Νοβατιανισμός

Από OrthodoxWiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Το Νοβατιανό σχίσμα, ήταν μια εκκλησιαστική απόσχιση, στην τοπική εκκλησία της Ρώμης, η οποία δημιουργήθηκε εξ'αιτίας των χρόνιων διαφωνιών που είχαν αναπτυχθεί στο ζήτημα της αυστηρότητας της μετάνοιας των πεπτωκότων και των βαρέως αμαρτανόντων. Ηγέτης του σχίσματος ήταν ο Νοβατιανός, ένας κληρικός της εκκλησίας της Ρώμης, υπέρμαχος της αυστηρής γραμμής κατά των «πεπτωκότων», που διακρινόταν για την ιδιαίτερη και βαθιά θεολογική του κατάρτιση.

Τα αίτια

To πρόβλημα στην εκκλησία στης Ρώμης είχε αρχίσει να οξύνεται, από την εποχή του σχίσματος του Ιππολύτου. Οι όποιες διαφωνίες τότε παραμερίσθηκαν με σκοπό να αντιμετωπισθεί το ζήτημα των διωγμών που κράτησαν τόσο επί εποχής Μαξιμίνου, όσο και του Δεκίου. Μετά το πέρας του διωγμού όμως διαφάνηκε πως τελικά δεν είχε επέλθει σύγκλιση απόψεων και πως οι δύο πλευρές ουσιαστικά παρέμεναν αμετακίνητες στις αρχικές θέσεις τους. Το ζήτημα μάλιστα οξύνθηκε περεταίρω επί Επισκοπής Κορνηλίου Ρώμης. Όταν ο Ρώμης Φαβιανός πέθανε το 250 η εκκλησία της Ρώμης πέρασε ουσιαστικά στη διοίκηση των Πρεσβυτέρων που ως επικεφαλή είχαν το Νοβατιανό. Την ίδια εποχή εγέρθη και το πολύ σημαντικό πρόβλημα της μετανοίας των πεπτωκότων. Οι «πεπτωκότες» αυτή τη φορά ήσαν πολλοί, διότι είχαν προηγηθεί οι σκληροί διωγμοί των Μαξιμίνου και Δεκίου και μπορεί αρκετοί χριστιανοί να έδιναν τη ζωή τους, πολλοί όμως αρνούνταν να ομολογήσουν. Ο Κορνήλιος στην προσπάθειά του να φέρει τους «πεπτωκότες» στην εκκλησία, κράτησε μια μέση στάση. Έτσι σε όσους είχαν θυσιάσει στα είδωλα, ζητούσε «δια βίου» μετάνοια ενώ όσοι δεν είχαν θυσιάσει, αλλά είχαν εκπέσει, πρόσκαιρη μετάνοια. Ο Νοβατιανός ήδη ηττημένος από τον Κορνήλιο στην διαδοχή τής επισκοπής και ηγετική μορφή στους συντηρητικούς κύκλους αντέδρασε και τελικά αποσχίστηκε, διαφωνώντας στις ενέργειες του Κορνηλίου.

Το σχίσμα

Ο Νοβατιανός αποσχώμενος πλέον από την τοπική εκκλησία της Ρώμης, πήρε μαζί του και τρεις επισκόπους, που ήταν απαραίτητοι ώστε να μπορέσει να χειροτονηθεί επίσκοπος. Άμεσα δε, έθεσε σε ισχύ κανόνα, πως όσοι πράττουν θανάσιμα αμαρτήματα ή έχουν εκπέσει της πίστεως τους θα πρέπει να διάγουν «δια βίου» μετάνοια. Μάλιστα οι Νοβατιανοί καλούνταν «Καθαροί», ώστε να δείχνουν ότι αυτοί είναι οι πραγματικοί Χριστιανοί. Επιπρόσθετα, το βάπτισμα που τελείτο από τους επισκόπους του Κορνηλίου το θεωρούσαν άκυρο. Ο Νοβάτος κοινοποίησε[1] τελικά τη διαφωνία αυτή στο Κορνήλιο, όμως η σύνοδος της Ρώμης το 251 επικύρωσε την ενέργεια του Κορνήλιου[2]. Ο Νοβάτος δεν συμβιβάστηκε τελικά και συνέχισε τον αγώνα κατά του Κορνηλίου και με την ιδιαίτερη θεολογική του κατάρτιση κατάφερε να κερδίσει αρκετές συμπάθειες στην Ανατολή, με αποτέλεσμα στη σύνοδο της Αντιόχειας να αναγνωριστεί ως επίσκοπος Ρώμης[3]. Ο Αλεξανδρείας Διονύσιος όμως αρνήθηκε να τον αναγνωρίσει. Έτσι το σχίσμα έλαβε μεγάλη έκταση στους κόλπους της εκκλησίας. Ο Κορνήλιος που μέχρι τότε αρνείτο να αντιμετωπίσει θεολογικά το Νοβατιανό[4] τον αντιμετώπιζε με σκωπτική διάθεση εξ'αιτίας του οτι δεν είχε λάβει κανονικό βάπτισμα. Μπροστά στα γεγονότα όμως υποχρεώθηκε σε μια ύστατη προσπάθεια αναστροφής του κλίματος, να αποστείλει επιστολή στον Φάβιο Αντιοχείας. Τελικά τα πράγματα ομαλοποιήθηκαν όταν ο Φάβιος πέθανε και τον διαδέχθηκε ο Δημητριανός.

Η εξέλιξη τους

Μετά το θάνατο του Νοβάτου, ο Νοβατιανισμός συνέχισε την εξάπλωσή του και μάλιστα σε μερικές επισκοπές είχε πολυάριθμους ακολούθους. Όπως μαθαίνουμε από τον Ευλόγιο περί το 600, είχε ακολούθους στην Αλεξάνδρεια μέχρι και το 600, αλλά σίγουρα σε αυτήν την εποχή το κίνημά του είχε ατονήσει αφού ήδη από τον τέταρτο αιώνα ο επίσκοπος τους στη Κωνσταντινούπολη είχε συμφωνήσει σχεδόν σε όλα στη Σύνοδο της Νίκαιας. Ο Μέγας Κωνσταντίνος κήρυξε το Νοβατιανούς σχισματικούς και όχι αιρετικούς, ενώ έκλεισε και πολλές εκκλησίες τους αργότερα. Μετά το θάνατο του Κωνστάντιου, ο Ιουλιανός τους προστάτευσε. Το 412 ο Ονώριος τους συμπεριέλαβε σε διάταγμα κατά αιρετικών και ο Ιννοκέντιος ο Α΄ έκλεισε αρκετές εκκλησίες τους στη Ρώμη. Οι Κελεστίνος Ρώμης και Κύριλλος Αλεξανδρείας τους εκδίωξαν από την Ρώμη και την Αλεξάνδρεια αντίστοιχα, ενώ λίγο νωρίτερα ο ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος έκλεισε τις εκκλησίες τους στην Έφεσο, αλλά στην Κωνσταντινούπολη δεν υπήρξαν αντίστοιχες ενέργειες αφού όπως ο ιστορικός Σωκράτης αναφέρει οι επίσκοποι τους ήταν ιδιαίτερα σεβαστοί.

Υποσημειώσεις

  1. Κυπριανού Επιστολή 41,1 κεξ 55,24
  2. Eυσεβίου Εκκλ.Ιστορ. 6,43
  3. Ευσεβίου Εκκλ.Ιστ. 6, 44,46
  4. Tον κατηγορούσε περιπαικτικά «Ούτος γαρ τοι ο δογματιστής ο της εκκλησίας της επιστήμης υπερασπιστής...ανθρώπους απλούστερους... μετα βίας ηνάγκασεν εικονική τινί και ματαία χειρεπιθεσία επισκοπήν αυτώ δούναι» (Ευσεβ.Εκκλ.Ιστορ. 6,43)

Βιβλιογραφία

  • «Εκκλησιαστική Ιστορία», Βλασίος Φειδάς, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2003.

Πηγές