36
επεξεργασίες
Αλλαγές
καμία σύνοψη επεξεργασίας
'''Απολιναρισμός''' αποκαλείται [[αίρεση]] του 4ου αιώνα, η οποία στην προσπάθεια αντιμετώπισης του αρειανισμού ισχυριζόταν πως η ανθρώπινη φύση του [[Χριστός|Ιησού Χριστού]] δεν περιείχε σα συστατικό της [[ψυχή|ψυχής]] το λογικό μέρος, κατά το πλατωνικό τριμερές (λογικό, θυμικό, επιθυμητικό), αλλά τη θέση του είχε λάβει ο [[Θεός Λόγος]]<ref>Ν. Ματσούκας, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄, σελ. 245</ref>. Ιδρυτής της υπήρξε ο [[Απολινάριος Λαοδικείας|Απολινάριος]], ο [[επίσκοπος]] Λαοδικείας, ο οποίος είχε καταπολεμήσει με σφοδρότητα τον [[Αρειανισμός|αρειανισμό]]. Τελικά η διδασκαλία του καταδικάστηκε από την [[Β΄ Οικουμενική Σύνοδος|Β΄ Οικουμενική Σύνοδο]]<ref>ΘΗΕ, τ. 2, σελ. 1119</ref>, καθώς κρίθηκε ότι με τις θεολογικές του προτάσεις αλλοίωνε το σωτηριολογικό γεγονός της ανθρώπινης ύπαρξης.
==Ιστορικό==
{{Αιρέσεις}}
==Θεολογία==
===Απολινάριος===
Η φύση της θεολογίας του Απολιναρισμού είναι χριστολογική. Οι Απολιναριστές σε ότι αφορά το [[Αγία Τριάδα|τριαδικό δόγμα]] ήταν ορθόδοξοι, καθώς αποδέχονταν το [[Σύμβολο της Νίκαιας]]. Στο ζήτημα όμως της χριστολογίας, η πολεμική που προσπάθησε να αναπτύξει σε βάρος των αρειανιστών, τους οδήγησε σε αιρετικές παρεκκλίσεις, οι οποίες θα χαρακτηρίζονταν εντυπωσιακά παράλληλες και ανάλογες προς αυτή των αρειανών<ref>Κ. Σκουτέρης, Ιστορία Δογμάτων Β΄, σελ. 335</ref>. Το πρόβλημα που καλείται να απαντήσει ο Απολινάριος είναι πως είναι δυνατόν στο ένα πρόσωπο του [[Χριστός|Χριστού]], να ενυπάρχουν δύο φύσεις, τόσο η θεία όσο και η ανθρώπινη. Έτσι στην προσπάθεια να αποφύγει τις ακραίες θέσεις του αρειανισμού, αλλά και του Υιοθετισμού, συνάμα δε με την Αντιοχειανή αναλυτική σκέψη, οδηγήθηκε στο διατυπώσει μία θεολογία η οποία υποβίβαζε την ανθρωπότητα του Χριστού, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος της υποτιμήσεως της θεότητας<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 335</ref>.
Ο Απολινάριος έτσι προσπαθώντας να αποφύγει την υποτίμηση της θεότητας και παράλληλα προσπαθώντας να αποκόψει κάθε είδος ηθικής σχέσης Χριστού και κόσμου, κήρυττε πως όπου τέλεια φύση εκεί και αμαρτία<ref>Απόδειξη περί της θείας σαρκώσεως της καθ ομοίωσιν ανθρώπου 25</ref> και πως το να συναφθεί σχέση ανθρώπου με Θεό ως δύο τέλειες φύσεις είναι αδύνατο<ref> Αθανασίου, Κατά Απολιναρίου 1, 2</ref>, καθώς θα μιλούσαμε για δυο διαφορετικά πρόσωπα<ref>Απόδειξη... 81</ref>. Ο Θεός Λόγος αποφαίνεται πως δε διαιρείται από τη σάρκα του, είναι ένα πρόσωπο, μία υπόσταση, μία φύση, μία ενέργεια, όλος θεός, όλος άνθρωπος ο Αυτός<ref>Λόγος Περί Πίστεως, Περί σαρκώσεως του Θεού Λόγου, 3, 6 </ref>. Ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού είναι μία τέλεια φύση. Αλλά για να διασώσει την θεϊκή φύση ο Απολινάριος αναπτύσσει περισσότερο τις θέσεις του. Η ανθρώπινη φύση λοιπόν είναι αμαρτητική και σαν τέτοια δε γίνεται να ενωθεί με το θείο, διότι αυτή θα μείωνε τη θεία υπόσταση. Η ανθρώπινη σάρκα όμως του Χριστού είναι εκτός κάθε αμαρτίας, διότι είναι διαφορετική από τις άλλες. Η διαφορότητά της έγκειται ότι δεν είναι πλήρης<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 336</ref>. Η σάρκα του Χριστού είναι στην προπτωτική κατάσταση και η αρχή της δε βρίσκεται στην [[Θεοτόκος|παρθένο Μαρία]], αλλά προ της πτώσης<ref>Απόδειξη...34</ref>. Η ανθρωπότητα είναι εξ ουρανού και έτσι είναι ένας κατ'οικονομία άνθρωπος.
Για τον Απολινάριο είναι εμφανές πως ο Χριστός έχει μία τέλεια και πλήρη φύση και αυτή είναι η θεία, δίχως να συμβεί ουσιαστική ένωση. Έτσι δηλώνει πως ''"ομολογούμεν υιόν του Θεού...είναι τον αυτόν Υιόν του θεού και θεόν κατά Πνεύμα, υιόν δε ανθρώπου κατά σάρκα, ου δύο φύσεις τον ένα Υιόν μία προσκυνητήν και μίαν απροσκύνητον, αλλά μίαν φύση του Θεού Λόγου σεσαρκωμένη και προσκυνουμενην μετά της σαρκός αυτού μία προσκύνησει"''<ref>Προς Ιοβιανό 7</ref>. Η ανθρώπινη δηλαδή φύση εξαφανίζεται, με αποτέλεσμα να έχουμε πρόδρομο του μονοφυσιτισμού. Η θεμελίωση για τη χριστολογία του προερχόταν από τις πλατωνικές και νεοπλατωνικές παραδοχές περί του τριμερούς της ψυχής. Έτσι εφόσον η ψυχή έχει ως λογικό μέρος το νου και ως άλογο το θυμικό και το θυμοειδές, ο Θεός Λόγος κατέλαβε τη θέση του νοέως της ανθρώπινης φύσεως. Η διδασκαλία αυτή ήταν η οποία πράγματι εξερέθισε τους πατέρες της εκκλησίας, καθώς ακρωτηριάζοντας την ανθρώπινη φύση, δε δέχονταν τη σωτηρία του όλου ανθρώπου από την ένωσή του με το Θεό<ref>Γρηγορίου Νύσσης, Επιστολή 101, προς Καληδόνιον Πρεσβύτερον</ref>. Έτσι ο Λόγος έλαβε σάρκα, δίχως νου, διότι ο νους του ανθρώπου είναι ρυπαρός ενώ ο του Θεού άτρεπτος και θείος. Αποτέλεσμα ήταν κατά τον Απολινάριο ''"ουκ άρα σώζεται το ανθρώπινο γένος δι αναλήψεως νου και όλου ανθρώπου, αλλά δια προσλήψεως σαρκός"''<ref>Γρηγορίου Νύσσης, Προς τα Απολιναρίου αντιρρητικός PG 45, 1212A</ref>.
Στο σύστημα λοιπόν του Απολινάριου ο άνθρωπος μυστικά και πνευματικά καλείται να ενωθεί με τον Λόγο και όχι με το Θεάνθρωπο, ως τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 247</ref>. Η μυστική αυτή σχέση είναι καρπός άμεσης επικοινωνίας κτιστού και ακτίστου που έχει αποτέλεσμα τη θέωση της ακέραιης ανθρώπινης φύσης. Η φύση αυτή είναι πλέον ανύπαρκτη. Τελικά ο άνθρωπος μέσω ηθικής και μυστικής σχέσης και όχι από τη μεταβολή της κτιστής ακέραιας φύσης μέσω των θείων ενεργειών, θεώνεται. Οι πατέρες της εκκλησίας εδώ καταπολεμούν την θεολογία του Απολιναρίου, καθώς η άμεση σχέση Θεού και κτίσης απομειώνεται, με αποτέλεσμα να μην επιτρέπουν την [[Κτιστό|κτίση]] να καταξιωθεί και να μετάσχει στη θεία δόξα. Επομένως η επιμονή των πατέρων στην οντολογική σχέση δια μέσου των ενεργειών και της διατήρησης της πρόσληψης της ακέραιας φύσης αποτελεί αφετηρία για το έργο της σωτηρίας και τελικά τη θεραπεία της πτωτική ύπαρξης<ref>Ν. Ματσούκας, ο.π., σελ. 247</ref>. Όπως υπομνηματίζει ο Γρηγόριος θεολόγος, αν η ανθρωπότητα στην υπόσταση του Χριστού, δεν προσέλαβε νου, τελικά δεν προσέλαβε τον ίδιο τον άνθρωπο και άρα η σωτηρία είναι ανέφικτη<ref>Γρηγορίου Θεολόγου, Επιστολή 101</ref>.
===Ύστερες τάσεις===
Όσο ήταν εν ζωή ο Απολινάριος, η προσωπικότητά του δεν επέτρεψε σχισματικές τάσεις μέσα στο σύστημά του. Μετά το θάνατό του όμως διακρίθηκαν σε δύο παρατάξεις, μία μετριοπαθής και μια πιο ακραία. Τα κείμενα όμως που διαθέτουμε σήμερα δε μας επαρκούν για την ακριβή τους διδασκαλία, εν αντιθέσει με αυτή του Απολιναρίου, όπου διασώθηκε μεγάλο μέρος της γραμματείας του αυτούσιο από τους ίδιους τους πατέρες της εκκλησίας.
Σε ότι αφορά τη μετριοπαθή ομάδα Απολιναριστών, κυριότερος εκπρόσωπός της ήταν ο [[Βιτάλιος Αντιοχείας]]. Σύμφωνα με την ομολογία του στον Πάπα Δάμασο θεωρεί πως ο Χριστός είναι Υιός του Θεού κατά τη αΐδιον Θεού γέννηση και υιός ανθρώπου κατά την εκ παρθένου γέννηση<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 340</ref>. Ο Χριστός είναι τόσο τέλειος άνθρωπος, ομοούσιος κατά πάντα με τους ανθρώπους, όσο και τέλειος Θεός, ομοούσιος κατά πάντα με τον Πατέρα. Ο Χριστός μάλιστα δεν είναι άψυχος ή άλογος ή δίχως νου και δεν έπαθε κατά τη θεότητα<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 340</ref>. Θεωρεί επίσης αιρετικούς όσους διαχωρίζουν τον θεό Λόγο από τον άνθρωπο Χριστό, που αποτελεί ένα ενιαίο πρόσωπο. Στην ίδια κατηγορία των μετριοπαθών απολιναριστών ανήκει ο [[Τιμόθεος Βηρυττού]]. Μέλος της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, ο Τιμόθεος αναγνωρίζει τη φύση της σάρκας του Χριστού ως ομοούσια προς την ανθρώπινη, ενώ η σάρκα επικοινωνεί με το Λόγο και επέρχεται αντίδοση ιδιωμάτων, δίχως να επέρχεται τροπή στη θεότητα<ref>Προς Ομόνιον</ref>. Ο Χριστός λοιπόν είναι τέλειος άνθρωπος και αυτή η τελειότητα εξαντλείται στην πρόσληψη της σάρκας. Επίσης καταδικάζει την ιδέα των δύο Υιών και υποστηρίζει πως ο Υιός ''"ένσαρκος Υιός...άτρεπτος εν τη σαρκώσει κια απαθείς τοις πάθεσιν"''. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν οι Ουαλεντινος και Ομόνιος. Σε ότι αφορά τον Ομόνιο, είναι χαρακτηριστικό πως στο πρόσωπο του Χριστού βλέπει μία σύνθετη υπόσταση<ref>Ομολογία Πίστεως</ref>, ενώ ο Ουαλεντίνος πως το σώμα του Χριστού ήταν ομοούσιο του Θεού κατά την ένωση, παραμένοντας όμως και ομοούσιος με τους ανθρώπους. Η διδασκαλία αυτή εμφαίνει αντιφατική ως προς το ότι καθορίζει το σώμα τόσο ομοούσιο της θεότητος, όσο και ετερούσιο, αλλά δεν είναι αΐδιο με τη θεία φύση. Έτσι η σάρκα ως αυτόνομος προς της ενώσεως υπήρξε στολή και περιβόλαιον και άρα δεν προσκυνείται<ref>Κεφάλαια Απολογίας</ref>.
Στην ακραία μερίδα ανήκουν δύο ισχυρές προσωπικότητες. Ο Πολέμων ή Πολέμιος και ο Ευνόμιος Βεροίας. Ο Πολέμων υποστήριζε πως το σώμα του Χριστού ενώθηκε κατά τέτοιο τρόπο με τη θεότητα, ώστε αποτέλεσαν μία ενιαία ουσία. Έκανε δηλαδή λόγο για συνουσίωσιν και κράση της θεότητος με το σώμα<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 341</ref>. Φαίνεται μάλιστα πως αυτή αίρεση προσπάθησε να αυτονομηθεί. Εν πάση περιπτώσει ο Πολέμων έμεινε πιστός σε πολλές θέσεις του Απολινάριου ότι δεν έλαβε νουν η ανθρώπινη φύση του Χριστού. Σε Ομολογία προς τον Ιουλιανό αναφέρεται στη μια φύση του σαρκωθέντος Λόγου και στη μία θέλησή Του<ref>Κ. Σκουτέρης, ο.π., σελ. 342</ref>. Έτερος υποστηρικτής των ακραίων απολιναριστικών θέσεων είναι ο Ευνόμιος Βεροίας. Ο Ευνόμιος υποστηρίζει πως με τη σάρκωσή του ο Θεός έγινε σύνθετος και πως στον Υιό του Θεού υπάρχει μία φύση, μια θέληση και μία ενέργεια<ref>Προς Ζώσιμον</ref>.
==Υποσημειώσεις==
*Βλάσιος Φειδάς, ''"Εκκλησιαστική Ιστορία"'', τ. Α΄, Διήγηση, Αθήνα 2002.
*Βασίλειος Στεφανίδης, ''"Εκκλησιαστική Ιστορία"'', Παπαδημητρίου, Αθήνα 1959.
*Στυλιανός Παπαδόπουλος, ''"Πατρολογία"'', τ. Γ΄B΄,, Γρηγόρης, Αθήνα 2010.
*Νίκος Ματσούκας, ''"Δογματική και Συμβολική θεολογία Β΄"'', Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2007.
[[Κατηγορία:Θρησκευτικές πίστεις, παραδόσεις και κινήματα|Α]]
[[en:Apollinarianism]]
[[mk:Аполинаризам]]
[[ro:Apolinarianism]]