Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Εκκλησιαστική Ιστορία

42.396 bytes προστέθηκαν, 10:06, 23 Αυγούστου 2008
Mοναρχιανισμός
=== Mοναρχιανισμός ===
 
:’’ Κύριο άρθρο: [[Μοναρχιανισμός]]’’
 
Στην εκκλησιαστική γραμματεία, το κίνημα που επέδρασε καταλυτικότερα από όλα τα άλλα της εποχής ήταν ο [[Μοναρχιανισμός]]. Ο Μοναρχιανισμός ήταν κίνημα ή τάση που αναπτύχθηκε από τα σπλάχνα της εκκλησίας με στόχο τον προσδιορισμό της σχέσης μεταξύ των προσώπων της [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]]. Όμως παρέκλινε της πορείας του συντασσόμενο προς ξένες απόψεις προς τις απόψεις της εκκλησίας, στην προσπάθεια να ανάγει την τριάδα στον Ένα Θεό. Αποτέλεσμα αυτής της εμφάνισης ήταν ακόμα και η εμφάνιση ερίδων στην εκκλησία, όπως των Διονυσίων Ρώμης και Αλεξανδρείας. Οι παρενέργειες της εμφάνισης αυτού του κινήματος συνεχίστηκαν για αρκετά χρόνια και έγιναν ιδιαίτερα εμφανείς στην περίπτωση του Λουκιανού του Αποσυναγώγου, ο οποίος ίδρυσε τη μεγάλη [[Αντιοχειανή Θεολογική Σχολή]], η οποία λειτούργησε καθαρά με Μοναρχιανικές αντιλήψεις στον τρόπο ερμηνείας των Γραφών, αλλά όχι της θεολογικής διδασκαλίας. Αποτέλεσμα αυτού του τρόπου σκέψης ήταν η θεολογική αντίληψη του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]].
 
:’’Δείτε ακόμα: [[Ωριγένης]], [[Κλήμης ο Αλεξανδρεύς]], [[Αντιοχειανή Θεολογική Σχολή]], [[Λουκιανός ο Αποσυνάγωγος]].
 
==Από τον Μέγα Κωνσταντίνο ως και το τέλος της εικονομαχίας==
 
===Η μεταστροφή του Κωνσταντίνου και οι συνέπειες για την εκκλησία===
 
====Η μεταστροφή του Κωνσταντίνου====
 
Η συμπεριφορά του Ρωμαϊκού κράτους σε σχέση με το Χριστιανισμό και η προοδευτική ανοχή έγιναν αντιληπτά από σε προηγούμενη ενότητα. Αυτή η κατάσταση όμως άλλαξε άρδην, όταν ο Κωνσταντίνος έγινε Μονοκράτορας της δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Κωνσταντίνος, είχε μητέρα που είχε ασπασθεί το χριστιανισμό, ενώ από την αρχή της διακυβέρνησής του, είχε δείξει επιεική στάση απέναντι στους χριστιανούς, η οποία εκδηλώθηκε με το διάταγμα των Μεδιολάνων με σαφή τρόπο και κορυφώθηκε με την επικράτηση επί του Μαξεντίου. Η προοδευτική στροφή του προς το χριστιανισμό σήμερα κρίνεται από την ιστορική έρευνα σε 2 άξονες. Αφενός σε μια ενοθεϊστική τάση του Κωνσταντίνου, η οποία προερχόταν από τη συνήθη πολιτική των Ρωμαίων αυτοκρατόρων κατά τον [[3ος αιώνας|3ο αιώνα]], με κύριο εκφραστή τον Αυρηλιανό, πολιτική που ακολούθησε και ο πατέρας του Κωνσταντίνου, κάτι που διαφαίνεται και από τον Ευσέβιο στο «Βίο του Κωνσταντίνου» και αφετέρου σε μια γενικότερη θρησκευτική πολιτική η οποία στο κέντρο της είχε το Χριστιανισμό, που δεν μπορούσε πλέον να τον απορρίψει αφού τα 2/5 της Αυτοκρατορίας του αποτελούνταν από Χριστιανούς. Στο κέντρα αυτής της αλλαγής όμως βρέθηκε και το όραμα του ιδίου, γύρω από το οποίο φαίνεται να περιφέρεται η όλη συμπεριφορά του. Ο Λακτάντιος αναφέρει πως ο Κωνσταντίνος είδε αυτό το όραμα κοιμώμενος, ενώ ο Ευσέβιος περιορίζεται στην Ιστορία του σε απλή επίκληση του Θεού των Χριστιανών<ref>Εκκλ. Ιστορ. 9,9,1-13</ref>, ενώ στο Βίο του Κωνσταντίνου αναφέρει πως είδε όντως όραμα. Μάλιστα ο H.Gregoire αναφέρει πως η επίκληση του Ευσεβίου είναι πλαστή και πως στηρίχτηκε σε παλαιότερη αφήγηση οράματος του Κωνσταντίνου σε ναό του Ηλίου<ref>La Conversion de Constantin, 1931</ref>, όμως αυτή η άποψη δε βρήκε πολλούς υποστηρικτές καθώς η υπερβολική αναπαράσταση ένεκα της ταυτίσεως της ενοθεΐας με τον αυστηρό Μονοθεϊσμό δε φαίνεται να βρίσκουν κοινά σημεία.
 
====Διάταγμα Μεδιολάνων====
 
Η αρχή της ανεξιθρησκείας κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορία ίσχυε για όσες θρησκείες θεωρούνταν religio litica. Βέβαια η εθνική θρησκεία είχε μια ιδιαίτερη πρόταση, καθώς ήταν η θρησκεία του Ρωμαϊκού κράτους. Έτσι ουσιαστικά το ‘’Διάταγμα των Μεδιολάνων’’, το οποίο σήμερα τείνει η ιστορική έρευνα να μην το θεωρεί διάταγμα, καθώς ήταν μια απλή απόφαση η οποία συνοδευόταν από συμπλήρωση οδηγιών στους επάρχους, αποτελούσε επέκταση της ανεξιθρησκείας και για το χριστιανισμό. Σε αυτή την απόφαση ο Κωνσταντίνος καθόρισε ως βασικές αρχές:
 
# Γενική αρχή της ανεξιθρησκείας
#Ένταξη του χριστιανισμού σε αυτή την αρχή
#Ελευθερία επιλογής συνειδήσεως για ένταξη σε οποιαδήποτε θρησκεία
#Άμεση επιστροφή των αλλοτριωθέντων χώρων της εκκλησίας
#Επιστροφή χωρίς αποζημίωση, της εκκλησιαστικής περιουσίας.
 
====Συνέπειες====
 
Οι συνέπειες του Διατάγματος της Ανεξιθρησκείας, είχε σαν αποτέλεσμα την πλήρη θρησκευτική ελευθερία για το χριστιανισμό και την απελευθέρωσή της από τις δεσμεύσεις του παρελθόντος. Συνέπεια αυτού ήταν η αθρόα προσέλευση στους κόλπους της εκκλησίας πολλών «εθνικών» που ως τότε είχαν αναστολές λόγω του νομικού καθεστώτος. Σήμερα κρίνεται ιδιαιτέρα ευνοϊκή η μεταχείριση του Μεγάλου Κωνσταντίνου προς την εκκλησία, που παρότι δεν ανακηρύχθηκε ως επίσημη θρησκεία του κράτους, απέκτησε όμως ισότιμη μεταχείριση με τη εθνική θρησκεία. Οι χριστιανικοί ναοί αυξήθηκαν, ενώ πάρθηκαν και άλλα μέτρα υπέρ της εκκλησίας, όπως τη δυνατότητα κατοχής περιουσιακών στοιχείων, επιχορηγήσεων, την καθιέρωση της Κυριακής ως αργία, η δυνατότητα ανέλιξης Χριστιανών σε ανώτερα αξιώματα της Αυτοκρατορίας. Με αυτές τις ενέργειες ουσιαστικά υποβάθμισε σταδιακά την εθνική θρησκεία η οποία ουσιαστικά διατηρείτο ως επίσημη.
 
===Η θρησκευτική πολιτική των αυτοκρατόρων και η επικράτηση του Χριστιανισμού===
 
<u>[[Κώνστας]]</u>. O Κώνστας μαζί με τον Κωνστάντιο, ήταν οι διάδοχοι του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Διοίκησε το Ανατολικό κομμάτι της Αυτοκρατορίας, με μετριοπάθεια, ακολουθώντας της πολιτική που χάραξε ο πατέρας του. Παρέμεινε πιστός στο δόγμα της [[Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας|Ά Οικουμενικής συνόδου]]. Ακολούθησε όμως συγκεκριμένη πολιτική ενίσχυσης του χριστιανισμού, παίρνοντας μέτρα σε βάρος όλων των θρησκειών, πλην του χριστιανισμού.
 
<u>[[ Κωνστάντιος Β']]</u> ([[337]]-[[361]]). Ο Κωνστάντιος υπήρξε Αυτοκράτορας της Δυτικής ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ενώ μετά το θάνατο του Κώνστα υπήρξε μονοκράτορας. Ο ίδιος συνειδητά ασπάσθηκε τον [[Αρειανισμός|Αρειανισμό]], με αποτέλεσμα να οδηγήσει σε περαιτέρω διάσπαση την ενότητα της εκκλησίας. Από κοινού όμως με τον Κώνστα τήρησαν ομόφωνη στάση στο ζήτημα της «εθνικής» θρησκείας, με μικρές διαφορές λόγω της δυναμικής στις δυτικές επαρχίες. Έτσι απαγόρευσαν τις θυσίες, έκλεισαν αρκετούς εθνικούς ναούς, αν και οι περισσότεροι αυτή την εποχή άρχισαν να εγκαταλείπονται. Παρόλα αυτά διατήρησαν το αξίωμα του μεγάλου αρχιερέα. Ο Κωνστάντιος μάλιστα στη Δύση εφάρμοσε και μέτρα υπέρ των «εστιάδων», ενώ συνέχισε και τις οικονομικές ενισχύσεις των εθνικών ναών. Επίσης ο Κωνστάντιος, δεν βαπτίστηκε Χριστιανός.
 
<u>[[Ιουλιανός]]</u> (361-363). Ο Ιουλιανός διενήργησε την τελευταία ευρεία συντεταγμένη προσπάθεια επαναφοράς της εθνικής θρησκείας, ως επίσημη του κράτους. Σε αυτήν την προσπάθεια, διενήργησε μια πολεμική πολιτική σε βάρος του χριστιανισμού και της επίσημης εκκλησίας, θέλοντας να πετύχει τον ουτοπικό όπως αποδείχθηκε στόχο της επιστροφής της «πατρώας θρησκείας». Έλαβε μάλιστα μέτρα όπως το κλείσιμο ναών, την αποχή Χριστιανών από την κλασσική παιδεία, προέβη σε βέβηλες κατά τους Χριστιανούς πράξεις<ref>Μεταφορά και καταστροφή ιερών λειψάνων</ref>, με αποτέλεσμα να γίνει ιδιαίτερα μισητός. Το εγχείρημα τελικά στέφθηκε με αποτυχία, η οποία ουσιαστικά σήμαινε και το κύκνειο άσμα της «Πατρώας θρησκείας» και την ανάδειξη του χριστιανισμού ως η κυρίαρχη θρησκευτική-κοινωνική δύναμη.
 
<u>[[Ιοβιανός]]</u> (363-364). Ο Ιοβιανός κατήργησε τους νόμους του Ιουλιανού, επανέφερε τους νόμους του Κωνσταντίνου, εφαρμόζοντας ανεξιθρησκεία, ενώ επέστρεψε και τις δημευμένες εκκλησιαστικές περιουσίες.
 
<u>[[Βεσπασιανός]]</u> (364-375) και <u>Ουάλης</u> (364-378). Επί της εποχής τους η Αυτοκρατορία επανήλθε στη διαρχία. Ο Βεσπασιανός ανέλαβε τη Δύση και ήταν αξιωματικός, ένθερμος υποστηρικτής του Χριστιανισμού, που είχε συμμετάσχει και σε αγώνες κατά του Ιουλιανού. Χαρακτηριστικό δε είναι, ότι επιλογή του έγινε από το στενό συνεργάτη του Ιουλιανού Σαλλούστιο. Ο Ουάλης ανέλαβε το ανατολικό κομμάτι και γρήγορα κλήθηκε να αντιμετωπίσει επανάσταση από τον Ιουλιανό Προκόπιο το [[366]], η οποία είχε κίνητρα θρησκευτικά καθώς υποκινήθηκε από οπαδούς της εθνικής θρησκείας. Ο Ουάλης κήρυξε ευρύ διωγμό μετά από αυτόν τον πόλεμο κατά των υποστηρικτών της επανάστασης. Ο δε Βεσπασιανός στη Ρώμη, κατά τον Αμμιανό, κήρυξε επιλεκτικούς διωγμούς κατά της αριστοκρατίας που ακόμα στήριζε της εθνική πίστη. Ουσιαστικά και οι δύο δεν άλλαξαν το θεσμικό πλαίσιο της εθνικής θρησκείας, αλλά εξουδετέρωσαν με την πολιτική τους, τους εθνικούς, δίνοντας περισσότερα προνόμια στους χριστιανούς. Ο Ουάλης όμως ασπάσθηκε τον Αρειανισμό, εφαρμόζοντας σκληρά μέτρα και για τους ακολούθους των οικουμενικών συνόδων, εν αντιθέση με το Βεσπασιανό που δεν αναμίχθηκε στα εσωτερικά της εκκλησίας.
 
<u>[[Γρατιανός]]</u> (375-383). <u>[[Θεοδόσιος Α'| Μέγας Θεοδόσιος]]</u> (379-395). Οι Γρατιανός και Θεοδόσιος ουσιαστικά έκλεισαν τον κύκλο της διαλεκτικής αντιπαράθεσης εθνική θρησκείας και Χριστιανισμού. Ο Γρατιανός παρότι δεν ήταν νόμιμος διάδοχος του θρόνου, συγκέντρωσε στα χέρια του την αυτοκρατορική εξουσία, λόγω του νεαρού του νομίμου διαδόχου, [[Ουαλεντινιανός Β'|Ουαλεντινιανού]]. Αρνήθηκε μάλιστα κατά το Ζώσιμο<ref>Εκκλ. Ιστορ. 4,36</ref>, το προνόμιο του μεγάλου αρχιερέα, ουσιαστικά καταργώντας το. Μαζί με το Θεοδόσιο το [[380]] όρισαν ως κριτήριο ενότητας της εκκλησίας την πίστη των επισκόπων Ρώμης και Αλεξανδρείας, ενώ ένα χρόνο αργότερα θέσπισαν σαν μοναδική αποδεκτή πίστη τον χριστιανισμό, αν και αρχικά η πολιτική αυτή δεν επιβλήθηκε. Ο Γρατιανός στην προσπάθεια που κατέβαλε βρήκε σημαντική ενίσχυση από τον [[Αμβρόσιος Μεδιολάνων|Αμβρόσιο Μεδιολάνων]], ένα δραστήριο και χαρισματικό [[Επίσκοπος|επίσκοπο]], με αποτέλεσμα και την επικράτηση του χριστιανισμού και στη Δύση. Ο Θεοδόσιος ήταν ακόμη διαλλακτικότερος στη θρησκευτική πολιτική του, με αποτέλεσμα να ασχοληθεί περισσότερο με τις εκκλησιαστικές έριδες και τις αποκλίσεις της Ά Οικουμενικής συνόδου. Η άνοδος στο επαρχικό αξίωμα του Ματέρνου Κυνηγίου όξυνε την πολιτική του, σε βάρος των εθνικών, αλλά επανήλθε στη μετριοπαθή προσέγγιση όταν διόρισε τον Ευτόλμιο Τατιανό. Η θρησκευτική του πολιτική όμως επαναπροσδιορίστηκε και πάλι, όταν ξέσπασε επανάσταση υποκινούμε από τον Φλάβιο Ευγένιο και τον πρώην έμπιστό του Νικόμαχο Φλαβιανό, με στόχο την άνοδο στο θρόνο της δυτικής Αυτοκρατορίας αλλά και την αναβίωση της «εθνικής» θρησκείας. Η νίκη του Θεοδοσίου δεν σήμανε έναρξη διωγμών κατά των εθνικών, αλλά με νέα διατάγματα ενίσχυσε ιδιαίτερα τη θέση των χριστιανών στη αυτοκρατορία.
 
Αποτέλεσμα των αλλαγών μεταξύ [[313]] ως και [[527]] ήταν η πλήρης επικράτηση του χριστιανισμού και η καθιέρωση της χριστιανού ως ιδανικού ανθρώπου.
 
===Σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους===
 
Τον [[4ος αιώνας|4ο αιώνα]] η εκκλησία αποτελούσε τη σπουδαιότερη και αρτιότερα οργανωμένη θρησκευτική και κοινωνική οργάνωση στα όρια της Αυτοκρατορίας, κάτι που δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο από τα υψηλά διοικητικά κλιμάκια. Αποτέλεσμα ήταν ο θρησκευτικός μετασχηματισμός της Αυτοκρατορίας και της θεολογικής και κοινωνικής συνειδήσεως της πλειοψηφίας των κατοίκων εντός, αλλά και στα ευρύτερα πλαίσια της, με αφορμή την επαφή με όμορους γεωγραφικά λαούς.
 
Η εκκλησία από τα πρώτα αποστολικά έτη, υιοθέτησε δική της πολιτική θεώρηση, βασισμένη στην Παύλεια θεολογία<ref>Ρωμαίους 13,1 κεξ</ref>, κατά την οποία ο θεσμός της εξουσίας διαχωριζόταν σαφώς από τον εξουσιάζοντα, τον οποίο οι πιστοί έπρεπε να υπακούν όταν οι αποφάσεις του δεν έρχονταν σε σύγκρουση με το Θείο νόμο, αλλά και να προσεύχονται για αυτόν. Η χριστιανική θεολογία ουσιαστικά όμως, ήρθε σε ρήξη με την ισχύουσα στωική εξουσιαστική θεώρηση που έθετε τον βασιλέα ή άρχοντα στο κέντρο μιας θεοδώρητης αποστολής, με στόχο μια οικουμενική αποστολή της αυτοκρατορίας, που οι πολίτες της θα εκπαιδεύονταν στο δίκαιο και τη γνώση, οι δε άρχοντες θα κυβερνούσαν με σοφία, φιλανθρωπία και δικαιοσύνη. Οι χριστιανοί πάνω σε αυτή τη βάση αρνήθηκαν την απόδοση θεϊκών τιμών στους βασιλείς, οδηγώντας σε σύγχυση την κατεστημένη Ρωμαϊκή συνείδηση ότι ο άρχοντας ήταν φορέας θεϊκής εξουσίας και η πίστη σε αυτόν έδειχνε την ακράδαντη αφοσίωση του υπηκόου στην εξουσία του.
 
