12.398
επεξεργασίες
Αλλαγές
Θαύμα
,καμία σύνοψη επεξεργασίας
Βασική προϋπόθεση στην ορθόδοξη θεολογία περί του θαύματος, είναι να μην αυτονομείται και απομονώνεται από την εκκλησιαστική διάσταση του γεγονότος. Αντιθέτως είναι φανερό μέσω της Αγίας Γραφής πως το θαύμα εντάσσεται στην όλη πορεία της ιστορίας της θείας οικονομίας, σε σημείο πολλές φορές να μη διαφαίνεται η ιδιαιτερότητά του μέσα στην ιστορία και τη ζωή της κοινότητας<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 161</ref>. Έτσι παρατηρούμε πως στην [[Αγία Γραφή]], όταν ένας συγγραφέας αναφέρει ένα θαύμα, το εκθέτει σαν ένα ιστορικό γεγονός δίχως να προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 161</ref>. Το θαύμα πάντοτε αποτελεί φανέρωση της «θείας δόξας», αποτελεί φανέρωση της [[Βασιλεία του Θεού|θείας βασιλείας]] και επομένως κάθε θαύμα εντάσσεται σε καθολικές και κοινωνικές διαστάσεις, με σκοπό να εξυπηρετήσει ολόκληρη την κοινότητα. Θαύμα για την προσωπική ευτυχία ενός ανθρώπου δεν εννοείται, παρά μόνο ως ειδωλολατρεία<ref>Νίκος Ματσούκας, Ορθοδοξία και Αίρεση, σελ. 316</ref>. Κάθε φορά δε που που ερμηνεύεται έτσι, έχουμε σοβαρή παρερμηνεία και εκτροπή της αποκάλυψης του Θεού στον κόσμο, σε σημείο να παραμορφώνεται η ίδια η ζωή της κοινότητας και να οδηγείται σε εσφαλμένη θεωρητική διδασκαλία<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 166</ref>. Το οποιοδήποτε λοιπόν θαύμα νοείται μόνο ως τελείωση και εξασφαλίζεται μέσα σε καθολικά και κοινωνικά πλαίσια. Γι αυτό και ποτέ δεν αποσκοπεί στην κατάπληξη ή την πειθώ, αλλά στην εκπλήρωση του νοήματος της εκκλησίας ως κοινωνίας<ref>Νίκος Ματσούκας, Ορθοδοξία και Αίρεση, σελ. 316</ref> και τελικά την εξέλιξη και την τελείωση<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 164</ref>.
Ο [[Χριστός ]] σε πολλές περιπτώσεις κάνει θαύματα. Αυτά τα θαύματα όμως δεν είχαν ως σκοπό την κατάπληξη, αλλά τη φανέρωση της «θείας δόξας». Στόχος είναι τελικά να διδάξει μέσω αυτών και όχι να καταπλήξει. Σε μία διαφορετική περίπτωση δεν εξηγείται διαφορετικά ότι όποτε του ζητήθηκε να πράξει θαύμα για να πείσει, ο ίδιος το αρνήθηκε<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 162</ref>. Άλλωστε είναι επίσης εμφανές από την Αγία Γραφή ότι θαύματα είναι δυνατό να κάνουν και οι πονηρές δυνάμεις (''Πράξεις 16, 11-18''). Έτσι αντιλαμβανόμαστε τελικά, ότι στο θαύμα ο άνθρωπος οδηγείται μέσω της [[Πίστη|πίστης ]] και όχι το αντίθετο. Έτσι το θαύμα απαλλάσσεται από το εγωκεντρικό και ατομοκρατικό χαρακτήρα, εντασσόμενο στις δομές της κοινότητας και μη προσβάλλοντας της φυσική νομοτέλεια. Η διελκυστίνδα που μπλέχτηκε η σχολαστική θεολογία και αργότερα η προτεσταντική, ήταν ότι η δυτική χριστιανοσύνη αρνήθηκε τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Είναι φυσικό επόμενο, ότι οι άκτιστες ενέργειες δε δύναται να έλθουν σε αντίθεση με τις κτιστές, καθώς μιλούμε για άπειρη και ριζική ποιοτική διαφορά. Οι νόμοι του σύμπαντος είναι κτιστοί, ενώ οι ενέργειες του Θεού άκτιστες<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 164</ref>. Αντιθέτως η δυτική χριστιανοσύνη μιλά για κτιστές ενέργειες και ως εκ τούτου, επέρχεται σύγκρουση δύο κτιστών νομοτελειακών καταστάσεων<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 164</ref>.
==Υποσημειώσεις==