Ο [[Θεός]] Πατέρας είναι η πηγή της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]]. Οι Γραφές αποκαλύπτουν ότι ο Θεός έχει τρεις υποστάσεις - Πατέρας, Υιός, και [[Άγιο Πνεύμα]] – σε μία θεία φύση. Από τον Πατέρα γεννιέται ο Υιός άχρονα, πριν κάθε χρονικό σημείο <small>(Ψαλμ.2,7, Β’Κορ.11,31)</small>. Το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται αιώνια από τον Πατέρα <small>(Ιωάν.15,26)</small>. Ο Θεός Πατέρας δημιούργησε όλη την κτίση μέσω του Υιού - Λόγου, διά του Αγίου Πνεύματος <small>(Γέν.1 και 2, Ιωαν.1,3, Πράξ.33,4)</small>, και οι άνθρωποι καλούνται να τον λατρέψουν <small>(Ιωαν. 4,23)</small>. Η ουσία του Θεού δεν μπορεί να συλληφθεί, να καταληφθεί από τον ανθρώπινο νου. Έχοντας ως κύριο χαρακτηριστικό του την αγάπη, απέστειλε τον Υιό του για να σώσει το ανθρώπινο γένος προσφέροντας προς αυτό την αιώνια ζωή <small>(Ιωαν.3,16)</small>.
Ο Ιησούς Χριστός είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, γεννημένος από τον Πατέρα προ πάντων των αιώνων. Ενανθρωπίστηκε, και έτσι κατέστη τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος. Η έλευσή του στη γη προβλέφθηκε στην [[Παλαιά Διαθήκη]] από τους Προφήτες. [[Εικόνα:Holy-trinity-Andrei-Rublev.jpg|thumb|right|200px|Η ''Φιλοξενία του Αβραάμ'' αποτελεί την ορθόδοξη απεικόνιση της Αγίας Τριάδας.]]
Ο Υιός του Θεού έλαβε πλήρη ανθρώπινη φύση μέσω της [[Θεοτόκος|Θεοτόκου Παρθένου Μαρίας]].Ήταν και είναι Θείο πρόσωπο, κατέχοντας από το Θεό - Πατέρα την πληρότητα της θείας φύσης, και με την ενσάρκωσή του την ανθρώπινη φύση από την Παρθένο Μαρία. Έτσι ο Υιός είναι κάτοχος ατέρμονα δύο φύσεων σε ένα πρόσωπο. Απεριόριστος στη θεία φύση του, δέχτηκε εθελοντικά και πρόθυμα τον περιορισμό του στην ανθρωπότητα, όπου δοκίμασε την πείνα, τη δίψα, την κούραση - και τελικά, το θάνατο. Η [[Ενσάρκωση]] είναι το σημαντικότερο δόγμα της Ορθοδοξίας γιατί χωρίς αυτή δεν μπορεί να υπάρξει Χριστιανισμός. Η [[Καινή Διαθήκη]] αναφέρει, "{{πολυτονικό|καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι·}}" <small>Α'Ιωαν.4,3</small>. Με την ενσάρκωσή του, ο Λόγος εξαγόρασε την ανθρωπότητα από το κράτος της φθοράς και του θανάτου.
Η φύση της ορθόδοξης εκκλησίας κατανοείται ως Εκκλησία του τρισυπόστατου Θεού. Η Αγία Τριάδα είναι βάση και πηγή της ύπαρξης της Εκκλησίας και, υπό αυτήν την έννοια, η Εκκλησία είναι εικόνα και ομοίωση του Θεού.
Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, ως ενότητα της ζωής μαζί του, μιας ζωής εξαρτημένης από Αυτόν και υπό την εξουσία του. Η ίδια ιδέα εκφράζεται όταν αποκαλείται η Εκκλησία νύφη του Χριστού ή του Λόγου. Οι σχέσεις μεταξύ της νύφης και του γαμπρού (νυμφίου), γινόμενες αντιληπτές στην άφθαρτη πληρότητά τους, συνιστούν μια τέλεια ενότητα ζωής, μια ενότητα που διαφυλλάσει το δεδομένο της διαφορετικότητάς τους: είναι μια ένωση δύο οντοτήτων, η οποία δεν διαλύεται από τη διττότητα ούτε απορροφάται από την ενότητα. Η Εκκλησία, αν και είναι σώμα Χριστού, δεν είναι ο Χριστός – ο Θεάνθρωπος- επειδή είναι μόνο η ανθρώπινη φύση του. Είναι, όμως, η εν Χριστώ και δια Χριστόν ζωή. Ο Χριστός δεν είναι μόνο ένα θείο πρόσωπο. Δεδομένου ότι η ύπαρξή του είναι αδιάσπαστη από αυτήν της Αγίας Τριάδας, είναι ομοούσια με αυτήν του Πατέρα και του Αγίου Πνεύματος. Εξ αυτού συνάγεται ότι η εν Χριστώ ζωή της Εκκλησίας είναι ζωή και εν Αγία Τριάδι. Το σώμα του Χριστού υφίσταται ως μέρος Του, και συνακόλουθα ως μέρος της Αγίας Τριάδας. Ο Χριστός είναι ο Υιός. Από αυτόν γνωρίζει ο πιστός τον Πατέρα, υιοθετείται από το Θεό, τον οποίο αποκαλεί "πατέρα του." [[Εικόνα:Anastasis.jpg|thumb|right|270px|Ο Ιησούς με την "Εις Άδου κάθοδον" εμφανίζεται να σώζει από τη φθορά του θανάτου το ανθρώπινο γένος, προσωποποιούμενο με τις μορφές του [[Αδάμ]] και της [[Εύα|Εύας]].]]
Η αγάπη του Θεού, η αγάπη του Πατέρα για τον Υιό και αυτή του Υιού για τον Πατέρα, δεν είναι ένα απλό χαρακτηριστικό μιας σχέσης. Κατέχει η ίδια αυτόνομη ύπαρξη, είναι υποστατική. Η αγάπη του Θεού είναι το Άγιο Πνεύμα, το οποίο εκπορεύεται από τον Πατέρα στον Υιό. Ο Πατέρας φανερώνει την αγάπη του για το Υιό μέσω του Αγίου Πνεύματος, το οποίο αποτελεί την ενότητα της ζωής Πατέρα και Υιού. Και το ίδιο το Πνεύμα, που είναι η αγάπη των δύο Προσώπων, σύμφωνα με την ίδια τη φύση της αγάπης, άγει, την προσωπική του ύπαρξή έξω από τον Πατέρα και τον Υιό.
===Ορθόδοξη Εσχατολογία και Σωτηριολογία===
[[Εικόνα:Θεοτόκος Αγία Σοφία.jpg|thumb|left|200px|Η Θεοτόκος αποτελεί το βασικότερο ανθρώπινο πρόσωπο της ορθόδοξης θεολογίας, εμφανίζεται ως η διάμεσος μεταξύ Θεού και ανθρώπου, αιτία αναδημιουργίας του ανθρώπου και ανακαίνισης της κτίσης.]]
Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας η παρούσα ζωή είναι ο δρόμος που οδηγεί στην αιωνιότητα: ''"η αγωνιζομένη Εκκλησία"'' που μετασχηματίζεται σε ''"θριαμβέυουσα Εκκλησία."'' Η [[εσχατολογία]] της Ορθοδοξίας δεν αφαιρεί την αξία της παρούσας ζωής, αλλά η αντίληψη της λαμβάνει μια νέα, ανώτερη αιτιολόγηση. Ο πρώιμος χριστιανισμός είναι μέτοχος ενός έντονου συναισθήματος του κοντινού και αναπόφευκτου τέλους. Εκείνη η προσδοκία του άμεσου τέλους εξαφανίζεται φυσικά κατά τη διάρκεια της ιστορίας. Αυτή η ιδέα έχει αντικατασταθεί από την προσδοκία της γρήγορης λήξης της επίγειας ζωής διά του θανάτου και της δίκαιης ανταπόδοσης των πεπραγμένων. Συγχρόνως έχει αναπτυχθεί στο Χριστιανισμό, και ειδικότερα στον ορθόδοξο κόσμο, μία ιδιάζουσα ευλάβεια για το θάνατο, που σε μερικά σημεία συγγενεύει με τις ιδέες της αρχαίας Αιγύπτου (γενικά υπάρχει κάποια "υπόγεια" σύνδεση μεταξύ αιγυπτιακής και ορθόδοξης ευσέβειας). Το νεκρό σώμα γίνεται αντιληπτό ως σπόρος της επερχόμενης ανάστασης (αναζωογόνησης), και το ίδιο το τελετουργικό του ενταφιασμού θεωρούμενο από ορισμένους αρχαίους συγγραφείς ως ένα μυστήριο, [[προσευχή]] για το νεκρό, εγκαθιστά μια σύνδεση μεταξύ αυτού και του άλλου κόσμου.
''Επαναλαμβανόμενα''
'''Θεία Ευχαριστία'''. Στη Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία ή Μετάληψη τελείται ο καθαγιασμός των τίμιων δώρων, άρτου και οίνου, η μεταβολή τους σε Σώμα και Αίμα Χριστού και η μετάδοσή τους στους πιστούς. Είναι το μέγιστο των Μυστηρίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας και αυτό που καθαγιάζει την κοινωνία των συμμετεχόντων υπαλλάσοντάς την σε Σώμα Χριστού. Πρώτος μυσταγωγός της Θείας Ευχαριστίας υπήρξε ο Ιησούς Χριστός κατά το Μυστικό Δείπνο της Μεγάλης Πέμπτης, παραγγέλλοντας στους μαθητές του να την τελούν σε ανάμνησή του. Η τελετή του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας ονομάζεται Θεία Λειτουργία. Τα τέσσερα βασικότερα λειτουργικά κείμενα της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι α) η [[Λειτουργία του Ιακώβου του Αδελφοθέου]] β) η [[Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου]] γ) η [[Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου]] και δ) η [[Λειτουργία των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων]]. [[Εικόνα:Μυστικός Δείπνος του Duccio.jpg|thumb|right|250px|Στο Μυστικό Δείπνο ο Ιησούς Χριστός τέλεσε για πρώτη φορά το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, παραδίδοντάς το στους Αποστόλους και δι' αυτών στην Εκκλησία]]
'''Εξομολόγηση'''. Το Μυστήριο της Εξομολόγησης ή Μετάνοιας έχει ως βάση τα λόγια του Ιησού {{πολυτονικό|"᾿Αμὴν λέγω ὑμῖν, ὅσα ἐὰν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ." <small>Ματθ.18,18</small> "ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται."}} <small>Ιωαν.20.23</small> με τα οποία παραχώρησε τη χάρη της συγχώρησης των αμαρτιών στους Αποστόλους. Διά της αποστολικής διαδοχής, που υφίσταται στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η χάρη αυτή μεταδόθηκε στους επισκόπους, οι οποίοι ορίζουν, με βάση την πνευματική τους επάρκεια, και πρεσβυτέρους για να τελούν την Εξομολόγηση. Βασική προϋπόθεση της συμμετοχής στο Μυστήριο της Εξομολόγησης είναι η ειλικρινής μετάνοια του ανθρώπου για την ανυπακοή στο θείο θέλημα. Στη Ορθοδοξία το Μυστήριο αυτό έχει ως σκοπό την αναγωγή του ανθρώπου στην αγαπητική του σχέση με το Θεό.
==Η Ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας==
Ο Χριστιανισμός διαδόθηκε αρχικά στο ελληνόφωνο ανατολικό τμήμα της [[Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]]. Ο [[Απόστολος Παύλος|Παύλος]] και οι άλλοι Απόστολοι ταξίδεψαν σε όλη την Αυτοκρατορία, ιδρύοντας Εκκλησίες σε σημαντικές πόλεις, με τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες να εμφανίζονται στην [[Αντιόχεια]], την [[Αλεξάνδρεια]] και την [[Ιερουσαλήμ]], και έπειτα στα δύο πολιτικά κέντρα, αυτά της [[Ρώμη|Ρώμης]] και της [[Κωνσταντινούπολη|Νέας Ρώμης - Κωνσταντινούπολης]]. [[Εικόνα:Agia-sofia.jpg|thumb|left|250px|Η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη απετέλεσε κέντρο της Ορθοδοξίας καθ' όλη τη διάρκεια της Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.]]
Η ορθόδοξη πίστη για την καθιέρωση αποστολικής διαδοχής διαδραμάτισε βασικό ρόλο στην άποψη της Εκκλησίας για το καθήκον της ως συνεχιστή της παράδοσης αυτής και υπερασπιστή της χριστιανικής κοινότητας. Οι συστηματικοί διωγμοί των Χριστιανών σταμάτησαν το [[313]] όταν ο [[Μέγας Κωνσταντίνος]] εξέδωσε το [[Διάταγμα των Μεδιολάνων]]. Από εδώ και πέρα, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας άσκησε σε διάφορους βαθμούς την επιρροή του μέσα στην Εκκλησία. Αυτό περιλάμβανε τη σύγκληση Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων για την επίλυση θεολογικών διαφορών και την καθιέρωση του δόγματος της Εκκλησίας. Μερικές φορές Πατριάρχες (ιδιαίτερα της Κωνσταντινούπολης) καθαιρέθηκαν από Αυτοκράτορες, ιδιαίτερα όταν οι δεύτεροι συντάχθηκαν με τους εικονοκλάστες κατά τις εικονομαχικές έριδες του όγδοου και ένατου αιώνα.
===Εικονομαχικές έριδες===
Αντικείμενο της μεγαλύτερης θρησκευτικής διαμάχης σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής ιστορίας υπήρξε η απόδοση τιμής προς τις ιερές εικόνες, εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, που βρίσκονταν στις εκκλησίες και σε ιδιωτικούς οίκους. Οι εικονοκλάστες ή εικονομάχοι αντιτίθεντο σε οποιαδήποτε μορφή θρησκευτικής τέχνης απεικόνιζε ανθρώπινα όντα ή το Θεό και απαιτούσαν την καταστροφή των εικόνων. Η αντίπαλη παράταξη των εικονολατρών υπεράσπιζε σθεναρά τη θέση των εικόνων στη ζωή της Εκκλησίας. Η διαμάχη δεν ήταν απλά μια σύγκρουση δύο διάφορων αντιλήψεων της χριστιανικής τέχνης αλλά και μία ευρύτερη αντίθεση σχετικά με την ανθρώπινη φύση του Ιησού και το νόημα της λύτρωσης του ανθρώπινου γένους. [[Εικόνα:Κυριακή της Ορθοδοξίας.jpg|thumb|right|200px|Η Κυριακή της Ορθοδοξίας ως θέμα της λαϊκής βυζαντινής εικονογραφίας]]
Οι εικονοκλάστες πιθανότατα επηρεάστηκαν από [[Εβραίοι|εβραϊκές]] και [[Ισλάμ|μουσουλμανικές]] αντιλήψεις για τη θρησκευτική απεικόνιση, και είναι χαρακτηριστικό ότι τρία έτη πριν το πρώτο ξέσπασμα της εικονομαχίας στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ο μουσουλμάνος χαλίφης Γιεζίντ διέταξε την αφαίρεση όλων των εικόνων από την επικράτειά του. Αλλά η εικονομαχία δεν εισήχθη απλά από το εξωτερικό. Μέσα στο χριστιανισμό υπήρχε πάντα μια ακραία συντηρητική προοπτική, η οποία καταδίκαζε τις εικόνες επειδή διέκρινε σε αυτές μία λανθάνουσα ειδωλολατρία. Όταν οι αυτοκράτορες της δυναστείας των [[Δυναστεία Ισαύρων|Ισαύρων]] επιτέθηκαν στις εικόνες, βρήκαν αφθονία πηγών υποστήριξης εντός της εκκλησιαστικής γραμματείας. Χαρακτηριστική αυτής της συντηρητικής άποψης είναι η δράση του Αγίου Επιφανίου Σαλαμίνος ([[315]] - [[403]]), ο οποίος, όταν ανακάλυψε ένα ύφασμα με τη μορφή του Χριστού στην εκκλησία ενός χωριού της [[Παλαιστίνη|Παλαιστίνης]], αγανακτισμένος το έσκισε. Αυτή η αντίληψη ήταν πάντα ισχυρή στη [[Μικρά Ασία]] και μερικοί υποστηρίζουν πως η απόρριψη των εικόνων ήταν μία ασιατική αντίδραση στο ελληνικό πνεύμα. Αλλά δύσκολα γίνεται αποδεκτή μια τέτοια άποψη. Περισσότερο τείνει να αντιμετωπιστεί ως ένα ρήγμα μέσα στην ελληνική παράδοση.
===Ο εκχριστιανισμός των Σλάβων===
[[Εικόνα:Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος.jpg|thumb|left|200px|Οι Θεσσαλονικείς αυτάδελφοι Ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος με την επινόηση του γλαγολιτικού αλφαβήτου έγιναν αίτιοι της απαρχής της ευρύτερης σλαβικής γραμματείας.]]
Γεγονός ιδιαίτερης σπουδαιότητας για την Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξε η μεταστροφή των [[Σλάβοι|Σλάβων]] στο Χριστιανισμό με τη δράση των [[Θεσσαλονίκη|Θεσσαλονικέων]] αδελφών [[Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος|Κυρίλλου και Μεθοδίου]]. Η αποστολή τους εντάσσονταν στη γενικότερη ιεραποστολική προσπάθεια του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως [[Πατριάρχης Φώτιος Α΄|Φωτίου του Μεγάλου]], που κατανοώντας τη δυναμική που θα προσέδιδε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ο προσεταιρισμός των βόρειων σλαβικών φυλών, εκπόνησε μία γενικότερη εκπολιτιστική προσπάθεια, χρησιμοποιώντας τους δύο αδελφούς, λόγω του ότι κατείχαν τη σλαβονική γλώσσα καθώς και αξιόλογη θεολογική μόρφωση.