Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Οικουμενικές Σύνοδοι

15.610 bytes αφαιρέθηκαν, 02:20, 27 Μαρτίου 2011
μ
interwiki mk
*Το να συμφωνήσουν και αποδεχτούν πάντες οι ορθόδοξοι Πατριάρχες και αρχιερείς της Καθολικής Εκκλησίας, είτε δια αυτοπροσώπου παρουσίας των, είτε δια τοποτηρητών, είτε απόντων και δια επιστολών αυτών τις αποφάσεις της εκάστοτε συνόδου.
Για τις Οικουμενικές εκείνες συνόδους, στις οποίες προσκλήθηκαν ή συμμετείχαν μόνο ολιγομελείς αντιπροσωπίες όλων των επαρχιών ή των πατριαρχιακών θρόνων, με πρωτοβουλία της ίδιας της Οικουμενικής συνόδου, ξεκινούσε διαδικασία για την αποδοχή των αποφάσεων από την εκκλησιαστική συνείδηση, με συνοδικές επιστολές που ανακοίνωναν το περιεχόμενο τους σε όλες τις μητροπόλεις, με την προτροπή προς την Ιεραρχία, τον κλήρο και τον λαό των εκκλησιών αυτών να αποδεχθούν την ομόφωνη διακήρυξη της αλήθειας της πίστεως και τις συνοδικές αποφάσεις. Υπό το πνεύμα αυτό απορρίφθηκε από την εκκλησιαστική συνείδηση η οικουμενικότητα της ''ληστρικής'' συνόδου της Εφέσου ([[449]]) και της εικονομαχικής συνόδου της Ιερείας ([[754]])<ref>Φειδάς Ιω. Βλάσιος, ''Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι την Εικονομαχία'', τόμ. Α', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 867</ref>.
Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η έννοια ==Καθολικότητα και αλάθητο της ''καθολικότητας'' που πρέπει να περιλαμβάνουν οι αποφάσεις μιας Οικουμενικής Συνόδου, προσδιορίζεται σε δύο διαστάσεις<ref>Η έννοια αυτή περιγράφεται στο: Μπούμης Ι. Παναγιώτης, ''Κανονικόν Δίκαιον'', έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, σελ. 176-178.</ref>:Εκκλησίας ως σύνολο==[[Εικόνα:katholikotis.jpg|thumb|300px|leftright|Καθολικότητα ''"εν χρόνω"'' και ''"εν τόπω"'' της Οικ. Συνόδου.]]:α) ''Καθολικότητα κατά βάθος ή καθέτως ή εν χρόνω'': αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εκπροσωπεί όλους τους ΧριστιανούςΑπό την [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξη]] και τη [[Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία]] αναγνωρίζονται από κοινού επτά Οικουμενικές Σύνοδοι, οι όποιοι έζησαν και έδρασαν κατά τους προηγουμένους αιώνες μέσα οποίες συγκλήθηκαν από το 325 μ.Χ. μέχρι το 787 μ.Χ. στην [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Ανατολική Ρωμαϊκή επικράτεια]]. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι, για την Ορθόδοξη Εκκλησία, αποτελούν το ιεραρχικά ανώτατο εκκλησιαστικό σώμα, είναι δηλαδή η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή και να τους εκπροσωπείαυθεντία, όπως αυτοί έχουν εκφρασθεί στις αποφάσεις των προγενεστέρων Οικουμενικών Συνόδων. Άραπου ασκεί την ανώτατη διοικητική, κάθε μεταγενέστερη Οικουμενική Σύνοδος είναι υποχρεωμένη νά συμφωνεί μέ τίς προγενέστερεςδικαστική και νομοθετική εξουσία.
Για τους ορθοδόξους, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι στην Εκκλησία βρίσκεται η αλήθεια. Αυτό βεβαιώνει ο [[Απόστολος Παύλος]] όταν λέει για την Εκκλησία ότι είναι ''"στύλος και εδραίωμα της αληθείας"''<ref>''Α΄ Τιμ. 3:15''.</ref>. Και αυτό είναι φυσικό επειδή η Εκκλησία είναι το σώμα του [[Χριστός|Χριστού]]<ref>Πρβλ. ''Εφεσ. 5:β) 23''Καθολικότητα κατά πλάτος ή οριζοντίως ή εν τόπωκαι ''Κολ. 1: 18''.</ref>. Το σώμα αυτό της Εκκλησίας έχει το αλάθητο, επειδή έχει κεφαλή τον ίδιο τον ''Χριστό'' που ως Θεός είναι αλάθητος. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εκπροσωπεί και το σύγχρονο πλήρωμα της Εκκλησίας, το όποιο ζει σε όλα τα πλάτη της γης και βεβαίως να αναγνωρισθεί ως Οικουμενική νομοθέτης, διδάσκαλος και από το πλήρωμα της στρατευόμενης Εκκλησίαςκριτής, η Μία, Αγία, Καθολική και οι αποφάσεις της να γίνουνΑποστολική Εκκλησία, όταν εκφράζεται ως αλάθητεςσύνολο, εκφράζεται αλαθήτως<ref>Μπούμης Ι. Παναγιώτης, αποδεκτές (έστω σιωπηρώς) από όλη την επί γης ζώσα Εκκλησία''Κανονικόν Δίκαιον'', έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, σελ. 175-176.</ref>.
Οι [[Βυζαντινή αυτοκρατορία|Βυζαντινοί]] αυτοκράτορες ήταν αυτοί που μετά από ''"αίτησιν εκκλησιαστικήν"'' συγκαλούσαν τις Οικουμενικές Συνόδους και κατ' αυτόν τον τρόπο ''"ο Μ. Κωνσταντίνος συνεκάλεσε την Α' Οικουμενικήν Σύνοδον, ο Μ. Θεοδόσιος την Β', ο Θεοδόσιος ο μικρός την Γ', ο Μαρκιανός και Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι αυτή η Πουλχερία την Δέννοια της ', ο Ιουστινιανός Α' την Εκαθολικότητας', ο Κωνσταντίνος Πωγωνάτος την ΣΤ'που πρέπει να περιλαμβάνουν οι αποφάσεις μιας Οικουμενικής Συνόδου, ο Ιουστινιανός Β' την Πενθέκτην και ο Κωνσταντίνος ΣΤ' μετά της Ειρήνης της Αθηναίας την Ζ'"''προσδιορίζεται σε δύο διαστάσεις<ref>"Οικουμενικαί Σύνοδοι"Η έννοια αυτή περιγράφεται στο: Μπούμης, ''Θρησκευτική και Ηθική ΕγκυκλοπαίδειαΚανονικόν Δίκαιον'' (ΘΗΕ), Τόμό.π. 09, εκδ. Μαρτίνος Αθσελ., Αθήνα 1966, στ176-178. 689</ref>.:
Σκοπός των Οικουμενικών Συνόδων ήταν, μετά από εμπεριστατωμένες συζητήσεις να εκδίδουν :α) ''"σύμβολα Καθολικότητα κατά βάθος ή όρους καθέτως ή τόμους ή ομολογίας και εκθέσεις, αναφερομένας εις την δογματικήν πίστιν"εν χρόνω''<ref>ΘΗΕ: αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εκπροσωπεί όλους τους Χριστιανούς, ό.π.</ref> εφόσον διάφορες αιρέσεις που εμφανίζονταν οι όποιοι έζησαν και έδρασαν κατά καιρούς ''"δια της κακοδιδασκαλίας αυτών εζήτουν να διαστρέψωσι τα της Ευαγγελικής διδασκαλίας νοήματα"''<ref>Αγίου Νεκταρίουτους προηγουμένους αιώνες μέσα στην Εκκλησία, 'Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 189</ref>. Επίσης, συνέτασσαν Κανόνες ''"αναφερομένους εις την διοίκησιν, την ευταξίαν, το πολίτευμα και τον καθόλου βίον της Εκκλησίας"''να τους εκπροσωπεί, οι οποίοι μάλιστα, είχαν αξία ''"νόμων υποχρεωτικών δια τα μέλη της Εκκλησίας και δια το Κράτοςόπως αυτοί έχουν εκφρασθεί στις αποφάσεις των προγενεστέρων Οικουμενικών Συνόδων."''<ref>ΘΗΕΆρα, στο ίδιο</ref>κάθε μεταγενέστερη Οικουμενική Σύνοδος είναι υποχρεωμένη να συμφωνεί με τις προγενέστερες.
Δεδομένου ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία, κάθε τι που προσκρούει στην [[Αγία Γραφή]] :β) ''Καθολικότητα κατά πλάτος ή οριζοντίως ή εν τόπω''"δεν είνε δυνατόν : αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αποτελέση στοιχείον της ιεράς παραδόσεως εκπροσωπεί και της πράξεως το σύγχρονο πλήρωμα της Εκκλησίας"''<ref>Στέργιος Σάκκος, ''Εισαγωγή...'', ό.π.</ref>, οι Οικουμενικές Σύνοδοι ''"αποφαίνονται πάντοτε μόνον ερμηνευτικώς το όποιο ζει σε όλα τα πλάτη της γης και...ουδέποτε αποκαλύπτουν κάτι νέον"''<ref>στο ίδιο</ref>, αφού η αλήθεια που αναπτύχθηκε αυθεντικά βεβαίως να αναγνωρισθεί ως Οικουμενική και κατοχυρώθηκε από αυτές έχει τη βάση το πλήρωμα της στην [[Αγία Γραφή]]<ref>ΘΗΕστρατευόμενης Εκκλησίας, τόμ. 02, 1963, στ. 520</ref>. Για τους Ορθοδόξους, η ερμηνεία αυτή των Οικουμενικών Συνόδωνκαι οι αποφάσεις της να γίνουν, είναι δεκτή ως απολύτως ορθή<ref>πρβλ. Στ. Σάκκοςαλάθητες, περιοδικό ''Απολύτρωσις'', Αύγουστος 1982, σελ. 103: ''"το Ευαγγέλιο σαν βιβλίο...τρόπο ζωής...και πίστεως, σαν νόημα και θεία αποκάλυψι το διαβάζουν σωστά μόνο οι ορθόδοξοι."''</ref>αποδεκτές (έστω σιωπηρώς) από όλη την επί γης ζώσα Εκκλησία.
Από την [[Ορθοδοξία|Ανατολική Ορθόδοξη]] ==Συνοδικό Σύστημα και τη [[Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία]]) αναγνωρίζονται από κοινού επτά Οικουμενικές Σύνοδοι, οι οποίες συγκλήθηκαν από το [[325]] ==Το Συνοδικό Σύστημα στον χώρο της Εκκλησίας εμφανίστηκε αμέσως με τη συγκρότηση της. Η αρχή του ανάγεται στην πρώτη εκείνη Σύνοδο τη ''"συγκροτηθείσαν εν Ιεροσολύμοις τω 48 μ.Χ. μέχρι το [[787]] μ"'' την ονομαζόμενη ''Αποστολική Σύνοδο'', και επομένως ο συνοδικός θεσμός είναι και αυτός αποστολικός, με αφετηρία και ''"χαρακτήρα αποστολικόν"''<ref>''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία.Χ. στην [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Ανατολική Ρωμαϊκή επικράτεια]]. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι'', στο ίδιο, για την Ορθόδοξη Εκκλησίασελ. 106</ref>. Σήμερα, αποτελούν το ιεραρχικά ανώτατο εκκλησιαστικό σώμααντίστοιχο των Οικουμενικών Συνόδων, είναι δηλαδή οι Πανορθόδοξες Σύνοδοι η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή σύγκληση των οποίων πρέπει να γίνει κατόπιν συμφωνίας των πατριαρχών και αυθεντίατων προκαθημένων των επί μέρους αυτοκέφαλων Εκκλησιών<ref>Μπούμης Ι. Παναγιώτης, που ασκεί την ανώτατη διοικητική'Κανονικόν Δίκαιον', έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, δικαστική και νομοθετική εξουσίασελ. 183. Στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία η παρουσία και η κύρωση των διαταγμάτων της Συνόδου από τον [[Ποντίφηκας|Ποντίφηκα]] έχει θεμελιώδη σημασία</ref>.
Η αρχή των Συνόδων ανάγεται στην πρώτη εκείνη Σύνοδο τη Ο όρος Σύνοδος, με την έννοια της συναθροίσεως και ''"συγκροτηθείσαν εν Ιεροσολύμοις τω 48 μ.Χ.προς ανάκρισιν των δογμάτων της ευσέβειας"'' την ονομαζόμενη απαντάται πρώτα στον 37ο [[Ιεροί Κανόνες|Αποστολικό κανόνα]]<ref>ΘΗΕ, τόμ. 09, στ. 687.</ref> ενώ η φράση «Οικουμενική σύνοδος» ([[Λατ.]] ''Αποστολική Σύνοδοconcilium universale/generale'') εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον 6ο κανόνα της [[Β΄ Οικουμενική Σύνοδος|Β΄ Οικουμενικής Συνόδου]] το 381 μ.Χ.<ref>Bernard Flusin, και επομένως ο συνοδικός θεσμός είναι και αυτός αποστολικός, με αφετηρία και ''"χαρακτήρα αποστολικόν"Τι γνωρίζω; Ο βυζαντινός πολιστισμός'', Presses Universitaires de France/ΔΟΛ, 2007, σ. 14.</ref>. Όπως σημειώνει ο Βασ. Σταυρίδης: ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία"Το επίθετον οικουμενικός,-ή, -όν ενωρίς εισήχθη εις την εκκλησιαστικήν γλώσσαν.Συναντώμεν τας οικουμενικάς συνόδους, τα οικουμενικά σύμβολα, τους οικουμενικούς Πατέρας, τον οικουμενικόν πατριάρχην.Βλέπομεν ενταύθα να εξυπονοώνται αι έννοιαι της γεωγραφικής εκτάσεως, της ισότητος και της ενότητος ολοκλήρου της ανθρωπότητος, της καθολικότητος και της εκκλησιαστικής ακριβείας."''<ref>ΘΗΕ, στο ίδιοτόμ. 09, σελστ. 106694</ref>.
ΣήμεραΟι [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Βυζαντινοί]] αυτοκράτορες ήταν αυτοί που μετά από ''"αίτησιν εκκλησιαστικήν"'' συγκαλούσαν τις Οικουμενικές Συνόδους και κατ' αυτόν τον τρόπο ''"ο Μ. Κωνσταντίνος συνεκάλεσε την Α' Οικουμενικήν Σύνοδον, το αντίστοιχο των Οικουμενικών Συνόδωνο Μ. Θεοδόσιος την Β', είναι οι Πανορθόδοξες Σύνοδοι ο Θεοδόσιος ο μικρός την Γ', ο Μαρκιανός και η σύγκληση των οποίων πρέπει να γίνει κατόπιν συμφωνίας των πατριαρχών Πουλχερία την Δ', ο Ιουστινιανός Α' την Ε', ο Κωνσταντίνος Πωγωνάτος την ΣΤ', ο Ιουστινιανός Β' την Πενθέκτην και των προκαθημένων των επί μέρους αυτοκέφαλων Εκκλησιώνο Κωνσταντίνος ΣΤ' μετά της Ειρήνης της Αθηναίας την Ζ'"''<ref>Μπούμης Ι. Παναγιώτης"Οικουμενικαί Σύνοδοι", 'Κανονικόν Δίκαιον'Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια'' (ΘΗΕ), έκδΤόμ. 3η επηυξημένη09, Γρηγόρηςεκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 20021966, σελ. 183στ.689</ref>.
Ο όρος ΣύνοδοςΣκοπός των Οικουμενικών Συνόδων ήταν, με την έννοια της συναθροίσεως και μετά από εμπεριστατωμένες συζητήσεις να εκδίδουν ''"προς ανάκρισιν των δογμάτων της ευσέβειαςσύμβολα ή όρους ή τόμους ή ομολογίας και εκθέσεις, αναφερομένας εις την δογματικήν πίστιν"'' απαντάται πρώτα στον 37ο [[Ιεροί Κανόνες|Αποστολικό κανόνα]]<ref>ΘΗΕ, τόμ. 09, στό. 687π.</ref> ενώ η φράση «Οικουμενική σύνοδος» ([[Λατ.]] εφόσον διάφορες αιρέσεις που εμφανίζονταν κατά καιρούς ''concilium universale/generale"δια της κακοδιδασκαλίας αυτών εζήτουν να διαστρέψωσι τα της Ευαγγελικής διδασκαλίας νοήματα"'') εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον 6ο κανόνα της [[Πρώτη Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης|Β΄ Οικουμενικής Συνόδου]] το 381 μ.Χ.<ref>Bernard FlusinΑγίου Νεκταρίου, 'Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'Τι γνωρίζω; Ο βυζαντινός πολιστισμός'', Presses Universitaires de France/ΔΟΛ4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, 2007Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σ. 14σελ.189</ref>. Όπως σημειώνει ο Βασ. Σταυρίδης: Επίσης, συνέτασσαν Κανόνες ''"Το επίθετον οικουμενικός,-ή, -όν ενωρίς εισήχθη αναφερομένους εις την εκκλησιαστικήν γλώσσαν. Συναντώμεν τας οικουμενικάς συνόδουςδιοίκησιν, τα οικουμενικά σύμβολα, τους οικουμενικούς Πατέραςτην ευταξίαν, το πολίτευμα και τον οικουμενικόν πατριάρχην. Βλέπομεν ενταύθα να εξυπονοώνται αι έννοιαι καθόλου βίον της γεωγραφικής εκτάσεωςΕκκλησίας"'', της ισότητος και της ενότητος ολοκλήρου της ανθρωπότητοςοι οποίοι μάλιστα, είχαν αξία ''"νόμων υποχρεωτικών δια τα μέλη της καθολικότητος Εκκλησίας και της εκκλησιαστικής ακριβείαςδια το Κράτος."''<ref>ΘΗΕ, τόμ. 09, στ. 694στο ίδιο</ref>.
==Οικουμενικές Σύνοδοι και Καισαροπαπισμός==
Η [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία]] δύκολα δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί με συνολικούς όρους, είτε ως [[Θεοκρατία|Θεοκρατική]], είτε ως [[Καισαροπαπισμός|Καισαροπαπική]], εκτός βέβαια από περιπτώσεις υπέρβασης εξουσίας, που μάλιστα, έχουν καταμηνυθεί ως τέτοιες. Κατά κανόνα, οι επικεφαλείς της Εκκλησίας δεν προσπαθούσαν να ασκήσουν εξουσία στα εγκόσμια και οι αυτοκράτορες δεν νομοθετούσαν πάνω σε θρησκευτικά θέματα χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τις αποφάσεις των ποιμένων της Εκκλησίας και τις εντολές του εκκλησιαστικού δικαίου<ref>Πλακίδας Deseille, "Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και εν μέσω των Εθνών" στο ''Ορθοδοξία - Ελληνισμός, Πορεία στην τρίτη χιλιετία'', τόμ. Β', έκδ. Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου, 2η έκδ., Άγιον Όρος 2002, σελ. 185-186.</ref>.  Επί του ζητήματος αυτού πάντως, διάφοροι ξένοι μελετητές αλλά και ο Έλληνας εκκλησιαστικός Ιστορικός Β. Στεφανίδης, υιοθέτησαν την άποψη ότι επί της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο [[Βυζάντιο]] επικρατούσε πλήρης Καισαροπαπισμός και ο ρόλος του Ρωμαίου (Βυζαντινού) αυτοκράτορα ήταν πάντα αρκετά αυξημένος<ref>βλ. Diehl Charles, ''Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας'', Καρδαμίτσας, Αθήνα 2007 (c1919), σελ. 25: ''"H Ανατολική Εκκλησία μεταβαλλόταν σε κρατική Εκκλησία υποταγμένη στη θέληση του μονάρχη"''.</ref>, παίζοντας σημαντικό ρόλο ακόμη και στην έκβαση του αγώνα των αντιμαχομένων δογματικών διδασκαλιών<ref>(Βασίλειος Στεφανίδης, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', 6η εκδ., 1959, Εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 149-152, 175, 177, 181</ref>. Στον αντίποδα της άποψης αυτής, ''"οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί αναγνωρίζουν ότι τα νομικά βυζαντινά κείμενα μιλούν για αλληλοεξάρτηση μεταξύ των αυτοκρατορικών και εκκλησιαστικών δομών παρά για μια μονομερή εξάρτηση των τελευταίων"''<ref>"caesaropapism." Encyclopedia Britannica Online. 19 Feb. 2008 (http://www.britannica.com/eb/article-9018527).</ref>.  Σύμφωνα με τον π. [[Γεώργιος Μεταλληνός|Γεώργιο Μεταλληνό]], επειδή ανταποκρινόταν στο σκοπό της Εκκλησίας, που είναι η "εκκλησιοποίηση", δηλαδή εν-Χρίστωση, όλου του κόσμου, συνεπώς και της Πολιτείας, καθιερώθηκε η διοργάνωση των οικουμενικών συνόδων από μέρους των αυτοκρατόρων<ref>Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, ''Εκκλησία και Πολιτεία στην Ορθόδοξη Παράδοση'', Αρμός, Αθήνα 2000, σελ. 24</ref>. Εδώ, πρέπει να διευκρινιστεί ότι, ναι μεν ''"η προεδρία των Οικουμενικών Συνόδων δινόταν κατά τους πρώτους αιώνες στον αυτοκράτορα ή στους εκπροσώπους του, αλλ' αυτοί μόνο "προς ευκοσμίαν εξήρχον" της συνόδου, δηλαδή απλώς μόνον αναλάμβαναν την ευθύνη της εύρρυθμης λειτουργίας της συνόδου (τιμητική προεδρία). Την πραγματική προεδρία ασκούσε κατά κανόνα ο έχων τα πρεσβεία τιμής πατριάρχης. Κανονικώς δηλαδή η προεδρία τής Οικουμενικής Συνόδου ανήκει στον πρώτο τη τάξει αρχιερέα, ή στον έχοντα τα πρεσβεία τιμής πατριάρχη"''<ref>Μπούμης Ι. Παναγιώτης, ''Κανονικόν Δίκαιον'', έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, σελ. 182</ref> ενώ και ''οι αυτοκράτορες απέφευγαν να ασκούν δικαίωμα επέμβασης στις δογματικές και τις λοιπές συζητήσεις των Πατέρων των Οικουμενικών Συνόδων...οίτινες μόνοι απεφαίνοντο εν Αγίω Πνεύματι''<ref>ΘΗΕ, στο ίδιο, στ. 689</ref>. Αρκετοί είναι επίσης οι ερευνητές που δε συμμερίζονται τις απόψεις του Β. Στεφανίδη. Ειδικά για την Α' Οικουμ. Σύνοδο, βασικό επιχείρημα του Β. Στεφανίδη, σύμφωνα με τον καθ. Ιω. Φειδά, είναι η περιγραφή του ''Ευσεβίου'' και άλλες θέσεις τις οποίες χαρακτηρίζει ''"εσφαλμένες, γιατί παρανοούν ή και παρερμηνεύουν τις χρησιμοποιούμενες πηγές με υποκειμενικές ταυτίσεις ή και γενικεύσεις..."''<ref>Φειδάς, ''Εκκλησιαστική Ιστορία...'', στο ίδιο, σελ. 428</ref>. Ο καθηγητής Φειδάς θεωρεί πως ο Μ. Κωνσταντίνος ''"είχε πράγματι πλήρη συνείδηση...ότι η τελική απόφαση ήταν όχι δική του, κατά το υπόδειγμα της διαδικασίας του αυτοκρατορικού εκκλήτου, αλλά της συνόδου των επισκόπων, οι οποίοι θα αποφάσιζαν κατά πλειοψηφία ή και με ομοφωνία των μελών της, όπως και ο ίδιος ομολογεί."''<ref>στο ίδιο, σελ. 430</ref>. Εκτός των άλλων, ο αυτοκράτορας ''"είχε τη συνείδηση ότι απλώς ήταν "συμπαρών" ή ότι "παρήν" στις εργασίες της συνόδου"'' διαφορετικά, η σύνοδος ''"αντί της απλής δηλώσεως της "παρουσίας" του αυτοκράτορα ("επί παρουσία"), θα έπρεπε να χρησιμοποίηση δηλωτικούς του ρόλου του χαρακτηρισμούς ("προκαθημένου", "προεξάρχοντος", "εξάρχοντος" κ.λπ.)."''<ref>στο ίδιο, σελ. 431</ref>. Γενικότερα, η άποψη που εξέφρασε ''"ο Βασίλειος Στεφανίδης δεχόμενος κατ' αρχήν, ότι επεκράτει εν Βυζαντίω ο καισαροπαπισμός..."''<ref>Κονιδάρης Ι. Γερ., "Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας", λήμμ.: "Βυζάντιον", ''ΘΗΕ'', τόμ. 04, 1964, στ. 1.</ref> και απόψεις που αναφέρονται σε αλλοιώσεις του πολιτεύματος ''"της αρχαίας Καθολικής Εκκλησίας"''<ref>ό.π., στ. 2.</ref> παραβλέπουν ότι ''"θεμελιώδες και αποφασιστικόν στοιχείον εις την ζωήν της Εκκλησίας είναι αι Σύνοδοι και αι αποφάσεις αυτών"'' εφόσον βέβαια, ''"αυταί εγένοντο δεκταί υπό της συνειδήσεως της Εκκλησίας...διότι ούτε η σύγκλησις μιας Συνόδου ως Οικουμενικής υπό του αυτοκράτορος...ούτε η τυχόν κύρωσις δια διατάγματος εξησφάλιζε την Οικουμενικότητα μιας Συνόδου (παράδειγμα η εν Εφέσω Σύνοδος του 449 ήτις ωνομάσθη ληστρική)"''<ref>ό.π..</ref>.  Στην πραγματικότητα, το όλο ζήτημα περί ''Καισαροπαπισμού'' στο [[Βυζάντιο]], θα έπρεπε να επανεξεταστεί με τη βοήθεια μιας νέας προσέγγισης και οργάνωσης των πηγών ώστε να καθοριστεί σαφέστερα ο βαθμός και το είδος ελέγχου που ασκούσε πραγματικά ο αυτοκράτορας<ref>Deno J. Geanakoplos (Professor of History, University of Illinois), ''Church and State in the Byzantine Empire-A Reconsideration of the Problem of Caesaropapism'', Church History, Vol. 34, No. 4. (Dec., 1965), σελ. 381.</ref>, αφού, πρώτον, ''"δεν υπήρξε τίποτα στη βυζαντινή κατανόηση της χριστιανικής πίστης που θα αναγνώριζε τον αυτοκράτορα...δογματικά αλάθητο"''<ref>"caesaropapism", Britannica, ό.π..</ref> και δεύτερον, ''"πολλές ιστορικές περιπτώσεις άμεσης αυτοκρατορικής πίεσης στην εκκλησία τελείωσαν στην αποτυχία"''<ref>Στο ίδιο.</ref>: * ''"Ο Κωνσταντίνος...επέβαλε τον αρειανισμό"''<ref>Κονιδάρης Ι. Γερ., "Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας", λήμμ.: "Βυζάντιον", ''ΘΗΕ'', τόμ. 04, 1964, στ. 4.</ref> και ο ''"Ουάλης, ο οποίος ήταν οπαδός του αρειανισμού, εφάρμοσε με ιδιαίτερη σκληρότητα την πολιτική του Κωνσταντίου εναντίον των οπαδών της Α' Οικουμενικής συνόδου"''<ref>Φειδάς Ιω. Βλάσιος, ''Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι την Εικονομαχία'', τόμ. Α', 3η έκδ., Αθήνα 2002, σελ. 341.</ref>. * Καταγράφεται η ''"απόπειρα του Θεοδόσιου να επιβάλει την παρουσία του αυτοκράτορα στο ιερό του ναού"'' που ''"αποκρούστηκε αρχικώς από τον Αμβρόσιο στη Δύση, ενώ στη συνέχεια καταργήθηκε και στην Κωνταντινούπολη, όπως βεβαιώνει ο Κωνσταντίνος Ζ' και η 'Επαναγωγή' (ή Συναγωγή) του Φωτίου"''<ref>Καραμπελιάς Γιώργος, ''1204 η Διαμόρφωση του Nεώτερου Eλληνισμού'', Eναλλακτικές Eκδόσεις, Αθήνα 2006, σελ. 55.</ref>. * Ο σφετεριστής ''"Βασιλίσκος [επέβαλε] τον Μονοφυσιτισμό"''<ref>λήμμ.: "Βυζάντιον", ΘΗΕ, ό.π..</ref>, ''"καταδίκασε τη Δ' Σύνοδο και τον Τόμο του Λέοντα Α' της Ρώμης, προσπαθώντας έτσι να ευνοήσει τους Μονοφυσίτες"''<ref>Σαββίδης Αλέξης, ''Τα Χρόνια Σχηματοποίησης του Βυζαντίου, 284-518 μ.Χ.'', Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 1983, σελ. 117.</ref>. * Ο αυτοκράτορας ''"Ζήνων...απέφευγε να συναριθμήση τη σύνοδο της Χαλκηδόνας στις προγενέστερες τρεις Οικουμενικές συνόδους"''<ref>Φειδάς, στο ίδιο, σελ. 664.</ref> και τελικά ''"παραμέρισε δια διαταγμάτων την Δ' Οικουμενικήν Σύνοδον"''<ref>ΘΗΕ, ό.π..</ref> η οποία πλέον δεν μνημονευόταν ''"ως υποχρεωτική"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, ''Ορθοδοξία και Αίρεση στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς του Δ', Ε', ΣΤ' αιώνα'', 2η έκδ., Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 118.</ref>. * Ο Ιουστινιανός ''"δια τεσσάρων διαταγμάτων ώρισε την πίστιν των υπηκόων του, εφαρμόσας ενωτικήν πολιτικήν, εν τη προσπαθεία να ικανοποίηση αμφοτέρας τας πλευράς και τέλος επέβαλε τον Μονοφυσιτισμόν δια του Αφθαρτοδοκητισμού"''<ref>ΘΗΕ, στο ίδιο. βλ. και </ref> με διάταγμα του [[564]] μ.Χ.<ref>Στεφανίδης Βασ. (Αρχιμ.), ''Εκκλησιαστική Ιστορία - Απ' αρχής μέχρι σήμερον'', 6η έκδ. (ανατύπωση της β' έκδοσης του 1959), Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σελ. 779Β.</ref> και ''"όσοι αρνήθηκαν να το επικυρώσουν, όπως ο Κωνσταντινουπόλεως Ευτύχιος, εκθρονίσθηκαν"''<ref>Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ', ''Βυζαντινός ελληνισμός - πρωτοβυζαντινοί χρόνοι 324-642 μ.Χ.'', Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα 1978, σελ. 418Β.</ref>. * Ο Ηράκλειος ''"επέβαλε τον Μονοθελητισμόν"''<ref>ΘΗΕ, ό.π..</ref> με την ''"Έκθεση"'' του, δηλ. διάταγμα που εξέδωσε το [[638]] μ.Χ.<ref>Καρμίρης Ιωάννης,'Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 202.</ref>. * Ο ''"Λέων Γ', ο Κωνσταντίνος ο Ε' και άλλοι [επέβαλαν] την εικονομαχίαν"''<ref>ΘΗΕ, στο ίδιο.</ref>.
* H ''"προσπάθεια Επί του Νικηφόρου Φωκά να σεβασθή ως μάρτυρας όλους τους στρατιώτας που έπεσαν κατά ζητήματος αυτού πάντως, διάφοροι ξένοι μελετητές αλλά και ο Έλληνας εκκλησιαστικός Ιστορικός Β. Στεφανίδης, υιοθέτησαν την διάρκεια των αγώνων του με τους απίστους...βρήκε αντίθετους τους Πατριάρχας και τους Επισκόπους άποψη ότι επί της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο [[Βυζάντιο]] επικρατούσε πλήρης Καισαροπαπισμός και ως εκ τούτου ο Αυτοκράτωρ αναγκάσθηκε να εγκατάλειψη το σχέδιο ρόλος του"''Ρωμαίου (Βυζαντινού) αυτοκράτορα ήταν πάντα αρκετά αυξημένος<ref>Vasiliev Α.Αβλ.Diehl Charles, ''Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας'', τόμΚαρδαμίτσας, Αθήνα 2007 (c1919), σελ. Α25: ''"H Ανατολική Εκκλησία μεταβαλλόταν σε κρατική Εκκλησία υποταγμένη στη θέληση του μονάρχη"''.</ref>, Μπεργαδήςπαίζοντας σημαντικό ρόλο ακόμη και στην έκβαση του αγώνα των αντιμαχομένων δογματικών διδασκαλιών<ref>(Βασίλειος Στεφανίδης, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', 6η εκδ., 1959, Αθήνα 1954Εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 418149-152, 175, 177, 181</ref>. Στον αντίποδα της άποψης αυτής, ''"οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί αναγνωρίζουν ότι τα νομικά βυζαντινά κείμενα μιλούν για αλληλοεξάρτηση μεταξύ των αυτοκρατορικών και εκκλησιαστικών δομών παρά για μια μονομερή εξάρτηση των τελευταίων"''<ref>"caesaropapism." Encyclopedia Britannica Online. 19 Feb. 2008 (http://www.britannica.com/eb/article-9018527).</ref>.
* Η αυτοκρατορική πολιτική Στην πραγματικότητα, ο χαρακτηρισμός του βυζαντινού συστήματος ως ''καισαροπαπισμός'', είχε σκοπό δυσφημιστικό, τελικά όμως ''"εν τω ζητήματι απορρίφθηκε εμφαντικά από πολλούς ικανούς μελετητές του σχίσματος και εν ταις αποπείραις προς ένωσιν μαρτυρεί τάσεις προς καισαροπαπισμόνΒυζαντίου σαν πλήρης παρανόηση, ο οποίος όμως απέτυχενσαν προκατειλημμένος αναχρονισμός"''<ref>ΘΗΕΦλορόφσκυ Γεώργιος, ''Χριστιανισμός και πολιτισμός'' (μτφρ. Παναγιώτου Κ. Πάλλη), 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 98.</ref>. Σε αιρετικούς αυτοκράτορες δεν υπήρξε υπακοή<ref>Μέγιεντορφ Ιωάννης, ό''Η Βυζαντινή κληρονομιά στην Ορθόδοξη Εκκλησία'' (μτφρ.πΜόσχος Δημήτρης), Αρμός, Αθήνα 1990, σελ.19.</ref> . Σημαντικά εκκλησιαστικά πρόσωπα όπως ο [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας]] (+373), ο [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος]] (+407), ο [[Μάξιμος ο Ομολογητής]] (+662), ο [[Ιωάννης ο Δαμασκηνός]] (+750), ο [[Θεόδωρος ο Στουδίτης]] (+826), αντιστάθηκαν στην περίπτωση αυτοκρατορική εξουσία, ενώ, η μνήμη πολλών αυτοκρατόρων, ειδικά του Μιχαήλ ''Κωνσταντίου'' του Α΄ (337-361), του Η''Λέοντος'' του Γ΄ (717-741), που του ''Κωνσταντίνου'"στη σύνοδο ' του Ε΄ (του [[1277]]...αρνήθηκαν να επικυρώσουν τα σχέδια ''Κοπρωνύμου'') (741-775) και του...για την ένωση με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία"''Μιχαήλ'' του Η΄ (1250-1282), αναθεματίστηκαν επίσημα, επειδή υποστήριξαν ετερόδοξες διδασκαλίες<ref>Κουτσούρης Γ. ΔημήτριοςΜέγιεντορφ, ''Η Λειτουργία του Συνοδικού Συστήματος κατά την περίοδο των Ησυχαστικών ΕρίδωνΒυζαντινή κληρονομιά...'', Αθήνα 1995ό.π.</ref>.
Φαίνεται τελικά ότι η Η αυτοκρατορική εξουσία δεν κατόρθωσε ποτέ ''να διαπεράσει επιτυχώς τον εσωτερικό πυρήνα''της Εκκλησίας, δηλ. το [[δόγμα]] και τα [[Ιερά Μυστήρια|μυστήρια]]"πεποίθηση, σ' ό'<ref>Deno J. Geanakoplos (Professor of History,τι αφορά το Βυζάντιο ότι η Εκκλησία είναι υποταγμένη στο ΚράτοςUniversity of Illinois), πράγμα που εκφράζεται με τον Καισαροπαπισμό"'' δεν φαίνεται ικανή Church and State in the Byzantine Empire-A Reconsideration of the Problem of Caesaropapism''"να περιγράψει μια πραγματικότητα που έχει περισσότερες αποχρώσεις και είναι πολύ πιο περίπλοκη...ο αυτοκράτορας, ως χριστιανόςChurch History, εξαρτάται από τον πατριάρχηVol. Ο πατριάρχης34, ως πολίτης του Κράτους, εξαρτάται από τον αυτοκράτοραNo. 4. (Dec. Αυτό το γεγονός προϋποθέτει τον απόλυτο χωρισμό, τη σαφή διάκριση1965), ανάμεσα στην αυτοκρατορική εξουσία και το ιερατείο, πράγμα που συνέβη στο Βυζάντιοσελ. Έτσι ή πλατειά διαδομένη θεωρία397: ''"Αs we have shown, που παρουσιάζει τον βυζαντινό αυτοκράτορα ως ιερέα δεν αντέχει καθόλου όταν εξετάζουμε τις πηγές."'the em­peror was never able successfully to penetrate into the church'<ref>Γλύκατζη-Αρβελέρ Ελένηs inner core, the more spiritual form relating to dogma and the sacraments"'Η Πολιτική Ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας', Ψυχογιός, Αθήνα 1988, σελ. 149-150.</ref>.
Όπως διαπιστώνει ο δογματολόγος Νικ(''βλ. Ματσούκαςπερισσότερα στο κύριο άρθρο'':''[[Καισαροπαπισμός]]'').
:''"Η αυτοκρατορική εξουσία και η εκκλησιαστική διακονία, δηλαδή η βασιλεία και η ιερωσύνη, στο Βυζάντιο συνεργάστηκαν και άλλοτε συγκρούστηκαν απηνώς. Η συνεργασία και η σύγκρουση καθεαυτές πείθουν ότι οι δυό εξουσίες είχαν κατά το μάλλον και ήττον ανεξαρτησία και αυτοδιοίκηση. Μονάχα αυτοδιοικούμενες και ανεξάρτητες κοινότητες μπορούν να συνεργαστούν και να συγκρουστούν. Υποταγμένη εξουσία, λόγου χάρη, δεν μπορεί να συγκρουστεί προς το αφεντικό της. Μικροσκοπικά αν εξετάσουμε τη βυζαντινή ιστορία, εντοπίζουμε καισαροπαπισμό· Όμως μακροσκοπικά αν θεωρήσουμε τα πράγματα, διαπιστώνουμε ότι σε άκρως ζωτικά θέματα, όχι μόνο εκκλησιαστικά αλλά και καθαρώς αυτοκρατορικά, η αυτοκρατορική εξουσία δεν κατάφερε να υπαγορεύσει τα σχέδια της στην Εκκλησία: 1) οι αυτοκράτορες δεν πέτυχαν να συμβιβάσουν ορθοδόξους και Αρειανούς, 2) ο Βασιλίσκος, ο Ζήνων, ο Ιουστινιανός, ο Ηράκλειος και ο Κώνστας Β' δεν μπόρεσαν με τα αυτοκρατορικά τους διατάγματα να προσεταιριστούν τους μονοφυσίτες, 3) οι εικονομάχοι αυτοκράτορες, υστέρα από αιμάτινους αγώνες, έχασαν οριστικά το παιχνίδι, και 4) η ένωση Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας δεν έγινε ποτέ, μολονότι με νύχια και δόντια επιχειρήθηκε αυτό το σχέδιο. Ερώτημα αμείλικτο: που είναι ο καισαροπαπισμός;"''<ref>Ματσούκας Α. Νίκος, 'Δογματική και Συμβολική θεολογία', τόμ. Γ' (Ανακεφαλαίωση και Αγαθοτοπία-Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας), Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 297-298.</ref>. Σύμφωνα με τις παραπάνω απόψεις, ''"ένεκα της μη τελικής επικρατήσεως της καισαροπαπικής πολιτικής...[και] των εκάστοτε τεθέντων υπ' αυτής σκοπών, δεν απέθεσεν ο καισαροπαπισμός την σφραγίδα του επί του ιστορικού βίου της Εκκλησίας"''<ref>λήμμ.: "Βυζάντιον", ΘΗΕ, στ. 5.</ref> και ακόμη περισσότερο, η αυτοκρατορική εξουσία συνάντησε πολύ σοβαρές αντιστάσεις ώστε να μην κατορθώσει ποτέ ''"να διαπεράσει επιτυχώς τον εσωτερικό της πυρήνα, δηλ. το [[δόγμα]] και τα [[μυστήρια]]"''<ref>Deno J. Geanakoplos, ό.π., σελ. 397.</ref>. Κατά συνέπεια, ο όρος ''Καισαροπαπισμός'' ''"έχει απορριφθεί από τους περισσότερους μελετητές ως παραπλανητική και ανακριβής ερμηνεία της [[Βυζάντιο|Βυζαντινής]] πολιτικής πραγματικότητας"''<ref>Στο πρωτότυπο: ''"The term has been rejected by most scholars as a misleading and inaccurate interpretation of Byz. political reality."'' (Aristeides Papadakis-Alexander Kazhdan, "Caesaropapism", ''The Oxford Dictionary of Byzantium'', Ed. Alexander P. Kazhdan, Oxford University Press, 1991).</ref>. ==Οι αναγνωρισμένες Οικουμενικές ΣύνοδοιΟ αριθμός των Οικουμενικών Συνόδων==
Επτά είναι οι αναγνωρισμένες Οικουμενικές Σύνοδοι, όπως αναφέρονται και περιγράφονται στα εγχειρίδια [[Κανονικό δίκαιο|κανονικού δικαίου]]<ref>Βλ. Μπούμης Ι. Παναγιώτης, ''Κανονικόν Δίκαιον'', έκδ. 3η επηυξημένη, Γρηγόρης, Αθήνα 2002, σελ. 37-39.</ref> ή στις αναγνωρισμένες συλλογές Ιερών Κανόνων<ref>Βλ. Γ. Ράλλη - Μ. Ποτλή, ''Σύνταγμα των θείων και Ιερών κανόνων'', τόμ. Β', Αθήνησιν 1852, σελ. 113.165.192.216.292.293.295.555 / Νικοδήμου Αγιορείτου, ''Πηδάλιον'' (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 763.</ref>.
:*''"Απάντηση της εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου του 1895 προς τον Πάπαν Λέοντα ΙΓ΄"''<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Β', Αθήνα 1953, σελ. 930.</ref>: ''"Η μία λοιπόν αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία των επτά οικουμενικών Συνόδων επίστευε και εδογμάτιζε συνωδά τοις ευαγγελικοίς ρήμασιν..."''<ref>Ό.π., σελ. 936.</ref>.
:*Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, στην ''"Ομολογία της ορθοδόξου πίστεως"''<ref>Καρμίρης, ''Τα δογματικά...'', Α΄, ό.π., σελ. 407.</ref>, δεν εντάσσει την Σύνοδο του 879 στις Οικουμενικές Συνόδους, αφού ξεκινά με την Α΄ και τελειώνει στην Ζ΄ οικ. Σύνοδο<ref>Ό.π., σελ. 409-410.</ref>: ''"Δεχόμεθα δε και ασπαζόμεθα τας αγίας και Οικουμενικάς Συνόδους, την εν Νικαία των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων Πατέρων κατά του θεομάχου Αρείου...και την εν Νικαία πάλιν των επτά και εξήκοντα και τριακοσίων Πατέρων κατά των Εικονομάχων"''. Από εκεί και πέρα διαφοροποιείται και κατατάσσει τις υπόλοιπες συόδους στις ''"κατά καιρόν ή τόπον...αγίας Συνόδους"''. Επίσης, δεν εντάσσει στις Οικουμενικές Συνόδους την σύνοδο ''"κατά του Καλαβρού Βαρλαάμ, και του μετ' εκείνον τα εκείνου φρονούντος και δόλω σπεύδοντας επεκδικείν Ακινδύνου"'' που για μερικούς θεωρείται η Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος.
:*Ο Άγιος [[Νικόδημος Αγιορείτης|Νικόδημος ο Αγιορείτης]], στον πίνακα των Συνόδων που παραθέτει<ref>''Πηδάλιον'' (ακριβής ανατύπωσις της γ' εκδόσεως του 1864), εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 763.</ref>, την Σύνοδο του 879 επί Φωτίου την κατατάσσει στις ''"Τοπικές Συνόδους"''.
:*Αυτή είναι η γνώμη και του [[Νεκτάριος Αιγίνης|Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης]]<ref>''Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις'', 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (c1899), σελ. 192.</ref>: ''"..η εν έτει 879 μ.Χ. επί Φωτίου...συγκροτηθείσα ογδόη Σύνοδος...έχουσα μεν οικουμενικόν το κύρος, αλλ' ουχί ακόμη και το όνομα, πριν ανακήρυξη αυτήν ως τοιαύτην, κατά το επικρατήσαν έθος, άλλη διάδοχος οικουμενική Σύνοδος."''.</div>
===Οι επτά επίσημα αναγνωρισμένες Οικουμενικές Σύνοδοι=== ====Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος====
:''Βλέπε κύριο άρθρο [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος]].''
Η ''Α΄ Οικουμενική Σύνοδος'' διήρκεσε δύο μήνες και δώδεκα ημέρες και πραγματοποιήθηκε στη [[Νίκαια Βιθυνίας|Νίκαια]] της [[Βιθυνία|Βιθυνίας]]. Συνεκλήθη από τον [[Μέγας Κωνσταντίνος|Μέγα Κωνσταντίνο]] στις [[20 Μαΐου]] του [[325]] και σε αυτή έλαβαν μέρος τριακόσιοι δεκαοχτώ επίσκοποι. Εξέδωσε είκοσι κανόνες συμπεριλαμβανομένου του [[Σύμβολο της Νικαίας|Συμβόλου της Νικαίας]] (α’ μέρος του [[Σύμβολο της Πίστεως|Συμβόλου της Πίστεως]]) και κανόνισε την ημερομηνία εορτασμού του [[Πάσχα]]. Κύριος λόγος σύγκλησής της υπήρξε η διδασκαλία του [[Άρειος|Αρείου]] ενάντια στη θεότητα του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]]. Η Σύνοδος καταδίκασε τη διδασκαλία του Αρείου και διεκήρυξε την ομοουσιότητα του Υιού με τον Πατέρα.
====Η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος====
:''Βλέπε κύριο άρθρο [[Β΄ Οικουμενική Σύνοδος]].''
Η ''Β΄ Οικουμενική Σύνοδος'' συνεκλήθη από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α’ το Μέγα στην [[Κωνσταντινούπολη]] το [[381]] και συμμετείχαν εκατόν πενήντα ορθόδοξοι επίσκοποι και τριάντα έξι Μακεδονιανοί. Καταδίκασε τους οπαδούς του [[Μακεδόνιος|Μακεδόνιου]], που αμφισβητούσαν τη θεότητα του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] (''"πνευματομάχοι"'') και, για ακόμα μια φορά, τον Άρειο και συμπλήρωσε το Σύμβολο της Πίστεως (Σύμβολο Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως).
====Η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος====
:''Βλέπε κύριο άρθρο [[Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος]].''
Η ''Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος'' συνήλθε στην [[Έφεσος|Έφεσο]], εντός της βασιλικής της Παναγίας, το [[431]] από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’. Συμμετείχαν διακόσιοι επίσκοποι ανάμεσα στους οποίους ο Άγιος [[Κύριλλος Αλεξανδρείας]] ως προεδρεύων. Καταδίκασε τις διδαχές του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως [[Νεστόριος|Νεστορίου]], ο οποίος υπερτόνιζε την ανθρώπινη φύση του Ιησού έναντι της θείας λέγοντας ότι η Μαρία γέννησε τον άνθρωπο Ιησού και όχι το Θεό. Διακήρυξε ότι ο Ιησούς είναι τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος με πλήρη ένωση των δύο φύσεων και απέδωσε επίσημα στην Παρθένο Μαρία τον τίτλο [[Θεοτόκος]].
====Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος====
:''Βλέπε κύριο άρθρο [[Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος]]''
Η ''Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος'' συνεκλήθη από τον Αυτοκράτορα Μαρκιανό και τη σύζυγό του, Αυγούστα Πουλχερία το [[451]] στη [[Χαλκηδόνα]]. Αποτελούνταν από 650 επισκόπους και καταπολέμησε τη διδασκαλία του Αρχιμανδρίτη [[Ευτυχής|Ευτυχούς]] για την πλήρη απορρόφηση της θείας φύσης του Ιησού από την ανθρώπινη, το [[Μονοφυσιτισμός|Μονοφυσιτισμό]].
====Η Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος====
Η ''Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος'' έλαβε χώρα από τις [[5 Μαΐου]] έως τις [[21 Ιουνίου]] του [[553]] στην Κωνσταντινούπολη με τη συμμετοχή 165 επισκόπων, υπό την προεδρία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ευτυχίου. Τη συγκάλεσαν ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ και η σύζυγός του, Αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Επαναβεβαίωσε τα ορθόδοξα δόγματα περί της Αγίας Τριάδας και του Ιησού Χριστού και καταδίκασε πλήθος μη ορθοδόξων συγγραμμάτων καθώς και ορισμένους συγγραφείς τους ([[Ευάγριος|Ευάγριο]], [[Δίδυμος|Δίδυμο]], [[Ωριγένης|Ωριγένη]] κ.α.).
====Η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος====
Η ''ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος'' συνεκλήθη στην Κωνσταντινούπολη το [[680]] από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ΄ Πωγωνάτο και παραβρέθηκαν από 150 έως 289 επίσκοποι. Επιβεβαίωσε την πλήρη και αληθή ενανθρώπιση του Ιησού έναντι της αντίθετης διδασκαλίας των [[Μονοθελητισμός|Μονοθελητών]]. Η Σύνοδος αυτή διατύπωσε ότι ο Χριστός έχει Θεία και Ανθρώπινη θέληση, η οποία υποτάσσεται στη Θεία.
====Η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος====
Η ''Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος'' συνεκλήθη από τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Β΄ το [[691]] στο ανακτορικό δωμάτιο του Τρούλλου, από όπου έλκει και την ονομασία "Εν Τρούλλω Σύνοδος".
Συμμετείχαν 211 επίσκοποι και το έργο της ήταν συμπληρωματικό αυτού των Ε’ και ΣΤ΄ Συνόδων. Συστηματοποίησε και ολοκλήρωσε το έργο των δύο προηγουμένων Συνόδων και γι’ αυτό, αν και Οικουμενική, ονομάσθηκε "Πενθέκτη", ως τμήμα εκείνων, και δεν αριθμήθηκε ως ξεχωριστή Οικουμενική Σύνοδος.
====Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος====
Η ''Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος'' συνεκλήθη από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ΄ και τη μητέρα του, Αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία στη [[Νίκαια Βιθυνίας|Νίκαια]] της [[Βιθυνία|Βιθυνίας]], στο Ναό της Αγίας Σοφίας, το 787 κατόπιν αίτησης του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ταρασίου. Αποφάσισε την αναστύλωση των εικόνων καταδικάζοντας την Εικονομαχία και την ιδέα της σχηματοποίησης της αόρατης και άυλης Τριάδας. Εκεί εκφράσθηκε η θεολογία περί της εικονογράφησης του Χριστού και των Αγίων ως κάτι ορατό.
===Σύνοδοι με οικουμενικό κύρος για την Ορθόδοξη Εκκλησία===
====Η ''"Εν Αγία Σοφία"'' Σύνοδος (γνωστή και ως Η΄ Οικουμενική)====
Συγκλήθηκε από τον Αυτοκράτορα [[Βασίλειος Α'|Βασίλειο Α΄ Μακεδόνα]] το [[879]] στην Κωνσταντινούπολη. Προήδρευσαν οι εκπρόσωποι του Πάπα [[Πάπας Ιωάννης Η΄|Ιωάννη Η΄]] ([[872]] - [[882]]) και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως [[Πατριάρχης Φώτιος Α΄|Φώτιος ο Μέγας]] ([[858]] - [[867]], [[877]] - [[886]]). Aναγνώρισε τη σύνοδο του 787, στη Νίκαια, ως έβδομη οικουμενική, επισήμανε τι ακριβώς είναι τo πρωτείο τιμής του επισκόπου Ρώμης, αποκατέστησε στο θρόνο του τον πατριάρχη Φώτιο, και αναγνώρισε το σεβασμό των κατά τόπους εθών που ακολουθούν οι Εκκλησίες. Επίσης, καταδίκασε τις Συνόδους του [[Καρλομάγνος|Καρλομάγνου]] στη [[Φραγκφούρτη]] ([[794]]) και το [[Άαχεν]] ([[809]]).
====Οι Σύνοδοι των ετών 1341-1351 (ως Θ΄ Οικουμενική)====Σειρά συνόδων (1341, 13491347, 1351) που έλαβαν χώρα στην Κωνσταντινούπολη με αιτία τις [[Ησυχαστικές Έριδες]] και που οι αποφάσεις τους στρέφονται ''"εμμέσως...και κατά της Λατινικής Εκκλησίας"''<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 348.</ref>. Καταρχάς, οι λατινίζοντες ''Βαρλαάμ Καλαβρός'' και ''Ακίνδυνος'', έχοντας στρεβλή εικόνα για το πνευματικό κίνημα του [[Ησυχασμός|Ησυχασμού]], κατηγόρησαν τους ησυχαστές ως αιρετικούς, των οποίων την υπεράσπιση είχε αναλάβει ο [[Γρηγόριος Παλαμάς]]. Η [[Σύνοδος του 1341]] στην Κωνσταντινούπολη καταδίκασε τον ''Βαρλαάμ'', εκείνος ζήτησε συγγνώμη, και απογοητευμένος εγκατέλειψε τον Ελλαδικό χώρο<ref>"Βαρλαάμ Καλαβρός", λήμμα στο Ζαχαρόπουλος Νίκος, ''Επίτομο Ιστορικό-Θεολογικό Λεξικό'', University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 91.</ref>. Οι Παρά τα γεγονότα του 1341 όμως, ο ''Βαρλαάμ'' συνέχισε τις επιθέσεις όμως κατά των ησυχαστών συνεχίστηκαν , οπότε το 1347 και το 1351 καταδικάστηκε από τις εκκλησιαστικές αρχές, αυτή τη φορά μαζί με τους ''Ακίνδυνο'' και ''Νικηφόρο Γρηγορά'', γιατί επέκριναν τον ησυχασμό ακολουθώντας δυτικούς τρόπους σκέψης<ref>Toynbee Arnold, ''Οι Έλληνες και έτσι συγκλήθηκαν οι επόμενες σύνοδοιΚληρονομιές τους'', Καρδαμίτσας, από τις οποίεςΑθήνα 1992, σελ. 228.</ref>. Τελικά, εκείνη η [[σύνοδος]] του 1351, ''"δύναται να λεχθή ότι...ανύψωσε την διδασκαλίαν του Γρηγορίου Παλαμά και του Ησυχασμού καθόλου εις δόγμα"''<ref>Καρμίρης, ''Τα δογματικά...'', ό.π., σελ. 352.</ref>.
==Υποσημειώσεις==
<div style="font-size:85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references /></div>
 
{{Αξιόλογο Άρθρο}}
{{Οικουμενικές Σύνοδοι}}
[[Κατηγορία:Σύνοδοι]]
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ο]]
[[en:Ecumenical Councils]]
[[fr:Concile œcuménique]]
[[mk:Вселенски собори]]
[[ro:Sinoade Ecumenice]]
6.119
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης