Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Χριστιανισμός και Φιλοσοφία

Καμία αλλαγή στο μέγεθος, 20:48, 7 Μαΐου 2009
μ
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Ως ερώτημα προς εξέταση από θεολόγους και μή, προβάλει συχνά το ποια ακριβώς ήταν η σχέση του [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]] με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και αν η θεολογική σκέψη των [[Πατρολογία|Πατέρων]] θα μπορούσε να ονομαστεί ''Χριστιανική Φιλοσοφία''. Αν και πολλοί συγγραφείς χρησιμοποιούν με ευκολία τον όρο αυτό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ως χαρακτηρισμός περιέχει ''κάτι το υπερβολικό'' και θα ήταν ορθότερο να μιλούσαμε μόνο περί ''"φιλοσοφίας τιθεμένης απολύτως εις την υπηρεσίαν της χριστιανικής δογματικής"'' και όχι ''"αυτοτελώς καλλιεργούμενης"''<ref>λήμμ. "Φιλοσοφία", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 11, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 1147-1148.</ref>.
 
Το πρόβλημα της σύνθεσης και της συνάντησης των δύο μεγάλων πνευματικών μεγεθών της ιστορίας, Ελληνισμού και χριστιανισμού, συνήθως αντιμετωπίζεται από τους πιο πολλούς μελετητές ως επίτευγμα του τετάρτου ή πέμπτου αιώνα. Πολλοί όμως μένουν ανυποψίαστοι για τις προϋποθέσεις και τις διεργασίες οι οποίες συντελέστηκαν κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά το θάνατο και τη ανάσταση του Χριστού, από ανθρώπους οι οποίοι συνέλαβαν την ιδέα μιας δυναμικής σύνθεσης Ελληνισμού και χριστιανισμού και της συμπόρευσης των δύο μεγάλων αυτών πνευματικών ρευμάτων στο ιστορικό γίγνεσθαι<ref>Πατρώνος Π. Γεώργιος, ''Ελληνισμός και Χριστιανισμός'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003, σελ. 17.</ref>.
Είναι πραγματικότητα ότι στο [[Βυζάντιο]] δεν γεννιούνται ''"αυτόνομα φιλοσοφικά συστήματα. Οι πατέρες χρήσιμοποιούν πολλές φορές τον όρο φιλοσοφία με την έννοια ότι έχουν τη ζωντανή εμπειρία των μυστηρίων του [[Τριαδικότητα|τριαδικού]] Θεού"'' όπου ''"χρειάζεται η κάθαρση της ψυχής και του σώματος, ο φωτισμός και η θέωση...Δεν μπορούν με άλλο τρόπο να προσεγγίσουν τις ενέργειες του Θεού...κι έτσι δεν είναι δυνατή καμιά φιλοσοφία...Όταν λοιπόν κάνουν λόγο για την Αγία Τριάδα...τη θεία ουσία...τις υποστάσεις ή τα πρόσωπα, τη θεογνωσία...την ετερότητα των υποστάσεων...αντλούν εκφραστικά μέσα απ' αυτή την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα», όπου κυριαρχεί η φιλοσοφική παράδοση με τον πλατωνισμό, αριστοτελισμό, στωικισμό, νεοπλατωνισμό κι άλλες φιλοσοφίες της αρχαιότητας. Άλλο πράγμα λοιπόν εμπειρία κι άλλο διατύπωση με τη φιλοσοφική γλώσσα"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 253-255.</ref>
 
Το πρόβλημα της σύνθεσης και της συνάντησης των δύο μεγάλων πνευματικών μεγεθών της ιστορίας, Ελληνισμού και χριστιανισμού, συνήθως αντιμετωπίζεται από τους πιο πολλούς μελετητές ως επίτευγμα του τετάρτου ή πέμπτου αιώνα. Πολλοί όμως μένουν ανυποψίαστοι για τις προϋποθέσεις και τις διεργασίες οι οποίες συντελέστηκαν κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά το θάνατο και τη ανάσταση του Χριστού, από ανθρώπους οι οποίοι συνέλαβαν την ιδέα μιας δυναμικής σύνθεσης Ελληνισμού και χριστιανισμού και της συμπόρευσης των δύο μεγάλων αυτών πνευματικών ρευμάτων στο ιστορικό γίγνεσθαι<ref>Πατρώνος Π. Γεώργιος, ''Ελληνισμός και Χριστιανισμός'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003, σελ. 17.</ref>.
Σύμφωνα με τον ''Γεώργιο Μαρτζέλο'', ''"η χρήση συναφειακών παραστάσεων και εικόνων, προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι δογματικές αλήθειες από ανθρώπους με διαφορετικό πολιτιστικό υπόβαθρο, είναι πολλές φορές όχι απλώς θεμιτή αλλά και επιβεβλημένη. Αυτό αποτελεί θεμελιώδη ιεραποστολική και παιδαγωγική αρχή, που είναι βαθιά ριζωμένη μέσα στην ιστορία και τη ζωή της Εκκλησίας. Πρέπει όμως η χρήση των συναφειακών αυτών παραστάσεων και εικόνων να περιορίζεται μόνο στη μορφολογία του δόγματος και να αφήνει άθικτη και απαραχάρακτη την ουσία του. Τη στάση αυτή ακριβώς τήρησαν τόσο οι Απόστολοι όσο και οι Πατέρες της Εκκλησίας· αν και χρησιμοποίησαν εικονικές παραστάσεις και ορολογία από το συναφειακό πολιτιστικό υπόβαθρο του ελληνικού κόσμου, εντούτοις αυτές περιορίζονται αποκλειστικά σε μορφολογικό επίπεδο και δεν αλλοιώνουν το μήνυμα της θείας Αποκάλυψεως"''<ref>Γ.Δ. Μαρτζέλος, στο περιοδ. ''Καθ' Οδόν'', τεύχ. 4 (ΙΑΝ-ΑΠΡ 1993), Θεσσαλονίκη, εκδ. Παρατηρητής, σελ. 105.</ref>.
4.720
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης