Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Θεογνωσία

739 bytes προστέθηκαν, 19:26, 1 Μαρτίου 2010
μ
Η γνώση του Θεού
==Η γνώση του Θεού==
Κατά την Ορθόδοξη πατερική αντίληψη, η οποία πηγάζει μέσα από τη [[Βίβλος|βιβλική]] θεώρηση (''Ιω. 12, 41''), η γνώση του Όντος (Θεού) δύναται να συμβεί με το λόγο και το νου, κατά τη θεωρία (όραση) Του. Η ίδια η [[ψυχή]] του ανθρώπου δηλαδή, που με το λόγο ερευνά τη φύση, καλείται με τις ίδιες γνωστικές δυνάμεις να λάβει με μία φιλόπονη εξεταστική έρευνα, τη γνώση του Θεού. Απαραίτητη προϋπόθεση σε μία τέτοια περίπτωση είναι η κάθαρση της ψυχής από τα [[Πάθος|πάθη]]<ref>Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου, σελ. 170</ref>. Η γνώση των θείων πραγμάτων δε μπορεί να νοηθεί με άλλο μέσο παρά μόνο με το νου, ο οποίος συνεργεία της χάριτος του Θεού, καθαίρεται ανεβαίνοντας σε υψηλότερες βαθμίδες. Ο νους λοιπόν που είναι η πιο οξεία λειτουργία του λόγου, στην κατάσταση της κάθαρσης, γνωρίζει τόσο τα αισθητά (με την επιστημονική έρευνα), όσο όμως και τα νοητά (με την κάθαρση, τη χάρη και τη δεκτικότητα). Τα όρια όμως αυτής της δυνατότητας θεογνωσίας είναι πεπερασμένα, καθώς ο νους παραμένει κτιστός. Σύμφωνα με το [[Βασίλειος Καισαρείας|Μέγα Βασίλειο]] η κατάκτηση της γνώσης εκκινά από τις αισθήσεις και ανέρχεται σε υψηλότερες βαθμίδες έως ότου ο χαριτωμένος νους σταματήσει στα κτιστά όριά του, που είναι η αδυναμία να προσπελάσει τη γνώση της θείας ουσίας<ref>Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 171</ref>.
Ο λόγος και ο νους είναι τα μοναδικά όργανα που μπορούν νοήσουν το μυστήριο της φύσης του Θεού. Έτσι ο λόγος (''για ορισμό της έννοιας του λόγου, βλ. υποσημείωση 5''), που κάνει επιστήμη και φιλοσοφία, φτάνει σε ένα σημείο θεογνωσίας δια μέσου της κτίσης και εν συνεχεία ανελίσσεται σε ψηλότερες βαθμίδες<ref>Μέγας Βασίλειος, Ομιλίες εις την εξαήμερον PG 29, 16BC</ref>. Η ψυχή δηλαδή δια των αισθήσεων, του λόγου και του νου, μπορεί να οδηγηθεί στη γνώση του Θεού, στη μετοχή των θείων ενεργειών<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 120</ref> και όχι της ουσίας Του, με την προϋπόθεση της κάθαρσης από τα πάθη<ref>Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 173-174</ref>. Εδώ όμως τίθεται ένα ερώτημα. Είναι δυνατόν να ψηλαφίσει ο νους, στο ίδιο επίπεδο, τα αισθητά όπως τα νοητά πράγματα; Κατά την πατερική θεολογία τα μυστήρια της θεογνωσίας ξεπερνούν τα μυστήρια των φυσικών δεδομένων, αλλά δεν δέχεται πως ο νους δε μπορεί να μετάσχει σε αυτή την υπαρξιακή εμπειρία. Αυτό διότι ύπαρξη δίχως νου και λόγο δε νοείται. Αυτή λοιπόν η γνώση επιτυγχάνεται με την ανάλογη δεκτικότητα-ικανότητα του ανθρώπου να δεχτεί τις θείες αλήθειες και φυσικά με ένα ξεδίπλωμα και άπλωμα του νου, πέρα από τα γνωστά όρια<ref>Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 174</ref>. Σε αυτή την περίπτωση ο άνθρωπος έχει ένα άλλο σημείο εκκίνησης, μία διαφορετική μέθοδο και δρόμο για να φτάσει στο σκοπό του σε σχέση με την προσπάθειά του να ερευνήσει το φυσικό και ιστορικό επιστητό<ref>Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 175</ref>. Βασική όμως σε κάθε περίπτωση είναι η υπαρξιακή ενότητα του ανθρώπου, όπως συνάμα απαραίτητη είναι η διευκρίνηση πως αυτή η βιωματική εμπειρία, αν οδηγηθεί σε μία διάσπαση της ύπαρξης, του σώματος, της ψυχής και των νοητικών λειτουργιών σε μια αυτονομημένη περιοχή, οδηγεί σε αρνητικές και φθοροποιητικές καταστάσεις. Τις αμαρτιτικές καταστάσεις<ref>Ν. Ματσούκας, Επιστήμη...στην εξαήμερο του Μεγάλου βασιλείου, σελ. 175</ref> και τελικά σε αδυναμία κάθαρσης και εύρεσης του Θείου.
Η θεογνωσία είναι μετοχή του ανθρώπου στις θείες ενέργειες. Εδώ όμως δε συντελείται μόνο μια κίνηση του ανθρώπου προς το Θεό, αλλά πρώτιστα του Θεού προς τον άνθρωπο. Ενώ σχεδόν σε όλα τα φιλοσοφικά και θρησκευτικά κινήματα έχουμε μία προσπάθεια του ανθρώπου να προσπελάσει τη θεία πραγματικότητα, στην ορθόδοξη εμπειρία έχουμε τη φανέρωση του Θεού, στην οποία ο άνθρωπος καλείται να γίνει μέτοχος και τελικά να οδηγηθεί στη θεογνωσία. Η διαδικασία που αναφέρθηκε αποτελεί τη βουλητική διάθεση του ανθρώπου να ανέλθει στο θείο, αλλά όχι τον τρόπο πραγμάτωσής της. Ο Θεός λοιπόν, αποκαλύπτει τον εαυτό του στην κτίση και την ιστορία, όχι μέσω της ουσίας του, που είναι απροσπέλαστη από τον άνθρωπο, αλλά μέσω των ενεργειών του. Αυτό αποκαλείται θεοφάνεια<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 120</ref>. Η αποκάλυψη του Θεού, η Θεοφάνειά Του, παρέχεται διαρκώς στην κτίση για να τη συντηρεί και να την πλουτίζει, συνάμα όμως καλεί τον άνθρωπο σε μετοχή στη θεία δόξα για τη γνώση του αληθινού όντος. Αυτή η γνώση δεν πρέπει λοιπόν ποτέ να νοηθεί ως μία ηθική πραγμάτωση, αλλά ως μια οντολογική κατάσταση. Ο Θεός παρέχει και ο άνθρωπος λαμβάνει, σε μια ενεργειακή σχέση<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 465</ref>. Αυτή είναι η μυστηριακή σχέση ανθρώπου και Θεού. Αυτή η μυστηριακή σχέση όμως, δε συντελείται σε μία θεωρητική σφαίρα, αλλά μέσω τω μυστηρίων<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 465</ref>. Τα [[Ιερά Μυστήρια|μυστήρια]] λοιπόν αποτελούν τον ιστορικό καρπό της κοινότητας, ως απαραίτητες λειτουργίες του εκκλησιαστικού σώματος για να προκόψουν τα μέλη, να καθαρθούν, να τελειωθούν και να οδηγηθούν στη θεογνωσία<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 465</ref>, καθώς πρώτα η θεία φανέρωση (θεοφάνεια είναι και το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας φερ ειπείν) γιατρεύει τη φυσική υποδομή και έπειτα παρέχει θεογνωσία. Γι αυτό και τα μυστήρια συντελούν στην διόρθωση της βούλησης και τη φύσης που είναι η απαραίτητη οδός της θεογνωσίας. Γι αυτό και στην ορθόδοξη πατερική διδασκαλία δεν υπάρχουν σχολαστικοί ορισμοί για τη γνώση του πράγματος ή θεωρητικές συλλήψεις του όντος (του Θεού), αλλά η μετοχή σε αυτό, που αποτελεί τη γνώση<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 486</ref>. Η διακοπή λοιπόν τη δυνατότητας του ανθρώπου να μετέχει σε αυτό που γι αυτόν είναι προορισμένος και είναι φυσιολογικό, να βλέπει το θείο Ον και να μετέχει της θείας γνώσης, προκύπτει από τη διασάλευση της σχέσης ανθρώπου-Θεού, δηλαδή την αμαρτία. Ο Θεός παραμένει να παρέχει τη γνώση του πάντοτε μέσω της παρουσίας του στην κτίση. Ο άνθρωπος όμως αποκόπτει αυτό το δεσμό, που για να επανέλθει απαιτεί θεραπεία της βούλησης και της ύπαρξης.
Η θεογνωσία στην Ορθόδοξη παράδοση επίσης, διατηρεί μια πολύ βασική διαφοροποίηση. Ως μετοχή στις θείες ενέργειες κι ως φωτισμός, που γίνεται μέσω του νου και του λόγου, που είναι λειτουργίες της ψυχής, δεν εννοείται ποτέ ξεκομμένη από τη ορθή φυσιολογία και ζωή του ανθρώπου. Δεν εννοείται δηλαδή ως κάποια διατάραξη της ανθρώπινης αρμονίας ή παραμερισμό κάποια άλλης λειτουργίας. Εννοείται μόνο μέσα σε υγιή πλαίσια, δίχως άλογους συναισθηματισμούς, βουλησιαρχικές ορμές ή εκστατικές καταστάσεις. Εννοείται μόνο ως μια μεταμόρφωση των ανθρωπίνων λειτουργιών προς μια φυσιολογία, που η ψυχή νοεί κατά θεωρία και λογίζεται κατά πράξη<ref>Νίκος Ματσούκας, Δογματική...Β΄, σελ. 502-504</ref>, δίχως αποσπάσεις από το ιστορικό πεδίο, δίχως αποδράσεις από τη φυσική πραγματικότητα. Τελικά η θεογνωσία αυτή έχει ως άμεση συνέπεια την αύξηση και την τελείωση της ύπαρξης, μέσα σε φυσικά πλαίσια.
Ο [[Γρηγόριος Παλαμάς]] όμως ήλθε να κλονίσει το σχολαστικό σύστημα, υπερασπιζόμενος την πατερική ορθόδοξη [[Ιερά Παράδοση|παράδοση]]. Κύριος στόχος του καταστάθηκε, η απόδειξη ότι η σχέση του Θεού με τον άνθρωπο, δεν είναι μία ηθική σχέση, αλλά καθαρώς ενεργειακή, άποψη που είναι καθαρώς βιβλική. Ο Θεός είναι πάντα παρών και ενεργών και είναι Αυτός που παρέχει φωτισμό και χάρη μέσω του εκκλησιαστικού σώματος, για να αναχθεί ο άνθρωπος στο Θεό. Ο Γρηγόριος Παλαμάς ουσιαστικά κατέρριψε το επιχείρημα των σχολαστικών, πως η θεογνωσία εντοπίζεται σε μία άνοδο του ανθρώπου προς το Θεό και απέδειξε πως αυτή εντοπίζεται σε μία πράξη καθόδου του ίδιου του Θεού στην ιστορική περιοχή, σε συνεχή και αδιάκοπη ροή<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική...Γ΄, σελ. 113</ref>. Η θεογνωσία κατά το πατέρα της εκκλησίας, αποκτάται με την εμπειρία, μέσω της θέωσης του νου. Οι σχολαστικοί όταν μιλούσαν για γνώση, ακόμα και για τη θεία γνώση, πάντοτε μιλούσαν για μία κατάκτηση η οποία θηρευόταν μέσω των επιστημών, είτε μιλούσαμε για τη φυσική πραγματικότητα, είτε για τη θεία<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική...Α΄, σελ. 155</ref>. Αντιθέτως η ορθόδοξη παράδοση αντέταξε στη διαλεκτική αυτή μέθοδο την αποδεικτική. Ο Γρηγόριος Παλαμάς, στο σπουδαίο έργο ''"Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων"'', προτάσσει μια θεολογία, η οποία προκύπτει από την εμπειρία της ζωής της εκκλησίας και όπου η γνώση του Θεού αποτελεί η ''"θέα του Θεού"'', η όρασή του Θείου φωτός, των ακτίστων ενεργειών Του<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική...Α΄, σελ. 156</ref>.
Στην ορθόδοξη παράδοση, αποφαίνεται με σαφήνεια ο Συνοδικός Τόμος του 1351, το δόγμα δεν αποτελεί θεωρητική σύλληψη ή κάποια έννοια του νου, αλλά είναι Πράγμα<ref>Συνοδικός τόμος 1351. Ιω. Καρμίρη, ''"Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου καθολικής εκκλησίας"'' ,τ. Α΄, σελ. 379</ref> και η απόδειξη του θείου πράγματος δεν είναι δυνατό να προσπελαστεί με συλλογισμούς, αλλά με την εμπειρία, τα έργα και το βίο. Η επιστήμη στο μόνο που μπορεί να βοηθήσει στην περίπτωση αυτή, είναι στη διατύπωση της εμπειρίας<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική...Α΄, σελ. 158</ref>. Οι πατέρες της εκκλησίας, λέγει προς το Βαρλαάμ ο Παλαμάς, δεν ανάγονται από τα κτιστά πράγματα και μόνο και δια των καταφατικών αποδείξεων στο Θεό, αλλά μέσω της συνολικής εμπειρίας της εκκλησίας και των θείων μυστηρίων<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική...Α΄, σελ. 160</ref>. Έτσι αποφαίνεται πως η οδός της θεογνωσίας οδηγείται μέσω της μετοχής στις άκτιστες ενέργειες του Θεού, οι οποίες δεν ενισχύουν απλώς τις αισθήσεις και το νου, αλλά συντελούν σε μία μεταμόρφωση τους, έτσι ώστε να μην αντιλαμβάνονται τα πράγματα οι αισθήσεις ούτε να κατανοεί ο νους, αλλά το ίδιο το φως. Με άλλα λόγια, για να γίνει πιο κατανοητό, θα λέγαμε πως αισθήσεις και νους μεταμορφώνονται σε θεόμορφες πραγματικότητες, παραμένοντας όμως οι ίδιες οι αισθήσεις και ο ίδιος νους. Αυτό συμβαίνει δίχως καμία έκσταση ή έξοδο από την πραγματικότητα, αλλά με μια ριζική μεταμόρφωση των αισθήσεων και του νου<ref>Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 2, 3, 55-56</ref>. Εδώ λοιπόν Θεός και άνθρωπος πραγματώνουν μια συνάντηση σε μία κατάσταση αλλαγής και μεταμόρφωσης, που είναι προϋπόθεση για τη μετοχή στη θεογνωσία<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική...Α΄, σελ. 168</ref>.
===Συμπερασματικά===
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης