12.426
επεξεργασίες
Αλλαγές
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Η '''Πρώτη σύνοδος της Κωνσταντινούπολης''', γνωστή ως '''Β΄ Οικουμενική Σύνοδος''', ήταν η [[Εκκλησιαστική Σύνοδος]] που διενεργήθηκε το [[381]] μ.Χ. και συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα [[Θεοδόσιος Α'|Θεοδόσιο]], μετά από προτροπή του [[Μελέτιος Α΄ Αντιοχείας|Μελετίου Αντιοχείας]]<ref>Εκκλ. Ιστορία Βλασίου Φειδά, Τόμος Α΄, σελίς 522</ref>. Στόχος της ήταν η εκκλησιαστική ειρήνευση<ref> Mansi, Sacrorum Conciliorum nova et amplissima collection. III, 557</ref>, αλλά και η «''επίλυση των αναφυέντων εν τη εκκλησία κρίσιμων θεολογικών και διοικητικών προβλημάτων''»<ref>Εκκλ. Ιστορία Θεοδώρητος 5,6,205</ref>.
Κύρια εστία εντάσεων μετά την [[Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας|Α΄ Οικουμενική σύνοδο]], αναδείχτηκε ο προσδιορισμός της υπόστασης του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]], αλλά και η συνεχιζόμενη αμφισβήτηση της [[Ομοούσιο|ομοουσίου]] [[Υπόσταση|υποστάσεως]] του Υιού με τον Πατέρα. Η σύνοδος αυτή επελήφθη των εν λόγω προβλημάτων και αποτέλεσε ουσιαστικά το κύκνειο άσμα της [[Αρειανισμός|αρειανικής]] διαμάχης στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αφού μετά τη σύνοδο του [[383]] στη [[Κωνσταντινούπολη]], καμία άλλη σύνοδος δεν ασχολήθηκε ξανά με το ζήτημα αυτό<ref> Ιωάννη Καλογήρου, Ιστορία των Δογμάτων, Tόμος Α΄, σελίς 401</ref>, ενώ έδρασε καταλυτικά και στη δυτική επαρχία της αυτοκρατορίας, όχι όμως και στην υπόλοιπη Δύση, που λόγω της ισχυρής [[Γότθοι|Γοτθικής]] παρουσίας, συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια ακόμα.
{{Οικουμενική σύνοδος
|Όνομα_συνόδου=Β΄ Οικουμενική Σύνοδος
|Ημερομηνία_συνοδου=[[381]]
|Τόπος=[[Κωνσταντινούπολη]]
|Αποδεκτή_από=[[Ορθόδοξη εκκλησία]], [[Καθολική εκκλησία]], [[Αγγλικανική εκκλησία]], [[Λουθηρανισμός]], [[Καλβινισμός]]
|Προηγούμενη= [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|Α΄ Οικουμενική Σύνοδος (Α΄ Νικαίας)]]
|Επόμενη=[[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος (Έφεσος)]]
|Συγκλήθηκε_από=[[Θεοδόσιος Α'|Μέγα Θεοδόσιο]]
|Προήδρευσε=[[Μελέτιος Α΄ Αντιοχείας]], [[Γρηγόριος Ναζιανζηνός]], [[Νεκτάριος Κωνσταντινουπόλεως|Νεκτάριος]]
|Συμμετοχή=Περίπου 150 [[Επίσκοπος|επίσκοποι]]
|Λόγοι_σύγκλησης=[[Άγιο Πνεύμα]],<br> [[Αρειανισμός]],<br> [[Απολλιναρισμός]],<br> [[Μακεδονιανοί]],<br> Εκλογή επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως}}
== Λόγοι σύγκλησης της συνόδου ==
=== Η πορεία προς τη Β΄ Οικουμενική σύνοδο ===
Παρά την καταδίκη του [[Αρειανισμός|αρειανισμού]] και τη σύνταξη [[Σύμβολο της Πίστεως|συμβόλου πίστεως]] με το οποίο εκφραζόταν η κοινή πίστη της πλειοψηφίας των [[Επίσκοπος|επισκόπων]], η σταδιακή μεταστροφή του [[Κωνσταντίνος Α΄ ο Μέγας|Μεγάλου Κωνσταντίνου]], λόγω της επιρροής των ισχυρών γυναικών του παλατιού Βασιλίνας και Κωνσταντίας<ref>M.Αθανασίου, προς Μοναχούς, 6</ref>, αλλά και του προσωπικού φίλου του [[Ευσέβιος Καισαρείας|Ευσεβίου Καισαρείας]], προς τον αρειανισμό πυροδότησε νέο γύρο αρειανικής διαμάχης στην εκκλησία για περίπου 50 χρόνια. Τόσο οι ανακλήσεις αρειανών επισκόπων από την εξορία<ref>Εκκλ. Ιστορία Σωκράτους Ι,14,1</ref>, όσο και η διάθεσή του για μια συμβιβαστική λύση, ιδίως στο θέμα του «''ομοουσίου''», έφερε σε πλεονεκτική θέση τους αρειανίζοντες επισκόπους σε σχέση με τους εκφραστές της [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|συνόδου της Νίκαιας]], οι οποίοι επιπρόσθετα είχαν βρει και ένα σημαντικό σύμμαχο μετά τον θάνατό του Κωνσταντίνου, τον αρειανόφρονα αυτοκράτορα [[Κωνστάντιος|Κωνστάντιο]]. Με συστηματική προώθηση των ιδεών τους στο παλάτι κατάφεραν στην ανατολή να επικρατήσουν, την ώρα που υποστηρικτές επίσκοποι της συνόδου της Νίκαιας, αποπέμπονταν<ref>Μέγας Αθανάσιος, Ευστάθιος Αντιοχείας</ref> από τη θέση τους τους, ιδίως όσοι δε συνέτειναν σε μια πρόταση σύγκλησης προς τα σύμβολα της συνόδου του Σιρμίου ([[351]]) που είχαν εκφράσει οι αρειανόφρονες. Η σύνοδος μάλιστα Αριμίνου - Σελεύκειας το [[359]], παρουσία 400 επισκόπων, είχε επιβεβαιώσει πως η πλειοψηφία των επισκόπων συμφωνούσε με το Νικαϊκό σύμβολο<ref>M.Αθανασίου Περί των Συνόδων,10κεξ</ref>, ενώ οι παρεμβάσεις<ref>Εκκλ. Ιστορία Φειδά 504 «Μετά από πιέσεις και απειλές η αντιπροσωπεία αναγκάσθηκε να δεχθεί το αρειανικό σύμβολο της Νίκης, το οποίο είχε ως βάση το …τετάρτου συμβόλου του Σιρμίου…Τα μέλη της συνόδου του Αριμίνο υποχρεώθηκαν να δεχθούν το σύμβολο κατά μειοψηφία…»</ref> του μονοκράτορα Κωνστάντιου δεν επέτρεπαν την ελεύθερη συλλογική έκφραση της πλειοψηφίας του σώματος της εκκλησίας, που και σε αυτή την περίπτωση υποχρεώθηκε σε υπαναχώρηση μετά από εξορίες επισκόπων<ref>Το αυτό, σελ.505</ref>.
Ταυτόχρονα, με το πέρας της Α΄ οικουμενικής συνόδου οι αρειανικές θέσεις περί της υποστάσεως του Υιού αυξήθηκαν, εκφραζόμενες από τρεις παρατάξεις. Των ομοίων, των ομοιουσιανών και των ανομοίων ή ευνομοιανών, ενώ ιδίως μετά το [[360]] σταδιακά ενεφανίσθησαν θέσεις περί της υποστάσεως και του τρίτου προσώπου της Τριάδος, με κύριους εκφραστές, τους [[Μακεδονιανισμός|Μακεδονιανούς]] και τους [[Απολλιναρισμός|Απολιναριστές]] οι οποίοι ονομάστηκαν πνευματομάχοι, όπως πνευματομάχοι αποκαλούνταν και οι αρειανόφρονες, αφού πέραν της κατωτερότητας του Υιού ως κτίσμα, κτίσμα θεωρούσαν και το Άγιο Πνεύμα. Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του [[Εποφάνιος Κύπρου|Επιφανίου]] για την πίστη των αρειανιστών, λέγοντας πως «Το Άγιον Πνεύμα κτίσμα πάλιν κτίσματος φασίν είναι»<ref>Επιφανίου, Κατά Αιρέσεων 69, 59</ref>.
=== Ο σκοπός σύγκλησης της συνόδου ===
Κύριος σκοπός σύγκλησης της συνόδου ήταν «''να εξαλείψει τα λείψανα του βία επιβληθέντος Αρειανισμού δια της αναστηλώσεως του κύρους της Α΄ οικουμενικής συνόδου και ολοκληρώσεως του Τριαδικού δόγματος κατά του οποίου εστρέφοντο οι ετερόδοξες ομολογίες''»<ref>Ιωάννου Καρμίρη, Τα ΧκΣΜτΟΚΕ, Τόμος 1ος, Αθήνα, 1960, σελίς126</ref> και να αποσαφηνίσει τον «''λαβύρινθο εκθέσεων''»<ref>Εκκλ. Ιστορία Σωκράτους 2,41,40 /Σοζωμενού 2,32.3,5.4,22</ref> από τη μεγάλη δογματική σύγχυση που είχε επέλθει. Ταυτόχρονα ήταν η θέληση του Αυτοκράτορα για ειρήνευση στην Ανατολική επαρχία της Αυτοκρατορίας, καθώς και η θέληση της εκκλησίας να διευθετήσει εκκλησιαστικά ζητήματα με αιχμή την αποκατάσταση του θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως<ref>Catholic Encyclopedia, Article: First Council of Nicaea</ref>, αλλά και κανονικών ζητημάτων. Η σύνοδος αυτή οριστικώς κηρύχθηκε οικουμενική από την [[Δ΄ Οικουμενική σύνοδος|Δ΄ Οικουμενική]], παρότι η συμπληρωματική και διευκρινιστική σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη ένα έτος αργότερα, την είχε ήδη ανακηρύξει με αυτό τον τίτλο<ref>Εκκλ. Ιστορία Θεοδώρητος 5,6,στ.1217</ref>. Ο προβληματισμός όμως κυρίως τίθεται, εξαιτίας της «''Ληστρικής συνόδου''» του [[449]], της οποίας τα πρακτικά, δεν την απαριθμούν στις οικουμενικές, ενώ αποκαλούν δεύτερη οικουμενική, τη θεωρούμενη σήμερα τρίτη<ref>Εκκλησιαστική Ιστορία, Βασιλείου Στεφανίδη, σελίς 201</ref>.
Από τη σύνοδο, πρέπει να αναφερθεί, πως δεν τηρήθηκαν πρακτικά, αλλά εκδόθηκε «''Τόμος''» <ref>Συνοδική επιστολή συνόδου Κωνσταντινουπόλεως το [[382]]</ref> πίστεως ο οποίος δε διασώζεται. Η αρχική πρόθεση του Θεοδόσιου κατά την κλήση, ήταν η συμμετοχή των ανατολικών επισκόπων, λόγω των διαστάσεων του εκκλησιαστικού ζητήματος στην ανατολή, ενώ εκφράζεται και η άποψη πως η δικαιοδοσία του - αυτοκράτορας της Ανατολής - δεν του επέτρεπε να κάνει αντίστοιχη κίνηση και στη Δύση, άποψη όμως, που δε βρίσκει ισχυρή απήχηση<ref> Παναγιώτης Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 40</ref>. Στη Δύση μάλιστα φαίνεται πως ήδη υπήρχαν αντιδράσεις, αφού δεν αναγνώριζαν τον επισκοπικό τίτλο του προεδρεύοντα Μελετίου<ref>Οι δυτικοί επίσκοποι συνδέονταν φιλικά με τον Πέτρο Αλεξανδρείας από την εποχή της εξορίας του στη Ρώμη και αναγνώριζαν αυτόν ως επίσκοπο Αλεξανδρείας και όχι τον Μελέτιο</ref>. Από μια άλλη μεριά, η μη συνεύρεση αρχικά δυτικών επισκόπων εντείνει την άποψη πως ο αρχικός ρόλος τη συνόδου, δεν ήταν η οικουμενικότητα, όπως τελικά κρίθηκε από την σύνοδο του [[382]], αλλά η λογική μιας ενδημούσας συνόδου, η οποία εξελίχθηκε σε οικουμενική. Αυτό άλλωστε προδίδεται από τη προσχώρηση στο β΄ μέρος της συνόδου [[Αίγυπτος|Αιγυπτίων]] και [[Ιλλυρία|Ιλλυριών]] επισκόπων και την αναγνώριση του «''Τόμου''» από του δυτικούς<ref>Εκκλ. Ιστορία Θεοδώρητος, 7,3/Σοζωμενός VII,7-9, HCG, II,37εξ</ref> ένα έτος αργότερα. Αν στόχος ήταν εξ αρχής η οικουμενικότητα θα θεωρείτο αδιανόητη η μη κλήση τους. Προς την ίδια κατεύθυνση, καταδεικνύεται η εκκρεμότητα της εκλογής του τοπικού επισκοπικού θρόνου της Κωνσταντινούπολης, θέμα το οποίο κρίνεται πως είχε αρχίσει να λαμβάνει σοβαρές διαστάσεις, όταν ο [[Πέτρος Αλεξανδρείας]] προέβη στην αντικανονική χειροτονία του [[Μάξιμος Κυνικός|Μαξίμου Κυνικού]]<ref>Εκκλ. Ιστορία Φιλοστοργίου, 9, 8-10/ Σωκράτους 4,14-15/Σοζωμενού 7,13/Θεοδώρητου 5,8</ref> , αλλά και με την όξυνση του προβλήματος με τον Μακεδόνιο και τις αυθαίρετες υπερόριες χειροτονίες του<ref>Εκκλ. Ιστορία Σωκράτους, 2,38</ref>.