Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Απολογητές

3 bytes προστέθηκαν, 15:56, 19 Ιουλίου 2008
μ
Μέθοδοι και τάσεις των απολογητών
Ταυτόχρονα όμως ο χριστιανισμός δεχόταν επιθέσεις και από το Ελληνορωμαϊκό περιβάλλον της εποχής (μέχρι και τις αρχές του 4ου αιώνος, με αυξομειώσεις ως προς την ένταση αυτών). Σε αυτή την επίθεση μέλη της εκκλησίας τα οποία μετείχαν της ελληνικής παιδείας επιχείρησαν όχι μόνο την αναίρεση της επιθετικότητας αυτής, αλλά ακόμα και η σύζευξη ''Ελληνισμού'' και ''χριστιανισμού''. Το εντυπωσιακότερο όμως εύρημα κατ αυτή τη ζεύξη είναι «''ότι δεν πρόκειται για ένα ή δύο συγγραφείς αλλά για ομάδα λογίων χριστιανών, δρώντων ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, με κοινά όμως χαρακτηριστικά γραφής και επιχειρηματολογίας''»<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Ο Χριστιανισμός έναντι του Ιουδαϊσμού και του Ελληνισμού κατά το Β΄ μ.Χ. αιώνα», σελίς 87</ref>. Όπως αναφέραμε ήδη στον ''Απόστολο Παύλο'' διαβλέπουμε στοιχεία απολογητικής χρησιμοποιώντας ακόμα και αυτούσιο τον όρο «''απολογία''»<ref>Πράξεις Αποστόλων 22,1. 26,1. 26, 3 κ.α.</ref>. Οι απολογίες μάλιστα που απευθύνονταν προς το εθνικό περιβάλλον διαχωρίζονται σε δύο τύπους «''τις κατά κυριολεξίαν, δια των οποίων δίδεται λόγος περί της πίστεως και του βίου των χριστιανών, και τας συγγραφικάς επιθέσεις κατά των πνευματικών θεσμών του εθνικού κόσμου''»<ref>Παναγιώτης Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Β΄, σελίς 524</ref>, με τάση να συνδυάζονται ακόμα και τα δύο είδη σε ένα κείμενο<ref>ενθ.αν.</ref>. Η πρώτη κατηγορία συγγραμμάτων απευθύνεται προς Αυτοκράτορες και είναι βάσιμο να πιστεύουμε ότι όντως παρεδίδεντο σε αυτούς, αφού ως φιλολογικό εύρημα δεν είχε νόημα μια τέτοια εφεύρεση, τη στιγμή που υπήρχε και η δυνατότητα πρόσβασης στα ανάκτορα<ref>Παναγιώτης Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Β΄, σελίς 524</ref> (αν και έχουν εκφραστεί και αντίθετες απόψεις<ref>Βλάσιος Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 137</ref>) και ανήκουν στη λεγόμενη ''"δικανική συνηγορία"''<ref>ενθ.αν.</ref>. Οι απολογητές αυτοί είναι ξεκάθαρο πως μετείχαν της φιλοσοφικής παιδείας και αμύνονται υπέρ της χριστιανικής πίστης και βίου, αναδεικνύοντας την ανωτερότητα αυτού, αποδοκιμάζοντας δε με νηφάλιο τρόπο τους διώκτες. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι επιθετικοί λόγοι και συγγράμματα κατά των ''εθνικών'' (''ειδωλολατρών'') και φαίνεται να επιδιώκουν επίθεση και άμεση ανατροπή των θεσμών της ειδωλολατρίας, ενώ διακρίνονται από ιδιαίτερο ζήλο. Οι συγγραφείς αυτών των συγγραμμάτων προέρχονται συνήθως από άνδρες εκτός του ελληνιστικού περιβάλλοντος<ref>Παναγιώτης Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία», Τόμος Β΄, σελίς 524</ref>.
Οι απολογητές προτάσσουν την αρχαιότητα της πίστεώς τους, η οποία επιτυγχάνεται με την προβολή της οργανικής ενότητας των Γραφών, [[Παλαιά Διαθήκη|Παλαιάς]] και [[Καινή Διαθήκη|Καινής Διαθήκης]], την πνευματικότητα της ζωής αυτών και καταπιάνονται με ζητήματα περί [[Θεός|Θεού]], Λόγου, [[Ανάσταση|αναστάσεως]], προνοίας, [[Ψυχή|ψυχής]] κ.α. Σε δεύτερη φάση προτάσσουν την καθαρότητα του βίου των χριστιανών, της [[Αρετή|αρετής]] και της αγάπης που ελευθερώνει πραγματικά τον άνθρωπο οδηγώντας τον σε αγαθές σχέσεις προς τον συνάνθρωπο και το περιβάλλον και επιτίθενται για τους διωγμούς που επιδέχονται, χωρίς να πράττουν κάποιο ηθικό παράπτωμα, αλλά διότι ομολογούν το ένα όνομα του «[[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]]». Παρατηρούμε πως δεν επιμένουν τόσο στις λαϊκές κατηγορίες, γιατί προφανώς θεωρούν πως αυτές αναιρούντα αναιρούνται ευκόλως, αντιθέτως επιμένουν σε μία θεμελίωση των χριστιανικών παραδοχών, που τόσο παράλογες φαίνονταν στο εθνικό περιβάλλον, βασίζοντας την απολογητική τους με κέντρο τον άνθρωπο. Αντιθέτως η πολεμική απολογητική η οποία κατά βάση προέρχεται από απολογητές εκτός του ελληνιστικού περιβάλλοντος μένουν σταθερά σε μία καταγγελτική τακτική κατά της ειδωλολατρίας, με στόχο ακόμα και τη διακωμώδηση της πρακτικής αυτών, προτάσσοντας δε «''το δόγμα της ανάστασης των νεκρών, τη θεότητα του Ιησού Χριστού και την ενότητα του Θείου''»<ref>Δημήτριος Τσάμης, «Εκκλησιαστική Γραμματολογία», σελίς 52</ref>. Επισημαίνουν την αταξία των εθνικών θεών, την οργιαστική λατρεία, την ανηθικότητα του βίου και της τέχνης, την αστάθεια των διδαχών της. Τέλος παρατηρούμε πως αναφορές σε θαύματα είναι λιγοστές «''γιατί την εποχή αυτή δρα πλήθος θαυματοποιών και μάγων''»ref»<ref>Δημήτριος Τσάμης, «Εκκλησιαστική Γραμματολογία», σελίς 51</ref>.
==Η σπουδαιότητα των απολογητών==
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης