Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ιερά Μονή Χιλανδαρίου

28 bytes αφαιρέθηκαν, 14:58, 22 Νοεμβρίου 2012
μ
καμία σύνοψη επεξεργασίας
| Ίδρυση = τέλη 12ου αιώνα
| Ιδρυτής = Όσιος Συμεών (Στέφανος Νεμάνια)
| Τύπος Μοναστηριού = ΙδιόρρυθμοΚοινόβιο
| Ημερομηνία εορτής = [[Πρότυπο:21 Νοέμβριος|21 Νοεμβρίου]]
| Καθολικό = Εισόδια της [[Θεοτόκος|Θεοτόκου]]
}}
Η '''Ιερά Μονή Χιλανδαρίου''' (ή Χελανδαρίου) είναι μία από τις είκοσι Μονές του [[Άθως|Αγίου Όρους]], της αυτόνομης [[Μοναχισμός|μοναστικής]] πολιτείας που βρίσκεται στη Β. Ελλάδα και στο νότιο τμήμα της χερσονήσου του [[Άθως|Άθω]], της ανατολικότερης από τις τρεις χερσονήσους της ''Χαλκιδικής''. Η ''Μονή Χιλανδαρίου'' είναι σερβική, ιδιόρρυθμηκοινόβια<ref>Ιδιόρρυθμο ''Κοινόβιο'' ονομάζεται το μοναστήρι που δεν όπου ο βίος των Μοναχών είναι κοινόβιοκοινός ως προς την εργασία, έχει δικό του τρόπο ζωήςτα έσοδα, ρυθμό την ενδυμασία, τις δαπάνες, την τραπεζαρία, την προσευχή (Βεργωτής ΓεώργιοςΜαλαβάκης Νίκος, ''Λεξικόν Λειτουργικών Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών και Τελετουργικών ΌρωνΘρησκευτικών όρων'', 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένηΑστήρ, Θεσσαλονίκη 1995Αθήνα 1999, σελ. 10878-79). Στα μοναστήρια αυτά, κοινά για τους μοναχούς παραμένουν ''"η διοίκηση, η προσευχή Οι μοναχοί στερούνται κάθε είδους περιουσίας και τροφή τις Κυριακές ή τις μεγάλες Εορτές, η εργασία και η ενδυμασία. Η διατροφή των άλλων ημερών είναι ατομική μέριμνα του κάθε Μοναχού"'' διατρέφονται από περιουσιακά στοιχεία της μονής που διαχειρίζεται το ηγουμενοσυμβούλιο (Μαλαβάκης ΝίκοςΒεργωτής Γεώργιος, ''Βυζαντινολόγιο-Λεξικό Εκκλησιαστικών Λεξικόν Λειτουργικών και Θρησκευτικών όρωνΤελετουργικών Όρων'', Αστήρ3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Αθήνα 1999Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 65126).</ref> και γιορτάζει τα Εισόδια της [[Θεοτόκος|Θεοτόκου]], στις 21 Νοεμβρίου. Είναι η πρώτη στη σειρά των μονών της ΒΑ. παραλίας και βρίσκεται κοντά στη [[Ιερά Μονή Εσφιγμένου|Μονή Εσφιγμένου]], μισή ώρα περίπου από τη θάλασσα, όπου βρίσκεται μόνο ο αρσανάς<ref>''Αρσανάς'' ή ''Ταρσανάς'' ονομάζεται το παράλιο οίκημα μιας Μονής το οποίο χρησιμεύει ως σταθμός των πλοιαρίων που προορίζονται για την Μονή και επίσης περιλαμβάνει αποθήκες εμπορευμάτων ('''1.''' Βεργωτής Γεώργιος, ''Λεξικόν Λειτουργικών και Τελετουργικών Όρων'', 3η έκδ. βελτιωμένη και επαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 43-43. '''2.''' "Αρσανάς", ''ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟ της Ελληνικής Γλώσσας'', εκδοτικός οργανισμός Πάπυρος, Αθήνα 2005 [CD-ROM]).</ref> του.
==Ιστορικά στοιχεία==
Για την ονομασία του μοναστηριού υπάρχουν διάφορες εκδοχές: για τη μορφή ''Χ'''ε'''λανδαρίου'', πιστεύεται ότι προέρχεται από παλαιότερη εποχή, κατά πάσα πιθανότητα από τον ιδρυτή του πρώτου κτίσματος στο χώρο αυτό ο οποίος λεγόταν ''Χελανδάριος'' ή ''Χελανδάρις'', όνομα που βρίσκουμε σε μια γραπτή μαρτυρία του 10ου κιόλας αιώνα: ''"Έγράψαμε διά Γεωργίου του λεγομένου Χελανδάρι"''<ref>Καδάς Σωτήρης, ''Το Άγιον Όρος. Τα μοναστήρια και οι θησαυροί τους'', Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1995, σελ. 57.</ref>. Είναι πιθανόν το όνομα αυτο να προέρχεται από την ιδιοκτησία ενός βυζαντινού τύπου εμπορικού πλοίου το οποίο ονομαζόταν ''Χελάνδιον'': ''"εκ του χελάνδιον το Χελανδάρις, εκ τούτου δε το Χελανδάριον"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref>. Για τη μορφή ''Χ'''ι'''λανδαρίου'', ερευνητές υποστηρίζουν ότι ετυμολογείται είτε από το ''χίλιοι'' και ''αντάρα'' (ομίχλη), ή από το ''χίλιοι'' και ''άνδρες'', δηλαδή από τον αριθμό των πειρατών που, σύμφωνα με την παράδοση, επιτέθηκαν κάποτε με ληστρικές διαθέσεις εναντίον του μοναστηριού χωρισμένοι σε δύο ομάδες και που αλληλοεξοντώθηκαν λόγω της πυκνής ομίχλης, γιατί ήταν αδύνατο να καταλάβουν ποιοι ήταν οι δικοί τους και ποιοι οι ξένοι<ref>Καδάς, ''Το Άγιον Όρος...'', ό.π.</ref>.
[[Εικόνα:Oros.jpg|thumb|350px|left|Άγιο Όρος]]
Η ίδρυση του μοναστηριού, με τη σημερινή μορφή της χρονολογείται από το 1197<ref>Χατζηφώτης Μ.Ι., ''Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος'', Παπαδήμας, Αθήνα 1999, σελ. 41.</ref> ή 1198<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref> και οφείλεται στον ηγεμόνα της ''Σερβίας'' ''Στέφανο Νεμάνια'' και τον γιο του ''Ράστκο''. Ο δεύτερος, αν και ήταν πρίγκιπας και υποψήφιος διάδοχος του θρόνου, προτίμησε τον μοναστικό βίο, ήρθε κρυφά στο ''Άγιο Όρος'' και έγινε μοναχός με το όνομα ''Σάββας''. Κάποια στιγμή εγκαταστάθηκε στο [[Ιερά Μονή Βατοπαιδίου|Βατοπέδι]] και λίγο διάστημα μετά τον ακολούθησε και ο πατέρας του ''Στέφανος Νεμάνια'', που είχε γίνει κιόλας μοναχός σε μονή της ''Σερβίας'' με το όνομα ''Συμεών''. Οι δύο άνδρες παρέμειναν στη Μονή [[Ιερά Μονή Βατοπαιδίου|Βατοπεδίου]] μέχρις ότου τους παραχωρηθεί, ύστερα από παράκληση του νέου ηγεμόνα των Σέρβων ''Στεφάνου Β΄ Νεμάνια'' (αδελφός του ''Σάββα''), το μικρό και ερειπωμένο τότε κτίσμα του ''Χιλανδαρίου''. Η παραχώρηση επικυρώθηκε με ''χρυσόβουλλο'' του βυζαντινού αυτοκράτορα ''Αλεξίου Γ΄'' του Αγγέλου, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε το Χιλανδάρι ''"όπως είναι τοις Σέρβοις δώρον αιώνιον"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref>. Καθώς ο πρώην ηγεμόνας ''Συμεών'' και ο γιος του ''Σάββας'' φρόντισαν για την ανοικοδόμηση και την επέκταση της μονής, δικαίως θεωρούνται οι πρώτοι κτήτορες και ιδρυτές του μοναστηριού. Μάλιστα, ο ''Συμεών'' (πρ. Στέφανος) εξαιτίας της οσιακής ζωής του, αναγνωρίστηκε και διακηρύχθηκε ως άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και εορτάζεται η μνήμη του στις 13 Φεβρουαρίου<ref>Τσολακίδης Δ. Χρήστος, Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, έκδ. 2η, εκδ. Χ.Δ. Τσολακίδη, Αθήνα 2001, σελ. 168. Βλ. και ''Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας'', τόμ. Β΄. Φεβρουάριος, έκδ. 8η, Αθήναι 2004, σελ. 334.</ref>.
Η ίδρυση του μοναστηριού, με τη σημερινή μορφή της χρονολογείται από το 1197<ref>Χατζηφώτης Μ.Ι., ''Η καθημερινή ζωή στο Άγιο Όρος'', Παπαδήμας, Αθήνα 1999, σελ. 41.</ref> ή 1198<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref> και οφείλεται στον ηγεμόνα της ''Σερβίας'' ''Στέφανο Νεμάνια'' και τον γιο του ''Ράστκο''. Ο δεύτερος, αν και ήταν πρίγκιπας και υποψήφιος διάδοχος του θρόνου, προτίμησε τον μοναστικό βίο, ήρθε κρυφά στο ''Άγιο Όρος'' και έγινε μοναχός με το όνομα ''Σάββας''. Κάποια στιγμή εγκαταστάθηκε στο [[Ιερά Μονή Βατοπαιδίου|Βατοπέδι]] και λίγο διάστημα μετά τον ακολούθησε και ο πατέρας του ''Στέφανος Νεμάνια'', που είχε γίνει κιόλας μοναχός σε μονή της ''Σερβίας'' με το όνομα ''Συμεών''. Οι δύο άνδρες παρέμειναν στη Μονή [[Ιερά Μονή Βατοπαιδίου|Βατοπεδίου]] μέχρις ότου τους παραχωρηθεί, ύστερα από παράκληση του νέου ηγεμόνα των Σέρβων ''Στεφάνου Β΄ Νεμάνια'' (αδελφός του ''Σάββα''), το μικρό και ερειπωμένο τότε κτίσμα του ''Χιλανδαρίου''. Η παραχώρηση επικυρώθηκε με ''χρυσόβουλλο'' του βυζαντινού αυτοκράτορα ''Αλεξίου Γ΄'' του Αγγέλου, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε το Χιλανδάρι ''"όπως είναι τοις Σέρβοις δώρον αιώνιον"''<ref>''ΘΗΕ'', τόμ. 12 (1968), στ. 122.</ref>. Καθώς ο πρώην ηγεμόνας ''Συμεών'' και ο γιος του ''Σάββας'' φρόντισαν για την ανοικοδόμηση και την επέκταση της μονής, δικαίως θεωρούνται οι πρώτοι κτήτορες και ιδρυτές του μοναστηριού. Μάλιστα, ο ''Συμεών'' (πρ. Στέφανος) εξαιτίας της οσιακής ζωής του, αναγνωρίστηκε και διακηρύχθηκε ως άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και εορτάζεται η μνήμη του στις 13 Φεβρουαρίου<ref>Τσολακίδης Δ. Χρήστος, Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας, έκδ. 2η, εκδ. Χ.Δ. Τσολακίδη, Αθήνα 2001, σελ. 168. Βλ. και ''Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας'', τόμ. Β΄. Φεβρουάριος, έκδ. 8η, Αθήναι 2004, σελ. 334.</ref>.
[[Εικόνα:Oros.jpg|thumb|350px|left|Άγιο Όρος]]
Οι αιώνες που αμέσως ακολούθησαν την ίδρυση, ήταν περίοδος ακμής για τη μονή λόγω των πλούσιων δωρεών των Σέρβων ηγεμόνων, με τις οποίες δημιουργήθηκαν και οχυρωματικά έργα των οποίων η αξία φάνηκε το 1307, όταν οι ''Καταλανοί'' επιτέθηκαν στο μοναστήρι. Πλούσιες ήταν και οι δωρεές των ''Παλαιολόγων'' αυτοκρατόρων, ενώ τον 16ο και τον 17ο αιώνα η ακμή συνεχίστηκε κάτω από την προστασία των Βλάχων ηγεμόνων και των τσάρων της ''Ρωσίας''.
588
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης