12.426
επεξεργασίες
Αλλαγές
μ
===Παιδική Γεννήθηκε το 1722 ή 1723, στο ''Κώστο της Πάρου'' και πήρε το όνομα Αθανάσιος. Ο πατέρας του ονομαζόταν ''Απόστολος Τούλιος'' με καταγωγή από τη Σίφνο, αλλά κατοίκησε στο Κώστο αφού νυμφεύτηκε Κωστιανή. Εκεί διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα στα οποία έδειξε ιδιαίτερη κλίση, και γι'αυτό ο πατέρας του τον έστειλε στη Σχολή της ''Μονής Αγίου Αθανασίου Ναούσης Πάρου''. Εν συνεχεία τον απέστειλε στη «''Σχολή του Παναγίου Τάφου''» στη Σίφνο και κατόπιν με έξοδα της ''Μονής Αγίου Αντωνίου Κεφάλου'' στην ''Σχολή της Άνδρου'', αν και οι βιογράφοι του δε συμφωνούν όλοι με αυτό. Το 1745, σε ηλικία 23 ετών αποχαιρετά τους γονείς του και φτάνει στη ''Σμύρνη'', όπου εγγράφεται στην ''Ευαγγελική Σχολή''. Μια σχολή που φοίτησαν ο [[Αδαμάντιος Κοραής]] και ο Νικόλαος Καλλιβούρτσης, δηλαδή ο μετέπειτα στενός του συνεργάτης [[Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης]]), παραμένοντας εκεί για έξι έτη. Όταν πληροφορήθηκε την λειτουργία της ''Αθωνιάδας Σχολής'' με Διευθυντή το ''Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη'', από την ''Πάτρα'', εγγράφεται αμέσως (1751), την εποχή που αναλαμβάνει Διευθυντής ο [[Διάκονος]] τότε, [[Ευγένιος Βούλγαρης]]. Από τον Νεόφυτο εκπαιδεύτηκε στα «''Γραμματικά''» και μόρφωση===στα «''Περί Συντάξεως''» του ''Θεοδώρου Γαζή'', ενώ από τον ''Ευγένιο'' στα φιλοσοφικά μαθήματα και τις υπόλοιπες επιστήμες της εποχής. Κατόπιν εκπαιδεύεται στη ''Ρητορική'' και την ''ποιμαντική'', ενώ σταδιακά αρχίζει να ξεχωρίζει για τις ικανότητές του. Η διαρκής ανέλιξή του τον καθιστά «''δεξί χέρι''» του ''Ευγένιου Βούλγαρη'' και σε ηλικία 35 ετών, αναλαμβάνει τη θέση του καθηγητή της Σχολής.
Γεννήθηκε το 1722 ή 1723, στο ''Κώστο της Πάρου'' και πήρε το όνομα Αθανάσιος. Ο πατέρας του ονομαζόταν ''Απόστολος Τούλιος'' με καταγωγή από τη Σίφνο, αλλά κατοίκησε στο Κώστο αφού νυμφεύτηκε Κωστιανή. Εκεί διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα στα οποία έδειξε ιδιαίτερη κλίση, και γι'αυτό ο πατέρας του τον έστειλε στη Σχολή της ''Μονής Αγίου Αθανασίου Ναούσης Πάρου''. Εν συνεχεία τον απέστειλε στη «''Σχολή του Παναγίου Τάφου''» στη Σίφνο και κατόπιν με έξοδα της ''Μονής Αγίου Αντωνίου Κεφάλου'' στην ''Σχολή της Άνδρου'', αν και οι βιογράφοι του δε συμφωνούν όλοι με αυτό. Το 1745, σε ηλικία 23 ετών αποχαιρετά τους γονείς του και φτάνει στη ''Σμύρνη'', όπου εγγράφεται στην ''Ευαγγελική Σχολή''. Μια σχολή που φοίτησαν ο [[Αδαμάντιος Κοραής]] και ο Νικόλαος Καλλιβούρτσης, δηλαδή ο μετέπειτα στενός του συνεργάτης [[Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης]]), παραμένοντας εκεί για έξι έτη. Όταν πληροφορήθηκε την λειτουργία της ''Αθωνιάδας Σχολής'' με Διευθυντή το ''Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη'', από την ''Πάτρα'', εγγράφεται αμέσως (1751), την εποχή που αναλαμβάνει Διευθυντής ο [[Διάκονος]] τότε, [[Ευγένιος Βούλγαρης]]. Από τον Νεόφυτο εκπαιδεύτηκε στα «''Γραμματικά''» και στα «''Περί Συντάξεως''» του ''Θεοδώρου Γαζή'', ενώ από τον ''Ευγένιο'' στα φιλοσοφικά μαθήματα και τις υπόλοιπες επιστήμες της εποχής. Κατόπιν εκπαιδεύεται στη ''Ρητορική'' και την ''ποιμαντική'', ενώ σταδιακά αρχίζει να ξεχωρίζει για τις ικανότητές του. Η διαρκής ανέλιξή του τον καθιστά «''δεξί χέρι''» του ''Ευγένιου Βούλγαρη'' και σε ηλικία 35 ετών, αναλαμβάνει τη θέση του καθηγητή της Σχολής. === Ως δάσκαλος και σχολάρχης === Η φήμη του για τις ικανότητές του γρήγορα γρήγορα μαθεύτηκε στη ανάμεσα στην υπόδουλη ορθόδοξη κοινότητα γι'αυτό και οι Θεσσαλονικείς τον ζητούν για τη Διεύθυνση της Σχολής τους. Με παρότρυνση αλλά και πίεση του ''Ευγένιου Βούλγαρη'' δέχεται, αν και αρχικά προέβαλλε κάποιες ενστάσεις. Έτσι διευθύνει τη Σχολή επιτυχώς για τέσσερα χρόνια (1758-1762), όταν και το 1762 η Σχολή κλείνει λόγω επιδημίας πανώλης. Έτσι καταφεύγει σε μια σχολή στην Κέρκυρα, που τη διευθύνει ο [[Νικηφόρος Θεοτόκης]]. Εκεί τελικά ολοκληρώνει τις σπουδές του και οδηγείται στο ''Μεσολόγγι'', μετά από πρόσκληση, του συμμαθητή του στη Αθωνιάδα Παναγιώτη Παλαμά, που είχε ιδρύσει από το 1760 την «''Παλαμιαία Σχολή''». Μετά τα ''Ορλωφικά'' (1768-1774) η «''Παλαμιαία σχολή''» βρίσκεται σε ακμή με τον ''Αθανάσιο'' να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, όμως τότε λαμβάνει τιμητική πρόσκληση από το Πατριαρχείο αναφέροντάς του
===Ο διωγμός και το τέλος της ζωής του===
καμία σύνοψη επεξεργασίας
== Ο Βίος του ==
: «''Η μεγάλη του Χριστού Εκκλησία δια γραμμάτων Συνοδικών τον παρακαλεί ν’ απέλθει εις Άγιον Όρος ως διδάσκαλος και σχολάρχης της Αθωνιάδος Σχολής μετά τον αοίδιμον Ευγένιον''».
Ο ίδιος δέχεται άμεσα και παρεπιδημεί στο Άγιο Όρος, οπού συναντά τον Άγιο [[Μακάριος Νοταράς|Μακάριο Νοταρά]], ο οποίος τον προτρέπει να χειροτονηθεί. Ο Αθανάσιος υπακούει και χειροτονείται απ’ τον ίδιο [[πρεσβύτερος]]. Το 1777, πικραμένος από τον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν οι ''[[Κολλυβάδες]]'' και μετά από κάλεσμα επιστρέφει ως Σχολάρχης στη Σχολή της Θεσσαλονίκης. Διευθύνει την Σχολή για 6 έτη (1777-1783) ή για άλλους 8 έτη (1777-1785). Το ποίμνιο της Θεσσαλονίκης τον γνωρίζει πλέον και από του άμβωνος ως Ιερέα. Τώρα με νέα Πατριαρχική επιστολή καλείται να αναλάβει τη διεύθυνση της Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως. Του ζητούν μάλιστα να καθορίσει μόνος του το ύψος της αμοιβής του. Ο ίδιος όμως θα απαντήσει
:«''Τας μεν αρχιερατείας τιμώ και προσκυνώ αλλ’ εγώ δεν είμαι άξιος. Αν εκαταλάμβανα ότι έκαμνα περισσότερον καρπόν εις την Βασιλεύουσαν πόλιν, ήθελα έλθει αυτόκλητος. Επειδή όμως, ως στοχάζομαι, αυτού είναι κάποια εμπόδια, διά τούτο, άφετέ με, παρακαλώ, εδώ εις τα πέριξ να ωφελώ όσον δύναμαι τους αδελφούς μου και το Γένος μου”. Και τον άφησαν…''».
Η οριστική του απόφαση είναι η επιστροφή στην πατρίδα του, την ''Πάρο''. Και ενώ το πλοίο κατευθύνεται προς το νότιο Αιγαίο, ξεσπάει ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος και το πλοίο αναγκάζεται να προσορμισθεί στη Χίο (5-6 Νοεμβρίου 1786, 64 ετών). Αποσύρεται στο μονύδριο της Αγίας Τριάδας, ''Κάθισμα''. Εκεί στη μελετά και προσεύχεται. Ξεκινά το Θεολογικόν του [[Ιωάννης ο Δαμασκηνός|Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού]] (Δογματική), και την ''Λογική'' του αοιδίμου ''Ευγένιου Βούλγαρη''. Όταν τελειώνει ο πόλεμος, δέχεται να παραμείνει στη Χίο, στα χέρια της θέλησης του Θεού. Τελικά θα παραμείνει εκεί τρεις δεκαετίες. Η Σχολή επί των ημερών του γνωρίζει τεράστια ακμή και ανάλογη φήμη, στη λεγόμενη «''Φιλοσοφική Σχολή''», όπως την αποκαλούσαν. Το 1812, 90 ετών πλέον παραιτείται.
Ο ''Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος'', πρέπει να αναφερθεί, πως ήταν ένας από τους διωκόμενους ''Κολλυβάδες μοναχούς'' (όπως υποτιμητικά τους αποκαλούσαν, λόγω της θεολογικής διαμάχης για τη χρήση των Κολλύβων), οι οποίοι με ισχυρά επιχειρήματα, προσπάθησαν και τελικά κατάφεραν, να διατηρήσουν, από τις νοθείες του προτεσταντισμού και της ουνίας, την ορθόδοξο πίστη. Γι αυτό το λόγο δέχθηκε σφοδρό διωγμό στο Πατριαρχείο, μαζί με τον Άγιο [[Νικόδημος ο Αγιορείτης|Νικόδημο τον Αγιορείτη]], τον Άγιο [[Μακάριος Νοταράς|Μακάριο Νοταρά]], τον [[Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης|Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη]], τον ''Αγάπιο τον Κύπριο'', τον ''Ιάκωβο τον Πελοποννήσιο'' και τον ''Χριστόφορο Προδρομίτη'', για τον αγώνα τους υπέρ της Ορθόδοξης Θεολογίας. Ο ίδιος καθαιρείται από ιερέας και καταδικάζονται οι υπόλοιποι. Διώκονται και εξορίζονται από το [[Άγιο Όρος]], ενώ ο ''Αθανάσιος'' οδηγείται, όπως προαναφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη. Η πίκρα όμως των διωγμών αυτών, έγινε το νερό που πότισε με τους διασκορπισμένους ''κολυβάδες'' το Ορθόδοξο Γένος σε μια δύσκολη και μεταβατική ιστορική εποχή, σαν τη δική μας.
: «''Δύναται πολλάκις και συρραφείσα διαβολή υποκλέψαι την αληθή γνώσιν των πραγμάτων και μώμον προσάψαι τοις ανεγκλήτοις και αναιτίου καταδίκης αιτία γενέσθαι προς άνδρας αθώους και αμετόχους των κατ’ αυτών λαληθέντων... Επειδή τοιγαρούν και ο κυρ Αθανάσιος ο Πάριος, ανήρ ών ου των ευκαταφρονήτων, σοφίας τε μετασχηκώς της θύραθεν και της καθ’ ημάς και καλώς μεμνημένος τα θεία… αθώος υπάρχει… έχων και το ενεργούν της ιεροσύνης αυτού ακωλύτως...''».
Στο τέλος της ζωής του αποσύρθηκε σε ένα απόμερο μέρος της Χίου, τα Ρεστά, όπου υπήρχε μονύδριο του [[Άγιος Γεώργιος|Αγίου Γεωργίου]]. Εκεί μαζί του «''ησύχαζε''» και ο μαθητής και φίλος του ''Νικηφόρος'' και ο ''Ιεροδιάκονος Ιωσήφ'' από τα Φουρνά των Αγράφων, ο οποίος είχε χρηματίσει και δάσκαλος στη Σχολή. Εδώ συγγράφει το πόνημά του «''αλεξίκακον πνευματικόν''» κατά των τότε «''εκσυγχρονιστών''» που αντέλεγαν και εφέροντο καταφρονητικά σε ζητήματα των Θείων Γραφών. Προς το τέος της ζωήε του παθαίνει, «''αποπληξία''». Ο ίδιος προετοιμάστηκε μετέλαβε και εκοιμήθει μια μέρα μετά. Έτσι στις 24 Ιουνίου 1813, έφυγε για την ''Ουράνια Γνώση''. Στα προπύλαια του ναού έθαψαν το σεπτό του σώμα ενώ οι συνασκητές στο κελί του βρήκαν μόνο μια τριμμένη στολή, ένα μελανοδοχείο και ένα λυχνάρι. Τα οστά του τοποθετήθηκαν στο οστεοφυλάκιο του ναϋδρίου, αλλά αποτεφρώθηκαν κατά την μεγάλη πυρκαγιά το 1822.
== Τα Συγγράμματά του ==