Μοναστικά καθιδρύματα

Από OrthodoxWiki
(Ανακατεύθυνση από Σκήτη)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Με τον όρο Μοναστικά καθιδρύματα αναφερόμαστε σε ένα σύνολο μοναστικών συστημάτων ή μεμονωμένων οικημάτων, στα οποία ασκούνται πνευματικά οι Μοναχοί, σε μια διαρκή προσπάθεια αποδέσμευσης και κάθαρσης από τα πάθη της ψυχής και του σώματος.

Σκήτες

Οι Σκήτες (από το αιγυπτιακό τοπωνύμιο Σκήτις ή Σκίτις[1], έρημος ονομαστή από τον 4ο αι. για το πλήθος των αναχωρητών που συγκέντρωνε[2]) αποτελούν οργανωμένες κοινότητες οι οποίες περιλαμβάνουν πολλές Καλύβες. Στο μέσο βρίσκεται το Κυριακό, δηλ. ο κοινός για όλους ναός, και γύρω γύρω από αυτόν είναι κτισμένες οι Καλύβες. Σκήτη δηλ. ονομάζεται όχι η οποιαδήποτε Καλύβα αλλά ολόκληρη η μοναστική κοινότητα[3].

Τη διοίκηση της Σκήτης ασκεί ο λεγόμενος Δίκαιος (ένας Ιερομόναχος που εκλέγεται κάθε χρόνο από τους γέροντες), με τη βοήθεια δύο ή τεσσάρων συμβούλων, που οι μισοί προέρχονται από τη σκήτη και οι άλλοι μισοί από την κυρίαρχη μονή, στην οποία αυτή ανήκει. Οι Σκήτες μπορεί να ακολουθούν είτε τον Ιδιόρρυθμο[4] είτε τον Κοινοβιακό[5] τρόπο μοναστικής ζωής και υπάγονται οπωσδήποτε σε κάποιο μοναστήρι. Έτσι, η κυριαρχία "επί των καλυβών δεν ανήκει εις την Σκήτην, αλλ' εις την Μονήν" από την οποία εξαρτάται η Σκήτη[6].

Κελλιά

Είναι ευρύχωρα μοναστικά οικοδομήματα, σαν αγροτικά σπίτια, με ναό ενσωματωμένο στον περίβολο και κάπως μεγάλη εδαφική περιοχή ανάλογα με την ιστορία και τη συγκρότηση τους. Παραχωρούνται από τις μονές σε μια ομάδα από τρεις, συνήθως, ή και περισσότερους μοναχούς, οι οποίοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία αλλά και με άλλες εργασίες. Μπορεί να έχουν μικρή έως καθόλου επίβλεψη από τη Μονή στην οποία ανήκουν.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι Κελλί ονομάζεται επίσης το ιδιαίτερο διαμέρισμα κάθε μοναχού[7], μέσα στο οποίο μελετά και προσεύχεται ατομικά.

Καλύβες

Αποτελούν οικοδομήματα γενικά μικρότερα από τα Κελλιά με ναό επίσης ενσωματωμένο σ' αυτές, αλλά χωρίς καθόλου γεωργική έκταση ή έστω, πολύ μικρή. Οι μοναχοί ζουν όπως στις Σκήτες και τα Κελλιά, και ασχολούνται με τις τέχνες και τα εργόχειρα, στα πλαίσια πάντα του πνευματικού σκοπού της εκεί παρουσίας τους. Αν και πολλές καλύβες μαζί δίνουν την εντύπωση ενός συνοικισμού, εντούτοις δεν έχουν κάποια οργάνωση μεταξύ τους, είτε εκκλησιαστική (Κυριακό) είτε διοικητική (Δίκαιος) όπως συμβαίνει στις Σκήτες. Σύμφωνα με τον Π. Καρολίδη[8], συνήθως κατοικούνταν από έναν γέροντα και τον υποτακτικό του[9].

Καθίσματα

Είναι μικρά κτίσματα, σαν τις Καλύβες που βρίσκονται κοντά στη μονή, στην οποία ανήκουν. Σ' αυτά μένει μόνο ένας μοναχός, που παίρνει τα τρόφιμα του από τη μονή πληρώνοντας ένα μικρό χρηματικό ποσό.

Ερημητήρια ή ησυχαστήρια ή ασκητήρια

Τα ερημητήρια ή ησυχαστήρια ή ασκητήρια βρίσκονται σε ερημικούς και απόκρημνους τόπους, και μοιάζουν με μικρές καλύβες ή βρίσκονται σε σπηλιές ελάχιστα διαρρυθμισμένες. Έχουν απόσταση το ένα από το άλλο και ενώνονται μόνο με στενά μονοπάτια, σκάλες και αλυσίδες. Εδώ έρχονται οι μοναχοί που επιθυμούν αυστηρότερη άσκηση. Ανήκουν συνήθως σε κάποια Μονή η οποία τα παραχωρεί σε όποιον μοναχό θέλει να αποτραβηχθεί για να ασκηθεί περισσότερο.

Υποσημειώσεις

  1. Μπαμπινιώτης Γεώργιος, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, 2η έκδ. εμπλουτισμένη, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 2005, σελ. 1607.
  2. Βλ. εδώ, περίπου την τοποθεσία της ερήμου της «Σκήτης» στο διαδικτυακό, δορυφορικό χάρτη.
  3. Καρολίδης Παύλος, Η ενεστώσα κατάστασις εν τω Αγίω Όρει, εν Αθήναις 1896, σελ. 24.
  4. Ιδιόρρυθμο ονομάζεται το καθίδρυμα που δεν είναι κοινόβιο, έχει δικό του τρόπο ζωής, ρυθμό (Βεργωτής Γεώργιος, Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων, 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 108). Στα μοναστήρια αυτά, κοινά για τους μοναχούς παραμένουν "η διοίκηση, η προσευχή και τροφή τις Κυριακές ή τις μεγάλες Εορτές, η εργασία και η ενδυμασία. Η διατροφή των άλλων ημερών είναι ατομική μέριμνα του κάθε Μοναχού" (Μαλαβάκης Νίκος, Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών όρων, Αστήρ, Αθήνα 1999, σελ. 65).
  5. Κοινόβιο ονομάζεται το καθίδρυμα στο οποίο ο βίος των Μοναχών είναι κοινός ως προς την εργασία, τα έσοδα, την ενδυμασία, τις δαπάνες, την τραπεζαρία, την προσευχή (Μαλαβάκης Νίκος, Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Θρησκευτικών όρων, Αστήρ, Αθήνα 1999, σελ. 78-79). Οι μοναχοί στερούνται κάθε είδους περιουσίας και διατρέφονται από περιουσιακά στοιχεία της μονής που διαχειρίζεται το ηγουμενοσυμβούλιο (Βεργωτής Γεώργιος, Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων, 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 126).
  6. Καρολίδης, Η ενεστώσα..., ό.π., σελ. 25.
  7. Είναι ένα μικρό δωμάτιο στο οποίο βρίσκεται ένα κρεββάτι, ένα τραπέζι, μια καρέκλα και κάποιο ντουλάπι (Χατζηφώτης Μ.Ι., Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος, Παπαδήμας, Αθήνα 1999, σελ. 256).
  8. Καρολίδης, Η ενεστώσα..., ό.π., σελ. 31.
  9. Ο υποτακτικός είναι συνήθως ένας νέος σε ηλικία μοναχός ή κάποιος μικρότερης εμπειρίας από τον Γέροντα, τον οποίο συνοδεύει για να κάνει υπακοή με σκοπό να φτάσει στις ασκητικές αρετές. Σύμφωνα με τον Άγ. Ιωάννη τον Σιναΐτη, το συγγραφέα της Κλίμακος, υπακοή είναι η τελεία απάρνηση του προσωπικού θελήματος, η απόθεση της προσωπικής διάκρισης για τα πράγματα στην διάκριση του Γέροντα (Βλ. Αγ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ (μτφρ. Αρχιμ. Ιγνατίου), 8η έκδ., Ι.Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1995, σελ. 62-117).

Βιβλιογραφία

  • Βεργωτής Γεώργιος, Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων, 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995.
  • Καδάς Σωτήρης, Το Άγιον Όρος. Τα μοναστήρια και οι θησαυροί τους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995.
  • Καρολίδης Παύλος, Η ενεστώσα κατάστασις εν τω Αγίω Όρει, εν Αθήναις 1896.
  • Χατζηφώτης Μ.Ι., Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος, Παπαδήμας, Αθήνα 1999.

Σύνδεσμοι