Μηναία

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το Πεντηκοστάριο, το Τριώδιο, και η Παρακλητική στην πραγματικότητα, εξυπηρετούν υμνολογικά τις Ακολουθίες των λεγόμενων κινητών εορτών, αυτών, δηλαδή, που έχουν καθορισμένη μέρα τέλεσης, όχι, όμως, και ημερομηνία. Οι άλλες γιορτές, αυτές που διατηρούν μόνιμη θέση στον ετήσιο κύκλο, μεταβαλλομένης μόνο, αναπόφευκτα, της ημέρας τέλεσής τους, αλλ' όχι και της ημερομηνίας, οι σταθερές, λέγονται ακίνητες. Ακίνητες από την ίδια άποψη είναι και οι μνήμες των Αγίων (συνήθως είναι οι επέτειοι της κοίμησής τους ή του μαρτυρίου τους ή άλλων γεγονότων από το βίο και την πολιτεία τους, ιδίως θαυμάτων τους, και εύρεσης ή ανακομιδής των λειψάνων τους· σε λίγες περιπτώσεις πρόκειται περί συνάξεως προς τιμή ενός Αγίου, όταν την προηγούμενη μέρα γιορτάστηκε γεγονός δεσποτικό στο οποίο συμμετείχε ενεργά, π.χ. η σύναξη του Προδρόμου την επομένη της Βάπτισης, ή η σύναξη του Αρχαγγέλου Γαβριήλ την επομένη του Ευαγγελισμού, ή η σύναξη της Θεοτόκου την επομένη της Γέννησης). Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις κινητών τέτοιων επετείων, όπως, π.χ., το δια κολλύβων θαύμα του Αγίου Θεοδώρου, που η Εκκλησία μας το θυμίζει το πρώτο Σάββατο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Μετά την αποδοχή στην Ανατολή του νέου ημερολογίου, κατέστησαν αναγκαστικά "κινητές" οι μνήμες του Αγίου Γεωργίου και του Αποστόλου Μάρκου, επειδή οι Ακολουθίες τους είναι χαρμόσυνες-αναστάσιμες και δεν είναι δυνατό να ψαλούν στη διάρκεια της πένθιμης περιόδου πριν το Πάσχα, αν, βέβαια, το Πάσχα συμπέσει μετά τις 23 Απριλίου.

Οι μνήμες των Αγίων που τελεί η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι χιλιάδες. Υπάρχουν οι πανορθόδοξης εμβέλειας, των παλαιών μεγάλων Αγίων, αλλά και εκείνες των τοπικών Εκκλησιών. Στην Εκκλησία της Κύπρου γιορτάζουμε, λόγου χάριν, ελάχιστους Σλαύους Αγίους που γιορτάζουν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες των ομοδόξων Ρώσσων, Σέρβων, Βουλγάρων κ.λ.π., ενώ και εκείνοι αγνοούν τους δικούς μας τοπικούς Αγίους. (Γιορτάζουν, προφανώς τον Άγιο Σπυρίδωνα, όχι, όμως, και τον Άγιο Κυριακό της Ευρύχου). Εξάλλου, κάθε μέρα τελείται η μνήμη πολλών Αγίων, όχι μόνο με την έννοια της ομάδας -- των Αγίων Τεσσαράκοντα, των χιλίων Μαρτύρων της Νικομήδειας κ.ού.κ. --, αλλά και μεμονωμένων στις 19 Απριλίου, π.χ., μνημονεύει η Εκκλησία μας Παφνουτίου Ιερομάρτυρος, Θεοδώρου Μάρτυρος του εν Πέργη της Παμφυλίας, και της μητρός αυτού Φιλίππας Μάρτυρος, Γεωργίου Επισκόπου Πισιδίας, Τρύφωνος Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Αγαθαγγέλου Οσιομάρτυρος, Συμεών Ηγουμένου της Μονής Φιλοθέου, Σωκράτους και Διονυσίου Μαρτύρων. Όλοι αυτοί οι Άγιοι, συναγμένοι σήμερα στη Βασιλεία των Ουρανών, όταν ζούσαν και διέπρεψαν ως πιστά μέλη της Εκκλησίας, και χρονικά και τοπικά απείχαν πολύ μεταξύ τους. Επιπλέον, κατέστησαν άγιοι για ολότελα διαφορετικούς λόγους. Η Εκκλησία αναγνωρίζει Αγίους σε εφτά τάξεις/τάγματα. Δηλαδή [α] Άγγελοι και Αρχάγγελοι, [β] Δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης και Προπάτορες του Θεανθρώπου, [γ] Απόστολοι και Ισαπόστολοι (π.χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος), [δ] Ιεράρχες (πατέρες και διδάσκαλοι), [ε] Μάρτυρες (ιερομάρτυρες, οσιομάρτυρες, νεομάρτυρες) και Ομολογητές, [στ] Όσιοι (ασκητές και σαλοί) και [ζ] Ανάργυροι (γιατροί θεραπευτές). Η πολυπληθέστερη τάξη είναι, βέβαια, εκείνη των αγίων Μαρτύρων, ενώ η πιο ολιγοπρόσωπη η τελευταία, των αγίων Αναργύρων που, αν αποτέλεσαν ξεχωριστή τάξη, είναι γιατί στους πρώτους αιώνες η Εκκλησία τους χρησιμοποίησε συστηματικά για να εξουδετερώσει τη μεγάλης αντοχής αίγλη των ειδωλολατρικών ασκληπιείων (νοσοκομείων)· όπου παλαιός ναός Αγίων Αναργύρων, εκεί και ερείπια αρχαίου ασκληπιείου, υπόψη. Οι ακίνητες γιορτές διακρίνονται σε [α] δεσποτικές (με περιεχόμενο κάποιο καίριας σημασίας για τη Σωτηρία γεγονός από την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού: Ευαγγελισμός, Γέννηση, Περιτομή, Υπαπαντή, Βάπτιση-Θεοφάνεια, Μεταμόρφωση και Ύψωση του Τίμιου Σταυρού) και [β] θεομητορικές (Γενέσιο, Εισόδια, Κοίμηση). Δεσποτικές, βέβαια, είναι και οι γιορτές που έχουν κέντρο το Πάσχα. Εξάλλου, οι δυο πρώτες δεσποτικές είναι κατά κάποιο τρόπο και θεομητορικές· ο λαός μας, μάλιστα, θεωρεί και την Υπαπαντή θεομητορική γιορτή, γιατί, λέει, "ποσαραντώνει" η λεχώ Παναγία.

Αυτό, λοιπόν, τον τεράστιο ακίνητο εορτολογικό πλούτο της Εκκλησίας τον καλύπτουν υμνολογικά τα δώδεκα Μηναία, ένα για κάθε μήνα του έτους. Δώδεκα βιβλία, άνισου όγκου τόμοι, μια και η ισαριθμία των ημερών δε σημαίνει σε κάθε μήνα και ισαριθμία επετείων, αλλά και γιατί ορισμένων γιορτών οι Ακολουθίες είναι πλουσιότατες, ενώ πολλών μνημών Αγίων είναι, σχετικά συντομότατες έως και ανύπαρκτες. Το βραχύτερο Μηναίο είναι του Απριλίου, γιατί, ενόψει του γιορτασμού του Πάσχα κινητώς, η Εκκλησία απέφυγε να ορίσει στο πρώτο εικοσαήμερο άλλες γιορτές ή μνήμες πανηγυ-ριζομένων Αγίων. Το εκτενέστερο είναι του Δεκεμβρίου, ακολουθούμενο κατά πόδας από εκείνο του Ιανουαρίου. Η έκταση του κάθε τόμου δεν προδικάζει, φυσικά, και την ποιότητα, τη θεολογική και καλλιτεχνική, των περιεχομένων ύμνων, όμως, δε χωρεί αμφιβολία πως τα πιο εμπνευσμένα έργα των υμνογράφων είναι εκείνα που ποιήθηκαν για τις γιορτές της Σωτηρίας και εκείνες της γλυκιάς Παναγιάς. Πολλές ομάδες ύμνων για Αγίους, οφείλουμε να το ομολογήσουμε, είναι άτεχνες απομιμήσεις, επαναλήψεις και αναπαραγωγές παλαιοτέρων. Τούτο, άλλωστε, ισχύει και για αρκετές σύγχρονές μας μιμητικές, ακόμα και γλωσσικά (!), παραγωγές που δε στέκουν, δυστυχώς, στα επίπεδα των παλαιών δημιουργημάτων. Τους ύμνους που περιέχουν τα Μηναία συνέθεσαν ίσως και εκατοντάδες υμνογράφοι σε εντελώς διακεκριμένες εποχές. Άλλοι γνωστοί και επώνυμοι, άλλοι άσημοι ή ανώνυμοι· ο καθένας προσφέροντας το δικό του τάλαντο στον απαρτισμό της τεράστιας συλλογής, μερικοί, μάλιστα από το υστέρημά τους, αφού ανέλαβαν, απλώς, να συμπληρώσουν κενά. Εκείνο, πάντως, που έχει σημασία είναι πως δεν έκρυψαν το τάλαντο, δε θεώρησαν πως δεν ήταν δική τους δουλειά η υμνογραφία της Εκκλησίας· πραγματικά, σ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της βυζαντινής λογοτεχνίας δεν έχουμε ούτε ένα σημαντικό "κοσμικό" ποιητή που να μην έγραψε και ύμνους για τη λατρεία. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει σήμερα, οι βυζαντινοί πρόγονοί μας, όχι μόνο οι ποιητές, βέβαια, δε διαχώριζαν τη ζωή τους σε δυο ερμητικές περιοχές, δεν έπασχαν τη σχιζοφρένεια που δοκιμάζουν οι πλείστοι από μας που έχουμε έναν εαυτό για τις Κυριακές, τον οποίο εγκαταλείπουμε στο ναό για να τον ξαναβρούμε μετά μια βδομάδα, αφού ζήσουμε τις ενδιάμεσες ώρες μας στον κόσμο του συμφέροντος, του χρήματος, του ατομισμού, κοντολογίς της "δουλειάς/δουλείας" μας. Εκείνοι σ' έναν κόσμο υπηρετούσαν· όλες οι εκδηλώσεις τους ήταν εμποτισμένες με την παρουσία και τη Χάρη του Θεού. Κι όταν, ακόμα φώναζαν κοινωνικά-πολιτικά συνθήματα στον ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, ξεκινούσαν βάζοντας το σταυρό τους· κι όταν τραγουδούσαν ερωτικά τραγούδια, έκλειναν με το Αμήν· κι όταν καυγάδιζαν στα καπηλειά, οι διαφωνίες τους ήταν συνήθως θεολογικές! Σε μια τέτοια κοινωνία δεν μπορούσε ο εξαίρετος ποιητής Γεώργιος ο Πισίδης, λόγου χάριν, να συνθέσει μόνο κοσμικά ποιήματα.

Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι αυτό δε σημαίνει πως οι Βυζαντινοί ξημεροβραδυάζονταν στους ναούς· κάθε άλλο. Απλώς δεν υπήρχε τομέας της ζωής τους που να τον αποκρύπτουν από την αγιαστική ακτινοβολία της Εκκλησίας. Ότι έτσι είχαν τα πράγματα γίνεται φανερό κι αν αναλογιστούμε πως τα Μηναία, και τα άλλα υμνογραφικά λειτουργικά βιβλία, προορίζονταν, όταν απαρτίζονταν, για χρήση στα μοναστήρια -- όχι στους ενοριακούς ναούς. Οι μακρές, γεμάτες ύμνους και αναγνώσματα Ακολουθίες που προβλέπονται στα βιβλία, αφορούσαν τους μοναχούς· οι άλλοι εργάζονταν, διασκέδαζαν, πολεμούσαν, πάντα κάτω από το σκέπος της Εκκλησίας, κι έδιναν την άνεση στους καλογέρους να υμνούν ακατάπαυστα το Θεό με την ατέρμονα λατρεία εξ ονόματος της Οικουμένης.

Τα Μηναία προσφέρουν καθημερινή πνευματική τροφή στους χριστιανούς, προβάλλοντας ιερά πρόσωπα προς μίμηση ή ξαναφέρνοντας στο παρόν ιερά γεγονότα της Σωτηρίας μας. Συμβάλλουν δραστικά στη μεταμόρφωση του κοσμικού χρόνου σε ιερό, και του καθημερινού βίου σε εν Χριστώ ζωή· στην υλοποίηση της μεταλλαγής της αμαρτωλής πραγματικότητας σε Βασιλεία του Θεού.