Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Ειδωλολατρία"
μ |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
− | '''Ειδωλολατρεία''' σύμφωνα με την επιστήμη της [[Θρησκειολογία|θρησκειολογίας]], αποκαλείται η απόδοση [[Λατρεία|λατρείας]] σε αγάλματα που εικονίζουν Θεούς<ref>ΘΗΕ, τ. 5, σελ. 359-360</ref>, ενώ κατά το χριστιανισμό | + | '''Ειδωλολατρεία''', σύμφωνα με την επιστήμη της [[Θρησκειολογία|θρησκειολογίας]], αποκαλείται η απόδοση [[Λατρεία|λατρείας]] σε αγάλματα που εικονίζουν Θεούς<ref>ΘΗΕ, τ. 5, σελ. 359-360</ref>, ενώ κατά το χριστιανισμό ως ειδωλολατρεία κρίνεται η απόδοση λατρείας σε οποιοδήποτε [[κτιστό]] αντικείμενο<ref>Ν. Ματσούκας, Θεολογία, Κτισιολογία...Αθανάσιο, σελ. 129</ref>, δηλαδή σε οποιοδήποτε αντικείμενο είναι δημιούργημα του ακτίστου και αιωνίου Θεού, όπως μαρτυρείται και από την [[Παλαιά Διαθήκη]]. |
+ | |||
+ | ==Ιστορική αναδρομή== | ||
+ | Η ειδωλολατρεία στην πρωτόγονη μορφή της αποτελούσε λατρεία των φυσικών φαινομένων, καθώς ο άνθρωπος αδυνατώντας να επικρατήσει των στοιχείων της φύσεως<ref>Ν. Ματσούκας, Άνθρωπος....Ομολογητή, σελ. 195</ref>, προσπαθούσε με μηχανιστικούς τρόπους να κατευνάσει και να εξευμενίσει τα στοιχεία αυτά. Με την πάροδο των ετών όμως η ειδωλολατρεία έγινε ένα πιο εκλεπτυσμένο φαινόμενο, υιοθετώντας σταδιακά σύμβολα (τοτέμ), τα οποία δηλώνουν τη δύναμη της θεότητας ή την ίδια τη θεότητα<ref>ΘΗΕ, ο.π.</ref>. | ||
+ | |||
+ | Το φαινόμενο της ειδωλολατρίας έχει τη ρίζα του το φαινόμενο της παραστάσεως των εικόνων, των ιδεών και των φαινομένων<ref>ο.π.</ref>. Η διάκριση όμως του εικονιζόμενου από το πρότυπο, όπως ο Μέγας Βασίλειος μας πληροφορεί για τις εικόνες των χριστιανών, είναι μία ύστερη κατάκτηση, καθώς η ανθρωπότητα αρχικώς δε διεχώριζε το είδωλο, από το φανταστικό πρότυπο. Αντιθέτως τα ταύτιζε<ref>ΘΗΕ, ο.π.</ref>. Έτσι το εκάστοτε αντικείμενο δεν εικόνιζε απλώς, αλλά ταυτίζονταν με το Θεό. Τέτοια παραδείγματα βρίσκουμε σήμερα αρκετά στην γραμματεία που διαθέτουμε, όπως προκύπτουν από Αιγυπτιακά, Ελληνικά<ref>Φερ ειπείν ο Αριστοτέλης μας αναφέρει στο Πολιτικά του (1253Β 35)για αγάλματα Θεών με κίνηση και νόηση</ref> και άλλα συγγράμματα. | ||
+ | |||
+ | Η ειδωλολατρεία πέραν τούτων, αναγνωρίζει και φάσεις-στάδια ανάπτυξης. Κατά την παλαιολιθική εποχή, ανακαλύπτουμε εικονικές παραστάσεις θεοτήτων σε σπήλαια, ενώ αργότερα ανακύπτουν οι αγαλματικές μορφές, αρχικώς με ζωώδη εμφάνιση και εν συνεχεία με ανθρώπινη. Η πρώτη θρησκευτική ομάδα, ιστορικώς, η οποία απέρριψε το φαινόμενο αυτό ήταν Εβραίοι. Κατά την περίοδο της εμφάνισης του χριστιανισμού, τόσο ο χριστιανισμός, όσο και ο Εβραϊσμός αντιτέθηκαν στη λατρεία των ειδώλων. | ||
+ | |||
+ | ==Μορφές και αίτια ειδωλολατρείας== | ||
== Υποσημειώσεις == | == Υποσημειώσεις == |
Αναθεώρηση της 12:45, 11 Ιανουαρίου 2012
Ειδωλολατρεία, σύμφωνα με την επιστήμη της θρησκειολογίας, αποκαλείται η απόδοση λατρείας σε αγάλματα που εικονίζουν Θεούς[1], ενώ κατά το χριστιανισμό ως ειδωλολατρεία κρίνεται η απόδοση λατρείας σε οποιοδήποτε κτιστό αντικείμενο[2], δηλαδή σε οποιοδήποτε αντικείμενο είναι δημιούργημα του ακτίστου και αιωνίου Θεού, όπως μαρτυρείται και από την Παλαιά Διαθήκη.
Ιστορική αναδρομή
Η ειδωλολατρεία στην πρωτόγονη μορφή της αποτελούσε λατρεία των φυσικών φαινομένων, καθώς ο άνθρωπος αδυνατώντας να επικρατήσει των στοιχείων της φύσεως[3], προσπαθούσε με μηχανιστικούς τρόπους να κατευνάσει και να εξευμενίσει τα στοιχεία αυτά. Με την πάροδο των ετών όμως η ειδωλολατρεία έγινε ένα πιο εκλεπτυσμένο φαινόμενο, υιοθετώντας σταδιακά σύμβολα (τοτέμ), τα οποία δηλώνουν τη δύναμη της θεότητας ή την ίδια τη θεότητα[4].
Το φαινόμενο της ειδωλολατρίας έχει τη ρίζα του το φαινόμενο της παραστάσεως των εικόνων, των ιδεών και των φαινομένων[5]. Η διάκριση όμως του εικονιζόμενου από το πρότυπο, όπως ο Μέγας Βασίλειος μας πληροφορεί για τις εικόνες των χριστιανών, είναι μία ύστερη κατάκτηση, καθώς η ανθρωπότητα αρχικώς δε διεχώριζε το είδωλο, από το φανταστικό πρότυπο. Αντιθέτως τα ταύτιζε[6]. Έτσι το εκάστοτε αντικείμενο δεν εικόνιζε απλώς, αλλά ταυτίζονταν με το Θεό. Τέτοια παραδείγματα βρίσκουμε σήμερα αρκετά στην γραμματεία που διαθέτουμε, όπως προκύπτουν από Αιγυπτιακά, Ελληνικά[7] και άλλα συγγράμματα.
Η ειδωλολατρεία πέραν τούτων, αναγνωρίζει και φάσεις-στάδια ανάπτυξης. Κατά την παλαιολιθική εποχή, ανακαλύπτουμε εικονικές παραστάσεις θεοτήτων σε σπήλαια, ενώ αργότερα ανακύπτουν οι αγαλματικές μορφές, αρχικώς με ζωώδη εμφάνιση και εν συνεχεία με ανθρώπινη. Η πρώτη θρησκευτική ομάδα, ιστορικώς, η οποία απέρριψε το φαινόμενο αυτό ήταν Εβραίοι. Κατά την περίοδο της εμφάνισης του χριστιανισμού, τόσο ο χριστιανισμός, όσο και ο Εβραϊσμός αντιτέθηκαν στη λατρεία των ειδώλων.
Μορφές και αίτια ειδωλολατρείας
Υποσημειώσεις
Βιβλιογραφία
- ΘΗΕ, τόμος Ε', Μαρτίνος 1977
- Νίκου Ματσούκα, "Θεολογία, Κτισιολογία, Εκκλησιολογία κατά το Μέγα Αθανάσιο", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
- Νίκου Ματσούκα,. "Κόσμος, Άνθρωπος, Κοινωνία κατά το Μάξιμο Ομολογητή", Γρηγόρης, Αθήνα 1980.