Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Απολογητές

276 bytes αφαιρέθηκαν, 16:23, 17 Σεπτεμβρίου 2008
μ
Τα προβληματικά σημεία της διδασκαλίας περί Λόγου
Τα κύρια προβλήματα τα οποία κυριαρχούν στη θεολογία περί λόγου των ''απολογητών'', θα λέγαμε ότι είναι κυρίως δύο. Αφενός μεν το μοντέλο ''ενδιαθέτου και προφορικού Λόγου'', αφετέρου δε η υποταγή του Λόγου στον [[Θεός Πατήρ|Πατέρα]]. Τα στοιχεία λοιπόν αυτά θα λέγαμε πως πράγματι διορθώθηκαν μεταγενέστερα από την εκκλησία. Οι τάσεις αυτές εν προκειμένω όμως έχουν ένα κοινό παρονομαστή. Να εξάρουν την απόλυτη υπερβατικότητα του Θεού. Οι διδασκαλίες αυτές θα λέγαμε, πως αν απομονωθούν οδηγούν σε συμπεράσματα, [[Μοναρχιανισμός|μοναρχιανισμού]], τόσο ''τροπικού'', όσο και ''σαβελλιανιστικού''. Από τη μία η μη προσωπική υπόσταση του Λόγου, μέχρι να γεννηθεί, οδηγεί τον Υιό σε μία κατάσταση ιδιάζουσας δύναμης της θεότητας, που αμέσως κινείται προς ''Σαβελλιανισμό'', από την άλλη η υποταγή θα λέγαμε ότι οδηγεί στον ''Μοναρχιανισμό'' του ''Παύλου Σαμοσατέως'', ο οποίος δήλωνε Λόγο κτιστό και υποταγμένο, ουσιαστικά πρόδρομο του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]], με την λεγόμενη εν χρόνω γέννηση του Λόγου και τη θεότητα να εννοείτε μόνο κατεπίφασην , αλλά όχι ουσιαστικώς. Φυσικά αυτά τα διλήμματα μόνο ως μία ακραία έκφραση των όσων παραπάνω παρατέθηκαν θα μπορούσαν να νοηθούν. Αυτό διότι ο ''Σαβελλιανισμός'' υποθέτει πάντοτε το Λόγο ανυπόστατο, κάτι που αποδείχθηκε πως δεν ισχύει στους απολογητές, αφού είναι βέβαιη κατά απόλυτο τρόπο η διδασκαλία περί υποστατικής και προσωπικής υπάρξεως του Λόγου στην [[Παλαιά Διαθήκη]]. Από την άλλη, η υποταγή, θα μπορούσε να οδηγεί σε ''Αρειανιστική'' συλλογιστική, αν ο Υιός δεν ήταν πλήρης και φύσει Θεός και αν δεν υπήρχε πάντοτε αϊδίως ''"εν των Πατρί"'', καθώς κατά τον [[Άρειος|Άρειο]], ο ''Πατήρ'', είχε εποχή που ήταν μόνος, κάτι που επίσης δε δέχονται οι απολογητές. Ταυτόχρονα η υποταγή αυτή αποκλείει κάθε κτιστότητα για το Λόγο, όπως καταδείχτηκε από τη διδασκαλία στον οικείο τομέα.
Παρόλα αυτά το ερώτημα παραμένει. Για ποιο λόγο οδηγήθηκαν τα μέλη αυτά σε τέτοιες προτάσεις; Οι απολογητές άλλωστε είναι αυτοί οι οποίοι για πρώτη φορά στην παγκόσμια φιλοσοφία και θρησκειολογία, θα θέσουν την αποκάλυψη ως το μέσο της γνώσης. Από που λοιπόν και γιατί προήλθαν τέτοιες αστοχίες στην θεολογία τους; Εν πρώτοις θα πρέπει να ρίξουμε μια στενή ματιά στη γραμματεία τους και συνάμα στο ιστορικό υπόβαθρο της εποχής και να τονίσουμε τα δύο σημαντικά κριτήρια τα οποία πρέπει να λαμβάνουμε υπόψην μας, μελετώντας τα συγγράματά τους. Πρώτον «''ότι δεν είναι δυνατόν να εννοήσει κανείς σωστά τη θεολογία και ειδικότερα τη χριστολογία των Απολογητών στην ορθή τους έννοια, αν δεν έχει με σαφήνεια στο νου το απολογητικό πλαίσιο της σκέψης που εκτίθεται στις απολογίες''» και δεύτερον αν δεν κατανοήσει πως «''η Ρώμη συνέχεε το χριστιανισμό προς τα μεσσιανικά θρησκευτικά κινήματα της Παλαιστίνης, που είχαν πολιτικό χαρακτήρα [με αποτέλεσμα] την υποδαύλιση του μίσους κατά των χριστιανών που στηριζόταν στην απομάκρυνσή των από τον ειδωλολατρικό τρόπο ζωής, στη λατρεία των χριστιανών που γινόταν κατ ιδίαν και στα κρυφά…και στην άρνησή της να δεχτεί οποιονδήποτε συμβιβασμό μεταξύ του Χριστού και του Καίσαρα, στο γεγονός ότι ο αρχηγός της νέας πίστης σταυρώθηκε από τη Ρώμη, σαν ένας κοινός επαναστάτης''»<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 127</ref>. Τα ανωτέρω λοιπόν γνωρίσματα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ξεκαθαριστεί ότι μεγάλος βασικός στόχος των απολογητών είναι να αποδειχθεί ότι ο χριστιανισμός δεν είναι πολιτικό κίνημα για ανατροπή του κράτους, αλλά μια θρησκευτική δύναμη που εξυγιαίνει τα πάντα και σε αυτή τη λογική η λογική για τα δεδομένα της εποχής απαίτηση του Αυτοκράτορα για λατρεία, θα εύρισκε μάλιστα ισχυρά πατήματα λόγω του γεγονότος της σταύρωσης, με αποτέλεσμα να παρατηρείται υπερτονισμός του Λόγου, αλλά εξασθένηση της χριστολογίας<ref> Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά ...» το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 123</ref>. Μία τρίτη διάσταση είναι η προσπάθεια των απολογητών να αποδείξουν στο μορφωμένο εθνικό περιβάλλον ότι ο χριστιανισμός ως φιλοσοφία δεν υπολείπεται σε τίποτα του ''πλατωνισμού'', του ''νεοπλατωνισμού'' και του ''στωικισμού''<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 128</ref>. Έτσι τελικά γίνεται αντιληπτό πως οι απολογητές «''δεν έγραψαν τα έργα τους γενικά μέσα στην άνεση του φιλοσοφικού σπουδαστηρίου, αλλά βρισκόμενοι κάτω υπό πίεση επιζητώντας με κάθε τρόπο να πείσουν τους διώκτες τους''»<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 129</ref> και παρότι ήσαν ικανότατοι θεολόγοι, οι ίδιοι λόγω των περιστάσεων τόνισαν και αλήθειες οι οποίες:
: «''δεν είναι χαρακτηριστικές του χριστιανισμού, αλλά της θρησκευτικής φιλοσοφίας της εποχής, του Στωικισμού, του Μέσου Πλατωνισμού, παρά το γεγονός ότι η δύναμη και των μη χαρακτηριστικά χριστιανικών αυτών αληθειών βρίσκεται για τους απολογητές στην αποκάλυψη των αληθειών αυτών από τη διδασκαλία του Χριστού''»<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 128</ref>.
Γι αυτό το λόγο και η διδασκαλία αυτή όπου ανευρίσκει προβληματικά στοιχεία:
: ''δεν είναι χαρακτηριστικά της πίστεώς τους, διότι μέσα από τα κείμενά τους η θεολογία δείχνει μία εικόνα γι αυτούς που είναι για τους εκτός πίστεως ανθρώπους, δίχως να επηρεάζει τη δική τους εικόνα για το Χριστό''<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 131</ref>.
Τελικώς λόγο της πρότασης της κοσμολογικής εικόνας, η οποία ουσιαστικά υπαγορεύεται από τον τρόπο φιλοσοφικής όρασης της εποχής και εν πολλοίς από το [[Γνωστικισμός|Γνωστικισμό]]:
: ''εξελληνίζεται η έννοια του Λόγου και τονίζεται η σχέση του ιστορικού Ιησού με τη θεότητα<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 131</ref>, δίχως να εξαντλεί και να αντιπροσωπεύει με πληρότητα το ουσιώδες της πίστης τους για τον Ιησού<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 134</ref>.
Ενώ λοιπόν το κίνητρό τους είναι εν μέρει κοσμολογικό, περισσότερο κινούνται από απολογητική διάθεση να κάνουν κατανοητή τη χριστιανική πίστη για τον Ιησού με τη βοήθεια της κοινής στην παιδεία της εποχής τους έννοια του Λόγου<ref>Message evangelique et culture hellenistique aux IIe et IIIe siecles Tournai, 1961, page 90</ref> και εξ αυτού οι απολογητές μπορούν νοηθούν πιο πολύ ως χριστιανοί παρά ως φιλόσοφοι, οι οποίοι σαν άνθρωποι της εποχής τους, κατά κάποιο τρόπο δένουν με την εμπειρική της Εκκλησίας πίστη στον Ιησού, ως το Χριστό και Λόγο. Σε κάθε περίπτωση όμως δε θα πρέπει να λησμονείται και να απαξιώνεται το έργο των απολογητών, διότι αυτό «''κρύβει ένα θησαυρό χριστολογικής εξήγησης της Π.Διαθήκης, όχι μόνο ως Λόγος του [[Γιαχβέ]], αλλά ως άγγελος Κυρίου, η δόξα κυρίου, η βάτος...[αλλά] περιορίζεται διότι αυτό πιθανώς ενοχλεί τον αυτοκράτορα λιγότερο''»<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 140</ref>
===Κτίση και οντολογία===
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης