Αγάπες
Aγάπες ονομάζονταν οι κοινές εστιάσεις οι οποίες τελούνταν στις Χριστιανικές κοινότητες κατά τον πρώτο και δεύτερο αιώνα. Αρχικά τελούνταν μαζί με τη Θεία Ευχαριστία, ενώ από τον 2ο αιώνα αποχωρίστηκαν από το ευχαριστιακό γεγονός, λόγω καταχρήσεων που παρατηρήθηκαν. Παρότι όμως αποχωρίστηκαν από την Θεία Ευχαριστία διατήρησαν κάποια εξωτερικά στοιχεία, όπως την "κλάση του άρτου" ή την "ευλογία του ποτηρίου".
Οι αγάπες τελούνταν κατά την εσπερινή σύναξη της Κυριακής ή και άλλες ημέρες τις οποίες η κοινότητα αποφάσιζε. Τελούνταν αρχικά κυρίως σε οικίες κληρικών, ενώ με το πέρασμα των ετών πραγματοποιούνταν και σε ναούς. Χαρακτηριστικό είναι πως ο Τερτυλλιανός στα συγγράμματά του εξυμνούσε τις αγάπες οι οποίες "τόνωναν την ευσέβεια των πιστών και ενίσχυαν του φτωχούς". Η συνεστίαση άρχιζε με κοινή προσευχή, ενώ η παρουσία εδεσμάτων ήταν περιορισμένη, αφού υπήρχε έντονη η αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Προ της λήξεως της εστίασης ο κάθε πιστός απήγγειλε κάποιο ύμνο από την Αγία Γραφή ή δικής του σύνθεσης. Ο εκφυλισμός των αγαπών κατά τον 2ο αιώνα αρχίζει να διαφαίνεται στη γραμματεία του Κλήμη Αλεξανδρέα ο οποίος αναφέρει ότι είχαν κατέλθει σε "δειπνάρια τίνα κνίσσης και ζωμών αποπνέοντα...την αγάπην την ηγιασμένην καθιδρίοις και ζωμού ρύσει καθυβρίζοντα"[1]. Εν τέλει οι αγάπες συνδέθηκαν με την οργανωμένη μέριμνα της κοινότητας υπέρ των πτωχών, και συνδέθηκε με τον καιρό με φιλανθρωπικό έργο, χάνοντας όμως την αυστηρή πνευματική τους βάση, με αποτέλεσμα με το πέρασμα των ετών να καταργηθούν. Τελικά σύνοδος της Λαοδικείας το 397 απαγόρευσε τις αγάπες.
Σήμερα από την Ορθόδοξη Εκκλησία, «αγάπη» αποκαλείται η λειτουργία της ημέρας του Πάσχα.
Υποσημειώσεις
- ↑ Κλήμη Αλαξανδρέα Παιδαγωγός 2,1
Βιβλιογραφία
- Φειδάς Ιω. Βλάσιος, Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι την Εικονομαχία, τόμ. Α΄, 3η έκδ., Αθήνα 2002.