12.426
επεξεργασίες
Αλλαγές
Αίρεση
,→Ετυμολογία και ιστορική χρήση
Ως '''αίρεσις''' στην [[Ελληνική γλώσσα]], αποδίδεται η έννοια της κατάκτησης και της κατάληψης, εφόσον η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα ''αιρέω''. Αν ετυμολογείται από το ''αιρέομαι'', τότε στα πλαίσια της [[αρχαία ελληνική γραμματεία|αρχαίας ελληνικής γραμματείας]] σημαίνει το ''εκλέγειν'', το δικαίωμα εκλογής, την ελέυθερη σκέψη, την ελεύθερη βούληση την ελεύθερη επιλογή, τη [[Φιλοσοφία|φιλοσοφική]] και τη [[Θρησκεία|θρησκευτική]] αίρεση. Ως ''αιρετικός'' νοείται εκείνος που είναι ικανός να εκλέγει, που δεν υιοθετεί τις παρεδομένες αντιλήψεις και ιδέες. Σύμφωνα με τη σύγχρονη έννοια του όρου -εκείνος δηλαδή που στην αρχαιότητα αποκαλείτο ''αιρετιστής''- είναι ο οπαδός, μιμητής ή εκείνος που ανήκει κυρίως σε θρησκευτική και δευτερευόντως σε ό,τι έχει χαρακτηρισθεί ως επιστημονική αίρεση. Οι αιρέσεις ως παρεκκλίσεις, αποσχίσεις από την βασική αρχή είναι δυνατόν να ταξινομηθούν σε [[Επιστήμη|επιστημονικές]], ιδεολογικές και θρησκευτικές.
Η αρχική χρήση της λέξης ''αίρεσις'', αναμφιβόλως δεν είχε αρνητική χρειά στην αρχαιότητα. Έτσι Η ''αίρεση'' αρχικά αναφερόταν σε «''μία γνώμη, θεωρητική ή φιλοσοφική που έπαιρνε κάποιος προς ένα θέμα''»<ref>Ιω. Ζηζιούλα, «''Ελληνισμός και Χριστιανισμός''», Εκδόσεις Αποστολικής Διακονία, Αθήνα 2003, σελίς 146</ref> και έτσι χρησιμοποιήθηκε για να καταδείξει τις τάσεις των διαφόρων φιλοσοφικών ρευμάτων ή συστημάτων. Μάλιστα «''η έκφραση γνώμης και η δημιουργία σχολών σκέψεως ήταν κάτι που καλλιεργούσε ιδιαίτερα ο Ελληνισμός και που αρχικά δε δημιουργούσε καμία δυσκολία στις σχέσεις του προς τον Χριστιανισμό''»<ref>ενθ.αν.</ref>. Σταδιακά όμως η λέξη απέκτησε τη σημερινή αρνητική χρειά, λόγω του χρωματισμού της έννοιας που αποδόθηκε από την ''εκκλησία'', ώστε να διαχωρίσει την ορθή πίστη, από τις διάφορες αναφυούσες χριστιανικές ομολογίες. Ο Ουσιαστικά αυτό συμβαίνει από την εποχή που εκλαμβάνεται ως τεχνικός όρος. Έτσιο αρνητικός χρωματισμός της σημερινής έννοιας της λέξεως αίρεση, δε διαφαίνεται στα ευαγγέλια, αν και την εποχή του Χριστού, οι [[Φαρισαίοι]], οι [[Σαδδουκαίοι]] και οι [[Εσσαίοι]] αποτελούσαν αιρέσεις του Ιουδαϊσμού. Κατά το δεύτερο αιώνα όμως λόγω της αύξησης του χριστιανικού ποιμνίου και την εμφάνισης πολλών δογματικών αποκλίσεων, οι αποστολικοί πατέρες, αλλά και απολογητές σταδιακά χρησιμοποίησαν τον όρο αυτό ώστε να καταδείξουν το στρεβλό και λάθος δογματικό προσδιορισμό, άλλων δογματικών προσεγγίσεων.
== Η αίρεση στην ορθόδοξη θεολογία ==