Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ιωάννειο κόμμα

274 bytes προστέθηκαν, 04:42, 1 Αυγούστου 2008
μ
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Αν και έγιναν πολλές συζητήσεις για το χωρίο αυτό κατά τον 16ο αι.<ref>Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, ''Εισαγωγή Στην Καινή Διαθήκη'', 2η έκδ., Πουρναράς, θεσσαλονίκη 1998, σελ. 448.</ref> που κορυφώθηκαν με σπουδαία έργα κατά τον 19ο<ref>Βλ. Marvin Richardson Vincent, ''Word Studies in the New Testament'', Wm. B. Eerdmans Publishing Co. 1957, 2:366-367</ref>, σήμερα γενικά η κριτική αρνείται τη γνησιότητα του για τους εξής λόγους: α) Απουσιάζει από όλα τα γνωστά αρχαία ελληνικά χειρόγραφα· β) λείπει επίσης από πολλά αρχαία λατινικά χειρόγραφα και από όλες τις αρχαίες μεταφράσεις και γ) αγνοούν αυτό όλοι οι Έλληνες Πατέρες και συγγραφείς μέχρι του 11ου αι. και οι κυριώτεροι των Λατίνων Πατέρων και συγγραφέων<ref>Δημητρόπουλος, ''ΘΗΕ'', ό.π.</ref>.
Όπως αναφέρει υποστήριξε παλαιότερα ο καθηγητής της θεολογικής σχολής Θεσ/νίκης ''Παναγιώτη Δημητρόπουλο''<ref>''"Παρ' ημίν, την γνησιότητα του χωρίου υπεστηριξεν ο Π. Δημητρόπουλος"'': Βούλγαρης Σπ. Χρήστος, ''Εισαγωγή Εις την Καινήν Διαθήκην'', τόμ. Β', Αθήνα 2005, σελ. 976.</ref>, η ανυπαρξία αρχαίων χειρογράφων της Καινής Διαθήκης, τουλάχιστον από τον 2ο αιώνα μ.Χ. και η απώλεια πληθώρας πατερικών συγγραμμάτων, για πολλά από τα οποία είναι γνωστά μόνο οι τίτλοι τους, δεν επιτρέπει την ύπαρξη αναντίρρητης βεβαιότητας για την ιστορία του αποσπάσματος και την ύπαρξή του ή όχι στα πρωτότυπα κείμενα<ref>Δημητρόπουλος Παν. "Κόμμα Ιωάννου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 7, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 760.</ref>. Τα στοιχεία αυτά αλλά και ο χαρακτήρας της κριτικής του κειμένου είναι τέτοιος που επιτρέπει στον καθηγητή Ιερεμία Φούντα (που δέχεται τη μή αυθεντικότητα του ''κόμματος'') να γράψει ότι ''"το θέμα της αυθεντικότητος ή μή της περικοπής...είναι εισέτι υπό έρευναν"'' και ''"δεν επιτρέπεται, νομίζομεν, οι ερμηνευταί, είτε οι μεν είτε οι δε, να είναι αυθεντικοί εις τας θέσεις των, ως να θεωρούν αυτάς ως πράγματι αληθείς και αναντίρρητους, αλλά να τας διατυπώνουν ελευθέρως μεν και με δυνατήν κατάστρωσιν των επιχειρημάτων των, πλην μετ' επιφυλακτικότητος"''<ref>Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), ''Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον'', Αθήνα 2002, σελ. 128, υποσημ. #91.</ref>. Αντίθετα, ο καθ. [[Ιωάννης Καραβιδόπουλος]]αναφέρει: «''"Η προσθήκη αυτή δεν υπάρχει σε κανένα ελληνικό χειρόγραφο και δεν μνημονεύεται από τους έλληνες πατέρες, παρά τις τριαδολογικές έριδες που θα καθιστούσαν αναγκαία την αναφορά σ' ένα τόσο σημαντικό χωρίο, αν αυτό υπήρχε πράγματι στο κείμενο. Την περιέχουν 4 μεταγενέστερα ελληνικά μικρογράμματα χειρόγραφα (ένα του 12<sup>ου</sup> αι., ένα του 15<sup>ου</sup> και δύο του 16<sup>ου</sup> αι.) κατ' επίδραση των λατινικών, στα οποία είχε νωρίτερα εισχωρήσει. Στα χειρόγραφα της Vulgata μαρτυρείται από τον 9<sup>ο</sup> αι. και ύστερα, ενώ ακόμη νωρίτερα μαρτυρείται στη Vetus Latina σε χειρόγραφα της Ισπανίας. Η αρχαιότερη μνεία της προσθήκης αυτής βρίσκεται στον αιρετικό Πρισκιλλιανό (+385) και ίσως ήδη στον Τερτυλλιανό στη Β. Αφρική. Έτσι πιθανή πατρίδα της προσθήκης θεωρείται η Β. Αφρική, από όπου διαδόθηκε κατόπιν στην Ισπανία και εισχώρησε στη Vulgata. [...] Σήμερα δεν γίνεται δεκτή από κανένα κριτικό του κειμένου η γνησιότητα της προσθήκης"''». <ref>Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης Καραβιδόπουλος, ''Εισαγωγή Στην Καινή Διαθήκη'', έκδ., Εκδόσεις Π. ΠουρναράΠουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007θεσσαλονίκη 1998, σελ. 350, 351447-448.</ref>.
==Η θέση του στην Ορθόδοξη Εκκλησία ==
Παρ' όλ' αυτά, η Η Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι ως κατεξοχήν εκκλησία της παραδόσεως<ref>Ware Κάλλιστος (επίσκ. Διοκλείας), ''Η Ορθόδοξη Εκκλησία'' (μτφρ. Ροηλίδης Ι.), 4η έκδ., Ακρίτας, Αθήνα 2007, σελ. 289.</ref>. Και δίνει μεγάλη αξία σε αυτό που ονομάζεται ''[[Ιερά Παράδοση'' στην Ορθόδοξη Εκκλησία ]], που ''"δεν είναι παρά η βίωση της Αγίας Γραφής από την Εκκλησία μέσα στη μακραίωνη ιστορία της"''<ref>Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, "Η Ερμηνεία της Καινής Διαθήκης στην Ορθόδοξη Εκκλησία", σελ. 11-30, στο Βιβλικές Μελέτες Β (Βιβλική Βιβλιοθήκη #16), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, εδώ σελ. 12-13.</ref>. Από την παράδοση αυτή αποβάλλονται μόνο όσα στοιχεία ''"έχουν χάσει την οργανική τους σχέση με το ζωντανό σώμα του Χριστού"''<ref>Ό.π., σελ. 13.</ref> και έτσι, η περικοπή αυτή ''"εχρησιμοποιήθη...διότι μαρτυρεί την πίστιν της Εκκλησίας, ήτις έκαμε δεκτόν εις το κείμενον της το εν λόγω τμήμα και αφού το εδέχθη η Εκκλησία πρέπει να το δεχώμεθα και ημείς"''<ref>Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), ''Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον'', Αθήνα 2002, σελ. 127.</ref>.
Εκτός, λοιπόν, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγιγνώσκει την εν λόγω περικοπή στη [[Θεία Λειτουργία]], μέσα από τα λειτουργικά της βιβλία<ref>Λειτουργικό βιβλίο ''"Απόστολος"'', εκδ. Φως Χ.Ε.Ε.Ν., Αθήνα: ''"Τη Πέμπτη της ΛΕ' Εβδομάδος, Καθολικής Α' Επιστολής Ιωάννου το Ανάγνωσμα"''. Το "κόμμα Ιωάννου" βρίσκεται στη σελ. 256.</ref>, το ''"Κόμμα Ιωάννου"'' χρησιμοποίησαν αυτούσιο: άγιοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε κατηχητικά-δογματικά και ερμηνευτικά τους έργα, όπως ο [[Νεκτάριος Αιγίνης|Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης]]<ref>''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 91.</ref> και ο [[Νικόδημος Αγιορείτης|Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης]]<ref>''Ερμηνεία εις τας επτά Καθολικάς επιστολάς των αγίων και πανευφήμων αποστόλων Ιακώβου, Πέτρου, Ιωάννου και Ιούδα'', εκδ. Ορθόδοξη Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 614. Μάλιστα, επισημαίνει ότι στην εποχή του, το "Κόμμα Ιωάννου" βρίσκεται σχεδόν σε όλα τα τυπωμένα βιβλία που περιέχουν τις καθολικές επιστολές (σελ. 615).</ref>, σημαντικοί ερμηνευτές όπως ο [[Ευθύµιος Ζιγαβηνός]] (11ος αιώνας)<ref>Στο χωρίο PG 130,872B.</ref> και επιφανείς θεολόγοι όπως ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως [[Γεννάδιος Σχολάριος]] (15ος αιώνας)<ref>''Επιτομή του κατά Εθνικών'', στο εδάφιο 4,15.</ref>. Επιπλέον, χρησιμοποιήθηκε σε Δογματικά και Συμβολικά κείμενα της Ορθόδοξης Εκκλησίας όπως είναι η ''Ομολογία πίστεως Μητροφάνους Κριτοπούλου'' (1625)<ref>''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β', Αθήνα 1953, σελ. 489-561. Στη σελ. 511 το "κόμμα".</ref>, η οποία ''"διακριβοί και διαπτύσσει συστηματικώς τα ορθόδοξα δόγματα"''<ref>Στο ίδιο, σελ. 493.</ref> και η ''Ορθόδοξος Ομολογία Πέτρου Μογίλα'' (1638/42)<ref>Καρμίρης, ό.π., σελ. 582-686. Στη σελ. 596 το "κόμμα".</ref> στην οποία ''"εξετίθεντο θετικώς και σαφώς τα δόγματα της Ορθοδόξου Εκκλησίας"''<ref>Ό.π., σελ. 583.</ref>. Επίσης, έχει χρησιμοποιηθεί σε παλαιότερα έργα Ορθόδοξης Δογματικής, όπως του πρύτανη της εκκλησ. ακαδημίας του Κιέβου, αρχιμανδρίτη Αντωνίου (''Δογματική θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής και Ανατολικής Εκκλησίας'', εν Αθήναις 1858, σελ. 116), ένα ''"αξιόλογον έργον"'' το οποίο ''"εσημείωσε πλείστας εκδόσεις"''<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997, σελ. 57.</ref>, ενώ καί σήμερα, καθηγητές όπως ο Ιωάννης Παναγόπουλος<ref>Παναγόπουλος Ιωάννης, ''Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη'', Ακρίτας, Αθήνα 1994, σελ. 383.</ref> και Χρήστος Βούλγαρης<ref>Βούλγαρης Σπ. Χρήστος, ''Εισαγωγή Εις την Καινήν Διαθήκην'', τόμ. Β', Αθήνα 2005, σελ. 970.</ref>, στις "Εισαγωγές" τους, χρησιμοποιούν κανονικά το "κόμμα" στις αναλύσεις του περιεχομένου της ''Α' Ιωάννου''. Τα παραπάνω, αποτελούν γεγονός, που μαρτυρεί ότι, αν και ''"το Α' Ιωάν. 5,7-8...φαίνεται δεν προέρχεται, στην παρούσα του μορφή, από τον κάλαμο του ιερού συγγραφέα"'', εντούτοις ''"η ίδια η Εκκλησία...κατακύρωσε στη Γραφή της, τα μοναδικά με τόση σαφήνεια τριαδολογικά χωρία, εφόσον αυτά εξέφραζαν την πίστη της."''<ref>Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, ''Θεολογία και Γλώσσα'', Ακρίτας, έκδ. 3η βελτιωμένη, Αθήνα 2002, σελ. 105-106.</ref>.
Κατά συνέπεια, μία εκκλησία με ιστορία αιώνων και τέτοια αντίληψη για την αξία των ιερών κειμένων, δεν θα μπορούσε να εναλλάσσει το κείμενό της σύμφωνα με τις εκάστοτε ερμηνείες των επιστημόνων που πολλές φορές μεταβάλλονται σε διάστημα λίγων χρόνων. Δεν χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Εκκλησία κριτικά κείμενα αλλά ''λειτουργικά'' κείμενα. Για τους Ορθοδόξους αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς το λεγόμενο ''κριτικό κείμενo'' της Καινής Διαθήκης είναι προϊόν επιστημονικής σύνθεσης, που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ στη Λατρεία από καμία Ομολογία<ref>Δεσπότης, ''Ο Κώδικας...'', ό.π., σελ. 335.</ref>. Εκτός όμως αυτού, το πρόβλημα έχει και άλλες παραμέτρους: η 26 έκδοση των Nestle-Aland διαφέρει από την 25η σε 700 περίπου χωρία. Με αυτό τον τρόπο, παρά την τεράστια προσπάθεια μεγάλου πλήθους ειδικών ερευνητών, δεν έχει επιτευχθεί από τότε ομοφωνία μεταξύ τους, για καλύτερο και εγκυρότερο κείμενο<ref>Στο πρωτότυπο: ''"η 26η έκδοσις των Nestle-Aland διαφέρει της 25ης εις 700 περίπου χωρία. Ούτω, παρά την τεραστίαν προσπάθειαν μεγάλου πλήθους ειδικών ερευνητών, δεν έχει εισέτι επιτευχθή ομοφωνία μεταξύ αυτών, ως προς το καλλίτερον και εγκυρώτερον κείμενον"'': Βούλγαρης Σπ. Χρήστος, ''Εισαγωγή Εις την Καινήν Διαθήκην'', τόμ. Β', Αθήνα 2005, σελ. 1403.</ref>. Αυτές οι εκατοντάδες διαφορές είναι κάτι ''"που καταδεικνύει την ύπαρξη υποκειμενισμού"''<ref>Δεσπότης, ''Ο Κώδικας...'', ό.π..</ref>. Επιπλέον, σύμφωνα με τον καθηγητή της θεολογικής σχολής Θεσ/νίκης ''Παναγιώτη Δημητρόπουλο'', η ανυπαρξία αρχαίων χειρογράφων της Καινής Διαθήκης, τουλάχιστον από τον 2ο αιώνα μ.Χ. και η απώλεια πληθώρας πατερικών συγγραμμάτων, για πολλά από τα οποία είναι γνωστά μόνο οι τίτλοι τους, δεν επιτρέπει την ύπαρξη αναντίρρητης βεβαιότητας για την ιστορία του αποσπάσματος και την ύπαρξή του ή όχι στα πρωτότυπα κείμενα<ref>Δημητρόπουλος Παν. "Κόμμα Ιωάννου", ''ΘΗΕ'', τόμ. 7, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 760.</ref>. Τα στοιχεία αυτά αλλά και ο χαρακτήρας της κριτικής του κειμένου είναι τέτοιος που επιτρέπει στον καθηγητή Ιερεμία Φούντα (που δέχεται τη μή αυθεντικότητα του ''κόμματος'') να γράψει ότι ''"το θέμα της αυθεντικότητος ή μή της περικοπής...είναι εισέτι υπό έρευναν"'' και ''"δεν επιτρέπεται, νομίζομεν, οι ερμηνευταί, είτε οι μεν είτε οι δε, να είναι αυθεντικοί εις τας θέσεις των, ως να θεωρούν αυτάς ως πράγματι αληθείς και αναντίρρητους, αλλά να τας διατυπώνουν ελευθέρως μεν και με δυνατήν κατάστρωσιν των επιχειρημάτων των, πλην μετ' επιφυλακτικότητος"''<ref>Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), ''Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον'', Αθήνα 2002, σελ. 128, υποσημ. #91.</ref>.
Αλλά κι αν τα μέχρι τώρα στοιχεία της επιστήμης δείχνουν ότι το ''Ιωάννειο Κόμμα'' δεν ήταν μέρος του πρωτοτύπου, αν και για κάποιους μελετητές, υπαινιγμοί του ''κόμματος'' υπάρχουν στη Δύση από τον 2ο και 3ο αιώνα μ.Χ., στον Τερτυλιανό (PL 2, 211C) και στον Κυπριανό (De unitate Ecclesiae VI, P.L. 4, 519B) αντίστοιχα<ref>Δεσπότης Σ. Σωτήριος, ''Ο Κώδικας των Ευαγγελίων'', Άθως, Αθήνα 2007, σελ. 330-331, υποσημ. #22) / Σωτηρόπουλος Νικόλαος, ''Ο Ιησούς Γιαχβέ'', 2η έκδ., εκδ. 'Ο Σταυρός', Αθήνα 1988, σελ. 33 / Δημητρόπουλος, "Κόμμα Ιωάννου", ''ΘΗΕ'', ό.π., στ. 761 / .</ref>, εντούτοις, αυτό περιέχει ''"θεολογία"'' που είναι ''"αληθής"''<ref>Στο πρωτότυπο: ''"Is the Johannine Comma Scripture? The evidence seems to say no. Is the Johannine Comma truthful? Is it sound theology? Yes."'' (Daniel L. Akin, ''The New American Commentary'', vol. 38, 1, 2, 3 John, Nashville: Broadman & Holman Publishers 2001, σελ. 199).</ref> (για όσους βεβαίως πιστεύουν στην [[Αγία Τριάδα]]): ακόμη κι αν δεν μαρτυρείται από κανένα αρχαίο χειρόγραφο, το χωρίο αυτό ''"μαρτυρεί σαφέστατα την πίστιν της Εκκλησίας εις το τριαδικόν άμα και ενιαίον του θεού"'', ιδέα μάλιστα που σύμφωνα με την Ορθόδοξη ερμηνεία ενυπάρχει σε πάρα πολλά σημεία της Καινής Διαθήκης<ref>Σωτηρόπουλος Νικόλαος, ''Ο Ιησούς Γιαχβέ'', 2η έκδ., εκδ. 'Ο Σταυρός', Αθήνα 1988, σελ. 33-34.</ref>.
Έτσι, στη χρήση κατά την εκκλησιατική λατρεία, προηγείται το κείμενο της [[Καινή Διαθήκη|Κ.Δ.]] που αναγιγνώσκεται επί αιώνες στη θεία Ευχαριστία. Κατά συνέπεια, ''"το κριτικό κείμενο Nestle-Aland χρησιμοποιείται στην πανεπιστημιακή διδασκαλία (Θεολογικές σχολές) και στις επιστημονικές εργασίες, ενώ το Εκκλησιαστικό (που λέγεται επίσης και Βυζαντινό) κείμενο είναι το λειτουργικό κείμενο που αναγινώσκεται στην Εκκλησία και διαδίδεται στο λαό από τις χριστιανικές κινήσεις της χώρας και από το ποιμαντικό έργο των ενοριακών ναών"''<ref>Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, "Νεοελληνικές μεταφράσεις Καινής Διαθήκης κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα", σελ. 104-122, στο Βιβλικές Μελέτες Β (Βιβλική Βιβλιοθήκη #16), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, εδώ σελ. 115.</ref>.
4.720
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης