Εκκλησία της Εσθονίας
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Εσθονίας αναγνωρίστηκε ως αυτόνομη με Πατριαρχικό Τόμο τον Ιούλιο του 1923, καθώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγνώρισε ότι λόγω της πολιτικής αλλαγής, ήταν αδύνατη η επικοινωνία με τις εκκλησιαστικές αρχές. Προηγουμένως, ο Πατριάρχης Μόσχας, Τύχων, είχε αναγνωρίσει το 1920 την αυτονομία της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Εσθονίας. Εκεί, το 1931 υπήρχαν άνω των 200.000 πιστών και 155 ενορίες.
Μετά την κατάληψη της Εσθονίας από τα σοβιετικά στρατεύματα το 1940, κατά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, η κανονική εσθονική ιεραρχία αναγκάστηκε να διαφύγει στη Σουηδία, όπου παρέμεινε με τη συμπαράσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και από τις 6/3/1945 που η Εκκλησία προσαρτήθηκε στο πατριαρχείο Μόσχας, ο μητροπολίτης Αλέξανδρος από τη Στοκχόλμη διηύθυνε τους εξόριστους ορθοδόξους Εσθονούς.
Το 1996, τέσσερα χρόνια μετά την ανεξαρτητοποίηση της Εσθονίας, το Πατριαρχείο αποφάσισε να αποκαταστήσει την Εσθονική Εκκλησία. Με απόφαση στις 20 Φεβρουαρίου 1996 επανενεργοποιήθηκε το αυτόνομο καθεστώς και ορίστηκε τοποτηρητής ο Αρχιεπίσκοπος Καρέλιας και πάσης Φιλανδίας Ιωάννης. Στις 9 Μαρτίου 1999 Κληρικολαϊκή Συνέλευση πρότεινε ως νέο Μητροπολίτη Ταλλίνης και πάσης Εσθονίας τον τότε Επίσκοπο Ναζιανζού Στέφανο (Χαραλαμπίδη). Η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου αποδέχτηκε την απόφαση της Κληρικολαϊκής Συνόδου και προχώρησε στην εγκατάστασή του (ενθρόνιση) στις 21 Μαρτίου του ιδίου έτους. Η ενέργεια αυτή παρολίγο να προκαλέσει σχίσμα μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Μόσχας, η οποία παραμένει η μόνη Ορθόδοξη Εκκλησία που αρνείται να αναγνωρίσει την αυτονομία και την ιεραρχία της Εσθονικής Εκκλησίας.
Βιβλιογραφία
- Βασ. Σταυρίδης, "Εσθονίας, Μητρόπολις", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 5, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1964, στ. 908-910
- Kalmar Ulm Μελέτιος, Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Εσθονίας στο παρελθόν και το παρόν και η σχέση της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο (διδ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 2006