Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Άγγελοι"
μ (Βιβλιογραφία + .) |
μ (→Ιεραρχία και αριθμός) |
||
Γραμμή 17: | Γραμμή 17: | ||
Ο αριθμός των ''αγγελικών όντων'' φαίνεται να είναι ανυπολόγιστος και απροσμέτρητος. Ο ίδιος ο [[Ιησούς Χριστός|Ιησούς]] ομιλεί στη ''Γεθσημανή'' για περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων, ενώ ο [[Ευαγγελιστής Ιωάννης]] μαρτυρεί ότι είδε και άκουσε σε όραμα που του δόθηκε από τον [[Θεός|Θεό]] γύρω από το ''Θεϊκό θρόνο'' χορωδία από μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων αγγέλων. | Ο αριθμός των ''αγγελικών όντων'' φαίνεται να είναι ανυπολόγιστος και απροσμέτρητος. Ο ίδιος ο [[Ιησούς Χριστός|Ιησούς]] ομιλεί στη ''Γεθσημανή'' για περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων, ενώ ο [[Ευαγγελιστής Ιωάννης]] μαρτυρεί ότι είδε και άκουσε σε όραμα που του δόθηκε από τον [[Θεός|Θεό]] γύρω από το ''Θεϊκό θρόνο'' χορωδία από μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων αγγέλων. | ||
− | Σύμφωνα με | + | Σύμφωνα με τον [[ψευδο-Διονύσιος Αρεοπαγίτης|Διονύσιο Αρεοπαγίτη]]<ref>Περί της Ουρανίας Ιεραρχίας 6, 1PG 3, 200D-201A και 7, 1 PG 3, 205C</ref>, οι άγγελοι διαχωρίζονται σε ''τάγματα'', ενώ έχουν και ιεραρχία. Με βάση την ιεραρχία τους, διαχωρίζονται σε 3 τάξεις που έκαστος φέρει ''"Τριχώρους"'' ή αλλιώς ''"Ταξιαρχίες"'': |
* [[Σεραφείμ]] (''Ησ. 6,2''), [[Χερουβείμ]] (''Εβρ. 9,5''), [[Θρόνους]] (''Κολ. 1,16''), | * [[Σεραφείμ]] (''Ησ. 6,2''), [[Χερουβείμ]] (''Εβρ. 9,5''), [[Θρόνους]] (''Κολ. 1,16''), |
Αναθεώρηση της 21:20, 30 Αυγούστου 2009
Οι Άγγελοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αόρατα, ασώματα, νοερά, αυτεξούσια, κτιστά όντα, που αποτελούν λειτουργικά πνεύματα και εκτελεστές του Θείου θελήματος. Ο λόγος δημιουργίας τους είναι εκστατική αγάπη και αγαθότητα του Θεού, με σκοπό να συμμερισθούν ως λογικά όντα τη μακαριότητά Του. Δημιουργήθηκαν εξ αρχής αγαθοί με δυνατότητα περεταίρω πνευματικής προκοπής, αλλά και δυνατότητα τροπής προς το κακό, με αποτέλεσμα άλλοι άγγελοι με τη συνεργία του Αγίου Πνεύματος να παγιωθούν στο καλό και άλλοι να εκπέσουν της χάριτος ένεκα της υπερηφανείας τους, δημιουργώντας το εκπεσών τάγμα αγγέλων, που πλέον αποκλήθηκαν Δαίμονες. Η αυτεξούσια βουλή τους παρότι ήταν δυσκίνητη προς το κακό παρέμενε δεκτική αυτού, αφού ως δημιουργήματα που προήλθαν από τροπή, δύνατο να αλλοιώσουν την δεκτική μακαριότητα που απολάμβαναν κινούμενα προς το "μη ον" (έλλειψη του αγαθού), με αποτέλεσμα ένα μέρος των δημιουργημάτων αυτών να εκπέσει οριστικώς.
Περιεχόμενα
Ετυμολογία
Η έννοια άγγελος σήμερα λαμβάνει διάφορες σημασίες. Κατά γενική ομολογία όμως σημαίνει:
- Γενικά, αυτόν που φέρνει ειδήσεις
- Τα αόρατα όντα που διαβιβάζουν ειδήσεις ή λειτουργικά πνεύματα
Στην Αρχαία Ελλάδα η έννοια άγγελος χαρακτήριζε κάποιον ο οποίος μετέδιδε ειδήσεις, πληροφορίες ή αγγελίες. Ο Όμηρος στα έργα του ήδη εμφανίζει τη λέξη με αυτή την έννοια, ενώ και οι Ηρόδοτος[1], Ξενοφώντας[2] την χρησιμοποιεί για να περιγράψει ειδικούς απεσταλμένους μεταφοράς μηνυμάτων ή πληροφοριών. Επίσης οι άγγελοι χρησιμοποιούνται και σε άλλα καθήκοντα, όπως σύναψη συνθηκών ή είσπραξη χρημάτων. Ως θεϊκή ή υπερβατική παρουσία η έννοια άγγελος εμφανίζεται για πρώτη φορά στο πρόσωπο του Ερμή, ο οποίος προσφωνείται ως άγγελος της Περσεφόνης από τον Όμηρο[3]. Επίσης κατά τον Πλάτωνα[4] ο Κάτω Κόσμος έχει τους αγγέλους του, οι οποίοι καλούνται "άγγελοι καταχθόνιοι". Στα Εβραϊκά η αντίστοιχη λέξη mal'akh χρησιμοποιείται για να δηλώσει είτε θείο είτε ανθρώπινο αγγελιαφόρο. Η λατινική εκδοχή, εντούτοις, διακρίνει τον θείο ή πνευματικό αγγελιαφόρο από τον άνθρωπο με τις έννοιες angelus (δάνειο από την Ελληνική γλώσσα) και legatus "απεσταλμένος".
Ο Εωσφόρος πριν από την πτώση του ήταν ο σπουδαιότερος, ο πρώτος στην ιεραρχία των αγγέλων. Το όνομά του σήμαινε "αυτός που μεταφέρει το φως". Η μετέπειτα ονομασία του ως "Σατανάς" προέρχεται από την εβραϊκή λέξη σατάν, η οποία χρησιμοποιήθηκε στην ελληνική Μετάφραση των Εβδομήκοντα με τις λέξεις "Σατανάς" ή "Διάβολος" και δηλώνει τον επίβουλο, τον εχθρό.
Ιεραρχία και αριθμός
Ο αριθμός των αγγελικών όντων φαίνεται να είναι ανυπολόγιστος και απροσμέτρητος. Ο ίδιος ο Ιησούς ομιλεί στη Γεθσημανή για περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων, ενώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μαρτυρεί ότι είδε και άκουσε σε όραμα που του δόθηκε από τον Θεό γύρω από το Θεϊκό θρόνο χορωδία από μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων αγγέλων.
Σύμφωνα με τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη[5], οι άγγελοι διαχωρίζονται σε τάγματα, ενώ έχουν και ιεραρχία. Με βάση την ιεραρχία τους, διαχωρίζονται σε 3 τάξεις που έκαστος φέρει "Τριχώρους" ή αλλιώς "Ταξιαρχίες":
- Σεραφείμ (Ησ. 6,2), Χερουβείμ (Εβρ. 9,5), Θρόνους (Κολ. 1,16),
- Κυριότητες (Κολ. 1,16), Δυνάμεις (Εφ. 1,21), Εξουσίες (Κολ. 1,16) και
- Αρχές (Κολ. 1,16), Αρχάγγελους (Α΄ Θεσ. 4,16) και αγγέλους (Μαρκ. 1,13 κ.ά.).
Ιδίωμα της πρώτης ιεραρχίας είναι η πύρινη σοφία και η γνώση των ουρανίων, ενώ έργο τους ο θεοπρεπής Ύμνος του Γελ. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι πως Χερουβείμ σημαίνει φωτιά, ενώ Σεραφείμ, έκχυση γνώσεων[6]. Η δεύτερη ιεραρχία έχει ως ιδίωμα τη διευθέτηση των μεγάλων πραγμάτων και την διενέργεια των θαυμάτων, ενώ έργο τους είναι ο Τρισάγιος Ύμνος «Άγιος, Άγιος, Άγιος». Τέλος ιδίωμα της τρίτης ιεραρχίας είναι να εκτελούν θείες υπηρεσίες και έργο τους αποτελεί ο ύμνος "Αλληλούια". Από την Αγία Γραφή γνωρίζουμε και μερικούς αγγέλους ονοματικά. Τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, που σημαίνει "ήρωας του Θεού", από την εμφάνισή του στον Προφήτη Δανιήλ, στον Προφήτη Ζαχαρία και στη Θεοτόκο. Γνωρίζουμε το Αρχάγγελο Μιχαήλ, που σημαίνει "τις ως ο Θεός ημών", ενώ εμφανίζεται πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη. Ο "Ραφαήλ" είναι ο τρίτος άγγελος που γνωρίζουμε, το όνομά του σημαίνει "ο Κύριος θεραπεύει" και εμφανίζεται στον Τωβίτ μεταφέροντας τις ανθρώπινες προσευχές στο θρόνο του Θεού.
Η περί των Αγγέλων θεολογία
Περί Αγγέλων
Δημιουργός και ποιητής των αγγέλων είναι ο Θεός. Η δημιουργία των αγγέλων έγινε κατ' εικόνα του Θεού[7] και η φύση τους είναι ασώματη. Θεωρείται ως οντότητα ότι κατέχουν φύση νοερή, αεικίνητη, αυτεξούσια, ασώματη, λογική και τρεπτή κατά τη γνώμη, που έχει λάβει αθανασία κατά χάρη, διότι μόνος φύσει αθάνατος είναι ο Θεός, της δε ουσίας της γνώστης, είναι μόνο ο κτίτωράς της, Θεός. Ως ασώματοι και άυλοι βέβαια μπορεί να χαρακτηρισθούν μόνο σε σχέση με την ανθρώπινη φύση, διότι μόνος πραγματικά ασώματος και άυλος είναι ο Θεός, καθώς σε σχέση με το Θεό έχουν φύση παχιά και υλική. Ο Άγγελος επίσης δε δύναται να μετανοήσει πλέον διότι είναι ασώματος[8], εν αντιθέσει με τον άνθρωπο, που λόγω της σάρκας δύναται. Ταυτόχρονα χαρακτηρίζονται ως δεύτερα φώτα νοερά, που το φωτισμό τους το λαμβάνουν από το πρώτο και άναρχο φως και δε χρειάζονται γλώσσα και ακοή, αλλά χωρίς προφορικό λόγο μπορούν να μεταδώσουν μεταξύ τους τις σκέψεις και τις θελήσεις τους. Οι άγγελοι κτίσθηκαν και τελειώθηκαν από το Άγιο Πνεύμα, μετέχοντας στον φωτισμό και τη χάρη, ανάλογα με την αξία τους και την προκοπή την οποία επέδειξαν.
Οι άγγελοι επίσης είναι περιγραπτοί και δε δύναται να βρίσκονται σε δύο σημεία ταυτόχρονα, αλλά μπορούν ταχύτατα να κινούνται από μία περιοχή στην άλλη. Δεν περιορίζονται όμως από υλικά πράγματα, αφού τα όρια τους δε λογίζονται με βάση την υλική πραγματικότητα. Εδώ πρέπει να τονιστεί πως αγιάζονται από το Άγιο Πνεύμα, προφητεύουν με τη χάρη και την Αποκάλυψη που τους δίνει ο Θεός και όχι φυσικώς, δεν είναι θνητοί, δεν έχουν φύλλο και δε χρειάζονται το γάμο. Αν μεταξύ τους είναι ίσοι κατά την ουσία ή όχι, δεν το γνωρίζουμε, αλλά σίγουρα μεταξύ τους διαφέρουν κατά το φωτισμό και τη στάση, έχοντας είτε στάση προς το φωτισμό, είτε μετέχοντας στον φωτισμό, ενώ φωτίζουν ο ένας τον άλλο κατά την υπεροχή της τάξεως ή της φύσεως, μεταδίδοντας παράλληλα και γνώση.
Κατά τον Απόστολο Παύλο, σκοπός των αγγέλων είναι η εκπλήρωση του θείου θελήματος και η διακονία του έργου της σωτηρίας (Προς Εβραίους 1, 14). Το έργο αυτό το εκτελούν πάντα άμεσα, κινούμενοι με την ταχύτητα της φύσεώς τους. Καθήκοντά τους είναι να φυλάσσουν τόπους, να ηγούνται ανθρώπων και εθνών (Πράξεις 12, 1-15), να βοηθούν τους ανθρώπους όπως το θείο θέλημα προστάζει. Η φύση τους είναι δεκτική στο καλό, αλλά όχι ανεπίδεκτη του κακού. Χαρακτηρίζεται δε ως δυσκίνητη προς τα κακό. Βλέπουν το Θεό, αλλά δε γνωρίζουν και δε μετέχουν της Ουσίας Του, και τροφή τους είναι η όρασή Του. Δεν έχουν σωματικά πάθη, αλλά δεν είναι και απαθείς, διότι μόνο το θείο είναι απαθές, ενώ έχουν τη δυνατότητα να μετασχηματίζονται και να παίρνουν τη μορφή που τους επιβάλλει ο Κύριος, με αποτέλεσμα πολλές φορές να φανερώνονται στους ανθρώπους. Η δουλειά τους όταν είναι στον ουρανό, είναι να υμνούν το Θεό. Τέλος οι άγγελοι δημιουργήθηκαν πριν από την κτίση[9], αλλά οι ίδιοι δεν είναι δημιουργοί, ούτε συνδημιουργοί, παρά μόνο δημιουργήματα.
Το έργο λοιπόν των αγγέλων είναι κατεξοχήν φωτοδοτικό[10] και συνάγεται από την θεία πραγματικότητα. Οι άγγελοι ως κτιστοί δεν είναι αυτόφωτοι, αλλά παίρνουν το φως τους και τη δύναμή τους μένοντας μέσα στις σωστικές ενέργειες του τριαδικού Θεού. Βρίσκονται πλέον μάλιστα σε μία διαρκή φάση τελείωσης, σε διαρκή αεικινησία. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού είναι η αγγελοφάνεια, να θεωρείται θεοφάνεια. Το χαρακτηριστικότερο όμως σημείο στην κοινωνία των αγγέλων και της κτίσης είναι ότι ανάμεσα στους αγγέλους έχει ήδη διαδραματιστεί η τελειωτική πορεία[11] για την οποία μοχθεί ο άνθρωπος. Γνωρίζουμε πως στο νοητό κόσμο των αγγέλων, που αποτελεί ένα οργανικό κομμάτι στη συνολική ζωή της συμπαντικής πραγματικότητας, η κατάσταση της τελειωτικής καταστάσεως είναι παρόν[12]. Οι άγγελοι πλέον που έμειναν στο αγαθό, εδραιώθηκαν μόνιμα σε αυτή την κατάσταση, ενώ όσοι με το αυτεξούσιό τους απομακρύνθηκαν από τη θεία ενέργεια μη επιλέγοντας το δρόμο της μετάνοιας, εξέπεσαν δια παντός.
Περί Δαιμόνων
Ο πρώτιστος άγγελος μεταξύ των ασωμάτων αυτών δυνάμεων, που του αποδόθηκαν οι μεγαλύτερες εξουσίες, με αποτέλεσμα να βρίσκεται κοντά στη γη, να τη φρουρεί και να φέρει το ζωηφόρον φως, ήταν ο Εωσφόρος. Δε δημιουργήθηκε κακός, αλλά αντιθέτως αγαθός, για να πράττει και να οδηγεί στο αγαθό, δίχως να έχει πάρει μέσα του ίχνος κακίας. Ο Εωσφόρος όμως με αυτεξούσια προαίρεση, αλλοίωσε την αγαθότητα στην οποία και για την οποία δημιουργήθηκε, μη αντέχοντας την τιμή και την αποστολή που ο Θεός του ανέθεσε, με αποτέλεσμα να τραπεί προς το κακό, το "μη ον". Αλλοιώθηκε κατά τη φύση μάλιστα και από την "κατά φύση" κατάσταση, οδηγήθηκε στην "παρά φύση", θέλοντας να επαναστατήσει και να γίνει πρώτος. Η ενέργειά του αυτή τον οδήγησε στην απομάκρυνση από την πηγή της αγαθότητας και έτσι βρέθηκε στο κακό, που δεν είναι τίποτα άλλο από την έλλειψη του καλού. Το αγαθό ως φως νοητό, εξαλήφθηκε στην περίπτωση του και εισήλθε στο κακό, που είναι η νοητή έλλειψη του καλού και του αγαθού. Τελικά αυτός που άλλοτε "έφερε το φως" μετατράπηκε στον κατ’ εξοχήν εχθρό του ανθρώπου. Επειδή είχε μεγάλη δόξα, η σοφία του διεφθάρη και η υπερηφάνειά του μετατράπηκε σε αλαζονεία, με αποτέλεσμα να απαιτεί να είναι ίσος με το Θεό. Η αλαζονεία λοιπόν ήταν ένα από τα βασικά αίτια που οδήγησαν τον Εωσφόρο στην πτώση, όπου μαζί του, αποσπάσθηκε και τον ακολούθησε απροσμέτρητο πλήθος αγγέλων, οι οποίοι ήσαν ταγμένοι στην εξουσία του, μετατρεπόμενοι σε δαίμονες, αφού η προαίρεσή τους, από την εκούσια αγαθή θέληση, μετατράπηκε σε κακή.
Οι δαίμονες πράττουν το ακριβώς αντίρροπο έργο από τους αγγέλους[13]. Αν λοιπόν για τους αγγέλους έργο είναι η σωτηρία του ανθρώπου και η δημιουργικότητα, για τους δαίμονες είναι η απώλεια και καταστροφικότητα[14]. Δεν έχουν καμία εξουσία και καμία δύναμη εναντίον κανενός, εκτός αν αυτή τους επιτραπεί από το Θεό, κατά την οικονομία του. Τότε έχουν ακόμα και δύναμη να μεταβάλλονται σε όποιο σχήμα κατά φαντασία[15] επιθυμούν. Οι δαίμονες λοιπόν αδυνατούν να παράγουν οτιδήποτε από το μηδέν, ενώ τα μέλλοντα δε δύναται να προφητεύσουν, παρά μόνο να προγνώσουν στοχαζόμενοι με βάση τις γνώσεις τους για τα γεγονότα, πολλές φορές μάλιστα ψευδόμενοι. Επίσης για να πλανήσουν τον άνθρωπο γνωρίζουν άριστα τις Γραφές. Κάθε κακία λοιπόν επινοήθηκε από αυτούς, όπως και τα ακάθαρτα πάθη και τους δίνεται πολλές φορές η δυνατότητα να προσβάλλουν κατά παραχώρηση τον άνθρωπο, χωρίς όμως να μπορούν να μας εξαναγκάσουν, αφού έχουμε το χάρισμα της αυτεξούσιας βουλήσεως. Για όλο αυτό το ακάθαρτο έργο και την κακία οι δαίμονες θα γευθούν την Κόλαση αιωνίως. Έτσι για να γίνει πιο αντιληπτό θα πρέπει να πούμε πως ότι για τον άνθρωπο είναι ο θάνατος, είναι η πτώση για τους δαίμονες, αφού και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει επιστροφή και μετάνοια, όχι όμως διότι ο Θεός δεν δέχεται τη μετάνοια, αλλά διότι τελικά τα κτίσματα παγιώνουν το θέλημά τους στο κακό.
Εδώ όμως πρέπει να γίνει και μία σημαντική διευκρίνηση. Η σατανοφάνεια αποτελεί ερεθισμό και προσβολή της φαντασίας του ανθρώπου, με παθολογική αλλοίωση της λειτουργίας του ορθού λόγου (νου)[16]. Η κατάσταση αυτή βεβαίως είναι μια πραγματική κατάσταση και προσβολή. Διαφέρει όμως από την αγγελοφάνεια, η οποία ουσιαστικά αποτελεί αληθινή παρουσία του Θεού δια μέσω των θείων ενεργειών[17]. Στην αγγελοφάνεια μάλιστα απαιτείται δύναμη και ικανότητα για την όραση της θείας δόξας[18].
Υποσημειώσεις
- ↑ Ηρόδ. 1, 36
- ↑ Ελληνικά 1,4,2
- ↑ Ομήρου Ιλιάδα Β, 786/7 και Γ 121
- ↑ Πολιτεία, 10, 619β
- ↑ Περί της Ουρανίας Ιεραρχίας 6, 1PG 3, 200D-201A και 7, 1 PG 3, 205C
- ↑ Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 186
- ↑ Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, κεφ. 17
- ↑ Ενθ.αν.
- ↑ Γρηγόριος Θεολόγου, Ομιλία εις τα Θεοφάνεια, PG 36, 320C
- ↑ Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 188
- ↑ Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 188
- ↑ Νίκος Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 188
- ↑ Ιωάννης Ρωμανίδης, Το προπατορικόν Αμάρτημα, σελ. 60-75
- ↑ Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 189
- ↑ Οι δαιμονοφάνειες ποτέ δεν μπορούν να συμβούν κατά τον τύπο των αγγελοφανειών. Ο σατανάς και οι δαίμονες δεν είναι δημιουργοί. Έτσι οι άνθρωποι δεχόμενοι τις ισχυρές σατανικές προσβολές κυριαρχούνται από αυτές λίγο ή πολύ, αρκετές φορές, μόνο στη διάσταση της φαντασίας. Οι προσβολές βέβαια και η κυριαρχία είναι πραγματικές
- ↑ Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 189
- ↑ Νίκος Ματσούκας, ενθ.αν., σελ. 191
- ↑ Μέγας Αθανάσιος, Βίος και Πολιτεία του οσίου πατρός ημών Αντωνίου PG 26, 888A
Πηγές
- Εγκυκλοπαίδεια, «Πάπυρος, Larousse, Britannica», Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα, 1976/2006
- Ιωάννου Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως» (απόδοση-σχόλιο Νίκος Ματσούκας), Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2007.
- Νίκος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.