Κάτω από τις επιδράσεις αυτές, αναπτύχθηκαν δύο είδη ''χιλιασμού''<ref>Βλ. ''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 130.</ref>:
:α) Ο λεγόμενος ''Σαρκικός'': Ο ''Σαρκικός χιλιασμός'' είναι ιουδαϊκής προελεύσεως, βασισμένος σε ραββινική παράδοση κατά την οποία η ιστορία του κόσμου θα τερματιστεί σε επτά χιλιάδες χρόνια, εκ των οποίων τα πρώτα έξι χιλιάδες εκπροσωπούν το πρώτο μέρος της [[Μωυσής|μωσαϊκής]] εβδομάδας (προμεσσιανική εποχή), ενώ την τελευταία ημέρα, το ''Σάββατο'', αντιπροσωπεύει η χιλιετία της μεσσιανικής βασιλείας, οπότε θα είναι η εποχή για πλούτη, υποταγή όλων των λαών, θρίαμβο του [[Ισραήλ]]. Αυτή την καθαρά [[Αίρεση|αιρετική]] εκδοχή, υιοθέτησε ο [[Γνωστικισμός|γνωστικός]] [[Κήρινθος]], και αυτό το γεγονός βοήθησε πολύ ώστε να δυσφημιστεί η χιλιαστική δοξασία και αργότερα να δεχτεί σφοδρές επιθέσεις<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 214.</ref>. Οι λεγόμενοι ''"Κηρινθιανοί...μαθηταί του Κηρίνθου"'' θεωρούσαν ότι στη χιλιετή βασιλεία τους περίμεναν ''"άφθονα σιτία και ποτά και γάμοι και παντοίαι σαρκικαί ηδοναί (Ευσέβ. Εκκλ. Ιστορ Β.13. Γ.28.)"''<ref>Νικολαΐδου Λεβαδέως, ''Πνεύμα της θρησκείας, είτε συγκριτική ιστορία του χριστιανισμού'', εν Αθήναις 1869, σελ. 414.</ref>. Αυτή την αίρεση υιοθέτησε με ελαφρές διαφορές τον 3ο αιώνα ο ''"επίσκοπος Αρσινόης εν Αιγύπτω Νέπως, ο αρχηγός των εν Αιγύπτω χιλιαστών"'' και ''"απέκτησε πολλούς οπαδούς, οίτινες, μετά τον θάνατον του Νέπωτος, τον χιλιασμόν αποδεχόμενοι υπό την διεύθυνσιν Κορακίωνος τίνος, απεχωρίσθησαν από της εκκλησίας, αλλά βραδύτερον επεστράφησαν από της δοξασίας ταύτης υπό του επισκόπου Αλεξανδρείας Διονυσίου"''<ref>Διομήδης-Κυριακός Αναστάσιος, ''Εκκλησιαστική ιστορία από της ιδρύσεως της εκκλησίας μέχρι των καθ' ημάς χρόνων'', τόμ. Α'Α΄, εν Αθήναις 1881, σελ. 152.</ref>. Η επανεμφάνιση της αιρέσεως με τον [[Απολινάριος|Απολινάριο]] κατά τον 4ο αιώνα, αποκρούσθηκε από τους [[Πατρολογία|Πατέρες]] της Εκκλησίας.
:β) Ο λεγόμενος ''Πνευματικός'': Ο ''Πνευματικός χιλιασμός'', προήλθε από τον [[Παπίας Ιεραπόλεως|Παπία]], ο οποίος, σε αντίθεση με τον [[Κήριθνος|Κήριθνο]], εννόησε στα εδάφια του βιβλίου της [[Αποκάλυψις Ιωάννου|Αποκαλύψεως]] μια βασιλεία πλήρη πνευματικών απολαύσεων, αν και πλούσια σε γήινα αγαθά (αντλώντας στο σημείο αυτό από την ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 215.</ref>). Στα επιφανή πρόσωπα που δέχθηκαν τον ''χιλιασμό'' συγκαταλέγονται ο [[Ιουστίνος ο Μάρτυς|Ιουστίνος]]<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 215-216.</ref>, ο [[Ειρηναίος]]<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 216.</ref>, ο [[Μεθόδιος Ολύμπου]]<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 216-217.</ref>, ο [[Τερυλλιανός]]<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 217.</ref>, ο [[Λακτάντιος]]<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 217-218.</ref>, ο [[Κομμοδιανός]]<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 218.</ref>, ο [[Βικτωρίνος]]<ref>Θεοδώρου, ''Θέματα...'', ό.π., σελ. 218.</ref>, καθώς και οι [[Ιερώνυμος]] και [[Αυγουστίνος]], οι οποίοι όμως αργότερα απέρριψαν τις αντιλήψεις αυτές<ref>Βλ. και ''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 130.</ref><ref>Βλ. και Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Γ', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήναι 2003, σελ. 448-449, υποσημ. #26.</ref>.