Άνοιγμα κυρίως μενού

OrthodoxWiki β

Αλλαγές

Εκκλησιαστική Ιστορία

277 bytes προστέθηκαν, 07:49, 9 Σεπτεμβρίου 2008
μ
Βιβλιογραφία
{{ΟρθόδοξοςΧριστιανισμός}}
Εκκλησιαστική Ιστορία ονομάζουμε την επί της βάση της αντικειμενικής εκτιμήσεως και της εκκλησιολογικής αξιολογήσεως των σοζώμενων πηγών επιστημονική έκθεση, της όλης εξελίξεως του εσωτερικού και του εξωτερικού βίου της Εκκλησίας, κατά την ανάπτυξη της στο χώρο και στο χρόνο ως μιας αδιάκοπης και αυθεντικής συνεχίσεως της ιστορικής πορείας για την εκπλήρωση της αποστολής στον κόσμο. Ο [[Ιησούς Χριστός]] σε αυτή προβάλλεται όχι μόνο ως κέντρο αλλά και ανακεφαλαίωση της ιστορίας του ανθρωπίνου γένους.
Σύμφωνα με την Εκκλησιαστική παράδοση η Εκκλησία προϋπήρχε ως προαιώνια βουλή, σοφία και πρόνοια του Θεού και τελειώθηκε εν χρόνω με την ενανθρώπηση του Υιού και την αποστολή του [[Άγιο Πνεύμα|Αγίου Πνεύματος]] κατά την Πεντηκοστή. Αυτή σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη<ref>Ιωάννης 18,36</ref> «ούκ εστίν εκ του κόσμου τούτου» και θα τελειωθεί στη συντέλεια του αιώνος<ref>A΄ Κορινθίους 15,24</ref>. Έτσι ως σκοπός της εκκλησίας εμφανίζεται η ανακεφαλαίωση, η ανακαίνιση και η τελείωση του ανθρωπίνου γένους και όλης της δημιουργίας για την αποκαταλλαγή και αποκατάσταση της προπτωτικής ανθρωπότητας.
 ==Από Ίδρυση της Εκκλησίας ως τon τoν Μέγα Κωνσταντίνο==
===Ίδρυση και διάδοση του χριστιανισμού===
====Ο βίος των πιστών====
Ο Πνευματικός βίος της εκκλησίας κατά τους πρώτους τρεις αιώνες στην εκκλησία, αναμφισβήτως εστιαζόταν στη μυστηριακή ζωή των πιστών. Οι πιστοί βίωναν μια νέα ζωή, λιτή, απέρριτη, ασκητική, ζωή ακτημοσύνης, με συχνές συνάξεις, με έντονο αίσθημα αδελφοποίησης αλλά και των ενθουσιαστικών τάσεων, ότι ο καιρός του ερχομού του Κυρίου για τη δευτέρα παρουσία Του, είναι «εγγύς». Το συνεκτικό κομμάτι όμως αυτής την εν Χριστώ πνευματικής ζωής, ήταν τα μυστήρια της εκκλησίας. Αφενός μεν το [[Βάπτισμα (Χριστιανισμός)|βάπτισμα]] που ήταν απαραίτητο για την εισαγωγή του πιστού στο σώμα της εκκλησίας,, αλλά κυρίως με την [[Θεία Ευχαριστία|Ευχαριστιακή σύναξη]], η οποία αποτελούσε την επιτομή της εν χριστώ ζωής και την κορωνίδα, της ζωοποιού-ενεργής συμμετοχής στο σώμα της εκκλησίας του Χριστού. Η [[Εξομολόγηση|εξομολόγηση]] φαίνεται κατά κανόνα να προηγείται της ευχαριστίας<ref>Διδαχή 14,1</ref> ενώ οι εορτές του [[Πάσχα]] είχαν ήδη καθιερωθεί με Χριστιανικό πνεύμα<ref>Α΄ Κορινθίους 5,7</ref>. Επίσης είχαν αρχίσει να τελούνται και [[Νηστεία|νηστείες]] οι οποίες ποίκιλανδιέφεραν, ανάλογα με την εορτή ή ακόμα και την εκκλησία. Σημαντικό κομμάτι του πνευματικού βίου της εκκλησίας αποτελούσαν τα χαρίσματα τα οποία συνδέονταν κατά κύριο λόγο με τα χαρίσματα της γλωσσολαλιάς και της προφητείας, με το δεύτερο να έχει πολύ σημαντική αποδοχή στους εκκλησιαστικούς κύκλους.
:’’Δείτε ακόμα: ‘’[[Γλωσσολαλιά]]
 
====Η μυστηριακή ζωή των Χριστιανών====
=====Βάπτισμα και συναφείς έριδες=====
:’’Κύριο άρθρο: [[Βάπτισμα (Χριστιανισμός)]]’’
Το βάπτισμα αποτελούσε την επιτομή της εισόδου, στο σώμα της εκκλησίας και διενεργείτο μετά από σύντομη κατήχηση. Η τελετουργία μέσα στους 3 πρώτους αιώνες άλλαξε μορφή αρκετά, σε ότι αφορά το χώρο, την τελετουργία, την διάρκεια της κατήχησης, όμως ο τρόπος βάπτισης παρέμεινε σταθερός, τελούμενος με τριττή κατάδυση. Σχετικά με το βάπτισμα όμως στην εκκλησία προήλθαν διαμάχες, κυρίως για την εγκυρότητα του βαπτίσματος, για τους [[Πεπτωκότες (Χριστιανισμός)|πεπτωκότες]] χριστιανούς ή αυτούς που είχαν ασπασθεί έτερο χριστιανικό δόγμα, ιδίως κατά τον [[3ος αιώνας|3ο αιώνα]]. Κυρίως δε εστιάστηκε στο αν οι μετεστραφέντες [[Μοναρχιανισμός|Μοναρχιανοί]], πρέπει να αναβαπτισθούν. Η ίδια διαμάχη επεκτάθηκε και κατά την εμφάνιση των [[Νοβατιανισμός|Νοβατιανών]], των οποίων το βάπτισμα θεωρείτο άκυρο. Μετά την τέλεση εργασιών 3 συνόδων (Αφρικής, Νουμιδίας Μαυριτανίας), αποφασίστηκε η αναβάπτιση όλων των αιρετικών. Ο Στέφανος Ρώμης αρνήθηκε όμως να εφαρμόσει την απόφαση των συνόδων με τις εκκλησίες της Μικράς Ασίας, απειλώντας να διακόψει κοινωνία και με τις εκκλησίες της Αφρικής. Τελικά επήλθε πάλι ηρεμία στο εσωτερικό της εκκλησίας όταν ο [[Βαλεριανός]] έθεσε σε ισχύ μεγάλο διωγμό, επικρατώντας μια συμβιβαστική λύση.
H [[Θεία Ευχαριστία]] αποτελούσε το κέντρο της λατρευτικής ζωής των πιστών και κάθε μυστήριο, συνδεόταν με αυτήν. Η Κυριακάτικη Ευχαριστία ήδη είχε αρχίσει από τα αποστολικά έτη να ξεχωρίζει από τις Ευχαριστίες των υπολοίπων ημερών. Έτσι θα λέγαμε πως αποτέλεσε κέντρο του πνευματικού βίου της Χριστιανικής ζωής. Παράλληλα όμως με τη Θεία Ευχαριστία αναπτύχθηκε ένα λειτουργικό πλαίσιο, το οποίο αποκλήθηκε [[Θεία Λειτουργία]]. Σαφείς αναφορές για τη διαμόρφωση της Θείας Λειτουργίας έχουμε κατά τον 2ο αιώνα, οπού διαφαίνεται και ο διαχωρισμός των μερών σε κατηχητικό και μυστηριακό. Παράλληλα με την Θεία Λειτουργία και την Θεία Ευχαριστία, τελούνταν και οι αγάπες, που όμως με τον καιρό αποχωρίστηκαν από την θεία λειτουργία και τα λατρευτικά γεγονότα.
: ‘’Δείτε ακόμα [[Η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου]]’’
: ’’Δείτε ακόμα [[Αγάπες]]’’
=====Τόποι Λατρείας=====
 
Οι τόποι λατρείας των Χριστιανών, τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του Χριστιανισμού, ποίκιλαν ανάλογα με την περιοχή, τις συνήθειες και την ελευθέρια που είχαν. Στα [[Ιεροσόλυμα]] οι χριστιανοί μετέβαιναν στο ναό των Ιουδαίων, καθώς και στις συναγωγές τους. Όμως οι ναοί που χρησιμοποιούνταν μπορούσαν να είναι σπίτια, σπήλαια ή [[Κατακόμβες|κατακόμβες]]. Ακόμα και υπαίθριοι χώροι χρησιμοποιούνταν για την τέλεση λατρευτικών αναγκών. Από το 2ο αιώνα αρχίζουν δειλά, δειλά να δημιουργούνται οι πρώτοι ναοί, συνήθως σε κοιμητήρια ενώ ήσαν πάντα στραμμένοι προς ανατολάς, όπως μας πληροφορεί ο [[Τερτυλλιανός]]<ref>Adv.Valent. 31</ref>. Με το πέρασμα των διωγμών και την αύξηση των πιστών, υπήρξε ανάγκη για μεγαλύτερους λατρευτικούς χώρους. Αυτοί ονομάζονταν «ευκτήρια», «βασιλικαί», «Κυριακά», «Μαρτύρια». Ο εσωτερικός διάκοσμος ήταν απλός και συνήθως περιείχε παραστάσεις όπως [[Σταυρός|σταυρούς]], ιχθύες, φοίνικες, τον Καλό Ποιμένα, γράμματα όπως Ι.Χ ή Α Ω. Στην ανατολική κόγχη των ναών βρισκόταν η [[Αγία Τράπεζα|αγία τράπεζα]], ενώ ήδη χρησιμοποιούνταν πολύτιμα σκεύη όπως [[Άγιο Ποτήριο]], [[Άγιος Δίσκος]], [[Υδροχόη]], [[Κιβωτός]] κ.α. που ήταν συνήθως ξύλινα, χάλκινα, υάλινα και σπανιότερα από χρυσό και άργυρο. Από το 2ο αιώνα άρχισε η εκκλησία να τηρεί [[Μαρτυρολόγιο|μαρτυρολόγια]], με παράλληλη ημέρα [[Εορτή|εορτής]] γενεθλίου ημέρας κάθε μάρτυρα<ref>Μαρτύριο Πολυκάρπου, 2</ref>, δηλαδή την ημέρα θανάτου.
====Ιεραρχία====
Το [[Ιερατείο|ιερατείο]] της εκκλησίας αρχικά διαχωρίστηκε σε δύο κατηγορίες, το οικουμενικό ιερατείο και το τοπικό ιερατείο. Στην πρώτη τάξη αναφέρονται οι [[Απόστολος|Απόστολοι]] και οι [[Τάξη των προφητών|προφήτες]], ενώ στη δεύτερη οι [[Επίσκοπος|επίσκοποι]], οι [[Πρεσβύτερος|πρεσβύτεροι]] και οι [[Διάκονος|διάκονοι]]. Η αποστολική τάξη θεωρείται η ανώτερη τάξη λόγω της απευθείας ανάθεσης του έργου από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό. Μετά το πέρας των αποστόλων, οι προφήτες ήσαν οι ανώτεροι στην ιεραρχία της εκκλησίας, που πολλές φορές αποκαλούνταν και απόστολοι ή απλώς με το όνομά τους δηλωτικό της αναγνώρισης στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Παρόλα αυτά, υπάρχουν διαφωνίες για το κατά πόσο αποτελεί ιερατική τάξη ή απλώς φυσικό χάρισμα, όπως η προτεσταντίζουσες απόψεις ευνοούν. Σήμερα η επικρατούσα σήμερα άποψη είναι αυτή που ο R.Bultmann εξέφρασε, δηλαδή ότι δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί και η ιεροσύνη από το φυσικό χάρισμα.<ref>Theology of the NT 2,107</ref>. Οι προφήτες θεωρούνταν οι άμεσοι διάδοχοι των αποστόλων, ενώ είχαν δικαίωμα [[Χειροτονία|χειροτονίας]] όταν οι απόστολοι ήταν ακόμα εν ζωή, αλλά και να τελούν μυστήρια. Το τοπικό ιερατείο συνδέθηκε με τις ανάγκες τις τοπικής εκκλησίας. Ο [[Διάκονος|διάκονος]] αποτελούσε βαθμίδα μικρότερη από τον επίσκοπο ή τον πρεσβύτερο, ρόλοι που όμως στα πρώτα χρόνια της εκκλησίας δε διαχωρίζονταν με βάση το ρόλο που είχαν στην τοπική εκκλησία και μάλλον ταυτίζονταν. Με το πέρασμα των ετών ο ρόλος αυτός σταδιακά διαχωρίστηκε και ο επίσκοπος συνδέθηκε προς την οικουμενική τάξη μετά το πέρας των προφητώνκατά το παράδειγμα του Ιγνατίου, εν αντιθέση με τον πρεσβύτερο που συνδέθηκε με την ενορία. Το τοπικό ιερατείο αδυνατούσε να τελέσει χειροτονίες, ενώ τα μυστήρια τα τελούσε μόνο μετά από ειδική παραχώρηση του αποστόλου, προφήτη και αργότερα επισκόπου. Ο διάκονος ήταν ο προπαρασκευαστικό στάδιο πριν τη χειροτονία σε ιερέα, ενώ αργότερα υπήρξαν και άλλες βαθμίδες του κατώτερου κλήρου όπως [[Υποδιάκονος|υποδιάκονος]], αναγνώστης κ.α.
:’’Δείτε ακόμα: [[Πρεσβύτερος]], [[Διάκονος]], [[Αναγνώστης (Χριστιανισμός)]]’’
====Αποστολική διαδοχή====
Το σύστημα αυτό αρχικά φαίνεται πως δεν έγινε ιδιαίτερα αποδεκτό και δημιουργηθήκαν αντιδράσεις, πολλές φορές προς ιδίων όφελος κάποιων κληρικών που επέβλεπαν σε υψηλοτέρα αξιώματα, με αποτέλεσμα να γίνει μεγάλη προσπάθεια ώστε να πεισθεί το ποίμνιο για την αναγκαιότητά του. Παρόλα αυτά στο «Μαρτύριο του Πολύκαρπου» <ref>Ειρηναίου κατά Αιρέσεων 3,3,4</ref> διαφαίνεται η πορεία της διαδοχής της εκκλησίας, αφού ο Πολύκαρπος εμφανώς εγκαταστάθηκε κατά το Ιωάννειο μοντέλο σε μια επισκοπή, καταστώντας την κέντρο του έργου του.
 
===Σχέση Εκκλησίας Ρωμαϊκού κράτους===
====Οι γενικοί διωγμοί του 3ου και 4ου αιώνα====
Το [[249]], στο θρόνο ανήλθε ο [[Δέκιος]], ο οποίος παρέμεινε μέχρι και το [[252]]. Ο Δέκιος βλέποντας την παρακμή στην οποία είχε περιέλθει η Αυτοκρατορία, επιχείρησε μια προσπάθεια ανασύνταξης με αφορμή το Ιωβηλαίο από σύστασή της. Αιχμή της ανασύνταξης τού κράτους έθεσε την «εθνική» θρησκεία, καταδικάζοντας παράλληλα το χριστιανισμό ως religio illitica και ανακοινώνοντας με τον πιο επίσημο τρόπο το νομικό καθεστώς των διωγμών σε όλη την Αυτοκρατορία. Οι διάδοχοί του [[Τριβωνιανός]] Γάλλος ([[253]]) και [[Λικίνιος Βαλεριανός]] ([[253]]-[[260]]) απεκατέστησαν την πρότερη ειρήνη αρχικά αλλά εν συνεχεία το [[257]] με διάταγμα ο Βαλεριανός άλλαξε στάση και δήμευσε όλη την περιουσία της εκκλησίας που περιοριζόταν για την εποχή σε κοιμητήρια, όπου με πρόσχημα, είχαν δημιουργήσει και κάποιους ναούς. Ταυτόχρονα εξαπέλυσε και ευρύ διωγμό κατά των κληρικών. Ο διάδοχός του, [[Γαλλιηνός]] ([[260]]-[[268]]) επέστρεψε ότι είχε αφαιρεθεί από την εκκλησία, ενώ ουσιαστικά αναγνώρισε με έμμεσο τρόπο το Χριστιανισμό, διατηρώντας αλληλογραφία, με τοπικές εκκλησίες<ref>Ευσεβ. Εκκλ. Ιστορία 7,13</ref>. Με την επιστροφή της περιουσίας ο Χριστιανισμός δε θεωρήθηκε religio litica, αλλά προήλθε de facto αναγνώριση της εκκλησίας για πρώτη φορά.
Τον 3ο αιώνα η εξωτερίκευση της εκκλησιαστικής ζωής δημιούργησε κύμα συμπάθειας υπέρ της. Έτσι κατά τους τελευταίους διωγμούς, η επιθετική-διωκτική πολιτική βρήκε και πλήθος μη Χριστιανών που δε συμφωνούσαν με αυτή την ενέργεια. Παράδειγμα αυτής της δυσαρέσκειας ήταν η εποχή του [[Διοκλητιανός|Διοκλητιανού]], όπου ενώ αρχικά διατηρήθηκε μια σχετική ειρήνη, στην προσπάθεια αναδιοργάνωσης του κράτους - [[Ρωμαϊκή Τετραρχία|Τετραρχία]], διενήργησε εκτεταμένο γενικό διωγμό ([[284]]-[[303]]). Αποτέλεσμα την εμφάνιση πολλών μαρτύρων και την εντυπωσιακή ανάπτυξη του χριστιανισμού. Στην εποχή του υπερπληρωθήκαν οι φυλακές, τα ορυχεία, ενώ στάλθηκαν πολλοί στην εξορία. Ο διωγμός αυτός έληξε επί [[Γαλέριος|Γαλερίου]] το [[311]] όταν με ένα αντιφατικό διάταγμα, ουσιαστικά αποδέχτηκε την αποτυχία του διωγμού<ref>Ευσεβ. Εκκλ. Ιστορία 9,1,36</ref>. Το πέρας της μοναρχίας του Γαλερίου, βρήκε στην διάταξη τα τετραρχίας τον [[Μαξέντιος|Μαξέντιο]] και [[Μέγα Κωνσταντίνο|Κωνσταντίνο]] στα δυτικά και [[Μαξιμίνος|Μαξιμίνο]] και Λικίνιο στα Ανατολικά. Πλην του Μαξιμίνου οι υπόλοιποι 3 διατήρησαν μια συμβιβαστική πολιτική.
===Νοθεύσεις του Χριστιανισμού===
Ήδη σε προηγούμενες ενότητες αναφέρθηκαν οι πρώτες έριδες οι οποίες αφορούσαν το [[Πάσχα]] και το [[Βάπτισμα(Χριστιανισμός)|βάπτισμα]]. Όμως οι μεγαλύτερες έριδες στο εσωτερικό της εκκλησίας προήλθαν από το ζήτημα της μετανοίας. Η προβληματική που αναπτύχθηκε, αφορούσε την [[Εξομολόγηση|εξομολόγηση]] και τη μετάνοια των βαρέων αμαρτημάτων. Η εκκλησία αρχικά τήρησε αυστηρή στάση, που με τον καιρό, λόγω της αύξησης του ποιμνίου και των πολλών [[Πεπτωκότες (Χριστιανισμός)| πεπτωκότων]] , χαλάρωσε, υιοθετώντας πιο επιεική στάση. Οι πιέσεις όμως που δεχόταν η εκκλησία από τις Μοντανιστικές θέσεις, που επηρέαζαν σε σημαντικό βαθμό και πολλούς εκκλησιαστικούς, επέφερε τη δημιουργία σχισμάτων στο εσωτερικό της εκκλησίας. Η διαφωνία εστιάστηκε κατά κύριο λόγο στη διάρκεια της μετάνοιας των πεπτωκότων και των βαρέα αμαρτανόντων (θανάσιμα αμαρτήματα) και στο κατά πόσο οι δις πεπτωκότες δύνατο, να γίνουν δεκτοί στο σώμα της εκκλησίας. Οι Μοντανιστές απέρριπταν κάθε επιείκεια στην εκκλησία, όμως το ζήτημα δεν ήταν καθόλου φιλολογικό όπως από τις χιλιαστικές δοξασίες αντιμετωπίστηκε, αλλά άκρως πρακτικό, καθώς πέρα από το πλήθος μαρτύρων η εκκλησία ανέδειξε και πλήθος πεπτωκότων, με αποτέλεσμα η σκληρή πολιτική να αποτρέπει την είσοδο πιστών στους κόλπους της, οπού μόνο σε αυτήν βρισκόταν η σωτηρία Αποτέλεσμα των σχισμάτων αυτών ήταν η αμφισβήτηση, ότι η ιστορική αποστολή της εκκλησίας που προεκτεινόταν υπό την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος, ως του αυθεντικού σώματος του Χριστού, έπαψε να αποτελεί αληθές δόγμα, διεκδικώντας αποσχιστικά, το κάθε σχίσμα ή αίρεση το δικαίωμα αυτό. Τα σχίσματα που δημιουργήθηκαν ήταν το Σχίσμα του Φηλικισσίμου, των Νοβατιανών, του Ιππολύτου, του Μελιτιανού και των Δονατιστών. Επηρέασε κατά κόρον τις [[Εκκλησία Ρώμης|εκκλησίες της Ρώμης]] και της βορείου Αφρικής, με προεκτάσεις προς τις [[Εκκλησία Αλεξανδρείας|εκκλησίες της Αλεξάνδρειας]] και της [[Εκκλησία της Αντιόχειας|Αντιόχειας]].
:’’Δείτε ακόμα; [[Πεπτωκότες (Χριστιανισμός)]]’’
====Τα σχίσματα====
====Συμπεράσματα από την εμφάνιση των σχισμάτων====
Τα σχίσματα με αφορμή τη μετάνοια των πεπτωκότων δημιουργήθηκαν από δύο τάσεις. Τις τάσεις επιείκειας που προέκυπταν από την ανάγκη της σωτηρίας των πιστών, αφού η σωτηρία μπορούσε να προέλθει μόνο μέσα από την εκκλησία, μια -Μια απόφαση που τηρήθηκε σχεδόν καθολικά από τους επισκόπους των μεγάλων τοπικών εκκλησιών τηρήθηκε και είχε να κάνει με αφορούσε τον προβληματισμό για την προβληματική ότι η πολύ σκληρή γραμμή των πρώτων αιώνων , που είχε σαν αποτέλεσμα τους πιστούς να είναι πιο διστακτικοί στην εισχώρησή τους στην εκκλησία, ενώ και η ύφεση που είχε αρχίσει να παρατηρείται στο Μοντανισμό, μάλλον προς αυτή την κατεύθυνση ευνοούσε τα πράγματα, - αλλά και προσχηματικά, λόγω διαφόρων τοπικών υποβοσκουσών διαφωνιών των εκκλησιών. Το κομβικό σημείο όμως για την εκκλησία ήταν ταυτόχρονα να διατηρηθεί ακέραια η αποστολική παράδοση ακέραια, χωρίς να υποκύψει στις Μοντανιστικές πιέσεις.. Η εκκλησία κρίνεται πως ανταπεξήλθε σε αυτήν την πρόκληση αντιμετωπίζοντας αντιμετωπίζοντάς την , διατηρώντας την αποστολική παράδοση προσαρμόζοντάς τη στο πνεύμα και τη λογική της, και ενσκήπτοντας πάνω από το πρόβλημα όπως διαμορφωνόταν σε κάθε εποχή, αφού τα προβλήματα που ενεφανίζονταν είχαν κάθε φορά διαφορετικό περιεχόμενο..
===Η ενότητα της Εκκλησίας===
Η σημερινή θεολογική έρευνα καταλήγει πως 7 κύριοι λόγοι επέτρεψαν στην εκκλησία, να διατηρήσει τη συνέκτικοτητά της και να μπορέσει να αναπτυχθεί τόσο πληθυσμιακά, όσο και γεωγραφικά.
# ‘’’* '''<u>Οργάνωση</u>’’’'''. Με το πέρας της προφητικής λειτουργίας, η εκκλησία οριστικά πέρασε στο επισκοπικοκεντρικό σύστημα οργάνωσης. Με σαφώς υπερτοπική λειτουργία, οι επίσκοποι ήσαν συνήθως κληρικοί με ιδιαίτερη μόρφωση και θεολογική κατάρτιση, με δυνατότητα να αντικρούσουν τις κακοδοξίες. Οι επίσκοποι δε, εκλέγονταν και από το λαό, με αποτέλεσμα συνήθως να είναι αρεστοί στο χριστιανικό ποίμνιο, κάτι που τους συνιστούσε πηγή ενότητος του εκάστοτε τοπικού εκκλησιαστικού σώματος.
:’’Κύριο άρθρο: [[Κανόνας της Καινής Διαθήκης]]’’
# ‘’’* '''<u>Κανόνας της Καινής Διαθήκης</u>’’’'''. Στην προσπάθεια της εκκλησίας να διατηρηθεί η γραπτή παράδοση ακέραιη από τις ψευδεπίγραφες Γραφές, η εκκλησία αντέταξε μια οργανωμένη προσπάθεια σύνταξής των. Το όνομα που της αποδόθηκε ήταν [[Κανόνας της Καινής Διαθήκης]]. Ήδη στην εποχή του Ειρηναίου υπήρχε «αμύθητον πλήθος» απόκρυφων και νόθων γραφών<ref>Ειρηναίου Κατά Αιρέσεων 10,20,1</ref>. Πέρα όμως από τη σύνταξη των βιβλίων η εκκλησία προσπάθησε να διατηρήσει και να συντηρήσει τα βιβλία αυτά σε κάθε τοπική εκκλησία, καθώς ήταν αδύνατον να συντηρηθούν από ιδιώτες. Πρώτος κανόνας που δημιουργήθηκε ήταν ο Μουρατόρειος κατά το τέλος του 2ου αιώνα ενώ τελευταίος του Μεγάλου Αθανασίου τον 4ο αιώνα.
:’’Κύριο άρθρο: [[Σύμβολο της Πίστεως]]’’
# ‘’’* '''<u>Σύμβολα της πίστεως</u>’’’'''. Τα σύμβολα της πίστεως, κρίθηκαν από την εκκλησία αναγκαία για την αντιμετώπιση των αιρέσεων. Σκοπός ήταν μια συνοπτική και περιεκτική δογματική τοποθέτηση των αληθειών της εκκλησίας και της αποστολικής παράδοσης. Τα σύμβολα αυτά δεν αναπτύχθηκαν ομοιόμορφα σε όλες τις εκκλησίες ένεκα του διαφορετικού κινδύνου, που αντιμετώπιζε η κάθε τοπική εκκλησία. Το πρώτο τέτοιο σύμβολο που διασώζεται είναι του Τερτυλλιανού<ref>Adv.Prax.</ref>, το οποίο σήμερα εντυπωσιάζει για την πληρότητά του, λόγω της ασάφειας που επικρατούσε για πολλές δογματικές αλήθειες την εποχή αυτή.
# ‘’’* '''<u>Θεία Ευχαριστία εν τω επισκόπω και το επισκοπικό χρίσμα</u>’’’'''. Η Θεία ευχαριστία εξέφραζε την ενότητα και την πληρότητα του σώματος της εκκλησίας. Ο Ιγνάτιος<ref>Προς Εφεσίους 4,1</ref> θεμελιώνει μάλιστα αυτή την οργανική ενότητα στην υπό τον επίσκοπο τελουμένη Θεία Ευχαριστία. Έτσι στο πρόσωπο του επισκόπου συνοψιζόταν η πληρότητα της τοπικής εκκλησίας.
Σημαντικό σημείο επίσης ενότητας της εκκλησία ήταν οι χειροτονίες, η οποίες τελούντο υπό των κοντινοτέρων επισκόπων, παρουσία όμως πλήθους άλλων, κάτι που επιβεβαίωνε τις στενές σχέσεις των επισκοπών, που ήταν κεφαλή του πληρώματος κάθε τοπικής εκκλησίας εκφράζοντας την συνολική ενότητα του σώματος της εκκλησίας.
# ‘’’* '''<u>Συνοδικό σύστημα</u>’’’'''. Το συνοδικό σύστημα το οποίο πρώτη φορά εμφανίστηκε κατά τους αποστολικούς χρόνους το [[49]], διατηρήθηκε ως μια προσπάθεια ενότητας και αντιμετώπισης των εξωτερικών και εσωτερικών κινδύνων, για την εκκλησία. Στόχος η διαχρονική αυθεντικότητα της βιούμενης αποστολικής παράδοσης και η ενίσχυση των θεσμών ενότητος μεταξύ των μελών της.
:’’Κύριο άρθρο: [[Τα Πρεσβεία τιμής των Εκκλησιών]]''
# ‘’’* '''<u>Πρεσβεία τιμής</u>’’’'''. Ο θεσμός των πρεσβειών τιμής καταστάθηκε ένας ακόμα σημαντικός θεσμός ενότητας και οργάνωσης της εκκλησίας .Ήδη από το 2ο αιώνα παρατηρείται από τον Τερτυλλιανό<ref>De praeser. 37,2</ref> υπεροχικότητα κάποιων τοπικών εκκλησιών, που αργότερα αποδόθηκε με τον όρο Πρεσβεία τιμής. Μάλιστα τα πρεσβεία τιμής αποτέλεσαν τον πρόδρομο του Μητροπολιτικού συστήματος οργάνωσης της εκκλησίας κατά τον 4ο αιώνα. Η σημαντικότητα του θεσμού έγκειται στην αλληλεπιχώρηση μεταξύ των επισκόπων, που δε νοήτο ως πρωτείο, που οι άλλες εκκλησίες υποχρεώνονταν σε συμμόρφωση, αλλά ως ένας εθιμικός παραχωρούμενος τίτλος, λόγω σεβασμού. # ‘’’<u>Ιερός κλήρος</u>’’’. Κλήρος θεωρείτο ολόκληρο το σώμα της εκκλησίας και ο αρχικός διαχωρισμός είχε να κάνει με το διαχωρισμό ιερού κλήρου και λαϊκών. Οι πρεσβύτεροι σε κάθε ναό ήταν ανάλογοι με το πλήθος των πιστών, ενώ οι διάκονοι ορίζονταν από τον αριθμό 7 των Πράξεων των Αποστόλων και έτσι λόγω μεγαλύτερων αναγκών θεσπίστηκαν οι υποδιάκονοι. Επίσης στον κατώτερο κλήρο θεσπίστηκαν και άλλα διακονήματα όπως του [[Ψάλτης|ψάλτη]], εν συνεχεία σε πρωτοψάλτη και λαμπαδάριο, του αναγνώστη, του [[Εξορκιστής|εξορκιστή]], του [[Νεωκόρος|νεωκόρου]], του θυρωρού ή πυλωρού και των ακολούθων. Οι γυναίκες σύμφωνα με τη Παύλεια θεολογία, αποκλείονταν από τον ιερό κλήρο, όμως θεσπίστηκαν διακονήματα όπως των χηρών και των διακονισσών με κύριο στόχο την κατήχηση και τη φιλανθρωπία στο χώρο τω γυναικών. Ο ιερός κλήρος υπήρξε σημαντικό κομμάτι της ενότητας της εκκλησίας γιατί έτσι δινόταν η δυνατότητα στους λαϊκούς για αμεσότερη επαφή προς το ιερατείο και την εξυπηρέτηση τους, σε κάθε έκφανση της ζωής των, είτε αυτή αφορούσε τα αμιγώς θρησκευτικά ζητήματα, είτε αυτή αφορούσε κοινωνικά ζητήματα.
* '''<u>Ιερός κλήρος</u>'''. Κλήρος θεωρείτο ολόκληρο το σώμα της εκκλησίας και ο αρχικός διαχωρισμός είχε να κάνει με το διαχωρισμό ιερού κλήρου και λαϊκών. Οι πρεσβύτεροι σε κάθε ναό ήταν ανάλογοι με το πλήθος των πιστών, ενώ οι διάκονοι ορίζονταν από τον αριθμό 7 των Πράξεων των Αποστόλων και έτσι λόγω μεγαλύτερων αναγκών θεσπίστηκαν οι υποδιάκονοι. Επίσης στον κατώτερο κλήρο θεσπίστηκαν και άλλα διακονήματα όπως του [[Ψάλτης|ψάλτη]], εν συνεχεία σε πρωτοψάλτη και λαμπαδάριο, του αναγνώστη, του [[Εξορκιστής|εξορκιστή]], του [[Νεωκόρος|νεωκόρου]], του θυρωρού ή πυλωρού και των ακολούθων. Οι γυναίκες σύμφωνα με τη Παύλεια θεολογία, αποκλείονταν από τον ιερό κλήρο, όμως θεσπίστηκαν διακονήματα όπως των χηρών και των διακονισσών με κύριο στόχο την κατήχηση και τη φιλανθρωπία στο χώρο τω γυναικών. Ο ιερός κλήρος υπήρξε σημαντικό κομμάτι της ενότητας της εκκλησίας γιατί έτσι δινόταν η δυνατότητα στους λαϊκούς για αμεσότερη επαφή προς το ιερατείο και την εξυπηρέτηση τους, σε κάθε έκφανση της ζωής των, είτε αυτή αφορούσε τα αμιγώς θρησκευτικά ζητήματα, είτε αυτή αφορούσε κοινωνικά ζητήματα.
===Εκκλησιαστική Γραμματεία των τριών πρώτων αιώνων===
:''"γινωσκέτω δε όμως, ει τις εστι φιλομαθής, ότι ει και μη ούτως εν ταις γραφαίς εισίν αι λέξεις, αλλά, καθάπερ είρηται πρότερον, την εκ των γραφών διάνοιαν έχουσι και ταύτην εκφωνούμεναι σημαίνουσι τοις έχουσιν εις ευσέβειαν την ακοήν ολόκληρον"''<ref>PG 25:453ΑΒ</ref>.
=== Mοναρχιανισμός ===
:’’ Κύριο άρθρο: [[Μοναρχιανισμός]]’’
====Συνέπειες====
Οι συνέπειες του Διατάγματος της Ανεξιθρησκείας, είχε σαν αποτέλεσμα την πλήρη θρησκευτική ελευθερία για το χριστιανισμό και την απελευθέρωσή της από τις δεσμεύσεις του παρελθόντος. Συνέπεια αυτού ήταν η αθρόα προσέλευση στους κόλπους της εκκλησίας πολλών «εθνικών» που ως τότε είχαν αναστολές λόγω του νομικού καθεστώτος. Σήμερα κρίνεται ιδιαιτέρα ευνοϊκή η μεταχείριση του Μεγάλου Κωνσταντίνου προς της την εκκλησία, που παρότι δεν ανακηρύχθηκε ως επίσημη θρησκεία του κράτους, απέκτησε όμως ισότιμη μεταχείριση με τη εθνική θρησκεία. Οι χριστιανικοί ναοί αυξήθηκαν, ενώ πάρθηκαν και άλλα μέτρα υπέρ της εκκλησίας, όπως τη δυνατότητα κατοχής περιουσιακών στοιχείων, επιχορηγήσεων, την καθιέρωση της Κυριακής ως αργία, με την ανέλιξη η δυνατότητα ανέλιξης Χριστιανών σε ανώτερα αξιώματα της Αυτοκρατορίας. Με αυτές τις ενέργειες ουσιαστικά υποβάθμισε σταδιακά την εθνική θρησκεία η οποία ουσιαστικά διατηρείτο ως επίσημη.
===Η θρησκευτική πολιτική των αυτοκρατόρων και η επικράτηση του Χριστιανισμού===
<u>[[Κώνστας]]</u>. O Κώνστας μαζί με τον Κωνστάντιο, ήταν οι διάδοχοι του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Διοίκησε το Ανατολικό κομμάτι της Αυτοκρατορίας, με μετριοπάθεια, ακολουθώντας της πολιτική που χάραξε ο πατέρας του. Παρέμεινε πιστός στο δόγμα της [[Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας|Ά Οικουμενικής συνόδου]]. Ακολούθησε όμως συγκεκριμένη πολιτική ενίσχυσης του χριστιανισμού, παίρνοντας μέτρα σε βάρος όλων των θρησκειών, πλην του χριστιανισμού.
<u>[[ Κωνστάντιος Β']]</u> ([[337]]-[[361]]). Ο Κωνστάντιος υπήρξε Αυτοκράτορας της Δυτικής ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ενώ μετά το 3.. θάνατο του Κώνστα υπήρξε μονοκράτορας. Ο ίδιος συνειδητά ασπάσθηκε τον [[Αρειανισμός|Αρειανισμό]], με αποτέλεσμα να οδηγήσει σε περαιτέρω διάσπαση την ενότητα της εκκλησίας. Από κοινού όμως με τον Κώνστα τήρησαν ομόφωνη στάση στο ζήτημα της «εθνικής» θρησκείας, με μικρές διαφορές λόγω της δυναμικής στις δυτικές επαρχίες. Έτσι απαγόρευσαν τις θυσίες, έκλεισαν αρκετούς εθνικούς ναούς, αν και οι περισσότεροι αυτή την εποχή άρχισαν να εγκαταλείπονται. Παρόλα αυτά διατήρησαν το αξίωμα του μεγάλου αρχιερέα. Ο Κωνστάντιος μάλιστα στη Δύση εφάρμοσε και μέτρα υπέρ των «εστιάδων», ενώ συνέχισε και τις οικονομικές ενισχύσεις των εθνικών ναών. Επίσης ο Κωνστάντιος, δεν βαπτίστηκε Χριστιανός .
<u>[[Ιουλιανός]]</u> (361-363). Ο Ιουλιανός διενήργησε την τελευταία ευρεία συντεταγμένη προσπάθεια επαναφοράς της εθνικής θρησκείας, ως επίσημη του κράτους. Σε αυτήν την προσπάθεια, διενήργησε μια πολεμική πολιτική σε βάρος του χριστιανισμού και της επίσημης εκκλησίας, θέλοντας να πετύχει τον ουτοπικό όπως αποδείχθηκε στόχο της επιστροφής της «πατρώας θρησκείας». Έλαβε μάλιστα μέτρα όπως το κλείσιμο ναών, την αποχή Χριστιανών από την κλασσική παιδεία, προέβη σε βέβηλες κατά τους Χριστιανούς πράξεις<ref>Μεταφορά και καταστροφή ιερών λειψάνων</ref>, με αποτέλεσμα να γίνει ιδιαίτερα μισητός. Το εγχείρημα τελικά στέφθηκε με αποτυχία, η οποία ουσιαστικά σήμαινε και το κύκνειο άσμα της «Πατρώας θρησκείας» και την ανάδειξη του χριστιανισμού ως η κυρίαρχη θρησκευτική-κοινωνική δύναμη.
<u>[[Βεσπασιανός]]</u> (364-375) και <u>Ουάλης</u> (364-378). Επί της εποχής τους η Αυτοκρατορία επανήλθε στη διαρχία. Ο Βεσπασιανός ανέλαβε τη Δύση και ήταν αξιωματικός, ένθερμος υποστηρικτής του Χριστιανισμού, που είχε συμμετάσχει και σε αγώνες κατά του Ιουλιανού. Χαρακτηριστικό δε είναι, ότι επιλογή του έγινε από το στενό συνεργάτη του Ιουλιανού Σαλλούστιο. Ο Ουάλης ανέλαβε το ανατολικό κομμάτι και γρήγορα κλήθηκε να αντιμετωπίσει επανάσταση από τον Ιουλιανό Προκόπιο το [[366]], η οποία είχε κίνητρα θρησκευτικά καθώς υποκινήθηκε από οπαδούς της εθνικής θρησκείας. Ο Ουάλης κήρυξε ευρύ διωγμό μετά από αυτόν τον πόλεμο κατά των υποστηρικτών της επανάστασης. Ο δε Βεσπασιανός στη Ρώμη, κατά τον Αμμιανό, κήρυξε επιλεκτικούς διωγμούς κατά της αριστοκρατίας που ακόμα στήριζε της εθνική πίστη. Ουσιαστικά και οι δύο δεν άλλαξαν το θεσμικό πλαίσιο της εθνικής θρησκείας, αλλά εξουδετέρωσαν με την πολιτική τους, τους εθνικούς, δίνοντας περισσότερα προνόμια στους χριστιανούς. Ο Ουάλης όμως ασπάσθηκε τον Αρειανισμό, εφαρμόζοντας σκληρά μέτρα και για τους ακολούθους των οικουμενικών συνόδων, εν αντιθέση με το Βεσπασιανό που δεν αναμίχθηκε στα εσωτερικά της εκκλησίας.
<u>[[Γρατιανός]]</u> (375-383). <u>[[Θεοδόσιος Α'| Μέγας Θεοδόσιος]]</u> (379-395). Οι Γρατιανός και Θεοδόσιος ουσιαστικά έκλεισαν τον κύκλο της διαλεκτικής αντιπαράθεσης εθνική θρησκείας και Χριστιανισμού. Ο Γρατιανός παρότι δεν ήταν νόμιμος διάδοχος του θρόνου, συγκέντρωσε στα χέρια του την αυτοκρατορική εξουσία, λόγω του νεαρού του νομίμου διαδόχου, [[Ουαλεντινιανός Β'|Ουαλεντινιανού]]. Αρνήθηκε μάλιστα κατά το Ζώσιμο<ref>Εκκλ. Ιστορ. 4,36</ref>, το προνόμιο του μεγάλου αρχιερέα, ουσιαστικά καταργώντας το. Μαζί με το Θεοδόσιο το [[380]] όρισαν ως κριτήριο ενότητας της εκκλησίας την πίστη των επισκόπων Ρώμης και Αλεξανδρείας, ενώ ένα χρόνο αργότερα θέσπισαν σαν μοναδική αποδεκτή πίστη τον χριστιανισμό, αν και αρχικά η πολιτική αυτή δεν επιβλήθηκε. Ο Γρατιανός στην προσπάθεια που κατέβαλε βρήκε σημαντική ενίσχυση από τον0 τον [[Αμβρόσιος Μεδιολάνων|Αμβρόσιο Μεδιολάνων]], ένα δραστήριο και χαρισματικό [[Επίσκοπος|επίσκοπο]], με αποτέλεσμα και την επικράτηση του χριστιανισμού και στη Δύση. Ο Θεοδόσιος ήταν ακόμη διαλλακτικότερος στη θρησκευτική πολιτική του, με αποτέλεσμα να ασχοληθεί περισσότερο με τις εκκλησιαστικές έριδες και τις αποκλίσεις της Ά Οικουμενικής συνόδου. Η άνοδος στο επαρχικό αξίωμα του Ματέρνου Κυνηγίου όξυνε την πολιτική του, σε βάρος των εθνικών, αλλά επανήλθε στη μετριοπαθή προσέγγιση όταν διόρισε τον Ευτόλμιο Τατιανό. Η θρησκευτική του πολιτική όμως επαναπροσδιορίστηκε και πάλι, όταν ξέσπασε επανάσταση υποκινούμε από τον Φλάβιο Ευγένιο και τον πρώην έμπιστό του Νικόμαχο Φλαβιανό, με στόχο την άνοδο στο θρόνο της δυτικής Αυτοκρατορίας αλλά και την αναβίωση της «εθνικής» θρησκείας. Η νίκη του Θεοδοσίου δεν σήμανε έναρξη διωγμών κατά των εθνικών, αλλά με νέα διατάγματα ενίσχυσε ιδιαίτερα τη θέση των χριστιανών στη αυτοκρατορία.
Αποτέλεσμα των αλλαγών μεταξύ [[313]] ως και [[527]] ήταν η πλήρης επικράτηση του χριστιανισμού και η καθιέρωση της χριστιανού ως ιδανικού ανθρώπου.
===Σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους===
<u>[[Βησιγότθοι]]</u>. Τον χριστιανισμό τον διέδωσε ο Ουλφίλας, Αρειανός κληρικός, Γοτθικής καταγωγής. Το κήρυγμα του βρήκε ιδιαίτερη απήχηση κατά τον 4ο αιώνα. Μάλιστα ο Κωνστάντιος ενημερώνονταν για το έργο της ιεραποστολής του και διαρκώς τον ενίσχυε. Οι Βησιγότθοι έτσι συνδέθηκαν με τον Αρειανισμό και πιο συγκεκριμένα με την διδασκαλία των ομοίων.
<u>[[Οστρογότθοι]]</u>. Ο χριστιανισμός εισήλθε στον λαό αυτό, όταν στράφηκαν προς τον Αυτοκράτορα Ουάλη για βοήθεια, λόγω της επιδρομής των Ούνων. Ο ίδιος επέτρεψε να εισέλθουν στα όρια της Αυτοκρατορίας και να κατοικήσουν σε αραιοκατοικημένες περιοχές. Αρχικά η διείσδυση στους Οστρογότθους ήταν ελάχιστη, κατά τη μετάστασή τους όμως στην κεντρική Ευρώπη και την Ισπανία, όπου και κυριάρχησαν μετά από μακροχρόνιους πολέμους ασπάσθηκαν τον Αρειανισμό, περισσότερο επηρεασμένοι από το έτερο Γοτθικό φύλο. Οι Ορθόδοξοι (Καθολικοί), αρνήθηκαν όμως σε αυτές τις περιοχές να ασπαστούν τον Αρειανισμό. Οι οστρογότθοι Οστρογότθοι επί Ιουστινιανού καταλυθήκαν, ενώ στα μέρη αυτά μετά την εποχή Ιουστινιανού κατοίκησαν Λογγοβάρδοι, οι οποίοι ασπάστηκαν την πίστη των Οικουμενικών συνόδων.
<u>[[Φράγκοι]]</u>. Οι Φράγκοι ως γερμανικό φύλλο, αρχικά διατήρησαν την προγονική θρησκεία τους. Ο βασιλιάς όμως Κλάβιος εκμεταλλευόμενος τις έριδες εκκλησίας – Αρειανισμού κυριάρχησε στην κεντρική Ευρώπη και μετά τη νίκη επί των Αλαμαίων, έχρισε το Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του κράτους του. Οι λόγοι που τον οδήγησαν ήταν η βοήθεια των χριστιανών, αλλά και η επιρροή της χριστιανής γυναίκας του. Οι Βοργούνδιοι αναγνώρισαν την επικυριαρχία των φράγκωνΦράγκων, βαπτιζόμενοι χριστιανοί, ενώ η αποσύνθεση των Γοτθικών φύλλων, ουσιαστικά εξάλειψε τον αρειανισμό από την Ευρώπη κατά τον 6ο αιώνα. Το [[589]] στη σύνοδο του Τολέδο εισήχθη το filioque, το οποίο είχε αρχικά χρησιμοποιηθεί σε σύνοδο του [[547]] στην ίδια πόλη. Τελικά επικυρώθηκε το [[796]] στη σύνοδο της Φρανκφούρτης, ως δογματική θέση.
<u>[[Βρετανία]]</u>. Η διάδοση του Χριστιανισμού στη Βρετανία χρονολογείται από τον 3ο αιώνα. Η είσοδος γερμανικών φύλλων όμως αναχαίτισε την ευρύτερη ανάπτυξη του, η οποία επετεύχθη κατά τον 5ο αιώνα. Την ίδια εποχή ο Γρηγόριος ο Α΄ ο Διάλογος, απέστειλε ιεραποστολή από 39 μοναχούς στο Καντέρμπουρι. Με τη βοήθεια μάλιστα του Κεντ Έθελμπεργκ, ηγεμόνα του κρατιδίου η ανάπτυξη υπήρξε εντυπωσιακή. Ο χριστιανισμός δε κατά τον 7ο αιώνα φαίνεται να επικρατεί πλήρως με τη μεταστροφή του βασιλιά Όσγολντ (Oswald) της Νορθούμπρια. Μεγάλη προσωπικότητα με πολυποίκιλο έργο ήταν ο Θεόδωρος ο Ταρσέας, που ίδρυσε θεολογική και ιερατική σχολή και εισήγαγε τη μελέτη πατερικών κειμένων και της Θείας Λειτουργίας στην εκπαίδευση.
Ο Καρλομάγνος ουσιαστικά βρήκε γόνιμο έδαφος, από τον Βονιφάτιο και επέβαλε με δυναμικό τρόπο το Χριστιανισμό. Ο ίδιος ανέθεσε στον μοναχό Αλκουίνο τη ιεραποστολή στις νέες κατακτήσεις. Ο Αλκουίνος μάλιστα πραγματοποίησε σπουδαίο έργο, δημιουργώντας αξιόλογη θεολογική σχολή στο παλάτι (Academia palatine), ενώ οργάνωσε και σχολές στα σημαντικότερα μοναστήρια. Ήταν υπερασπιστής του filioque, γράφοντας και σχετικές πραγματείες (Adaptionismus, filioque). Ουσιαστικά επί Καρλομάγνου το Φραγκικό κράτος γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη στην οποία παγιώθηκε ο χριστιανισμός στην κεντρική και Δυτική Ευρώπη.
 
=== '''[[Αρειανισμός]]''' και '''[[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος]]''' ===
==Υποσημειώσεις==
 <div style="font-size: 85%; -moz-column-count:2; column-count:2;"><references/></div> 
==Βιβλιογραφία==
* Β. Φειδά, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', Εκδόσεις Διήγηση, 2002
* Β. Στεφανίδη, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'', Εκδόσεις Παπαδημητρίου, 1998
 
 
[[Κατηγορία:Εκκλησιαστική Ιστορία|*]]
[[Κατηγορία:Ζωτικά Άρθρα|Ε]]
12.398
επεξεργασίες