Επίσκοπος
ο Επισκοπικός, είναι ο ανώτερος βαθμός της Ιεροσύνης. Οι δύο επόμενοι είναι του Πρεσβυτέρου και του Διακόνου.
Οι Επίσκοποι είναι οι απόλυτοι ηγέτες της επί γης Εκκλησίας στην οποία τέθηκαν ποιμένες. Κάθε επίσκοπος από την εποχή των Αποστόλων, έχει στην επιστασία του την Εκκλησία μιας πόλης, με τους Πρεσβυτέρους της και τους Διακόνους της. Είναι ο διάδοχος των Αποστόλων και των Προφητών, και ίσταται εις τόπον Χριστού, του οποίο είναι Εικόνα. Είναι ο προϊστάμενος της Θείας Ευχαριστίας, και όλοι οι Επίσκοποι όλων των Εκκλησιών, είναι ίσοι μεταξύ τους. Οι έννοιες του Αρχιεπισκόπου και του Πατριάρχη, έχουν σχέση μόνο με την ιστορική τιμή μιας Εκκλησίας, ή με τον μεγάλο αριθμό πιστών που συγκεντρώνει, και όχι με θέματα εξουσίας. Και μόνο στις Συνόδους, ο Αρχιεπίσκοπος ή ο Πατριάρχης, προεδρεύουν. Δεν έχουν εξουσία πάνω σε ξένες επισκοπές.
Στην Αγία Γραφή, οι λέξεις: "Επίσκοπος" και "Πρεσβύτερος" ήταν ταυτόσημες, και σήμαιναν και οι δύο τον Πρεσβύτερο. Ο δε Επίσκοπος μιας πόλης, (που ήταν είτε Απόστολος είτε Προφήτης), κατονομαζόταν με το όνομά του, σε συνάρτηση με το υπόλοιπο Πρεσβυτέριο. Ήδη όμως από τις αρχές του 2ου αιώνα, η λέξη: "Επίσκοπος" ανεξαρτητοποιήθηκε, και έφθασε να σημαίνει τον προϊστάμενο της Θείας Ευχαριστίας.
Εξωτερικοί δεσμοί
"Η Ενότητα της Εκκλησίας εν τη Θεία Ευχαριστία και τω Επισκόπω κατά τους τρεις πρώτους αιώνες" του Ιωάννη Ζηζιούλα Μητροπολίτη Περγάμου. [1]
Βιβλιογραφία
Εκκλησιαστική Ιστορία Α΄ τού Βλασίου Ιω. Φειδά, σελ. 59..., (2η έκδοση 1994)