Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Φιλοσοφία

11.374 bytes προστέθηκαν, 08:40, 15 Ιουνίου 2008
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Ο ''στωικισμός''<ref>Οι ''Στωικοί'' ήταν αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, των οποίων το φιλοσοφικό σύστημα λέγεται και ''Στοά'' και διακρίνεται σε Αρχαία Στοά (''Ζήνων'', 333-262 π.Χ., ''Χρύσιππος'', 280-210 π.Χ.), τη Μέση Στοά (''Παναίτιος'', 185-109 π.Χ., ''Ποσειδώνιος'', 135-51 π.Χ.) και τη και Νέα Στοά ή ''Ρωμαϊκό στωικισμό'' (''Επίκτητος'', 50-135 μ.Χ., ''Μάρκος Αυρήλιος'', 121-180 μ.Χ.).</ref> πίστευε ότι θα επιτύγχανε την ευδαιμονία μέσω της σύνδεσης τοy ανθρώπου με τον κόσμο του οποίου αποτελούσε μέρος. Ο κόσμος κατά τους Στωικούς ήταν ένα ον, θείο και μοναδικό, με λογική και παντοδύναμη ψυχή η οποία ρυθμίζει σταθερές, διαδοχικές και αντίθετων κατευθύνσεων κινήσεις, την κίνηση ανάπτυξης του κόσμου και την κίνηση με την οποία επιστρέφει στην αρχική του αφετηρία. Οι ''στωικοί'' ονόμαζαν τον κόσμο αυτό ''Λογικό'', ''Πεπρωμένο'', ''Θεία Βούληση'', ''Πρόνοια'' και πίστευαν ότι καθήκον του σοφού είναι να προσαρμοστεί με τις θελήσεις της μοίρας και της θείας πρόνοιας. Οφείλει επομένως να έχει γνώσεις και να ζει σύμφωνα με τη φύση, δηλαδή σύμφωνα με τη λογική, απορρίπτοντας καθετί που δεν είναι λογικό.
 
Στο πρόβλημα της αναζήτησης της ευδαιμονίας, οι Επικούρειοι<ref>Ο ''Επίκουρος'' (Σάμος ή Αθήνα 341 π.Χ. – Αθήνα 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος, που κήρυξε την επιστροφή στην απλή ζωή. Συνεχίζει με ορισμένες παραλλαγές την ατομική θεωρία του Δημοκρίτου και δέχεται ως πηγή της γνώσης τις αισθήσεις, χωρίς να αποκλείει και τη συμβολή της νόησης.</ref> την αναζήτησαν στην ηδονή, την οποία εννοούσαν ως κατάσταση απουσίας του πόνου. Σύμφωνα με τη διδασκαλία τους, τα περισσότερα πάθη προκαλούνται από φόβους και αγωνίες που προέρχονται από εσφαλμένες αντιλήψεις για τον κόσμο (φόβος για το άγνωστο, για θεούς και δαίμονες, κακούς οιωνούς) που προέρχονται από ελλειπή γνώση των φυσικών φαινομένων. Επανέφεραν την ''θεωρία των ατόμων'' του ''Δημόκριτου'' και θεώρησαν τα πάντα, ακόμη και τους θεούς (αν υπάρχουν) αθροίσματα ατόμων χωρίς ενδιαφέρον για τους ανθρώπους. Η ηθική των Επικούρειων έχει υλιστική βάση και θέτει ως αξιολογικό κριτήριο, την ευχαρίστηση, όχι ως επιπόλαιη και ασύδοτη επιδίωξη απολαύσεων, αλλά επιλεκτική: περιορίζει τις αναγκαίες ηδονές στο ελάχιστο (φαγητό, ύπνο), επιτρέπει με μέτρο τις μη αναγκαίες (όπως τα εκλεκτά φαγητά) και απορρίπτει τις μη φυσικές και μη αναγκαίες όπως τα πλούτη και η δόξα.
 
Οι ''Σκεπτικοί''<ref>Η ''σκεπτική σχολή'', ήταν τάση της ελληνιστικής φιλοσοφίας που ξεκινά με τον ''Πύρρωνα τον Ηλείο'' τον 4o αι. π.Χ..</ref>, οι οποίοι διακήρυσσαν ότι όλα είναι αμφίβολα και ανέβαλλαν να εκφέρουν την κρίση τους, αναζητούσαν επίσης την ευτυχία και τη σοφία. Η αναζήτηση αυτή χαρακτηρίζεται όλο και περισσότερο από την πολεμική εναντίον των άλλων φιλοσοφικών σχολών, εξαιτίας του ισχυρισμού τους ότι κατείχαν την αληθινή και αναμφισβήτητη απάντηση για τα βασικά προβλήματα της γνώσης και της συμπεριφοράς. Ενάντια στις θέσεις του ''επικουρισμού'' και του ''στωικισμού'', πρόβαλαν αντίθετα, ισοδύναμα επιχειρήματα.
 
====Νεοπλατωνισμός====
Τους τελευταίους αιώνες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο κόσμος βυθιζόταν στις ανατολικές δεισιδαιμονίες. Ο αισθητός κόσμος, σε αντίθεση με όσα είχαν υποστηρίξει οι ''Στωικοί'' και οι ''Επικούρειοι'', θεωρήθηκε ως ο τόπος δυνάμεων εχθρικών προς την ψυχή την οποία κρατούσαν φυλακισμένη. Στόχος και πάλι, ήταν η απολύτρωση, αυτή τη φορά όμως όχι εσωτερική, αλλά εξωτερική, και έτσι, για την αντιμετώπιση των μαγικών δυνάμεων που φυλάκιζαν τον άνθρωπο έπρεπε να βρεθεί μια ισχυρότερη δύναμη την οποία αναζητούσαν σε μυστηριακές, μυητικές τελετουργίες. Τότε εμφανίζεται ο ''Νεοπλατωνισμός'', ο οποίος με τον ''Πλωτίνο''<ref>Λυκόπολις, Αίγυπτος 205 – Ρώμη 270.</ref> παρουσιάζει μια περίπλοκη μεταφυσική, πηγή κάθε μεσαιωνικής και νεώτερης μεταφυσικής. Εμπνευσμένη η μεταφυσική αυτή, εκτός άλλων, από τον ελληνίζοντα ιουδαϊσμό, διδάσκει την μία υπέρτατη αρχή, το ''Εν'' ή ''Αγαθόν''. Η διάρθρωση της πραγματικότητας αποτελείται από το ''Εν'', το ''Νου'', την ''Ψυχή'', τη ''φύση'' και την ''ύλη''. Ο παγκόσμιος ''Νους'' και η παγκόσμια ''ψυχή'' διαχέονται στον κόσμο και τη ζωή, χωρίς όμως να μερίζονται, αλλά υπάρχουν σαν ''αποτυπώματα σφραγίδας σε κερί''<ref>''Εννεάδες'', 4,9,4.</ref>. Οι επιμέρους ανθρώπινες ψυχές ποθούν το ''Εν'' και κάθε ετερότητα για να κερδίσει την ύπαρξη, πρέπει μετέχει στο ''Νου'' και την ''ψυχή'', να χάσει την ετερότητα αυτή και να ενωθεί με το ''Εν''<ref>Σε αντίθεση με την Τριαδική διδασκαλία της Εκκλησίας, το ''Εν'', ο ''Νους'' και η ''Ψυχή'' παρουσιάζουν μόνο ταυτότητα ουσίας χωρίς ετερότητα υποστάσεων, ενώ οι ανθρώπινες ψυχές είναι ομοούσιες του υπέρτατου ''Εν''. Στον Νεοπλατωνισμό δεν υπάρχουν οι τρεις θείες υποστάσεις που ταυτίζονται κατά την ουσία και την ενέργεια αλλά διακρίνονται κατά την αιτία και τον τρόπο υπάρξεως, όπως επίσης δεν υπάρχει ο διαχωρισμός κτιστού-ακτίστου, όπου το άκτιστο είναι ετερούσιο του κτιστού, ούτε δημιουργία ''εκ του μη όντος'' (δηλ. όχι από τη θεία ουσία). Στον χριστιανισμό όλος ο πνευματικός κόσμος (ψυχή, άγγελοι) είναι κτιστός και ετερούσιος του θεού, ενώ στον Νεοπλατωνισμό οι ψυχές είναι ομοούσιες με το ''Εν'' (βλ. Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 248-252).</ref>. Ο νεοπλατωνισμός πάντως, εισδύει και στο Βυζάντιο και διαποτίζει μορφολογικά τη μυστική θεολογία της Ανατολής που είναι πλουτισμένη με την ορολογία της φιλοσοφίας αυτής<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 252.</ref>.
 
===Χριστιανισμός===
Ο Χριστιανισμός, ως νέα θεωρία για την ανθρώπινη μοίρα, παρέμεινε εκτός του πεδίου τής φιλοσοφίας επειδή στηριζόταν στην αποκάλυψη. Χρησιμοποίησε ως όχημα διάδοσης του την κυρίαρχη γλώσσα και τις κυρίαρχες μορφές σκέψης του περιβάλλοντος του. Έτσι, χρησιμοποίησε όχι μόνο την ελληνική γλώσσα αλλά και εκλεκτικά, πολλούς από τους συμβολισμούς της αρχαίας σκέψης, καθώς πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας είχαν διαπαιδαγωγηθεί με την αρχαία ελληνική παιδεία. Έτσι στο [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Βυζάντιο]] αναπτύχθηκε μία ιδιότυπη φιλοσοφική σκέψη συνδεδεμένη πάντα με τον χριστιανικό στοχασμό και την θεία αποκάλυψη.
 
Στη Δύση, οι ιστορικές συγκυρίες οδήγησαν σε μια άκαμπτη στάση της θεολογίας. Η ''πολιτεία του Θεού'', έργο του Αυγουστίνου (354-430), αντίδραση προς την πτώση της Ρώμης από τα φύλα των εισβολέων, δημιούργησε ένα πρότυπο αναφοράς για τη διοίκηση της πολιτείας από την εκκλησία. Όταν η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατέρρευσε από τις βαρβαρικές επιδρομές (5ος αιώνας μ.Χ.) η μόνη εναπομείνασα μορφωμένη τάξη ήταν ο κλήρος ο οποίος δεν περιορίσθηκε μόνο στο καθήκον του να μεταστρέψει στον Χριστιανισμό τους εισβολείς αλλά επιπλέον προμήθευσε τους νέους άρχοντες με εγγραμμάτους υπαλλήλους και ιδιαίτερα νομικούς. Οι Ρωμαίοι θεολόγοι απαιτούσαν ακριβείς φόρμουλες καί λογικά επιχειρήματα, για την εφαρμογή του χριστιανισμού από τους βάρβαρους αυτούς λαούς<ref>Βλ. Runciman Steven, "Ορθοδοξία και ΕΛληνισμός", στο ''Ορθοδοξία - Ελληνισμός, Πορεία στην τρίτη χιλιετία'', τόμ. Α', έκδ. Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου, 2η έκδ., Άγιον Όρος 2002, σελ. 44.</ref>. Έπειτα από τον ''Αυγουστίνο'', οι συγγραφείς του 11ου αιώνα όπως ο Άνσελμος (1033-1109) είχαν εμπνευστεί κυρίως από τον Πλάτωνα, ενώ στην πορεία επικάτησε στον μεσαιωνικό Σχολαστικισμό, η παράδοση του Αριστοτέλη, κυρίως στην επιβλητική φιλοσοφική και θεολογική σύνθεση του ''Θωμά του Ακινάτη'' (1224-1274), ενώ η συνεχής χρήση της διαλεκτικής, έδωσε στον άνθρωπο της Δύσης την συνήθεια της ακρίβειας στις διατυπώσεις των χριστιανικών διδασκαλιών.
 
===Αναγέννηση===
==Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία και Χριστιανισμός==
4.720
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης