Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων του "Πίστη"
μ |
μ |
||
Γραμμή 5: | Γραμμή 5: | ||
Έτσι στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] πίστη δε σημαίνει απλώς παραδοχή απόψεων ή γνωμών που κάποιος τυφλά ακολουθεί λόγω αδυναμίας να τις αντιληφθεί, αλλά αποτελεί υπαρξιακή βεβαιότητα στην οποία συμβάλλουν όλες οι αισθήσεις του σώματος και της [[Ψυχή|ψυχής]]. Ο πιστός στην ''Ορθόδοξη Εκκλησία'' ζει και βιώνει γεγονότα και εμπειρίες, που διαμορφώνει με τα έργα και τη συμπεριφορά του, ως σχέσεις προς την [[Κτιστό|κτίση]] και την ιστορία. Η πίστη στην ''ορθόδοξη μαρτυρία'' ορίζεται ως [[Θεία Αποκάλυψη|αποκάλυψη]] που ο πιστός τη δέχεται, βιωματικώς και εμπειρικώς σε σχέσεις που διαρκώς τις ελέγχει και τις επιβεβαιώνει ως προς την αξία τους και που παρέχουν στήριγμα, ελπίδα, δύναμη και παραμυθία. Ουσιαστικά πρόκειται για μια νοηματοδότηση του κόσμου και της ζωής για μια γνώση λυτρωτική, θριαμβευτική και συνάμα πικρή και οδυνηρή, η οποία μέσω της εμπειρίας ξετυλίγει ενώπιον του ανθρώπου ένα δράμα όπου η πίστη πάντα μαχόμενη βρίσκεται ανάμεσα στο θρίαμβο και την κακοήθεια της ιστορίας. Τελικά η πίστη είναι ''"μια οριακή αναγκαιότητα, αφού η κτίση, ως "μη ον" για να υπάρχει ως "είναι" και εξέλιξη αυτού του είναι, απαραίτητα μετέχει στο ον, δηλαδή την άκτιστη θεότητα. Με άλλα λόγια με την πίστη, ως ζωντανή εμπειρία, μαθαίνει κανείς που οφείλει το είναι και πως κατορθώνει το ευ είναι."''<ref>Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελίδα 48</ref>. | Έτσι στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] πίστη δε σημαίνει απλώς παραδοχή απόψεων ή γνωμών που κάποιος τυφλά ακολουθεί λόγω αδυναμίας να τις αντιληφθεί, αλλά αποτελεί υπαρξιακή βεβαιότητα στην οποία συμβάλλουν όλες οι αισθήσεις του σώματος και της [[Ψυχή|ψυχής]]. Ο πιστός στην ''Ορθόδοξη Εκκλησία'' ζει και βιώνει γεγονότα και εμπειρίες, που διαμορφώνει με τα έργα και τη συμπεριφορά του, ως σχέσεις προς την [[Κτιστό|κτίση]] και την ιστορία. Η πίστη στην ''ορθόδοξη μαρτυρία'' ορίζεται ως [[Θεία Αποκάλυψη|αποκάλυψη]] που ο πιστός τη δέχεται, βιωματικώς και εμπειρικώς σε σχέσεις που διαρκώς τις ελέγχει και τις επιβεβαιώνει ως προς την αξία τους και που παρέχουν στήριγμα, ελπίδα, δύναμη και παραμυθία. Ουσιαστικά πρόκειται για μια νοηματοδότηση του κόσμου και της ζωής για μια γνώση λυτρωτική, θριαμβευτική και συνάμα πικρή και οδυνηρή, η οποία μέσω της εμπειρίας ξετυλίγει ενώπιον του ανθρώπου ένα δράμα όπου η πίστη πάντα μαχόμενη βρίσκεται ανάμεσα στο θρίαμβο και την κακοήθεια της ιστορίας. Τελικά η πίστη είναι ''"μια οριακή αναγκαιότητα, αφού η κτίση, ως "μη ον" για να υπάρχει ως "είναι" και εξέλιξη αυτού του είναι, απαραίτητα μετέχει στο ον, δηλαδή την άκτιστη θεότητα. Με άλλα λόγια με την πίστη, ως ζωντανή εμπειρία, μαθαίνει κανείς που οφείλει το είναι και πως κατορθώνει το ευ είναι."''<ref>Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελίδα 48</ref>. | ||
− | Η πίστη στην Ορθόδοξη εκκλησία τελικά, είναι μετοχή στις ζωοποιητικές θείες ενέργειες, με αποτέλεσμα όσο πιο πολύ καθαίρεται ένα μέλος της εκκλησίας, τόσο περισσότερο να προοδεύει στην τελείωση, που είναι φωτισμός και θέωση και που συνάμα αποτελεί μία ατελείωτη προοδευτική πορεία<ref>Χ. Γιανναράς, ο.π., σελ. 27</ref>. Αποτελεί δηλαδή ένα δυναμικό γεγονός που εκκινά συνήθως από την εμπιστοσύνη σε ένα πρόσωπο και τη μαρτυρία του, γίνεται γνωριμία με το έργο Του και τελικά άμεση βεβαιότητα, όταν επέλθει η προσωπική συνάντηση, και [[Θεογνωσία|άμεση σχέση]]<ref>ο.π.</ref>. Γι αυτό η Πίστη σε οποιοδήποτε στάδιο, αποτελεί γεγονός και εμπειρία σχέσης. Τα "αντικειμενικά" κριτήρια μπορούν να γίνουν βοηθοί και να προσεγγίσουν τη γνωριμία αυτή, αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την προσωπική σχέση και μετοχή με το ενεργών Πρόσωπο του Θεού, όπως δε μπορούν να υποκαταστήσουν και προσεγγίσουν τη σχέση αγάπης μίας μητέρας με το παιδί της. Γι αυτό και ο Χριστός κατά την εγκόσμια παρουσία Του, δεν καλεί να συμφωνήσουν τα νέα μέλη με κάποιες θεωρητικές θέσεις που πρέπει εξ αρχής να αποδεχθούν. Η κλήση αυτή πρώτιστα φορά την προσωπική και βιωματική σχέση μαζί Του, εξου και Πίστη σημαίνει επιλογή να ενταχθεί το μέλος στο σύνδεσμο της αγάπης του Θεού, μέσω της εκκλησίας των τελειωμένων-θεωμένων μελών Του<ref>Χ. Γιανναράς, ο.π., σελ. 28</ref>. Η ικανότητα αυτή προκύπτει μέσα από ένα τρόπο ζωής, που αποτελεί την οργανική λειτουργία αύξησης και ωρίμανσης της συγκρότησης της προόδου του μέλους. | + | Η πίστη στην Ορθόδοξη εκκλησία τελικά, είναι μετοχή στις ζωοποιητικές θείες ενέργειες, με αποτέλεσμα όσο πιο πολύ καθαίρεται ένα μέλος της εκκλησίας, τόσο περισσότερο να προοδεύει στην τελείωση, που είναι φωτισμός και θέωση και που συνάμα αποτελεί μία ατελείωτη προοδευτική πορεία<ref>Χ. Γιανναράς, ο.π., σελ. 27</ref>. Αποτελεί δηλαδή ένα δυναμικό γεγονός που εκκινά συνήθως από την εμπιστοσύνη σε ένα πρόσωπο και τη μαρτυρία του, γίνεται γνωριμία με το έργο Του Θεού και τελικά άμεση βεβαιότητα, όταν επέλθει η προσωπική συνάντηση, και [[Θεογνωσία|άμεση σχέση]]<ref>ο.π.</ref>. Γι αυτό η Πίστη σε οποιοδήποτε στάδιο, αποτελεί γεγονός και εμπειρία σχέσης. Τα "αντικειμενικά" κριτήρια μπορούν να γίνουν βοηθοί και να προσεγγίσουν τη γνωριμία αυτή, αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την προσωπική σχέση και μετοχή με το ενεργών Πρόσωπο του Θεού, όπως δε μπορούν να υποκαταστήσουν και προσεγγίσουν τη σχέση αγάπης μίας μητέρας με το παιδί της. Γι αυτό και ο Χριστός κατά την εγκόσμια παρουσία Του, δεν καλεί να συμφωνήσουν τα νέα μέλη με κάποιες θεωρητικές θέσεις που πρέπει εξ αρχής να αποδεχθούν. Η κλήση αυτή πρώτιστα φορά την προσωπική και βιωματική σχέση μαζί Του, εξου και Πίστη σημαίνει επιλογή να ενταχθεί το μέλος στο σύνδεσμο της αγάπης του Θεού, μέσω της εκκλησίας των τελειωμένων-θεωμένων μελών Του<ref>Χ. Γιανναράς, ο.π., σελ. 28</ref>. Η ικανότητα αυτή προκύπτει μέσα από ένα τρόπο ζωής, που αποτελεί την οργανική λειτουργία αύξησης και ωρίμανσης της συγκρότησης της προόδου του μέλους. |
==Υποσημειώσεις== | ==Υποσημειώσεις== |
Τελευταία αναθεώρηση της 11:15, 30 Ιανουαρίου 2011
Πίστη στο θρησκευτικό σύστημα, συνήθως αποκαλείται η πεποίθηση και ανεξέταστη αποδοχή[1] ενός ανθρώπου, μίας ομάδας ή κοινότητας, ότι ακολουθεί την αποδεδειγμένα μέσω των γραφών, αποκαλύψεων, παραδόσεων, ιστορικών στοιχείων και συμβολικών μνημείων της, σωστή ομολογία περί του Θεού. Ονομάζεται επίσης το σύνολο των παραδεδομένων αληθειών μίας θρησκείας ή ομολογίας, οι οποίες πιστεύεται ότι οδηγούν τον άνθρωπο στην ένωση με το θείο ή το Θεό. Η πίστη αυτή συνήθως σημαίνει τη συγκατάθεση, ακόμα και την υποταγή σε μία αυθεντία, θεωρία ή διδαχή ακόμα και αν παραμένει αναπόδεικτη ή δεν κατανοείτε[2].
Ως πίστη όμως στην ορθόδοξη παράδοση αποκαλούμε την "κοινωνία με ένα περιεχόμενο ζωής και η σταθερή και βέβαιη εμμονή σε αυτό"[3] και όχι σε αφηρημένες ιδέες που έχουν την αρχή τους σε μία αλάθητη αυθεντία[4]. Στην κοινωνία αυτή υπάρχει έλεγχος, κρίση, δοκιμή και αξιολόγηση, ειδάλλως δε μπορεί να νοηθεί καθ'οιονδήποτε τρόπο πίστη[5].
Έτσι στην Ορθόδοξη Εκκλησία πίστη δε σημαίνει απλώς παραδοχή απόψεων ή γνωμών που κάποιος τυφλά ακολουθεί λόγω αδυναμίας να τις αντιληφθεί, αλλά αποτελεί υπαρξιακή βεβαιότητα στην οποία συμβάλλουν όλες οι αισθήσεις του σώματος και της ψυχής. Ο πιστός στην Ορθόδοξη Εκκλησία ζει και βιώνει γεγονότα και εμπειρίες, που διαμορφώνει με τα έργα και τη συμπεριφορά του, ως σχέσεις προς την κτίση και την ιστορία. Η πίστη στην ορθόδοξη μαρτυρία ορίζεται ως αποκάλυψη που ο πιστός τη δέχεται, βιωματικώς και εμπειρικώς σε σχέσεις που διαρκώς τις ελέγχει και τις επιβεβαιώνει ως προς την αξία τους και που παρέχουν στήριγμα, ελπίδα, δύναμη και παραμυθία. Ουσιαστικά πρόκειται για μια νοηματοδότηση του κόσμου και της ζωής για μια γνώση λυτρωτική, θριαμβευτική και συνάμα πικρή και οδυνηρή, η οποία μέσω της εμπειρίας ξετυλίγει ενώπιον του ανθρώπου ένα δράμα όπου η πίστη πάντα μαχόμενη βρίσκεται ανάμεσα στο θρίαμβο και την κακοήθεια της ιστορίας. Τελικά η πίστη είναι "μια οριακή αναγκαιότητα, αφού η κτίση, ως "μη ον" για να υπάρχει ως "είναι" και εξέλιξη αυτού του είναι, απαραίτητα μετέχει στο ον, δηλαδή την άκτιστη θεότητα. Με άλλα λόγια με την πίστη, ως ζωντανή εμπειρία, μαθαίνει κανείς που οφείλει το είναι και πως κατορθώνει το ευ είναι."[6].
Η πίστη στην Ορθόδοξη εκκλησία τελικά, είναι μετοχή στις ζωοποιητικές θείες ενέργειες, με αποτέλεσμα όσο πιο πολύ καθαίρεται ένα μέλος της εκκλησίας, τόσο περισσότερο να προοδεύει στην τελείωση, που είναι φωτισμός και θέωση και που συνάμα αποτελεί μία ατελείωτη προοδευτική πορεία[7]. Αποτελεί δηλαδή ένα δυναμικό γεγονός που εκκινά συνήθως από την εμπιστοσύνη σε ένα πρόσωπο και τη μαρτυρία του, γίνεται γνωριμία με το έργο Του Θεού και τελικά άμεση βεβαιότητα, όταν επέλθει η προσωπική συνάντηση, και άμεση σχέση[8]. Γι αυτό η Πίστη σε οποιοδήποτε στάδιο, αποτελεί γεγονός και εμπειρία σχέσης. Τα "αντικειμενικά" κριτήρια μπορούν να γίνουν βοηθοί και να προσεγγίσουν τη γνωριμία αυτή, αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την προσωπική σχέση και μετοχή με το ενεργών Πρόσωπο του Θεού, όπως δε μπορούν να υποκαταστήσουν και προσεγγίσουν τη σχέση αγάπης μίας μητέρας με το παιδί της. Γι αυτό και ο Χριστός κατά την εγκόσμια παρουσία Του, δεν καλεί να συμφωνήσουν τα νέα μέλη με κάποιες θεωρητικές θέσεις που πρέπει εξ αρχής να αποδεχθούν. Η κλήση αυτή πρώτιστα φορά την προσωπική και βιωματική σχέση μαζί Του, εξου και Πίστη σημαίνει επιλογή να ενταχθεί το μέλος στο σύνδεσμο της αγάπης του Θεού, μέσω της εκκλησίας των τελειωμένων-θεωμένων μελών Του[9]. Η ικανότητα αυτή προκύπτει μέσα από ένα τρόπο ζωής, που αποτελεί την οργανική λειτουργία αύξησης και ωρίμανσης της συγκρότησης της προόδου του μέλους.
Υποσημειώσεις
- ↑ Χ. Γιανναράς, Το αλφαβητάρι της Πίστης, σελ. 25
- ↑ Χ. Γιανναράς, Το αλφαβητάρι της Πίστης, σελ. 25
- ↑ Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική θeολογία Β΄, σελίδα 24
- ↑ Χ. Γιανναράς, ο.π., σελ. 25
- ↑ ενθ.αν.
- ↑ Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελίδα 48
- ↑ Χ. Γιανναράς, ο.π., σελ. 27
- ↑ ο.π.
- ↑ Χ. Γιανναράς, ο.π., σελ. 28
Βιβλιογραφία
- Νίκος Ματσούκας, "Ιστορία της Φιλοσοφίας", Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2006.
- Χρήστος Γιανναράς, "Το αλφαβητάρι της Πίστης", Δόμος, Αθήνα 2006.