Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Β΄ Οικουμενική Σύνοδος

22.491 bytes προστέθηκαν, 15:02, 10 Αυγούστου 2008
Συνοπτική παράθεση και ερμηνεία Ιερών Κανόνων
'''Κανών Ζ΄''': Καθορίζει τον τρόπο εισαγωγής των επιστρεφόντων στην εκκλησία αιρετικών. Αυτοί για να εισέλθουν στην εκκλησία πρέπει να παραδώσουν Λίβελλο πίστης. Οι Αρειανοί, Μακεδονιανοί, Απολλιναριστές ορίζονται να μην αναβαπτισθούν, αλλά να μετέχουν εκ νέου του χρίσματος, ενώ [[Μοντανισμός|Μοντανιστές]], Ευνομιανοί, [[Μοναρχιανισμός|Σαβελλιανοί]] να αναβαπτιστούν λόγω της άκυρης τέλεσης του αρχικού μυστηρίου.
 
== Το δογματικό έργο της συνόδου ==
 
=== Εισαγωγή ===
 
Παρότι δεν τηρήθηκαν πρακτικά η σύνοδος στην [[Κωνσταντινούπολη]] εξέδωσε «Τόμο»<ref>Συνοδική επιστολή συνόδου Κωνσταντινουπόλεως το [[382]]</ref> με την ορθόδοξο διδασκαλία της συνόδου, όπως φαίνεται μέσα από τη συνοδική επιστολή της συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως του [[382]], προς τους δυτικούς επισκόπους <ref>Εκκλ. Ιστορία Θεοδώρητος, 7,3/ Σοζωμενού VIII,7-9 </ref>, ο οποίος σήμερα δε διασώζεται. Έτσι με το πέρας της Οικουμενικής συνόδου ολοκληρώθηκε και έκλεισε οριστικά το τριαδικό δόγμα <ref>Δ.Μπαλάνος, Το Δόγμα της Εκκλησίας περί Αγίας Τριάδος, Αθήνα,1911</ref> για την εκκλησία, ορίζοντας αμετακίνητη πίστη στην ομοουσιότητα του Υιού όπως και από την προηγούμενη οικουμενική σύνοδο διατυπώθηκε, αλλά και του Αγίου Πνεύματος.
 
Έτσι οι πατέρες της συνόδου εξέλεξαν όλα τα χωρία της [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς]] και [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], τα αναφερόμενα στις ενέργειες του Πατρός και του Υιού και μέσω αυτής της συλλογής κατέληξαν πως όλες τις ενέργειες του Θεού Πατρός έχει ο Λόγος ο Μονογενής, όχι λόγω χάριτος αλλά φυσικώς. Δηλαδή ότι τα πάντα είναι κοινά εκτός από τα υποστατικά ιδιώματα. Εν συνεχεία συλλέγοντας χωρία των εν σαρκί ενεργειών του Λόγου, απέδωσαν τις ιδιότητες των ανθρωπίνων ενεργειών στην κτιστή φύση και μόνο. Έτσι κατέληξαν πως «''τα θεία ενεργεί ο Θεός και τα ανθρώπινα ο άνθρωπος''»<ref> Ιωάννη Ρωμανίδη, Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Tόμος Α΄, σελίς 242</ref>. Τελικά αποφάνθηκαν ότι εν σαρκωθέντι Λόγω μόνον ενώνονται ''ασυγχήτως'', ''ατρέπτως'', ''αχωρίστως'' και ''αδιαιρέτως'' η θεία φύση και η ανθρώπινη φύση και οι φυσικές ιδιότητες κάθε φύσεως φυσικώς. Σαφώς δηλωτικά των απόψεων των συνοδικών επισκόπων είναι τα κατωτέρω χωρία εκ της συνοδικής επιστολής στη Ρώμη.
 
