Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Πηδάλιον

79 bytes προστέθηκαν, 08:07, 9 Σεπτεμβρίου 2008
μ
Υποσημειώσεις
Τo «'''ΠηδάλιοΠηδάλιον'''» αποτελεί συλλογή κανόνων της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης Εκκλησίας]] που εκπονήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα από τους λόγιους [[Άγιο Όρος|αγιορείτες]] [[Μοναχισμός|μοναχούς]] [[Νικόδημος ο Αγιορείτης|Νικόδημο Αγιορείτη]] και ''Αγάπιο'', σε δημώδη γλώσσα, και περιέχει παράθεση, ερμηνεία και «συμφωνία» των κανόνων των Αγίων Αποστόλων, των [[Οικουμενικές σύνοδοι|Οικουμενικών συνόδων]], των τοπικών συνόδων και των [[Πατρολογία|Πατέρων]] της εκκλησίας, με σκοπό, όπως εξαγγέλλεται στο προοίμιο του βιβλίου, να ωφεληθούν οι χριστιανοί. Στις εκτεταμένες υποσημειώσεις, οι δύο μοναχοί ασχολούνται με πολλά σύγχρονά τους θέματα και συνήθειες, που κάποιες φορές υπερβαίνουν το κείμενο του κανόνα.
===Ιστορικό και περιεχόμενο===
:''«Προς το τέλος της τουρκοκρατίας, εμφανίζονται δύο εξέχοντες κανονολόγοι ο Αγάπιος Λεονάρδος και ο Νικόδημος ο Αγιορείτης, οι οποίοι [...] συνέταξαν την εν έτει [[1800]] το πρώτον εις δημώδη γλώσσαν και μετά σχολίων εκδοθείσαν συλλογήν των Ιερών Κανόνων, την γνωστήν υπό το όνομα «Πηδάλιον», η οποία θεωρείται ως επίσημος συλλογή της Ελληνικής Εκκλησίας.»''<ref>Ό.π., στ. 304</ref>.
Ο βιογράφος του αγΑγ. Νικοδήμου, ιερομόναχος Ευθύμιος, μαρτυρεί ότι ολόκληρη η εργασία του «''Πηδαλίου''» ανήκει στον Νικόδημο τον Αγιορείτη και πως η συνεργασία με τον Αγάπιο δεν προσέφερε ουσιαστική συγγραφική βοήθεια<ref>Πρωτοπρ. Σαράντη Σαράντου, ''Κωδικοποίηση των Ιερών Κανόνων;'', «Παρακαταθήκη», τεύχ. 8, σελ. 14</ref>.
Για την ολοκλήρωση του «''Πηδαλίου''» χρειάστηκαν τρία χρόνια σκληρής εργασίας στη διάρκεια των οποίων ο Άγιος Νικόδημος ανέτρεξε στους Κανονικούς ή Νομικούς Πανδέκτες που προϋπήρχαν, μελέτησε σε βάθος όλο το σχετικό υλικό που βρήκε και συμβουλεύτηκε τους Πατέρες της εκκλησίαςΕκκλησίας. Συστηματοποίησε σε σχετικές εννοιολογικές ομάδες τους ιερούς κανόνες αφού τους πέρασε από αυστηρή φιλολογική κριτική. Ως συγκεκριμένες πηγές αναφέρονται οι εγκεκριμένες από την Εκκλησία ερμηνείες των ιερών κανόνων του ''Ιωάννου Ζωναρά'' (12ος αι.), του ''Θεοδώρου Βαλσαμώνος'' (13ος αι.), του ''Αλεξίου Αριστηνού'' (12ος αι.). Επίσης χρησιμοποίησε το νομοκάνονα του ''Ματθαίου Βλαστάρεως'' (14ος αι.), τις ερμηνείες των ι. κανόνων στα Αραβικά του ''Ιωσήφ του Αιγυπτίου'' (14ος αι.) και τα νομοκάνονα του ''Ιωάννου του Αντιοχέως'' και ''Ιωάννου του από σχολαστικών''. Πιο πριν είχε υπ' όψη του το έργο «Νομοκάνων» του [[Πατριάρχης Φώτιος Α΄|ιερού Φωτίου]] και τη βίβλο ''Index graecorum'' από τα Λατινικά. Τέλος, θεσπίσματα και νόμοι βασιλέων όπως και πολυάριθμες παραθέσεις από έργα εκκλησιαστικών ανδρών συμπληρώνουν τις επιστημονικές του πηγές<ref>Πρωτοπρ. Σαράντη Σαράντου, ό.π., σελ. 16</ref>.
===Κριτική===
Είναι αλήθεια ότι διαφωνίες ακούστηκαν αρκετές φορές, κυρίως για το ύφος του «''Πηδαλίου''». Ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς<ref>Καθηγητής φιλοσοφίας και πολιτιστικής διπλωματίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Διδάκτωρ θεολογίας στή Θεσσαλονίκη και φιλοσοφίας στο Παρίσι.</ref>, ενώ είναι αυτός που τιμά τον άγιο Άγιο Νικόδημο, «''το μεταφραστή του Συμεών του Νέου Θεολόγου''», αυτόν «''που ξαναθύμισε στους Ορθοδόξους τον Γρηγόριο Παλαμά και τη διδασκαλία του''», τον εκδότη της [[ΦιλοκαλλίαΦιλοκαλία|ΦιλοκαλλίαςΦιλοκαλίας]], την οποία ονομάζει «''επίτευγμα''» και «''εμπειρική μαρτυρία της εκκλησιαστικής γνησιότητας''»<ref>Γιανναράς Χρήστος, ''Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα'', Δόμος, Αθήνα 2003, σελ. 189</ref>, ταυτόχρονα, κατηγορεί το «''Πηδάλιον''» για «''λογική της δικανικής θεολογίας των Δυτικών, που προϋποθέτει νομικές κωδικοποιήσεις για ευκολότερη αντικειμενική προσμέτρηση της ενοχής και των συνεπειών της''»<ref>Ό.π., σελ. 204</ref> και θεωρεί «''μάλλον αναπόφευκτο, ένα συνεχώς και μεγαλύτερο πλήθος ανθρώπων να διαρρηγνύει τη σχέση του με την Εκκλησία, ύστερα από μία και μόνη έστω εμπειρία τραυματικής εξομολόγησης με τις προδιαγραφές της δικανικής συναλλαγής»<ref>Ό.π., σελ. 206</ref>.
O αρχιμανδρίτης Ειρηναίος Δεληδήμου, στην εμπεριστατωμένη εισαγωγή του στη φωτογραφική ανατύπωση της Γ' Έκδοσης του ''Πηδαλίου'' (σελ. ιη'-ιθ') αναφέρει σχετικά:
===Η Θέση του «Πηδαλίου» στην Ορθόδοξη Εκκλησία===
Το «''Πηδάλιον''» ανήκει στις «''επίσημες συλλογές''» κανόνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας<ref>Πρόδρομος Ι. Ακανθόπουλος, ''Κώδικας Ιερών Κανόνων'', έκδ. Γ', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 11</ref> και θεωρείται ως η «''πληρεστέρα και πλουσιωτέρα μέχρι των χρόνων των<ref>εννοεί των αγΑγ. Νικοδήμου και Αγαπίου μοναχού</ref> συλλογή»'', ενώ ως «''πληρεστέρα και επιστημονικότερα συλλογή''» μέχρι σήμερα, χαρακτηρίζεται το «''Σύνταγμα των θείων και Ιερών Κανόνων''» των Γ. Ράλλη και Μ. Ποτλή<ref>Σταυρίδης Βασ., «''Οικουμενικόν Πατριαρχείον''», Θ.Η.Ε., τόμ. 9, στ. 776</ref>. Το «''Πηδάλιον''» τυπώθηκε για πρώτη φορά, μετά από κάποιες περιπέτειες, στη Λειψία το έτος [[1800]], ενώ έχει εγκριθεί από την Πατριαρχική Σύνοδο Κωνσταντινουπόλεως το [[1791]] όπως και το [[1841]] κατά τη δεύτερη έκδοσή του.
Ασφαλώς, το περιεχόμενο του αποτελείται από δύο τμήματα: τους Ιερούς Κανόνες και τα ερμηνευτικά σχόλια του αγΑγ. Νικοδήμου. Θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, θεωρείται «''ο μεγαλύτερος από τους νεώτερους κανονολόγους''»<ref>Μπούμης Ι. Παναγιώτης, ''Κανονικόν Δίκαιον'', έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, σελ. 22</ref>, αλλά «''βεβαίως οφείλουμε να διακρίνουμε μεταξύ της συλλογής των ιερών πράγματι κανόνων και του όλου συγγράμματος του «Πηδαλίου», το οποίο εκτός από τους ιερούς κανόνες περιλαμβάνει και ερμηνείες αυτών, ή και διάφορες σημειώσεις και υποσημειώσεις επ' αυτών»αυτών''»<ref>Ό.π., υποσημ. #23</ref>. Είναι γνωστό ότι, στην Ορθόδοξη [[Ιερά Παράδοση|Παράδοση]], μόνον «''η Εκκλησία ως όλον είναι αλάθητος, επομένως [...] ουδείς πιστός, ως άτομον δύναται να είναι αλάθητος''»<ref>Κρικώνης Θ. Χρίστος, ''Η Αυθεντία της Εκκλησίας, το Κύρος της Παραδόσεως της και η Διδασκαλία των Πατέρων'', Univercity Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 271-272</ref>. Όπως σχετικά ο [[Ειρηναίος]] παρατηρεί : «''όπου η Εκκλησία, εκεί και το Πνεύμα του Θεού, και όπου το Πνεύμα του Θεού εκεί και η Εκκλησία και πάσα χάρις''»<ref>Ειρηναίου, ''Έλεγχος'' III, 24, 1, PG 7:966</ref>. Από την άλλη όμωςπλευρά, ο άγιος Νικόδημος περιβάλλεται με κύρος από την η Ορθόδοξη Εκκλησία που «''αναγνωρίζει πλήθος Πατέρων και μετά τoν Ιωάννη Δαμασκηνό''», όπως [...] περιλαμβάνοντας μέσα σε αυτούς «''τo Νικόδημο τoν Αγιορείτη και πολλούς άλλους''»<ref>Τσάμης Γ. Δημητρίος, 'Εκκλησιαστική Γραμματολογία', (ανατύπωση Α' έκδ. 1983), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 20</ref> ενώ , αφού το «''το κύρος του [...] ανεγνωρίσθη [...] και εξήρθη κατόπιν της ανακηρύξεως του ως αγίου της Εκκλησίας''»<ref>Φλορόφσκυ Γεώργιος, ''Αγία Γραφή - Εκκλησία - Παράδοσις'', β' ανατύπ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 155.</ref>.
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, ακόμη και στην περίπτωση που κάποιος εκφράσει διαφορετική άποψη επάνω σε κάποια από τα σχόλια του αγίου Αγίου Νικοδήμου, θα πρέπει ταυτόχρονα να κατανοεί πως οι Ιεροί Κανόνες και ο ρόλος των Ιερών Κανόνων τους στη ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας , δεν μπορεί μπορούν πλέον να αμφισβητηθείαμφισβητηθούν, καθώς έχουν περιβληθεί με «''ακατάλυτο''» Οικουμενικό κύρος:
:«[Οι Ιεροί Κανόνες] ''αποτελούν βασικά κείμενα της όλης εκκλησιαστικής παράδοσης και θεωρούνται κριτήρια τόσο για τον έλεγχο της αυθεντικότητας κάθε νέας μορφής στην οργάνωση και την εκκλησιαστική τάξη όσο και για τη συστηματική καταγραφή τού Κανονικού Δικαίου της Εκκλησίας. Η κατοχύρωση όλων των ιερών κανόνων από την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο του Τρούλλου (692) επιβεβαίωσε το ακατάλυτο κύρος του πνεύματος τους το οποίο λειτουργεί ως κριτήριο συνέχειας και ανανέωσης στην κανονική παράδοση της Εκκλησίας. Το γράμμα των ιερών κανόνων συνδέεται με τις ιστορικές συνθήκες της εποχής κατά την οποία θεσπίστηκαν οι κανόνες αυτοί, αλλά καταγράφουν το διαρκές είναι στο συνεχές γίγνεσθαι της εκκλησιαστικής παράδοσης''»<ref>Φειδάς Βλ., ''Κανών (Καν. Δικ.)'', Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, τόμ. 32</ref>.
[[Κατηγορία:Γραμματεία|Π]]
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Π]]
[[en:The Rudder]]
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης