Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Απολογητές

47 bytes προστέθηκαν, 09:31, 20 Ιουλίου 2008
μ
Η σπουδαιότητα των απολογητών
Οι απολογητές προτάσσουν την αρχαιότητα της πίστεώς τους, η οποία επιτυγχάνεται με την προβολή της οργανικής ενότητας των Γραφών, [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς]] και [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], την πνευματικότητα της ζωής αυτών και καταπιάνονται με ζητήματα περί [[Θεός|Θεού]], Λόγου, [[Ανάσταση|αναστάσεως]], προνοίας, [[Ψυχή|ψυχής]] κ.α. Σε δεύτερη φάση προτάσσουν την καθαρότητα του βίου των χριστιανών, της [[Αρετή|αρετής]] και της αγάπης που ελευθερώνει πραγματικά τον άνθρωπο οδηγώντας τον σε αγαθές σχέσεις προς τον συνάνθρωπο και το περιβάλλον και επιτίθενται για τους διωγμούς που επιδέχονται, χωρίς να πράττουν κάποιο ηθικό παράπτωμα, αλλά διότι ομολογούν το ένα όνομα του «[[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]]». Παρατηρούμε πως δεν επιμένουν τόσο στις λαϊκές κατηγορίες, γιατί προφανώς θεωρούν πως αυτές αναιρούνται ευκόλως, αντιθέτως επιμένουν σε μία θεμελίωση των χριστιανικών παραδοχών, που τόσο παράλογες φαίνονταν στο εθνικό περιβάλλον, βασίζοντας την απολογητική τους με κέντρο τον άνθρωπο. Αντιθέτως η πολεμική απολογητική η οποία κατά βάση προέρχεται από απολογητές εκτός του ελληνιστικού περιβάλλοντος μένουν σταθερά σε μία καταγγελτική τακτική κατά της ειδωλολατρίας, με στόχο ακόμα και τη διακωμώδηση της πρακτικής αυτών, προτάσσοντας δε «''το δόγμα της ανάστασης των νεκρών, τη θεότητα του Ιησού Χριστού και την ενότητα του Θείου''»<ref>Δημήτριος Τσάμης, «Εκκλησιαστική Γραμματολογία», σελίς 52</ref>. Επισημαίνουν την αταξία των εθνικών θεών, την οργιαστική λατρεία, την ανηθικότητα του βίου και της τέχνης, την αστάθεια των διδαχών της. Τέλος παρατηρούμε πως αναφορές σε θαύματα είναι λιγοστές «''γιατί την εποχή αυτή δρα πλήθος θαυματοποιών και μάγων''»<ref>Δημήτριος Τσάμης, «Εκκλησιαστική Γραμματολογία», σελίς 51</ref>.
==Η σπουδαιότητα σημαντικότητα του έργου των απολογητών==
Η σπουδαιότητα των της ''απολογητώναπολογητικής γραμματείας'' για το χριστιανισμό, έγκειται αρχικά στην απόκρουση και διαφύλαξη της εκ των Ιουδαίων επιρροής. Δεύτερον την πιθανή συμπάθεια που απέκτησαν υπήκοοι της αυτοκρατορίας, ιδίως δε ίσως και της συμπαθείας αυτοκρατόρων με αποτέλεσμα τη σταδιακή επιείκεια της διωκτικής εντάσεως. Τρίτον τη διασύνδεση με την Ελληνική [[φιλοσοφία]] και κατ επέκταση την ελληνική διανόηση και τέλος τη σταθερή διασύνδεση του χριστιανισμού με την [[Παλαιά Διαθήκη]] τη στιγμή που τα γνωστικά συστήματα κινούνταν προς μία τάση απόρριψης.
Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η επιρροή των απολογιών αυτών στο εθνικό περιβάλλον, ειδικώς δε στο αυτοκρατορικό περιβάλλον, αν και κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να εξακριβωθεί. Πιστεύεται όμως πως η ελαστικότητα μερικών εξ αυτών, όπως ο ''Κόμοδος'' ή ο ''Αντωνίνος'', προήλθε από την εκτίμηση τέτοιου είδους συγγραμμάτων. Με βεβαιότητα όμως θεωρείται πως η ''απολογητική γραμματεία'' επηρέασε πολύ το γενικότερο περιβάλλον, σταδιακά δε και εκείνων οι οποίοι περιφρονούσαν το χριστιανισμό. Είναι χαρακτηριστικό πως πλειάδα απολογητών προήλθε εκ του οικείου περιβάλλοντος. Η σύζευξη άλλωστε με το περιρρέον περιβάλλον και τη φιλοσοφία ήταν αναπόφευκτη, από τη στιγμή που ο χριστιανισμός έπρεπε να επιδιώξει την Κυριακή εντολή της μαθητείας των εθνών. Αυτή η σύζευξη τελικά επιτεύχθηκε μέσω των απολογητών, κυρίως δε μέσω ανθρώπων οι οποίοι προήλθαν από τα σπλάχνα του φιλοσοφικού συστήματος και της ελληνικής παιδείας. Η τάση βέβαια που αναπτύχθηκε στην απολογητική γραμματεία ήταν διττή. Από τη μία πλευρά διαρκώς προέβαλλε τις διαφορές και τις αντιθέσεις μεταξύ των δύο ρευμάτων καθώς και τη διαρκή προβολή των μελανών σημείων της φιλοσοφίας ([[Τερτυλλιανός]], [[Τατιανός]] κ.α.) και από την άλλη πλευρά, ανεύρισκε σημεία επαφής με αυτή, αποδίδοντας φιλοσοφικές αλήθειες ακόμα και σε μεγάλους άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης όπως το Μωυσή ([[Ιουστίνος]], [[Κλήμης Αλεξανδρείας]] κ.α.), πάντα όμως με το βλέμμα στα αντικρουόμενα σημεία που αντιδιαστέλλονταν τη χριστιανική διδασκαλία. Έτσι μέσα από το σύστημα των απολογητών προήλθε σύζευξη χριστιανισμού και Ελληνισμού, παραλαμβάνοντας όχι μόνο όρους και έννοιες, αλλά επηρεαζόμενη και ως προς τον τρόπο σύλληψης και διατύπωσης αυτών<ref>Παναγιώτης Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Β΄, σελίς 526</ref>. Τελικά όμως παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο, «''ο χριστιανισμός να αφομοιώνει στοιχεία του περιβάλλοντος και συνάμα να συγκρούεται απηνώς με όλες τις ανακυκλούμενες ιδέες του συγκριτιστικού πολιτισμού''»<ref>Νίκος Ματσούκας, «Ιστορία της Φιλοσοφίας», σελίς 345</ref>, με αποτέλεσμα οι απολογητές να θεωρούνται η γέφυρα του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού με το χριστιανισμό, καρποί μίας ζευξης που διαφάνηκε κατά τους αμέσως επόμενους αιώνες.
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης