Αλλαγές

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος

Καμία αλλαγή στο μέγεθος, 23:11, 7 Μαΐου 2008
μ
Το τέλος της συνόδου και «ο όρος των διαλλαγών»
Το πέρας της συνόδου βρήκε την πλειοψηφία των επισκόπων και των μελών της εκκλησίας να αποφαίνονται κατά της Νεστοριανικής διδασκαλίας. Το πρόβλημα όμως μεταξύ των αντιφρονούντων μελών της εκκλησίας, ούτε είχε επιλυθεί, ούτε και είχε βρει οριστική λύση. Η σύνοδος άλλωστε διαλύθηκε χωρίς να περατώσει το έργο της<ref>ACO, I, 1, 3, 53 κεξ</ref>, την ώρα που ο Νεστόριος εξοριζόταν στην έρημο της Αραβίας όπου και πέθανε περίπου το 450, «''χωρίς να κατανοήσει πλήρως και τους θεολογικούς λόγους των περιπετειών του''»<ref>Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 615</ref>. Η βασική άλλωστε διαφωνία παρέμενε σε ότι αφορά τη θεολογία των δύο μεγάλων θεολογικών σχολών, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας, αφού ούτε οι αντιοχειανοί μπορούσαν να δεχθούν τη διδασκαλία των αναθεματισμών, ούτε όμως και οι Αλεξανδρινοί δύνατο να αδιαφορήσουν στην αμφισβήτηση της θεολογίας τους.
Το χάσμα αυτό, ανέλαβε να το γεφυρώσει ο νέος αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης, Μαξιμιανός. Το πρώτο βήμα σύγκλησης τελικά επήλθε από τον Ιωάννη Αντιοχείας, ο οποίος και καταδίκασε τη Νεστοριανική χριστολογική διδασκαλία<ref>ACO, I, 1, 4</ref>, ζητώντας αντιστοίχως την ανάκληση του κειμένου των αναθεματισμών του Κυρίλλου. Ο Κύριλλος αφού αποδοκίμασε τις Απολιναριστικές απόψεις, έδειξε διάθεση να δώσει εξηγήσεις για τις ασαφείς διατυπώσεις του κειμένου των 12 αναθεματισμών<ref>PG 77, 185</ref>. Έτσι ο Παύλος Εμέσης που ήταν εκ των μεσαζόντων προς επίλυση του ζητήματος, συνέταξε ένα κείμενο ως ομολογία πίστεως, το οποίο κάλυπτε και τις δύο πλευρές<ref>ACO, I, 4, 15-20, PG 77, 173-181</ref>. Το κείμενο αυτό ονομάστηκε «''Έκθεση Πίστεως (όρος) των διαλλαγών''» και χαιρετίστηκε εγκαρδίως από τις δύο πλευρές<ref>PG 77, 177</ref>, όταν τελικώς επήλθε συμφωνία μεταξύ των διαφωνούντων. , τον Απρίλιο του 433 στην Αντιόχεια <ref>Acta Concil. Ocum. Ephes. I, 1, 4, σς 8-9 (Επιστολή Κυρίλλου 39, 5)</ref>. Η συμφωνία αυτή μάλιστα χαρακτηρίζεται ως «''ανυπολογίστου σημασίας''», διότι «''κατοχυρώνει την ενότητα του σαρκωθέντος Λόγου''»<ref>Παναγιώτης Χρήστου, Πατρολογία, σελίς 46</ref>, αφού τόσο οι Αλεξανδρινοί όσο και οι Αντιοχειανοί θεολόγοι, εγκατέλειψαν «''οι μεν την εμονήν περί μίας φύσεως, οι δε εδέχθησαν αντίδοση ιδιωμάτων και τον όρο Θεοτόκος''». Βέβαια η πραγματικότητα είναι πως με βάση τις έριδες που ακολούθησαν η ομολογία «''άφηνε περιθώρια για διαφορετικές ερμηνείες''» καθώς «''μπορούσε να ικανοποιήσει τους μετριοπαθείς εκπροσώπους των δύο θεολογικών τάσεων''»<ref>Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 617</ref>. Το κείμενο αυτό μάλιστα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως νίκη της αλεξανδρινής θεολογίας ή οπωσδήποτε μείωση της Αντιοχειανής<ref>Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 617</ref>.
===Η περί Πελαγιανισμού αντιμετώπιση===
12.398
επεξεργασίες

Μενού πλοήγησης