Αγνωστικισμός

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 21:27, 10 Ιουνίου 2008 από τον Θεοδωρος (Συζήτηση | Συνεισφορά)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Με τον όρο Αγνωστικισμός[1] στο πλαίσιο της Θρησκειολογίας, περιγράφεται η θεωρία σύμφωνα με την οποία η ύπαρξη ή η φύση του θεού είναι άγνωστη και κατά συνέπεια δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για να υποστηρίξει κανείς είτε ότι υπάρχει είτε ότι δεν υπάρχει[2]. Ο όρος αυτός είναι δημιούργημα του άγγλου φυσιολόγου και φιλόσοφου, οπαδού των θεωριών του Δαρβίνου, Τόμας Χένρι Χάξλεϊ (Thomas Henry Huxley, Έρλινγκ, Λονδίνο 1825 – Ίστμπερν 1895)[3]. Αυτή η άρνηση της δυνατότητας να καταστεί γνωστός ο Θεός και να αποδειχθεί με επιστημονικά κριτήρια η ύπαρξη του συνιστά τον αγνωστικισμό[4], ο οποίος τοποθετείται μεταξύ θεϊσμού και αθεϊσμού[5] όπου στη θεϊστική βεβαιότητα αντιπαρατίθεται η αβεβαιότητα του αγνωστικιστή ενώ το θεολογικά έγκυρο για το θρήσκο μένει επιστημολογικά μετέωρο για τον αγνωστικιστή[6].

Σε κάθε περίπτωση, ο "θρησκειολογικός αγνωστικισμός" δεν πρέπει νά συγχέεται με το "θεολογικό αγνωστικισμό" π.χ. του ιουδαϊσμού όπου "απαγορεύεται η εικονική παράσταση του Θεού ως ειδωλοποίηση του απεριχώρητου και ασύλληπτου (Έξ. 20:4)"[7]. Επίσης, στην Ορθόδοξη πατερική θεολογία, όπου ισχύει ο Αποφατισμός, δεν πρέπει αυτός να συγχέεται με κάποιου είδους "αγνωστικισμό ή σκοταδισμό ή την ανάγκη μιας αφελούς πίστης χωρίς έρευνα"[8]. Αντιθέτως, επειδή η πατερική Θεολογία κάνει διάκριση κτιστού και ακτίστου και έτσι "δεν δέχεται κατά κανένα τρόπο...φυσική συγγένεια Θεού και ανθρώπου"[9], o oρθόδοξος αποφατισμός μας παροτρύνει "ν' αποφύγουμε τους μεταφυσικούς μετεωρισμούς του νου για την αναγωγή στο Θεό, και να στραφούμε στις θεοφάνειες, που συντελούνται στην κτίση και την ιστορία"[10], στη "ζωή της Εκκλησίας, τη διδαχή, τα μυστήρια, την άσκηση και την κατάφαση του κόσμου και της ζωής"[11].

Υποσημειώσεις

  1. "Απόδοση στα Ελληνικά του αγγλικού όρου agnosticism...από το επίθ. agnostic" (λήμμ. "Αγνωστικισμός", Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, εκδ. Πάπυρος, ΑΘήνα 2005), από το "αρχ. αγνωσία (<α στερητ. + γνώσις )= η έλλειψη γνώσης" (λήμμ. "αγνωσία", Μείζον Ελληνικό Λεξικό, Φυτράκης, ΑΘήνα 2002).
  2. λήμμ. "Αγνωστικισμός", Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, εκδ. Πάπυρος, ΑΘήνα 2005, βλ. και Μπέγζος Μάριος, Φαινομενολογία της Θρησκείας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 162-163.
  3. λήμμ. "Χάξλεϊ, Τόμας Χένρι", εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, τόμ. 32, Αθήνα 2004.
  4. Μπέγζος Μάριος, Φαινομενολογία της Θρησκείας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σελ. 158.
  5. ό.π., σελ. 162.
  6. στο ίδιο, σελ. 163.
  7. ό.π., σελ. 164.
  8. Ματσούκας Α. Νίκος, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 288.
  9. ό.π., σελ. 289.
  10. στο ίδιο, σελ. 290.
  11. ό.π., σελ. 289.