Ειρηναίος Λουγδούνου

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Ειρηναίος Επίσκοπος Λυών
AgiosEirinaios01.jpg
Ο άγιος Ειρηναίος
Γέννηση άγνωστο
Κοίμηση περ. 202
Εορτασμός 23 Αυγούστου
Σημαντικές ημερομηνίες
Τίτλος Άγιος, Επίσκοπος


Ο Ειρηναίος Λουγδούνου ή Ειρηναίος της Λυών (;-περ. 202), αποτελεί μία από τις πλέον σημαντικές μορφές της Εκκλησίας του 2ου αιώνος[1]. Ο ίδιος, εμφανίζεται στο προσκήνιο κατά τα τέλη του β΄ αιώνος, με σκοπό να εκφράσει ένα νέο είδος γραμματείας, την Εκκλησιαστική Γραμματεία, η οποία αποτελεί το φυσικό χρονικό όριο του τέλους της αμιγώς Απολογητικής και την έναρξη μία νέας καθολικότερης έκφρασης του εκκλησιαστικού σώματος. Προερχόταν από την περιοχή της Μικράς Ασίας, υπήρξε επίσκοπος Λουγδούνου και το συνολικό του έργο κρίνεται πως συνέβαλε προς την οριστική συγκρότηση Εκκλησίας και θεολογίας[2].

Βίος

Το που και πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Ειρηναίος δεν είναι γνωστό. Η γέννησή του μάλιστα δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια καθώς υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των ερευνητών[3]. Σύμφωνα με τον ίδιο, στην παιδική του ηλικία συναναστρέφετο τον επίσκοπο Σμύρνης Πολύκαρπο (;-167/168)[4], κάτι που μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως πιθανώς γεννήθηκε στην πόλη της Σμύρνης ή πλησίον αυτής, από χριστιανούς γονείς[5]. Σύμφωνα με τον Ιερωνύμο υπήρξε και μαθητής του Παπία Ιεραπόλεως[6], κάτι το οποίο δεν είναι διόλου απίθανο, με βάση τα κείμενά του[7]. Η μόρφωσή του ήταν θεολογική και θύραθεν. Διδάχτηκε τα θεολογικά γράμματα υπό των πρεσβυτέρων διαφόρων πόλεων της Μικράς Ασίας και ιδίως την αποστολική παράδοση από τον Πολύκαρπο Σμύρνης, ενώ η εγκύκλιος παιδεία του ήταν πλήρης όπως υπομνηματίζει ο Τερτυλλιανός[8] αν και φαίνεται πως φιλοσοφικώς δεν ήταν αντίστοιχα πεπαιδευμένος. Φαίνεται βέβαια πως διδάχτηκε τη δεύτερη σοφιστική, ως ρητορική τέχνη.

Οι πληροφορίες που λαμβάνουμε μετά την νεανική του ηλικία, αφορούν τον Ειρηναίο πλέον στην πόλη της Λυών. Έτσι η γνώση μας σχετικά με τη ζωή του στο ενδιάμεσο στάδιο βρίσκεται στο σκοτάδι, αν και ερευνητές υποθέτουν πως ίσως υπήρξε μαθητής ή ακροατής του Ιουστίνου, καθώς το έργο του βρίθει στοιχείων της διδασκαλίας του. Προς την ίδια κατεύθυνση συντείνει η γνώση του σχετικά με τα τεκταινόμενα στην Εκκλησία της Ρώμης, με αποτέλεσμα να θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι πέρασε από την πόλη. Η μετάβαση τελικά στη Λυών συνέβη περί το 177, σε ένα τόπο που δε φαίνεται να ήταν άγνωστος προς τον ίδιο[9]. Οι λόγοι της εγκατάστασής του ήταν είτε εκκλησιαστικοί, είτε συγγενικοί, καθώς η Λυών αποτελούσε μία κομβική πόλη που βρισκόταν στο κέντρο τριών Γαλατιών, με έντονο χριστιανικό και ελληνόφωνο στοιχείο[10]. Κατά τον Γρηγόριο Τουρώνης μάλιστα είχε σταλεί εκεί από τον Πολύκαρπο[11]. Κατά την είσοδό του στην πόλη είναι βέβαιο πως είχε ήδη χειροτονηθεί πρεσβύτερος, αλλά όπως ειπώθηκε πιθανώς η επαφή του με την πόλη είχε ξεκινήσει αρκετά νωρίτερα[12]. Στη σχετική μαρτυρία που διασώζεται, ο Ειρηναίος φαίνεται να υποδέχεται ομάδα Φρυγών χριστιανών, οι οποίοι σύμφωνα με τους τοπικούς προφήτες έφεραν το μήνυμα ότι η δευτέρα παρουσία του Χριστού θα γινόταν στη Λυών, σε μία εποχή που ζητείτο επιμόνως στον Πάπα Ελεύθερο να επικυρώσει καταδίκες ενάντια σε Μοντανιστές επισκόπους[13]

Την εποχή της μόνιμης εγκατάστασής του στην περιοχή, όπως και σε πολλές άλλες, βρισκόταν σε έξαρση το κίνημα του Μοντανισμού, ενώ συνάμα εξελισσόταν και διωγμός των Ρωμαϊκών αρχών. Έτσι άμεσα ξεκινά το συγγραφικό του έργο, συγγράφοντας προς τους ανθρώπους της Μικράς Ασίας για τα εν εξελίξει προβλήματα, αλλά και προς τον Ελεύθερο Πάπα Ρώμης. Οι επιστολές αυτές δε φέρουν το όνομά του, αλλά είναι βέβαιο πως συμμετείχε στη σύνταξή τους εκ μέρους των Μικρασιατών της περιοχής. Το έργο του τελικά φαίνεται πως υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριο, με αποτέλεσμα κατά την εποχή που χείρεψε ο επισκοπικός θώκος, από το μαρτυρικό θάνατο του Ποθεινού, να τον διαδεχτεί. Ο ίδιος κατά το μαρτύριο του Ποθεινού, βρισκόταν στη Ρώμη για τη ρύθμιση θεμάτων σχετικά με τον Μοντανισμό[14], αφού ο Ποθεινός προφανώς δε δύνατο να ασκήσει τα καθήκοντά του[15]. Αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του, περί το 177 ή 178[16] ξεκινά δραστήριο έργο. Κύριος στόχος του δεν αποβαίνει όμως μόνο ο ευαγγελισμός των Ελληνοφώνων και λατινοφώνων, αλλά και των Κελτών, επεκτείνοντας τη δραστηριότητα μέχρι τη Β. Γαλλία και τη Δ. Γερμανία. Μάχεται δραστήρια επίσης ενάντια στις αιρέσεις και ιδίως τους Γνωστικούς, με διαρκείς περιοδείες, ίδρυση σχολών και σύνταξη συγγραμμάτων. Επιπρόσθετα, αντιλαμβάνεται πως δεν αρκεί η μεμονωμένη αντιμετώπιση αυτών, αλλά απαιτείτο συντονισμένη αναδιοργάνωση και περιφρούρηση της διδασκαλίας της εκκλησίας, δίνοντας εκκλησιοκεντρική γραμμή στη θεολογία και τη μεθοδολογία του. Εδώ πρέπει να επισημανθεί πως σύμφωνα με τον Nautin, ο Ειρηναίος είχε ήδη χειροτονηθεί και επίσκοπος Βιέννης[17].

Το έργο το Ειρηναίου γρήγορα εκτιμήθηκε από την εκκλησία, με αποτέλεσμα να αποκτήσει μεγάλο κύρος στη συνείδηση τόσο της ιεραρχίας, όσο και του λαού. Γι αυτό συμμετέχει σε συνόδους, συμβουλεύει και διευθετεί για σημαντικά ζητήματα της εκκλησίας, όπως στην περίπτωση του εορτασμού του Πάσχα, όπου νουθετεί τον Βίκτορα Ρώμης[18], αλλά και στην περίπτωση των ερίδων της μετανοίας[19]. Η περίπτωση μάλιστα της διευθέτησης της έριδος του Πάσχα η οποία συνέβη περί το 195 είναι και το τελευταίο ιστορικό ντοκουμέντο που διαθέτουμε για τον Ειρηναίο[20]. Τελικά ο Ειρηναίος μαρτύρησε κατά το διωγμό του Σεπτίμιου Σεβήρου το 202[21], κάτι που όμως δεν επιβεβαιώνεται από άλλες ιστορικές πηγές[22]. Η μνήμη του τιμάται στις 23 Αυγούστου.

Γραμματεία

Θεολογία

Υποσημειώσεις

  1. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 126
  2. Π. Χρήστου, Πατρολογία Β΄, σελ. 690
  3. Σύμφωνα με τον Π. Χρήστου περί το 140, σύμφωνα με τον Δ. Τσάμη, μεταξύ 140-160, κατά τον Στ. Παπαδόπουλο μεταξύ 130-140, όπως και κατά τον Ανδρέα Θεοδώρου. Ο Γ. Φλορόφσκι αναφέρει τα έτη από 125 ως 145
  4. Ευσεβίου Εκκλ. Ιστορία, 5, 20, 5-7/Έλεγχος 3, 3, 4
  5. Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, σελ. 690
  6. Ιερώνυμος, Epistola 75 ad Theodoram 3
  7. Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, σελ. 690
  8. Adv. Valentinianos 5
  9. Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, σελ. 691
  10. Π. Χρήστου, Ελλ. Πατρολογία, σελ. 691
  11. Historia Francorum 1, 17
  12. ο.π.
  13. Γ. Φλορόφσκι, Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα, σελ. 126
  14. Δ. Τσάμης, Εκκλησιαστική Γραμματολογία..., σελ. 63
  15. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελ. 304
  16. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελ. 305
  17. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελ. 305
  18. Ευσέβιος, Εκκλ. ιστορία 5, 24, 11
  19. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελ. 304
  20. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελ. 305
  21. Γρ. Τουρώνης, Historia Francorum 1, 27
  22. Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, σελ. 305

Βιβλιογραφία

  • Π. Χρήστου, "Ελληνική Πατρολογία", τ. Β΄, Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005.
  • Στ. Παπαδόπουλος, "Πατρολογία", τ. Α΄, Έκδοση Ιδιωτική, Αθήνα 2000.
  • Βλ. Φειδάς, "Εκκλησιαστική Ιστορία", τ. Α΄, Διήγηση, Αθήνα, 2002.
  • Α. Θεοδώρου, "Ιστορία των Δογμάτων", τ. Α΄-μέρος β΄, Γρηγόρης, Αθήνα 1977.
  • Κ. Σκουτέρης, "Ιστορία των Δογμάτων", τ. Α΄, Έκδοση Ιδιωτική Αθήνα 1998.
  • Γ. Φλορόφσκι, "Οι Βυζαντινοί πατέρες του 5ου αιώνα", Πουρναράς, θεσσαλονίκη 2007.
  • Δ. Τσάμης, "Εκκλ. Γραμματολογία και κείμενα Πατερικής Γραμματείας", Πουρναράς 2008.