Έτσι για τον Υιό και Λόγο,
 
:«''Τον της ενανθρωπήσεως του του Κυρίου λόγον αδιάστροφον σόζωμεν, ούτε άψυχον, ούτε άνουν, ούτε ετελή την της σάρκας οικονομίαν παραδεχόμενοι, όλον δε ειδότες τέλειον μεν προ αιώνων όντα Θεόν Λόγον, τέλειον δε άνθρωπον επ’εσχάτων των ημερών δια την ημετέραν σωτηρίαν γενόμενον''»<ref>Βλέπε ανωτέρω σελ. 131</ref>.
 
ενώ για το Άγιο Πνεύμα δηλούται:
 
:«''ομοτίμου τε της αξίας και συναϊδίου βασιλείας, εν τρισί τελειοτάταις υποστάσεσιν, ήγουν τρισί τελείοις προσώποις, ως μήτε την Σαβελλίου νόσον χώραν λαβείν, συγχεομένον των υποστάσεων, ειτ ουν των ιδιοτήτων αναιρουμένων, μήτε …, της ουσίας ή της φύσεως ή της θεότητος τεμνόμενης και τη ακτίστω και ομουσίω και συναϊδίω Τριάδι μεταγενεστέρας τινός κτιστής ή ετερουσίας φύσεως επαγομένης''»<ref>Συνοδική επιστολή έτους 382, σελίδα 70/1</ref>,
 
=== Το σύμβολο Νίκαιας - Κωνσταντινούπολης ===
 
==== Η αυθεντικότητα τής προέλευσης του συμβόλου ====
 
Το '''σύμβολο της συνόδου Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως''' ονομάστηκε έτσι λόγω του ότι τα πρώτα επτά άρθρα του είχαν θεσπιστεί από τη σύνοδο της Νίκαιας, ενώ τα υπόλοιπα πέντε από τη σύνοδο της Κωνσταντινούπολης. Επίσης ονομάζεται και σύμβολο των «''ρν΄ (150) πατέρων''».
 
Το σύμβολο αυτό τελικά αποτέλεσε σημείο διχασμού της θεολογικής κοινότητας και οι ερευνητές κατά βάση έστρεψαν σε δύο κατευθύνσεις τις τοποθετήσεις τους, για το αν τελικά συνετάχθη ένα νέο σύμβολο πίστεως ή όχι, αλλά και κατά πόσο το σύμβολο αυτό όντως ετέθη συμπληρωματικώς ή παραλλήλως με το σύμβολο της Νίκαιας. Θεολόγοι όπως οι ''Hort'', ''Harnack''<ref>Konstantinopolitanisches Symbol, άρθρο εν PRE XI, 19 κεξ – Lehrbruch der dogmengeschichte</ref>, ''Kattenbush''<ref>Lehrbruch der vergleichenden confessionskunde, I, 252 κεξ – Das apostolische symbol, Leipzig 1894, I, 233 εξ</ref>, ''Kuntze''<ref>Das Nicanisch – Konstantinopolitansche symbol, Leipzig 1898 σελ. 32 εξ Marcus Eremita, Leipzig 1895, σελ. 149 εξ.</ref> διετύπωσαν ενστάσεις και υποστήριξαν πως το σύμβολο αυτό δεν είναι γνήσιο της συνόδου, αλλά μεταγενέστερο. Στο κέντρο των επιχειρημάτων τους βρέθηκαν τόσο οι αλλαγές στο σύμβολο, που θεώρησαν ότι άλλαζαν τη μορφή και τη σύσταση του συμβόλου της Νίκαιας, όσο και οι προσθέσεις που καθ’αυτούς αλλοίωναν το σύμβολο και ήσαν αντίθετες προς τον πρώτο κανόνα. Ως θέση πρότειναν πως η βάση βεβαίως είναι το σύμβολο της Νίκαιας, αλλά με προσθήκες και βελτιώσεις ''εν ταις κατηχήσεσι'' του [[Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας|Κυρίλλου Αλεξανδρείας]]. Ταυτόχρονα θεμελίωναν αυτή την άποψη στηριζόμενοι πως ουδέποτε ενεφανίσθη με αυτή τη μορφή το σύμβολο των ''ρν΄ πατέρων'' έως της [[Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Δ΄ Οικουμενικής συνόδου]].
 
Κάτι τέτοιο όμως δε φαίνεται να ισχύει, καθώς παρά τις σποραδικές μαρτυρίες που υπάρχουν, φαίνεται πως το σύμβολο αυτό ή η ομολογία ήταν γνωστή από το [[Θεόδωρος Μοψουεστίας|Θεόδωρο Μοψουεστίας]], το [[Νεστόριος|Νεστόριο]], τον [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|Ιωάννη το Χρυσόστομο]], τον [[Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας|Κύριλλο Αλεξανδρείας]], το [[Διογένης Κυζίκου|Διογένη Κυζίκου]] κ.α. <ref>Χρυσ. Παπαδόπουλος, Το σύμβολον της Β΄ οικουμενικής συνόδου, σελίς 59-66</ref> . Η σπάνια χρήση του, αφενός εξηγείται από το ότι δεν είχε λάβει όντως αρχικώς οικουμενική διάσταση η σύνοδος<ref>Ιωάννη Καρμίρη, ΤΔκΣΜτΚΟΕ, Τόμος Α΄, Έκδοση Β΄, σελίς 83</ref><ref>Εκκλ. Ιστορία Στεφανίδη, Έκδοση Α΄, σελίς 183</ref>, παρά την άμεση ανακήρυξή της, όπως ανωτέρω κατεδείχθη, αλλά και από το ότι δεν θέλησαν οι πατέρες να υποβιβάσουν την σύνοδο της Νίκαιας, αφού ο αγώνας για 50 έτη κατά των ετεροδόξων είχε επικεντρωθεί στο κύρος του συμβόλου της Νίκαιας<ref>Eκκλ. Ιστορία Φειδά, Τόμος Α΄, σελίς 536</ref>. Μάλιστα στον Αγκυρωτό του Επιφανίου που συνετάχθη επτά έτη νωρίτερα της συνόδου φέρεται να υπάρχει εξ ολοκλήρου το σύμβολο της Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης, αλλά η έρευνα έχει καταλήξει πως πρόκειται για ύστερη αντικατάσταση του συμβόλου της Νίκαιας. Πέραν τούτου, ο ''Ιωάννης Καρμίρης'' συμφωνώντας με τον ''Η. Schwarz'', παρατηρεί πως «''ουδείς … κατελάχιστον ημφεσβήτησε την ύπαρξιν ή τη γνησιότητα ή το κύρος του συμβόλου Κπόλεως, αλλά πάντες ομοφώνος απεδέχθησαν αυτό ως πρϋπάρχον κοινόν και γνήσιον Σύμβολον, συμπεριλαμαβανομένων και των παπικών αντιπροσώπων''»<ref>ΤΔκΣΜτΟΚΕ, Τόμος Α΄, σελίς 82</ref><ref>Schwarz, Acta Conciliorum oecumenicorum II1,2, σελ. 93</ref> κατά τη Δ΄ Οικουμενική σύνοδο.
 
Οι ''Hort'' και''Harnack'' επίσης υποστήριξαν πως οι κοινές λέξεις, συμβόλου Νικαίας και Συμβόλου Νικαίας – Κωνσταντινούπολης, είναι 33 προς τις 178, ενώ αυτές είτε είναι πρωτότυπες, είτε εκλείφθησαν από άλλο σύμβολο. Ο ''Schmidt'' αναιρώντας αυτή την άποψη υποστήριξε πως 86 λέξεις είναι κοινές, ενώ κατά τον ''Χρυσόστομο Παπαδόπουλο'', αν αφαιρέσουμε τις προσθήκες περί του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] και ύστερα, 76 από τις 126 είναι κοινές δηλαδή τα 3/5. Αλλά και πάλι θεωρεί πως αυτή η αρίθμηση είναι εσφαλμένη, καθώς ως λέξεις περιλαμβάνονται και τα άρθρα, οι σύνδεσμοι και οι προθέσεις. Έτσι παρατηρώντας το σύμβολο της Νίκαιας ανευρίσκουμε 140 λέξεις εκ των οποίων 87 είναι κύριες λέξεις, 23 είναι προθέσεις, 22 σύνδεσμοι και 28 άρθρα. Αφαιρώντας τους αναθεματισμούς τελικά παρατηρεί πως από τις 56 κύριες λέξεις<ref>Πληρέστερα. Ο Χ. .Παπαδόπουλος υποστηρίζει: «Διότι παρατηρούμεν, ότι το σύνολον των λέξεων του Συμβόλου της Νίκαιας ανέρχεται εις 140 λέξεις, ήτοι εις 87 κύριας λέξεις, 23 προθέσεις, 22 συνδέσμους, και 28 άρθρα. Συγκρίνοντες τα δύο κοινά τμήματα των Συμβόλων, ήτοι παραλείποντες τον κατά των αρειανών αναθεματισμόν, εκ δε της Κων/πόλεως τας μετά εκφράσεις «και εις το πνεύμα το Άγιον» προσθήκας, ευρίσκομεν ότι εν τω της Νικαίας σύμβολον υπάρχουσιν 56 λέξεις, εν δε των Κων/πόλεως 73, ων αι 53 είναι ειλλημέναι εκ του Νικαίας, ήτοι τα 2/3 των κύριων λέξεων εν τοις συγκρινομένοις συμβόλοις είναι αι αυταί. Εν τω της Κων/πόλεως Συμβόλω παρελείφθησαν εκ του της Νικαίας μόλις 6 λέξεις, μεταβληθήσαι ή αντικατασταθήσαι δια 19 κυρίων λέξεων</ref> του συμβόλου της Νίκαιας, οι 53 χρησιμοποιήθηκαν στο σύμβολο Νίκαιας- Κωνσταντινούπολης<ref>Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, Το σύμβολον της Β΄ οικουμενικής συνόδου , σελίδα 43/4</ref>, ενώ στο εν λόγω σύμβολο οι παραλειπόμενες 3 λέξεις από το σύμβολο της Νίκαιας αντικαταστάθηκαν από 19 λέξεις, πλειάδα των οποίων είχαν φιλολογικό χαρακτήρα<ref> Ιωάννη Καλογήρου, Ιστορία των Δογμάτων , Τόμος Α΄, σελίς 380</ref> λόγω λεξικών αναγκών, που επιβάλλονταν για λόγους ύφους, ευφωνίας και ρυθμού, ώστε να διευκολύνουν την απομνημόνευση και την εμμελή ανάγνωση<ref>Στυλιανού Παπαδόπουλου, Πατρολογία, Τόμος β΄, σελίς 451</ref>. Την ίδια στιγμή η ομοιότητα του Κυριλλικού συμβόλου αγγίζει τις 38 λέξεις από τις 170. Διάθεση μάλιστα για προσθήκες, οι οποίες δε θα συνιστούσαν μεταβολή αλλά συμπλήρωση, λόγω ελλείψεων στο σύμβολο, είχαν εκφραστεί και από τον πρωτεργάτη σύγκλησης της συνόδου Μέγα Βασίλειο, αναφέροντας πως «πλην της εις το Πνεύμα το άγιον δοξολογίας, δια το εν παραδρομή τους πατέρας ημών τούτου του μέρους επιμνησθήναι, ούπω κατ’αυτό ζητήματος τότε κεκινημένου…εκτός του προκοπής τινά αύξησιν επιθεωρείσθαι τοις λεγομένοις, όπερ ουχί μεταβολή εστίν εκ του χείρονος προς το βέλτιον, αλλά συμπλήρωσις του λείποντος κατά την προσθήκην της γνώσεως»<ref>Eπιστολαί 250,114,125,140,223</ref>.
 
[[Image:Basil.jpg|180px|thumb|right|O Μέγας Βασίλειος<br><small>Πρόδρομος της συνόδου</small>]]
Η παραδοχή βέβαια πως η νέα αυτή προσπάθεια δεν αλλοιώνει το σύμβολο της Νίκαιας θεμελιώθηκε και με διαφορετικούς τρόπους, αλλά και με σοβαρά επιχειρήματα εκατέρωθεν. Έτσι κατά βάση είναι πιστευτό πως το σύμβολο αποτελεί το ίδιο σύμβολο το οποίο αναδεικνύει «''πλατύτερον''» την πίστη της συνόδου της Νίκαιας<ref>Εκκλ. Ιστορία Θεοδώρητος 5.9</ref>. Συνάμα, η ταυτόχρονη διακήρυξη προς τον αυτοκράτορα πως στόχος της συνόδου ήταν και η διατύπωση «''σύντομων όρων''» ενίσχυσε προς αυτή την κατεύθυνση την έρευνα, συμπληρωματικά με τα παραπάνω. Παρόλα αυτά ακόμα και σήμερα διατυπώνονται απορίες γιατί εφόσον πραγματικώς το σύμβολο αυτό είχε στόχο να αντικαταστήσει το σύμβολο των «'''τιη΄ πατέρων'''», πληρώνοντας το λογικό κενό που υπήρχε με την εμφάνιση νέων δοξασιών, αγνοήθηκε πλήρως κατά τις συζητήσεις μεταξύ Κυρίλλου Αλεξανδρείας και Ιωάννη Αντιοχείας για την αποκατάσταση κοινωνίας των δύο εκκλησιών κατά την [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενική σύνοδο]]<ref>PG 77,172-176</ref> (παρά την άποψη του H.Scwhartz ότι επικυρώθη υπό της τρίτης οικουμενικής συνόδου, άποψη που κρίνεται εσφαλμένη λόγω λάθος εκτίμησης και κατανόησης ενός χωρίου κυρώσεως παπικών αντιπροσώπων<ref>ACO,II,1,2,93</ref>, αφού η αναφορά γίνεται τελικά προς το σύμβολο της Νίκαιας και όχι το Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης); Για πιο λόγο εμφανίζεται σποραδικά μέχρι την επισημοποίηση του από την Δ΄ Οικουμενική σύνοδο, την ώρα που η κατά γράμμα ερμηνεία του πρώτου κανόνα δεν αφήνει περιθώριο για σύνταξη νέου κανόνα; Από κάποιους θεολόγους<ref>Εκκλ. Ιστορία Βλάσιος Φειδάς, Τόμος Α΄, σελίς 538</ref> αυτό πιθανώς ερμηνεύεται ότι το σύμβολο τέθηκε ως μια ομολογία πίστης η οποία αναγνωρίστηκε από την Δ΄ οικουμενική σύνοδο ως σύμβολο, εξού και κατά την διάρκεια τη συνόδου αυτής ανεγνώσθησαν και τα δύο σύμβολα<ref>Mansi, Sacrorum Conciliorum nova et amplissima collectio. VII, 953. SAC II, 1, 2, σελίς 77 </ref>, κατά άλλους η σύνοδος συνέταξε δικό της νέο σύμβολο παραλλήλως προς της Νίκαιας, προς αντιμετώπιση της νέας δογματικής κατάστασης<ref> Παναγιώτη Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Γ΄, σελίς 42</ref>, ενώ τέλος, κατά μια άλλη προσέγγιση, το σύμβολο αυτό κατά το ρηθέν του Μεγάλου Βασιλείου αποτέλεσε τη φυσική συμπλήρωση του ελλειπόντων ζητημάτων του προϋπάρχοντος<ref> Ιωάννη Καρμίρη, τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, Αθήνα 1960, σελίς 78</ref>.
 
 
==== Το σύμβολο Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης ====
 
<blockquote>
<div lang="grc" class="polytonic" style="font-family: Athena, Gentium, Palatino Linotype, Arial Unicode MS, Lucida Sans Unicode, Lucida Grande, Code2000; font-family /**/:inherit;">
 
1. Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητὴν οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων.
 
2. Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων• φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι' οὗ τὰ πάντα ἐγένετο.
 
3. Τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα.
 
4. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου, καὶ παθόντα καὶ ταφέντα.
 
5. Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρα κατὰ τὰς Γραφάς.
 
6. Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός.
 
7. Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος.
 
8. Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν.
 
9. Εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν.
 
10. Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.
 
11. Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν.
 
12. Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
 
Ἀμήν.
 
</div>
</blockquote>
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης