά''», Αθήναι 1953.
*Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, « Η ΑΝΟΡΘΩΣΗ 802-945, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους », τομ.Η, Εδκοτική Αθηνών,1979, σελ.46-97.
+
*Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «''Η Ανόρθωση 802-945, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους''», τομ.Η, Εδκοτική Αθηνών,1979, σελ.46-97.
 
*Βασίλειος Σκουλάτος, «''Άργος, τα ίχνη μιας πόλεως στον Ελληνικό Μεσαίωνα''», Αργειακή Γη, τεύχος 1, 2003, σελ.67-85.  
 
*Βασίλειος Σκουλάτος, «''Άργος, τα ίχνη μιας πόλεως στον Ελληνικό Μεσαίωνα''», Αργειακή Γη, τεύχος 1, 2003, σελ.67-85.  
 
* (<small>Τα βιβλία προέρχονται από την "Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού"</small>).
 
* (<small>Τα βιβλία προέρχονται από την "Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού"</small>).

Αναθεώρηση της 17:16, 30 Σεπτεμβρίου 2008

Ο Επίσκοπος Άργους Πέτρος (852 - 922),Σημειοφόρος και Θαυματουργός, είναι Άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που επιτέλεσε επίσκοπος στην πόλη Άργους κατά τον 10ο αιώνα. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη γύρω στα 852 και ήταν παιδί επταμελούς οικογένειας, τα μέλη της οποίας διακρινόταν για την ευσέβεια και την πίστη στο Θεό. Χαρακτηριστικό είναι πως όλα τα μέλη της οικογένειας ακολούθησαν το μοναχικό βίο[1], ενώ ο Πέτρος έχοντας ως πρότυπο τα μεγαλύτερα αδέλφια του, ήταν τόσο ασκητικός που "όλοι οι άλλοι μοναχοί μετεχειρίσθησαν αυτόν πρότυπον και παράδειγμα εις την αρετήν"[2].

Ο Άγιος Πέτρος είχε αδαμάντινο χαρακτήρα και διακρίνονταν για τη μόρφωση και τη ρητορική του δεινότητα[3], καθώς επίσης και για τα φιλάνθρωπα αισθήματά του. Γι΄ αυτό ο πατριάρχης Νικόλαος Μυστικός, εκτιμώντας τα προσόντα και την αρετή του μοναχού Πέτρου, θέλησε να τον χειροτονήσει επίσκοπο Κορίνθου. Ο Πέτρος όμως αρνήθηκε, αναλογιζόμενος το βάρος της κλήσης του, με αποτέλεσμα ο θρόνος να δοθεί στον αδελφό του Παύλο. Αργότερα κατέφυγε στην Κόρινθο, για να αποφύγει τον Πατριάρχη, ο οποίος ήθελε να τον χειροτονήσει επίσκοπο. Έτσι, όταν χήρεψε ο επισκοπικός θρόνος Αργούς, το 914[4], οι Αργίτες ζήτησαν τον Πέτρο για επίσκοπό τους και μπροστά στη επιμονή τους ο Πέτρος υποχώρησε και δέχτηκε. Το έργο του υπήρξε πολυποίκιλο. Συνέβαλλε καθοριστικά στην προστασία πληθυσμών, κατά την επιδρομή των Βουλγαρικών φύλων[5], ενώ εισήγαγε πλήθος ετεροδόξων στην εκκλησία. Το 920 μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, για να λάβει μέρος σε σύνοδο που είχε συγκαλέσει ο Νικόλαος Μυστικός επί Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου.

Ο βιογράφος του Αγίου μας πληροφορεί ότι κατά τη διάρκεια της επισκοπής του στο Άργος, πραγματοποιούσε θαύματα, όπως διάσωση του λαού από λιμό, τη λύτρωση αιχμαλώτων από τους πειρατές, τη διάσωση κόρης διωκόμενης από κάποιο στρατηγό, τη θεραπεία δαιμονιζόμενης γυναίκας, με αποτέλεσμα να λάβει το προσωνύμιο του θαυματουργού. Κοιμήθηκε στο Άργος σε ηλικία 70 ετών και τάφηκε στο Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Όμως Φράγκοι και Ενετοί μετακίνησαν το ιερό λείψανο του Αγίου το 1421 και το μετέφεραν αρχικά στο Ναύπλιο και αργότερα στο Βατικανό. Ως υπεύθυνος μνημονεύεται ο Λατίνος επίσκοπος Σιγουντονάνης.[6] Μετά όμως από προσπάθειες της Μητροπόλεως Αργολίδος και συντονισμένες ενέργειες του Μητροπολίτη Ιακώβου Ά και του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου, τα Λείψανα του Αγίου, επιστρέφουν στην πόλη του Άργους.

Η μνήμη του Αγίου γιορτάζεται στις 3 Μαΐου.

Τα ιστορικά δεδομένα για την περίοδο που έδρασε ο Άγιος Πέτρος

Εισαγωγή

Η περίοδος στην οποία έζησε και ανέπτυξε την δραστηριότητα του ο Άγιος Πέτρος, είναι η αρχή της περιόδου ακμής του Βυζαντίου που κυρίως στην περίοδο των Μακεδόνων αυτοκρατόρων (867-1059) θα κορυφωθεί. Είχε προηγηθεί η μεγάλη κρίση του 7ου και 8ου αιώνα με την Εικονομαχία (726-843), την εγκατάσταση Σλάβων και Βουλγάρων στη Βαλκανική Χερσόνησο και τη στέψη του Καρλομάγνου ως αυτοκράτορα στη Δύση (800), γεγονός που σηματοδότησε την απαρχή της υποχώρησης της Βυζαντινής δύναμης στην Ιταλία και έπληξε την πολιτική του Βυζαντίου στην περιοχή αυτή. Από τον 9ο αιώνα η προηγούμενη κρίση θα οδηγήσει στη σταδιακή ωρίμανση του Βυζαντίου, στην ανασύσταση και ανόρθωση του κράτους και στη μεγάλη πνευματική αναγέννηση. Η ακμή αυτή εκδηλώνεται σε όλα τα επίπεδα της ζωής της βυζαντινής κοινωνίας και του κράτους. Ταυτόχρονα η διαδοχή ικανών αυτοκρατόρων και η αξιόλογη δράση σημαντικών πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών εξασφάλισαν την εδραίωση των δυναστικών θεσμών. Η νομοθετική δραστηριότητα, η σωστή οικονομική και κοινωνική πολιτική και η προσαρμογή της κρατικής μηχανής στις απαιτήσεις της εποχής συνέβαλαν στην άσκηση στιβαρής διοίκησης, ικανής να αντιμετωπίσει τα εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα αποτελεσματικά, και στην ανάπτυξη της οικονομίας, βασικής προϋπόθεσης για την οποιαδήποτε πολιτική(κοινωνική, οικονομική, εξωτερική κ.τ λ.).

Η αναγέννηση των γραμμάτων και η ισχυροποίηση της Βυζαντινής εκκλησίας, μετά την περιπέτεια της Εικονομαχίας εξασφάλισαν τις προϋποθέσεις για να μπορέσει το Βυζαντινό κράτος να εντάξει τους νέους λαούς (Βούλγαρους, Σλάβους-Μοραβούς, Ρώσους),που είχαν εμφανιστεί, στη σφαίρα της πολιτικής και πνευματικής του επιρροής. Λίγο μετά τη γέννηση του Αγίου Πέτρου (850) θα αναγορευθεί Πατριάρχης ο Φώτιος (858-867 και 877-886) στη διάρκεια της βασιλείας του Μιχαήλ του Γ΄ (842-867), που είναι ο τελευταίος αυτοκράτορας της δυναστείας του Αμορίου (820-867),και της έντονης παρουσίας του Βάρδα, θείου του Μιχαήλ και ικανότατου πολιτικού και στρατιωτικού ηγέτη. Ο Φώτιος υπήρξε μεγάλη πνευματική φυσιογνωμία και το σημαντικότερο επίτευγμά του υπήρξε ο εκχριστιανισμός των Σλάβων. Στη διάρκεια της άσκησης των πατριαρχικών καθηκόντων του θα γίνει και το πρώτο σχίσμα της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας (867). Η πνευματική ακτινοβολία του Φωτίου, ο οποίος υπήρξε ο πιο αξιόλογος λόγιος και μελετητής των αρχαίων ελληνικών κειμένων στα πλαίσια της έντονης στροφής που παρατηρείται την περίοδο αυτή προς την αρχαία κληρονομιά, θα επηρεάσει την φυσιογνωμία του Αγίου Πέτρου. Ο μαθητής του Φωτίου Νικόλαος Μυστικός, δύο φορές Πατριάρχης του Βυζαντίου (901-907 και 912-925) θα τον επηρεάσει επίσης με την πρότασή του για να αναλάβει τη μητρόπολη της Κορίνθου, πρόταση που θα αρνηθεί αλλά θα ακολουθήσει τον αδελφό του Παύλο[7] που θα χειροτονηθεί μητροπολίτης Κορίνθου.

Η συμβολή του Αγίου

Παρά την ακμή αυτή του Βυζαντίου η περιφέρεια δε φαίνεται να ελκύει το ενδιαφέρον των ιστορικών και χρονογράφων της εποχής. Στα πλαίσια αυτά και οι αναφορές στο Άργος είναι περιορισμένες. Η αναγέννηση του Βυζαντίου, που παρουσιάστηκε παραπάνω, στην Πελοπόννησο εκδηλώνεται κυρίως με την αναζωπύρωση της θρησκευτικής ζωής. Οι εποικισμοί των Σλάβων δε φαίνεται να ήταν σημαντικοί στην περιοχή και δεν επηρέασαν την οικονομική εξέλιξη της πόλης κατά την περίοδο των Μακεδόνων και των Κομνηνών στη συνέχεια. Τη μόνη πληροφορία και αυτή άκρως συγκεχυμένη για την πόλη του Άργους σε αυτή τη ζοφερή περίοδο μας τη δίδει πάλι το Χρονικόν της Μονεμβάσιας λέγοντας ότι φοβούμενοι τους Σλάβους «οι Αργείοι εν τη νήσω τη καλουμένη Ορόβη…μετώκησαν». Ο εκχριστιανισμός των Σλάβων θα συμβάλει στην αφομοίωση τους προς τους ντόπιους. Στην ιεραποστολική αυτή προσπάθεια θα συμμετάσχει και το Άργος με επικεφαλής τον Άγιο Πέτρο Επίσκοπο Άργους και Ναυπλίου. Να σημειωθεί ότι το Άργος πολύ νωρίς ήταν επισκοπή και σύμφωνα με μια άποψη η ένωσής της με την επισκοπή του Ναυπλίου πρέπει να έγινε λίγα χρόνια μετά το 879. Το 1189 επί Ισαακίου Αγγέλου αποσπάσθηκε από την μητρόπολη της Κορίνθου και αποτέλεσε νέα μητρόπολη. Ταυτόχρονα η ανέγερση πλήθους εκκλησιών επιβεβαιώνει τη θρησκευτική, πνευματική και καλλιτεχνική ανάπτυξη της περιοχής. Με την πνευματική άνθηση του Άργους συνυφαίνεται και η οικονομική.

Ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος (912-959), της Μακεδονικής Δυναστείας, στο έργο του «Περί Θεμάτων» κατατάσσει το θέμα της Πελοποννήσου έκτο στη σειρά ιεραρχήσεως στον Ελλαδικό χώρο και ανάμεσα σε σαράντα πόλεις το Άργος κατέχει μία από τις πέντε σπουδαιότερες θέσεις (τις άλλες κατέχουν η Κόρινθος, η Σικυών, η Σπάρτη και η Πάτρα). Σύμφωνα δε με το Χρονικόν του Μορέως το Άργος ήταν μία από τις δώδεκα καλύτερα οχυρωμένες θέσεις της Πελοποννήσου. Η οικονομική αυτή ανάπτυξη θα συνεχιστεί μέχρι την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης (1204). Από το Βίο του Αγίου μαθαίνουμε ότι στη διάρκεια της επισκοπείας του

«Λιμός επίεζε την του Πέλοπος. Επί τοσούτω δε ταύτην υπεβόσκετο και κατέτρυχεν ,ως και τας οικίας, και τας στενωπούς, και άμφοδα και πλατείας, έτι δε και τα ύπαιθρα εμπλησθήναι νεκρών, μη των ζώντων εξικνούντων ετι τη γή κατακρύπτειν τα σώματα».

Ο λιμός αυτός διήρκεσε τρία χρόνια Η αντιμετώπιση του λιμού από τον Άγιο, που πέτυχε τη διατροφή ντόπιων και ξένων, εγγράφεται από το βιογράφο του στα θαύματά του. Ακόμη στις ομιλίες του Αγίου Πέτρου γίνεται λόγος για επιδρομές «αθέων Αγαρηνών» και «Σκυθών» ενώ στο Βίο του αναφέρονται πειρατικές δραστηριότητες των Κρητών που ανάγκαζαν τον Άγιο να εξαγοράζει με λύτρα τους αιχμαλώτους. Οι προαναφερόμενοι Αγαρηνοί και Κρήτες δεν ήταν άλλοι από τους Σαρακηνούς πειρατές που τρομοκρατούσαν τους πληθυσμούς των παραλιακών περιοχών της Πελοποννήσου(9ος και 10ος αιώνας). Αποτέλεσμα της δράσης των πειρατών ήταν η ερήμωση των νησιών και των παραλίων αστικών κέντρων, κάμψη της οικονομίας, πολιτιστική παρακμή και ανασφάλεια στη ναυσιπλοΐα. Χαρακτηριστικό γεγονός επίσης της περιόδου είναι η κατάληψη της Πελοποννήσου από βαρβάρους για τρία χρόνια. Κατά τις εκτιμήσεις των ερευνητών πρόκειται για ατάκτους Βουλγάρους του Συμεών που μετά την ειρήνευση με τους Βυζαντινούς, το 924, παρέμειναν στην Πελοπόννησο και αποχώρησαν αργότερα οικειοθελώς είτε εκδιώχθηκαν από βυζαντινό εκστρατευτικό σώμα. Το γεγονός αυτό αναφέρεται στο Βίο του Αγίου ως προφητεία που επαληθεύθηκε μετά το θάνατό του. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, συνθήκες ανάπτυξης και ακμής του Βυζαντίου, της περιφέρειας και του Άργους, έζησε και έδρασε ο Άγιος Πέτρος.

Η Εργογραφία του Αγίου

Ο Άγιος Πέτρος αποτέλεσε και συγγραφέας εκκλησιαστικών έργων. Έτσι διασώζονται μέχρι σήμερα τρεις εγκωμιαστικοί και ποιμαντικοί λόγοι και ένας επιτάφιος. Μέσα από την εργογραφία του αυτή, διακρίνεται ο μεστός ο θεολογικός και ποιμαντικός του λόγος.

  • Εις τους Αγίους Αναργύρους (Εγκώμιον)
  • Eις την Αγίαν Άνναν (Εγκώμιον)
  • Εις την Αγίαν Βαρβάραν (Εγκώμιον)
  • Εις τα Εισόδια της Θεοτόκου (Λόγος)
  • Εις την σύλληψην της Αγίας Άννης (Λόγος)
  • Εις τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου (Λόγος)
  • Εις τον Μακάριον Αθανάσιον επίσκοπον Μεθώνης (Επιτάφιος)

Υποσημειώσεις

  1. Δηλ. οι δύο γονείς, τα τέσσερα αγόρια και η αδελφή τους (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 369).
  2. Νικόδημος Αγιορείτης, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, τόμ. Β', Αθήνησι 1868, σελ. 127Β.
  3. λήμμα: "Πέτρος Επίσκοπος Άργους", εγκυκλοπαίδεια Δομή Gold [DVD-ROM].
  4. εγκυκλοπαίδεια Δομή Gold, ό.π.
  5. εγκυκλοπαίδεια Δομή Gold, στο ίδιο.
  6. « Γνωστός Λατίνος Επίσκοπος Άργους κατά τήν Ενετοκρατία, είναι ο Ενετός Secundus Nani.( 1418-1425). Περί τά τέλη τού 1420, η περιοχή τού Ναυπλίου, εσείστηκε από φοβερή καταιγίδα, η οποία προξένησε πολλές ζημίες στά κτίρια τής πόλης. Στίς 21 Ιανουαρίου 1421, πρωτοστατούντος τού προαναφερθέντος επισκόπου, μεταφέρονται τά ιερά λείψανα τού Αγίου Πέτρου Άργους, από τό Άργος στό Ναύπλιο. Στό ( ανωνύμου συγγραφέα) «Χρονικό Σύντομο» (Βλ. Πατρολογία Migne, τόμ.157, στ.1171-1172) αναφέρεται: «τώ στλκθ΄ νεμήσει ιδ΄ Ιανουαρίου κα΄, ημέρα γ΄, Σιγουντονάνης, επίσκοπος λατίνων, μετεκόμισε τά τίμια λείψανα τού οσιωτάτου Πέτρου, επισκόπου Ναυπλίου καί Άργους, από Άργους εις τήν επισκοπήν Ναυπλίου».
  7. Η μνήμη του Αγίου Πατρός Παύλου, επισκόπου Κορίνθου, εορτάζεται υπό της Αγίας ημών Εκκλησίας, τη 27 Μαρτίου εν τη ιστορία της Βυζαντινής λογοτεχνίας του Κρουμβάχερ, μτφ.Σωτηριάδου τόμ.Α΄σελ.393 αναγινώσκομεν τάδε: « Παύλος ο επίσκοπος Μονεμβασίας (Γράφε Κορίνθου) εν αρχή του αιώνος, αδελφός του επισκόπου Άργους Πέτρου, κατέλιπεν βραχείαν αφήγησιν περί αναχωρητριών εκ Μικράς Ασίας και περί της Μάρθας ηγουμενίσσης της εν Άργει Μονής της Θεοτόκου». 27.3. Παύλου Κορίνθου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Παύλου, επισκόπου Κορίνθου, αδελφού γεγονότος Πέτρου Επισκόπου Άργους του Σημειοφόρου. ( Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμ.Β΄εκδόσεις Δόμος.2005.

Βιβλιογραφία

  • Χρήστος Παπαοικονόμος, «Ο Πολιούχος Του Άργους Άγιος Πέτρος, Επίσκοπος Άργους Ο Θαυματουργός», Εκ Του Τυπογραφείου Σ. Βλαστού, Αθήναι 1908.
  • "Πέτρος, επίσκοπος Άργους", εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 49, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2004-2005.
  • "Πέτρος, επίσκοπος Άργους", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 10, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 369-371.
  • Νικόδημος Αγιορείτης, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, τόμ. Β', Αθήνησι 1868, σελ. 127-128.
  • Βασίλης Τσιλιμίγκρας, «Τα ιστορικά δεδομένα για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και το Άργος στην περίοδο Που έζησε ο Άγιος Πέτρος, Επίσκοπος Άργους». Εφημερίδα Αργολίδα (28/04/2006).
  • Πατήρ Γεώργιος Σελλής, «Άγιος Πέτρος Επίσκοπος Άργους Σημειοφόρος και Θαυματουργός», Έκδοσις Καθεδρικού Ιερού Ναού Αγίου Πέτρου, Άργος 2008.
  • λήμμα: "Πέτρος Επίσκοπος Άργους", εγκυκλοπαίδεια Δομή Gold [DVD-ROM].

Επιπρόσθετη βιβλιογραφία

  • P. Enrico Rickenbach, «Storia e scritti di S. Pietro d΄ Argo», Tipografia del cav. V. Salviucci, Roma 1899.
  • Κωνσταντίνος Κυριακόπουλος, «Αγίου Πέτρου Επισκόπου Άργους, Βίος Και Λόγοι», Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Αργολίδος 1976.
  • Αναστάσιος Τσακόπουλος, «Συμβολαι Εις Την Ιστοριαν Της Εκκλησίας Αργολίδος», Έκδοσις «Χρονικών Του Μοριά», Αθήναι 1953.
  • Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Η Ανόρθωση 802-945, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τομ.Η, Εδκοτική Αθηνών,1979, σελ.46-97.
  • Βασίλειος Σκουλάτος, «Άργος, τα ίχνη μιας πόλεως στον Ελληνικό Μεσαίωνα», Αργειακή Γη, τεύχος 1, 2003, σελ.67-85.
  • (Τα βιβλία προέρχονται από την "Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού").