Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Μάξιμος ο Ομολογητής

34.199 bytes προστέθηκαν, 21:52, 15 Μαρτίου 2015
Η θεολογία του
==Η θεολογία του==
===Θεολογία-Τριαδολογία-Ανθρωπος===
 
Η θεολογία του Μάξιμου μπορεί να χαρακτηριστεί ως αποκαλυπτική θεολογία, δηλαδή ως η θεολογία που εδράζει στην Θεία Αποκάλυψη. Ή θεολογία αυτή είναι η θεολογία στην οποία στηρίχτηκαν ήδη οι πρώτοι απολογητές μόλις κατά το 2ο αιώνα, αλλά και ιδίως οι Καππαδόκες και Αλεξανδρινοί πατέρες<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ.340</ref>. Αλλά η θεολογική καινοτομία του Μαξίμου είναι πως η ερμηνεία της γίνεται αμιγώς Χριστολογικά. Σύμφωνα με το Μάξιμο όλος ο κόσμος είναι μία αποκάλυψη, αυτό είναι και το στοιχείο που τον φέρνει σε ύπαρξη, γι αυτό και ο κόσμος βασίζετε στη θέληση και τη σκέψη Του. Αυτή η θέληση όμως δεν εχει να κάνει με κάποιου είδους ψυχολογική κατάσταση, αλλά αποτελεί στοιχείο της ίδια της ύπαρξής του<ref>Π, Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 278</ref>. Έτσι αποκάλυψη γίνεται πάντοτε δια μέσου του Λόγου όπου κέντρο της και προαιώνια βουλή της είναι ενσάρκωση, η οποία δεν αποτελεί απλώς ένα μεταπτωτικό σχέδιο του Θεού, αλλά βρίσκεται πάντοτε στην προαιώνια βουλή του, ανεξάρτητα από το γεγονός αυτό. Η αποκάλυψη του κόσμου, η αποκάλυψη της δημιουργίας είναι αυτή ο λόγος της ενσάρκωσης και όχι η πτώση των πρωτοπλάστων<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 339</ref>. Ο Λόγος είχε εξ αρχής το σκοπό να ενωθεί με τη σάρκα της ανθρωπότητας για να την θεώσει<ref>G 91, 1305-1308</ref>.
 
Ο Μάξιμος στη ζήτημα της θείας ουσίας είναι πιστός ακόλουθος της πατερικής θεολογίας, επηρεασμένος ιδιαίτερα όμως από τον Ευάγριο και τον Αεροπαγίτη. Η θεία ουσία είναι καθόλα απρόσιτη στη γνωστική ιδιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και ο ανθρώπινος νους είναι δυνατόν να έλθει σε γνώση μόνο μέσω των ενεργειών Της. Έτσι εισάγει την αποφατική θεώρηση της ουσίας του θεού, η οποία δεν είναι μια απλή άρνηση κατά τα μετέπειτα δυτικά πρότυπα, αλλά πλήρης ανικανότητα να αποδοθεί κάποια λογική κατηγορία σε αυτή. Η μόνη γνώση η οποία τελικά μπορεί να υπάρξει, μπορεί να πραγματοποιηθεί δια μέσου της έκστασης η οποία είναι η υψηλότερη βαθμίδα της θεώσεως-η μυστική θεολογία. Ο φυσικός νους δηλαδή κατά τον Μάξιμο αδυνατεί να φτάσει στη θεολογία. Γι αυτό απαιτείται η συνεργία του Αγίου Πνεύματος, το οποίο ικανώνει το νου να υπερβεί το φυσικό και να ενταχθεί σε μία νέα σφαίρα, που ανώτατη βαθμίδα της είναι η έκσταση και η όραση του θεού. Είναι μια κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο, αλλά και του ανθρώπου προς το Θεό. Ο νους όμως σε καμία περίπτωση δε καταργείται και δεν αφανίζεται, αντίθετα εξυψώνεται, διευρύνεται, μεταμορφώνεται<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 343</ref>. Στο σημείο αυτό ο άνθρωπος ανυψώνει το νου και την ύπαρξη εκτός της κτιστής σφαίρας και ανέρχεται στην όραση του θεού, εγκαταλείποντας το εγώ. Εισέρχεται στο στάδιο της αγάπης<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 345</ref>. Έτσι οδηγείται στην τελική βαθμίδα της θεώσεως, όπου βεβαία δεν υπάρχει οτιδήποτε το στάσιμο, αλλά μία διαρκής τελείωση. Είναι η στιγμή που υπαρκτικά και δίχως την προσωπική εξάλειψη της προσωπικής ύπαρξης ή μίας ύπαρξης εκτός των χωροχρονικών και κτιστών δεδομένων, ο νους του Χριστού, εγκατοικεί όχι κατουσίαν, αλλά φωτίζοντας τον ανθρώπινο νου. Αυτή είναι μια βιωματική εμπειρία στην ψυχή του θεωμένου.
 
Τα μυστήριο της τριάδος γνωρίζεται κατά το Μάξιμο μέσω του Λόγου. Ο Θεός είναι τριάδα και συνάμα μονάδα. Αποτελούν ετερότητες, αλλά αδιάσπαστα ενωμένες σε μία μονάδα, χωρίς καμία συγχώνευση ή μίξη. Ταυτόχρονα ενεργούν και επιθυμούν πάντοτε το ίδιο πράγμα. Παράλληλα αναφέρεται με σαφήνεια στο filioque. Ο Πατήρ είναι αιτία τόσο του Υιού όσο και του Αγίου Πνεύματος, κάτι που αναφέρει ότι το ομολογούν και στη Δύση<ref>Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 347</ref>. Μάλιστα οι ίδιοι αναφέρουν πως το Πνεύμα εκπορεύεται δια του Υιού για να δηλώσουν τη συγγένεια και το αχώριστο της ουσίας. Ο Θεός Λόγος , το δεύτερο πρόσωπο της Τριάδος, είναι ο ίδιος ο Θεός της Αποκαλύψεως, ο οποίος με τη Δύναμή του φέρει σε ύπαρξη τον κόσμο, το συντηρεί καθότι στη σχέση του με αυτόν, δηλαδή μέσω των ενεργειών του, τον ικανώνει να μετέχει στις θεές τελειότητες. Ο θεωμενος νους είναι αυτός ο όποιος ικανώνεται να γνωρίσει πίσω από την κτιστότητά του τον Αίτιο και Δημιουργό.
 
Κατά το Μάξιμο η Αποκάλυψη είναι μία. Φυσική και υπερφυσική αποκάλυψη δε νοούνται ως δυο επάλληλα στρώματα, αλλά έχουν κοινό δρόμο. Η πορεία τελικά οδηγεί στη γνώση και τη θεωρία. Έτσι γνωρίζει τους λόγους όντων που κρύβονται πίσω από την κτίση, συνάμα δε και τα θεία πράγματα. Δεν υπάρχει δηλαδή γνώση μέχρι τη φυσική αποκάλυψη και εν συνεχεία κατάκτηση της υπερφυσικής, αλλά μια ενιαία σταδιακή παράλληλη κατάκτηση. Ο κόσμος κατά το Μάξιμο τελικά είναι κτιστός και ριζικά διάφορος από τα Θεό. Δεν είναι αιώνιος, αλλά βρισκόταν στην προαιώνια βουλή Του. Εδώ ουσιαστικά ξεπερνά τον Ωριγενισμό. Αυτό το πραγματοποιεί κάνοντας μία ριζική διαφορά μεταξύ θέλησης του θεού (θέληση στο Μάξιμο σημαίνει σχέση, παράλληλα δε σε όλη τη πατερική γραμματεία, εξυπακούεται την οντολογική ενεργειακή σχέση) και της ουσίας της κτίσης. Το ένα είναι απεριόριστο, το άλλο περιορισμένο, το ένα είναι αιώνιο, το άλλο με αρχή και τέλος. Οι λόγοι αυτοί, τα παραδείγματα, τα πρότυπα, αποτελούν μια δυναμική πραγματικότητα, η οποία δεν αποτελεί απλώς την έννοια, το περίγραμμα, το νόμο, αλλά κυρίως τη διαμορφούσα αρχή του. Άνθρωπος με τη σειρά του έχει κομβικό ρόλο μέσα στη κτίση. Ο άνθρωπος είναι το κέντρο της δημιουργίας που περικλείει δυνητικά όλες τις θείες δυνατότητες και αποτελεί εικόνα του Λόγου. Είναι ένας μικρός κόσμος, μέσα στο κόσμο που καλείται να θεωθεί. Ο κτιστός κόσμος δημιουργήθηκε για χάρη του.
 
Ο άνθρωπος καλείται σε μια ενοποίηση, μακριά από οποιαδήποτε εσωτερική διαίρεση. Ο ίδιος όμως δεν υπήρξε ποτέ ασώματος, παρότι η ψυχή του δεν εξαρτάται από το σώμα, γι αυτό και παραμένει άφθαρτη. Η ψυχή του κατέχει ικανότητες ίσες με τους αγγέλους η οποία γεννάται τη στιγμή της συλλήψεως<ref>Φλόροφσκι, ο.π., σελ. 355</ref>. Εξ αρχής άνθρωπος γεννήθηκε όπως είναι τώρα και αποτελεί ένα, πάρα τη διαφορότητα ψυχής και σώματος. Ο λόγος της διάσπασης είναι η αμαρτία. Και εδώ είναι που έρχεται να αποδώσει νόημα στην έννοια της σωτηρίας και της θεώσεως. Στην Εδέμ οι πρωτόπλαστοι είχαν το ίδιο καθήκον με αυτό που ο άνθρωπος έχει και σήμερα. Το σκοπό της τελείωσης. Αυτό το οποίο άλλαξε, είναι ότι χάθηκε η αρχική μακαριότητα μέσα στην οποία πλάστηκαν και πλέον η εκπλήρωση του σκοπού εκκινά από άλλη βάση. Ο άνθρωπος επιπρόσθετα, είναι εικόνα του λόγου και ως εκ τούτου αποτελεί και αποκάλυψη του Λόγου. Ο Λόγος σαρκούται συνεχώς και η κάθοδος του είναι που οδηγεί στην ανύψωση του ανθρώπου και τελικά τη θέωση. Η Θεία Οικονομία όμως είναι ανεξάρτητη από την ανθρώπινη ελευθερία, γι αυτό η σάρκωση δε θα πρέπει α θεωρείται απλώς απολυτρωτικό έργο, καθώς ναι μεν η ιστορία εξελίσσεται μέσα σε ένα πεπτοκώτα κόσμο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι σε αντίθετη περίπτωση δε θα σαρκωνόταν ο Λόγος. Η σάρκωση είναι το κεντρικό μυστήριο της πορείας της θεώσεως του ανθρώπου ανεξάρτητα από την ιστορική τροπή. Αυτό δεικνύει ότι η σάρκωση αποτελεί ένα μυστήριο πολύ βαθύτερο από το μυστήριο της λυτρώσεως<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 357</ref>.
 
===Χριστολογία-Δυοφυσική και δυοθελητική θεολογία===
 
Η σάρκωση του λόγου κατά τον Μάξιμο είναι το μυστήριο της προαιώνιας βουλής του θεού και το σχέδιο εξαγιασμού της ανθρώπινης φύσης. Γι αυτό αν η ανθρώπινη φύση δε προσέλαβε ακέραιη όλη την ύπαρξή της, τότε το στοιχείο αυτό δεν καθαγιάστηκε και δε μπορεί να ανέλθει στην σφαίρα της θεώσεως, δε μπορεί να κοινωνήσει στην υπόσταση του Λόγου. Η σάρκωση βεβαίως αποβαίνει λύτρωση, αλλά αυτή πρώτιστα οφείλει το γεγονός της όχι στη σωτηρία εξ αιτίας της πτώσης, αλλά στο γεγονός της ολοκλήρωσης της ανθρώπινης ύπαρξης, που θα έπρεπε να συμβεί ανεξάρτητα από αυτό το γεγονός Ο Λόγος προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση ακέραιη και αμόλυντη από τις συνέπειες της πτώσης. Λαμβάνει την ανθρώπινη φύση, όπως οι πρωτόπλαστοι και αυτό συμβαίνει ένεκα της θέλησης του και όχι της φυσικής αναγκαιότητας. Γι αυτό το θέλημα της φύσεως του, δε γνωρίζει διαφθορά και δεν αντιμάχεται ή περιβάλλεται από τα ανθρώπινα πάθη. Η θέληση της φύσεως του, είναι εναρμονισμένη με το Θείο θέλημα, γιατί η ανθρώπινη φύση δημιουργήθηκε κατ εικόνα του Λόγου. Εδώ ο Μάξιμος επιμένει, πως πρώτιστα η πτώση είναι διαφθορά της θελήσεως και πως η υποστατική ένωση διορθώνει τη θέληση<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ.. 361-362</ref>. Για το σκοπό αυτό Θεός Λόγος προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση η οποία είναι πλήρης και ακέραια <ref>PG 91, 156</ref>, με το δικό της θέλημα και τη δική της ελευθερία, πράγμα που αποκλείει οποιαδήποτε σύγχυση, μίξη ή εξαφάνισή της. Ο άνθρωπος μετά την ενσάρκωση, οδηγείται δια της θεώσεως σε μία νέα ιδιαίτερη μορφή υπάρξεως. Η ύπαρξη αυτή, η κατ εικόνα και ομοίωση πλέον κινείται στο δρόμο της ίδιας της ύπαρξης του δημιουργού, με αποτέλεσμα η ανθρώπινη φύση στην υπόσταση του Ιησού, να θέλει και να επιθυμεί την αχώριστη και εναρμονισμένη με το Θεό κοινωνία και άρα να μιμείται την ίδια τη θεία ζωή<ref>Φλορόφσκι, ο.π., 365</ref>. Το θέλημα του θεού, οι θείες δηλαδή ενέργειες διορθώνουν και διαμορφώνουν πλέον το θέλημα του ανθρώπου, δίχως αυτό να αίρει την ανθρώπινη ιδιαιτερότητα ή να εξαφανίζει την ανθρώπινη φύση σε όλες τις εκφράσεις της ή εκφάνσεις της.
 
Κατά τη μονοεργητική έριδα, οι μονοθελητές δέχονταν κατά βάση πως είναι δυνατό, εφόσον μιλάμε για ένα πρόσωπο, τον Ιησού Χριστό, να μιλάμε για μία θέληση και μια βούληση. Σε άλλη περίπτωση, κινδυνεύει σοβαρά η ενότητα του προσώπου. Ο Μάξιμος σε αυτό το σημείο εντοπίζει το πρόβλημα της θεολογικής σκέψης των μονοφυσιτών και παράλληλα την υποβόσκουσα παρεπόμενη θεολογική προοπτική. Αφενός μήπως όταν αναφέρουμε μία θέληση στο πρόσωπο του Χριστού εννοείτε απορρόφηση της ανθρώπινης θέλησης και άρα και κατάργηση της φύσεως με έμμεσο τρόπο ή μήπως εννοείται μία σύνθετη, τρίτη θέληση, σύνθετη των δύο φύσεων. Σε ότι αφορά το δεύτερο στοιχείο το απορρίπτει άμεσα καθώς το όλο είναι αδύνατο να είναι ένα έτερο πράγμα από το συστατικό των φύσεων τους ή μία νέα πηγή θελήσεως, διάφορη από τις θελήσεις της φύσης που βρίσκονται στην υπόσταση του προσώπου. Άλλωστε ο Λόγος προσλαμβάνει σάρκα άρα για τη μόνη θέση που θα μπορούσαμε να μιλήσουμε είναι θέληση του Θεού Λόγου. Αυτό όμως θα οδηγούσε άμεσα στο δοκητικό μονοφυσιτισμό, ο οποίος κατά τη Χαλκηδόνα είχε απορριφτεί, καθώς απομειώνει τη σωτηρία της ανθρώπινης ύπαρξης, δια μέσου της ενώσεώς τους ή της φαινομενικής ύπαρξης της<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 368</ref>. Η θέληση λοιπόν είναι αξίωμα των λογικών όντων που δύνανται να την ασκήσουν ξεπερνώντας το φυσικό θέλημα το οποίο υποκύπτουν τα μη λογικά όντα.
 
Η κατηγορία όμως που αναπτύσσεται πλέον είναι κατά πόσο η φύση είναι πραγματικά ελεύθερη και ουδόλως αναγκάζεται από τη φυσική αναγκαιότητα. Ο Μάξιμος εδώ στρέφει προς τα αλλού το ζήτημα και συνεχίζει με μεγαλύτερη πληρότητα την αλεξανδρινή θεολογία των Αθανασίου και Κυρίλλου. Και ο Θεός έχει φύση , αναφέρει, αλλά αναρωτιέται αν αυτή η φύση τον αναγκάζει για παράδειγμα να είναι αγαθός? Και συνεχίζει πως στα όντα η φύση προσδιορίζει τους στόχους και τα έργα της ελευθερίας, αλλά δε τα προσδιορίζει. Η επιλογή και η ελευθερία είναι δείγμα της θέλησης. Έτσι διαχωρίζει φυσική θέληση και γνώμη<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 369</ref>. Η γνήσια ελευθερία είναι η έλξη της ψυχής προς το Θεό, όχι μία υποχρεωτική κατάσταση, θεολογεί, αλλά μία ορμή αγάπης. Όπως ο Θεός, ο οποίος θέλει και ενεργεί σε πλήρη ελευθερία και μακριά από οποιαδήποτε αναγκαιότητα, δίχως να ταλαντεύεται για το θέλημά Του αυτό. Η πτώση της θελήσεως αυτής, είναι αποτέλεσμα της πτώσης, αποτέλεσμα της αμαρτίας και έχει ως τελικό αποτέλεσμα το διχασμό της θέλησης. Ο Θεός τελικώς δια της υποστατικής ενώσεως, που διατηρεί και τις δύο φύσεις ακέραιες όπως και τις δύο θελήσεις Του<ref>Διάλογος προς Πυρρον PG 91, 337</ref>, θεραπεύει και την θέληση και τη γνώμη, που αποτέλεσαν την πρωταρχική αιτία της πτώσεως. Στην περίπτωση του όμως δεν υπάρχουν αμφιταλαντεύσεις. Γι αυτό και το φυσικό θέλημα της ανθρωπότητας στην υπόσταση του Λόγου, κινείται φυσικά στο να θέλει και αυτή όσα ο Λόγος επιθυμεί. Η σάρκα στην ένωση αυτή βρίσκει την πραγματική φύση και εκφράζει την πραγματική θέλησή της, δίχως καμία ανάμιξη. Παράλληλα δεν υπάρχει ανάγκη να εξαλειφθεί κατά κανένα λόγο το γνωμικό θέλημα αφού αυτό αποτελεί στοιχείο της υποστάσεως<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 278</ref>.
 
Τελικά ο Ιησούς προσλαμβάνει όλες τις αδυναμίες ης ανθρώπινης ύπαρξης. Η πείνα, η δίψα, ο πόνος που είναι συνέπειες της μεταπτωτικής φύσης (αδιάβλητα πάθη). Οι πράξεις αυτές γίνονται με ελεύθερη βούληση του Λόγου. Τελικά προσλαμβάνει την αμαρτία της φύσεως και την απολυτρώνει εκπληρώνοντας το θέλημα του θεού, αποκαθιστώντας την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο.
 
===Ο δρόμος προς τη σωτηρία===
 
Στη σκέψη του Μάξιμου, σχετικά με τη σχέση Θεού- κόσμου και ανθρώπου υπάρχει πάντοτε η ριζική διαφορά άκτιστου και κτιστού, δηλαδή δημιουργού και δημιουργημάτων. Ο Θεός ως προς την ουσία του, αλλά και τη βούληση και θέλησή Του είναι παντελώς διάφορος ως προς την ουσία με τα δημιουργήματά του και άκτιστος. Τόσο η βούληση δηλαδή, όσο και η ενέργεια ανήκουν στην κατηγορία των αυθύπαρκτων και άχρονων δεδομένων. Οτιδήποτε άλλο είναι δημιούργημα, άρα κτιστό και υπόκειται στο νόμο της φθοράς της τρεπτότητας<ref>Π. Χρήστου, Πατρολογία Ε', σελ. 279</ref>. Ο άνθρωπος ως λογικό δημιούργημα όμως δημιουργήθηκε ως εικόνα του Λόγου. Ελεύθερος και αυτεξούσιος. Αυτεξούσιος σημαίνει πως έχει θέληση και η θέληση αυτή είναι τρεπτή με αποτέλεσμα να τον οδηγήσει στην πτώση. Άρα η αμαρτία είναι κατεξοχήν διαστροφή και εσφαλμένη θέληση. Το κακό είναι απομάκρυνση από το Θεό (Ων) και αποτελεί στροφή προς την ανυπαρξία (μη Ων). Έτσι και το πάθος είναι αρρώστια της θέλησης, απώλεια και περιορισμός της ελευθερίας, ανικανότητα του λογικού να ελέγχει τις δυνάμεις τις ψυχής και τελικά υποταγή στις ζωώδεις και στοιχειώδεις δυνάμεις της φύσης του. Ο άνθρωπος περνά στην άγνοια και μέσω αυτής στη λήθη του θεού. Αλλά η ελευθερία αυτή δεν εξαφανίζεται , απλά ατονεί γι αυτό και υπάρχει πάντοτε η δύναμη της βούλησης να επιστρέψει.
 
Στην επιστροφή αυτή ο Χριστός απαλλάσσει τον άνθρωπο και τον ελευθερώνει, αποδεχόμενος δημιουργικά την κίνηση αυτή. Η απελευθέρωση αυτή απαιτεί αγώνα και δοκιμασία. Ο Χριστός έρχεται να θεραπεύσει τη φύση του άνθρωπου, αλλά η βούληση έχει ένα αγωνιστικό δρόμο για να θεραπευτεί και πάντοτε δια των μυστηρίων<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 376-7</ref>. Όταν ενεργήσει η χάρις, τότε ανυψώνει τη φύση του ανθρώπου πάνω από το φυσικό της μέτρο. Την προκαλεί ξεπεράσει τον ίδιο της τον εαυτό, αλλά αυτό γίνεται δίχως επιβολή και βία, προκύπτει μέσα από την οικεία αναζήτηση και την προσωπική ευαισθησία ώστε να αφυπνιστεί η ελευθερία και να ζωογονηθεί η βούληση. Στόχος είναι η ένωση με το Χριστό, η εγκατοίκηση εντός ημών και τα μυστήρια μαζί με τη δοκιμασία, είναι ο μόνος δρόμος για το σκοπό αυτό κατά το Μάξιμο. Η δοκιμασία είναι αγώνας κατά των παθών. Είναι η μετάθεση της θέλησης από το κατώτερο στο ανώτερο, από το γήινο στο θείο. Το γήινο βεβαία στο Μάξιμο δεν είναι εξ ορισμού κακό. Κακό όμως είναι όταν δε δηλώνει το αόρατο, το πνευματικό. Όταν εν ανάγει τον άνθρωπο στο δημιουργό. Τότε γίνεται εφάμαρτο και επικίνδυνο<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 378</ref>. Η προσκόλληση στην κτιστή πραγματικότητα οδηγεί στο πάθος και τελικά τον περιορισμό της ελευθερίας. Παράλληλα τον οδηγεί στην εσφαλμένη χρήση της.
 
Τρεις είναι οι πυλώνες και οι πόλοι της αμαρτίας κατά το Μάξιμο. Υπερηφάνεια, μίσος και άγνοια είναι οι πυλώνες της αμαρτίας, τέρψη και δόξα οι πόλοι της<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 379</ref>. Παράλληλα ο δαιμονικός κόσμος ο οποίος προσπαθεί να δελεάσει τις ψυχές και να τις αποκοιμίσει, εισβάλλοντας στην ψυχή εικόνες αισθησιακές προς επίτευξη των στόχων του. Αλλά η νίκη ανήκει στη βούληση του ανθρώπου και τη δική του εκλογή. Κατά τη δοκιμασία αυτή ο άνθρωπος πρέπει να οργανώσει τη ψυχή του. Θα πρέπει πρώτα δια της άσκησης να εκριζώσει και μεταμορφώσει τα πάθη του έτσι ώστε να επέλθει η κάθαρση, που είναι το πρώτο στάδιο της θέωσης. Έτσι ο νους γίνεται ηγεμονικός, υπερνικά τις κατώτερες αισθήσεις, εγκρατεύει από την φιληδονία και την επιθυμία. Άλλοτε οφείλει να υπερνικά και το ακούσιο πάθος, το οποίο συμβαίνει κατά την αποκοπή των παθών. Η θλίψη δηλαδή που επακολουθεί κατά τη μη τέλεση των παθών αυτών.
 
Ακόμα πιο δύσκολη είναι η νίκη κατά της οργής ή του μίσους. Απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη δοκιμασία και άσκηση. Εδώ απαιτείται νίκη κατά των σκέψεων και των λογισμών. Και η νίκη αυτή επιτυγχάνεται ανατρέποντας το αρνητικό περιεχόμενο των σκέψεων αυτών σε θετικό. Τελικά οδηγείται στην απάθεια, η οποία δεν σκοπεύει μόνο στην αποκοπή των παθών, αλλά και την καλλιέργεια της θετικής στάσης των καλών λογισμών. Όταν επέλθει η απάθεια και η γνώση πλέον, επέρχεται η αγάπη, που είναι η απόλυτη ελευθερία. Η ασκητική πράξη είναι η εξόντωση της υπερηφάνειας που οδηγεί στην αγάπη. Η αγάπη είναι η υπερνίκηση οποιασδήποτε γήινης έλξης και η αφιέρωση του νου στο Θεό. Τελικά οδηγεί στη γνώση και τη φυσική θεωρία. Θεωρία στο Μάξιμο από την άλλη είναι η γνώση εν τω Λόγο η θέαση του κόσμου πια, δια του Θεού. Ο άνθρωπος αναγνωρίζει τις θείες ενέργειες. Το τελικό στάδιο είναι η όραση του Θεού. Η συνάντηση με Αυτόν, η πρόγευση της Θείας μακαριότητας. Αυτό είναι το επίπεδο της καθαράς προσευχής<ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 383</ref>. Εκεί γνωρίζει την υπερούσια τριάδα, μέσα στην ίδια την πλάση και ανανεώνεται κατά την εικόνα της.
 
Η θεολογία της μελλούσης ζωής για το Μάξιμο ακολουθεί τη θεολογία του Γρηγορίου Νύσσης και μέσω αυτού το Ωριγένη. Οι προϋποθέσεις του βέβαια, και ιδίως το δόγμα των δύο θελήσεων, τον οδηγεί συχνά μακριά από το δρόμο τους. Ο Θεός κατά Μάξιμο εν πρώτοις θα αποκαταστήσει τη φύση όλων των ανθρώπων. Αλλά αυτή η ανακαίνιση, δε σημαίνει παράλληλα ότι η θέληση θα μεταλλαχτεί η θα βιασθεί. Η ατομική θέληση και ελευθερία του έκαστου προσώπου δεν γίνεται να παραβιαστεί και να μεταλλαχτεί και αυτό το γνωρίζουμε, διότι το να αναγνωρίζεις το καλό δε σημαίνει απαραίτητα πως το πράττεις. Ο Λόγος την ημέρα της κρίσεως θα αποτελέσει διαφωτιστικό πυρ, ενώ για τους ασεβείς καιουσα φλόγα. Ο Θεός θα αγκαλιάσει όλη τη δημιουργία, όλη την ανθρωπότητα τόσο το καλό όσο και το κακό. Αλλά το μέτρο της μετοχής θα εξαρτηθεί από το βαθμό της δοκιμασίας καθενός. Εδώ παρατηρούμε πως ο Μάξιμος μιλάει για δύο ενώσεις. Την ένωση κατά χάρη, που αφορά τους πάντες και την θέωση κατά χάρη που αφορά τους δικαίους. Όσοι δε βρεθούν μέσα στις ζωοποιητική χάρη του θεού, δεν είναι επειδή ο Θεός κάτι τέτοιο το επιθυμεί, αλλά επειδή οι ίδιοι δε θα επιθυμήσουν τη σωτηρία αυτή. Ο Θεός θα αποκαταστήσει η φύση τους, ίσως δε και τις ψυχικές τους δυνάμεις, σε σημείο να αναγνωρίζουν το Θεό ή ακόμα και να απολέσουν της μνήμη της αμαρτίας τους. Αλλά αυτοί, οι οποίοι έζησαν με επιθυμίες μακριά από την πραγματική τους φύση και άρα του θεραπευμένου θελήματος, εκείνη την ημέρα θα βασανίζονται γιατί ανέβαλαν τη μετάνοιά τους, θα βασανίζονται από τη συνείδηση της παράλογου οδού που πήραν. Αυτό, διότι η μακαριότητα αυτή αποτελεί μία ελεύθερη πλήρη εναρμόνιση του θελήματος του ανθρώπου, με το θείο θέλημα, μέσα από τη μεταμόρφωση και το φωτισμό της ίδια της θελήσεως <ref>Γ. Φλορόφσκι, ο.π., σελ. 387</ref>.
 
===Εκκλησία===
 
==Το συγγραφικό του έργο==
==Αναφορές==
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης