Πρότυπο:Λα
Αναθεώρηση ως προς 11:31, 17 Οκτωβρίου 2008 από τον AtanasioSJ (Συζήτηση | Συνεισφορά) (→Λατινόφρων)
Λατινόφρων
- Λατινόφρων ονομάζεται αυτός που ασπάζεται τα δόγματα της Ρωμαιοκαθολικής(Λατινικής) Εκκλησίας. Λατινοφρονῶ είναι το ρήμα και δηλώνει την πράξη αποδοχής των εν λόγω δογμάτων.
(Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα, τ. 37, σ. 471)