Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Δοκητισμός

270 bytes προστέθηκαν, 22:12, 18 Φεβρουαρίου 2011
μ
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Η αίρεση των δοκητών, ήδη εμφανίζεται κατά τον Α΄ αιώνα όπως μαρτυρείται μέσα από την [[Καινή Διαθήκη]]. Η αντιμετώπιση μάλιστα της αιρέσεως είναι άμεση υπό του [[Ευαγγελιστής Ιωάννης|Αποστόλου Ιωάννη]], ο οποίος με σαφείς λόγους απορρίπτει τη θεώρησή τους (''"πολλοί πλάνοι εισήλθον εις τον κόσμον οι μη ομολογούντες Ιησούν Χριστόν ερχόμενο εν σαρκί"''). Η αίρεση αυτή όπως παρατηρούμε αντιμετωπίζεται και υπό του [[Ιγνάτιος ο Θεοφόρος|Ιγνατίου]] ο οποίος τους χαρακτηρίζει ως βλάσφημους, άθεους και άπιστους<ref>Προς Τραλλιανοίς 10. Προς Σμυρνείς 5, 1-2</ref>, αναφέροντας επιπρόσθετα πως αληθώς ηγέρθη εκ νεκρών ο Κύριος και πως ήταν τέλειος άνθρωπος<ref>Προς Τραλ. 9, 1-2. Προς Σμυρν. 4, 2</ref>. Κατά τους επόμενους δύο αιώνες ο δοκητισμός θα λάβει μεγαλύτερη έκταση καθώς θα προσαρμοστεί σε γνωστικά κινήματα και μάλιστα σε διάφορες μορφές. Η κυριότερη μορφή που λαμβάνει είναι διδασκαλία η οποία αναφέρει πως ο αιών Χριστός, κατήλθε στον υιό της Μαρίας και του Ιωσήφ για να γίνει άνθρωπος φαινομενικώς<ref>Ιππολύτου, Κατά Αιρέσεων 7, 28</ref>. Λίγο μάλιστα προ του θανάτου αποχωρίστηκε τον άνθρωπο Ιησού. Κατά μία άλλη εκδοχή, το σώμα του Ιησού ήταν ουράνιο, αρνούμενοι έτσι πως είχε υλικό σώμα<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 150</ref>.
Ο Δοκητισμός θα εμφανιστεί δυναμικά και πάλι κατά τον 5ο αιώνα, με τη μορφή του [[Μονοφυσιτισμός|Μονοφυσιτισμού]]. Αυτό συμβαίνει καθώς η θεϊκή φύση του Χριστού απορρόφησε την ανθρώπινη, με αποτέλεσμα να μην πάθει το ανθρώπινο σώμα του Χριστού, καθώς πλέον είχε εξαφανιστεί από την ένωσή του με το θείο. Η συσχέτιση αυτή γίνεται από τον [[Ευστάθιος Αντιοχείας|Ευστάθιο Αντιοχείας]]<ref>PG 86/1, 916</ref>, ενώ και ο [[Θεοδώρητος Κύρου]] θεωρεί πως οι μονοφυσίτες ανανεώνουν το περιεχόμενο του δοκητισμού<ref>Επιστολή ΠΒ, Προς Ευσέβιο επίσκοπο Άγκυρας. PG 83, 1264</ref>. Ιδέες δοκητικές, εκτός των μεγάλων αιρέσεων, θεολόγοι ισχυρίζονται πως βρίσκονται και στο σύστημα του [[Ωριγένης|Ωριγένη]] και του [[Κλήμης Αλεξανδρείας|Κλήμεντα Αλεξανδρείας]], αν και με βάση το συνολικό τους έργο δε μπορούν να καταταχθούν στους δοκητές<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 150</ref>. Κρίνοντας το δοκητισμό σε όλες τις εποχές, αυτό που κατανοείτε είναι πως σε όλες τους τις μορφές του, ερμηνεύεται σα μία λογική προσπάθεια εξηγήσεως του σχεδίου της θείας οικονομίας, γεννώντας τελικώς πληθώρα χριστολογικών αιρέσεων, μέσω πλατωνικών, νεοπλατωνικών, αλλά και συγκριτιστικών τάσεων<ref>ΘΗΕ, ο.π., σελ. 151</ref>. Το ουσιαστικό δηλαδή πρόβλημα των δοκητών ήταν το κατά πόσο πράγματι μπορεί αληθώς να λάβει σάρκα ο Θεός και κατά πόσο μπορεί να υπάρξει πραγματική ένωση θεϊκής και ανθρώπινης φύσεως, πνευματικής και υλικής<ref>Π. Χρήστου, Ελλ. πατρολογία, σελ. 166</ref>, δίχως συνέπειες για τη δεύτερη. Έτσι ο δοκητισμός καταπολεμήθηκε από την εκκλησία, καθώς δίδασκε τη μη πραγματική σάρκωση του Χριστού, αλλά μια φαινομενική, μειώνοντας ή και εξαλείφοντας το απολυτρωτικό έργο της παρουσίας Του επί γης.
==Διδασκαλία==
Εν αρχή πρέπει να τονιστεί πως ο δοκητισμός είναι γνώρισμα όλων των [[Γνωστικισμός|Γνωστικών]] ομάδων<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 319</ref>. Όλες οι γνωστικές ομάδες δηλαδή απέρριπταν την πραγματικότητα της σαρκώσεως του Λόγου και το πάθος του. Αφετηρία όμως των δοκητών είναι ο πρώτος Θεός, το πρώτο θείο σπέρμα, που αποτελεί αιτία υπάρξεως και προστασίας όλων των όντων. Όπως λοιπόν το σπέρμα της συκής παράγει φύλλα και καρπούς έτσι και αυτό αρχικώς δημιούργησε τρεις αιώνες, οι οποίοι είναι όμοιοι στη μορφή, διαφέρουν όμως ως προς τη θέση (''"ότι το μεν εστί πρώτον, το δε δεύτερον, το δε τούτων τρίτον"''<ref>Ιππολύτου, ο.π, 8, 8</ref>)και τη δύναμη<ref>Π. Χρήστου, ο.π., σελ. 166</ref>. Ο Θεός είναι κεχωρισμένος των τριών αιώνων, απροσδεής, δίχως να δέχεται εξέλιξη, όπως οι τρεις αιώνες, οι οποίοι δύναται να φτάσουν στην τελείωση, που είναι ο αριθμός 10. Με την ανάπτυξη λοιπόν, οι τρεις αιώνες γίνονται τέλειοι, φτάνοντας τον αριθμό 30, συνεχίζοντας όμως μία ατελεύτητη τελειότητα, όντας αρσενοθήλυκες<ref>Ιππόλυτου, ο.π., 8, 10. 8, 9</ref>.
Στην περί Σωτήρα διδασκαλία τους η κοσμολογία των Δοκητών συνδέεται στενά με την περί αιώνων αντίληψη. Όλοι οι αιώνες προήλθαν εκ του πρώτου σπέρματος και όλοι μαζί γέννησαν εκ Παρθένου Μαρίας το Σωτήρα των πάντων Χριστό. Επειδή ο Ιησούς είναι γέννημα 30 αιώνων, γι αυτό και επί 30 έτη έμεινε αφανής και τελικά αποφάσισε να διδάξει. Ο Σωτήρας του κόσμου είναι ισοδύναμος με το πρώτο σπέρμα και κρίθηκε απαραίτητο να εμφανιστεί για να επαναφέρει στον κόσμο την ευταξία, διότι γνώριζε πως οι αιώνες θα θαμπώνονταν από το κλέος του που συμπύκνωνε και τους 30 αιώνες<ref>Π. Χρήστου, ο.π., σελ. 167</ref>. Έτσι κατήλθε σε μικρό σώμα. Το σώμα βέβαια που γεννήθηκε από την παρθένο Μαρία εικονίζεται ως ''"σκότος...εξώτερον"'' και είναι σώμα που το ενδύθηκε ο Χριστός κατά τη βάπτιση. Όταν όμως καταδικάστηκε σε θάνατο, η [[ψυχή]] του βγήκε από το σώμα, βοηθώντας να το νικήσει τις αρχές και τις εξουσίες<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 320</ref>.
Ο κόσμος κατά τους δοκητές είναι προϊόν ανενδεούς νοητής φύσεως, που χαρακτηρίζεται ως φως. Το φως αυτό δεν είναι άμορφο<ref>Η αμορφία στα συστήματα των γνωστικών δηλώνουν την ανυπαρξία συνήθως</ref> και αργό, αλλά έχει άπειρες ιδέες ζώωνκαι αρχετύπων, μορφοποιούμενο εκ του τρίτου αιώνος. Από τις ιδέες του μάλιστα, που ήσαν κατειλημμένες από το υποκείμενο σκότος, εξήλθε ο μέγας Άρχων, δηλαδή ο δημιουργός της [[Παλαιάς Διαθήκης]]. Ο Μέγας Άρχων είναι ανυπόστατος, είναι δε πύρινος Θεός, που νομοθετεί και συμπολιτεύεται, εμφανίζοντα τον εαυτό του ποικιλοτρόπως<ref>Ιππολύτου, ο.π., 8, 9</ref>. Σύμφωνα με τον [[Ιππόλυτος Ρώμης|Ιππόλυτο]], η διδασκαλία των δοκητών χαρακτηρίζεται ως πολύπλοκο και ασύστατο σύστημα, ιδίως για τις ανεδαφικές περί ύλης απόψεις τους, οι οποίες τη χαρακτήριζαν ως άβατο και ακατάληπτον, αλλά και γιατί το [[δόγμα]] των δοκητών δηλώνει αδυναμία της θέας της αλήθειας, που προέρχεται από ''"δοκόν εν οφθαλμώ φερομένην"''<ref>Ιππολύτου, ο.π., 8, 11</ref>.
==Υποσημειώσεις==
*Κωνσταντίνος Σκουτέρης, ''"Ιστορία Δογμάτων"'', τ. Α΄, Αθήνα 1998.
*λήμμα ''"Δοκηταί"'' ΘΗΕ, τόμος 9, Μαρτίνος, Αθήνα 1962-1968.
*Βλάσιος Φειδάς, ''"Εκκλησιαστική Ιστορία"'', τ. Α΄, Διήγηση, Αθήνα 2002.
*Βασίλειος Στεφανίδης. ''"Εκκλησιαστική Ιστορία"'', Παπαδημητρίου, Αθήνα 1959.
*Παναγιώτης Χρήστου, ''"Ελληνική Πατρολογία"'', Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης