Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ιωάννης ο Χρυσόστομος

597 bytes προστέθηκαν, 12:37, 29 Μαρτίου 2010
μ
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Ο '''Ιωάννης ο Χρυσόστομος''', γνωστός και ως '''Ιωάννης της Αντιόχειας''', είναι [[Άγιος]] , Πατέρας και Πατέρας ιεράρχης της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθοδόξου Εκκλησίας]]. Γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Μικράς Ασίας περί το 349 και μετά βεβαιότητος μεταξύ 344 και 354. Έδρασε στην ίδια πόλη, αλλά και την Κωνσταντινούπολη και τελικά εκοιμήθη εκδιωγμένος από την αυτοκρατορική αυλή το 407, λόγω του αυστηρού ελέγχου που της ασκούσε. Ο ίδιος συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, ένεκα του αξεπέραστου χαρίσματός του στην ομιλία. Διετέλεσε επίσης επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, όπου διακρίθηκε για το σπουδαίο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο που διενήργησε. Τελικά αναδείχτηκε ως ένας από τους πλέον λαοφιλείς ιεράρχες, εξ ου και σήμερα κατατάσσεται στους μεγάλους πατέρες της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης]] και της [[Καθολική Εκκλησία|Καθολικής Εκκλησίας]], αφήνοντας πίσω σπουδαίο, ανεκτίμητο και διαχρονικό συγγραφικό έργο, που αγκαλιάζει όλο το φάσμα των ποιμαντικών και θεολογικών ζητημάτων της εκκλησίας.
Αποκλήθηκε Χρυσόστομος ένεκα του ρητορικού χαρίσματος, κατά το οποίο θεωρείται αξεπέραστος, και διετέλεσε επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Τελικά αναδείχτηκε ως ένας από τους πλέον λαοφιλείς ιεράρχες, εξου και σήμερα κατατάσσεται στους μεγάλους πατέρες της [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξης]] και της [[Καθολική Εκκλησία|Καθολικής Εκκλησίας]].
 
Γονείς του ήταν ο στρατηγός ''Σεκούνδος'' και η ''Ανθούσα''. Η μητέρα του μάλιστα χήρεψε μόλις στα 20 της χρόνια, όταν ο Ιωάννης ήταν μόλις λίγων μηνών, ήταν δε γυναίκα που ξεχώριζε για το ζήλο που επεδείκνυε για την ανατροφή του Ιωάννη, ώστε πολλοί αξιοσέβαστοι άνδρες της εποχής, όπως ο Λιβάνιος<ref> Ο Λιβάνιος στο λόγο '''Προς νεωτέρα χειρεύουσα''' (PG 48,601) αναφέρει για την Ανθούσα «Οίαι γυναίκες παρά Χριστιανοίς εισί»</ref>, εξήραν το ήθος της.
{{Άγιος
| Όνομα = Ιωάννης ο Χρυσόστομος
===Η μόρφωση του Χρυσοστόμου===
Γεννήθηκε στην Αντιόχεια μεταξύ 344 και 354, με πιθανότερη ημερομηνία κοντά στο 349. Γονείς του ήταν ο στρατηγός ''Σεκούνδος'' και μητέρα του η ''Ανθούσα''. Η μητέρα του μάλιστα χήρεψε μόλις στα 20 της χρόνια, όταν ο Ιωάννης ήταν μόλις λίγων μηνών, ήταν δε γυναίκα που ξεχώριζε για το ζήλο που επεδείκνυε για την ανατροφή του Ιωάννη, ώστε πολλοί αξιοσέβαστοι άνδρες της εποχής, όπως ο Λιβάνιος<ref> Ο Λιβάνιος στο λόγο '''Προς νεωτέρα χειρεύουσα''' (PG 48,601) αναφέρει για την Ανθούσα «Οίαι γυναίκες παρά Χριστιανοίς εισί»</ref>, εξήραν το ήθος της. Τα πρώτα γράμματα τα διδάχθηκε από τη μητέρα τουτην ίδια. Εν συνεχεία σπούδασε στη σχολή του Λιβάνιου, δάσκαλου και πολυγραφότατου συγγραφέα, στην Αντιόχεια ρητορική και του Ανδραγαθίου φιλοσοφία. Από την εποχή αυτή μάλιστα διαφάνηκε το ταλέντο της ρητορικής του ικανότητος σε σημείο ο δάσκαλός του Λιβάνιος, να θελήσει να τον κάνει συνεχιστή του έργου του στη σχολή. Η χριστιανική του ανατροφή όμως εμπόδιζε τα σχέδιά του. Επίσης ακολούθησε θεολογικές σπουδές δίπλα στον Καρτέριο και το [[Διόδωρο Ταρσού]], στο λεγόμενο ''Ασκητήριο'', τη μεγάλη θεολογική σχολή της Αντιόχειας, ενώ σπούδασε και ως συνήγορος, εξασκώντας το επάγγελμα για λίγους μήνες. Εν τέλει εγκατέλειψε την δικηγορία και βαπτίστηκε Χριστιανός και σύντομα, όταν έφυγε από τη ζωή η μητέρα του (372 μ.Χ.), αποφάσισε να αποσυρθεί από την κοσμική ζωή ακολουθώντας το [[Μοναχισμός|μοναχισμό]].
===Το έργο του στην Αντιόχεια===
===Χρυσόστομος και Ελληνική Φιλοσοφία===
Ο Ιερός Χρυσόστομος από την αρχή της συγγραφικής του δράσης, μέχρι και το τέλος , είχε διασαφηνίσει τη στάση του, απέναντι στην Ελληνική φιλοσοφία των Ελλήνων, δηλαδή έσυρε σύρωντας διαρκώς μία διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον τρόπο σκέψης των φιλοσόφων και της Εκκλησίας. Αυτό έγινε αναγκαίο αφενός διότι διαρκώς φιλοσοφικές θεωρίες ενεπλέκονταν με τα Εκκλησιαστικά [[Δόγμα|δόγματα αφενός]], δημιουργώντας [[Αίρεση|αιρέσεις]], αφετέρου διότι η Ελληνική φιλοσοφική σκέψη επηρέαζε πολλούς Χριστιανούς στον τρόπο ζωής, αφαιρώντας τη δυνατότητα να κερδίσουν την «''"βασιλεία των ουρανών"''» όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. Δηλαδή Ουσιαστικά ο Χρυσόστομος δεν ασχολείται με το πρόβλημα της αξίας, της ωραιότητας ή της δυνάμεως της φιλοσοφίας, τα οποία σιωπηρώς δέχεται, αφού τη χρησιμοποιεί, αλλά με την ουσία τουςτης, που οδηγεί στην «''απώλεια''». Επίσης Ο ίδιος επίσης απορρίπτει ξεκάθαρα τις απόψεις των αρχαίων Ελλήνων περί Θεού, κόσμου, ανθρώπου και ηθικής, που είναι ξένες και ασυμβίβαστες με την διδασκαλία της Εκκλησίας. Εν τούτοις ο Χρυσόστομος επαινεί πολλές φορές φιλοσόφους όπως ο [[Σωκράτης]] και άλλους ελάσσονες φιλοσόφους όπως το [[Θηβαίος Κράτης|Θηβαίο Κράτη]] και τον [[Κυνικός Διογένης|Κυνικό Διογένη]], όταν διαπιστώνει στην ζωή τους ηθική συμπεριφορά ή περιφρόνηση προς τα υλικά αγαθά , ποτέ όμως και ποτέ για τις μεταφυσικές τους αντιλήψεις. Επίσης καυτηριάζει Καυτηριάζει τον [[Πλάτωνας|Πλάτωνα]] επειδή διότι κατά την άποψή του το πνεύμα του Έλληνα φιλοσόφου είναι φιλόυλο και αντικρούει τον [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] για το θέμα της προσιτότητος προς τον Θεό. Ο Χρυσόστομος μιλάει πάντα για το απρόσιτο , αφού ο Θεός απρόσιτος και ακατάληπτο της Θεότητοςακατάληπτος.
Μερίδα σύγχρονων ερευνητών πιστεύει ότι γενικά οι Πατέρες της Εκκλησίας επεδίωξαν σύζευξη και εναρμόνιση [[Χριστιανισμός|χριστιανισμού]] και [[Ελληνισμός|ελληνισμού]]. Ψάχνοντας χωρία που να το αποδεικνύουν, ανακαλύπτουν το Χρυσόστομο να καταφάσκει τους φιλοσόφους και το έργο τους<ref>Α «'''Τί ούν; κατασκάψωμεν τα διδασκαλία φησίν; ού τούτο λέγω...προσλάβοι ποτέ'''» (Πρός πιστόν πατέρα 11 PG 47, 367) και «'''Ανάγνωθι ει βούλει... και που τελευτά'''» (Εις τη β΄Θεσσαλονικείς, Ομιλία Α΄2 PG 62, 47)</ref>. Έτσι Ο ίδιος λοιπόν είναι ξεκάθαρο ότι σαφές πως αρνείται το περιεχόμενο και τις ιδέες των Ελλήνων φιλοσόφων, αλλά όχι όμως και την ελληνική παιδεία σε ότι έχει να κάνει με την εκμάθηση της τέχνης του λόγου, της ρητορικής, των επιστημών και τον παραδειγματισμό από γεγονότα και πρόσωπα ποιητικών και άλλων κειμένων της αρχαιότητας.
Ο λόγος Η αιτία που τηρεί αρνητική στάση έναντι της ελληνικής φιλοσοφίας έχει ριζικό λόγοριζική αφορμή, τον την οποίο εξηγεί στο υπόμνημά του στην ''Προς Ρωμαίους Επιστολή''<ref>(Oμιλία Γ΄ 1-3)</ref>. Οι άνθρωποι έλαβαν από το Θεό τη γνώση και την αλήθεια αλλά την κατακάλυψαν με ξύλα και λίθους, ώστε προήλθε ανατροπή. Αφορμή είναι η φράση του [[Απόστολος Παύλος|Αποστολου Παύλου]] «''"το γνωστόν του θεού φανερόν εστίν εν αυτοίς..."''»<ref>(Ρωμαίους α΄19)</ref>, το οποίο κατά τον Χρυσόστομο σημαίνει ότι ο Θεός φανέρωσε τον εαυτό του μέσω της κτίσεως και της αρμονίας της, δηλαδή η κτίση περιέχει χώρο διδασκαλίας, που για . Για την κατανόηση του αυτή ο Θεός έδωσε «''"νουν και διάνοια"''»<ref>(PG 60, 415)</ref>, δυνάμεις που άνθρωποι όχι μόνο δε χρησιμοποιούν προς σωτηρίαν, αλλά συνάμα δε τις έστρεψαν σε αντίθετη κατεύθυνση μέσω της φιλοσοφίας τους, μη αναγνωρίζοντας την κτίση και την αΐδια δύναμη και θειότητα.
====Ηθικολογία στωικών;====
 
Μολονότι αυτές υπήρξαν οι απόψεις του Χρυσοστόμου για την Ελληνική φιλοσοφία γενικά και την παιδεία ειδικά, σ'ένα σύντομο κείμενο στο τέλος της ζωής του <ref>(Ο τι εαυτό μή αδικούντα ουδείς παραβλάψαι δύναται PG 52,459-480)</ref> ανέπτυξε με βάση κυρίως πλατωνική και [[Στωικοί|στωική]] ηθικολογία την ιδέα ότι τον ενάρετο και ηθικό δεν μπορεί κανείς να τον βλάψει, διότι τις αδικίες τις αντιμετωπίζει γενναία και τις εκμεταλλεύεται για την τελείωση του.
Οι ομιλίες και τα ζητήματα που πραγματεύτηκε ο Ιερός Χρυσόστομος σε δογματικό επίπεδο, υπήρξαν θέμα έντονης έρευνας και προβληματισμού από τη σύγχρονη θεολογία. Αυτό συμβαίνει διότι υπάρχουν κείμενα τα οποία διασώζονται (η αυθεντικότητα τους είναι επιβεβαιωμένη), και φαίνεται να εκφράζει απόψεις περί ''σχίσματος'' των εκκλησιών και ''πρωτείων'' των Αποστόλων. Επίσης όπως όλοι οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας είναι σαφής για την φύση του προσώπου του Ιησού Χριστού.
Αυτό το οποίο τονίζει είναι ότι προέχει η ενότητα της πίστης και του δόγματος , γιατί διότι διαρκώς κινδυνεύει αυτή να διασπαστεί από κακοδοξίες <ref>(Εις Α΄Κορινθ. Ομιλια Α΄1 PG 61,13_</ref>. Η ένωση αυτή συντελείται από την συμμετοχή όλων στην [[Θεία Ευχαριστία]], και τη συμμετοχή όλων στον ίδιο «''άρτο''»<ref>( PG 61, 100 )</ref>. Πρέπει, αναφέρει, όλα τα μέλη των κατά τόπους εκκλησιών, από τις Ινδίες μέχρι και την Ρώμη<ref>( PG 59, 361-2 )</ref> να αισθάνονται «''έν σώμα και πνεύμα''» και ότι έχουν την ίδια πίστη και να μην ενδίδουν στις κακοδοξίες και τις αιρέσεις που διασπούν την αληθινή ταυτότητα της μίας και μοναδικής αληθινής εκκλησίας<ref>( Απ. Παύλος, Προς Κορινθίους )</ref>, διότι η αληθινή θεία χάρη υπάρχει «''μόνο''» όταν και όπου όλοι στηρίζονται στο αυτό «''θεμέλιο''» και αυτή «''πίστη''»<ref>( PG 61, 72 )</ref>, όταν «''δειχθώμεν πάντες μία πίστιν έχοντες''»<ref>( PG 62, 83 )</ref>. Η πίστη σε αίρεση και σαθρό δόγμα δεν μπορεί να μεταστραφεί προς νίκης της αιωνίου ζωής ακόμα και αν «''μαρτυρίου αίμα''» παραδοθεί, χαρακτηριστικά λέγει.<ref>( PG 62, 85 )</ref>.
Το άλλο ζήτημα στο οποίο λαμβάνει θέση είναι το ''πρωτείο''. Ο Χρυσόστομος αναφέρει σαφώς την υπεροχικότητα έναντι των υπολοίπων Αποστόλων λόγω πίστεως και πνευματικού επιπέδου του Αποστόλου Πέτρου<ref>(Εις Ρωμαίους, Ομιλία ΛΑ 4 G 60,672)</ref>. Είναι σαφής όμως και στα πιστεύω περί πρωτείου, σε σχέση με την έννοια που του αποδίδει η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, όπως αυτό εκφράζεται από τις ομιλίες του, <ref>(Εις Γαλάτας Ομιλία Β΄3 PG 61, 63 και Γαλάτας, κεφ. Α΄11 PG 61, 631-2 ). Αναφέρει (...Μετά τοσαύτα και τοιαύτα κατορθώματα (Παύλος), μηδέν Πέτρου δεόμενος, μηδέ τίς εκείνου φωνής, αλλ'ισότιμος ών αυτώ, όμως απέρχεται είς Πέτρον...)</ref> , αφού χαρακτηρίζει τους Αποστόλους «''ομότιμους''» και εξηγεί την συμπεριφορά του [[Απόστολος Παύλος|Παύλου]] προς τον [[Απόστολος Πέτρος|Πέτρο]], όταν πρώτος τον επισκέπτεται στα [[Ιεροσόλυμα]], λέγοντας ότι δεν είναι κατώτερος αλλά τουλάχιστον «''ισότιμος''». Ένα ακόμα στοιχείο που παραθέτει μιλώντας για τη μη ύπαρξη Πρωτείου είναι ότι όταν ο [[Χριστός|Xριστός]] ανέφερε ότι θα οικοδομήσει πάνω στον Πέτρο την Εκκλησία, το ανέφερε για την ομολογία του και όχι για το πρόσωπο. «''Τώ γούν Πέτρω ειπών "μακάριος ει Σίμων Βάρ Iωννά" και επαγειλάμενος τα θεμέλια της Εκκλησίας, επί της '''ομολογίας''' αυτού καταθήσεται''»<ref>( Εις Γαλάτας, Ομιλία Α΄1 G 61, 611 )</ref>. Τέλος σε ότι αφορά το Πρωτείο αναφέρει ότι οι Απόστολοι χειροτονήθηκαν άρχοντες της Οικουμένης και όχι ενός τόπου ή Έθνους<ref>(Ο τι χρήσιμος η τών Γραφών ανάγνωσις, Γ 4 PG 51,93)</ref> και διερωτάται γιατί δεν «''έλαβε''» τον θρόνο των [[Ιεροσόλυμα|Ιεροσολύμων]] ο Πέτρος αλλά ο [[Ιάκωβος ο αδελφόθεος|Ιάκωβος]], εξηγώντας πως ο ίδιος εχρίσθη «''της οικουμένης διδάσκαλος»<ref>( Εις Ιωαννη Ομιλία ΠΗ 1 PG 59.480)</ref>.
===Το ''Κεκρυμμένο βάθος'' των γραφών===
[[Κατηγορία:Οικουμενικοί Πατριάρχες|Δ]]
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ι]]
[[Κατηγορία:5ος αιώνας|Ι]]
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης