Απολινάριος Λαοδικείας

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Απολινάριος Λαοδικείας ονομαζόταν αιρετικός του 4ου αιώνα, ο οποίος υποστήριξε πως το δεύτερο πρόσωπο τη Αγίας Τριάδας (Λόγος), δεν ενώθηκε με ακέραιη ανθρώπινη φύση, αλλά πως εγκατοίκησε αντί της λογικής ψυχής στον άνθρωπο. Υπήρξε γόνιμος συγγραφέας, προσπάθησε να συγκροτήσει απολιναριστική εκκλησία, ενώ εναντιώθηκε με σφοδρότητα στον αρειανισμό, πράγμα που τον κατέταξε στις σεβαστές εκκλησιαστικής προσωπικότητες. Τελικά παρότι αρχικώς απέφυγε την προσωπική καταδίκη, η αίρεσή του καταδικάστηκε από τη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, ενώ ο ίδιος πέθανε περί το 390 το αργότερο μέχρι το 392, χωρίς να γνωρίζουμε λεπτομέρειες[1].

Βίος

Η ακριβής ημερομηνία γέννησης του Απολινάριου δεν είναι γνωστή, αλλά εικάζεται πως συνέβη περί το 315[2] στη Λαοδίκεια της Συρίας. Ο πατέρας του ήταν γραμματικός, αλεξανδρινής καταγωγής, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και έγραψε εγχειρίδιο γραμματικής με παραδείγματα από χριστιανικά κείμενα. Δίπλα στον πατέρα του ο Απολλινάριος διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα και ειδικώς τα φιλοσοφικά και ποιητικά, με αποτέλεσμα να αποκτήσει και αυτός ποιητικό τάλαντο[3]. Ο Φιλοστόργιος μάλιστα αναφέρει πως η φιλομάθειά του ήταν τόσο ευρεία, ώστε συγκρινόταν με τους Καππαδόκες πατέρες. Αρχικώς εξάσκησε το επάγγελμα του διδασκάλου και της ρητορικής, ενώ αργότερα ασχολήθηκε και με τη θεολογία, δίχως όμως να έχουμε λεπτομέρειες για την ενασχόλησή του αυτή. Πάντως είναι γεγονός πως τόσο ο ίδιος όσο και ο πατέρας του, που έφερε το ίδιο όνομα, είχαν στενή σχέση με τον ιερέα του Διονύσου Επιφάνιο. Ο Επιφάνιος υπήρξε δάσκαλός του Απολινάριου[4], ενώ οι σχέσεις τους ήταν τέτοιες που έφτασε στο σημείο να λάβει, ως θεατής, μέρος σε τελετή του Διονύσου, κάτι που προκάλεσε τον αφορισμό του, αν και μετά από μετάνοια επέστρεψε[5].

Ο Απολλινάριος είχε υποδεχτεί τον Μ. Αθανάσιο κατά τη δεύτερη εξορία του στην πόλη της Λαοδίκειας. Ο Γεώργιος Λαοδικείας ήδη καταδικασμένος από τους ορθοδόξους, εξ αιτίας της κίνησής του αυτής, έδειξε εχθρότητα προς τον Απολλινάριο τον οποίο κατά τον Επιφάνιο Σαλαμίνας, εξόρισε[6] και αφόρισε[7]. Εν συνεχεία αποδεικνύεται υπέρμαχος των θέσεων της εκκλησίας, σχετικά με τη διδαχή των μαθημάτων διδασκαλίας από χριστιανούς, έναντι του Ιουλιανού[8], μεταφράζοντας κλασσικά κείμενα και μεταγλωττίζοντας εκκλησιαστικά στην αρχαία ελληνική[9]. Αρχικώς φαινόταν πως ήταν υποστηρικτής της Συνόδου της Νίκαιας, όπως μας πληροφορεί ο Μ. Βασίλειος[10], αλλά ήδη από το 352 κατά το Γρηγόριο Ναζιανζηνό, είχε αρχίσει να διατυπώνει δημόσια τις κακόδοξες απόψεις του[11]. Ο Απολλινάριος μάλιστα διατηρούσε αλληλογραφία με το Μ. Βασίλειο από το 355, αλλά χωρίς να θίξει σε κάποιο σημείο τη διδασκαλία του. Η διδασκαλία αυτή είναι φανερό πως προσδιοριζόταν από την προσπάθεια αντιμετώπισης των αρειανιστών και ιδίως του Ευνομίου[12].

Το 355/6 γίνεται πρεσβύτερος και περί το 360 επίσκοπος, όταν εκθρονίστηκε ο αρειανιστής Γεώργιος, με την εκλογή του να παρουσιάζει προβλήματα, καθώς οι μοναχοί πήραν μέρος στην χειροτονία του, δίχως δικαίωμα ψήφου. Στη σύνοδο αυτή μάλιστα καταδικάστηκε η διδασκαλία του όπως αυτή τη γνωρίζουμε από την Ομολογία του στον Ιοβιανό[13]. Τελικά σκοπό του κάνει να διαδώσει τη διδασκαλία του στην Αντιόχεια, κυρίως μετά το 365, με αποτέλεσμα να κινήσεις τις υποψίες των Αντιοχειανών για αίρεση[14]. Το 368 στη σύνοδο των Τυάνων ως ορθόδοξος επίσκοπος έλαβε θέση και ο Πελάγιος, κάτι που μάλλον δείχνει πως ήδη είχε συμβεί στροφή της εκκλησίας στην αντιμετώπιση του. Καταδίκη βέβαια δεν έχουμε κάτι που ενδυναμώνει τη θέση του Απολιναρίου, ενώ η εκλογή του Βιταλίου, ως σχισματικού επισκόπου στην Αντιόχειας[15], ισχυροποιεί τη θέση του[16], τη στιγμή που προχωρά σε πλήθος αντικανονικών και υπερόριων χειροτονιών. Σε αυτό το διάστημα μάλιστα γίνεται και ιδιαίτερα ερειστικός έναντι των αντιπάλων του. Τελικά το 379 συγκαλείται στην Αντιόχεια Σύνοδος Απολιναριστών, αλλά είναι εμφανές πως ήδη από το 375 πως η εκκλησία κινείται συντεταγμένα για την αντιμετώπιση των Απολιναριστών. Έτσι συγκαλούνται σύνοδοι, με κορυφαία την Β΄ Οικουμενική το 381, όπου καταδικάζουν την διδασκαλία του.

Το 388 τελικά αυτοκρατορικό διάταγμα απαγόρευσε τη δράση του Απολινάριου, ενώ μετά από αυτή την απόφαση χάνεται από το προσκήνιο. Ο θάνατός του επήλθε μεταξύ 390 και 392, από άγνωστα αίτια.

Έργα

Διδασκαλία

Υποσημειώσεις

  1. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Β΄, σελ. 541
  2. Στ. Παπαδόπουλος, ο.π., σελ. 538
  3. Στ. Παπαδόπουλος, ο.π., σελ. 538
  4. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία Δογμάτων Β΄, σελ. 332
  5. Στ. Παπαδόπουλος, ο.π., σελ. 539
  6. PG 42, 676
  7. Σοζωμένος, Εκκλ. Ιστορία, 6, 25
  8. ΘΗΕ, τ.2, σελ. 1114
  9. Κ. Σκουτέρης, Ιστορία Δογμάτων Β΄, σελ. 333
  10. Επιστολή 265, 2
  11. Επιστολή 102, 22
  12. ΘΗΕ, τ.2, σελ. 1115
  13. Στ. Παπαδόπουλος, ο.π., σελ. 540
  14. ΘΗΕ, τ.2, σελ. 1115
  15. ΘΗΕ, τ.2, σελ. 1115
  16. Στ. Παπαδόπουλος, ο.π., σελ. 540

Δείτε επίσης

Πηγές

  • Κωνσταντίνος Σκουτέρης, "Ιστορία Δογμάτων", τ. Β΄, Αθήνα 2004.
  • λήμμα "Απολιναρισμός" ΘΗΕ, τόμος 2, Μαρτίνος, Αθήνα 1962-1968.
  • Βλάσιος Φειδάς, "Εκκλησιαστική Ιστορία", τ. Α΄, Διήγηση, Αθήνα 2002.
  • Στυλιανός Παπαδόπουλος, "Πατρολογία", τ. B΄,, Γρηγόρης, Αθήνα 2010.
  • Νίκος Ματσούκας, "Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.