Όταν η εκκλησία έγινε επίσημη θρησκεία του κράτους, βρέθηκε ενώπιον αντίστοιχων προβληματισμών, αφού οι «pontifex maximus» της «εθνικής» θρησκείας θέλησαν να εισέλθουν στο εσωτερικό της με ανάλογες ή αντίστοιχες αρμοδιότητες. Για την ίδια αιτία Μεγάλος Κωνσταντίνος και Μεγάλος Αθανάσιος, ήρθαν σε ρήξη. Συστηματικά η πολιτική ιδεολογία της εκκλησίας συντάχθηκε από τους πατέρες της εκκλησίας [[Βασίλειος Καισαρείας|Μέγα Βασίλειο]], [[Γρηγόριος Ναζιανζηνός|Γρηγόριο Θεολόγο]] και [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|Ιωάννη το Χρυσόστομο]], που παρά τη σαφή διαφορά στους ρόλους, δεν παρέβλεπε την αρμονική συμβίωση των δύο ρόλων. Το ζήτημα τελικά σχέσεως πολιτείας κράτους, το οποίο έμελλε να καθορίσει την πολιτειακή ταυτότητα της Αυτοκρατορίας, με την ένταξη του χριστιανισμού στις θεμελιακές δομές της, με την οικουμενική προοπτική της στο εσχατολογικό όραμα της πολιτικής πραγματώσεως της, θεσπίστηκε με τον πιο επίσημο τρόπο με τον [[Ιουστινιανός Κώδικας|Ιουστινιανό κώδικα]] και ειδικά με την ΣΤ΄ Νεαρά, οπού φαίνεται ο σαφής διαχωρισμός από το ιερατείο, αλλά και ο σεβασμός του βασιλέως στον θεϊκό νόμο. Αυτές οι αποφάσεις παρέμειναν η βάση των σχέσεων των δύο φορέων ως το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, με εξαίρεση τη σοβαρή κρίση που ταλάνισε για περισσότερο από 100 χρόνια την Αυτοκρατορία, επί [[Εικονομαχία|εικονομαχίας]] και τις καισαροπαπικές αξιώσεις και βλέψεις των Αυτοκρατόρων της περιόδου αυτής, με στόχο την ανατροπή της ιουστινιάνειας βάσης όχι τόσο σε επίπεδο εξουσιών, όσο σε επίπεδο φορέων. Το ζήτημα τελικά διευθετήθηκε με το νομοθέτημα «Εισαγωγή Νόμου» ή «Επαναγωγή» επί [[Πατριάρχης Φώτιος Α΄|Μεγάλου Φωτίου]], κατοχυρώνοντας την «συναλληλία» και «ομοφροσύνη» των δύο εξουσιών, ενώ τέθηκε πλέον ο σαφέστερος διαχωρισμός των τίτλων πλέον, Πατριάρχη – Αυτοκράτορος.
 
 
===Διάδοση του χριστιανισμού===
 
====Γενικά====
 
Η οριστική επικράτηση του χριστιανισμού στον Ελληνορωμαϊκό κόσμο κατά τον 4ο αιώνα υπήρξε άμεση συνέπεια τόσο του διατάγματος των Μεδιολάνων, όσο και της αναγνώρισης ως επίσημης αναγνωρισμένης θρησκείας της Αυτοκρατορίας. Στις αρχές του 4ου αιώνα στην ανατολή ο Χριστιανισμός κειμενόταν μεταξύ 50-60%, ενώ στη δύση περί το 30%. Η κατάρρευση της εθνικής θρησκείας, της οποίας με σαφέστατο τρόπο διαφάνηκε η ζωογόνος εξάρτηση από το κράτος, αλλά και η δυναμική αντιμετώπιση των παγανιστικών αναζητήσεων, εν τέλει συνέβαλε στο θρησκευτικό μετασχηματισμό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, παρά τις κατά καιρούς εμφανίσεις αποκλινόντων Χριστολογικών δογμάτων. Την ίδια όμως εποχή η συναναστροφή της Αυτοκρατορίας με όμορους λαούς, που διακαώς επιδίωκαν την είσοδό τους στα όρια της, επέφερε περαιτέρω εκχριστιανισμό πέρα από τα όρια της Αυτοκρατορίας.
 
====Ανατολή====
 
<u>[[Αρμενία]]</u>. Το πρωταρχικό κήρυγμα του ευαγγελίου στη Αρμενία συνδέεται με τον [[Απόστολος Θαδδαίος|Απόστολο Θαδδαίο]]. Ο [[Τερτυλλιανός]] αναφέρει ύπαρξη Χριστιανών<ref>PL 2,610</ref> στην περιοχή και ο Ευσέβιος<ref>Εκκλ. Ιστορία 4,8,2</ref> αναφέρει τις συνέπειες του διωγμού του Μαξιμίνου στους ντόπιους χριστιανούς. Κύριος απόστολος του χριστιανισμού στην περιοχή υπήρξε ο [[Γρηγόριος ο Φωτιστής]], ενώ το [[300]] ο βασιλιάς Τιριδάτης κατέστησε το χριστιανισμό επίσημη θρησκεία του κράτους. Η διαδοχή στο θρόνο ήταν κληρονομική και έτσι ο διάδοχος του Γρηγορίου, [[Αριστακές]] έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Νίκαιας. Οι σχέσεις της τοπικής εκκλησίας ήταν στενές με την [[Καππαδοκία]] και μάλιστα ο Μέγας Βασίλειος φαίνεται να έπαιξε σημαντικό ρόλο στα εσωτερικά δρώμενα. Μετά την της [[Β΄ Οικουμενική Σύνοδος|Β΄ Οικουμενική σύνοδο]] οι σχέσεις Βυζαντίου-Αρμενίας χαλάρωσαν λόγω της κατάκτησης μεγάλου τμήματος από τους [[Περσία|Πέρσες]]. Σημαντική προσωπικότητα αναδείχθηκε ο [[Ισαάκ ο Μέγας]], ο οποίος κατήρτισε μαζί με τον Μεσράπ, νέο αλφάβητο, ενώ μετέφρασε πατερικά κείμενα. Μετά το διωγμό πολλών [[Νεστοριανισμός|νεστοριανών]], οι οποίοι κατέφυγαν στην Αρμενία, η εκκλησία επηρεάστηκε θεολογικά από τη Νεστοριανή θεολογία, στρέφοντάς την, μακριά από τα δόγματα των οικουμενικών συνόδων.
 
<u>Ιβηρία ([[Γεωργία]])</u>. Η διάδοση του χριστιανισμού στη Γεωργία, ανέρχεται στα αποστολικά έτη και τη δράση του [[Απόστολος Ανδρέας|αποστόλου Ανδρέα]]. Η ευρύτερη διάδοση του χριστιανισμού όμως επετεύχθη κατά τον 4ο αιώνα, με αρωγό την αποστολική δράση της ιεραποστόλου Νίνας, που ενισχύθηκε από τη γειτονική Αρμενία. Μάλιστα Αρμένιοι ιστορικοί υποστηρίζουν, πως η τοπική εκκλησία υπαγόταν στη δικαιοδοσία της Αρμενικής εκκλησίας, αν και κάτι τέτοιο δεν βρίσκει σήμερα πειστικές αποδείξεις<ref>H ιστορική-θεολογική έρευνα υποστηρίζει σήμερα, πως η εκκλησία υπαγόταν στη δικαιοδοσία της Συρο-Περσικής εκκλησίας, ενώ το 451 περιήλθε στη δικαιοδοσία της Κωνσταντινούπολης (Μ.Tarchnisvili, ενθ’αν,182 κεξ)</ref>. Το [[581]] οι Πέρσες κατέλαβαν την ανατολική Ιβηρία. Οι Γεωργιανοί όμως παρά τις πιέσεις παρέμειναν πιστοί στη [[Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Χαλκηδόνια σύνοδο]], παρά την έντονη προσπάθεια των Νεστοριανών και την αποκοπή κοινωνίας από την Αρμενική εκκλησία.
 
<u>[[Περσία]]</u>. Η διάδοση του χριστιανισμού ξεκίνησε τον 4ο αιώνα. Η ιεραποστολή στην Περσία, ενισχυόταν από την Έδεσσα, αλλά λόγω της καχυποψίας των Περσών από την έντονη διαμάχη των δύο κρατών, οι χριστιανοί διώκονταν. Μετά το [[341]] και την 3η οικουμενική σύνοδο, οι Νεστοριανοί εκδιώχτηκαν από το Βυζάντιο και βρήκαν καταφύγιο στην Περσία. Μάλιστα εκεί διέδωσαν απρόσκοπτα το Νεστοριανισμό, καθώς λογίζονταν ως εχθροί του Βυζαντίου, συμμετέχοντας και σε εκστρατείες κατά των βυζαντινών, με αποτέλεσμα τη εντυπωσιακή ανάπτυξη τους.
 
<u>[[Αιθιοπία]]</u>. Η διάδοση στη Αιθιοπία σχετίζεται με την ανάληψη αποστολικού έργου από τον [[Απόστολος Ματθαίος|Απόστολο Ματθαίο]]. Ήδη κατά τον 4ο αιώνα γνωρίζουμε πως στην Αιθιοπία, η ανάπτυξη του χριστιανισμού είναι ραγδαία λόγω του ιεραποστολικού έργου των μοναχών Φρουμέντιου και Αιδέσιου. Ο πρώτος μάλιστα παρέμεινε καθόλη τη ζωή του στην Αιθιοπία και απέκτησε το προσωνύμιο «Πατέρας της αγάπης». Παρά τις συνεχείς προσπάθειες Αρειανοφρόνων στη περιοχή ο [[Αρειανισμός]] δε βρήκε ανταπόκριση, αλλά μετά τη διακοπή σχέσεων με την Κωνσταντινούπολη και το Βυζάντιο, η εκκλησία της Αξώμης περιέπεσε σε παρακμή και επηρεάστηκε από κοπτικές παραδόσεις.
 
<u>[[Αραβία]]</u>. Ο χριστιανισμός ήδη κατά τον 3ο αιώνα είχε διεισδύσει στην Αραβία. Οι εκκλησίες μάλιστα της [[Συρία|Συρίας]] και της [[Μεσοποταμία|Μεσοποταμίας]] είχαν αναλάβει το έργο του ευαγγελισμού της. Όμως μετά τη Χαλκηδόνια σύνοδο σταδιακά πολλοί Άραβες μετεστράφησαν στον αντιχαλκηδονισμό. Την εποχή του Ιουστινιανού, η μονοφυσιτική θεολογία ήταν ιδιαίτερα αποδεκτή στους Άραβες και παρά την προσπάθεια του ιδίου για μεταστροφή, δεν βρήκε ανταπόκριση. Η επιλογή όμως του μονοφυσιτισμού βοηθούσε τα σχέδια του Αυτοκράτορα, καθώς ο μονοφυσιτισμός ήταν ισχυρός αντίποδας τού νεστοριανισμού, με αποτέλεσμα να αποτρέπει περαιτέρω εξάπλωσή του, ενώ έβρισκε και ένα σύμμαχο με κοινό εχθρό, του Πέρσες.
 
=====[[Ισλαμισμός]]=====
 
 
Η αμφιταλάντευση βυζαντινών και Περσών είχε σαν αποτέλεσμα, ειδικά μετά τη νίκη του [[Ηράκλειος|Ηράκλειου]], τη διευκόλυνση των Αράβων για την κυριαρχία νέων έφορων περιοχών. Την ίδια στιγμή ο Μωάμεθ, ένας έξυπνος ποιμένας και έμπορος, συνέθεσε μια νέα θρησκεία με στοιχεία [[Ζωροαστρισμός|Ζωροαστρισμού]], [[Ιουδαϊσμός|Ιουδαϊσμού]], [[Χριστιανιμός|χριστιανισμού]] και [[Μανιχαϊσμός|μανιχαϊσμού]], θεωρώντας εαυτό, ως μέγιστο των προφητών. Οι διάδοχοί του, ιδιαίτερα επωφελήθηκαν της συγχύσεως Βυζαντίου-Περσών, κατακτώντας, Συρία, [[Παλαιστίνη]], [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]], αφομοιώνοντας πλήθος χριστιανών στον ισλαμισμό, ενώ οι εναπομείναντες πιστοί πέρασαν στη δικαιοδοσία των τοπικών εκκλησιών.
 
====Δύση====
 
<u>[[Βησιγότθοι]]</u>. Τον χριστιανισμό τον διέδωσε ο Ουλφίλας, Αρειανός κληρικός, Γοτθικής καταγωγής. Το κήρυγμα του βρήκε ιδιαίτερη απήχηση κατά τον 4ο αιώνα. Μάλιστα ο Κωνστάντιος ενημερώνονταν για το έργο της ιεραποστολής του και διαρκώς τον ενίσχυε. Οι Βησιγότθοι έτσι συνδέθηκαν με τον Αρειανισμό και πιο συγκεκριμένα με την διδασκαλία των ομοίων.
 
<u>[[Οστρογότθοι]]</u>. Ο χριστιανισμός εισήλθε στον λαό αυτό, όταν στράφηκαν προς τον Αυτοκράτορα Ουάλη για βοήθεια, λόγω της επιδρομής των Ούνων. Ο ίδιος επέτρεψε να εισέλθουν στα όρια της Αυτοκρατορίας και να κατοικήσουν σε αραιοκατοικημένες περιοχές. Αρχικά η διείσδυση στους Οστρογότθους ήταν ελάχιστη, κατά τη μετάστασή τους όμως στην κεντρική Ευρώπη και την Ισπανία, όπου και κυριάρχησαν μετά από μακροχρόνιους πολέμους ασπάσθηκαν τον Αρειανισμό, περισσότερο επηρεασμένοι από το έτερο Γοτθικό φύλο. Οι Ορθόδοξοι (Καθολικοί), αρνήθηκαν όμως σε αυτές τις περιοχές να ασπαστούν τον Αρειανισμό. Οι Οστρογότθοι επί Ιουστινιανού καταλυθήκαν, ενώ στα μέρη αυτά μετά την εποχή Ιουστινιανού κατοίκησαν Λογγοβάρδοι, οι οποίοι ασπάστηκαν την πίστη των Οικουμενικών συνόδων.
 
<u>[[Φράγκοι]]</u>. Οι Φράγκοι ως γερμανικό φύλλο, αρχικά διατήρησαν την προγονική θρησκεία τους. Ο βασιλιάς όμως Κλάβιος εκμεταλλευόμενος τις έριδες εκκλησίας – Αρειανισμού κυριάρχησε στην κεντρική Ευρώπη και μετά τη νίκη επί των Αλαμαίων, έχρισε το Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του κράτους του. Οι λόγοι που τον οδήγησαν ήταν η βοήθεια των χριστιανών, αλλά και η επιρροή της χριστιανής γυναίκας του. Οι Βοργούνδιοι αναγνώρισαν την επικυριαρχία των Φράγκων, βαπτιζόμενοι χριστιανοί, ενώ η αποσύνθεση των Γοτθικών φύλλων, ουσιαστικά εξάλειψε τον αρειανισμό από την Ευρώπη κατά τον 6ο αιώνα. Το [[589]] στη σύνοδο του Τολέδο εισήχθη το filioque, το οποίο είχε αρχικά χρησιμοποιηθεί σε σύνοδο του [[547]] στην ίδια πόλη. Τελικά επικυρώθηκε το [[796]] στη σύνοδο της Φρανκφούρτης, ως δογματική θέση.
 
<u>[[Βρετανία]]</u>. Η διάδοση του Χριστιανισμού στη Βρετανία χρονολογείται από τον 3ο αιώνα. Η είσοδος γερμανικών φύλλων όμως αναχαίτισε την ευρύτερη ανάπτυξη του, η οποία επετεύχθη κατά τον 5ο αιώνα. Την ίδια εποχή ο Γρηγόριος ο Α΄ ο Διάλογος, απέστειλε ιεραποστολή από 39 μοναχούς στο Καντέρμπουρι. Με τη βοήθεια μάλιστα του Κεντ Έθελμπεργκ, ηγεμόνα του κρατιδίου η ανάπτυξη υπήρξε εντυπωσιακή. Ο χριστιανισμός δε κατά τον 7ο αιώνα φαίνεται να επικρατεί πλήρως με τη μεταστροφή του βασιλιά Όσγολντ (Oswald) της Νορθούμπρια. Μεγάλη προσωπικότητα με πολυποίκιλο έργο ήταν ο Θεόδωρος ο Ταρσέας, που ίδρυσε θεολογική και ιερατική σχολή και εισήγαγε τη μελέτη πατερικών κειμένων και της Θείας Λειτουργίας στην εκπαίδευση.
 
=====[[Καρλομάγνος]] και [[Βονιφάτιος]]=====
 
Η εντυπωσιακή ανάπτυξη του Χριστιανισμού στο Φραγκικό κράτος οφείλεται σε μεγάλο έργο στο ιεραποστολικό έργο του Βονιφάτιου που σαν στόχο είχε θέσει τον ευαγγελισμό όλων των Γερμανικών φύλων. Ο ίδιος εφάρμοσε τις αποφάσεις της συνόδου του Χέρφρορντ υπό την προεδρία του Θεόδωρου του Ταρσέα. Επίσης ίδρυσε και ένα μοναστήρι, το μοναστήρι της Φούλντας, το οποίο υπήρξε το εφαλτήριο του ιεραποστολικού του έργου.
 
Ο Καρλομάγνος ουσιαστικά βρήκε γόνιμο έδαφος, από τον Βονιφάτιο και επέβαλε με δυναμικό τρόπο το Χριστιανισμό. Ο ίδιος ανέθεσε στον μοναχό Αλκουίνο τη ιεραποστολή στις νέες κατακτήσεις. Ο Αλκουίνος μάλιστα πραγματοποίησε σπουδαίο έργο, δημιουργώντας αξιόλογη θεολογική σχολή στο παλάτι (Academia palatine), ενώ οργάνωσε και σχολές στα σημαντικότερα μοναστήρια. Ήταν υπερασπιστής του filioque, γράφοντας και σχετικές πραγματείες (Adaptionismus, filioque). Ουσιαστικά επί Καρλομάγνου το Φραγκικό κράτος γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη στην οποία παγιώθηκε ο χριστιανισμός στην κεντρική και Δυτική Ευρώπη.
 
=== '''[[Αρειανισμός]]''' και '''[[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος]]''' ===
 
==Υποσημειώσεις==
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
 
==Βιβλιογραφία==
 
* Β. Φειδά, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', Εκδόσεις Διήγηση, 2002
* Β. Στεφανίδη, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', Εκδόσεις Παπαδημητρίου, 1998
 
 
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστική Ιστορία|*]]
4.720
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης