Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Χριστιανισμός και Φιλοσοφία

42.722 bytes προστέθηκαν, 09:15, 12 Ιουνίου 2010
μ
Η συνάντηση του Χριστιανισμού με το πολιτιστικό ρεύμα της εποχής
Ως ερώτημα προς εξέταση από θεολόγους και μή, προβάλει συχνά το ποια ακριβώς ήταν η σχέση του [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]] με την Φιλοσοφία αρχαία ελληνική φιλοσοφία και αν η θεολογική σκέψη των [[Πατρολογία|Πατέρων]] θα μπορούσε να ονομαστεί ''Χριστιανική Φιλοσοφία''. Αν και πολλοί συγγραφείς χρησιμοποιούν με ευκολία τον όρο αυτό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ως χαρακτηρισμός περιέχει ''κάτι το υπερβολικό'' και θα ήταν ορθότερο να μιλούσαμε μόνο περί ''"φιλοσοφίας τιθεμένης απολύτως εις την υπηρεσίαν της χριστιανικής δογματικής"'' και όχι ''"αυτοτελώς καλλιεργούμενης"''<ref>λήμμ. "Φιλοσοφία", ''Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (Θ.Η.Ε.), τόμ. 11, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1967, στ. 1147-1148.</ref>. Το πρόβλημα της σύνθεσης και της συνάντησης των δύο μεγάλων πνευματικών μεγεθών της ιστορίας, Ελληνισμού και χριστιανισμού, συνήθως αντιμετωπίζεται από τους πιο πολλούς μελετητές ως επίτευγμα του τετάρτου ή πέμπτου αιώνα. Πολλοί όμως μένουν ανυποψίαστοι για τις προϋποθέσεις και τις διεργασίες οι οποίες συντελέστηκαν κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά το θάνατο και τη ανάσταση του Χριστού, από ανθρώπους οι οποίοι συνέλαβαν την ιδέα μιας δυναμικής σύνθεσης Ελληνισμού και χριστιανισμού και της συμπόρευσης των δύο μεγάλων αυτών πνευματικών ρευμάτων στο ιστορικό γίγνεσθαι<ref>Πατρώνος Π. Γεώργιος, ''Ελληνισμός και Χριστιανισμός'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003, σελ. 17.</ref>. Σύμφωνα με τον ''Γεώργιο Μαρτζέλο'', ''"η χρήση συναφειακών παραστάσεων και εικόνων, προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι δογματικές αλήθειες από ανθρώπους με διαφορετικό πολιτιστικό υπόβαθρο, είναι πολλές φορές όχι απλώς θεμιτή αλλά και επιβεβλημένη. Αυτό αποτελεί θεμελιώδη ιεραποστολική και παιδαγωγική αρχή, που είναι βαθιά ριζωμένη μέσα στην ιστορία και τη ζωή της Εκκλησίας. Πρέπει όμως η χρήση των συναφειακών αυτών παραστάσεων και εικόνων να περιορίζεται μόνο στη μορφολογία του δόγματος και να αφήνει άθικτη και απαραχάρακτη την ουσία του. Τη στάση αυτή ακριβώς τήρησαν τόσο οι Απόστολοι όσο και οι Πατέρες της Εκκλησίας· αν και χρησιμοποίησαν εικονικές παραστάσεις και ορολογία από το συναφειακό πολιτιστικό υπόβαθρο του ελληνικού κόσμου, εντούτοις αυτές περιορίζονται αποκλειστικά σε μορφολογικό επίπεδο και δεν αλλοιώνουν το μήνυμα της θείας Αποκάλυψεως"''<ref>Γ.Δ. Μαρτζέλος, στο περιοδ. ''Καθ' Οδόν'', τεύχ. 4 (ΙΑΝ-ΑΠΡ 1993), Θεσσαλονίκη, εκδ. Παρατηρητής, σελ. 105.</ref>.
Είναι πραγματικότητα ότι στο [[Βυζάντιο]] δεν γεννιούνται ''"αυτόνομα φιλοσοφικά συστήματα. Οι πατέρες χρήσιμοποιούν πολλές φορές τον όρο φιλοσοφία με την έννοια ότι έχουν τη ζωντανή εμπειρία των μυστηρίων του [[Τριαδικότητα|τριαδικού]] Θεού"'' όπου ''"χρειάζεται η κάθαρση της ψυχής και του σώματος, ο φωτισμός και η θέωση...Δεν μπορούν με άλλο τρόπο να προσεγγίσουν τις ενέργειες του Θεού...κι έτσι δεν είναι δυνατή καμιά φιλοσοφία...Όταν λοιπόν κάνουν λόγο για την Αγία Τριάδα...τη θεία ουσία...τις υποστάσεις ή τα πρόσωπα, τη θεογνωσία...την ετερότητα των υποστάσεων...αντλούν εκφραστικά μέσα απ' αυτή την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα», όπου κυριαρχεί η φιλοσοφική παράδοση με τον πλατωνισμό, αριστοτελισμό, στωικισμό, νεοπλατωνισμό κι άλλες φιλοσοφίες της αρχαιότητας. Άλλο πράγμα λοιπόν εμπειρία κι άλλο διατύπωση με τη φιλοσοφική γλώσσα"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 253-255.</ref>
Και Στην δογματικά ορισμένη Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία, η χρήση της ελληνικής Φιλοσοφίας αφορούσε μόνο τη χρησιμοποίηση ορολογίας και σχημάτων και όχι ''"αποδοχή της θεολογούσας αρχαιοελληνικής σκέψης"'': ''"η πατερική ελληνικότητα συνιστά αυθυπέρβαση έναντι της προχριστιανικής ελληνικότητος, όπως οι ίδιοι οι Έλληνες Πατέρες το βεβαιώνουν, ως τον 14ο αιώνα, όταν βλέπουμε θεολόγους όπως διατυπώνεται η τελική στο πρόβλημα θέση, στο «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας». Εκεί κωδικοποιείται η μακραίωνη αγιοπατερική στάση, που διαφοροποιεί τη σπουδή της Ελληνικής Φιλοσοφίας, την παιδευτική της δηλαδή χρήση, από την αποδοχή της θεολογίας της. Ο Χριστιανισμός, στην αυθεντική του έκφραση ως Ορθοδοξία, είναι συνέχεια της προφητικής εμπειρικής θεολογήσεως. Εγκλωβισμένες στην αρχαιοελληνική θεολογούσα σκέψη...μένουν οι αιρέσεις"''<ref>Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, ''Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;'', 3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 53-54.</ref>. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από το δογματικό κείμενο που ονομάζεται ''Συνοδικό της Ορθοδοξίας'': ''"Ανάθεμα σε όσους ασχολούνται με τα ελληνικά μαθήματα και δεν τα χρησιμοποιούν μόνο για τη μόρφωση τους, αλλά και ακολουθούν τις περιττές διδασκαλίες τους και τις δέχονται σαν αληθινές, και μάλιστα ομολογούν πίστη σ' αυτές"''<ref>Μτφρ. από το: Hunger Herbert, ''Βυζαντινή Λογοτεχνία-Η Λόγια Κοσμική Γραμματεία των Βυζαντινών'', τόμ. Α΄, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1987, σελ. 94.</ref>. Αυτό σημαίνει πως η επίσημη θέση της Εκκλησίας ''"απέκρουε τόσο την περιφρόνηση των ζηλωτών μοναχών προς τη 'θύραθεν' σοφία, όσο και τον προς αυτήν υπερβολικό θαυμασμό ορισμένων λόγιων κύκλων, ο οποίος ανέτρεπε την καθιερωμένη από τους μεγάλους Πατέρες ισορροπία της ελληνοχριστιανικής συνθέσεως"''<ref>Φειδάς Ιω. Βλάσιος, ''Εκκλησιαστική Ιστορία. Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση'', τόμ. Β΄, 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 289.</ref>. ==Η Ελληνική φιλοσοφική σκέψη στην Καινή Διαθήκη==Στη μελέτη αυτή των σχέσεων ανάμεσα στον ελληνικό και τον χριστιανικό τρόπο σκέψης, σημείο καμπής αποτελεί η μεταφορά του κηρύγματος περί του [[Παναγιώτης ΧρήστουΧριστός|ΠΙησού]] στους ''"ελληνιστές"'' [[Ιουδαίος|Ιουδαίους]], εκείνους δηλ. που μιλούν ελληνικά και έχουν επηρεαστεί από την ελληνική παιδεία: ''"αυτοί θα μεταγγίσουν το πρώτο ελληνικό αίμα στον Χριστιανισμό"'' και ''"θα θέσουν τη σφραγίδα τους [... Χρήστου]στα Ευαγγέλια"''<ref>Ζηζιούλας Ιωάννης, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός - Η συνάντηση των δύο κόσμων'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003, σελ. 55.</ref>.  Σε σημαντικό ποσοστό, η ''"διασάφηση"'' των σχέσεων ''"Ελλήνων και Ιουδαίων στον Χριστιανισμό"'' έγινε από τον ''"μεγάλο θεολόγο [...] να μιλούν περί Απόστολο Παύλο, Ιουδαίο και μάλιστα Φαρισαίο, αλλά συγχρόνως και ελληνιστή στην παιδεία και στη σκέψη"''<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', ό.π., σελ. 74.</ref>, στον οποίο μεγάλη επίδραση άσκησε ''"η ελληνική νοοτροπία και ο ελληνικός τρόπος της ζωής"'', καθώς ''"εσκέπτετο, ομιλούσε και έγραφε ελληνικά όπως στη μητρική του γλώσσα"''<ref>Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος, ''Ελληνικός Στοχασμός και χριστιανική διανόηση. Η φιλοσοφία των Ππατέρων'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1993, σελ. 119.</ref>. Το ίδιο σημαντική ήταν και η συμβολή του ''ευαγγελιστή Ιωάννη'', ο οποίος πιθανώς προβαίνει σε μια ''"προσαρμογή του Ευαγγελίου στο πνευματικό περιβάλλον του Ελληνισμού"''<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', ό.π., σελ. 102-103.</ref>. Συγχρόνως, ''"διαποτίσεως το κήρυγμα του Χριστιανισμού δια πρωτομάρτυρα Στεφάνου, των επτά Διακόνων [...] του Ευαγγελιστού Λουκά και ιερού συγγραφέα των Πράξεων των Αποστόλων, καθώς και τα θεολογικά μηνύματα που ξεπήδησαν από τις αποφάσεις της πρώτης Αποστολικής Συνόδου (48 ή 49 μ.Χ.), δεν είναι δυνατόν να κατανοηθούν σωστά μόνο μέσα στα ιουδαϊκά πλαίσια, αλλά είναι ανάγκη να συσχετισθούν και με τα νέα δεδομένα του ελληνικού πνεύματοςοικουμενικού Ελληνισμού"''<ref>Χρήστου ΠαναγιώτηςΠατρώνος, ''Ελληνική ΠατρολογίαΕλληνισμός...'', τόμό.π., σελ. 28.</ref>. Εδώ παρατηρείται και μια ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στον Ιουδαϊσμό και τον Ελληνισμό: ο Ιουδαϊσμός εκφράζει την κλειστή ιδιαιτερότητα και ενδοστρέφεια ενώ ο Ελληνισμός το οικουμενικό πνευματικό άνοιγμα προς όλο τον κόσμο<ref>Πατρώνος, ''Ελληνισμός... Α'-Εισαγωγή', ό.π., 3η έκδσελ. 27.</ref>.Και ο ευαγγελιστής Λουκάς τονίζει, ότι ''"ο Χριστιανισμός δεν είναι εθνική θρησκεία, όπως ο Ιουδαϊσμός, αλλά έχει παγκόσμιο χαρακτήρα, όπως άλλες θρησκείες που δραστηριοποιούνταν ελεύθερα στην Αυτοκρατορία"''<ref>Αγουρίδης Σάββας, ''Δοκίμια στις Ρίζες τoυ Χριστιανισμού'', ΚυρομάνοςΈννοια, Αθήνα 1994 2005, σελ. 40.</ref>. ==Η προσαρμογή της Ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης στα δεδομένα της Αποκάλυψης==Κάθε, όμως, προσπάθεια να γίνει ο χριστιανισμός κατανοητός από τον ελληνικό τρόπο σκέψης, ''"περνούσε από το χωνευτήρι της χριστιανικής συνειδήσεως, που την οδηγούσε σε μιά θεμελιώδη αλλοίωση τόσο της εβραϊκής, όσο και της ελληνικής σημασίας των όρων"''<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', ό.π., σελ. 103.</ref>. Χαρακτηριστική, όσον αφορά στη [[Χριστολογία]] της [[Καινή Διαθήκη |ΚΔ]], είναι η θεολογία περί ''Λόγου'', του ευαγγελιστή ''Ιωάννη'', όπου όμως, ''"η ιδέα ότι 'ο λόγος σαρξ εγένετο' είναι τόσο νέα, ώστε να αλλοιώνη αναπόφευκτα"'' την ελληνική αλλά και εβραϊκή αντίληψη περί λόγου<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', στο ίδιο.</ref>. Την προτίμηση που δείχνουν ''"τόσο οι Ιουδαίοι όσο και οι χριστιανοί συγγραφείς σε επιχειρήματα αντλημένα από τις ελληνορωμαϊκές αντιλήψεις για να υπερασπίοουν την πίστη τους"'' βλέπουμε και στην επιστολή Β΄ Πέτρου<ref>Ατματζίδης Χαράλαμπος, ''Η εσχατολογία στη Β΄ Επιστολή Πέτρου'', (c1976Βιβλική Βιβλιοθήκη #33), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 104178.</ref> θα πρέπει . Ο συγγραφέας της ''"αναδεικνύεται ως ο πρόδρομος των απολογητών Πατέρων...γιατί πριν από αυτούς χρησιμοποιεί την ελληνορωμαϊκή φιλοσοφία, για να εννοούμε ακριβώς υπερασπίσει τη χριστιανική πίστη έναντι των αντιπάλων του"''<ref>Ατματζίδης, ''Η εσχατολογία...'', ό.π.</ref>. Εντούτοις, οι εσχατολογικές ιδέες της επιστολής παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές από τις αντίστοιχες ελληνορωμαϊκές με αποτέλεσμα το περιεχόμενό:κείμενο να είναι τελικά χριστιανικό και όχι στωϊκό, όπως θα ήταν χωρίς αυτές<ref>Ατματζίδης, ''Η εσχατολογία...'', ό.π., σελ. 179.</ref>.
* Καταρχάς Η συνάντηση ελληνισμού-χριστιανισμού, ''"τα αντικείμενα υπεχρέωνε τους κήρυκες του Χριστιανισμού να βρουν τρόπους να εκφράσουν την πίστη τους με οντολογικές κατηγορίες, χωρίς όμως να δεχθούν την ελληνική νοοτροπία"''<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', ό.π., σελ. 196.</ref>. Τελικά, οι Πατέρες της φιλοσοφίας Εκκλησίας είναι εκείνοι που εφάρμοσαν ως ''"ιστορική πραγματικότητα"'' τη διδασκαλία του [[Απόστολος Παύλος|Απ. Παύλου]], το περίφημο ''"ουκ ένι Έλλην και της θεολογίας διακρίνονται σαφώςΙουδαίος"''<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', ό.π. Η φιλοσοφία αποβλέπει, σελ.197.</ref>.αφΗ ελληνική σκέψη πέρασε από μια δημιουργική συνάντηση με τον Χριστιανισμό και υπέστη '' ενός μέν εις "βασικές μεταμορφώσεις, που ενώ δεν εξαφανίζουν την έρευναν ελληνικότητα της φύσεως την κάνουν όμως να αλλάξη προσανατολισμό, να απόκτηση στοιχεία που δεν τα είχε προηγουμένως"''<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και κινήσεως χριστιανισμός...'', ό.π., σελ. 111.</ref>. Για παράδειγμα, στον τομέα της ''Χριστολογίας'', σκοπός αυτών των όντωνμεταμορφώσεων, αφήταν να διαφυλαχθεί η ''"κληρονομιά της εβραϊκής Μονοθεΐας από παρερμηνείες και αλλοιώσεις"'' ετέρου δε εις πολυθεϊστικές, Νεοπλατωνικές κ.ά. Στην ιστορία της Εκκλησίας, τον καθορισμόν τρόπο να αποφευχθούν οι κίνδυνοι αυτοί, τελικά, ''"προσφέρει [...] το ελληνικό πνεύμα των αρχών Πατέρων"'', με τη ''"βάση όμως"'', ήδη να ''"δίνεται στην Καινή Διαθήκη"''<ref>Ζηζιούλας, ''Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', ό.π., σελ. 112.</ref> και ''"στις τρεις πρώτες και τόσο σημαντικές δεκαετίες του οργανωμένου κοινωνικού βίουχριστιανικού πρώτου αιώνα (40-70 μ.Χ.)"''<ref>Πατρώνος, ''Ελληνισμός...Εις τα πέραν αυτών'', ό.π., τα αόρατα σελ. 45.</ref>. Οι Πράξεις των Αποστόλων άλλωστε αποτελούν τη βασικότερη πηγή για την προσέγγιση της αρχικής σύνθεσης Ελληνισμού και τα αιώνιαΧριστιανισμού<ref>Πατρώνος, ''Ελληνισμός...'', αποβλέπει η θεολογίαό.π., σελ.29.επομένως αι δύο επιστήμαι διακρίνονται σαφώς αλλήλων </ref>, σύνθεση που εφάρμοσε και βαδίζουν παραλλήλωςο [[Απόστολος Παύλος]] ο οποίος ''"τα ισχυρά ρεύματα της διανοήσεως της εποχής του...η προοριζομένη δια τα χρησιμοποιήσε ως σημεία επαφής για να κτίσει το δικό του κήρυγμα για τον αιώνιον βίον είναι πολυτιμοτέρα και απολύτως απαραίτητος δια την πνευματικήν τελείωσιν και σωτηρίαν.ερχομό της βασιλείας του Θεού όχι στο λογικο, αλλά στις καρδιές των ακροατών του"''<ref>ΧρήστουΔεληκωστόπουλος, ''Ελληνικός Στοχασμός...'', ό.π., σελ. 108126.</ref>.
* Κατά δεύτερον==Οι Πατέρες ως γνήσιοι συνεχιστές του πνεύματος των συγγραφέων της Καινής Διαθήκης==Σε αυτή τη συνάντηση των δύο κόσμων, ο μόνος ουσιαστικός ''"δεν υπήρξαν οπαδοί ενός συστήματος εξελληνισμός του Χριστιανισμού"'', πραγματοποιήθηκε με αυτό που οι επίμέρους Πατέρεςονόμασαν με αρνητικό τρόπο ''Αίρεση'', και χαρακτήριζαν έτσι εκείνες τις γνώμες που κατά καιρούς έρχονταν σε αντίθεση με την μία, ''"Καθολική Εκκλησία"''<ref>Ζηζιούλας, αλλ' εκλεκτικώς εχρησιμοποίησαν 'Ελληνισμός και χριστιανισμός...'', ό.π., σελ. 146-147.</ref>. Χάρις στους πατέρες ο Χριστιανισμός δεν έγινε μία φιλοσοφική διδασκαλία<ref>Δεληκωστόπουλος,τι τους εβοήθει εις την άνετον και επωφελή διατύπωσιν της σκέψεως των''Ελληνικός Στοχασμός...'', ό.π. Η λογική του Αριστοτέλους, σελ. 114.</ref> αφού η οντολογία του Πλάτωνοςεπίδραση της φιλοσοφίας, όπως και στους ιερούς συγγραφείς άλλωστε, η θεολογία των Πυθαγορείωνπαρέμεινε ''"μόνον εξωτερική"'', η ηθικολογία των Πυθαγορείων πάλιν σε ''"επίδραση μορφών και των Στωικώνόχι ουσίας"''<ref>Δεληκωστόπουλος, ''Ελληνικός Στοχασμός...'', ό.π., προσέφερον εις αυτούς ιδέας σελ. 258-259.</ref> και μέσα προς έκφρασιν''"ως προϋπόθεση"'' στην ορθόδοξη θεολογία παρέμεινε η ''"αποκεκαλλυμένη αλήθεια"'' η οποία και ''"αποτελεί την ορθή ερμηνεια της"''<ref>ΧρήστουΔεληκωστόπουλος, στο ίδιο''Ελληνικός Στοχασμός...'', ό.π., σελ. 104262.</ref>.
* Τρίτον πρέπει ορθά Τον υπαρκτό κίνδυνο να μετατραπεί ο χριστιανισμός σε φιλοσοφία, μέσα σε μια ατμόσφαιρα όπου το ''"πνεύμα των ανθρώπων ήταν...πολύ λογικά καλλιεργημένο και μαθημένο να κατανοήσωμεν τι προσέφερεν εις τον Χριστιανισμόν η ελληνική φιλοσοφίαδιερευνά τα ζητήματα με λεπτεπίλεπτη λογική"''<ref>Δεληκωστόπουλος, αλλά και που εσταμάτησεν''Ελληνικός Στοχασμός...'', ό.Δεν δυνάμεθαπ., σελ.236.να ομιλήσωμεν περί εξελληνίσεως </ref> ''"τον είδαν οι πατέρες, οι θεματοφύλακες της μυστικής ουσίας του χριστιανισμού"''<ref>Δεληκωστόπουλος, ''Ελληνικός Στοχασμός...'', ό.π., σελ.214.</ref>, οι οποίοι επετέλεσαν έργο ''"άξιο μεγάλου θαυμασμού"''<ref>Δεληκωστόπουλος, ''Ελληνικός Στοχασμός.ενώ δυνάμεθα να ομιλήσωμεν περί εκχριστιανίσεως της ελληνικής σκέψεως διά χίλια περίπου έτη. Ούτε πάλιν μετέβαλε τον Χριστιανισμόν εις φιλοσόφημα η διαδικασία αυτή. Τα φιλοσοφήματα δεν κηρύσσουν τον Θεόν'', αλλά τον ερευνούνό.π., η χριστιανική θεολογία δεν ερευνά τον Θεόνσελ. 236.</ref>, αλλά τον κηρύσσει και τον βιώνειόπως π.χ. ''"ο Μάξιμος ο Ομολογητής, ακόμη στον οποίο ανήκει η τιμή της ακίνδυνης προσαρμογής και όταν δανείζεται μεθόδους αφομοιώσεως από τα πρώτα.το χριστιανισμό νεοπλατωνικών θέσεων"''<ref>ΧρήστουΔεληκωστόπουλος, ''Ελληνικός Στοχασμός...'', ό.π., σελ. 111214-215.</ref>.
Αλλά Η θεολογία της αρχαίας Εκκλησίας ''"υπήρξε πάντοτε επιφυλακτική έναντι της ελληνικής φιλοσοφίας"'' και ''"ουδέποτε επέτρεψεν εις αυτήν την διάβρωσιν του πνευματικού της πίστεως αυτής θησαυρού"''<ref>Θεοδώρου Ανδρέας, 'Ιστορία των Δογμάτων - τόμ. 1ος, μέρος 2ον, Η ιστορία του δόγματος από της εποχής των Απολογητών μέχρι του 318 μ.Χ.', Γρηγόρης, Αθήνα, 1978, σελ. 519.</ref>. Οι σκληρές εκφράσεις κατά των φιλοσόφων και των διδασκαλιών τους ήταν γεγονός. Τα λόγια του ''Γρηγορίου του Θεολόγου'' δεν αφήνουν περιθώρια για παρανοήσεις: ''"Βάλλε μοι Πυθαγόρου την σιωπήν, και τους κυάμους τους Ορφικούς και την περί το Αυτός έφα, καινοτέραν αλαζονείαν. Βάλλε μοι Πλάτωνος τας ιδέας και τας μετενσωματώσεις, και περιόδους των ημετέρων ψυχών, και τας αναμνήσεις και τους ου καλούς διά των καλών σωμάτων επί ψυχήν έρωτας. Επικούρου την αθεΐαν και τας ατόμους και την αφιλόσοφον ηδονήν. Αριστοτέλους την μικρολόγον Πρόνοιαν, και το έντεχνον, και τους θνητούς περί ψυχής λόγους, και το ανθρωπικόν των δογμάτων της Στοάς την οφρύν, των Κυνών το λίχνον τε και αγοραίον. Βάλλε μοι το κενόν, το πλήρες των ληρημάτων, όσα περί θεών ή θυσιών, περί ειδώλων, περί δαιμόνων αγαθοποιών τε και κακοποιών, όσα περί μαντείας, θεαγωγίας, ψυχαγωγίας, άστρων δυνάμεως, τερατεύονται"''<ref>Γρηγορίου Θεολόγου, ''Θεολογικός πρώτος'', ''PG'' 36,24 ΑC.</ref>. Σύμφωνα με τις διδασκαλίες των αγίων της Εκκλησίας, ''"ο [[Μεθόδιος Φούγιας]] που συνέγραψε βιβλίο χριστιανός καλείται να κόψει και να διαλύσει τα δύο άκρα(τα) κακά της φιλοσοφίας: την πεπλανημένη δόξα της για τις θείες αρχές (κεφαλή) και τη σχετική με τίτλο τα κτίσματα μυθολογία"''<ref>Σιάσος Λάμπρος, "Από τη συνάντηση της Θεολογίας με τη Φιλοσοφία", στο περιοδ. 'Το ελληνικό υπόβαθρο του χριστιανισμού'Σύναξη'', ξεκαθαρίζει:τεύχ. 37 (1991), Αθήνα, σελ. 56-57.</ref>.
:Οι Πατέρες της Εκκλησίας τελικά απέρριψαν ''"μετ'αποστροφής τόσο τη Θεολογία...όσο και τη σωτηριολογία"Δεν προτίθεμαι να εξετάσω τις απόψεις εκείνων'' των φιλοσοφικών συστημάτων, οι οποίοι υποστηρίζουν επίδρασι άμεση ή έμμεση των διαφόρων θρησκειών επί έκαναν όμως ''"ευρεία χρήση...της Καινής Διαθήκηςορολογίας τους"''<ref>Νέλλας Π. Και φυσικά δεν αποδέχομαι την άποψη του δεϊσμού , "Ελληνική Φιλοσοφία και του ορθολογισμού του 17ου αιώνοςΧριστιανική Θεολογία", περί συναφειών και συγγενειών τοΰ Χριστιανισμού προς τις εξωχριστιανικές θρησκείεςστο περιοδ. ''Σύναξη'', τεύχ. 12 (1984), Αθήνα, σελ. 67α. Ούτε </ref> την οποία μεταμόρφωσαν, ως αποτέλεσμα της ίδιας της Αποκάλυψης, η οποία ''"δεν λειτουργεί μαγικά ή αυθαίρετα αλλά μεταμορφώνοντας την ανθρώπινη γνώση"''<ref>Νέλλας Π., "Ελληνική Φιλοσοφία δέχομαι σύμφωνα ...", ό.π., σελ. 67β.</ref>. Πραγματοποιείται έτσι σαφής υπέρβαση των φιλοσοφικών προδιαγραφών και εγκαινιάζεται ''"άλλης τάξεως"'' λόγος και ''"άλλης προελεύσεως αλήθεια"'', ''ανακεφαλαιωμένη εν Χριστώ''<ref>Σιάσος, "...συνάντηση της Θεολογίας με την εγελιανή άποψη ως μέσο κατανοήσεως του θεού από το ανθρώπινο πνεύμα προοδευτικώςτη Φιλοσοφία", ό.π., σελ. 59.</ref>. Άλλο θέμα Χαρακτηριστικό είναι η σχέσις του αρχεγόνου Χριστιανισμού προς το παράδειγμα της ανθρωπολογίας, όπου οι Πατέρες καταφέρνουν κάτι ''"θαυμαστό"'' με το να παραμένουν σε πλήρη συμφωνία με την βιβλική θεολογία, αν και χρησιμοποιούν μια ριζικά διαφοροποιημένη γλώσσα και την έκθεσι των παραστάσεων προς τον τότε σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Οικουμενική Θεολογία'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2005, σελ.199.</ref>.Πράγματι ο Χριστιανισμός δεν έφερε νέες λέξειςΣτο περιβάλλον όπου ζουν οι Πατέρες, νέους γλωσσικούς τύπους η γλώσσα είναι φιλοσοφική ''"και μάλιστα με κυρίαρχη την πλατωνική διαρχία σώματος και ψυχής"'' και νέα μέσα παραστάσεως των ιδεώνόχι ''"εικονική και περιγραφική"'' όπως η βιβλική<ref>Ματσούκας, αλλά νέες έννοιες''Οικουμενική Θεολογία'', νέο περιεχόμενο, το οποίο έβαλε στους παλαιούς προϋπάρχοντες τύπουςό.π.</ref>Φούγιας Γ. ΜεθόδιοςΌμως, η ''Το Ελληνικό Υπόβαθρο του Χριστιανισμού"ρωμαλέα προσαρμοστικότητα της πατερικής θεολογίας αφομοίωσε τη γλώσσα της περιρρέουσας ατμόσφαιρας και κατάφερε να παρουσιάσει το βιβλικό κόσμο αριστοτεχνικά μεταπλασμένο και με το ίδιο περιεχόμενο"'', Αποστολική Διακονίαακολουθώντας ''"κατά πόδας"'' τη βιβλική Θεολογία<ref>Ματσούκας, Αθήνα 1992''Οικουμενική Θεολογία'', σελ. 141στο ίδιο.</ref>.
Σύμφωνα ==Η συνάντηση του Χριστιανισμού με τον π. Γεώργιο Μεταλληνότο πολιτιστικό ρεύμα της εποχής==Συνήθως κατά την ιστορική έρευνα, η ''"θέση της Ελληνικής Φιλοσοφίας συνάντηση και η τελική σύνθεση του περιεχομένου του ελληνικού και εν γένη φιλοσοφικού πολιτισμού αντιμετωπίζεται με μία γενικοποιημένη και αφηρημένη μορφή, ενώ αποτελεί ένα συγκεκριμένο πολιτιστικό αποτέλεσμα. Άλλοτε πάλι εγείρονται συχνά κατηγορίες ή κρίσεις οι οποίες αφορούν ένα πολιτισμό ο οποίος ανήκε στην πατερική σκέψη"'' αφορούσε την ''"χρήση της"'' σφαίρα των πολιτιστικών αγαθών και όχι ''"υποταγή στο πρόσλημμα, αντιλήψεων του χριστιανισμού με την αποδοχή της θεολογούσας αρχαιοελληνικής σκέψηςμία έντονα εξελληνοποιημένη προοπτική. Στο σημείο αυτό Και στις δύο περιπτώσεις όμως θα πρέπει να τονιστεί ότι περισσότερο η πατερική ελληνικότητα συνιστά αυθυπέρβαση έναντι ιστορία αυτή μελετάται και κρίνεται υπό το πρίσμα των ύστερων κατακτήσεων της προχριστιανικής ελληνικότητος, όπως οι ίδιοι οι Έλληνες Πατέρες ιστορίας και όχι τόσο υπό το βεβαιώνουν, ως τον 14ο αιώνα, όταν διατυπώνεται η τελική στο πρόβλημα θέση, στο «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας». Εκεί κωδικοποιείται η μακραίωνη αγιοπατερική στάση, που διαφοροποιεί τη σπουδή πρίσμα της Ελληνικής Φιλοσοφίας, πραγματικής κοσμογονικής αλλαγής την παιδευτική της δηλαδή χρήση, από οποία επέφερε ο χριστιανισμός κατά την αποδοχή της θεολογίας τηςεποχή του. Ο ΧριστιανισμόςΕίναι βέβαιο δε, στην αυθεντική πως ο πολιτισμός της εποχής και δη το φιλοσοφικό υπόβαθρο αποτέλεσε ένα έξοχο υπόστρωμα ανάπτυξης του έκφραση ευαγγελικού λόγου και μάλιστα σε μία εποχή που η κοινωνία φαινόταν ώριμη για μία τέτοια αλλαγή. Διόλου τυχαίο άλλωστε δεν είναι πως [[Απολογητές]] και μεταγενέστεροι συγγραφείς αναφέρουν ως Ορθοδοξίαπρόδρομους του χριστιανισμού σημαντικούς φιλοσόφους όπως τον Πλάτωνα, είναι συνέχεια της προφητικής εμπειρικής θεολογήσεως. Εγκλωβισμένες στην αρχαιοελληνική θεολογούσα σκέψη...μένουν οι αιρέσεις"''<ref>Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, ''Παγανιστικός Ελληνισμός τον Ηράκλειτο ή Ελληνορθοδοξία;'', 3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 53-54.</ref>το Σωκράτη.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμη και ο απόστολος Ιωάννης Συνάμα όμως ήταν ''"άριστος γνώστης ενήμεροι, όχι απλώς της ελληνικής γλώσσαςλιγότερο από εμάς σήμερα, αλλά για τη ριζική αντίθεση ανάμεσα σε αυτό τον πολιτισμό και της πλατωνικής το κήρυγμά τους, τη στιγμή που και πυθαγόρειας ελληνικής φιλοσοφίας οι αντίπαλοι είχαν σαφή επίγνωση και σκέψηςσυνείδηση για την ένταση αυτή<ref>Γ. Άν δεχθούμεΦλορόφσκι, ότι δεν είχε μια άμεση Χριστιανισμός και απευθείας σχέση με τα κλασικά ελληνικά κείμεναΠολιτισμός, οπωσδήποτε όμως ήταν ενήμερος του ελληνικού στοχασμούσελ. 29</ref>.Ο αρχαίος κόσμος είναι αναμφισβήτητο πως εναντιώθηκε στη μεταστροφή αυτή, όπως άλλωστε και σημαντική μερίδα χριστιανών.Έτσι βλέπουμε για παράδειγμα συγγραφείς όπως ο [[Τερτυλλιανός]], να είναι δριμείς έναντι του Ελληνισμού και της φιλοσοφίας και συνάμα να χρησιμοποιούν ως εργαλεία τη φιλοσοφία και το γενικότερο εκπαιδευτικό υπόβαθρο της εποχής.Ο πρόλογος Ακόμα και ο [[Ωριγένης]] που κατηγορήθηκε ως εξελληνιστής του Δ' Ευαγγελίου χριστιανικού μηνύματος ήταν ενήμερος γι αυτή τη διαφοροποίηση, όταν μιλούσε για τα πλούτη των αμαρτωλών ειδωλολατρών (Ιωάν. 1εις Ψαλμούς 36, 3, 1-186) φανερώνει αναμφισβήτητα μια τέτοια υποδομή. Η θεολογία φιλοσοφία όμως και η εν γένη παιδεία ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και του Λόγου τρόπου λειτουργίας των ανθρώπων, όπου και αυτοί ανήκαν και εντάσσονταν. Και η επιφυλακτική ή αρνητική στάση των πρώτων χριστιανών προς τη [[φιλοσοφία]] και την τέχνη, περιλαμβανόμενης και της ζωγραφικής και της μουσικής και ιδιαίτερα προς τη ρητορική τέχνη, μπορούν να κατανοηθούν πλήρως μόνο εν σχέση με τη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα. Η όλη δηλαδή συγκρότηση του Ιωάννη προϋποθέτει πολιτισμού της εποχής, προσδιοριζόταν και εμποδιζόταν από λανθασμένη και ψευδή πίστη<ref>Γ. Φλορόφσκι, Χριστιανισμός και Πολιτισμός, σελ. 31</ref>. Αυτό λοιπόν που συνέβη ήταν πως οι χριστιανοί κατάφεραν να ανανεώσουν την αντίστοιχη περί λόγου φιλοσοφία του Πλάτωνα πολιτιστική πορεία, χωρίς να παρασυρθούν σε προ-πολιτιστικές θέσεις και του Φίλωνανα διαγράψουν εκ νέου με καινούριο πνεύμα τα πολιτιστικά πλαίσια<ref>Γ. Εκεί προσεγγίζεται ανθρωποπαθώς ενώΦλορόφσκι, Χριστιανισμός και Πολιτισμός, αναμφίβολασελ. 32</ref>. Ο αρχαίος πολιτισμός αποδείχτηκε τελικά αρκετά εύπλαστος για να δεχτεί μία βαθύτατη μεταμόρφωση, στην Ιωάννεια θεολογία προσεγγίζεται αποκαλυπτικά όπως αυτή την απαιτούσε το νέο χριστιανικό μήνυμα. Εξού και θεόπνευστα"''δε θα ήταν ορθό να μιλήσουμε για ένα εξελληνισμό του χριστιανισμού, αλλά ένα εκχριστιανισμό του ελληνισμού<ref>Πατρώνος ΠΓ. ΓεώργιοςΦλορόφσκι, ''Χριστιανισμός και Πολιτισμός, σελ. 32</ref>, ο οποίος σε πολλές επαφές του ερωτοτρόπησε με αντίθετα αποτελέσματα. Αυτό όμως που συνέβη τελικά ήταν πως ο Ελληνισμός πλέον είχε αλλάξει ριζικά και Χριστιανισμός''είχε μεταμορφωθεί από τη μακραίωνη συσσώρευση των γνήσιων ανθρώπινων αξιών στην πολιτιστική πορεία, Αποστολική Διακονίαπου παραλήφθηκαν και μεταβιβάστηκαν με το πνεύμα της χριστιανικής υπακοής και αφοσιώσεως στην αλήθεια του Θεού<ref>Γ. Φλορόφσκι, 2003Χριστιανισμός και Πολιτισμός, σελ. 111-112.31</ref>.
Στην πραγματικότητα==Θεολογία και επιστήμη σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας==Θα πρέπει εδώ να διευκρινιστεί και ένα ζήτημα που συχνά, δεν γίνεται κατανοητό ή παραβλέπεται: όταν μιλάμε για φιλοσοφία, θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή δεν περιέχει μόνο "θεολογία", αλλά ''"το κυρίως σώμα της φιλοσοφίας"'' ήταν πάντα ''"η φυσική επιστήμη"''<ref>Σιάσος, "...συνάντηση της Θεολογίας με τη Φιλοσοφία", ό.π., σελ. 57.</ref>. Ενώ λοιπόν, για τους Πατέρες, σε κάθε φορά ζήτημα που αποτελούσε μέρος της χριστιανικής θεολογίας, πρωτεύοντα ρόλο είχαν ''"εξυπακούεται ότι η ελληνική σκέψηθεοπνευστία, η έμπνευση, ακόμη και όταν μεταφέρεται κατά γράμματο χάρισμα, η πείρα, προσλαμβάνει μια εντελώς νέα σημασίαη προφητεία, αφού η βάση του οικοδομήματος στο όποιο εντάσσεται είναι εντελώς διαφορετικήόραση"'' ως ''"δρόμος της αγιότητας"'' τον οποίο ακολουθούν ''"οι χαρισματικοί φωτοδότες"'' και ''"διαχέουν το φως σ' όλο το σώμα της κοινότητας"''<ref>Τατάκης ΒασίλειοςΜατσούκας Α. Νίκος, ''Η Βυζαντινή ΦιλοσοφίαΙστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής ΠαιδείαςΒάνιας, Αθήνα 1977Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 2342.</ref>. Από την εποχή του Ιγνατίου, στο ζήτημα της φυσικής επιστήμης υπήρχε ''"η Εκκλησίαδυνατότητα οι πάντες ελεύθερα να προσανατολίζονται προς την έρευνα"''<ref>Ματσούκας, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', ό.π.</ref>.έδειξε Αυτό σημαίνει ότι ο χριστιανός θεολόγος μπορεί να χρησιμοποιή τη γλώσσα του συγχρόνου του πνευματικού κλίματος (ιουδαϊκούτα σημεία που ανήκουν καθαρά στην επιστήμη, γνωστικούδεν αναμετρώνται ''"διαλεκτικά...με την πίστη, ελληνικού), χωρίς ουσιαστικά να επηρεάζεται από αυτό. Η θεολογία της Εκκλησίας είναι δρόμος ιδιαίτερος αλλά το θεολογικό περιεχόμενο εκφράζεται άμεσα με προϋποθέσεις το επιστημονικό και προοπτικές, τις οποίες πρέπει ν' αναζητή κανείς στο χώρο της εκκλησιαστικής αληθείας.φιλοσοφικό ένδυμα του τότε περιβάλλοντος"''<ref>Παπαδόπουλος ΓΜατσούκας Α. ΣτυλιανόςΝίκος, ''Πατρολογία''Επιστήμη, τόμφιλοσοφία και θεολογία στην Εξαήμερο του Μ. ΑΒασιλείου'', έκδ. , Αθήνα 2000Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 17453.</ref>. Ο άγιος Γρηγόριος Για παράδειγμα, ο Παλαμάς, συνοψίζοντας όλη τη σχετική πατερική στάση, επισημαίνει κατηγορηματικά: Μ. Βασίλειος δεν προβληματίζεται να δεχτεί τα επιστημονικά δεδομένα της εποχής σύμφωνα με τα οποία η γη ήταν ''"Καν τις των Πατέρων τα αυτά τοις έξω φθέγγηται, μάλλον επί των ρημάτων μόνον, επί δε των νοημάτων πολύ το μεταξύκέντρο του κόσμου"'' (Και αν κανείς από τους Πατέρες λέγει τα ίδια με τους φιλοσόφους, η σχέση σταματά στις λέξεις· στα σημαινόμενα όμως απκαι ήταν ''"ακίνητη"'' αυτές υπάρχει μεγάλη απόσταση-διαφορά)<ref>Γρ. ΠαλαμάΜατσούκας, ''Περί των ιερώς ησυχαζοντωνΕπιστήμη, φιλοσοφία και θεολογία...'', Α΄ό.π., 1σελ. 78-79.</ref>. Στις περιπτώσεις όμως που η φιλοσοφική επιστημολογία έρχεται σε σύγκρουση με τα δεδομένα της θείας αποκαλύψεως και άρα σχετίζεται με τη θεολογία,11τότε η εμπειρία της Αποκάλυψης προηγείται. Γι' αυτό και ο ''Μ. Στο: Μεταλληνός ΔΒασίλειος'' ''"αποκρούει την αυτόματη γένεση του κόσμου"'' και ''"πρόθεση του είναι να αποκλείσει την αριστοτελική σημασία του τυχαίου. ΓεώργιοςΚατά συνέπεια ο κόσμος δεν είναι ένα τυχαίο αποτέλεσμα"''<ref>Ματσούκας, ''Λόγος ως ΑντίλογοςΕπιστήμη, φιλοσοφία και θεολογία...'', 2η έκδό.π., Αρμός, Αθήνα 1998, σελ. 10888.</ref>.
Και όπως ξεκαθαρίζει ο δογματολόγος Νικ==Ορθόδοξη Θεολογία και Ανθρωπολογία. ΜατσούκαςΟι διαφορές με τα αντίστοιχα δεδομένα της Φιλοσοφίας==Τελικά, η Ορθόδοξη διδασκαλία διαφοροποιήθηκε με σαφήνεια από κάθε φιλοσοφική δοξασία η οποία σχετιζόταν με την ειδωλολατρική Θεολογία. Ενδεικτικά:
:#Στην φιλοσοφική οντολογία υπάρχει η ουσιοκρατική αντίληψη της απορροής, ότι ''"όλα απορρέουν από την ουσία μιας πρώτης απρόσωπης αρχής"''<ref>Καρακωστάνογλου Γιάννης, "Συνάντηση Χριστιανισμού και Ελληνικής Φιλοσοφίας", στο περιοδ. ''Σύναξη'', τεύχ. 62 (1997) Αθήνα, σελ. 8.</ref>. Στον Χριστιανισμό αντιθέτως, εκτός ότι ο Θεός είναι προσωπικός, τίποτε στη δημιουργία δεν προέρχεται από την ουσία του, αλλά τα πάντα είναι ετερούσια Αυτού. Έτσι, για πρώτη φορά εισάγεται η νέα χριστιανική αντίληψη η οποία ''"δεν διακρίνει πια το νοητό από το αισθητό ή υλικό, αλλά το άκτιστο από το κτιστό. Άκτιστος, αιώνιος, αδημιούργητος είναι μόνο ο Θεός, ο οποίος αποφασίζει ελεύθερα να δημιουργήσει, σε συγκεκριμένο χρόνο, όλη την ορατή και αόρατη πραγματικότητα"''. Από αυτή τη βασική αλήθεια πηγάζει όλη η υπόλοιπη χριστιανική διδασκαλία<ref>Καρακωστάνογλου, "Συνάντηση Χριστιανισμού...", ό.π., σελ. 10.</ref>. Δεν υπάρχει στον Χριστιανισμό "γέννηση" του κόσμου αλλά Δημιουργία<ref>Καρακωστάνογλου, "Συνάντηση Χριστιανισμού...", στο ίδιο.</ref>. Άλλωστε και η ίδια ''"η ιδέα της κτίσεως είναι ξένη προς τη φυσικήν συνείδησιν"'' και ''"η αρχαία ελληνική σκέψις την ηγνόει"'' ενώ ''"Στα διλήμματα εις την βίβλον θεωρείται κάτι το δεδομένον"''<ref>Φλορόφσκυ Γεώργιος, ''Προβλήματα Ανατομίας Πίστεως'', εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Πρέβεζα 2006 (c1977), σελ. 18.</ref>.#Η χριστιανική διάκριση κτιστού-ακτίστου είναι αυτή που έθεσε δίνει και θέτει το περιεχόμενο στην χριστιανική αποφατική θεολογία η επιστημονική έρευναοποία μόνο εξωτερικά ομοιάζει προς την νεοπλατωνική ορολογία<ref>Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, ''Πατερική Θεολογία'', Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, αν σελ. 72.</ref>. Ο νεοπλατωνισμός, εντοπίζει το πρόβλημα γνώσης του θεού στην αδυναμία του σώματος και από εκεί προκύπτει η δική του αποφατική θεολογία <ref>Ρωμανίδης, ''Πατερική Θεολογία'', ό.π.</ref>. Για τους νεοπλατωνικούς, η ανθρώπινη ψυχή είναι εξελληνισμός ομοούσια προς το θείο ον και όταν αυτή βρεθεί εκτός του σώματος μπορεί να γνωρίσει τον Θεό<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, "Γνώσις και Αγνωσία του Χριστιανισμού ή εκχριστιανισμός Θεού", στο περιοδ. ''Κληρονομία'', τόμ. 2, τεύχ. 1 (ΙΑΝ 1970), Θεσσαλονίκη, Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, σελ. 72-73.</ref>. Αυτή η κατάσταση, είναι μια εμπειρία εκστάσεως η οποία θα αφαιρέσει από την ανθρώπινη σκέψη όλα τα ελαττώματα και τους περιορισμούς της, είναι όμως κατάσταση απορριπτέα και δαιμονική για τους πατέρες της Εκκλησίας<ref>Ρωμανίδης, ''Πατερική Θεολογία'', ό.π.</ref>. Για την πατερική θεολογία, οι αποφατικές εκφράσεις είναι αποτέλεσμα της αγεφύρωτης διάκρισης ανάμεσα στο κτιστό και το άκτιστο, όπου ο Θεός κάνει γνωστό στον άνθρωπο μέρος της δόξας του Ελληνισμού ή κατά βάση κυριαρχία πως Εκείνος επιθυμεί μέσα από τις θεοφάνειές Του. Αυτή η φανέρωση του Ιουδαϊσμού οφείλει κανείς Θεού (θεοφάνειες στην Π.Δ., ενανθρώπιση, Πάθη, Ανάσταση, κάθοδος του Αγίου Πνεύματος), δείχνει αγαπητική κίνηση προς τον άνθρωπο, χωρίς την οποία ο άνθρωπος δεν δύναται να σταθεί με πολύ σκεπτικισμόκινηθεί προς τον Θεό<ref>Ματσούκας, "Γνώσις και Αγνωσία...", ό.π., σελ.74-75.</ref>.Επιπλέον, η όλη προβληματική Πατερική αποφατική θεολογία συνδέεται άρρηκτα προς την καταφατική, εφόσον ο Θεός εισέρχεται στα ιστορικά σχήματα όπου δημιουργεί μορφές ζωής, όμως για την νεοπλατωνική φιλοσοφία είναι σε εσφαλμένο δρόμοάγνωστη η έννοια της ιστορικής αποκάλυψης<ref>Ματσούκας, "Γνώσις και Αγνωσία...", ό.π., σελ.81.</ref>.#Δεν υφίσταται στον Χριστιανισμό η έννοια του αιώνιου κόσμου όπως στη Φιλοσοφία, ούτε η θεολογίαέννοια της προϋπάρχουσας ύλης, αλλά ''"εφ' όσον πριν από τη Δημιουργία δεν υπήρχε τίποτα παρά μόνον ο Θεός, ο κόσμος έχει χρονική αφετηρία, δεν είναι άναρχος. Και έφ' όσον έχει αρχή, θα έχει και τέλος"''<ref>Καρακωστάνογλου, "Συνάντηση Χριστιανισμού...", ό.π., που εκφράζει σελ. 11.</ref>.#Η χριστιανική διδασκαλία για την εκκλησιαστική πείραεκ φύσεως θνητότητα της ψυχής, ήταν μία από τις σημαντικότερες διαφοροποιήσεις από τις πλατωνικές δοξασίες περί φυσικής αθανασίας της<ref>Φλορόφσκυ Γεώργιος, ''Δημιουργία και Απολύτρωση'', (μτφρ. Παναγιώτου Κ. Πάλλη), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 247.</ref><ref>''"Σώμα και ψυχή, ως κτίσματα εκ του μη όντος, κατά κανένα τρόπο δεν φτιάχνει συμπιλήματα μήτε ωθείται σε μια συγκρητιστική λειτουργίαείναι φύσει αθάνατα, αλλά αποτελεί πρωτότυπηγίνονται κατά χάρη μόνο με τη θεία ζωοποιητική ενέργεια του Θεού"'' (Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 228).</ref>.#Επίσης, η χριστιανική διδασκαλία περί κτιστότητας και μή προΰπαρξης της ψυχής<ref>Τατάκης Βασίλειος, ''Η Βυζαντινή Φιλοσοφία'', Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 1977, σελ. 87.</ref>, ελεύθερη βρισκόταν σε αντίθεση με τις πλατωνικές δοξασίες περί του αιωνίου και δημιουργική οικοδόμηση ενός πνευματικού αδημιούργητου αυτής<ref>Βλ. Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και πολιτιστικού έργουΣυμβολική θεολογία'', τόμ.Β', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 215).</ref>.Πολύ σωστά επισημαίνεται καταρχήν Την χριστιανική διδασκαλία ότι σε σχέση με το δόγμα μορφολογικά αναπτύσσεται Θεό, η ψυχή ''"είναι υλική και σωματική"'', ''"ένας πλατωνικός ή νεοπλατωνικός φιλόσοφος θα τη θεωρούσε εξάπαντος βλάσφημη, γιατί η νοούσα ψυχή είναι φυσικώς αδημιούργητη και φυσικώς συγγενής προς το θεό"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ΄, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 356.</ref>.#Σύμφωνα με τη φιλοσοφική γλώσσα τον Πλάτωνα, η ψυχή του ανθρώπου διακρίνεται σε δύο μέρη, στο ανώτερο που είναι η έλλογη ψυχή, και στο κατώτερο που είναι η άλογη ψυχή<ref>Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), ''Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον'', Αθήνα 2002, σελ. 34.</ref>. Το ανώτερο είναι το θείο και αθάνατο<ref>Τσάκωνας Γ. Βασίλειος, ''Η περί Συνειδήσεως Διδασκαλία του Απ. Παύλου', Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας #51, Αθήνα 1968, σελ. 28.</ref> ενώ το κατώτερο είναι το θνητό και περιλαμβάνει άλλα δύο μέρη, τα οποία, όπως και το σώμα, αποτελούν κατώτερα δημιουργήματα<ref>Ιστορία του περιβάλλοντος· ότι Ελληνικού Έθνους, τόμ. Γ2', ''Κλασσικός ελληνισμός 479-336 π.Χ.'', Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1972, σελ. 480Β</ref> από τα οποία προέρχονται τα ανθρώπινα πάθη<ref>Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, ''Ιστορία Δογμάτων'', τόμ. Α', Αθήνα 1998, σελ. 296.</ref>. Σύμφωνα όμως με την Ορθόδοξη διδασκαλία, η ψυχή είναι ενιαία, και ως σύνολο θεωρείται ''"φύσει καλή"'' ενώ ''"οι πατέρες στοχαζόμενοι κακοί λογισμοί δεν παράγουν γεννώνται από την φύσιν της ψυχής...αλλά από την αμαρτητικήν ροπήν της, εκ του προπατορικού αμαρτήματος"''<ref>Αγ. Διάδοχος Φωτικής, ''Τα εκατόν Γνωστικά Κεφάλαια'', 2η έκδ., Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 189.</ref>.#Η διαρχική οντολογία και φιλοσοφική ανθρωπολογία που ήθελε το δόγμα συλλογιστικά "κακό" σώμα να εγκλωβίζει την φύσει αθάνατη ψυχή<ref>''"Η άποψη...για το σώμα ως φυλακή της ψυχής προέρχεται από τους Ορφικούς, για τους οποίους το σώμα είναι το ακάθαρτο περίβλημα, στο οποίο φυλακίζεται η ψυχή για να τιμωρηθεί για τα παραπτώματα της"'' (Φιλόστρατος, ''Άπαντα'', τόμ. 3, Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 288, σημ. #49).</ref>, ήταν ασυμβίβαστη με την χριστιανική θεολογία περί άρρηκτης ψυχοσωματικής ενότητας<ref>''"Ο γαρ άνθρωπος ουκ έστι ψυχή μόνον, αλλά ψυχή και διαλεκτικάσώμα"'' (Ιω. Χρυσόστομος '''''PG''''' 50,430).</ref>.#Στο ίδιο πλαίσιο, ουδέποτε έγινε αποδεκτό στον χριστιανισμό ότι η ανθρώπινη υπόσταση αποτελείται από την ψυχή μόνη<ref>''"H ψυχή έστιν άνθρωπος"'' (Πλάτωνος, ''Αλκιβιάδης'', 130C).</ref><ref>''"Mη αν ψυχήν μόνην, μήτε σώμα μόνον λέγεσθαι άνθρωπον, αλλά το διατυπώνουν μσυναμφότερον"'' (Γρηγ. Παλαμάς, '''''PG''''' 150, 1361C).</ref>, αλλά και η διδασκαλία περί ανάστασης των σωμάτων παρέμενε αδιανόητη για τον πλατωνισμό.#Κανείς διαχωρισμός σε αθάνατες νοητές ουσίες και θνητές αισθητές ουσίες δεν υπήρξε στην χριστιανική θεολογία. Τίποτε και κανείς εκτός του άκτιστου Θεού δεν ήταν αθάνατος ή αδημιούργητος<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ' ένα τέτοιο τρόπο'Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ.197.</ref><ref>Ματσούκας Α.επομένως ο πυρήνας κατά βάση Νίκος, ''Δογματική και κατΣυμβολική θεολογία' ουσία ', τόμ. Α', 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 146.</ref>.#Καταργείται έτσι και η διαρχική λογική του κόσμου όπου το υλικό και αισθητό υστερεί από το άυλο και κυριαρχεί η ενότητα της κτιστής δημιουργίας όπου τα πάντα, άυλα ή μη, είναι χριστιανικόςκτιστά, διαφορετικής ουσίας από τον Θεό, αποτέλεσμα των ενεργειών του και όχι προϊόντα της ουσίας του<ref>Καρακωστάνογλου, "Συνάντηση Χριστιανισμού...Οι τεχνικοί φιλοσοφικοί όροι ", ό.π., σελ. 12.</ref>.#Δεν υφίσταται η έννοια της επιστροφής σε κάποια αρχέγονη κατάσταση τελειότητας, αλλά ο χαμένος βιβλικός παράδεισος αποτελεί ένα ακόμη γεγονός μέσα στα γεγονότα της Θείας Οικονομίας. Ο άνθρωπος ευρισκόμενος σε μια διαρκή εξέλιξη με τη χάρη του θεού, αστοχεί αυτεξουσίως, αμαρτάνει, απομακρύνεται από τον Θεό και πρέπει να συνεχίσει τον δρόμο προς το περιρρέον πολιτιστικό κλίμακαθ' ομοίωσιν<ref>Καρακωστάνογλου, ''Συνάντηση Χριστιανισμού...'', ό.π., σελ.13.μπολιάζονται στην πείρα </ref>. Σε όλα αυτά παίζει σημαντικό ρόλο η ελευθερία και η βούληση και όχι κάποια υποχρεωτική "έλξη" της εκκλησιαστικής κοινότηταςψυχής προς το θείο νοητό, όπως πρέσβευε η φιλοσοφική οντολογία<ref>Καρακωστάνογλου, ''Συνάντηση Χριστιανισμού...'', ό.π., σελ.10.</ref>.#Η τελική συνάντηση του ανθρώπου με τον Θεό, θα γίνει με τούτο τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική ενότητα (το μπόλιασμα έχουμε μετάπλαση όρων οποίο για τη φιλοσοφική σκέψη ήταν αδιανόητο<ref>Καρακωστάνογλου, ''Συνάντηση Χριστιανισμού...'', ό.π., σελ. 14.</ref>) και όχι ως ψυχή μόνο, και περιεχομένουσε αντίθεση με την φιλοσοφία, ο άνθρωπος δεν θα ενταχθεί στην ουσία του θεού από την οποία απορρέει, αλλά θα παραμείνει ετερούσιος του Θεού και θα γίνει Θεός μόνο κατά χάρη<ref>Καρακωστάνογλου, ''Συνάντηση Χριστιανισμού...'', ό.π., σελ. 13.</ref>.#Σημαντικό είναι ακόμη το γεγονός ότι η λύτρωση και σωτηρία του ανθρώπου στον χριστιανισμό, δεν τον οδηγεί σε μια τελική και οριστική κατάσταση όπως πρεσβεύει η φιλοσοφία, αλλά σε μια νέα δημιουργία αυθύπαρκτηκατάσταση αιώνιας προόδου<ref>Καρακωστάνογλου, ''Συνάντηση Χριστιανισμού..."'', ό.π., σελ. 15.</ref>.#Στο ίδιο πλαίσιο παρουσιάζεται και η διαφοροποίηση του Νεοπλατωνισμού από την χριστιανική διδασκαλία περί [[Αγία Τριάδα|Αγίας Τριάδας]]<ref>''"Επομένως όσοι νομίζουν ότι αυτές οι τρεις υποστάσεις είναι η χριστιανική τριάδα δεν έχουν καταλάβει τον Πλωτίνο ή σκέφτονται 'χριστιανικά', καθώς ερμηνεύουν τη φιλοσοφία του"'' (Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 250).</ref><ref>''"Εις την ελληνικήν κυρίως Πατερικήν Παράδοσιν η τοιαύτη ταύτισις των περί Θεού διδασκαλιών των Πλατωνικών και των Χριστιανών θα προεκάλη τον γέλωτα, όχι μόνον των Ορθοδόξων αλλά και των Νεοπλατωνικών"'' (Ρωμανίδης Σ. Ιωάννης, 'Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας', τόμ. Α', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 19941999 (c1973), σελ. 350).</ref>. Ο [[Πλωτίνος]], κορυφαίος εκπρόσωπος του [[Νεοπλατωνισμός|Νεοπλατωνισμού]], έχοντας γνώση των ανατολικών θρησκειών, του γνωστικισμού και του χριστιανισμού<ref>Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, ''Πατρολογία'', τόμ. Α΄, έκδ. 4η, Αθήνα 2000, σελ. 49-50156.</ref>δημιούργησε δικό του φιλοσοφικό σύστημα. Όπως έγραψε Η Θεότητα του Πλωτίνου είναι μια μονάδα, το ''Έν'', το οποίο είναι ουσία, χωρίς προσωπική ετερότητα. Αυτή η ουσία ''ξεδιπλώνεται'' ιεραρχικά σε ''Νου'' και ''Ψυχή'', τα οποία αποτελούν απρόσωπα ξεδιπλώματα της ουσίας του ''Εν''. Αντιθέτως, στην χριστιανική διδασκαλία υπάρχουν ιδιαίτερες προσωπικές υποστάσεις όπως ο [[Κλήμης ΑλεξανδρεύςΙησούς Χριστός]]: και το [[Άγιο Πνεύμα]] τα οποία στα πλαίσια της ετερότητάς τους έχουν ιδιώματα ''ακοινώνητα'', δηλαδή που ανήκουν μόνο στην υπόσταση που τα έχει και σε καμμία άλλη<ref>Ρωμανίδης, ''Δογματική...'', τόμ. Α', ό.π., σελ. 300.</ref>. Επανερχόμενοι στον νεοπλατωνισμό, το "άπλωμα"νήπιοι ουν της ουσίας του ''Εν'' δεν μένει τριμερές, αλλά καταλήγει σε πολλαπλή μορφή, αφού ξεδιπλώνεται σε ''Φύση'' και οι φιλόσοφοι''Ύλη'', σε μια ενιαία διάρθρωση της πραγματικότητας<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Φιλοσοφίας'', 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 249.</ref>. Έτσι, στον νεοπλατωνισμό δεν υπάρχει η έννοια της δημιουργίας και η σχέση κτιστού-ακτίστου, αλλά μόνο απορροή από την ουσία της απρόσωπης αρχής<ref>Παπαδόπουλος, ''Πατρολογία'', τόμ. Α΄, ό.π., σελ. 155.</ref>. Η όλη πραγματικότητα είναι μόνο το ''Εν'' και σε αντίθεση με τον χριστιανισμό, εάν μη υπό αυτό δεν κινείται προς τον άνθρωπο. Τελικός σκοπός του ανθρώπου είναι να ενσωματωθεί η ψυχή του Χριστού απανδρωθώσιν"στο ''Εν'', με το οποίο είναι ομοούσια<ref>Κλήμης ΑλεξανδρείαςΜατσούκας, ''ΣτρωματείςΙστορία της Φιλοσοφίας'', Λόγος ό.π., σελ. 250.</ref>. Αδιανόητες παραμένουν για τον πλατωνισμό και νεοπλατωνισμό οι διδασκαλίες περί αγιασμού του σώματος, ο ψυχοσωματικός άνθρωπος και η σωτηρία του ως ψυχοσωματική οντότητα<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Οικουμενική Θεολογία'', PG 8Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2005,752Aσελ. 201.</ref>.
Στην Ορθόδοξη χριστιανική πίστηΜε όλα αυτά τα δεδομένα και άλλα περισσότερα, σημαντικό ρόλο έπαιζε πάντα η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου<ref>Αγουρίδης Σάββας, ''Ιστορία των χρόνων της Καινής Διαθήκης'', 4η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 207.</ref> τελικά ο οποίος προσερχόταν σε μία Χριστιανισμός καθιέρωσε ''"θεία λατρείαένα νέο πολιτισμό"'' όπου ο οποίος ''"βιωνόταν εμπειρικά το όλο περιεχόμενο θεμελιώθηκε πρώτιστα στην αλήθεια της χριστιανικής πίστεωςΑποκάλυψης"''<ref>Φειδάς Ιω. Βλάσιος, ''Εκκλησιαστική Ιστορία - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση'', τόμ. Β', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 33.</ref>. Έτσι, οι άνθρωποι, ''"εφόσον μετέχουν στό κοινωνικό σώμα της Εκκλησίας"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Δογματική και Συμβολική θεολογία'', τόμ. Γ', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 153-154.</ref>, ''"διά της βιώσεως...του περιεχομένου...της πίστεως"''<ref>Τρεμπέλας Ν. Παν., ''Εγκυκλοπαίδεια της θεολογίας'', έκδ. 5η, Ο Σωτήρ, Αθήναι 2000, σελ. 141.</ref>, ζουν (πάντα σε μια ιστορική συνέχεια) πράγματα και γεγονότα, και έτσι κατανοούν ''"όσα η οποία επιβλήθηκε του Θεού μπορούν να γίνουν γνωστά"''<ref>Ματσούκας, στο ίδιο.</ref>. Δεν τα ανιχνεύουν διαλεκτικά ή συλλογιστικά, αλλά αντιθέτως ''"οι συλλογισμοί ακολουθούν, μετά την πείρα των συμβάντων και συμβαινόντωνφιλοσοφικού πνεύματος"''<ref>ό.π..</ref>. Οι [[Πατρολογία|Πατέρες]] της Εκκλησίας μας παροτρύνουν ''"ν' αποφύγουμε τους μεταφυσικούς μετεωρισμούς του νου για την αναγωγή στο Θεό, και να στραφούμε στις θεοφάνειεςΚαρακωστάνογλου, που συντελούνται στην κτίση και την ιστορία"''<ref>Ματσούκας ΑΣυνάντηση Χριστιανισμού. Νίκος, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 290.</ref>, στη ''"ζωή της Εκκλησίας, τη διδαχή, τα μυστήρια, την άσκηση και την κατάφαση του κόσμου και της ζωής"''<ref>ό.π., σελ. 28916.</ref>.
Η φιλοσοφία για την Πατερική θεολογία είχε μεν τον ρόλο ενός ''"τεχνητού βοηθητικού οργάνου στην υπηρεσία της κατανοήσεως των θείων αληθειών"'' πρέπει όμως να διευκρινιστεί το σημαντικότερο: ''"ενώ η φιλοσοφία παρέχει κάποια ικανοποίησι στο ανθρώπινο πνεύμα, όμως δεν μπορεί να λύτρωση τον άνθρωπο"''<ref>Φούγιας Γ. Μεθόδιος, ''Το Ελληνικό Υπόβαθρο του Χριστιανισμού'', Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1992, σελ. 142.</ref>.
:''"Hμείς δε ου την διά λόγων και συλλογισμών ευρισκομένην γνώσιν δόξαν αληθή νομίζομεν, αλλά την δι' έργων τε και βίου αποδεικνυμένην, ή και μη μόνον αληθής, αλλά και ασφαλής εστι και απερίτρεπτος"''<ref>Γρηγορίου Παλαμά, ''Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων, 1,3,13.</ref>.
Εν κατακλείδι αυτό που ήταν και παραμένει απαράδεκτο είναι η φιλοσοφία να ''"αντικαθιστά τη διδασκαλία για τη σωτηρία του ανθρώπου κατά τα ευαγγελικά δεδομένα"'', ταυτόχρονα όμως, για τους [[Πατρολογία|Πατέρες]] η Φιλοσοφία ''"είναι πολύ χρήσιμη, αν προορίζεται για την παίδευση του ανθρώπου"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας'', Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 300-301.</ref>.  Την ιδιαίτερη θέση χρησιμότητα όμως της [[Φιλοσοφία|Φιλοσοφίας ]] στην Ορθόδοξη Παράδοση μαρτυρούν εύγλωττα και δύο ακόμη τεκμήρια:
:α) Η αγιογραφική παράδοση του Βυζαντίου, ''"ως διεσώθη αυτή εν τη γνωστή «Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης» του...αγιογράφου Διονυσίου, όπου δίδονται οδηγίαι περί ζωγραφήσεως εν χριστιανικοίς ναοίς Ελλήνων σοφών (Σόλωνος, Πλάτωνος, Αριστοτέλους, Σοφοκλέους κ.ά.)"''<ref>Μπρατσιώτης Παναγιώτης, ''Τα ελληνικά γράμματα και η εκκλησία'', Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τόμ.45, τεύχ.1, σελ. 156, 1970.</ref> και
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης