Διδαχή των Αποστόλων

Από OrthodoxWiki
Αναθεώρηση ως προς 19:18, 14 Αυγούστου 2007 από τον Θεοδωρος (Συζήτηση | Συνεισφορά) (Το κείμενο της Διδαχής των Αποστόλων)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Από τα ανευρεθέντα και διασωθέντα κείμενα της πρώιμης εκκλησιαστικής ιστορίας, ιδιαίτερη σημασία έχει η Διδαχή των Αποστόλων, η οποία συνετάχθη μεταξύ 70 - 100 μ.Χ. και μας δίνει πληροφορίες για την άμεση μετα-αποστολική εποχή, για το πώς αντιλαμβάνονταν οι Χριστιανοί της εποχής εκείνης τη Χριστιανική πίστη.

Στην πρώτη Χριστιανική Εκκλησία, κυκλοφορούσαν πολλά κείμενα γραμμένα από Χριστιανούς, τα οποία περιείχαν συλλογές λόγων του Κυρίου Ιησού Χριστού και των Αποστόλων, με δεδομένο ότι ακόμα δεν υπήρχε η Αγία Γραφή ως εγκεκριμένη Χριστιανική συλλογή. Το ότι πολλά κείμενα δεν εγκρίθηκαν από την Εκκλησία ως μέρος της Αγίας Γραφής, μπορεί να μην τους δίνει το Δογματικό κύρος της Αγίας Γραφής, αλλά δεν τους στερεί την ιστορική αξία.


Σημεία στη Διδαχή των Αποστόλων, που επιβεβαιώνουν την Ορθόδοξη πίστη

Στο ιστορικό αυτό κείμενο, είναι προφανή τα εξής βασικά σημεία, που εδραιώνουν το γεγονός ότι η πρώτη Χριστιανική Εκκλησία ήταν η Ορθόδοξη:

α. Η ομολογία του βαπτίσματος στην Αγία Τριάδα, και η τριπλή επανάληψή του.

β. Η Εκκλησιαστική νηστεία κάθε Τετάρτη και Παρασκευή.

γ. Η καθημερινή Θεία Ευχαριστία, και ειδικά κάθε Κυριακή, ο τρόπος της Λειτουργίας αυτής στην πρώτη Χριστιανική Εκκλησία, και η αναφορά της ως "Λειτουργία", και κυρίως η αναφορά της ως "ΘΥΣΙΑ", που προϋποθέτει ιερέα και θυσιαστήριο.

δ. Η πρώτη γνωστή αναφορά από την εποχή της Καινής Διαθήκης σε "ΑΡΧΙΕΡΕΑ" τελούντα την Θεία αυτή Ευχαριστία, που είναι φυσικά οι "προφήτες", εκ των οποίων προέκυψαν οι Επίσκοποι της αμέσως επόμενης γενιάς Χριστιανών. Για τους προφήτες έχουμε εδώ την πληρέστερη γνωστή πηγή του ρόλου τους στην Εκκλησία, και μας βοηθάει να κατανοήσουμε πώς προέκυψαν οι Επίσκοποι μετά από τη μεταβατική ομάδα των Προφητών.

ε. Βρίσκουμε το δίδυμο: "επισκόπους" και "διακόνους", κάτι που αντιστοιχεί στο Αγιογραφικό "Πρεσβυτέρους και Διακόνους", μια και στην αρχαιότατη αυτή προχριστιανική εποχή, ο όρος "επίσκοπος" δεν είχε ακόμα διαχωρισθεί από τον όρο "πρεσβύτερος", κάτι που το βρίσκουμε πλέον σαφώς διαχωρισμένο λίγα μόλις χρόνια αργότερα, στις επιστολές του αγίου Ιγνατίου (προ του 107 π.Χ.). Και παρατηρούμε ακόμα το ότι χειροτονούνταν, και δεν "διορίζονταν" απλώς, όπως συνηθίζουν σύγχρονες αιρέσεις.

στ. Σε σωτηριολογικό επίπεδο, παρατηρούμε την ίδια Ορθόδοξη πίστη για πορεία προς την τελείωση (και όχι την απλή ένταξη "κάπου", του Προτεσταντισμού), τη σωτηριολογική σημασία του βαπτίσματος, που χωρίς αυτό κάποιος δεν μπορεί να μετέχει της θείας ευχαριστίας. Επίσης βρίσκουμε και την Ορθόδοξη πίστη για το δοκιμαστικό πυρ της Μέλλουσας κρίσεως, κάτι εντελώς διαφορετικό και από το Παπικό Καθαρτήριο, και από την Προτεσταντική κόλαση βασανισμού.

ζ. Σημαντική είναι και η αναφορά στην έννοια των "σημείων" της 2ας Παρουσίας, δείχνοντας ότι είναι σημεία της ίδιας εποχής, και καμία σχέση δεν έχουν με τα δεινά της ιστορίας, που ισχυρίζονται σύγχρονες Προτεσταντικές αιρέσεις. Ομοίως και ο Αντίχριστος αναφέρεται ως πρόσωπο, και όχι ως "ομάδα", όπως ισχυρίζονται τέτοιες ομάδες.

Το πρωτοχριστιανικό αυτό σύγγραμμα, μας δείχνει ότι από την εποχή των Αποστόλων ως σήμερα, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί τρώνε από το ίδιο θυσιαστήριο, από το οποίο δεν έχουν εξουσία να φάνε οι αιρέσεις.


Το κείμενο της Διδαχής των Αποστόλων

I (1)

1. Οδοί δύο εισί, μία της ζωής και μία του θανάτου, διαφορά δε πολλή μεταξύ των δύο οδών.

2. Η μεν ουν της ζωής εστιν αύτη· πρώτον αγαπήσεις τον θεόν τον ποιήσαντά σε, δεύτερον τον πλησίον σου ως σεαυτόν· πάντα δε όσα εάν θελήσης μη γίνεσθαί σοι, και συ άλλω μη ποίει.

3. Τούτων δε των λόγων η διδαχή εστιν αύτη· ευλογείτε τους καταρωμένους υμίν και προσεύχεσθε υπέρ των εχθρών υμών, νηστεύετε δε υπέρ των διωκότων υμάς· ποία γαρ χάρις, εάν αγαπάτε τους αγαπώντας υμάς; ουχί και τα έθνη το αυτό ποιούσιν; υμείς δε αγαπάτε τους μισούντας υμάς, και ουχ έξετε εχτρόν. 4. απέχου των σαρκικών και σωματικών επιθυμιών· εάν τις σοι δώ ράπισμα εις την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην, και έση τέλειος· εάν αγγαρεύση σε τις μίλιον εν, ύπαγε μετ’ αυτού δύο· εάν άρη τις το ιμάτιόν σου, δος αυτώ και τον χιτώνα· εάν λάβη τις από σου το σον, μη απαίτει· ουδέ γαρ δύνασαι. 5. παντί τω αιτούντί σε δίδου και μη απαίτει· πάσι γαρ θέλει δίδοσθαι ο πατήρ εκ των ιδίων χαρισμάτων. μακάριος ο διδούς κατά την εντολήν· αθώος γαρ εστιν. ουαί τω λαμβάνοντι· ει μεν γαρ χρείαν έχων λαμβάνει τις, αθώος έσται· ο δε μη χρείαν έχων δώσει δίκην, ινατί έλαβε και εις τι· εν συνοχή δε γενόμενος εξετασθήσεται περί ων έπραξε, και ουκ εξελεύσεται εκείθεν, μέχρις ου αποδώ τον έσχατον κοδράντην. 6. αλλά και περί τούτου δε είρηται· Ιδρωσάτω η ελεημοσύνη σου εις τας χείρας σου, μέχρις αν γνώς τίνι δώς.


II (2)

1. Δευτέρα δε εντολή της διδαχής· 2. ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις, ου παιδοφθορήσεις, ου πορνεύσεις, ου κλέψεις, ου μαγεύσεις, ου φαρμακεύσεις, ου φονεύσεις τέκνον εν φθορά, ουδέ γεννηθέν αποκτενείς, ουκ επιθυμήσεις τα του πλησίον. 3. ουκ επιορκήσεις, ου ψευδομαρτυρήσεις, ου κακολογήσεις, ου μνησικακήσεις. 4. ουκ έση διγνώμων ουδέ δίγλωσσος· παγίς γαρ θανάτου η διγλωσσία. 5. ουκ έσται ο λόγος σου ψευδής, ου κενός, αλλά μεμεστωμένος πράξει. 6. ουκ έση πλεονέκτης ουδέ άρπαξ ουδέ υποκριτής ουδέ κακοήθης ουδέ υπερήφανος. ου λήψη βουλήν πονηράν κατά του πλησίον σου. 7. ου μισήσεις πάντα άνθρώπον, αλλά ους μεν ελέγξεις, περί δε ων προσεύξη, ους δε αγαπήσεις υπέρ την ψυχήν σου.


III (3)

1. Τέκνον μου, φεύγε από παντός πονηρού και από παντός ομοίου αυτου. 2. μη γίνου οργίλος, οδηγεί γαρ η οργή προς τον φόνον, μηδέ ζηλωτής μηδέ εριστικός μηδέ θυμικός· εκ γαρ τούτων απάντων φόνοι γεννώνται. 3. τέκνον μου, μη γίνου επιθυμητής, οδηγεί γαρ η επιθυμία προς την πορνείαν, μηδέ αισχρολόγος μηδέ υψηλόφθαλμος· εκ γαρ τούτων απάντων μοιχείαι γεννώνται. 4. τέκνον μου, μη γίνου οιωνοσκόπος, επειδή οδηγεί εις την ειδωλολατρίαν, μηδέ επαοιδός μηδέ μαθηματικός μηδέ περικαθαίρίαν, μηδέ θέλε αυτά βλέπειν· εκ γαρ τούτων απάντων ειδωλολατρία γεννάται. 5. τέκνον μου, μη γίνου ψεύστης, επειδή οδηγεί το ψεύσμα εις την κλοπήν, μηδέ φιλάργυρος μηδέ κενόδοξος· εκ γαρ τούτων απάντων κλοπαί γεννώνται. 6. τέκνον μου, μη γίνου γόγγυσος, επειδή οδηγεί εις την βλασφημίαν, μηδέ αυθάδης μηδέ πονηρόφρων· εκ γαρ τούτων απάντων βλασφημίαι γεννώνται. 7. ίσθι δε πραύς, επεί οι πραείς κληρονομήσουσιν την γην. 8. γίνου μακρόθυμος και ελεήμων και άκακος και ησύχιος και αγαθός και τρέμων τους λόγους δια παντός, ους ήκουσας. 9. ουχ υψώσεις σεαυτόν ουδέ δώσεις τη ψυχή σου θράσος. ου κολληθήσεται η ψυχή σου μετά υψηλών, αλλά μετά δικαίων και ταπεινών αναστραφήση. 10. τα συμβαίνοντά σοι ενεργήματα ως αγαθά προσδέξη, ειδώς ότι άτερ θεού ουδέν γίνεται.


IV (4)

1. Τέκνον μου, του λαλούντός σοι τον λόγον του θεού μνησθήση νυκτός και ημέρας, τιμήσεις δε αυτόν ως κύριον· όθεν γαρ η κυριότης λαλείται, εκεί κύριός εστιν. 2. εκζητήσεις δε καθ’ ημέραν τα πρόσωπα των αγίων, ίνα επαναπαής τοις λόγοις αυτών. 3. ου ποιήσεις σχίσμα, ειρηνεύσεις δε μαχομένους· κρινείς δικαίως, ου λήψη πρόσωπον ελέγξαι επί παραπτώμασιν. 4. ου διψυχήσεις, πρότερον έσται ή ου.

5. Μη γίνου προς μεν το λαβείν εκτείνων τας χείρας, προς δε το δούναι συσπών. 6. εάν έχης δια των χειρών σου, δώσεις λύτρωσιν αμαρτιών σου. 7. ου διστάσεις δούναι ουδέ διδούς γογγύσεις· γνώση γαρ, τις εστιν ο του μισθού καλός ανταποδότης. 8. ουκ αποστραφήση τον ενδεόμενον, συγκοινωνήσεις δε πάντα τω αδελφώ σου και ουκ ερείς ίδια είναι· ει γαρ εν τω αθανάτω κοινωνοί εστε, πόσω μάλλον εν τοις θνητοίς;

9. Ουκ αρείς την χείρα σου από του υιού σου ή από της θυγατρός σου, αλλά από νεότητος διδάξεις τον φόβον του θεού. 10. ουκ επιτάξεις δούλω σου ή παιδίσκη, τοις επί τον αυτόν θεόν ελπίζουσιν, εν πικρία σου, μήποτε ου μη φοβηθήσονται τον επ’ αμφοτέροις θεόν· ου γαρ έρχεται κατά πρόσωπον καλέσαι, αλλ’ εφ’ ους το πνεύμα ητοίμασεν. 11. υμείς δε οι δούλοι υποταγήσεσθε τοις κυρίοις υμών ως τύπτω θεού εν αισχύνη και φόβω.

12. Μισήσεις πάσαν υπόκρισιν και παν ό μη αρεστόν τω κυρίω. 13. ου μη εγκαταλίπης εντολάς κυρίου, φυλάξεις δε α παρέλαβες, μήτε προστιθείς μήτε αφαιρών. 14. εν εκκλησία εξομολογήση τα παραπτώματά σου, και ου προσελεύση επί προσευχήν σου εν συνειδήσει πονηρά· αύτη εστίν η οδός της ζωής.


V (5)

1. Η δε του θανάτου οδός εστιν αύτη· πρώτον πάντων πονηρά εστι και κατάρας μεστή· φόνοι, μοιχείαι, επιθυμίαι, πορνείαι, κλοπαί, ειδωλολατρίαι, μαγείαι, φαρμακίαι, αρπαγαί, ψευδομαρτυρίαι, υποκρίσεις, διπλοκαρδία, δόλος, υπερηφανία, κακία, αυθάδεια, πλεονεξία, αισχρολογία, ζηλοτυπία, θρασύτης, ύψος, αλαζονεία. 2. διώκται αγαθών, μισούντες αλήθειαν, αγαπώντες ψεύδος, ου γινώσκοντες μισθόν δικαιοσύνης, ου κολλώμενοι αγαθώ ουδέ κρίσει δικαία αγρυπνούντες ουκ εις το αγαθόν, αλλ’ εις το πονηρόν· ων μακράν πραύτης και υπομονή, μάταια αγαπώντες, διώκοντες ανταπόδομα, ουκ ελεούντες πτωχόν, ου πονούντες επί καταπονουμένω, ου γινώσκοντες τον ποιήσαντα αυτούς, φονείς τέκνων, φθορείς πλάσματος θεού, αποστρεφόμενοι τον ενδεόμενον, καταπονούντες τον θλιβόμενον, πλουσίων παράκλητοι, πενήτων άνομοι κριταί, πανθαμάρτητοι· ρυσθείητε, τέκνα, από τούτων απάντων.


VI (6)

1. Όρα, μη τις σε πλανήση από ταύτης της οδού της διδαχής, επεί παρεκτός θεού σε διδάσκει. 2. ει μεν γαρ δύνασαι βαστάσαι όλον τον ζυγόν του κυρίου, τέλειος έση· ει δ’ ου δύνασαι, ό δύνη, τούτο ποίει. 3. περί δε της βρώσεως, ό δύνασαι βάστασον· από δε του ειδωλοθύτου λίαν πρόσεχε· λατρεία γαρ εστι θεών νεκρών.


VII (7)

1. Περί δε του βαπτίσματος, ούτω βαπτίσατε· ταύτα πάντα πρειπόντες, βαπτίσατε εις το όνομα του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος εν ύδατι ζώντι. 2. εάν δε μη έχης ύδωρ ζων, εις άλλο ύδωρ βάπτισον· ει δ’ ου δύνασαι εν ψυχρώ, εν θερμώ. 3. εάν δε αμφότερα μη έχης, έκχεον εις την κεφαλήν τρις ύδωρ εις όνομα πατρός και υιού και αγίου πνεύματος. 4. προ δε του βαπτίσμος προνηστευσάτω ο βαπτίζων και ο βαπτιζόμενος και ει τινες άλλοι δύναται· κελεύεις δε νηστεύσαι τον βαπτιζόμενον προ μιας ή δύο.


VIII (8)

1. Αι δε νηστείαι υμών μη έστωσαν μετά των υποκριτών. νηστεύουσι γαρ δευτέρα σαββάτων και πέμτη· υμείς δε νηστεύσατε τετράδα και παρασκευήν. 2. μηδέ προσεύχεσθε ως οι υποκριταί, αλλ’ ως εκέλευσεν ο κύριος εν τω ευαγγελίω αυτού, ούτω προσεύχεσθε· Πάτερ ημών ο εν τω ουρανώ, αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί γης· τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών, και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού· ότι σου εστιν η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας. 3. τρις της ημέρας ούτω προσεύχεσθε.


IX (9)

1. Περί δε της ευχαριστίας, ούτως ευχαριστήσατε· 2. πρώτον περί του ποτηρίον· Ευχαριστούμεν σοι, πάτερ ημών, υπέρ της αγίας αμπέλου Δαυίδ του παιδός σου· σοί η δόξα εις τους αιώνας. 3. περί δε του κλάσματος· Ευχαριστούμέν σοι, πάτερ ημών, υπέρ της ζωής και γνώσεως, ης εγνώρισας ημίν δια Ιησού του παιδός σου. σοί η δόξα εις τους αιώνας. 4. ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο εν, ούτω συναχθήτω σου η εκκλησία από των περάτων της γης εις την σήν βασιλείαν. ότι σου εστιν η δόξα και η δύναμις δια Ιησού εις τους αιώνας. 5. μηδείς δε φαγέτω μηδέ πιέτω από της ευχαριστίας υμών, αλλ’ οι βαπτισθέντες εις όνομα κυρίου· και γαρ περί τούτου είρηκεν ο κύριος· Μη δώτε το άγιον τοις κυσί.


X (10)

1. Μετά δε το εμπλησθήσαι ούτως ευχαριστήσατε· 2. Ευχαριστούμέν σοι, πάτερ άγιε, υπέρ του αγίου ονόματος σου, ου κατεσκήνωσας εν ταις καρδίαις ημών, και υπέρ της γνώσεως και πίστεως και αθανασίας ημίν δια Ιησού του παιδός σου· σοί η δόξα εις τους αιώνας. 3. συ, δέσποτα παντοκράτορ, έκτισας τα πάντα ένεκεν του ονόματός σου, τροφήν τε και ποτόν έδωκας τοις ανθρώποις εις απόλαυσιν, ίνα σοι ευχαριστήσωσιν, ημίν δε εχαρίσω πνευματικήν τροφήν και ποτόν και ζωήν αιώνιον δια του παιδός σου. 4. προ πάντων ευχαριστούμέν σοι, ότι δυνατός ει· σοί η δόξα εις τους αιώνας. 5. μνήσθητι, κύριε, της εκκλησίας σου, του ρύσασθαι αυτήν εν τη αγάπη σου, και σύναξον αυτήν από των τεσσάρων ανέμων, την αγιασθείσαν, εις την σήν βασιλείαν, ην ητοίμασας αυτή· ότι σου εστιν η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας. 6. ελθέτω χάρις και παρελθέτω ο κόσμος ούτος. Ωσαννά τω θεώ Δαυίδ. ει τις άγιός εστιν, ερχέθω· ει τις ουκ έστι, μετανοείτω· μαράν αθά· αμήν. 7. τοις δε προφήταις επιτρέπετε ευχαριστείν όσα θέλουσιν.


XI (11)

1. Ος αν ουν ελθών διδάξη υμάς ταύτα πάντα τα προειρημένα, δέξασθε αυτόν· 2. εάν δε αυτός ο διδάσκων στραφείς διδάσκη άλλην διδαχήν εις το καταλύσαι, μη αυτού ακούσητε· εις δε το προσθείναι δικαιοσύνην και γνώσιν κυρίου, δέξασθε αυτόν ως κύριον.

3. Περί δε των αποστόλων και προφητών, κατά τα δόγμα του ευαγγελίου ούτω ποιήσατε. 4. πας δε απόστολος ερχόμενος προς υμάς δεχθήτω ως κύριος· 5. ου μενεί δε ει μη ημέραν μίαν· εάν δε ή χρεία, και την άλλην· τρεις δε εάν μείνη, ψευδοπροφήτης εστίν. 6. ερχόμενος δε ο απόστολος μηδέν λαμβανέτω ει μη άρτον, έως ου αυλισθή· εάν δε αργυριον αιτή, ψευδοπροφήτης εστί.

7. Και πάντα προφήτην λαλούντα εν πνεύματι ου πειράσετε ουδέ διακρινείτε· πάσα γαρ αμαρτία αφεθήσεται, αύτη δε η αμαρτία ουκ αφεθήσεται. 8. ου πας δε ο λαλών εν πνεύματι προφήτης εστίν, αλλ’ εάν έχη τους τρόπους κυρίου. από ουν των τρόπων γνωσθήσεται ο ψευδοπροφήτης και ο προφήτης. 9. και πας προφήτης ορίζων τράπεζαν εν πνεύματι ου φάγεται απ’ αυτής, ει δε μήγε ψευδοπροφήτης εστί. 10. πας δε προφήτης διδάσκων την αληθειαν, ει α διδάσκει ου ποιεί, ψευδοπρφήτης εστί. 11. πας δε προφήτης δεδοκιμασμένος, αληθινός, ποιών εις μυστήριον κοσμικόν εκκλησίας, μη διδάσκων δε ποιείν, όσα αυτός ποιεί, ου κριθήσεται εφ’ υμών· μετά θεού γαρ έχει την κρίσιν· ωσαύτως γαρ εποίησαν και οι αρχαίοι προφήται. 12. ος δ’ αν είπη εν πνεύματι· δος μοι αργύρια ή έτερά τινα, ουκ ακούσεσθε αυτού· εάν δε περί άλλων υστερούντων είπη δούναι, μηδείς αυτόν κρινέτω.


XII (12)

1. Πας δε ο ερχόμενος εν ονόματι κυρίου δεχθήτω· έπειτα δε δοκιμάσαντες αυτόν γνώσεσθε, σύνεσιν γαρ έξετε δεξιάν και αριστεράν. 2. ει μεν παρόδιός εστιν ο ερχόμενος, βοηθείτε αυτώ, όσον δύνασθε· ου μενεί δε προς υμάς ει μη δύο ή τρεις ημέρας, εάν ή ανάγκη. 3. ει δε θέλει προς υμάς καθήσθαι, τεχνίτης ων, εργαζέσθω και φαγέτω. 4. ει δε ουκ έχει τέχνην, κατά την σύνεσιν υμών προνοήσατε, πως μη αργός μεθ’ υμών ζήσεται Χριστιανός. 5. ει δ’ ου θέλει ουτω ποιείν, χριστέμπρός εστι· προσέχετε από των τοιούτων.


XIII (13)

1. Πας δε προφήτης αληθινός θέλων καθήσθαι προς υμάς άξιός εστι της τροφής αυτού. 2. ωσαύτως διδάσκαλος αληθινός εστιν άξιος και αυτός ώσπερ ο εργάτης της τροφής αυτού. 3. πάσαν ουν απαρχήν γεννημάτων ληνού και άλωνος, βοών τε και προβάτων λαβών δώσεις την απαρχήν τοις προφήταις· αυτοί γαρ εισιν οι αρχιερείς υμών. 4. εάν δε μη έχητε προφήτην, δότε τοις πτωχοίς. 5. εάν σιτίαν ποιής, την απαρχήν λαβών δος κατά την εντολήν. 6. ωσαύτως κεράμιον οίνου ή ελαίου ανοίξας, την απαρχήν λαβών δος τοις προφήταις· 7. αργυρίου δε και ιματισμού και παντός κτήματος λαβών την απαρχήν, ως αν σοι δόξη, δος κατά την εντολήν.


XIV (14)

1. Κατά κυριακήν δε κυρίου συναχθέντες κλάσατε άρτον και ευχαριστήσατε, προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα υμών, όπως καθαρά η θυσία υμών η. 2. πας δε έχων την αμφιβολίαν μετά του εταίρου αυτού μη συνελθέτω υμίν, έως ου διαλλαγώσιν, ίνα μη κοινωθή η θυσία υμών. 3. αύτη γαρ εστιν η ρηθείσα υπό κυρίου· Εν παντί τόπω και χρόνω προσφέρειν μοι θυσίαν καθαράν. ότι βασιλεύς μέγας ειμί, λέγει κύριος, και το όνομά μου θαυμαστόν εν τοις έθνεσι.


XV (15)

1. Χειροτονήσατε ουν εαυτοίς επισκόπους και διακόνους αξίους του κυρίου, άνδρας πραείς και αφιλαργύρους και αληθείς και δεδοκιμασμένους· υμίν γαρ λειτουργούσι και αυτοί την λειτουργίαν των προφητών και διδασκάλων. 2. μη ουν υπερίδητε αυτούς· αυτοί γαρ εισιν οι τετιμημένοι υμών μετά των προφητών και διδασκάλων.

3. Ελέγχετε δε αλλήλους μη εν οργή, αλλ’ εν ειρήνη ως έχετε εν τω ευαγγελίω· και παντί αστοχούντι κατά του ετέρου μηδείς λαλείτω μηδέ παρ’ υμών ακουέτω, έως ου μετανοήση. 4. τας δε ευχάς υμών και τας ελεημοσύνας και πάσας τας πράξεις ούτω ποιήσατε, ως έχετε εν τω ευαγγελίω του κυρίου ημών.


XVI (16)

1. Γρηγορείτε υπέρ της ζωής υμών· οι λύχνοι υμών μη σβεσθήτωσαν, και αι οσφύες υμών μη εκλυέσθωσαν, αλλά γίνεσθε έτοιμοι· ου γαρ οίδατε την ώραν, εν ή ο κύριος ημών έρχεται. 2. πυκνώς δε συναχθήσεσθε ζητούντες τα ανήκοντα ταις ψυχαίς υμών· ου γαρ ωφελήσει υμάς ο πας χρόνος της πίστεως υμών, εάν μη εν τω εσχάτω καιρώ τελειωθήτε. 3. εν γαρ ταις εσχάταις ημέραις πληθυνθήσονται οι ψευδοπροφήται και οι φθορείς, και στραφήσονται τα πρόβατα εις λύκους, και η αγάπη στραφήσεται εις μίσος. 4. αυξανούσης γαρ της ανομίας μισήσουσιν αλλήλους και διώξουσι και παραδώσουσι, και τότε φανήσεται ο κοσμοπλανής ως υιος θεού, και ποιήσει σημεία και τέρατα, και η γη παραδοθήσεται εις χείρας αυτού, και ποιήσει αθέμιτα, α ουδέποτε γέγονεν εξ αιώνος. 5. τότε ήξει η κτίσις των ανθρώπων εις την πύρωσιν της δοκιμασίας, και σκανδαλισθήσονται πολλοί και απολούνται, οι δε υπομείναντες εν τη πίστει αυτών σωθήσονται υπ’ αυτου του καταθέματος. 6. και τότε φανήσεται τα σημεία της αληθείας· πρώτον σημείον εκπετάσεως εν ουρανώ, είτα σημείον φωνής σάπιγγος, και το τρίτον ανάστασις νεκρών. 7. ου πάντων δε, αλλ’ ως ερρέθη· Ήξει ο κύριος και πάντες οι άγιοι μετ’ αυτού. 8. τότε όψεται ο κόσμος τον κύριον ερχόμενον επάνω των νεφελών του ουρανού.