Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος

156 bytes προστέθηκαν, 05:15, 8 Μαΐου 2008
μ
καμία σύνοψη επεξεργασίας
'''Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος''' ή '''Πρώτη Σύνοδος της Εφέσου''', ονομάζεται η [[Σύνοδος|Eκκλησιαστική Σύνοδος]] η οποία διενεργήθηκε το 431 στην ''Έφεσο της Μικράς Ασίας'' και συγκλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄, μετά από προτροπή του [[Πατριάρχης|Πατριάρχη]] Κωνσταντινουπόλεως [[Νεστόριος|Νεστορίου]]<ref>Παναγιώτης Χρήστου, Πατρολογία, σελίς 44</ref>. Εργασίες εκτέλεσε υπό την προεδρία του Πατριάρχη Αλεξανδρείας, [[Κύριλλος Αλεξανδρείας|Κυρίλλου]] και κύριος στόχος της ήταν «''η καταδίκη της αιρέσεως του Νεστοριανισμού''»<ref>Ιωάννη Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολική Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελίς 135</ref> και του Πελαγιανισμού.
Μετά την καταδίκη του [[Αρειανισμός|Αρειανισμού]] στη Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία, νέα εστία εντάσεως στο εσωτερικό της εκκλησίας, ανεδείχθη η αίρεση του [[Νεστοριανισμός|Νεστοριανισμού]] και δευτερεύοντος του [[Πελαγιανισμός|Πελαγιανισμού]]. Ο Νεστόριος και οι ακόλουθοί του αρνούνταν τον όρο ''Θεοτόκος'' για τη μητέρα του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]], θεωρώντας πως «''υπό ανθρώπου Θεόν τεχθήναι αδύνατον''»<ref>Mansi, ''Sacrorum Conciliorum nova et amplissima Collectio'' (MCC ) IV, 1014</ref>. Η [[Σύνοδος]], καταδίκασε την διδασκαλία αυτή, αναθεμάτισε τις κακοδοξίες και είχε σαν αποτέλεσμα θεολογικών συζητήσεων που διενεργήθηκαν μετά το πέρας της Συνόδου, τον «''Όρο των διαλλαγών''», μία σπουδαιότατη Έκθεση Πίστεως, περί της υποστάσεως του Ιησού Χριστού, αλλά και τη θέσπιση ενός σπουδαίου Κανόνα, ο οποίος απαγόρευε οποιαδήποτε προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστης της [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|Α΄ Οικουμενικής Συνόδου]]<ref>MCC V, 308/9. SAC. Schwartz, ''Acta Conciliorum Oecumenicorum'' (ACO) I 1, 4 σ. 19</ref>.
==Λόγοι σύγκλησης της συνόδου==
===Η σύνθεση της συνόδου===
Ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος, ο οποίος είχε ενημερωθεί με επιστολή<ref>MCC IV, 618-614, SAC, I, 1,1 σελ. 42-72</ref> για τη δογματική διαφορά, εξέδωσε διάταγμα (σάκρα) στις 19 Νοεμβρίου 430, ώστε να συνέλθει [[Οικουμνικές Σύνοδοι|Οικουμενική Σύνοδος]], για την επίλυση του ζητήματος αυτού<ref>Schwartz, ''Acta Conciliorum Oecumenicorum'' (ACO ) I, 1,1,120</ref>. Η Σύνοδος καθορίστηκε για την 7η του μηνός Ιουνίου, δηλαδή την εορτή της [[Πεντηκοστή|Πεντηκοστής]], στην πόλη της Εφέσου. Έτσι ο τρόπος συγκροτήσεως της συνόδου καθορίστηκε από την αυτοκρατορική σάκρα, η οποία ζητούσε υποχρεωτική αντιπροσώπευση κάθε μεγάλης μητροπολιτικής περιφέρειας. Χαρακτηριστικά θα έπρεπε να ορισθούν τρείς εκπρόσωποι από κάθε επαρχία για τη σύνοδο<ref>ACO I, 1,1,115</ref>. Μια τέτοια ενέργεια ήταν πολύ σημαντική «''για τη νομιμότητα της συγκροτήσεως της συνόδου, γιατί είχε καθοριστική σημασία για την αντιπροσωπευτική ισορροπία των μελών της συνόδου''»<ref>Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 611</ref>.
Πρώτος στην Έφεσο κατέφτασε ο Νεστόριος με 16 επισκόπους και συνοδεία της Αυτοκρατορικής φρουράς, ενώ λίγο μετά και ο Κύριλλος με 50 επισκόπους από την εκκλησιαστική περιφέρεια της Αλεξάνδρειας και τη συνοδεία μοναχών, παραβολάνων και ναυτικών «''για ενδεχόμενη ανάγκη δυναμικής υποστηρίξεως του κυρίου τους''»<ref>Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 611</ref>. Η Σύνοδος όμως παρότι είχε ορισθεί για την 7η του μήνα Ιουνίου, δεν κήρυξε έναρξη εργασιών στην προγραμματισθείσα ημερομηνία και αυτό διότι παραβρέθηκαν αρχικώς 160 επίσκοποι<ref>Mansi, 4 1197</ref> στη σύνοδο, αφού καθυστερούσαν οι επίσκοποι από τις περιοχές των διοικήσεων της Ανατολής, του Ιλλυρικού και ης Δύσης. Έτσι ο Κύριλλος ως πρόεδρος της συνόδου κήρυξε με καθυστέρηση 16 ημερών, στις 22 Ιουνίου, την έναρξη της Συνόδου, ενώ εν τω μεταξύ δεν είχαν καταφθάσει οι επίσκοποι της περιφέρειας της Αντιόχειας, της Ανατολής και της Δύσεως.
4.720
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης