Θρησκειολογία

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Με τον όρο θρησκειολογία εννοείται η σπουδή για την κατανόηση της θρησκείας.

Οι θεολογικές ρίζες της θρησκειολογίας

Ο Άνσελμος, φιλόσοφος, Παπικός θεολόγος και επίσκοπος όρισε την θεολογία ως πίστη που αναζητά την κατανόηση. Η θεολογική μελέτη της θρησκείας αφορά στην σπουδή του αντικειμένου από μια ιδιαίτερη θρησκευτική κοινότητα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν διακριτές θεολογίες (Χριστιανική, Ισλαμική, Ιουδαϊκή κ.ο.κ.). Παρά τη συγκεκριμένη οπτική της η θεολογία είναι η αρχαιότερη μορφή θρησκευτικών μελετών, ίσως τόσο αρχαία όσο και η ίδια η θρησκεία. Από την πρώτη στιγμή που άρχισε ο άνθρωπος να αναρωτάται και να σκέπτεται για τη θρησκεία του, άρχισε ουσιαστικά να διαμορφώνει θεολογική σκέψη. Οι θεολογική οπτική αντιλαμβάνεται τα σύμβολα,τις παραδόσεις και τις πρακτικές μιας ιδιαίτερης θρησκείας ως κανόνες, αυθεντίες ή σημεία αναφοράς. Ο τελικός στόχος της σπουδής για έναν θεολόγο είναι η υπέρτατη θρησκευτική αλήθεια προς την οποία στρέφει η θρησκευτική του παράδοση (π.χ. Θεός, Αγία Τριάδα, Αλλάχ, Μπράχμαν). Ο θεολόγος εξ ορισμού πιστεύει σε αυτή την αλήθεια και ασκεί την λογική για την πληρέστερη κατανόηση της θρησκευτικής πραγματικότητας. Στέκει στο κέντρο της πίστης του και μελετά τη θρησκεία ως αναπόσπαστο τμήμα της θρησκευτικής του κοινότητας. Είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήσει την θρησκειολογική μεθοδολογία για την κριτική ανάλυση της θρησκευτικής του παράδοσης, αλλά θα το πράξει σε σχέση πάντα με τη συγκεκριμένη παράδοση, προκειμένου να την κάνει κατανοητή σε αλλόθρησκους, να την διδάξει σε ομόθρησκους, να ασκήσει κριτική να την καθάρει ή να την αναμορφώσει.

Η Θρησκειολογία

Η όρος θρησκειολογία αναφέρεται συνήθως στη μελέτη της θρησκείας από κοσμικής άποψης. Η συγκεκριμένη προσέγγιση πρόβαλε κατά τον 19ο αιώνα ως προσπάθεια ορθολογιστικής και συχνά νατουραλιστικής (μη υπερφυσικής) ερμηνείας της θρησκείας και σήμανε την απαρχή μιας μη θεολογικής ακαδημαϊκής μελέτης του θρησκευτικού φαινομένου. Οι θρησκειολόγοι προσπαθούν εν γένει να κατανοήσουν μια θρησκεία εκ των έξω, όχι ως πιστοί, αλλά από την ιστορική, κοινωνιολογική, ή ανθρωπολογική οπτική της. Ωστόσο, ενίοτε ό όρος θρησκειολογία χρησιμοποιείται υπό την ευρεία έννοιά του, περιλαμβάνοντας τόσο τις κοσμικές όσο και τις θεολογικές προσεγγίσεις της θρησκείας. Ως εκ τούτου ορισμένοι ακαδημαϊκοί χρησιμοποιούν τον όρο 'επιστήμη της θρησκείας' ή τον γερμανικό αντίστοιχο 'religionwissenschaft' για να περιγράψουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τη μη θεολογική, κοσμική μελέτη των θρησκειών. Προχωρούν μάλιστα και σε περαιτέρω διάκριση μεταξύ 'ιστορίας των θρησκειών' και 'συγκριτικής θρησκειολογίας'. Η ιστορία των θρησκειών τείνει να εστιάζεται σε διακριτές θρησκείες και τις διερευνά στο ατομικό ιστορικό, πολιτισμικό και γεωγραφικό τους εννοιολογικό πλαίσιο. Η συγκριτική θρησκειολογία διερευνά τις θρησκευτικές και διαφορές ανάμεσα σε θρησκείες και εποχές.

Η θρησκειολογία διαφέρει από τη θεολογία από πολλές απόψεις. Οι θεολόγοι ενδιαφέρονται συχνά για την κατανόηση, ερμηνεία και την υπεράσπιση των δογματικών αληθειών της θρησκείας τους. Ενδιαφέρονται κυρίως για νομοκανονικά ζητήματα -τι είναι αληθές και τι ψευδές σε ό,τι αφορά στους θρησκευτικούς ισχυρισμούς. Οι θρησκειολόγοι συνήθως παραμερίζουν ζητήματα που αφορούν στην αλήθεια ή το ψεύδος των θρησκευτικών ισχυρισμών περί έσχατων και πνευματικών πραγματικοτήτων και εστιάζονται στην κατανόηση της θρησκείας ή των θρησκειών ως ανθρώπινων πολιτισμικών φαινομένων. Ενδιαφέρονται λιγότερο για θεολογικά ερωτήματα του τύπου ποιές αλήθειες θα έπρεπε να πιστεύει κανείς και περισσότερο για το πώς και γιατί εμφανίζονται δεδομένες θρησκευτικές συμπεριφορές. Οι θεολόγοι ανατρέχουν στην αυθεντία ιερών κειμένων και παραδόσεων προκειμένου να υπερασπιστούν την άποψή τους, ενώ οι θρησκειολόγοι ανατρέχουν σε γενικές έννοιες, προσβάσιμες τόσο στους πιστούς όσο και στους μη πιστούς. Ο θρησκειολόγος ερευνητής μπορεί να είναι πιστός ή μη, αλλά είναι υποχρεωμένος να παραμερίσει τις ατομικές του πεποιθήσεις, προκειμένου να κατανοήσει μια θρησκεία (τη δική του ή άλλη). Όπως είναι φυσικό, οι υποκειμενικές του απόψεις περί πίστης ή μη στη θρησκεία είναι δυνατόν να επηρεάσουν τις θεωρίες και τα ερμηνευτικά πρότυπα που χρησιμοποιεί ως εργαλεία. Εν γένει, ενώ ο θεολόγος διεξάγει την έρευνά του στα συμφραζόμενα μιας θρησκευτικής κοινότητας και παράδοσης (Χριστιανισμός, Ινδουισμός, Βουδισμός, Ισλάμ κ.λπ.) ο θρησκειολόγος διεξάγει την έρευνά του στα συμφραζόμενα της ακαδημαϊκής κοινότητας και παράδοσης (κοινωνιολογία, ψυχολογία, ιστορία κ.λπ.).

Στο πεδίο της θρησκειολογίας διακρίνεται μια ποικιλία επί μέρους κλάδων, οι οποίοι κατηγοριοποιούνται γενικά ως εξής:

  1. Ανθρωπιστικές σπουδές στη θρησκεία, που περιλαμβάνουν ιστορία της θρησκείας, φιλολογικές σπουδές και φιλοσοφία της θρησκείας.
  2. Κοινωνικές σπουδές στη θρησκεία, στις οποίες περιλαμβάνεται η ανθρωπολογία, η ψυχολογία και η κοινωνιολογία της θρησκείας.
  3. Φαινομενολογία της θρησκείας, μια μοναδική και διακριτή προσέγγιση στη μελέτη της θρησκείας per se, παρά στην αντιμετώπιση της θρησκείας ως υποκατηγορίας κάποιας άλλης ακαδημαϊκής σπουδής.

Ανθρωπιστικές θρησκειολογικές σπουδές

Ιστορία των θρησκειών

Αν και ο όρος 'ιστορία των θρησκειών' είναι ενίοτε συνώνυμος με εκείνον της 'επιστήμης της θρησκείας' ή Religionswissenschaft όπως προαναφέρθηκε, ουσιαστικά πρόκειται για ξεχωριστό κλάδο που επιχειρεί την ιστορική προσέγγιση στην κατανόηση της θρησκείας. Η συγκεκριμένη προσέγγιση χρησιμοποιεί τα εργαλεία της ιστορικής έρευνας για την κατανόηση ενός ιδιαίτερου θρησκευτικού φαινομένου με όρους της ιστορίας του και των αλληλεπιδράσεων που εμφανίζει με το ευρύτερο πολιτισμικό, πολιτικό και ιστορικό περιβάλλον στο οποίο πρόβαλε και αναπτύχθηκε. Με άλλα λόγια πρόκειται για μια προσέγγιση που δίνει έμφαση στην κατανόηση κάθε θρησκείας βάσει των ιστορικών της συμφραζόμενων.

Φιλολογική προσέγγιση

Αρκετοί ερευνητές, θρησκειολόγοι και θεολόγοι- ειδικεύονται στη μελέτη και ερμηνεία ιερών κειμένων (Βίβλος, Κοράνιο, Βέντα). Η κριτική ανάλυση των διαφορών που παρουσιάζουν διαφορετικές εκδόσεις των κειμένων βοηθά στην προσπάθεια αναδημιουργίας των πρωτότυπων κειμένων, πριν αλλοιωθούν τα χαρακτηριστικά τους από αλλεπάλληλες παρεμβάσεις. Εδώ χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι της ιστορικής κριτικής ανάλυσης για την ανάγνωση και την κατανόηση των θρησκευτικών κειμένων στο φως της ιστορικής τους προέλευσης. Με άλλα λόγια η ιστορικίζουσα κριτική ανάλυση αναζητά το τι σήμαιναν αυτά τα κείμενα όταν πρωτογράφτηκαν. Προσπαθεί να κατανοήσει τα κείμενα με όρους του ιστορικού κόσμου πίσω από το κείμενο. Οι φιλολογικές προσεγγίσεις διαχειρίζονται τα ιερά κείμενα λιγότερο ως ιστορικά χειρόγραφα και περισσότερο ως αφηγηματικά έργα, ποίηση ή άλλες μορφές λογοτεχνίας, εφαρμόζοντας διάφορες μεθόδους φιλολογικής ανάλυσης για να κατανοήσει τον κόσμο που περιγράφει το κείμενο. Στο επίπεδο της θεολογίας ορισμένοι ερευνητές χρησιμοποιούν 'κανονικές' ή εκκλησιαστικές προσεγγίσεις στην ανάλυση των ιερών κειμένων, μελετώντας τα υπό την οπτική γωνία της ιερής κοινότητας που διαμορφώθηκε γύρω τους.

Φιλοσοφία της θρησκείας

Δεδομένου του οντολογικού επιχειρήματός του για την ύπαρξη του θεού, ο Άγιος Ανσέλμος είναι ένα καλό παράδειγμα φιλοσόφου της θρησκείας. Όπως και οι θεολόγοι, οι φιλόσοφοι της θρησκείας ενδιαφέρονται για την θρησκευτική αλήθεια. Αντίθετα από τους θεολόγους, όμως, ενδιαφέρονται για την ορθολογική ερμηνεία των ισχυρισμών περί αληθείας χωρίς αποκαλυπτικούς ισχυρισμούς. Για τον θεολόγο η γνώση της ύπαρξης του θεού εξαρτάται από το γεγονός ότι Εκείνος αποκάλυψε τον εαυτό Του (π.χ. στη Βίβλο ή το Κοράνιο). Ο φιλόσοφος αναρωτάται αν είναι δυνατόν να αποδειχθεί η ύπαρξη του Θεού χωρίς την προσφυγή σε αποκαλυπτικές δοξασίες. Είναι δυνατόν η λογική per se να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού; Ορισμένοι φιλόσοφοι ισχυρίζονται πως ναι, άλλοι όχι. Οι φιλόσοφοι της θρησκείας επίσης εφαρμόζουν τη λογική σε θρησκευτικά ερωτήματα περί της φύσης του Θεού, της πιθανότητας θαυμάτων, της μεταθανάτιας ζωής, του προβλήματος του κακού και πολλών άλλων συναφών θεμάτων.

Κοινωνικές και επιστημονικές προσεγγίσεις

Ανθρωπολογία της θρησκείας

Η ανθρωπολογία μελετά την θρησκεία ως στοιχείο του ανθρώπινου πολιτισμού εντοπίζοντας το ενδιαφέρον της ιδιαίτερα στους πρωτόγονους, φυλετικούς ή γηγενείς πολιτισμούς. Η έρευνα πεδίου σε αυτή την περίπτωση -θεμελιώδης για την ανθρωπολογική μελέτη της θρησκείας- περιλαμβάνει εκτεταμένη εθνολογική παρατήρηση του θρησκευτικού πολιτισμού. Σημαντικές μορφές στην ανθρωπολογική σπουδή της θρησκείας είναι ο Ε. Μπ. Τέιλορ (1832-1917), ο Ρ. Ρ. Μάρετ (1866-1943), o Άντριου Λανγκ (Andrew Lang) (1844-1912) ο Ε. Ε. Έβανς-Πρίτσαρντ (1902-73), ο Μπρονισλάβ Μαλινόβσκι (Bronislaw Malinowski) (1884-1942) και ο Κλίφορντ Γκερτζ (Clifford Geertz).

Ψυχολογία της θρησκείας

Η ψυχολογία της θρησκείας εφαρμόζει τις ιδέες και τις μεθόδους των ψυχολογικών και συμπεριφορικών επιστημών για την κατανόηση του θρησκευτικού φαινομένου, με ιδιαίτερη έμφαση στη θρησκευτική εμπειρία και συμπεριφορά. Σημαντικές μορφές στην ψυχολογία της θρησκείας υπήρξαν οι: Ε. Ντ. Στάρμπακ E. D. Starbuck (1866-1947), Γουίλιαμ Τζέιμς William James (1842-1910) και Γκόρντον Ολπορτ Gordon Allport. Επίσης, τόσο ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ όσο και ο Σίγκμουντ Φρόιντ πρόσφεραν τις δικές τους ψυχαναλυτικές ερμηνείες για τη θρησκεία, δημιουργώντας δύο διακριτούς δρόμους ερμηνείας και κατανόησης της θρησκείας.

Κοινωνιολογία της θρησκείας

Η κοινωνιολογία της θρησκείας μελετά το θρησκευτικό φαινόμενο ως κοινωνικό. Έρευνες και άλλα εργαλείο|εργαλεία κοινωνιολογικής έρευνας χρησιμοποιούνται για να καθοριστούν τα επίπεδα της θρησκευτικής πίστης και πρακτικής. Οι έννοιες της κοινωνιολογίας εφαρμόζονται στις προσπάθειες κατηγοριοποίησης θρησκευτικών κοινοτήτων σε διαφορετικούς τύπους και στην ανάλυση των λειτουργιών της θρησκείας στην κοινωνία. Οι κοινωνιολόγοι μελετούν φαινόμενα όπως τα νέα θρησκευτικά κινήματα, η εκκοσμίκευση, ο πολιτικός και οικονομικός ρόλος των θρησκειών. Σημαντικές μορφές για την κοινωνιολογία της θρησκείας υπήρξαν οι Εμίλ Ντιρκάιμ (1858-1917), Καρλ Μαρξ (1818-1883), Ερνστ Τρελτς Ernst Troeltsch (1865-1923), Μαξ Βέμπερ Max Weber (1864-1920) Τάλκοτ Πάρσονς Talcot Parsons (1902-1979) και Πήτερ Μπέργκερ Peter Berger.

Φαινομενολογία της θρησκείας

Η φαινομενολογία της θρησκείας προέρχεται από την φαινομενολογική φιλοσοφία του Έντμουντ Χούσερλ (Edmund Husserl). Σημαντικοί φαινομενολόγοι της θρησκείας υπήρξαν οι Νάθαν Σόντερμπλομ (Nathan Soderblom) (1866-1931), Γκαράρντους φαν ντερ Λιου (Garardus van der Leeuw) (1890-1950), ο Ρούντολφ Όττο (Rudolf Otto) (1869-1937), ο Φρίντριχ Χάιλερ (Friedrich Heiler) (1892-1967) και ο Μίρτσεα Ελιάντε (Mircea Eliade) (1907-1986).

Η φαινομενολογική μέθοδος έρευνας έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

  1. Αντιαναγωγή: Η θρησκεία θεωρείται ως μοναδική sui generis κατηγορία της ανθρώπινης εμπειρίας, που δεν μπορεί να αναχθεί σε κατηγορίες άλλων μη θρησκευτικών σπουδών. Η ψυχολογία, η κοινωνιολογία ή άλλες σπουδές χρησιμοποιούνται ως εργαλεία για την κατανόηση της θρησκείας, αλλά η θρησκεία αφεαυτής δεν είναι δυνατόν να αναχθεί σε ψυχολογικές, κοινωνιολογικές ή άλλες κατηγορίες. Η φαινομενολογική μέθοδος προσπαθεί να συλλάβει την μοναδικά θρησκευτική διάσταση των θρησκευτικών φαινομένων.
  2. Περιγραφή: Η βασική προσέγγιση είναι η προσεκτική παρατήρηση και αναλυτική περιγραφή των θρησκευτικών φαινομένων (μύθοι, σύμβολα, τελετουργικά, δόγματα κ.λπ.).
  3. Απoστασιοποίηση: Η κατανόηση των θρησκευτικών φαινομένων απαιτεί απαγκίστρωση ή αποστασιοποίηση από τις ατομικές θρησκευτικές απόψεις του ερευνητή, έτσι ώστε να εισέλθει εμπαθητικά να κατανοήσει δηλαδή ουσιαστικά την άποψη ενός οπαδού μιας διακριτής θρησκείας. Ο ερευνητής πρέπει να αποφύγει τη χρήση μιας σύγχρονης επιστημονικής ερμηνείας των θρησκευτικών φαινομένων και να προσπαθήσει να κατανοήσει πώς αυτά τα φαινόμενα γίνονται κατανοητά από τον οπαδό μιας διακριτής θρησκείας. Μεταφυσικά ζητήματα περί της ύπαρξης των αντικειμένων της θρησκευτικής εμπειρίας (Θεός, θεοί, πνεύματα) παραμερίζονται ως προσπάθειες ερμηνείας των πηγών προέλευσης αυτών των εννοιών βάσει σύγχρονων απόψεων. Η πραγματική προσέγγιση βρίσκεται στην προσπάθεια κατανόησης του τι σήμαιναν αυτές οι πεποιθήσεις για τον θρησκευτικό οπαδό.
  4. Διαίσθηση της ουσίας: Η εμπαθητική περιγραφή στοχεύει σε μια διαισθητική ενόραση των ουσιαστικών θρησκευτικών μορφών, δομών και προτύπων. Τούτη η ενόραση της ουσίας των θρησκευτικών μορφών περιγράφεται ενίοτε ως ειδητικό όραμα.
  5. Σύγκριση: Το ειδητικό όραμα γίνεται η βάση για τη συγκριτική μελέτη των θρησκειών, κατά την οποία η ίδια μορφή ή πρότυπο παρατηρείται σε διαφορετικές θρησκείες. Ως παράδειγμα συγκρητισμού θα μπορούσε να αναφερθεί η μελέτη των συμβολικών νοημάτων και των χρήσεων του νερού σε διάφορες θρησκείες ή η της έννοιας του ιερού χώρου, όπως αποκαλύπτεται στα θρησκευτικά οικοδομήματα διάφορων θρησκειών.

Η κριτική σε αυτή την προσέγγιση της θρησκειολογίας εγείρει μια σειρά ερωτημάτων:

  1. Είναι η διαισθητική άποψη υπερβολικά υποκειμενική; Πώς είναι δυνατόν να βεβαιωθεί η ακρίβεια αυτών των ερμηνειών;
  2. Είναι η ταύτιση και σύγκριση των ουσιαστικών μορφών και προτύπων μη ιστορική; Αποσυνδέει τούτη η διαδικασία τις θρησκευτικές πρακτικές από το ιδιαίτερο ιστορικό και πολιτισμό πλαίσιο που τα νοηματοδοτεί;
  3. Είναι αυτή η μέθοδος θεολογική; Μήπως η θρησκευτική εμπάθεια υπονοεί κάποια θεολογική δέσμευση σε ένα ιδιαίτερο θρησκευτικό νόημα; (Είναι αληθές ότι αρκετοί από τους σημαντικότερους φαινομενολογιστές της θρησκείας ήταν παράλληλα θρησκειολόγοι και θεολόγοι).

Άλλες εξειδικεύσεις στον τομέα της θρησκειολογίας

Άλλοι τομείς εξειδίκευσης της θρησκειολογίας περιλαμβάνουν:


Δικτυακοί τόποι

Γενικές θεωρήσεις

Ιστορία των θρησκειών

Φιλολογικές προσεγγίσεις

Φιλοσοφία της θρησκείας

Ανθρωπολογία της θρησκείας

Ψυχολογία της θρησκείας

Κοινωνιολογία της θρησκείας

Η αρχική μορφή του λήμματος βασίστηκε στην έκδοση 2 Μαρτίου 2006 του αντίστοιχου της ελληνικής Βικιπαίδειας υπό την άδεια GFDL. Βλ. σχετ. ιστορικό.